Κυριακή 14 Ιουλίου 2019

Ρωσο-ουκρανικές σχέσεις: Ένα βήμα εμπρός, δύο βήματα πίσω

Βασίλης Μακρίδης


Μία, μόλις, εβδομάδα πριν από τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών στην Ουκρανία (21/7), το σκηνικό της επικοινωνίας ανάμεσα στην ηγεσία της δεύτερης μεγαλύτερης σε πληθυσμό «μετασοβιετικής» χώρας και αυτήν της Ρωσίας χαρακτηρίζεται από σχετική κινητικότητα και διάθεση για κάποιες αλλαγές, οι οποίες ωστόσο φέρουν αντιφατικό χαρακτήρα και δεν σημαίνουν αναγκαστικά βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Ενίοτε, μάλιστα, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τίποτε ουσιαστικό δεν έχει αλλάξει, ειδικά στον τρόπο που αντιμετωπίζει το Κίεβο τη Μόσχα, ενώ κάποιες κινήσεις ειδικά της νέας πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας της Ουκρανίας, υπό τον Πρόεδρο Βλαντίμιρ Ζελένσκι, δείχνουν ακόμη και επιδείνωση.

Η όλη κατάσταση θυμίζει λίγο τον τίτλο του γνωστού πονήματος του Β.Ι. Λένιν υπό τον τίτλο «Ένα βήμα εμπρός, δύο βήματα πίσω». Βέβαια, η εργασία του Λένιν αφορούσε θεματικά στην εσωκομματική πάλη μέσα στο κόμμα των Ρώσων σοσιαλδημοκρατών (κομμουνιστών), ωστόσο ο τίτλος της απεικονίζει με γλαφυρότητα την πορεία των σχέσεων ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρωσία κατά το τελευταίο δίμηνο, από τότε δηλαδή που ο Βλ. Ζελένσκι ανέλαβε και τυπικά καθήκοντα Προέδρου της Ουκρανίας.

Υπενθυμίζουμε, ότι ούτε ο Πρόεδρος Βλ. Πούτιν, ούτε εν γένει η ρωσική πολιτική ηγεσία είχαν αποστείλει συγχαρητήριο μήνυμα για την εκλογή του Ζελένσκι, υποδηλώνοντας επί της ουσίας ότι θεωρούν πως όλες οι πολιτικές ηγεσίες του Κιέβου μετά το πραξικόπημα της 22ης Φεβρουαρίου 2014 έχουν, για να το πούμε κομψά, «ελλιπή νομιμοποίηση». Και οι λόγοι για μια τέτοια συμπεριφορά είναι και αρκετοί και πλήρως αιτιολογημένοι: Πρώτος και «καλύτερος», ασφαλώς, είναι ο τρόπος κατάληψης της εξουσίας (ανατροπή του εκλεγμένου Προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς). Στη συνέχεια είχαμε την έναρξη του εμφύλιου πολέμου στο Ντονμπάς υπό την πρόφαση της «αντιτρομοκρατικής επιχείρησης» κατά των, μέχρι σήμερα αποκαλούμενων από τα ουκρανικά και δυτικά ΜΜΕ «φιλορώσων αυτονομιστών», οι οποίοι στην πραγματικότητα δεν είναι παρά οι κάτοικοι της περιοχής αυτής της Νοτιο-Ανατολικής Ουκρανίας που αντιτέθηκαν στο νεοναζιστικής έμπνευσης πραξικόπημα στο Κίεβο. Και μετά είχαμε τη δια νόμου απαγόρευση όλων των πολιτικών κομμάτων της Αριστεράς, συμπεριλαμβανομένου του ΚΚ Ουκρανίας, πολιτικές δολοφονίες, φυλακίσεις, διαφόρων ειδών διώξεις και κατατρομοκράτηση κάθε (πολιτικής ή μη) φωνής που διέφερε έστω και λίγο από το κεντρικό εθνικιστικό και παραληρηματικό «αφήγημα» της χουντικής ηγεσίας.

Την περασμένη Πέμπτη (10/7), ωστόσο, πραγματοποιήθηκε η πρώτη τηλεφωνική συνομιλία ανάμεσα στον Βλ. Ζελένσκι και τον Βλ. Πούτιν. Η συνομιλία αυτή ήταν και η πρώτη επίσημη επαφή ανάμεσα στους δύο πολιτικούς. Διήρκεσε περίπου 20 λεπτά και στο διάστημα αυτό οι δύο Πρόεδροι είχαν τη δυνατότητα να θίξουν, έστω και όχι εντελώς διεξοδικά, όλα τα τρέχοντα ακανθώδη ζητήματα που διέπουν τις σχέσεις ανάμεσα στις χώρες τους.

Ποια είναι αυτά; Πρώτο και σημαντικότερο, ασφαλώς, η κατάσταση στο Ντονμπάς, η οποία τους τελευταίους μήνες έχει χειροτερεύσει σημαντικά, δεδομένου ότι ο ελεγχόμενος από το Κίεβο ουκρανικός στρατός έχει πολλαπλασιάσει τις τελευταίες εβδομάδες τους βομβαρδισμούς κατοικημένων περιοχών στις δύο αυτοανακηρυγμένες Λαϊκές Δημοκρατίες (Ντονιέτσκ και Λουγκάνσκ), προκαλώντας τον θάνατο μιας 70χρονης γυναίκας και τον τραυματισμό δεκάδων άμαχων κατοίκων. Η απάντηση που δίνει ο Λαϊκός Στρατός του Ντονμπάς αφορά αποκλειστικά και μόνο σε στρατιωτικούς στόχους και έχει προξενήσει σημαντικές φθορές στις δυνάμεις του ουκρανικού στρατού και στο θάνατο αρκετών στρατιωτών.

Αυτό που γίνεται, πάντως, φανερό από τις τελευταίες εξελίξεις, είναι ότι οι όποιες ελπίδες είχαν δημιουργηθεί με την εκλογή του Βλ. Ζελένσκι στην προεδρία της Ουκρανίας, με το συντριπτικό ποσοστό 73,37%, για κατάπαυση του πυρός και ουσιαστική πρόοδο των συνομιλιών για ειρήνευση στο Ντονμπάς, στη βάση των Συμφωνιών του Μινσκ, τείνουν να εκλείψουν εντελώς. Και αυτό οφείλεται όχι μόνο στην επιθετικότερη συμπεριφορά του ουκρανικού στρατού, αλλά και στις δημόσιες τοποθετήσεις του Βλ. Ζελένσκι, ο οποίος εξακολουθεί να αποκαλεί τη Ρωσία ως «εισβολέα», παρόλο που ακόμη και οι παρατηρητές του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη – ΟΑΣΕ – έχουν δηλώσει επίσημα ότι δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια παρουσία του ρωσικού στρατού στο έδαφος του Ντονμπάς. Τους δε κατοίκους της περιοχής συνεχίζει να τους αποκαλεί «αυτονομιστές» και «τρομοκράτες» (!!!), έχοντας έτσι ουσιαστικά υιοθετήσει τη ρητορική μίσους του προηγούμενου «Προέδρου» της χώρας, Πετρό Ποροσένκο, αλλά και των ακροδεξιών εθνικιστικών (έως και ανοιχτά νεοναζιστικών) παραστρατιωτικών οργανώσεων που στήριζαν την προηγούμενη εξουσία.

Ασφαλώς και η πρώτη αυτή συνομιλία ανάμεσα στους…δύο Βλαδίμηρους (Πούτιν και Ζελένσκι) ήταν ένα θετικό βήμα για την περαιτέρω επαφή και τη διεξαγωγή άμεσων και «εφ’ όλης της ύλης» συνομιλιών ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία, ωστόσο από τη στιγμή που η νέα ουκρανική ηγεσία διατηρεί μέχρι σήμερα τόσο τη ρητορική, όσο και την πολιτική πρακτική των «Ποροσένκο & Co», οι πιθανότητες ουσιαστικής προόδου στις διμερείς σχέσεις φαντάζουν ισχνές.

Και το πρόβλημα δεν βρίσκεται ούτε μόνο στο Ντονμπάς, ούτε μόνο στην Κριμαία (θέμα που για τη Ρωσία θεωρείται λήξαν και δεν τίθεται καν προς συζήτηση), ούτε στην επιστροφή από τη Μόσχα των 24 ναυτικών που συμμετείχαν στην προβοκάτσια του ουκρανικού Ναυτικού στα στενά της Κερτς, μεταξύ Κριμαίας και ηπειρωτικής Ρωσίας, στις 25/11 του προηγούμενου έτους, ούτε στην απελευθέρωση από το Κίεβο του Ουκρανού (με διπλή, ουκρανική και ρωσική υπηκοότητα) δημοσιογράφου Κιρίλ Βισίνσκι, που κρατείται από τις ουκρανικές αρχές εδώ και 15 μήνες χωρίς, ουσιαστικά, να του έχει απαγγελθεί καμία κατηγορία, παρά μόνο ότι με τη δημοσιογραφική του δραστηριότητα στήριζε, δήθεν, την «προσάρτηση» της Κριμαίας από τη Ρωσία και τις θέσεις του «εισβολέα» (σε απλά Ελληνικά, επειδή ως δημοσιογράφος έκανε τη δουλειά του και δεν υπέκυπτε στις απειλές της χουντικής ηγεσίας της χώρας του). Το πρόβλημα βρίσκεται, σε μεγάλο βαθμό, σε θέσεις και πολιτικές επιλογές της προεδρίας Ζελένσκι, που την κάνουν να μη διαφέρει, επί της ουσίας, σε τίποτε από αυτήν του Ποροσένκο.

Το μέγα πρόβλημα της Ουκρανίας εδώ και πάνω από μια πενταετία είναι ο εκφασισμός της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της χώρας, που επιβλήθηκε από τα «μαντρόσκυλα» του καθεστώτος Ποροσένκο, δηλαδή τις διάφορες νεοναζιστικές-εθνικιστικές παραφυάδες, κάποιες από τις οποίες πολέμησαν και στο Ντονμπάς εναντίον – ουσιαστικά – των συμπατριωτών τους (που οι ίδιοι οι νεοναζί τους θεωρούν «υπανθρώπους») και κάποιες μετατράπηκαν σε «νόμιμες» μονάδες «φύλαξης του Νόμου και της Τάξης». Ο συνδυασμός μιας ακραία νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής με τη φασιστικού τύπου καταστολή και καταπίεση του ουκρανικού λαού οδήγησε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής. Η ανεργία έχει φτάσει στα ύψη, οι τιμές των προϊόντων το ίδιο, η μεταναστευτική εκροή προς τη Ρωσία αλλά και τις χώρες της ΕΕ (κυρίως προς τη γειτονική Πολωνία) έχει εκλάβει εκρηκτικές διαστάσεις, το ΑΕΠ της χώρας και τα εισοδήματα των πολιτών έχουν παρουσιάσει πραγματική μείωση της τάξης του 40%, ενώ τα καλύτερα κομμάτια καλλιεργήσιμης γης, γύρω στις 450 χιλιάδες εκτάρια, έχουν ξεπουληθεί «έναντι πινακίου φακής» σε αμερικανικές πολυεθνικές και, κατά κύριο λόγο, στη γνωστή και μη εξαιρετέα Monsanto, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη μαζική παραγωγή γενετικά μεταλλαγμένων τροφίμων.

Πέραν των τεράστιων οικονομικών προβλημάτων, υπάρχει ουσιαστικό ζήτημα έλλειψης δημοκρατίας (μιλήσαμε ήδη για την απαγόρευση των κομμάτων της Αριστεράς, μέσω του λεγόμενου «Νόμου περί ‘’αποκομμουνιστοποίησης’’») και καταπίεσης των μη-Ουκρανών, εθνοτικά, κατοίκων της χώρας, μέσω του «Νόμου περί κρατικής γλώσσας», που απαγορεύει όχι μόνο στην εκπαίδευση, αλλά και στη δημόσια σφαίρα γενικά, τη χρήση οποιασδήποτε άλλης γλώσσας, πλην της ουκρανικής. Ο νόμος αυτός δεν χτυπά μόνο τον προφανή στόχο, δηλαδή τους εθνοτικά Ρώσους κατοίκους της Ουκρανίας, που αποτελούν το 25% του πληθυσμού της, ούτε καν αυτούς που, ανεξαρτήτως εθνικότητας, θεωρούν ως μητρική τους γλώσσα τα Ρωσικά, που υπερβαίνουν το 50%. Χτυπά και τις κάθε λογής εθνικές μειονότητες, όπως τους Ούγγρους, τους Σλοβάκους και τους Πολωνούς στα δυτικά της χώρας, τους Ρουμάνους στα νοτιο-δυτικά, τους Έλληνες, τους Αρμένιους, τους Εβραίους, τους Τάταρους, τους Πέρσες κοκ που ζουν κυρίως στα νότια και στα νοτιο-ανατολικά. Για την Ελλάδα το στοιχείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού περίπου 90 χιλιάδες ελληνικής καταγωγής Ουκρανοί πολίτες που ζουν στις περιοχές που ελέγχονται από το καθεστώς του Κιέβου δεν έχουν τη δυνατότητα, πλέον, ούτε για ελληνική εκπαίδευση ούτε για δημόσια χρήση της γλώσσας τους. Και το δραματικό, έως εξοργιστικό εν προκειμένω, είναι ότι σύμπασες οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, αποτελούμενες κατά καιρούς από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ, δεν έκαναν το παραμικρό για να διαφυλάξουν τα δικαιώματα των συμπατριωτών μας: αντίθετα, στήριξαν με όλες τους τις δυνάμεις το καθεστώς Ποροσένκο και συντάχθηκαν πλήρως με την ευρω-ΝΑΤΟϊκή γραμμή που απαιτούσε, μεταξύ άλλων και υποστήριξη των άδικων οικονομικών και πολιτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας και την πλήρη «απενοχοποίηση» της χούντας του Κιέβου.

Σε όλα τα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε και την «ηρωοποίηση» των πάλαι ποτέ εγκληματιών πολέμου και συνεργατών των Ναζί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως του Στεπάν Μπαντέρα, του Ρομάν Σουχέβιτς και του Γεβγέν Κονοβάλετς, για χάρη των οποίων μετονομάζονται δρόμοι, πλατείες και άλλοι δημόσιοι χώροι, με την ταυτόχρονη «ενοχοποίηση» των κομμουνιστών και των μαχητών του Κόκκινου Στρατού κατά την ίδια περίοδο και το γκρέμισμα, με την ανοχή ή/και την συνενοχή των αστυνομικών δυνάμεων, μνημείων αφιερωμένων σε ήρωες του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου από μέλη των νεοναζιστικών παραφυάδων.

Απέναντι στα προαναφερθέντα ο Βλ. Ζελένσκι και η ομάδα στελεχών που τον πλαισιώνει δεν έχουν λάβει την παραμικρή πρωτοβολία μέχρι σήμερα. Αντίθετα, έχει δείξει πρωτοφανή ατολμία σε θεμελιώδη, για τη λειτουργία ενός κράτους, ζητήματα. Ναι, μεν, πέτυχε την προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών για τις 21 Ιούλη, αντί για τα μέσα Σεπτέμβρη, όμως δεν κατάφερε ούτε να καθαιρέσει την προϋπάρχουσα, από την εποχή Ποροσένκο, κυβέρνηση, ούτε να διαλύσει το κοινοβούλιο για την προεκλογική περίοδο. Ο παλιός κρατικο-κομματικός μηχανισμός της εποχής Ποροσένκο εξακολουθεί να λειτουργεί ωσάν να μην άλλαξε η πολιτειακή ηγεσία της χώρας, ενώ ο κάθε «μεγαλοτσιφλικάς» της εξουσίας, με προεξάρχοντες τον υπουργό Εσωτερικών Αρσέν Αβάκοβ, τον Πρόεδρο της Βουλής (και δηλωμένο νεοναζί) Αντρίι Παρουμπίι και τον επικεφαλής του νεόκοπου νεοναζιστικού κόμματος «Εθνικός Κορμός» Αντρίι Μπιλέτσκι (πρώην διοικητή του παραστρατιωτικού τάγματος θανάτου «Αζόβ») επιβάλλουν τη δική τους πολιτική ατζέντα, αγνοώντας προκλητικά ακόμη και τις όποιες θετικές διακηρύξεις έχουν γίνει από την πλευρά της προεδρίας Ζελένσκι σε κάποια πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, με πρώτο και κύριο την πάταξη της διαφθοράς στον δημόσιο βίο και στις δημόσιες υπηρεσίες.

Τρία γεγονότα είναι χαρακτηριστικά για το τι επικρατεί στην Ουκρανία τις τελευταίες εβδομάδες, τα δύο εκ των οποίων είναι από τον χώρο των ΜΜΕ. Και στα τρία εμπεριέχονται ταυτόχρονα η ελπίδα για μια κάποια θετική εξέλιξη με την πραγματική κατάσταση του δημόσιου βίου στη χώρα και το ποιος τον ελέγχει.

Γεγονός πρώτο: Η πρόσφατη επίσκεψη της «τρόικας» των επικεφαλής του κόμματος «Αντιπολιτευτική Πλατφόρμα – Για τη ζωή», Βίκτορ Μεντβεντσούκ, Γιούρι Μπόικο και Βαντίμ Ραμπινόβιτς, στη Μόσχα και η συνάντηση των τριών ανδρών με την πολιτική ηγεσία της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων του Προέδρου Βλ. Πούτιν και του πρωθυπουργού Ντμ. Μεντβέντιεβ. Ο συγκεκριμένος πολιτικός φορέας, απότοκο και, τρόπω τινί, συνεχιστής του «Κόμματος των Περιφερειών» του ανατραπέντα Προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς, είναι η μόνη νόμιμη πολιτική δύναμη στην Ουκρανία που μιλάει ανοιχτά για την ανάγκη επαναπροσέγγισης και συνεργασίας με τη Ρωσία, αλλά και την άμεση κατάπαυση του πυρός και την ειρήνευση στο Ντονμπάς με ανταλλαγή των αιχμαλώτων πολέμου με βάση την αρχή «όλοι με όλους». Η αντίδραση του πολιτικού κατεστημένου της Ουκρανίας είναι να ζητηθεί από Γενικό Εισαγγελέα της χώρας, Γιούρι Λουτσένκο (άλλο ένα… «μπουμπούκι» της εποχής Ποροσένκο) να ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος των τριών πολιτικών για «προδοσία κατά της πατρίδας»!!! Ευτυχώς, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει στην πράξη.

Γεγονός δεύτερο: Την περασμένη Παρασκευή (12/7) είχε προγραμματιστεί να μεταδοθεί η πρώτη, μετά από πολλά χρόνια, «τηλεγέφυρα» ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία, την οποία θα συνδιοργάνωναν το ρωσικό τηλεοπτικό κανάλι RTR (δεύτερο δημόσιο) και το ουκρανικό NewOne. Τόσο οι παρουσιαστές (δύο από κάθε πλευρά), όσο και οι προσκεκλημένοι δεν θα ήταν από τον χώρο της πολιτικής, αλλά από τον χώρο της Τέχνης, της Επιστήμης του Αθλητισμού και απλοί πολίτες και από τις δύο πλευρές. Η «τηλεγέφυρα» ακυρώθηκε, από ουκρανικής πλευράς, μετά από βίαιες εκδηλώσεις και απειλές από την πλευρά των νεοναζιστικών οργανώσεων της Ουκρανίας, με προεξάρχοντες τον προαναφερθέντα «Εθνικό Κορμό», αλλά και τον ήδη γνωστό από το 2014 «Δεξιό Τομέα» και το κόμμα «Σβομπόντα» (πρώην Εθνικο-Σοσιαλιστικό, δηλαδή Ναζιστικό, Κόμμα). Η εκπομπή που είχε τίτλο «Πρέπει να τα πούμε», πραγματοποιήθηκε τελικά από το στούντιο του ρωσικού καναλιού με τη συμμετοχή σημαντικού αριθμού Ρώσων και Ουκρανών επιφανών πολιτών και με κάποιες μεμονωμένες συνδέσεις με γνωστούς Ουκρανούς καλλιτέχνες και επιστήμονες. Ωστόσο η ακύρωση, με το «έτσι θέλω», της συμμετοχής του ουκρανικού καναλιού και – το χειρότερο – η στάση επιδοκιμασίας που τήρησε, επί της ουσίας, ο ίδιος ο Βλ. Ζελένσκι για τις πράξεις των νεοναζιστικών παραφυάδων, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα περιθώρια αισιοδοξίας για αλλαγή της κατάστασης προς το καλύτερο παραμένουν ισχνά.

Γεγονός τρίτο: Το βράδυ του Σαββάτου (13/7) το κτήριο ενός άλλου ουκρανικού καναλιού, του «112 Ukraina» (μιας από τις λίγες δημοσιογραφικές φωνές που ακόμη δεν έχουν καταπνιγεί στη χώρα) δέχθηκε επίθεση με βομβιδοβόλο (!!!), λίγες μόλις ώρες πριν από την προγραμματισμένη μετάδοση του ντοκιμαντέρ του γνωστού Αμερικανού σκηνοθέτη  Όλιβερ Στόουν με τίτλο «Η μάχη για την Ουκρανία», με τη συμμετοχή πολλών σημαντικών πολιτικών προσώπων από τη Ρωσία, την Ουκρανία και τις Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονμπάς, συμπεριλαμβανομένου και του Ρώσου Προέδρου Βλ. Πούτιν. Το εν λόγω ντοκιμαντέρ, το οποίο είναι προγραμματισμένο για ταυτόχρονη πρεμιέρα και από τη ρωσική τηλεόραση, βγάζει πολιτικά συμπεράσματα τα οποία προφανώς και δεν «βολεύουν» το ουκρανικό πολιτικό κατεστημένο, γι’ αυτό και στήθηκε μια επιχείρηση τρομοκράτησης των ιθυνόντων του τηλεοπτικού καναλιού.

Οι ελπίδες που δημιουργήθηκαν με την επικράτηση στις τελευταίες προεδρικές εκλογές της Ουκρανίας του Βλ. Ζελένσκι τείνουν να εξανεμιστούν. Την κατιούσα ακολουθούν και τα ποσοστά στήριξης προς το κόμμα του τελευταίου, τον «Υπηρέτη του Λαού», το οποίο – σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις – φαίνεται να λαμβάνει ποσοστό λίγο κάτω από το 40%, πολύ μακριά από το 73,37% των προεδρικών εκλογών, όπου κυριάρχησε η λογική της «αντι-Ποροσένκο» ψήφου. Την ίδια ώρα, η «Αντιπολιτευτική Πλατφόρμα – Για τη ζωή» φαίνεται να εδραιώνεται ως η δεύτερη πολιτική δύναμη της χώρας, με ποσοστά που ξεκινούν από το «ταπεινό» 12% και φτάνουν έως και το 19%, περίπου, ενώ τόσο το κόμμα του Ποροσένκο, όσο και αυτό της Γιούλιας ΤιμοσένκοBatkivshina», δηλαδή «Πατρίδα») βρίσκονται στα όρια της κοινοβουλευτικής επιβίωσης, δηλαδή λίγο πάνω από το πλαφόν του 5% που απαιτείται για την εκλογή βουλευτών με το «αναλογικό» σύστημα. Οι δε δυνάμεις όλων των ακροδεξιών-εθνικιστικών-νεοναζιστικών παραφυάδων φτάνουν, όλες μαζί, σε ένα ποσοστό όχι πάνω από 8 με 9%, πράγμα που σημαίνει ότι η ουκρανική κοινωνία τις αποδοκιμάζει μαζικά, όμως αυτές εξακολουθούν να χειραγωγούν την πολιτική ζωή της χώρας επειδή και μόνο απολαμβάνουν της ανοχής και της «ασυλίας» από την «συστημική» πολιτική ηγεσία.

Το εάν, τελικά, τα αποτελέσματα των επερχόμενων ουκρανικων εκλογών θα σημάνουν και αλλαγή του πολιτικού σκηνικού της χώρας προς το καλύτερο, μένει να φανεί από τούδε και στο εξής…



Βασίλης Μακρίδης: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου