Μαριάνθη Πελεβάνη
Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους, εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσοι κατέβηκαν στους δρόμους να διαμαρτυρηθούν για τον αποκλεισμό των ανεξάρτητων υποψηφίων από τις τοπικές εκλογές της Μόσχας της 8ης Σεπτεμβρίου. Κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων η ρωσική αστυνομία συνέλαβε περισσότερα από 1000 άτομα, ενώ πολλοί οδηγήθηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης.
Αλλά οι διαδηλώσεις ήταν κάτι περισσότερο από αυτό, καθώς εξέφρασαν μια γενικότερη δυσαρέσκεια με το κυβερνών σύστημα. Και μπορεί η αντιπολίτευση στη διακυβέρνηση Πούτιν να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και ιδεολογικών ρευμάτων, ωστόσο κοινός τόπος όλων είναι το αίτημα για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Στη μετασοβιετική εποχή, η ρωσική διαφθορά είναι αποτέλεσμα μιας ιδιότυπης σύμπραξης δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, την οποία διαχειρίζεται μια ολιγαρχία που επωφελείται από τον κρατικό καπιταλισμό.
Ο λαός της Μόσχας, κυρίως, αλλά και οι πολιτικοί αντίπαλοι αντιδρούν ενωμένα στην πανταχού παρούσα διαφθορά, στην αυθαιρεσία των υπηρεσιών και την κοινωνική αδικία. Οι περισσότεροι Ρώσοι είναι ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι με την οικονομική στασιμότητα, με τη διεύρυνση της φτώχειας, με την εκτεταμένη διαφθορά, με την καταστολή και την κατάχρηση εξουσίας.
Είκοσι χρόνια συμπληρώθηκαν τον Αύγουστο από τότε που ο Πούτιν ανέλαβε την εξουσία. Τα εισοδήματα στη Ρωσία υποχωρούν εδώ και πέντε χρόνια, λόγω της επίμονα χαμηλής τιμής του πετρελαίου, που αποτελεί το βασικό εξαγωγικό προϊόν της Ρωσίας και των κυρώσεων των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επιβλήθηκαν λόγω της Κριμαίας.
Για την ώρα οι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου αισθάνονται ότι μπορούν να κρατήσουν υπό έλεγχο τη λαϊκή οργή, συνδυάζοντας στοχευμένες παραχωρήσεις με μια εξαιρετικά σκληρή γραμμή εναντίον των διαδηλώσεων. Η βίαιη καταστολή δίνει τη δυνατότητα στο Κρεμλίνο να φορτώνει σε ορισμένους εξέχοντες πολιτικούς της αντιπολίτευσης με ποινικές καταδίκες, οι οποίες, βάσει της ρωσικής νομοθεσίας, θα τους εμποδίσουν να συμμετάσχουν στον επόμενο εκλογικό κύκλο, ενώ οι Αρχές ερευνούν τους ισχυρισμούς για ξέπλυμα χρήματος κατά του Ιδρύματος για την καταπολέμηση της διαφθοράς που ίδρυσε ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι, σε μια προφανή προσπάθεια να συντρίψουν μια βασική πηγή επικριτών του Κρεμλίνου.
Οι ακτιβιστές κατά της διαφθοράς, παρά τις επαναλαμβανόμενες συλλήψεις, αισθάνονται πως το μήνυμά τους βρίσκει επιτέλους απήχηση μεταξύ και των απλών πολιτών, γιατί «είναι πιο εύκολο να ανέχεσαι να γίνονται δισεκατομμυριούχοι οι φίλοι του Πούτιν όταν η ζωή σου βελτιώνεται. Όχι τώρα. Ενώ κάποτε οι τολμηρές κινήσεις του Πούτιν κατά μήκος των ρωσικών συνόρων τόνωναν τον πατριωτισμό των Ρώσων, τώρα το κόστος των περιπετειών στο εξωτερικό πλήττει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς», αναφέρει χαρακτηριστικά η αμερικανίδα δημοσιογράφος Φρίντα Γκάιτις σε άρθρο της στο Politico.
Κάθε χρόνο τον Ιούνιο ο Βλαντίμιρ Πούτιν πρωταγωνιστεί σε μια μεγάλη τηλεοπτική φιέστα, σε έναν τηλεοπτικό μαραθώνιο ερωτοαπαντήσεων κατά τη διάρκεια του οποίου ακούει τα παράπονα των πολιτών, υπόσχεται πως θα επιλύσει τα όποια προβλήματά τους και παρουσιάζει και εξηγεί τις απόψεις του επί παντός επιστητού. Στη Ρωσία ο κατώτατος μισθός είναι 11.280 ρούβλια (157 ευρώ), όπως ανέφερε ο Πούτιν, και παραδέχτηκε πως πρωταρχικός του στόχος είναι η βελτίωση της ζωής εκατομμυρίων Ρώσων πολιτών που δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Κατά τη διάρκεια του εφετινού τηλεοπτικού διαλόγου του Πούτιν με τον ρωσικό λαό, αναγκαστικά τέθηκε και το ζήτημα της διαφθοράς. Ο Πούτιν ρωτήθηκε αν αισθάνεται «προσωπικά υπεύθυνος για αυτό το χάος». Απάντησε: «Φυσικά, αλλά ο αριθμός των εγκλημάτων διαφθοράς μειώνεται ... σε μεγάλο βαθμό χάρη στις συνεχείς και αμείλικτες προσπάθειές μας».
Η εκστρατεία κατά της διαφθοράς που κήρυξε το 2012 ο Ρώσος πρόεδρος αποτέλεσε δίκοπο μαχαίρι, καθώς οι ίδιοι οι στενοί συνεργάτες του Πούτιν «εκκαθαρίζονταν» ενώ «ξεπλενόταν» ο οίκος της κυβέρνησης.
Παράδειγμα, στις 15 Δεκεμβρίου του 2017 δικαστήριο της Μόσχας, είχε αποφανθεί ότι ο πρώην υπουργός Οικονομίας Αλεξέι Ουλιουκάγεφ είναι ένοχος για παθητική δωροδοκία, καθώς έλαβε το ποσό των 2 εκατομμυρίων δολαρίων από τον πρόεδρο της Rosneft Ίγκορ Σέτσιν. Ο Ουλουκάγιεφ επανειλημμένα στο δικαστήριο αρνήθηκε την ενοχή του λέγοντας ότι υπήρξε θύμα προβοκάτσιας, ενώ οι συνήγοροι υπεράσπισής του είχαν υποστηρίξει ότι ο πρώην υπουργός πήρε από τον πρόεδρο της Rosneft τη βαλίτσα με τα 2 εκατομμύρια, όντας σίγουρος ότι σ αυτή υπήρχαν μπουκάλια με κρασί. Ο Ουλιουκάγιεφ υπήρξε ο πρώτος υπουργός που συνελήφθη εν ενεργεία.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην εξουσία, ο Πούτιν φρόντισε να μη θίξει τις ελίτ ενώ οι επίσημες εκστρατείες κατά της διαφθοράς είναι στην καλύτερη περίπτωση μια άσκηση δημοσίων σχέσεων.
Σύμφωνα με την εισήγηση του γενικού εισαγγελέα της Ρωσίας Γιούρι Τσάικα προς το Συμβούλιο της Ομοσπονδίας, οι απώλειες που υπέστη το 2018 η ρωσική οικονομία, από το φαινόμενο της διαφθοράς ανήλθε στα 65,7 δισεκατομμύρια ρούβλια.
Ο γενικός εισαγγελέας της Ρωσίας ανέφερε φαινόμενα διαφθοράς στις μεγάλες κρατικές εταιρείες, όπως η Roskosmos και Rostec, από τις οποίες υπεξαίρεσαν ποσά 1,6 δισεκατομμυρίου ρουβλίων, που προορίζονταν για τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής και την δημιουργία προηγμένων εξοπλιστικών συστημάτων. Παράλληλα ο γενικός εισαγγελέας δήλωσε ότι μέσα σ’ έναν χρόνο αυξήθηκαν τα περιστατικά διαφθοράς στους κόλπους της FSB, του ρωσικού υπουργείου Εσωτερικών και της Ανακριτικής Επιτροπής.
Έτσι οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιο πλουσιότεροι, καθώς αύξηση 20,54 δισ. δολ. γνώρισε η περιουσία των πλουσιότερων ανθρώπων της Ρωσίας, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019, σύμφωνα με τον Δείκτη Δισεκατομμυριούχων του Bloomberg. Σημειώνεται ότι ο εν λόγω δείκτης υπολογίζει την καθαρή αξία της περιουσίας των 500 πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη, 23 εκ των οποίων προέρχονται από τη Ρωσία.
Όσον αφορά στον πλουσιότερο των πλουσιότερων ανθρώπων στη Ρωσία, καταλαμβάνει την 39η θέση στον δείκτη. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για τον επικεφαλής της εταιρείας εξόρυξης Norilsk Nickel, Βλαντιμίρ Ποτανίν, του οποίου η περιουσία αυξήθηκε κατά 1,36 δισ. δολ. στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2019, και διαμορφώθηκε στα 21 δισ. δολ..Στην 40ή θέση έρχεται ο Βλαντιμίρ Λισίν, επικεφαλής της μεγαλύτερης χαλυβουργικής εταιρείας της Ρωσίας Novolipetsk Steel, ο οποίος είδε την περιουσία του να αυξάνεται κατά 2,44 δισ. δολ. στα 20,3 δισ. δολ.
Από την άλλη, ο αριθμός των Ρώσων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας ξεπέρασε τα 20 εκατομμύρια.
Πως αυτοί οι ολιγάρχες απέκτησαν την περιουσία τους; Η κυριότερη προτεραιότητα της κυβέρνησης του Γέλτσιν ήταν να διαλύσει τη σοβιετική οικονομία και να πραγματοποιήσει μια εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση των κρατικών περιουσιακών στοιχείων, που ξεκίνησε το 1992. Δημιούργησε γρήγορα μια νέα τάξη κεφαλαιούχων, οι οποίοι είχαν αποκτήσει σημαντικά τμήματα της παραγωγικής υποδομής της ΕΣΣΔ σε χαμηλές τιμές. Το κοινό χαρακτηριστικό που διέθεταν αυτά τα άτομα δεν ήταν η επιχειρηματική διάνοια αλλά μάλλον η δυνατότητα εκμετάλλευσης των διασυνδέσεών τους με την κρατική δομή.
Όπως δήλωσε ο τραπεζίτης Petr Aven, «Για να γίνουμε εκατομμυριούχοι στη χώρα μας, δεν είναι καθόλου απαραίτητο να έχουμε εξειδικευμένες γνώσεις. Συχνά αρκεί να υπάρχει ενεργή υποστήριξη στην κυβέρνηση, στο κοινοβούλιο, στις τοπικές δομές εξουσίας και στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Μια ωραία μέρα, η ασήμαντη εταιρεία σας είναι εξουσιοδοτημένη, για παράδειγμα, να κάνει επιχειρήσεις με κονδύλια του προϋπολογισμού. Με άλλα λόγια, διορίζεται κάποιος εκατομμυριούχος».
Σύμφωνα και με το άρθρο της Le Monde diplomatique, λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας ως πρόεδρος το 2000, ο Πούτιν προήδρευσε μιας άνευ προηγουμένου άνθησής τους, με τους δισεκατομμυριούχους να πολλαπλασιάζονται.
Αυτό που άλλαξε με τον Πούτιν σε σύγκριση με τον προκάτοχό του δεν ήταν η δυνατότητα προσωπικού πλουτισμού, αλλά τα πρόσωπα εκείνων που επωφελήθηκαν και η σχέση τους με το κράτος. Οι ολιγάρχες της εποχής του Γέλτσιν ήταν κυρίως εκτός του κρατικού μηχανισμού, οι οποίοι εκμεταλλεύονταν τα συμπτώματα της δυσλειτουργίας του, τα χρόνια του Πούτιν όμως ήταν «εσωτερικοί», άνθρωποι κοντά στο Κρεμλίνο, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν κρατική εξουσία για να αποκτήσουν τον έλεγχο των περιουσιακών της στοιχείων.
Οι κρατικές επιχειρήσεις στη Ρωσία μοιράζονται πολλές από τις μεθόδους και τις προτεραιότητες των ιδιωτικών επιχειρήσεων: προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν την αξία των μετοχών και τις πληρωμές στα στελέχη τους, αντί να συνεισφέρουν κέρδη στους στρατηγικούς εθνικούς στόχους (πόσο μάλλον ανακατανομή του πλούτου). Έτσι τα όρια μεταξύ του κράτους και των επιχειρήσεων στη Ρωσία είναι επιεικώς θολά στη μετασοσιαλιστική οικονομία της χώρας.
Αυτή η ιδιομορφία επιτρέπει, μεταξύ άλλων, τη διαφθορά στην παρούσα κλίμακα και στις σημερινές της μορφές στη Ρωσία. Για παράδειγμα, όταν ένας επιχειρηματίας επιδιώκει να αναλάβει μια αντίπαλη επιχείρηση, μπορεί να πληρώσει τους υπαλλήλους, να εξαπολύσει φορολογικούς ελέγχους, επιθεωρήσεις υγείας και ασφάλειας και τα λοιπά, μέχρι να συμφωνήσει με την τιμή εξαγοράς. Όλο και περισσότερο την τελευταία δεκαετία, όσοι συμμετείχαν σε τέτοιες πρακτικές ήταν οι ίδιοι αξιωματούχοι, χρησιμοποιώντας τις νόμιμες εξουσίες τους για να αυξήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία. Εξ ου και η ρωσική παροιμία: «Για τους φίλους μας έχουμε τα πάντα, για τους εχθρούς μας, τον νόμο».
Κι ενώ αποτελεί προφανή στρατηγική από την αντιπολίτευση το ζήτημα της διαφθοράς, όπως και σε άλλα μέρη του κόσμου, υπάρχουν σαφείς κίνδυνοι και περιορισμοί σε μια πολιτική ατζέντα που βασίζεται κυρίως στη βάση της καταπολέμησης της διαφθοράς. Η ρητορική του ηγέτη της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι, για παράδειγμα συχνά επικαλείται τη διαφθορά, ως σπατάλη των χρημάτων των φορολογουμένων - κάτι που φυσικά είναι. Αλλά αυτή η λογική που ταυτόχρονα είναι υπέρ της ελεύθερης αγοράς, εύκολα ταιριάζει σε δικαιολογίες για ακόμη πιο σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική, με το πρόσχημα ότι το κράτος παραμένει δυσλειτουργικό, και μια πηγή λεηλασίας.
Επιπλέον, η πολιτική αντιπαράθεση για την καταπολέμηση της διαφθοράς δεν επαρκεί για να αμφισβητήσει τις δομές που κατέστησαν δυνατή τη διαφθορά στην πρώτη θέση. Διότι η διαφθορά δεν είναι μια κακοήθη ανάπτυξη που έχει προσκολληθεί με κάποιον τρόπο στον ρωσικό καπιταλισμό, είναι ένα συστηματικό χαρακτηριστικό του είδους του καπιταλισμού που έχει η Ρωσία.
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους, εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσοι κατέβηκαν στους δρόμους να διαμαρτυρηθούν για τον αποκλεισμό των ανεξάρτητων υποψηφίων από τις τοπικές εκλογές της Μόσχας της 8ης Σεπτεμβρίου. Κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων η ρωσική αστυνομία συνέλαβε περισσότερα από 1000 άτομα, ενώ πολλοί οδηγήθηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης.
Αλλά οι διαδηλώσεις ήταν κάτι περισσότερο από αυτό, καθώς εξέφρασαν μια γενικότερη δυσαρέσκεια με το κυβερνών σύστημα. Και μπορεί η αντιπολίτευση στη διακυβέρνηση Πούτιν να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και ιδεολογικών ρευμάτων, ωστόσο κοινός τόπος όλων είναι το αίτημα για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Στη μετασοβιετική εποχή, η ρωσική διαφθορά είναι αποτέλεσμα μιας ιδιότυπης σύμπραξης δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, την οποία διαχειρίζεται μια ολιγαρχία που επωφελείται από τον κρατικό καπιταλισμό.
Τα εγκλήματα της διαφθοράς
Ο λαός της Μόσχας, κυρίως, αλλά και οι πολιτικοί αντίπαλοι αντιδρούν ενωμένα στην πανταχού παρούσα διαφθορά, στην αυθαιρεσία των υπηρεσιών και την κοινωνική αδικία. Οι περισσότεροι Ρώσοι είναι ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι με την οικονομική στασιμότητα, με τη διεύρυνση της φτώχειας, με την εκτεταμένη διαφθορά, με την καταστολή και την κατάχρηση εξουσίας.
Είκοσι χρόνια συμπληρώθηκαν τον Αύγουστο από τότε που ο Πούτιν ανέλαβε την εξουσία. Τα εισοδήματα στη Ρωσία υποχωρούν εδώ και πέντε χρόνια, λόγω της επίμονα χαμηλής τιμής του πετρελαίου, που αποτελεί το βασικό εξαγωγικό προϊόν της Ρωσίας και των κυρώσεων των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επιβλήθηκαν λόγω της Κριμαίας.
Για την ώρα οι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου αισθάνονται ότι μπορούν να κρατήσουν υπό έλεγχο τη λαϊκή οργή, συνδυάζοντας στοχευμένες παραχωρήσεις με μια εξαιρετικά σκληρή γραμμή εναντίον των διαδηλώσεων. Η βίαιη καταστολή δίνει τη δυνατότητα στο Κρεμλίνο να φορτώνει σε ορισμένους εξέχοντες πολιτικούς της αντιπολίτευσης με ποινικές καταδίκες, οι οποίες, βάσει της ρωσικής νομοθεσίας, θα τους εμποδίσουν να συμμετάσχουν στον επόμενο εκλογικό κύκλο, ενώ οι Αρχές ερευνούν τους ισχυρισμούς για ξέπλυμα χρήματος κατά του Ιδρύματος για την καταπολέμηση της διαφθοράς που ίδρυσε ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι, σε μια προφανή προσπάθεια να συντρίψουν μια βασική πηγή επικριτών του Κρεμλίνου.
Οι ακτιβιστές κατά της διαφθοράς, παρά τις επαναλαμβανόμενες συλλήψεις, αισθάνονται πως το μήνυμά τους βρίσκει επιτέλους απήχηση μεταξύ και των απλών πολιτών, γιατί «είναι πιο εύκολο να ανέχεσαι να γίνονται δισεκατομμυριούχοι οι φίλοι του Πούτιν όταν η ζωή σου βελτιώνεται. Όχι τώρα. Ενώ κάποτε οι τολμηρές κινήσεις του Πούτιν κατά μήκος των ρωσικών συνόρων τόνωναν τον πατριωτισμό των Ρώσων, τώρα το κόστος των περιπετειών στο εξωτερικό πλήττει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς», αναφέρει χαρακτηριστικά η αμερικανίδα δημοσιογράφος Φρίντα Γκάιτις σε άρθρο της στο Politico.
Κάθε χρόνο τον Ιούνιο ο Βλαντίμιρ Πούτιν πρωταγωνιστεί σε μια μεγάλη τηλεοπτική φιέστα, σε έναν τηλεοπτικό μαραθώνιο ερωτοαπαντήσεων κατά τη διάρκεια του οποίου ακούει τα παράπονα των πολιτών, υπόσχεται πως θα επιλύσει τα όποια προβλήματά τους και παρουσιάζει και εξηγεί τις απόψεις του επί παντός επιστητού. Στη Ρωσία ο κατώτατος μισθός είναι 11.280 ρούβλια (157 ευρώ), όπως ανέφερε ο Πούτιν, και παραδέχτηκε πως πρωταρχικός του στόχος είναι η βελτίωση της ζωής εκατομμυρίων Ρώσων πολιτών που δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Κατά τη διάρκεια του εφετινού τηλεοπτικού διαλόγου του Πούτιν με τον ρωσικό λαό, αναγκαστικά τέθηκε και το ζήτημα της διαφθοράς. Ο Πούτιν ρωτήθηκε αν αισθάνεται «προσωπικά υπεύθυνος για αυτό το χάος». Απάντησε: «Φυσικά, αλλά ο αριθμός των εγκλημάτων διαφθοράς μειώνεται ... σε μεγάλο βαθμό χάρη στις συνεχείς και αμείλικτες προσπάθειές μας».
Εντός του Κρεμλίνου
Η εκστρατεία κατά της διαφθοράς που κήρυξε το 2012 ο Ρώσος πρόεδρος αποτέλεσε δίκοπο μαχαίρι, καθώς οι ίδιοι οι στενοί συνεργάτες του Πούτιν «εκκαθαρίζονταν» ενώ «ξεπλενόταν» ο οίκος της κυβέρνησης.
Παράδειγμα, στις 15 Δεκεμβρίου του 2017 δικαστήριο της Μόσχας, είχε αποφανθεί ότι ο πρώην υπουργός Οικονομίας Αλεξέι Ουλιουκάγεφ είναι ένοχος για παθητική δωροδοκία, καθώς έλαβε το ποσό των 2 εκατομμυρίων δολαρίων από τον πρόεδρο της Rosneft Ίγκορ Σέτσιν. Ο Ουλουκάγιεφ επανειλημμένα στο δικαστήριο αρνήθηκε την ενοχή του λέγοντας ότι υπήρξε θύμα προβοκάτσιας, ενώ οι συνήγοροι υπεράσπισής του είχαν υποστηρίξει ότι ο πρώην υπουργός πήρε από τον πρόεδρο της Rosneft τη βαλίτσα με τα 2 εκατομμύρια, όντας σίγουρος ότι σ αυτή υπήρχαν μπουκάλια με κρασί. Ο Ουλιουκάγιεφ υπήρξε ο πρώτος υπουργός που συνελήφθη εν ενεργεία.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην εξουσία, ο Πούτιν φρόντισε να μη θίξει τις ελίτ ενώ οι επίσημες εκστρατείες κατά της διαφθοράς είναι στην καλύτερη περίπτωση μια άσκηση δημοσίων σχέσεων.
Σύμφωνα με την εισήγηση του γενικού εισαγγελέα της Ρωσίας Γιούρι Τσάικα προς το Συμβούλιο της Ομοσπονδίας, οι απώλειες που υπέστη το 2018 η ρωσική οικονομία, από το φαινόμενο της διαφθοράς ανήλθε στα 65,7 δισεκατομμύρια ρούβλια.
Ο γενικός εισαγγελέας της Ρωσίας ανέφερε φαινόμενα διαφθοράς στις μεγάλες κρατικές εταιρείες, όπως η Roskosmos και Rostec, από τις οποίες υπεξαίρεσαν ποσά 1,6 δισεκατομμυρίου ρουβλίων, που προορίζονταν για τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής και την δημιουργία προηγμένων εξοπλιστικών συστημάτων. Παράλληλα ο γενικός εισαγγελέας δήλωσε ότι μέσα σ’ έναν χρόνο αυξήθηκαν τα περιστατικά διαφθοράς στους κόλπους της FSB, του ρωσικού υπουργείου Εσωτερικών και της Ανακριτικής Επιτροπής.
Οι διορισμένοι δισεκατομμυριούχοι
Έτσι οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιο πλουσιότεροι, καθώς αύξηση 20,54 δισ. δολ. γνώρισε η περιουσία των πλουσιότερων ανθρώπων της Ρωσίας, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019, σύμφωνα με τον Δείκτη Δισεκατομμυριούχων του Bloomberg. Σημειώνεται ότι ο εν λόγω δείκτης υπολογίζει την καθαρή αξία της περιουσίας των 500 πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη, 23 εκ των οποίων προέρχονται από τη Ρωσία.
Όσον αφορά στον πλουσιότερο των πλουσιότερων ανθρώπων στη Ρωσία, καταλαμβάνει την 39η θέση στον δείκτη. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για τον επικεφαλής της εταιρείας εξόρυξης Norilsk Nickel, Βλαντιμίρ Ποτανίν, του οποίου η περιουσία αυξήθηκε κατά 1,36 δισ. δολ. στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2019, και διαμορφώθηκε στα 21 δισ. δολ..Στην 40ή θέση έρχεται ο Βλαντιμίρ Λισίν, επικεφαλής της μεγαλύτερης χαλυβουργικής εταιρείας της Ρωσίας Novolipetsk Steel, ο οποίος είδε την περιουσία του να αυξάνεται κατά 2,44 δισ. δολ. στα 20,3 δισ. δολ.
Από την άλλη, ο αριθμός των Ρώσων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας ξεπέρασε τα 20 εκατομμύρια.
Πως αυτοί οι ολιγάρχες απέκτησαν την περιουσία τους; Η κυριότερη προτεραιότητα της κυβέρνησης του Γέλτσιν ήταν να διαλύσει τη σοβιετική οικονομία και να πραγματοποιήσει μια εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση των κρατικών περιουσιακών στοιχείων, που ξεκίνησε το 1992. Δημιούργησε γρήγορα μια νέα τάξη κεφαλαιούχων, οι οποίοι είχαν αποκτήσει σημαντικά τμήματα της παραγωγικής υποδομής της ΕΣΣΔ σε χαμηλές τιμές. Το κοινό χαρακτηριστικό που διέθεταν αυτά τα άτομα δεν ήταν η επιχειρηματική διάνοια αλλά μάλλον η δυνατότητα εκμετάλλευσης των διασυνδέσεών τους με την κρατική δομή.
Όπως δήλωσε ο τραπεζίτης Petr Aven, «Για να γίνουμε εκατομμυριούχοι στη χώρα μας, δεν είναι καθόλου απαραίτητο να έχουμε εξειδικευμένες γνώσεις. Συχνά αρκεί να υπάρχει ενεργή υποστήριξη στην κυβέρνηση, στο κοινοβούλιο, στις τοπικές δομές εξουσίας και στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Μια ωραία μέρα, η ασήμαντη εταιρεία σας είναι εξουσιοδοτημένη, για παράδειγμα, να κάνει επιχειρήσεις με κονδύλια του προϋπολογισμού. Με άλλα λόγια, διορίζεται κάποιος εκατομμυριούχος».
Σύμφωνα και με το άρθρο της Le Monde diplomatique, λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας ως πρόεδρος το 2000, ο Πούτιν προήδρευσε μιας άνευ προηγουμένου άνθησής τους, με τους δισεκατομμυριούχους να πολλαπλασιάζονται.
Αυτό που άλλαξε με τον Πούτιν σε σύγκριση με τον προκάτοχό του δεν ήταν η δυνατότητα προσωπικού πλουτισμού, αλλά τα πρόσωπα εκείνων που επωφελήθηκαν και η σχέση τους με το κράτος. Οι ολιγάρχες της εποχής του Γέλτσιν ήταν κυρίως εκτός του κρατικού μηχανισμού, οι οποίοι εκμεταλλεύονταν τα συμπτώματα της δυσλειτουργίας του, τα χρόνια του Πούτιν όμως ήταν «εσωτερικοί», άνθρωποι κοντά στο Κρεμλίνο, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν κρατική εξουσία για να αποκτήσουν τον έλεγχο των περιουσιακών της στοιχείων.
Ρωσικός καπιταλισμός
Οι κρατικές επιχειρήσεις στη Ρωσία μοιράζονται πολλές από τις μεθόδους και τις προτεραιότητες των ιδιωτικών επιχειρήσεων: προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν την αξία των μετοχών και τις πληρωμές στα στελέχη τους, αντί να συνεισφέρουν κέρδη στους στρατηγικούς εθνικούς στόχους (πόσο μάλλον ανακατανομή του πλούτου). Έτσι τα όρια μεταξύ του κράτους και των επιχειρήσεων στη Ρωσία είναι επιεικώς θολά στη μετασοσιαλιστική οικονομία της χώρας.
Αυτή η ιδιομορφία επιτρέπει, μεταξύ άλλων, τη διαφθορά στην παρούσα κλίμακα και στις σημερινές της μορφές στη Ρωσία. Για παράδειγμα, όταν ένας επιχειρηματίας επιδιώκει να αναλάβει μια αντίπαλη επιχείρηση, μπορεί να πληρώσει τους υπαλλήλους, να εξαπολύσει φορολογικούς ελέγχους, επιθεωρήσεις υγείας και ασφάλειας και τα λοιπά, μέχρι να συμφωνήσει με την τιμή εξαγοράς. Όλο και περισσότερο την τελευταία δεκαετία, όσοι συμμετείχαν σε τέτοιες πρακτικές ήταν οι ίδιοι αξιωματούχοι, χρησιμοποιώντας τις νόμιμες εξουσίες τους για να αυξήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία. Εξ ου και η ρωσική παροιμία: «Για τους φίλους μας έχουμε τα πάντα, για τους εχθρούς μας, τον νόμο».
Κι ενώ αποτελεί προφανή στρατηγική από την αντιπολίτευση το ζήτημα της διαφθοράς, όπως και σε άλλα μέρη του κόσμου, υπάρχουν σαφείς κίνδυνοι και περιορισμοί σε μια πολιτική ατζέντα που βασίζεται κυρίως στη βάση της καταπολέμησης της διαφθοράς. Η ρητορική του ηγέτη της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι, για παράδειγμα συχνά επικαλείται τη διαφθορά, ως σπατάλη των χρημάτων των φορολογουμένων - κάτι που φυσικά είναι. Αλλά αυτή η λογική που ταυτόχρονα είναι υπέρ της ελεύθερης αγοράς, εύκολα ταιριάζει σε δικαιολογίες για ακόμη πιο σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική, με το πρόσχημα ότι το κράτος παραμένει δυσλειτουργικό, και μια πηγή λεηλασίας.
Επιπλέον, η πολιτική αντιπαράθεση για την καταπολέμηση της διαφθοράς δεν επαρκεί για να αμφισβητήσει τις δομές που κατέστησαν δυνατή τη διαφθορά στην πρώτη θέση. Διότι η διαφθορά δεν είναι μια κακοήθη ανάπτυξη που έχει προσκολληθεί με κάποιον τρόπο στον ρωσικό καπιταλισμό, είναι ένα συστηματικό χαρακτηριστικό του είδους του καπιταλισμού που έχει η Ρωσία.
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου