Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Αψυχα σώματα και ασώματες νοήσεις

Σπύρος Μανουσέλης


Ενώ, μέχρι πρόσφατα, ο άνθρωπος ήταν το υποκείμενο της τεχνολογίας και η φύση το αντικείμενο της τεχνολογικής εκμετάλλευσης, μετά την έλευση της γενετικής μηχανικής και της σύγχρονης βιοτεχνολογίας αυτή η βολική και φαινομενικά σαφής διάκριση ανθρώπου - φύσης έπαψε να ισχύει.

Σήμερα, η ίδια η ανθρώπινη ζωή αποτελεί το αντικείμενο των βιοτεχνολογικών πρακτικών μας, οι οποίες πλέον, ως κυρίαρχες βιοπολιτικές πρακτικές, μπορούν να επεμβαίνουν τροποποιητικά στα ιδιαίτερα φυσιολογικά και γενετικά χαρακτηριστικά μας.

Εκτός, όμως, από τη νέα γονιδιακή και βιοϊατρική τεχνολογία, τις οποίες εξετάσαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, στην πρόσφατη ανθρώπινη πραγματικότητα έχει πλέον ενσωματωθεί και η νέα ψηφιακή-υπολογιστική τεχνολογία, επιφέροντας κοσμοϊστορικές αλλαγές όχι μόνο στις κοινωνικές-εργασιακές αλλά και στις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.

Αν, μάλιστα, αναπτυχθεί επαρκώς η τεχνολογία για τη δημιουργία νέων υβριδικών υπάρξεων ανθρώπου-μηχανής, τότε ίσως, στο μέλλον, να δούμε τη μετάβαση από τον Homo Sapiens στον Homo Cyborg.

Ποιος, όμως, θα έχει το δικαίωμα και ποιος την κοινωνική ισχύ να αποφασίζει για το μέλλον του ανθρώπινου είδους;

Η βιοπολιτική του μέλλοντός μας (ΙΙ)



Το όνειρο της τέλειας μηχανής –και πώς να μην είναι τέλεια μια μηχανή που θα αποτελεί την «αυτοπροσωπογραφία» μας;– διατρέχει όλη σχεδόν την ανθρώπινη ιστορία.

Ωστόσο, θα πρέπει να σταθούμε στην αποφασιστική τεχνολογική καμπή που σημειώνεται στη Δύση μετά το 1769.

Τη χρονιά αυτή κατατίθενται στο Γραφείο Ευρεσιτεχνιών της Αγγλίας τα σχέδια της ατμομηχανής του Σκοτσέζου Τζέιμς Βατ (James Watt) και της κλωστικής μηχανής του Ρίτσαρντ Αρκραϊτ (Richard Arkwright), δύο εφευρέσεις «μηχανών» που σηματοδοτούν την απαρχή της πρώτης Βιομηχανικής Επανάστασης.

Πέντε χρόνια μετά καταγράφεται στα χρονικά της εποχής και ένας άλλος τεχνολογικός άθλος, που εκείνη την εποχή θεωρήθηκε αδίκως «επουσιώδης»: το 1774 ο ιδιοφυής Ελβετός ωρολογοποιός-μηχανοποιός Πιερ Ζακέ-Ντροζ (Jaquet-Droz) παρουσιάζει τρία εντυπωσιακά αυτόματα με ανθρώπινη μορφή (ανδροειδή αυτόματα): μία μουσικό, ένα παιδί-σχεδιαστή και ένα παιδί-γραφέα.

Η καταγωγή των ρομπότ


Τα τρία εντυπωσιακά αυτόματα ήταν το προϊόν και συνάμα το αποκορύφωμα μιας μακράς παράδοσης μηχανοποιίας.

Η μουσικός μπορούσε να εκτελεί σε πληκτροφόρο όργανο πέντε δημοφιλή τότε μουσικά κομμάτια, αλλά και να αναπνέει, να κουνά το κεφάλι της και να υποκλίνεται με χάρη.

Ο γραφιάς ήταν ακόμη πιο περίπλοκος, από μηχανολογικής απόψεως: βουτούσε τη φτερωτή πένα στο μελανοδοχείο, άπλωνε με το αριστερό χέρι το χαρτί και έγραφε καλλιγραφικά μικρές προτάσεις, αφήνοντας τα αναγκαία κενά ανάμεσα στις λέξεις.

Το τρίτο «παιχνιδάκι», ο σχεδιαστής, ζωγράφιζε με μολύβι τις προσωπογραφίες τριών βασιλέων (του Λουδοβίκου ΙΔ΄, του Γεωργίου Γ΄ και της βασίλισσας Καρλόττας), ενός παιδιού και ενός σκύλου, ενώ στο τέλος με ένα φύσημα έδιωχνε από το χαρτί τη λεπτή σκόνη που άφηνε το μολύβι.

Γεννημένα από την ενσωμάτωση ενός κρυμμένου ωρολογιακού μηχανισμού στο εσωτερικό μιας κούκλας, αυτά τα «αυτόματα-παιχνίδια» ήταν η υλοποίηση των πιο προηγμένων μηχανολογικά γνώσεων της εποχής, ενώ ταυτόχρονα προαγγέλλουν τη δυνατότητα χρήσης των νέων αυτόματων μηχανών στη βιομηχανία και πολύ αργότερα στη Ρομποτική.

Ομως τα υπέροχα ανδροειδή αυτόματα του 17ου αιώνα, ενώ μπορούσαν να εκτελούν τις αυστηρά προκαθορισμένες κινήσεις τους, δεν ήταν σε θέση να αναδρούν διορθωτικά στις λειτουργίες τους, αν κάτι πήγαινε στραβά.

Μόνο μετά την εισαγωγή των ηλεκτρονικών μηχανισμών έγινε εφικτή η κατασκευή πραγματικά «έξυπνων» μηχανών, δηλαδή ικανών να ελέγχουν τη λειτουργία τους αυτομάτως και κυρίως με τρόπο αναδραστικό.

Χάρη σε αυτήν την ικανότητά τους για ανάδραση (feedback), οι ολοένα και πιο σύνθετες ηλεκτρονικές μηχανές θα αποκτήσουν σταδιακά επιπρόσθετες βιολογικές ικανότητες: να «αισθάνονται», να «θυμούνται» και να «επικοινωνούν». Να καταγράφουν δηλαδή στη μνήμη τους και να ανταλλάσσουν μεταξύ τους ορισμένες προκαθορισμένες πληροφορίες.

Το 1948 ο ιδιοφυής μαθηματικός Νόρμπερτ Βίνερ (Ν. Wiener) θα εκδώσει το περίφημο βιβλίο του «Cybernetics» (Κυβερνητική).

Στις σελίδες αυτού του κλασικού επιστημονικού συγγράμματος –κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Καστανιώτη– εκθέτει και κυρίως θεμελιώνει μαθηματικά τις προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση μιας ολότελα νέας επιστήμης, της Κυβερνητικής, η οποία επικεντρώνει το ενδιαφέρον της «στον έλεγχο και την επικοινωνία στα ζώα και στις μηχανές», όπως δηλώνεται απερίφραστα στον υπότιτλο του βιβλίου.

Αμέσως μετά τον Βʹ Παγκόσμιο Πόλεμο, η θεωρητική ανάπτυξη των πρωτοποριακών ιδεών του Βίνερ και η «μετάφρασή» τους σε τεχνολογικά προγράμματα οδήγησε στη γένεση της Ρομποτικής.

Ενώ οι ίδιες ιδέες, όταν συνδυάστηκαν με την υπολογιστική προσέγγιση του Αλαν Τιούρινγκ, οδήγησαν στην Τεχνητή Νοημοσύνη.

Υβρίδια ανθρώπου-μηχανής



Πάντως, τις δύο τελευταίες δεκαετίες, οι επιστημονικές εξελίξεις στη Βιοπληροφορική, τη Βιοκυβερνητική και τη Μικροηλεκτρονική φαίνεται πως καθιστούν ρεαλιστικά ακόμη και τα πιο ακραία σενάρια επιστημονικής φαντασίας σχετικά με τη δυνατότητα κατασκευής υβριδίων ανθρώπου-μηχανής.

Πράγματι, ερευνητικές ομάδες σε όλο τον κόσμο εργάζονται, σήμερα, πυρετωδώς για την υλοποίηση του «τεχνολογικού οράματος» της μόνιμης ενσωμάτωσης στο ανθρώπινο σώμα των διάφορων μικρο- και νανο-μηχανών.

Χάρη στη δημιουργία τέτοιων διεπαφών ανθρώπου-μηχανής, οι ερευνητές κατάφεραν να μεταφράσουν τα νευρικά σήματα που παράγονται από τους νευρώνες του εγκεφάλου σε ηλεκτρικά σήματα, τα οποία μέσω ενός υπολογιστή μπορούν π.χ. να μετακινούν τους μηχανικούς βραχίονες ενός ρομπότ.

Βέβαια, αυτές οι νευροτεχνολογικές έρευνες βρίσκονται ακόμη σε εμβρυϊκό στάδιο.

Ομως, η προβλεπόμενη ταχύτατη ανάπτυξή τους στα αμέσως επόμενα χρόνια φαίνεται να οδηγεί αναπόφευκτα στην ευρύτερη μηχανοποίηση της ανθρώπινης ζωής και ίσως –γιατί όχι;– στον μεγαλύτερο εξανθρωπισμό των μηχανών.

Εξάλλου, σχεδόν οι πάντες παραδέχονται ότι, λόγω της άλογης δημογραφικής και βιομηχανικής ανάπτυξης τους τελευταίους δύο αιώνες, ο πλανήτης μας κινδυνεύει να καταστεί αφιλόξενος για το ανθρώπινο είδος, τουλάχιστον με τη σημερινή του μορφή.

Ισως γι’ αυτό, ορισμένοι υπεραισιόδοξοι επιστήμονες έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους για την επιβίωσή μας, στην οικολογικά κατεστραμμένη Γη του αύριο, στη μετεξέλιξή μας σε χιμαιρικά βιο-κυβερνητικά πλάσματα, τα περίφημα «Cyborgs».

Πάντως, όσο βαθαίνουν οι γνώσεις μας και συνεπώς οι τεχνολογικές μας δυνατότητες να επεμβαίνουμε ή να μεταβάλλουμε τη βιολογική μας ταυτότητα, τόσο περισσότερο διατρέχουμε τον κίνδυνο να παραβιάσουμε τη λεπτή –αλλά υπαρκτή!– διαχωριστική γραμμή που χωρίζει την επιστημονική γνώση από τη βιοπολιτική εκμετάλλευσή της για τη χειραγώγηση της ανθρώπινης φύσης.

Η μάταιη αναζήτηση νόμων



Οι περισσότεροι αναγνώστες θα έχουν ακούσει για τους περιβόητους απαγορευτικούς «Νόμους της Ρομποτικής» που πρώτος διατύπωσε ο Ισαάκ Ασίμοφ στα διορατικά διηγήματα επιστημονικής φαντασίας που έγραψε στα μέσα του εικοστού αιώνα.

Αξίζει να τους θυμηθούμε:

Πρώτος Νόμος: Ενα ρομπότ δεν θα κάνει κακό σε άνθρωπο, ούτε με την αδράνειά του θα επιτρέψει να προκληθεί βλάβη σε ανθρώπινο ον.

Δεύτερος Νόμος: Ενα ρομπότ οφείλει να υπακούει τις διαταγές που του δίνουν οι άνθρωποι, εκτός αν αυτές οι διαταγές έρχονται σε αντίθεση με τον Πρώτο Νόμο.

Τρίτος Νόμος: Ενα ρομπότ οφείλει να προστατεύει την ύπαρξή του, εφόσον αυτό δεν συγκρούεται με τον Πρώτο και τον Δεύτερο Νόμο.

Σε μεταγενέστερα μυθιστορήματά του προσέθεσε και έναν ευρύτερο Τέταρτο Νόμο της Ρομποτικής: Ενα ρομπότ δεν θα κάνει ποτέ κακό στην ανθρωπότητα, ούτε με την αδράνειά του θα επιτρέψει να υποστεί βλάβη η ανθρωπότητα.

Το 2010, δύο κορυφαίοι ερευνητές έκριναν αναγκαίο να προτείνουν μια αναθεωρημένη και πιο σύγχρονη εκδοχή των νόμων του Ασίμοφ. Αναθεώρηση που ήταν πλέον επιβεβλημένη λόγω των πραγματικών και όχι υποθετικών εφαρμογών της Τεχνητής Νοημοσύνης και της Ρομποτικής στις σύγχρονες κοινωνίες.

Οι Αμερικανοί Ντέιβιντ Γουντς (David Woods) και Ρόμπιν Μέρφι (Robin Murphy), καθηγητές Μηχανολογίας στον τομέα των ολοκληρωμένων πληροφορικών συστημάτων, επαναδιατύπωσαν ως εξής τους τρεις νόμους της Ρομποτικής:

Πρώτος Νόμος: Ενα ανθρώπινο ον δεν μπορεί να χρησιμοποιεί ένα ρομπότ, εφόσον το σύστημα εργασίας άνθρωπος-ρομπότ δεν φτάνει τα πιο υψηλά νομικά και επαγγελματικά επίπεδα ασφάλειας και ηθικής.

Δεύτερος Νόμος: Ενα ρομπότ οφείλει να απαντά με τον πλέον κατάλληλο τρόπο στα ανθρώπινα όντα ανάλογα με τον ρόλο ή τις αρμοδιότητές τους.

Τρίτος Νόμος: Ενα ρομπότ πρέπει να είναι προικισμένο με επαρκή αυτονομία ώστε να μπορεί να προστατεύει την ύπαρξή του, εφόσον αυτή η αυτοπροστασία δεν έρχεται σε σύγκρουση με τον πρώτο και με τον δεύτερο νόμο. Η αναθεωρημένη εκδοχή των Νόμων της Ρομποτικής προϋποθέτει μια τελείως διαφορετική εικόνα και κυρίως σχέση με τις νοήμονες μηχανές ή τα ρομπότ.

Μια εικόνα που ανατρέπει ό,τι μέχρι πρόσφατα πιστεύαμε για τα ρομπότ, ότι δηλαδή είναι υπο- ή αντι-ανθρώπινα τεχνήματα ή, εναλλακτικά, ότι είναι μια βελτιωμένη εκδοχή των ανθρώπων και συνεπώς ότι δεν είναι επιρρεπή σε λάθη.

Κάτι που, πολύ πρόσφατα, αναγνωρίστηκε ρητά και από την Ειδική Νομοθετική Επιτροπή της Ε.Ε., η οποία επείγεται να επιβάλει ένα αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο για τη χρήση αυτών των τεχνολογιών.

Ουτοπίες και δυστοπίες του διαδικτυακού «παραδείσου»



Το facebook είναι το πλέον διαδεδομένο παγκοσμίως μέσο κοινωνικής δικτύωσης, με δισεκατομμύρια εγγεγραμμένους χρήστες.

Πρόκειται για έναν νέο, εύκολο στη χρήση και σχετικά οικονομικό τρόπο επικοινωνίας και ανθρώπινης επαφής που έγινε εφικτός χάρη στις τεχνολογικές εφαρμογές της σύγχρονης πληροφορικής και της επιστήμης των υπολογιστών.

Από το 2005 μέχρι σήμερα, τα ψηφιακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, το My Space, το Orkut και το Twitter, μετέτρεψαν τον Παγκόσμιο Ιστό σε μια πολυσύχναστη εικονική «πλατεία» όπου καθημερινά συναντώνται και επικοινωνούν με πρωτοφανή ευκολία άνθρωποι που, χωρίς να έχουν συναντηθεί ποτέ, είτε κατοικούν στην ίδια γειτονιά είτε στα πιο απόμακρα σημεία του πλανήτη.

Η ουτοπία, λοιπόν, μιας ελεύθερης και ισότιμης ανθρώπινης επικοινωνίας φαίνεται πως έχει πλέον υλοποιηθεί, τουλάχιστον ψηφιακά!

Επικοινωνιακές ψευδαισθήσεις


Εντούτοις, όπως μας αποκαλύπτουν μια ατέλειωτη σειρά από ειδικές μελέτες καθώς και τα τεχνοφοβικά μέσα ενημέρωσης, δεν είναι όλα ρόδινα στον νέο επικοινωνιακό παράδεισο.

Πράγματι, οι επισκέπτες των κοινωνικών δικτύων εκτίθενται σε μια σειρά από λίγο-πολύ πραγματικούς κινδύνους.

Για παράδειγμα, από το 2009 μια σειρά από συστηματικές μελέτες του Βρετανού γιατρού Αρικ Ζίγκμαν (Aric Sigman) έδειξαν ότι: «Η αύξηση της εικονικής επικοινωνίας μεταξύ ατόμων που χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα μεταφράζεται πάντοτε, σύμφωνα με τις μελέτες που έχουμε στη διάθεσή μας, σε μια σαφή μείωση της ικανότητάς τους να αλληλεπιδρούν με την πραγματικότητα».

Εκτός όμως από την πολυπόθητη αλλά πρόσκαιρη απώλεια επαφής με την πραγματικότητα, άλλες έρευνες διέγνωσαν στους συστηματικούς χρήστες των κοινωνικών δικτύων μια σαφή μείωση της ικανότητάς τους για συγκέντρωση και εστίαση της προσοχής, ενώ άλλες διαπίστωσαν δυσχέρειες στη σύναψη φιλικών ή ερωτικών σχέσεων με πραγματικούς ανθρώπους.

Αραγε, ποιες αλλαγές θα επιφέρει στην ανθρώπινη κοινωνικότητα η πιθανολογούμενη ολοκληρωτική επικράτηση της ψηφιακής πραγματικότητας, όχι μόνο στις διαπροσωπικές αλλά και στις εργασιακές, παιδαγωγικές και πολιτικές ανθρώπινες σχέσεις;

Ενα απολύτως σχετικό –αλλά πρωτόγνωρο– κοινωνικό πρόβλημα είναι η περιφρούρηση της όποιας «ιδιωτικής ζωής» ή «προσωπικής αυτονομίας» έχει απομείνει στην εποχή του Διαδικτύου.

Μπορεί να ακούγεται ως παράδοξο, όμως, την ίδια στιγμή που όλοι καταγγέλλουν το τέλος της «ιδιωτικής ζωής» εξαιτίας των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δισεκατομμύρια άνθρωποι καταφεύγουν σε αυτά για να δημιουργήσουν έναν προσωπικό ιδιωτικό χώρο, μια δήθεν εναλλακτική ψηφιακή ζωή!

Το φαινομενικό παράδοξο, ωστόσο, εξηγείται επαρκώς αν αποδεχτεί κανείς ότι, στις πιο ανεπτυγμένες οικονομικά και τεχνολογικά κοινωνίες, η επικράτηση της μετανεωτερικής βιοπολιτικής έχει επιφέρει –στη συνείδηση των ανθρώπων αλλά και στις κοινωνικές τους σχέσεις– την πλήρη διάσταση του ιδιωτικού από το δημόσιο.

Ομως, εκτός από την αποσάθρωση των ανθρώπινων σχέσεων, εξίσου ανησυχητικές είναι και οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί, τα τελευταία χρόνια, στο «κυβερνοέγκλημα»: τη νομοτυπικά παράνομη αλλά ουσιαστικά κυρίαρχη βιοπολιτική πρακτική.

Οι άλλοτε απομονωμένοι και ρομαντικοί «πειρατές» του Διαδικτύου, οι χάκερ, έχουν μετατραπεί σε πραγματικούς επαγγελματίες του ψηφιακού εγκλήματος.

Από μοναχικοί παραβάτες και ανιδιοτελείς καταστροφείς των διαδικτυακών στεγανών και των ψηφιακών εμποδίων που υψώνουν οι εταιρείες και τα κράτη έχουν γίνει οι καλοπληρωμένοι υπάλληλοι του οργανωμένου εγκλήματος.

Τελικά, όπως συνέβη και με κάθε άλλο επαναστατικό προϊόν της ανθρώπινης τεχνολογίας, η σκοτεινή πλευρά του κυβερνοχώρου αποτελεί την αναπόφευκτη αντανάκλαση του «σκότους» τόσο του δημιουργού της όσο και της κοινωνίας που οικειοποιείται αυτήν την τεχνολογία.

Πηγή: efsyn.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου