Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020

Η Λιβύη στο κέντρο των διενέξεων

Σπύρος Παναγιώτου


Πυκνώνουν τα σύννεφα πολέμου στη Ν.Α. Μεσόγειο


Η Τουρκία, αν και επίσημη προσκεκλημένη στη διάσκεψη του Βερολίνου, δεν περιμένει την κατάληξη των εργασιών της για να σχεδιάσει τα βήματά της.

Αν και ήδη έχει στείλει στη Λιβύη περισσότερους από 2.000 παρακρατικούς στρατιώτες που αποσπάσθηκαν από τα μέτωπα της Συρίας και δεκάδες στρατιωτικούς συμβούλους ετοιμάζεται τώρα να στείλει και επίσημα Τούρκους στρατιώτες και όπλα για τη στήριξη του καθεστώτος Σάρατζ. Βασική επιθυμία της Άγκυρας παραμένει το άνοιγμα ενός νέου μετώπου στη Ν.Α. Μεσόγειο ικανό να την αναδείξει σε πρωταγωνιστικό γεωπολιτικό παράγοντα της περιοχής. Στο ίδιο σχέδιο υπακούει η προσπάθεια εμπλοκής της Τυνησίας στη Λιβυκή κρίση και τα αντίστοιχα ανοίγματα στην Αλγερία αν και μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει φανερά τα αποτελέσματα αυτού του σχεδίου. Κεντρική μέριμνα του Ερντογάν είναι η διάσωση του καταρρέοντος Σάρατζ και η διαιώνιση των μνημονίων συνεργασίας Τουρκίας- Λιβύης που μονομερώς επιτρέπει στην Τουρκία να διεκδικεί ένα κρίσιμο, για την τύχη του EastMed, μέρος της ελληνικής ΑΟΖ.

Έτσι η Τουρκία, μετά την Κύπρο, το Ιράκ και τη Συρία, επεκτείνει τις δυνάμεις στρατιωτικής παρέμβασής της σε μια ακόμα χώρα, τη Λιβύη, κρίσιμο κομμάτι του παζλ επιβολής της «Γαλάζιας Πατρίδας».

Η Τουρκία καταφέρνει, για μια ακόμα φορά, παραβιάζοντας με τον πιο ωμό τρόπο τις αποφάσεις του ΟΗΕ, να μετατρέπεται από εισβολέας σε «εγγυήτρια» δύναμη διευθέτησης διενέξεων που η ίδια πυροδοτεί.

Κλιμακώνεται η ένταση σε Αιγαίο-Κύπρο


Οι στρατιωτικές προκλήσεις της Τουρκίας δεν κάμπτονται παρά το γεγονός ότι ήδη εμπλέκεται στα μέτωπα της Συρίας.

Το Αιγαίο έχει μετατραπεί σε θέρετρο πολέμου χαμηλής ισχύος με τις συνεχείς υπερπτήσεις τούρκικων μαχητικών πάνω από κατοικημένα νησιά. Συνεχείς είναι ακόμα οι ασκήσεις του τουρκικού ναυτικού ακόμα και σε περιοχές ελληνικής κυριαρχίας. Ταυτόχρονα συνεχίζεται η ναυτική περικύκλωση της Κύπρου και εξαγγέλλονται νέες έρευνες και γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ.

Λίγες μόλις μέρες πριν τη διάσκεψη του Βερολίνου ο Ερντογάν ανακοίνωσε επίσημα την πρόθεσή του να θέσει σε ισχύ την παράνομη συμφωνία με τη Λιβύη και να προχωρήσει σε οριοθέτηση θαλάσσιων οικοπέδων και αντίστοιχων παραχωρήσεων σε περιοχές νότια της Κρήτης. Ανακοίνωσε ακόμα την έναρξη θαλάσσιων ερευνών σε περιοχές νότια του Καστελόριζου αγνοώντας επιδεικτικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας.

Γίνεται φανερό ότι με κάθε τρόπο η Άγκυρα επιχειρεί να οδηγήσει τις εξελίξεις σε ένα θερμό επεισόδιο που θα επιτρέψει την έναρξη διαπραγματεύσεων με την Τουρκία σε πλεονεκτική θέση. Στην καλύτερη περίπτωση φιλοδοξεί να οδηγήσει τα πράγματα σε έναν επωφελή για την Άγκυρα διακανονισμό μόνο με την απειλή χρήσης βίας και την εκμετάλλευση των πιέσεων που δέχεται η χώρα από τους δυτικούς «συμμάχους» για ειρηνική επίλυση των διαφορών. Η πολιτική εξευμενισμού και η προθυμία της ελληνικής πολιτικής ελίτ να συμμορφωθεί με τις δυτικές υποδείξεις αποθρασύνουν την Άγκυρα και φέρνουν πιο κοντά μια πολεμική αναμέτρηση, μικρής ή μεγαλύτερης έντασης.

Η Ελλάδα ηχηρά σιωπούσα και απούσα


Οι κυβερνητικοί λεονταρισμοί που ακολούθησαν μετά την αιφνιδιαστική επίσκεψη Χαφτάρ στην Αθήνα δεν μπορούν να κρύψουν τη διπλωματική ήττα που συνιστά η μη παρουσία της χώρας στη διάσκεψη του Βερολίνου. Η ήττα μάλιστα γίνεται πιο ηχηρή μετά την άρνηση της Γερμανίας να κάνει αποδεκτό το επίσημο αίτημα συμμετοχής της ελληνικής κυβέρνησης με το πρόσχημα ότι η Ελλάδα δεν εμπλέκεται στη Λιβυκή κρίση. Παραμένει ακατανόητη η ήπια ελληνική αντίδραση καθώς είναι η μοναδική χώρα της οποίας θίγονται κυριαρχικά δικαιώματα με τη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης και παρόλα αυτά δεν καλείται στη σύσκεψη.

Αποτελεί κακόγουστο αστείο η απειλή για ελληνικό veto μιας και όποια απόφαση της συνδιάσκεψης του Βερολίνου δεν θα τελεί υπό έγκριση από την Ε.Ε. αλλά μια διεθνή συμφωνία που θα ισχύει παρά τις όποιες επιφυλάξεις των Αθηνών. Ο αποκλεισμός της Ελλάδας είναι το φυσικό ακόλουθο μιας πολιτικής οικειοθελούς αποδοχής των υποδείξεων και αντίτιμο της προθυμίας συμμόρφωσης στους Δυτικούς συμμάχους. Η χώρα παραμένει έρμαιο των εξελίξεων αναμένοντας τις αντιδράσεις της Γαλλίας ή των ΗΠΑ έναντι της κοινής πρόθεσης Βερολίνου-Μόσχας να αναβαθμίσουν τον ρόλο τους συντηρώντας την κρίση.

Βερολίνο: Συνδιάσκεψη διαμελισμού της Λιβύης



Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια της Μόσχας για «ειρήνευση» στη Λιβύη και διάσωση του καθεστώτος Σάρατζ τη σκυτάλη αναλαμβάνει το Βερολίνο που στο όνομα ολόκληρης της Ε.Ε καλεί επιλεκτικά τη «διεθνή κοινότητα» πασχίζοντας να ολοκληρώσει το μισοτελειωμένο έργο.

Πρόκειται για την αποθέωση της ευρωπαϊκής υποκρισίας.

Η διάλυση της Λιβύης και η εγκατάλειψή της σε ένα μακρόχρονο εμφύλιο ήταν έργο των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Οι Μ. Βρετανία, Γαλλία, με τη συνέργεια των ΗΠΑ Καναδά και άλλων προθύμων (Δανία, Ισπανία, Νορβηγία κλπ.), φρόντισαν με πυραύλους και βόμβες να διαλύσουν τη χώρα. Εγκατέστησαν τρία κέντρα εξουσίας αναγνωρίζοντας το καθεστώς Σάρατζ ως νόμιμη κυβέρνηση της χώρας. Μοίρασαν τον πλούτο της σε πετρέλαιο και δίχασαν τη χώρα για να νομιμοποιήσουν τη ληστεία.

Και τώρα μπροστά στην ανεξέλεγκτη κατάσταση που διαμορφώνεται «πασχίζουν» για την ειρήνευση. Μοναδικό μέλημά τους η διατήρηση του διχασμού της χώρας και οι εκβιαστικές πιέσεις για διατήρηση των προνομίων τους έστω κι αν οι νέοι συμβιβασμοί απαιτούν την αποδοχή περισσότερων «παικτών» στο παιχνίδι.

Η διάσκεψη της Μόσχας προέβλεπε την ανάδειξη της Ρωσίας σε βασικό νομέα του πλούτου της Λιβύης και τη μετατροπή της Τουρκία από εμπρηστή του εμφύλιου της χώρας, σε εγγυητή της ασφάλειάς της. Θα ήταν πολύ φιλόδοξο να επαναληφθούν τα όσα έγιναν δυνατά στη Συρία και στη Λιβύη χωρίς αντιδράσεις.

Η Γερμανία δεν βλέπει με καλό μάτι τον αποκλεισμό της από τα ενεργειακά σχέδια στη Ν.Α. Μεσόγειο και δεν μπορεί να μείνει απαθής. Οι Γαλλία, Ιταλία και Βρετανία δεν μπορούν να απολέσουν τα προνόμια του παρελθόντος και οι ΗΠΑ αντιδρούν σε μια μεγαλύτερη ενδυνάμωση και επέκταση της επιρροής της Ρωσίας.

Η «συνδιάσκεψη ειρήνης» αποτελεί μια διέξοδο. Με τον όρο ο «αναδασμός» της Λιβύης, σχεδιάζεται η τριχοτόμηση της χώρας, να αναδείξει νέους συσχετισμούς ισχύος και επιρροής σε βάρος των ξεπερασμένων του παρελθόντος.

Οι αντιθέσεις είναι δύσκολο να ξεπερασθούν. Οι ΗΠΑ απαιτούν την αποχώρηση όλων των στρατιωτικών δυνάμεων από τη Λιβύη και την αντικατάστασή τους από «δύναμη του ΟΗΕ», διάβαζε «δική τους». Η Γερμανία πιέζει για συνεργασία Σάρατζ-Χαφτάρ ως προϋπόθεση ενεργής εμπλοκής της στα μελλοντικά αδιέξοδα στη χώρα. Η Μόσχα με προσεκτικά βήματα κατοχυρώνει θέσεις που δεν είχε στο παρελθόν. Και η Τουρκία, έχοντας ήδη αναδειχθεί σε βασικό εμπλεκόμενο παράγοντα στη Λιβύη, διεκδικεί διάσωση των μνημονίων που έχει υπογράψει με το καθεστώς Σάρατζ, γεγονός που της επιτρέπει να πραγματοποιήσει το σχέδιο «Γαλάζια πατρίδα».

Η Ελλάδα αρκείται στον ρόλο που της αναλογεί: Απούσα, πρόθυμη και δεδομένη στους ανταγωνιστικούς σχεδιασμούς των δυτικών «συμμάχων» της.

Παραμένει άγνωστο το πού θα καταλήξει η διάσκεψη του Βερολίνου. Παραμένει βέβαιο ότι το δράμα της Λιβύης θα συνεχιστεί…

Γιατί τέτοια σιωπή για την τουρκική επιθετικότητα;



Το επίσημο πολιτικό προσωπικό επιχειρεί να «εξορκίσει» τις τουρκικές βλέψεις σε Θράκη, Αιγαίο, Κύπρο και Ν.Α. Μεσόγειο μετατρέποντας τη χώρα σε απέραντο Αμερικανο-Νατοϊκο στρατόπεδο. Η επιλογή αυτή δεν έχει περιορίσει στο ελάχιστο τις τουρκικές βλέψεις. Αντίθετα αυξάνει τις πιέσεις για σύναψη διμερούς συμφωνίας με την Άγκυρα ακόμα και σε βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα οδηγεί τη χώρα όλο και πιο βαθειά σε μια σύγκρουση με τη Ρωσία που αποτελεί και την κεντρική μέριμνα των αμερικανικών σχεδιασμών που συνυπογράφει η χώρα.

Έτσι συστηματικά εμπλεκόμαστε σε μια τεράστια κρίση με την πολιτική ελίτ πρόθυμη να συνυπογράψει «επώδυνες λύσεις» και τον απλό κόσμο απόλυτα απροετοίμαστο για τις επερχόμενες γεωπολιτικές κρίσεις.

Από την πλευρά της η Αριστερά, σε όλες τις εκφάνσεις της, αρνείται να αντιληφθεί τον κίνδυνο που συνιστά η Τουρκία για την ειρήνη και τους λαούς της περιοχής. Προσκολλημένη σε στερεότυπα παλαιότερων εποχών δεν μπορεί να κατανοήσει την οικονομική, γεωπολιτική και στρατιωτική αναβάθμιση της Τουρκίας και τον σχεδιασμό της να μετατραπεί σε δύναμη παγκόσμιας ισχύος.

Η Τουρκία σήμερα δεν απειλεί αποκλειστικά και μόνο την Ελλάδα και την Κύπρο. Αμφισβητώντας τη συνθήκη της Λοζάνης επιχειρεί να επαναχαράξει τα σύνορα σε Μ. Ανατολή και Ν.Α. Μεσόγειο με βάση τα δικά της συμφέροντα. Με τον στρατό της κατέχει τη μισή περίπου Κύπρο και αμφισβητώντας την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας θέλει να μετατρέψει ολόκληρο το νησί σε ζώνη κυριαρχίας της. Περικυκλώνει με φρεγάτες την Κύπρο, διεξάγει παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις στο νησί απειλώντας με ένοπλη παρέμβαση σε βάρος ακόμα και της TOTAL–ENI που έχουν συμβάσεις με την Κύπρο. Διατηρεί στρατεύματα στο Ιράκ, έχει εισβάλλει δύο φορές στη Συρία και κατέχει παράνομα εδάφη της απειλώντας ευθέως ότι δεν θα αποχωρήσει. Τροφοδοτεί με εντάσεις τον εμφύλιο στη Λιβύη και ετοιμάζεται να στείλει στρατιωτικές δυνάμεις, πέρα από αυτές που ήδη διαθέτει, στο πλευρό του καταρρέοντος καθεστώτος Σάρατζ στη Λιβύη. Διατηρεί στρατιωτικές βάσεις στο Κατάρ, στο Αζερμπαϊτζάν, στη Σομαλία, στο Κόσοβο, στη Βοσνία, χρησιμοποιεί λιμάνια της Αλβανίας εμπλεκόμενη όλο και πιο δυναμικά στις εξελίξεις στη Βαλκανική.

Συνομιλεί ταυτόχρονα με Ρωσία και ΗΠΑ και εκμεταλλευόμενη τη θέση της αποσπά και από τις δύο «δώρα» και παραχωρήσεις αναγορεύοντας τον εαυτό της σε βασικό γεωπολιτικό παράγοντα σε Μ. Ανατολή, Δυτική Ασία και Β. Αφρική. Εκβιάζει ωμά την Ε.Ε. με τις προσφυγικές ροές και καταφέρνει να κερδίζει σημαντικές οικονομικές και στρατιωτικές συνεργασίες με όλες ανεξαίρετα τις ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες. Παριστάνει τον προστάτη του μουσουλμανικού στοιχείου σε Μ. Ανατολή και Β. Αφρική και αναγορεύεται σε «σύμμαχο» σημαντικών κινημάτων της περιοχής.

Πίσω από αυτή την ενεργητική στάση κρύβεται η πρόθεση της να μετατραπεί σε παγκόσμια δύναμη μην διστάζοντας να οδηγήσει σε ανάφλεξη ολόκληρη την περιοχή.

Με αυτή την έννοια η Τουρκία μετατρέπεται, μαζί με τις ΗΠΑ και όχι κατ’ ανάγκη με συμπληρωματικό ρόλο, σε έναν ακόμα εμπρηστή του πολέμου στην περιοχή. Η ανάδειξή της σε αυτό το ρόλο δεν είναι συγκυριακή αλλά αποτελεί πια γεωπολιτική σταθερά.

Από εκεί απορρέει η ανάγκη μιας σύγχρονης νοηματοδότησης του αντιιμπεριαλισμού που θα προσανατολίζει τη συνεργασία των λαών της περιοχής που αγωνίζονται για την ειρήνη και την κοινωνική χειραφέτηση.

Πηγή: e-dromos.gr



Σπύρος Παναγιώτου: Σχετικά με τον Συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου