Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025

Μάρλεν Ντίτριχ: «Ο φασισμός δεν γεννιέται σε γραφεία. Γεννιέται στη σιωπή»


Υπάρχουν καλλιτέχνες που γίνονται μύθοι από τις ταινίες τους. Κι ελάχιστοι που γίνονται μύθοι από τη ζωή τους. Η Μάρλεν Ντίτριχ κατάφερε και τα δύο. Υπήρξαν σταρ πιο διάσημες απ' αυτήν. Καλλιτέχνες πιο παραγωγικοί, πιο υπάκουοι, πιο «βολικοί» για τη βιομηχανία. Αλλά υπήρξε μόνο μία, που κοίταξε τον 20ό αιώνα κατάματα, τον προκάλεσε, αναμετρήθηκε μαζί του και τελικά νίκησε. Οχι με όπλα, όχι με πολιτικά αξιώματα, αλλά με την αλύγιστη αξιοπρέπειά της. Γοητευτική, αινιγματική, επαναστατική, ποτέ «υπάκουη», ποτέ «καθώς πρέπει», υπήρξε μια προσωπικότητα που δεν χώραγε πουθενά, γι' αυτό και άφησε παντού το αποτύπωμά της. Πριν ακόμη γίνει σύμβολο του κινηματογράφου, υπήρξε σύμβολο ελευθερίας, πριν ακόμη λατρέψει ο κόσμος τις ερμηνείες και τη φωνή της, εκείνη είχε ήδη επιλέξει να μιλάει, όταν οι άλλοι σιωπούσαν. Η Ντίτριχ δεν ήταν μόνο το εμβληματικό πρόσωπο του «Γαλάζιου Αγγέλου». Ηταν (και παραμένει) η γυναίκα που έδειξε ότι η τέχνη μπορεί να γίνει πράξη αντίστασης. Οτι είναι στο χέρι του καλλιτέχνη να μη μετατραπεί σε διακοσμητικό στοιχείο κάποιου καθεστώτος. Κι ότι ακόμη κι ένα τραγούδι, αν ειπωθεί την κατάλληλη στιγμή, μπορεί να είναι πιο δυνατό από τη βία του φασισμού. Και σε μια εποχή όπου ο φασισμός υψωνόταν σαν σκοτεινό τείχος πάνω από την Ευρώπη, μια Γερμανίδα καλλιτέχνις κάνει το αδιανόητο: Αρνείται να υποταχθεί. Ακόμη περισσότερο: Τον πολεμάει.

Η έφηβη που αρνήθηκε να «ταιριάξει»

Η Μάρλεν, που γεννήθηκε 27 Δεκέμβρη του 1901 στο Βερολίνο, από πολύ νεαρή ηλικία αρνείται τους ρόλους που η κοινωνία θέλει να της επιβάλει. Ενα από τα άγνωστα περιστατικά της νιότης της είναι ότι πριν στραφεί στην υποκριτική, ήθελε να γίνει βιολίστρια, με πάθος τέτοιο, που στις εξαντλητικές πρόβες τραυμάτισε μόνιμα τον καρπό της. Το γεγονός αυτό τη «διασώζει» από μια ζωή που θα την καταπίεζε και ταυτόχρονα της ανοίγει τον δρόμο για την τέχνη που την έκανε αθάνατη. Γρήγορα, όμως, ανακαλύπτει ότι και ο κόσμος του θεάματος έχει τους ίδιους ασφυκτικούς κανόνες. Αποφασίζει ότι δεν θα ανεχτεί καμία μορφή περιορισμού, ούτε στη σκηνή ούτε στη ζωή. Είναι από τις πρώτες που φωτογραφίζεται να φιλάει γυναίκα, χωρίς να ...απολογείται μετά, αλλά και από τις ελάχιστες γυναίκες του μεσοπολεμικού Βερολίνου που κυκλοφορεί δημόσια με ανδρικό κοστούμι, παπιγιόν και μπαστούνι. Και όταν την κατηγορούν ότι «προσβάλλει τη θηλυκότητα», εκείνη απαντάει με τη φράση: «Θα φορέσω ό,τι θέλω. Δεν έχετε κανένα δικαίωμα πάνω στο σώμα μου». Το 1920. Στη Γερμανία. Την ώρα που οι γυναίκες δεν είχαν καν την ελευθερία να τελειώσουν το σχολείο.

Ο εκβιασμός του Γκέμπελς και η απάντηση που άκουσε όλη η Ευρώπη

Η φήμη έρχεται εκκωφαντικά με τον «Γαλάζιο Αγγελο» το 1930. Η εικόνα της Λόλα-Λόλα, το τσιγάρο, το βλέμμα, η φωνή της κάνουν τον κόσμο να παραμιλά. Ανοίγει ο δρόμος στο Χόλιγουντ. Εκείνη όμως δεν ξεγελιέται στιγμή από τη λάμψη. Οταν το 1933 οι Ναζί αναλαμβάνουν την εξουσία, γνωρίζοντας την επιρροή της, της προτείνουν πρωτοφανή καλλιτεχνικά προνόμια, πλούτη, ασφάλεια, δόξα. Ο Γκέμπελς τής ζητάει να επιστρέψει στη Γερμανία και να γίνει «η ωραία βιτρίνα του νέου Ράιχ». Επιδιώκουν να την πείσουν να γίνει το σύμβολο της ναζιστικής αισθητικής. Η απάντησή της περνάει στην ιστορία: «Αν γυρίσω, θα είναι μόνο για να σας πολεμήσω». Ο Γκέμπελς εξαγριώνεται. Στα αρχεία της Γκεστάπο, η Ντίτριχ καταγράφεται ως «κόκκινη προδότρια», «φίλη μαρξιστών», «εκφυλισμένη διεθνίστρια». (Μερικές φορές τελικά, δεν χρειάζεται να δηλώσεις κομμουνιστής, αρκεί να σε θεωρούν τέτοιο οι φασίστες). Τότε ήταν που ζητάει και παίρνει την αμερικανική υπηκοότητα και δρα ουσιαστικά σαν πολιτική πρόσφυγας, πριν ακόμη καταλάβει ο υπόλοιπος κόσμος την πραγματική έκταση του κινδύνου. Ετσι η Ντίτριχ βρίσκεται μέσα σε έναν κύκλο εξόριστων Ευρωπαίων, που διώχθηκαν για τις ιδέες τους όπως ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο Τόμας Μαν, ο Μπίλι Γουάιλντερ και βέβαια η προοδευτική ελίτ των μεταναστών του Βερολίνου. Τον Μπρεχτ τον θαύμαζε βαθιά. Ελεγε πως «γράφει όπως οι άνθρωποι που αξίζουν το μέλλον». Οταν εκείνος διώκεται ως κομμουνιστής, η Ντίτριχ στέκεται ανοιχτά στο πλευρό του. Το FBI την παρακολουθεί στενά. Εκείνη γελάει με αυτό και δηλώνει: «Το ήξερα πως όταν κυνηγούν ιδέες, αργά ή γρήγορα θα κυνηγήσουν και ανθρώπους».

«Δεν θα προδώσω κανέναν για τη δική μου ασφάλεια»

Ελάχιστοι γνωρίζουν πόσο ενεργή υπήρξε η Ντίτριχ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Για τους περισσότερους καλλιτέχνες του '40, «συμμετοχή στον πόλεμο» σήμαινε μια περιφρουρημένη συναυλία, σε ασφαλές μέρος. Για την Ντίτριχ σήμαινε άλλου τύπου θάρρος. Εκείνη πηγαίνει κατευθείαν στην πρώτη γραμμή. Τα αρχεία του αμερικανικού στρατού περιγράφουν στιγμές που μοιάζουν βγαλμένες από μυθιστόρημα:Η Ντίτριχ αναλαμβάνει περιοδεία στα στρατόπεδα της Βόρειας Αφρικής. Περπατάει για ώρες στην άμμο, ταξιδεύει με στρατιωτικά κομβόι σε κατεστραμμένα τοπία, για να φτάσει σε μονάδες που δεν είχε επισκεφθεί κανένας άλλος καλλιτέχνης. Τραγουδάει σε αυτοσχέδιες σκηνές, με φως από φακούς, πάνω σε φορτηγά, και μοιράζει νερό, τσιγάρα και κουβέρτες σε στρατιώτες. Ενας στρατιώτης γράφει αργότερα: «Η φωνή της μας έκανε να θυμηθούμε σε τι κόσμο θέλουμε να επιστρέψουμε» κι ένας άλλος: «Οταν άκουσα τη φωνή της, πίστεψα ότι μπορώ να ζήσω άλλη μια μέρα».
Στην Ιταλία, κοντά στη γραμμή του μετώπου, ζητάει να συναντήσει αντιφασίστες αντάρτες. Φέρεται να είπε στους κομμουνιστές παρτιζάνους, όταν τους είδε: «Μη σταματήσετε. Πολεμήστε ώσπου να μη μείνει τίποτα από αυτούς».
Οταν οι Σύμμαχοι μπαίνουν στο Παρίσι το 1944, η Ντίτριχ είναι εκεί, όχι ως σταρ, αλλά ως βοηθός ομάδων ανεφοδιασμού. Βοηθάει στα μαγειρεία, καθαρίζει στα νοσοκομεία εκστρατείας, κουβαλάει προμήθειες. Οταν τη ρωτούν γιατί κάνει «δουλειές υπηρεσίας», εκείνη απαντάει: «Είναι η πρώτη φορά, που υπηρετώ τη σωστή πλευρά της πατρίδας μου». Οι γαλλικές κομμουνιστικές ταξιαρχίες την καλούν να τραγουδήσει σε μυστική βάση. Πάει χωρίς δεύτερη κουβέντα, χωρίς φανφάρες, χωρίς δημοσιότητα. Δηλώνει μόνο: «Αυτοί που πολεμούν την τυραννία με γυμνά χέρια, αξίζουν κάθε φωνή που μπορώ να δώσω».

Μετά τον πόλεμο, μπαίνει στο στόχαστρο του Μακαρθισμού


Η αντιστασιακή στάση της δεν έχει ξεχαστεί. Στην Αμερική της αντικομμουνιστικής φρίκης, η Ντίτριχ στέκεται δίπλα σε διωκόμενους καλλιτέχνες, φιλοξενεί ανθρώπους που επρόκειτο να συλληφθούν και βεβαίως αρνείται να κατονομάσει «ύποπτους». Της προτείνουν να καταθέσει. Απαντά: «Δεν θα προδώσω κανέναν για τη δική μου ασφάλεια. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σε εμένα και τους φασίστες». Με αυτή τη στάση, ουσιαστικά αυτοτοποθετείται στο διεθνές προοδευτικό, και συχνά κομμουνιστικό στρατόπεδο, χωρίς ποτέ να το διαφημίσει.

Η γυναίκα που δεν άντεχε την υποκρισία

Πέρα από την αντιστασιακή δράση, η Ντίτριχ ήταν μια απόλυτα αντισυμβατική, ανυπάκουη, ανεξάρτητη προσωπικότητα. Ιδού μερικά από τα λιγότερο γνωστά περιστατικά της ζωής της:Είχε πάντα μαζί της ένα μικρό μαχαίρι. Οχι για αυτοάμυνα, αλλά «για να κόβω δεσμά που δεν χρειάζομαι», όπως έλεγε αστειευόμενη, αλλά εννοώντας κάθε λέξη,
Αρνήθηκε επίμονα να χειρουργήσει το πρόσωπό της. Την πίεζαν επί δεκαετίες να κάνει «διορθώσεις». Η απάντησή της ήταν: «Οι ρυτίδες είναι το ημερολόγιο όσων έζησα. Δεν σβήνω τίποτα».
Επέμενε να πληρώνει πάντα η ίδια τους λογαριασμούς της. Ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία, στηνόταν στην ουρά σε ταχυδρομείο του Παρισιού, για να πληρώσει λογαριασμό ηλεκτρικού. Οταν κάποιος τη ρώτησε, γιατί δεν αφήνει κάποιον να το κάνει για εκείνη, απάντησε: «Δεν θέλω να με εξυπηρετούν. Δεν θέλω υπηρέτες. Θέλω να είμαι ελεύθερη».

«Η Μάρλεν ανήκει στο κοινό, η Μαρία σε κανέναν»

Πολλοί σταρ του Χόλιγουντ έζησαν παράλληλες ζωές, η Ντίτριχ όμως αρνείται να τις κρύψει. Διατηρεί ανοιχτές σχέσεις, έχει δεσμούς με άνδρες και γυναίκες, και δεν απολογείται ποτέ για τίποτα. Μια δημοσιογράφος τη ρωτάει κάποτε: «Μα, τι είδους γυναίκα είστε;». Κι εκείνη απαντά: «Η δική μου». Μετά τον πόλεμο και μέχρι το τέλος της ζωής της, η Ντίτριχ καταλήγει να ζει σχεδόν ερημίτισσα, σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Μανχάταν. Δεν αφήνει κανέναν να τη δει γερασμένη. Ελεγε πως «η Μάρλεν ανήκει στο κοινό, αλλά η Μαρία (το αληθινό της όνομα) δεν ανήκει σε κανέναν». Η Ντίτριχ όμως δεν ήταν μόνο σύμβολο στη σκηνή. Ηταν σύμβολο στην καθημερινότητα:Είναι άγνωστο στο ευρύ κοινό ότι κάθε πρωί τηλεφωνούσε σε παλιούς συναδέλφους, φίλους και συνεργάτες, που είχαν ανάγκη και τους βοηθούσε.
Η μυστική της γενναιοδωρία αποκαλύφθηκε μόνο μετά θάνατον, όταν δεκάδες άνθρωποι ομολόγησαν ότι η Ντίτριχ τούς πλήρωνε ενοίκια, λογαριασμούς, φάρμακα, έστελνε τρόφιμα σε άστεγους και χρήματα σε αρρώστους, χωρίς ποτέ να πει το όνομά της.

Μια ζωή ενάντια σε κάθε τυραννία

Η Μάρλεν Ντίτριχ πεθαίνει το 1992 στο Παρίσι. Υπήρξε μια γυναίκα που έζησε όπως πίστευε και πολέμησε ό,τι θεωρούσε σκοτάδι. Οι ατάκες της παραμένουν μνημειώδεις, όχι μόνο επειδή ήταν αιχμηρές, αλλά επειδή ήταν αληθινές:

- «Ελευθερία σημαίνει να λες όχι όταν όλοι περιμένουν να πεις ναι».

- «Δεν με νοιάζει τι νομίζουν για μένα. Με νοιάζει τι μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι μεταξύ τους».

- «Η αγάπη δεν υπακούει. Αυτό είναι το μόνο καλό της».

- «Ο φασισμός δεν γεννιέται σε γραφεία. Γεννιέται στη σιωπή»

Και ίσως η πιο συγκλονιστική, από τις τελευταίες δημόσιες δηλώσεις της: «Αν ένα τραγούδι μου γκρέμισε έστω μια στιγμή από τον φόβο ενός στρατιώτη, τότε όλη η ζωή μου άξιζε».

Σύμβολο που δεν γερνά

Η Μάρλεν Ντίτριχ έζησε σε εποχές που ενώ ζητούσαν από τις γυναίκες υποταγή, εκείνη απάντησε με ανυπακοή. Σε εποχές που ζητούσαν ουδετερότητα, εκείνη πήρε θέση. Εζησε σε εποχές που ζητούσαν σιωπή, κι εκείνη τραγούδησε. Κι έτσι, περισσότερο από ηθοποιός, περισσότερο από τραγουδίστρια, η Ντίτριχ έγινε αυτό που λίγοι άνθρωποι γίνονται: Ενα σύμβολο της αξιοπρέπειας! Μια υπενθύμιση ότι το θάρρος είναι αρετή της συνείδησης. Μια ζωή ολόκληρη σ' ένα πείσμα, να μη ζήσει κανείς για λογαριασμό της.

Τι απέδειξε η Μάρλεν Ντίτριχ;

- Απέδειξε ότι η ομορφιά χωρίς συνείδηση είναι διακόσμηση.

- Οτι τον φασισμό μπορείς να τον παλέψεις και με μία φωνή.

- Οτι οι καλλιτέχνες έχουν θέση στον αγώνα.

- Οτι η ελευθερία δεν χαρίζεται, κατακτιέται.

Και τελικά απέδειξε κάτι ακόμη πιο σπάνιο:

- Οτι το θάρρος μπορεί να γίνει πιο διάσημο κι από την ίδια τη φήμη.

Η Μάρλεν Ντίτριχ δεν ήταν απλώς μια σταρ. Ηταν μια μαχητική διεθνίστρια, που δεν χώρεσε σε σύνορα. Μια γυναίκα που έδειξε ακόμα πως η τέχνη μπορεί - και οφείλει - να γίνει φως και αντίσταση στο σκοτάδι του φασισμού.

ΥΓ.
Δεν υπήρξε φορά που επισκέφτηκα το Βερολίνο και να μην πήγα στο Deutsche Kinemathek - Museum of Film and Television στην Potsdamer Platz, για να δω τις εξαιρετικές εκθέσεις με το αρχειακό υλικό για εκείνη και τα προσωπικά της αντικείμενα, καθώς και τη «Marlene Dietrich Platz» με το άγαλμά της στην ίδια περιοχή. Η πόλη της δεν σταματά χρόνια τώρα να τιμά την κληρονομιά της, ως εμβληματικής μορφής του γερμανικού κινηματογράφου. Αν βρεθείτε εκεί, μην τα χάσετε.



Πηγή: rizospastis



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου