Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Σε ολόκληρο τον 20ό αιώνα, οι προσπάθειες να περιορισθεί ή να καταργηθεί η δημοκρατική αρχή έπαιρναν κυρίως τη μορφή αστυνομικής ή στρατιωτικής βίας, πραξικοπημάτων και δικτατοριών, κάτι που εξακολουθεί να συμβαίνει και σήμερα σε μερικές χώρες, αν και σε πολύ μειωμένο αριθμό εν σχέσει με τον προηγούμενο αιώνα. Με το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945, τέτοιες μέθοδοι παύουν να χρησιμοποιούνται στην αναπτυγμένη Δύση, με την εξαίρεση της Νότιας Ευρώπης, όπου παρέμειναν σε ισχύ έως το 1974-75.
Μια επιστροφή των καθαρά κατασταλτικών μεθόδων σημειώνεται πάντως στη Δύση μετά την οικονομική κρίση του 2008. Στην Ελλάδα αίφνης, οι μνημονιακές κυβερνήσεις κατήργησαν πρακτικά το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, ενώ εντονότατες διεθνείς πιέσεις ασκήθηκαν για να ακολουθήσει η χώρα την πολιτική που της επιβλήθηκε από τα έξω, σε μεγάλο βαθμό καταργώντας την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η πρωτοφανής σε έκταση και ένταση άγρια καταστολή που ασκείται στη Γαλλία εδώ και ένα χρόνο εναντίον των Κίτρινων Γιλέκων.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν παρατηρούνται και στη Δύση, όπως και σε όλο τον κόσμο, προσπάθειες περιορισμού ή και ολοσχερούς κατάργησης της δημοκρατικής αρχής, με άλλα μέσα όμως, όχι με την αστυνομία και τον στρατό. Διατηρείται μεν ο δημοκρατικός τύπος διακυβέρνησης, καταργείται όμως σταδιακά η ουσία του, μεταξύ των άλλων και η δυνατότητα των ψηφοφόρων να κάνουν ελεύθερα και ορθολογικά τις επιλογές τους. Πάντα οι οικονομικά ισχυροί χρησιμοποιούσαν την ισχύ τους για να επηρεάσουν και να παραμορφώσουν τη λαϊκή βούληση. Αυτό που τώρα έχει προστεθεί είναι οι εκπληκτικές τεχνολογικές δυνατότητες που διαθέτουν για να το κάνουν.
Όχι μόνο δεν λείπουν τα χρήματα και τα εργαλεία για κάτι τέτοιο, αλλά αυξάνονται θεαματικά κάθε χρόνο που περνάει. Αθροιστικά, υπολογίζεται ότι ξοδεύτηκαν 6,5 δισ. δολάρια με σκοπό να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των εκλογών και για τον Πρόεδρο και για το Κογκρέσο το 2016, σύμφωνα με άρθρο των Asian Times. Το ρεκόρ αυτό ξεπεράστηκε ήδη φέτος στην Ινδία, όπου δαπανήθηκαν περίπου 8,6 δισ. δολάρια στις βουλευτικές εκλογές. Προφανώς κανείς δεν θα ξόδευε τέτοια αστρονομικά ποσά, αν δεν ήξερε ότι ξοδεύοντάς τα θα τα έπαιρνε πίσω στο πολλαπλάσιο.
Η διαφήμιση --όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να τη χρησιμοποιήσουν-- είναι ένα ισχυρό μέσο επηρεασμού του εκλογικού σώματος. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ενημέρωση των ανθρώπων, αλλά πολύ συχνότερα χρησιμοποιείται για την παραπλάνηση τους. Στη θεωρούμενη πλέον επιτυχή διαφημιστική καμπάνια της ιστορίας, μια πασίγνωστη καπνοβιομηχανία χρησιμοποίησε καουμπόηδες, προκαλώντας μια υποσυνείδητη σύνδεση ανάμεσα στα προϊόντα της και την απόκτηση φυσικής και ιδίως σεξουαλικής Ρώμης. Οι περισσότεροι από αυτούς του καουμπόηδες πέθαναν στη συνέχεια από καρκίνο του πνεύμονα και ένας από πνευμονοπάθεια. Δύο έπαιξαν σπουδαίο ρόλο, πριν πεθάνουν, στην εκστρατεία για τη λήψη μέτρων κατά του καπνίσματος στις ΗΠΑ.
Ο γνωστότερος παγκοσμίως θεραπευτής από το κάπνισμα Allen Carr παρατήρησε στα βιβλία του ότι οι καπνοβιομηχανίες βρήκαν ακόμα και τρόπο να εκμεταλλεύονται προς όφελός τους την ίδια την αντικαπνιστική εκστρατεία! Πράγματι, κοιτάξτε ένα σημερινό πακέτο τσιγάρα. Τα δύο τρίτα του περιτυλίγματος καλύπτονται από μια εικόνα φρίκης, που δείχνει τα αποτελέσματα του τσιγάρου. Το ένα τρίτο είναι η λαμπερή εικόνα της μάρκας.
Αν η φρίκη ήταν ικανή να σταματήσει τον καπνιστή να καπνίζει θα το είχε κάνει ήδη, γιατί γνωρίζει τις συνέπειες του καπνίσματος προτού αγοράσει τα τσιγάρα. Αυτό που κάνει στο ασυνείδητο του καπνιστή είναι να τον τρομοκρατήσει. Ενστικτωδώς κάνει την παράλογη επιλογή, ταυτίζεται δηλαδή περισσότερο με τη λαμπερή μάρκα, παρά με την προειδοποίηση.
Θα ήταν πολύ επιτυχέστερη μια διαφημιστική εκστρατεία που δεν θα αντιπαρέθετε τη λαμπερή μάρκα στην φρίκη, αλλά τον υγιή στον άρρωστο άνθρωπο, παρέχοντας θετικά κίνητρα για διακοπή. Ανάλογες μεθόδους με αυτές της καπνοβιομηχανίας χρησιμοποιούν σήμερα και οι βιομηχανίες ορυκτών καυσίμων για να εκτρέψουν σε ανώδυνες για τις ίδιες ατραπούς τη συζήτηση για την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή και να αποφύγουν, όσο το δυνατόν, τη λήψη μέτρων εναντίον τους.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος και το όλο νευρικό μας σύστημα, διαμορφωμένο υπό πολύ διαφορετικές φυσικές και κοινωνικές συνθήκες στο διάστημα δεκάδων χιλιάδων χρόνων, δεν έχει συχνά τα εργαλεία που χρειάζονται για να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες μορφές παραπλάνησης. Είναι χαρακτηριστικό το συμπέρασμα μιας μελέτης του ΜΙΤ στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το οποίο τα fake news γίνονται περισσότερο πιστευτά από τα αληθινά νέα. Είναι άλλωστε χαρακτηριστική, από την άποψη αυτή, η γενίκευση της χρήσης του όρου "αφήγημα" (παραμύθι δηλαδή) στην πολιτική αργκό της εποχής μας, όπως και όρων όπως "μετα-αλήθεια" και "μετα-δημοκρατία", κατά τη συνάντηση των ισχυρών στο Νταβός πρόπερσι.
Στη διαφήμιση ήρθε, όμως ,να προστεθεί η μαζική είσοδος της τηλεόρασης στα νοικοκυριά κατά τον 20ό αιώνα που επίσης είναι ένα ισχυρότατο δυνητικό μέσο παραπλάνησης. Η εικόνα είναι ισχυρότερη από οποιοδήποτε λογικό επιχείρημα και θεωρείται κατ’ αρχήν πιστευτή. Διαλέγοντας κάποιος τις εικόνες που θέλει να δείξει υποβάλλει το συμπέρασμα που θέλει στον τηλεθεατή, ο οποίος δεν έχει ούτε τη δυνατότητα να ελέγξει την πληροφορία, ούτε καλά καλά να αντιδράσει στον χρόνο που του προβάλλεται. Ένα καθεστώς δικτατορίας των εφήμερων εντυπώσεων δημιουργείται στον καταναλωτή, εν προκειμένω στον τηλεθεατή.
Βέβαια, καμιά φορά, ο υπερέλεγχος των ΜΜΕ μπορεί να γίνει μπούμερανγκ:
Πρόσφατα, στη Γαλλία έπεσε στα Κίτρινα Γιλέκα η πρόταση να αφιερώσουν το 40ό Σάββατο των διαδηλώσεών τους, στις 17 Αυγούστου, στο θέμα του Χονγκ Κονγκ. Η πρόταση δεν βρήκε απήχηση και ένα βασικό επιχείρημα με το οποίο οι περισσότεροι την απέρριψαν ήταν το εξής: «Δεν ξέρουμε πολύ καλά τι γίνεται στον Χονκ Κονγκ, αφού όμως οι κύριες τηλεοράσεις και εφημερίδες έχουν πάρει το μέρος των διαδηλωτών κάποιο λάκκο έχει η φάβα!»
Η γενίκευση της χρήσης ηλεκτρονικών μεθόδων καταμέτρησης των εκλογικών αποτελεσμάτων --και μάλιστα από ιδιωτικές εταιρείες κι όχι δημόσιους οργανισμούς-- έχει έχει δώσει πολλές λαβές για κατηγορίες μεθόδων δυσχερώς ανιχνεύσιμης νοθείας. Τέτοιες κατηγορίες διατυπώθηκαν με αφορμή την επικράτηση του George Bush επί του Al Gore στη Φλόριδα το 2000.
Εκλογή που ως γνωστόν είχε τεράστιες παγκόσμιες συνέπειες, λόγω της έναρξης μιας σειράς πολέμων στη Μέση Ανατολή. Επίσης, κατηγορίες διατυπώθηκαν και τη νίκη του George Bush επί του John Kerry το 2004 στο Οχάιο, καθώς και για τη νίκη της Χίλαρυ Κλίντον επί του Τζωρτζ Σάντερς κατά τις προκριματικές του Δημοκρατικού Κόμματος το 2016. Μία νίκη που ευνόησε τελικά τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, άλλωστε, έκανε κι αυτός λόγο για νοθεία.
Ο John Dewey, ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς φιλοσόφους του 20ού αιώνα, έγραφε το 1931 ότι η «πολιτική είναι το σκοτεινό εκμαγείο που το μεγάλο κεφάλαιο φορμάρει στην κοινωνία» (politics is the shadow cast on society by big business). Σήμερα, όμως, υπάρχουν πολύ ισχυρότερα από την εποχή του εργαλεία για να γίνει κάτι τέτοιο.
‘Ένα από αυτά είναι το Ίντερνετ. Η εμφάνιση του Ίντερνετ αρχικά θεωρήθηκε ως ένα σπουδαίο μέσο εκδημοκρατισμού της πληροφόρησης και είναι αλήθεια ότι έπαιξε αυτό τον ρόλο, όπως π.χ. έγινε με τις αποκαλύψεις των Wikileaks. Σύντομα, όμως, έγινε ένα κατ’ εξοχήν εργαλείο χειραγώγησης ολόκληρων κοινωνιών. Το φιλμ The Great Hack της Netflix ασχολείται με την επέμβαση της Cambridge Analytica στις αμερικανικές εκλογές του 2016 και αναλύει τις κολοσσιαίες συνέπειες του "γάμου" μεταξύ των Μεγα-Δεδομένων (Big Data) και του μεγάλου κεφαλαίου.
Αντίστοιχους προβληματισμούς περιέχει και το βιβλίο "Πως να κερδίσεις μια εκλογή στην Ινδία" του Shivam Singh που εξετάζει τις ινδικές εκλογές του 2014 και του 2019. Ο Shivam Singh ξέρει γιατί μιλάει, αφού εργάσθηκε ο ίδιος ως αναλυτής δεδομένων στις εκλογές για το κυβερνών σήμερα εθνικιστικό ινδουιστικό κόμμα. Στη συνέχεια παραιτήθηκε, όμως, καταγγέλλοντας τις μεθόδους και την πολιτική του. Σήμερα εργάζεται για την αντιπολίτευση.
Το ερώτημα που θέτουν και η ταινία και το βιβλίο είναι η απειλή για τη δημοκρατία από τους γίγαντες της τεχνολογίας όπως το Facebook. Διότι αν η Cambridge Analytica μπορεί να χρησιμοποιήσει τα προσωπικά δεδομένα του Facebook για να "κλέψει" τρόπον τινά τις εκλογές, δεν "κλέβει" στην πραγματικότητα μια εκλογή, αλλά την ίδια τη δημοκρατία.
Αυτό που ήρθε τώρα να προστεθεί στη διαφήμιση και στον έλεγχο των Μίντια --μέθοδοι που υπήρχαν και παλαιότερα-- είναι η μικρο-στοχοποίηση (micro-targeting). Η συλλογή προσωπικών δεδομένων που δίνουν μια εικόνα των χρηστών επιτρέπει σε εταιρείες όπως η Google, η Facebook και η Amazon να στοχοποιήσουν όλο τον πληθυσμό με διαφημιστικά μηνύματα που είναι διαφορετικά για κάθε αποδέκτη και προσαρμοσμένα στο ατομικό προφίλ του. Έτσι κατάφεραν οι εταιρείες αυτές, όπως επίσης η Alibaba και η WeChat να περιλαμβάνονται σήμερα στις 10 μεγαλύτερες παγκοσμίως.
Το φιλμ The Great Hack κάνει και μια ακόμα αποκάλυψη. Πολλά από αυτά τα εργαλεία έχουν προκύψει από την έρευνα για επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου (psyops) και τεχνικές κυβερνοπολέμου που ταξινομούνται ως "όπλα" για σκοπούς ελέγχου εξαγωγών. Μεταξύ άλλων, αυτά τα εργαλεία χρησιμοποιούνται για να διασπείρουν μίσος, παραπληροφόρηση και διχασμούς με διασπορά fake news και άλλων τρόπων σε χώρες όπου επιδιώκεται αλλαγή καθεστώτος.
Η ταινία εξηγεί, επίσης, πως η προσπάθεια δεν γίνεται προς την κατεύθυνση της μεγάλης μάζας των εκλογέων που είναι αποφασισμένοι να ψηφίσουν το ένα ή το άλλο κόμμα πολύ πριν από τις εκλογές. Στόχος είναι το τμήμα που ταλαντεύεται από τον ένα στον άλλο και μπορεί να δώσει τελικά τη νίκη. Ο Τραμπ αίφνης εξελέγη εξαιτίας της θετικής ψήφου 70.000 εκλογέων σε τρεις πολιτείες. Αν αυτοί ψήφιζαν διαφορετικά θα έβγαζαν την Κλίντον πρόεδρο!
Από τη στιγμή που ξέρεις το "ψυχομετρικό πορτρέτο" του κάθε ψηφοφόρου του στέλνεις τα κατάλληλα μηνύματα. Στο Τρινιντάντ για παράδειγμα έστειλαν στους έγχρωμους νέους ψηφοφόρους μηνύματα που τους καλούσαν σε "αντίσταση" και αποχή από τις εκλογές. Την ίδια στιγμή συντηρητικοί ψηφοφόροι έπαιρναν μηνύματα που τους καλούσαν να πάνε να ψηφίσουν, τονίζοντας τις αξίες της οικογένειας και γιατί πρέπει κανείς να ακούει τους γονείς του.
Το κλειδί είναι να ξέρεις αρκετά γι' αυτόν στον οποίο στέλνεις το μήνυμα, ώστε να του στείλεις αυτό που θα ασκήσει επιρροή. Η ανάλυση δεδομένων δείχνει ότι κάτι τέτοιο έγινε και στις τελευταίες εκλογές στο Ούταρ Πραντές, το μεγαλύτερο κρατίδιο της Ινδίας. Στους ψηφοφόρους της αντιπολίτευσης εστάλησαν μηνύματα που τους εξηγούσαν ότι όλοι οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι και οι εκλογές δεν χρησιμεύουν σε τίποτα.
Αντιθέτως, οι ψηφοφόροι της κυβέρνησης έπαιρναν μηνύματα ότι ο πατριωτισμός επιβάλλει να πάνε στις κάλπες και να ψηφίσουν, καταφέροντας ένα χτύπημα στους "εχθρούς". Στη Βραζιλία, μια μαζική καμπάνια fake news μέσω του WhatsApp επέτρεψε την εκλογή του άσημου (και εν πολλοίς απόντος από την προεκλογική εκστρατεία) Μπολσονάρου στην Προεδρία.
Το Great Hack αποκαλύπτει και κάτι άλλο. Το κοινωνικό σύμπαν που παράγει το Facebook και η Google είναι "δυστοπικό", είναι ένας κόσμος κοινωνικών δικτύων που διχάζει και δεν ενώνει τους ανθρώπους. Όσοι χρησιμοποιούν facebook το έχουν διαπιστώσει, συγκρίνοντας τον αριθμό επιθετικών ή υβριστικών μηνυμάτων με τα θετικά. Το Facebook αντελήφθη πολύ νωρίς ότι τα άγχη και οι φόβοι μας είναι πολύ ισχυρότερα ως διαφημιστικά εργαλεία από αυτά που μας αρέσουν, από τα like μας.
Η πώληση, όμως, στους διαφημιστές και η χρήση από αυτούς δεδομένων για τα άγχη, τους φόβους και τα μίση των υποψηφίων καταναλωτών, αλλά και ψηφοφόρων, οδηγεί τελικά σε έκρηξη της αρνητικής πλευράς των ανθρώπων στα κοινωνικά δίκτυα. Αυτό εξηγεί και την επιτυχία των τηλεοράσεων μίσους και fake (hate TV και fake TV).
Όλα τα παραπάνω σχετίζονται με το πως κερδίζονται οι εκλογές, αλλά είναι προφανές ότι οι ίδιες μέθοδοι είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν και σε ένα σωρό άλλα ζητήματα. Ακόμα και για να αποσταθεροποιήσουν καθεστώτα, ή να προκαλέσουν διεθνείς κρίσεις και πολέμους. Σημειωτέον επίσης ότι ζούμε σε μια περίοδο εκρηκτικής διαρκούς επανάστασης στην τεχνολογία, που δημιουργεί νέα εργαλεία και προβλήματα πολύ νωρίτερα από όσο οι κοινωνίες προλαβαίνουν να τα καταλάβουν και να τα αντιμετωπίσουν.
Η απειλή για τη δημοκρατία είναι τεράστια και η απάντηση όχι προφανής. Ο έλεγχος και αυστηρός περιορισμός των χρημάτων που διατίθενται για επιρροή στις εκλογές είναι μία μέθοδος. Ορισμένοι πιστεύουν ότι δεν επιτρέπεται ιδιωτικές επιχειρήσεις να διατηρούν τέτοιες δυνατότητες και εργαλεία που οφείλουν να τελούν υπό κοινωνικό έλεγχο.
Ο βαθμός εγρήγορσης και συνείδησης μιας κοινωνίας, ο βαθμός διαρκούς --και όχι μόνο στις εκλογές-- συμμετοχής της στα κοινά είναι επίσης ένα βασικό εργαλείο αντιμετώπισης των προσπαθειών χειραγώγησης και παραπλάνησης από συσσωματώσεις πανίσχυρων οικονομικών-πολιτικών συμφερόντων, με μονοπωλιακή ή ολιγοπωλιακή θέση στην αγορά.
Πηγή: slpress.gr
Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος: Σχετικά με τον συντάκτη
Η δικτατορία των εφήμερων εντυπώσεων
Σε ολόκληρο τον 20ό αιώνα, οι προσπάθειες να περιορισθεί ή να καταργηθεί η δημοκρατική αρχή έπαιρναν κυρίως τη μορφή αστυνομικής ή στρατιωτικής βίας, πραξικοπημάτων και δικτατοριών, κάτι που εξακολουθεί να συμβαίνει και σήμερα σε μερικές χώρες, αν και σε πολύ μειωμένο αριθμό εν σχέσει με τον προηγούμενο αιώνα. Με το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945, τέτοιες μέθοδοι παύουν να χρησιμοποιούνται στην αναπτυγμένη Δύση, με την εξαίρεση της Νότιας Ευρώπης, όπου παρέμειναν σε ισχύ έως το 1974-75.
Μια επιστροφή των καθαρά κατασταλτικών μεθόδων σημειώνεται πάντως στη Δύση μετά την οικονομική κρίση του 2008. Στην Ελλάδα αίφνης, οι μνημονιακές κυβερνήσεις κατήργησαν πρακτικά το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, ενώ εντονότατες διεθνείς πιέσεις ασκήθηκαν για να ακολουθήσει η χώρα την πολιτική που της επιβλήθηκε από τα έξω, σε μεγάλο βαθμό καταργώντας την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η πρωτοφανής σε έκταση και ένταση άγρια καταστολή που ασκείται στη Γαλλία εδώ και ένα χρόνο εναντίον των Κίτρινων Γιλέκων.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν παρατηρούνται και στη Δύση, όπως και σε όλο τον κόσμο, προσπάθειες περιορισμού ή και ολοσχερούς κατάργησης της δημοκρατικής αρχής, με άλλα μέσα όμως, όχι με την αστυνομία και τον στρατό. Διατηρείται μεν ο δημοκρατικός τύπος διακυβέρνησης, καταργείται όμως σταδιακά η ουσία του, μεταξύ των άλλων και η δυνατότητα των ψηφοφόρων να κάνουν ελεύθερα και ορθολογικά τις επιλογές τους. Πάντα οι οικονομικά ισχυροί χρησιμοποιούσαν την ισχύ τους για να επηρεάσουν και να παραμορφώσουν τη λαϊκή βούληση. Αυτό που τώρα έχει προστεθεί είναι οι εκπληκτικές τεχνολογικές δυνατότητες που διαθέτουν για να το κάνουν.
Όχι μόνο δεν λείπουν τα χρήματα και τα εργαλεία για κάτι τέτοιο, αλλά αυξάνονται θεαματικά κάθε χρόνο που περνάει. Αθροιστικά, υπολογίζεται ότι ξοδεύτηκαν 6,5 δισ. δολάρια με σκοπό να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των εκλογών και για τον Πρόεδρο και για το Κογκρέσο το 2016, σύμφωνα με άρθρο των Asian Times. Το ρεκόρ αυτό ξεπεράστηκε ήδη φέτος στην Ινδία, όπου δαπανήθηκαν περίπου 8,6 δισ. δολάρια στις βουλευτικές εκλογές. Προφανώς κανείς δεν θα ξόδευε τέτοια αστρονομικά ποσά, αν δεν ήξερε ότι ξοδεύοντάς τα θα τα έπαιρνε πίσω στο πολλαπλάσιο.
Η παραπλάνηση μέσω της διαφήμισης
Η διαφήμιση --όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να τη χρησιμοποιήσουν-- είναι ένα ισχυρό μέσο επηρεασμού του εκλογικού σώματος. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ενημέρωση των ανθρώπων, αλλά πολύ συχνότερα χρησιμοποιείται για την παραπλάνηση τους. Στη θεωρούμενη πλέον επιτυχή διαφημιστική καμπάνια της ιστορίας, μια πασίγνωστη καπνοβιομηχανία χρησιμοποίησε καουμπόηδες, προκαλώντας μια υποσυνείδητη σύνδεση ανάμεσα στα προϊόντα της και την απόκτηση φυσικής και ιδίως σεξουαλικής Ρώμης. Οι περισσότεροι από αυτούς του καουμπόηδες πέθαναν στη συνέχεια από καρκίνο του πνεύμονα και ένας από πνευμονοπάθεια. Δύο έπαιξαν σπουδαίο ρόλο, πριν πεθάνουν, στην εκστρατεία για τη λήψη μέτρων κατά του καπνίσματος στις ΗΠΑ.
Ο γνωστότερος παγκοσμίως θεραπευτής από το κάπνισμα Allen Carr παρατήρησε στα βιβλία του ότι οι καπνοβιομηχανίες βρήκαν ακόμα και τρόπο να εκμεταλλεύονται προς όφελός τους την ίδια την αντικαπνιστική εκστρατεία! Πράγματι, κοιτάξτε ένα σημερινό πακέτο τσιγάρα. Τα δύο τρίτα του περιτυλίγματος καλύπτονται από μια εικόνα φρίκης, που δείχνει τα αποτελέσματα του τσιγάρου. Το ένα τρίτο είναι η λαμπερή εικόνα της μάρκας.
Αν η φρίκη ήταν ικανή να σταματήσει τον καπνιστή να καπνίζει θα το είχε κάνει ήδη, γιατί γνωρίζει τις συνέπειες του καπνίσματος προτού αγοράσει τα τσιγάρα. Αυτό που κάνει στο ασυνείδητο του καπνιστή είναι να τον τρομοκρατήσει. Ενστικτωδώς κάνει την παράλογη επιλογή, ταυτίζεται δηλαδή περισσότερο με τη λαμπερή μάρκα, παρά με την προειδοποίηση.
Θα ήταν πολύ επιτυχέστερη μια διαφημιστική εκστρατεία που δεν θα αντιπαρέθετε τη λαμπερή μάρκα στην φρίκη, αλλά τον υγιή στον άρρωστο άνθρωπο, παρέχοντας θετικά κίνητρα για διακοπή. Ανάλογες μεθόδους με αυτές της καπνοβιομηχανίας χρησιμοποιούν σήμερα και οι βιομηχανίες ορυκτών καυσίμων για να εκτρέψουν σε ανώδυνες για τις ίδιες ατραπούς τη συζήτηση για την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή και να αποφύγουν, όσο το δυνατόν, τη λήψη μέτρων εναντίον τους.
Η παραπλάνηση μέσω της τηλεόρασης
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος και το όλο νευρικό μας σύστημα, διαμορφωμένο υπό πολύ διαφορετικές φυσικές και κοινωνικές συνθήκες στο διάστημα δεκάδων χιλιάδων χρόνων, δεν έχει συχνά τα εργαλεία που χρειάζονται για να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες μορφές παραπλάνησης. Είναι χαρακτηριστικό το συμπέρασμα μιας μελέτης του ΜΙΤ στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το οποίο τα fake news γίνονται περισσότερο πιστευτά από τα αληθινά νέα. Είναι άλλωστε χαρακτηριστική, από την άποψη αυτή, η γενίκευση της χρήσης του όρου "αφήγημα" (παραμύθι δηλαδή) στην πολιτική αργκό της εποχής μας, όπως και όρων όπως "μετα-αλήθεια" και "μετα-δημοκρατία", κατά τη συνάντηση των ισχυρών στο Νταβός πρόπερσι.
Στη διαφήμιση ήρθε, όμως ,να προστεθεί η μαζική είσοδος της τηλεόρασης στα νοικοκυριά κατά τον 20ό αιώνα που επίσης είναι ένα ισχυρότατο δυνητικό μέσο παραπλάνησης. Η εικόνα είναι ισχυρότερη από οποιοδήποτε λογικό επιχείρημα και θεωρείται κατ’ αρχήν πιστευτή. Διαλέγοντας κάποιος τις εικόνες που θέλει να δείξει υποβάλλει το συμπέρασμα που θέλει στον τηλεθεατή, ο οποίος δεν έχει ούτε τη δυνατότητα να ελέγξει την πληροφορία, ούτε καλά καλά να αντιδράσει στον χρόνο που του προβάλλεται. Ένα καθεστώς δικτατορίας των εφήμερων εντυπώσεων δημιουργείται στον καταναλωτή, εν προκειμένω στον τηλεθεατή.
Βέβαια, καμιά φορά, ο υπερέλεγχος των ΜΜΕ μπορεί να γίνει μπούμερανγκ:
- Πρώτον, αρχίζει να ξεγελά αυτούς που ελέγχουν την πληροφόρηση, γιατί αρχίζουν κι αυτοί να εκλαμβάνουν την προπαγάνδα τους σαν πραγματικότητα. Εξαφανίζοντας την κριτική από τη δημόσια σφαίρα, καταλήγουν να μην ξέρουν πως να την αντιμετωπίσουν.
- Δεύτερον, γιατί μακροχρόνια η κοινή γνώμη στομώνει κι αρχίζει να αμφισβητεί τα πάντα.
Πρόσφατα, στη Γαλλία έπεσε στα Κίτρινα Γιλέκα η πρόταση να αφιερώσουν το 40ό Σάββατο των διαδηλώσεών τους, στις 17 Αυγούστου, στο θέμα του Χονγκ Κονγκ. Η πρόταση δεν βρήκε απήχηση και ένα βασικό επιχείρημα με το οποίο οι περισσότεροι την απέρριψαν ήταν το εξής: «Δεν ξέρουμε πολύ καλά τι γίνεται στον Χονκ Κονγκ, αφού όμως οι κύριες τηλεοράσεις και εφημερίδες έχουν πάρει το μέρος των διαδηλωτών κάποιο λάκκο έχει η φάβα!»
Η νόθευση της βούλησης των ψηφοφόρων
Η γενίκευση της χρήσης ηλεκτρονικών μεθόδων καταμέτρησης των εκλογικών αποτελεσμάτων --και μάλιστα από ιδιωτικές εταιρείες κι όχι δημόσιους οργανισμούς-- έχει έχει δώσει πολλές λαβές για κατηγορίες μεθόδων δυσχερώς ανιχνεύσιμης νοθείας. Τέτοιες κατηγορίες διατυπώθηκαν με αφορμή την επικράτηση του George Bush επί του Al Gore στη Φλόριδα το 2000.
Εκλογή που ως γνωστόν είχε τεράστιες παγκόσμιες συνέπειες, λόγω της έναρξης μιας σειράς πολέμων στη Μέση Ανατολή. Επίσης, κατηγορίες διατυπώθηκαν και τη νίκη του George Bush επί του John Kerry το 2004 στο Οχάιο, καθώς και για τη νίκη της Χίλαρυ Κλίντον επί του Τζωρτζ Σάντερς κατά τις προκριματικές του Δημοκρατικού Κόμματος το 2016. Μία νίκη που ευνόησε τελικά τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, άλλωστε, έκανε κι αυτός λόγο για νοθεία.
Ο John Dewey, ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς φιλοσόφους του 20ού αιώνα, έγραφε το 1931 ότι η «πολιτική είναι το σκοτεινό εκμαγείο που το μεγάλο κεφάλαιο φορμάρει στην κοινωνία» (politics is the shadow cast on society by big business). Σήμερα, όμως, υπάρχουν πολύ ισχυρότερα από την εποχή του εργαλεία για να γίνει κάτι τέτοιο.
‘Ένα από αυτά είναι το Ίντερνετ. Η εμφάνιση του Ίντερνετ αρχικά θεωρήθηκε ως ένα σπουδαίο μέσο εκδημοκρατισμού της πληροφόρησης και είναι αλήθεια ότι έπαιξε αυτό τον ρόλο, όπως π.χ. έγινε με τις αποκαλύψεις των Wikileaks. Σύντομα, όμως, έγινε ένα κατ’ εξοχήν εργαλείο χειραγώγησης ολόκληρων κοινωνιών. Το φιλμ The Great Hack της Netflix ασχολείται με την επέμβαση της Cambridge Analytica στις αμερικανικές εκλογές του 2016 και αναλύει τις κολοσσιαίες συνέπειες του "γάμου" μεταξύ των Μεγα-Δεδομένων (Big Data) και του μεγάλου κεφαλαίου.
Αντίστοιχους προβληματισμούς περιέχει και το βιβλίο "Πως να κερδίσεις μια εκλογή στην Ινδία" του Shivam Singh που εξετάζει τις ινδικές εκλογές του 2014 και του 2019. Ο Shivam Singh ξέρει γιατί μιλάει, αφού εργάσθηκε ο ίδιος ως αναλυτής δεδομένων στις εκλογές για το κυβερνών σήμερα εθνικιστικό ινδουιστικό κόμμα. Στη συνέχεια παραιτήθηκε, όμως, καταγγέλλοντας τις μεθόδους και την πολιτική του. Σήμερα εργάζεται για την αντιπολίτευση.
Προσωπικά δεδομένα και μικρο-στοχοποίηση
Το ερώτημα που θέτουν και η ταινία και το βιβλίο είναι η απειλή για τη δημοκρατία από τους γίγαντες της τεχνολογίας όπως το Facebook. Διότι αν η Cambridge Analytica μπορεί να χρησιμοποιήσει τα προσωπικά δεδομένα του Facebook για να "κλέψει" τρόπον τινά τις εκλογές, δεν "κλέβει" στην πραγματικότητα μια εκλογή, αλλά την ίδια τη δημοκρατία.
Αυτό που ήρθε τώρα να προστεθεί στη διαφήμιση και στον έλεγχο των Μίντια --μέθοδοι που υπήρχαν και παλαιότερα-- είναι η μικρο-στοχοποίηση (micro-targeting). Η συλλογή προσωπικών δεδομένων που δίνουν μια εικόνα των χρηστών επιτρέπει σε εταιρείες όπως η Google, η Facebook και η Amazon να στοχοποιήσουν όλο τον πληθυσμό με διαφημιστικά μηνύματα που είναι διαφορετικά για κάθε αποδέκτη και προσαρμοσμένα στο ατομικό προφίλ του. Έτσι κατάφεραν οι εταιρείες αυτές, όπως επίσης η Alibaba και η WeChat να περιλαμβάνονται σήμερα στις 10 μεγαλύτερες παγκοσμίως.
Το φιλμ The Great Hack κάνει και μια ακόμα αποκάλυψη. Πολλά από αυτά τα εργαλεία έχουν προκύψει από την έρευνα για επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου (psyops) και τεχνικές κυβερνοπολέμου που ταξινομούνται ως "όπλα" για σκοπούς ελέγχου εξαγωγών. Μεταξύ άλλων, αυτά τα εργαλεία χρησιμοποιούνται για να διασπείρουν μίσος, παραπληροφόρηση και διχασμούς με διασπορά fake news και άλλων τρόπων σε χώρες όπου επιδιώκεται αλλαγή καθεστώτος.
Η ταινία εξηγεί, επίσης, πως η προσπάθεια δεν γίνεται προς την κατεύθυνση της μεγάλης μάζας των εκλογέων που είναι αποφασισμένοι να ψηφίσουν το ένα ή το άλλο κόμμα πολύ πριν από τις εκλογές. Στόχος είναι το τμήμα που ταλαντεύεται από τον ένα στον άλλο και μπορεί να δώσει τελικά τη νίκη. Ο Τραμπ αίφνης εξελέγη εξαιτίας της θετικής ψήφου 70.000 εκλογέων σε τρεις πολιτείες. Αν αυτοί ψήφιζαν διαφορετικά θα έβγαζαν την Κλίντον πρόεδρο!
Ένας δυστοπικός κόσμος
Από τη στιγμή που ξέρεις το "ψυχομετρικό πορτρέτο" του κάθε ψηφοφόρου του στέλνεις τα κατάλληλα μηνύματα. Στο Τρινιντάντ για παράδειγμα έστειλαν στους έγχρωμους νέους ψηφοφόρους μηνύματα που τους καλούσαν σε "αντίσταση" και αποχή από τις εκλογές. Την ίδια στιγμή συντηρητικοί ψηφοφόροι έπαιρναν μηνύματα που τους καλούσαν να πάνε να ψηφίσουν, τονίζοντας τις αξίες της οικογένειας και γιατί πρέπει κανείς να ακούει τους γονείς του.
Το κλειδί είναι να ξέρεις αρκετά γι' αυτόν στον οποίο στέλνεις το μήνυμα, ώστε να του στείλεις αυτό που θα ασκήσει επιρροή. Η ανάλυση δεδομένων δείχνει ότι κάτι τέτοιο έγινε και στις τελευταίες εκλογές στο Ούταρ Πραντές, το μεγαλύτερο κρατίδιο της Ινδίας. Στους ψηφοφόρους της αντιπολίτευσης εστάλησαν μηνύματα που τους εξηγούσαν ότι όλοι οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι και οι εκλογές δεν χρησιμεύουν σε τίποτα.
Αντιθέτως, οι ψηφοφόροι της κυβέρνησης έπαιρναν μηνύματα ότι ο πατριωτισμός επιβάλλει να πάνε στις κάλπες και να ψηφίσουν, καταφέροντας ένα χτύπημα στους "εχθρούς". Στη Βραζιλία, μια μαζική καμπάνια fake news μέσω του WhatsApp επέτρεψε την εκλογή του άσημου (και εν πολλοίς απόντος από την προεκλογική εκστρατεία) Μπολσονάρου στην Προεδρία.
Το Great Hack αποκαλύπτει και κάτι άλλο. Το κοινωνικό σύμπαν που παράγει το Facebook και η Google είναι "δυστοπικό", είναι ένας κόσμος κοινωνικών δικτύων που διχάζει και δεν ενώνει τους ανθρώπους. Όσοι χρησιμοποιούν facebook το έχουν διαπιστώσει, συγκρίνοντας τον αριθμό επιθετικών ή υβριστικών μηνυμάτων με τα θετικά. Το Facebook αντελήφθη πολύ νωρίς ότι τα άγχη και οι φόβοι μας είναι πολύ ισχυρότερα ως διαφημιστικά εργαλεία από αυτά που μας αρέσουν, από τα like μας.
Η πώληση, όμως, στους διαφημιστές και η χρήση από αυτούς δεδομένων για τα άγχη, τους φόβους και τα μίση των υποψηφίων καταναλωτών, αλλά και ψηφοφόρων, οδηγεί τελικά σε έκρηξη της αρνητικής πλευράς των ανθρώπων στα κοινωνικά δίκτυα. Αυτό εξηγεί και την επιτυχία των τηλεοράσεων μίσους και fake (hate TV και fake TV).
Κίνδυνοι και πιθανές απαντήσεις
Όλα τα παραπάνω σχετίζονται με το πως κερδίζονται οι εκλογές, αλλά είναι προφανές ότι οι ίδιες μέθοδοι είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν και σε ένα σωρό άλλα ζητήματα. Ακόμα και για να αποσταθεροποιήσουν καθεστώτα, ή να προκαλέσουν διεθνείς κρίσεις και πολέμους. Σημειωτέον επίσης ότι ζούμε σε μια περίοδο εκρηκτικής διαρκούς επανάστασης στην τεχνολογία, που δημιουργεί νέα εργαλεία και προβλήματα πολύ νωρίτερα από όσο οι κοινωνίες προλαβαίνουν να τα καταλάβουν και να τα αντιμετωπίσουν.
Η απειλή για τη δημοκρατία είναι τεράστια και η απάντηση όχι προφανής. Ο έλεγχος και αυστηρός περιορισμός των χρημάτων που διατίθενται για επιρροή στις εκλογές είναι μία μέθοδος. Ορισμένοι πιστεύουν ότι δεν επιτρέπεται ιδιωτικές επιχειρήσεις να διατηρούν τέτοιες δυνατότητες και εργαλεία που οφείλουν να τελούν υπό κοινωνικό έλεγχο.
Ο βαθμός εγρήγορσης και συνείδησης μιας κοινωνίας, ο βαθμός διαρκούς --και όχι μόνο στις εκλογές-- συμμετοχής της στα κοινά είναι επίσης ένα βασικό εργαλείο αντιμετώπισης των προσπαθειών χειραγώγησης και παραπλάνησης από συσσωματώσεις πανίσχυρων οικονομικών-πολιτικών συμφερόντων, με μονοπωλιακή ή ολιγοπωλιακή θέση στην αγορά.
Πηγή: slpress.gr
Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος: Σχετικά με τον συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου