Μαργαρίτα Ικαρίου
Ξυπνούν ή κοιμούνται; Δεν ξέρουν πια. Σα να βυθίζονται στην ανυπαρξία, μόνο που όλο αυτό έχει πόνο, πολύ πόνο. Σκληρό πάλλευκο φως διαπερνά τα βαθουλωμένα κλειστά βλέφαρα. Ήχοι αναπνευστήρα και ιατρικών μηχανημάτων, ο αδύναμος χτύπος της καρδιάς, η διασωλήνωση, η φωνή που δε λέει να βγει, οροί και ενδοφλέβιες. Σκηνικό απομόνωσης, σαν από ταινία τρόμου ή της πιο νοσηρής επιστημονικής φαντασίας. Ένας μοχθηρός, απροσπέλαστος εχθρό και μια διαρκής μάχη για όλη την ανθρωπότητα που βιώνει τον αόρατο εφιάλτη, σε πολλά κύματα.
Άνθρωποι δικοί μας, της διπλανής πόρτας, συγγενείς και φίλοι. Αντί για πουπουλένιο μαξιλάρι, προσκέφαλό τους έχουν τον πόνο. Γιγαντώνεται τις νύχτες, γεμίζει ίδρωτα τα λευκά σεντόνια, τραβά το κορμί απ’ την ψυχή σαν αόρατος Πιτυοκάμπτης.
Μια αχτίδα σπάει σε χίλια φωτεινά περάσματα, περνώντας απ το τζάμι της μονάδας εντατικής θεραπείας. Αντανακλά στο λευκό μέταλλο του κρεβατιού που πολλών δ′ ανθρώπων νόον έγνω. Τραβάει άναρχες κίτρινες χαρακιές στο πολυκοιταγμένο ταβάνι κι αναπηδά σε φιάλες οξυγόνου κι αναπνευστήρες.
Το οξυγόνο ασφυκτιά στην πολύβουη πόλη να ξεμυτίσει απ τα ισχνά δεντράκια της αλέας. Ένα θρόισμα εδώ, μια ανάσα άνθησης εκεί, λίγο χρώμα ανάμεσα σε κτίρια λευκά, του πόνου αποθήκες. Η μέρα ριγά σα γατάκι στου φθινοπωρινού ανέμου το χάδι και κάτι αλητοπερίστερα της πλατείας, ψιθυριστά κουτσομπολεύουν τον διάχυτο στους ανθρώπους φόβο.
Μεθοδικά έχει χτίσει τα αόρατα δίχτυα του στις καρδιές ο φόβος. Σαν αράχνη σιχαμερή που έπεσε πάνω στην ανθρωπότητα και κόβει δαγκωνιές κάτω απ τα πουκάμισα, μέσα στους πνεύμονες, με χνουδωτές αποκρουστικές δαγκάνες. Και μόλις πάει να ανακοπεί το ανατριχιαστικό της δάγκωμα, ξεπηδούν κι άλλες, κι άλλες, κι άλλες, κατά κύματα. Πότε με τρόπο απρόσμενο και πότε με αναπόδραστο.
Για τους ανθρώπους που ’χουν τον πόνο προσκεφάλι, οι ειδήσεις των οκτώ ελάχιστη σημασία έχουν πια. Του Ερντογάν τα τρεμάμενα βήματα και της Κυβέρνησης οι συμμαχικές καντρίλιες. Η διαρκής τσιγκολελέτα ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, η οικονομία που φυλλορροεί, η επιχειρηματικότητα που φθίνει. Οι έλεγχοι επί ελέγχων στους χώρους εστίασης, μη και βρεθεί ο «παραβάτης» που θα πάει για καφέ χωρίς πιστοποιητικό εμβολιασμού. Αντίθετα, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, σαρδελοποιημένα μπουλούκια οι άνθρωποι που μάχονται για τον επιούσιο.
Το δικό τους αγώνα δίνουν νυχθημερόν οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων, με αυταπάρνηση και με σεβασμό σε εκείνον -τον δεσμευτικό για τους έντιμους- όρκο στον Ιπποκράτη. Κακοαμειβόμενοι, στη σέντρα μονίμως από όλους τους ανίατα ανεύθυνους υπουργούς υγείας, με τα… «χειροκροτήματα» ως τραγική ειρωνεία, αντί κλεινών, εφοδίων, πληρέστερης οργάνωσης των αποδομημένων επί μακρόν νοσηλευτικών ιδρυμάτων.
Εκ των υστέρων, ευχολόγια και υποσχέσεις. Επί της ουσίας, το ελληνικό φιλότιμο είναι αυτό που έρχεται να καλύψει την απουσία του κρατικού μηχανισμού, επί δεκαετίες…
Για κείνους που έχασαν τη μάχη, ο δρόμος προς την ανυπαρξία, γυρισμό δεν έχει. Για κείνους που παλεύουν ολομόναχοι με τον πόνο για προσκεφάλι και το θάνατο να ελλοχεύει, ο αχός του δρόμου κι η ξεχασμένη γεύση του καφέ, το φως της επόμενης μέρας και οι στάλες της πάχνης, το χέρι ενός δικού τους προσώπου και ένα γέλιο που ξεφεύγει αναπάντεχα μέσα στον τρόμο που έχει επικαθήσει στη χώρα, είναι η πιο δυνατή τους πεθυμιά…
Γύρω τους, όλοι εμείς συνεχίζουμε να αγκομαχούμε, να τσακωνόμαστε σε αδιέξοδες λεωφόρους και αοριστολογικές ατραπούς, να αναζητούμε απάγκιο από τα προβλήματα της καθημερινότητας, να απομονωνόμαστε υπό το φόβο της μετάδοσης. Να παραμερίζουμε τα ουσιώδη και να διαγκωνιζόμαστε για τα σκιώδη, να παροδηγούμεθα και να ποδηγετούμεθα.
Για κείνους όμως που τον πόνο έχουν για μόνο προσκεφάλι, ακόμη και η ανάσα που κοχλάζει να βγει, «ζωή» λογίζεται!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου