Λιάνα Κανέλλη
Προσπαθώ να το αποφύγω. Είμαι άλλωστε της άποψης ότι στις τηλεοράσεις και τα κοινωνικά δίκτυα οι λεπτομέρειες επί του απεχθούς το κάνουν ειδεχθέστερο. Δεν μπορώ, γιατί οι ρόλοι των διεστραμμένων έχουν περιβληθεί και θεσμικό τύπο στο …αστικό κράτος, που κατασκεύασε και υπουργείο με τον βαρύγδουπα υποκριτικό τίτλο: «υπουργείο κοινωνικής συνοχής και οικογένειας». Και να μη θέλω καθίσταται υποχρεωτικό, αφού παντού μιλούν, γράφουν, τσακώνονται, θολώνουν, αποκαλύπτουν ακατανόμαστες πράξεις γονιών προς παιδιά με πρωταγωνιστή τον αστυνομικό της Βουλής. Κι εγώ είμαι βουλευτής. Βουλεύτρια. Βουλευτίνα, κι όπως τέλος πάντων το ιδεολογικό φραστικό καραγκιοζιλίκι κορδώνεται ότι αναβιβάζει το γυναικείο φύλο. Και να μη θέλω δεν μπορεί να μην είναι επιβαρυντικά του όποιου εγκλήματος αποδειχθεί, αφού έχουν ανατριχιάσει, αηδιάσει και τρομάξει τεράστιος αριθμός πολιτών – καταναλωτών πληροφορίας, το γεγονός ότι μιλάμε για μάνα και πατέρα αστυνομικούς! Με πέντε παιδιά και το έκτο σε αναμονή. Φρέσκια σάρκα παιδική, βορά σε κάθε λογιών λύκους, οικόσιτους, συγγενικούς, ξενότερους, αιμοβόρους, θεατές. Στο κάτω κάτω της γραφής κάθε Δεκέμβρη ανοίγει πάντα η συζήτηση για τα παιδιά, για τα παιχνίδια, για το θείο βρέφος, και το φτωχό βρέφος της περιστασιακής άμβλυνσης της ενοχής με φιλανθρωπίες και χορηγικά μελομακάρονα. Είναι βλέπετε, σύντροφοι, κι αυτή η ρημάδα λέξη της μόδας, η ενσυναίσθηση, που δυστυχώς συγκρούεται με το θεσμοθετημένο σάπιο ενός συστήματος που αντί να την καλλιεργεί ως πολιτισμικό χαρακτηριστικό, την εμπορεύεται ασυστόλως, συχνά για να επιβάλλει ως κατανοητές ακατανόητες συμπεριφορές.
Εστω κι έτσι ο αστυνομικός, η αστυνομικός, πατήρ και μήτηρ, έχουν εκπαιδευτεί και ειδικώς και αλλιώς από τον λεγόμενο μέσο πολίτη. Δεν έχουν κρυφή ζωή, αλλά φανερή ινσταγκραμική. Δεν ζούνε στα βουνά μόνο με ζώα συντροφιά. Τα παιδιά πάνε σχολείο, όπως πάει το αυτοκίνητο στο συνεργείο. Ενα γράφει το δύστυχο έκθεση όπου περιγράφει τι τραβάει, η δασκάλα φωνάζει τη μαμά, που τη βεβαιώνει με τη σειρά της ότι δεν πρέπει να ανησυχεί, η φαντασία φταίει του παιδιού για τα βασανιστήρια του κειμένου. Αστυνομικοί άνθρωποι, κάτι θα ξέρουν παραπάνω αυτοί που πιάνουν τους κακούς, λέει η δασκάλα και κοιμάται ήσυχη σ’ ένα σχολείο που δεν έχει ψυχολόγο, καμιά διαδρομή για να περισωθεί και η καλύτερη δασκάλα του κόσμου ή να απομακρυνθεί η ακατάλληλη. Οι μπάτσοι τα ξέρουν όλα. Και κυρίως το κακό. Σ’ ένα σύστημα που επιλεκτικά μόνο το… εσωτερικών υποθέσεων της αστυνομίας εντοπίζει και κρίνει τον… σπανίως κακό αστυνομικό. Μιλάμε για τέτοια σαπίλα που ένστολη μαμά δεν πάει το «θέμα» της ούτε στο εσωτερικών. Γιατί εδώ που τα λέμε, άμα η πράξη δεν έχει χρήμα, ποιος τη λογαριάζει για έγκλημα.
Κανονικά θα ‘πρεπε όλο αυτό το αμάρτημα της μητρός, του πατρός και του είδους αστυνομικός να έχει προξενήσει θαλασσοταραχή αν όχι τρικυμία σε αστυνομία, εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και Βουλή, που να με πάρει στο πρώτο εικοσιτετράωρο απ’ όποιο ψυχομετρικό τεστ κι αν περάσουν αυτή τη στιγμή οι θεσμοί θα κοπούν. Οπως κόπηκε κι η ζωή των παιδιών πριν ξεκινήσει, πόσο μάλλον που σε μια τυχόν επιστημονικώς αποδεδειγμένη ψυχιατρική εκδοχή, και όχι άλλοθι, θα πρέπει να ζήσουν μ’ αυτό το μιντιακό επαναβιασμό έως τη στιγμή που θα δεήσει να αποφανθεί η δικαιοσύνη.
Χαλάει το κύκλωμα του νου. Στρεβλώνεται. Σε κάνει να αναθεματίζεις εύκολα και να δρας δύσκολα. Σ’ έναν καθιερωμένο θρίαμβο του προθέματος παρά που έχουμε συνηθίσει. Παραπολιτικό. Παραδικαστικό. Παραθρησκευτικό. Παράλογο. Παράλογο. Παράλογο την τύχη μου μέσα! Αυτόν τον καιρό που το χαρτοπαίγνιο των εδρών οργιάζει, ο Αστυνομικός της Βουλής μπορεί να αντιμετωπίζεται ως τυχαίος μπαλαντέρ του θεσμικού παιγνίου, εθνοπατέρες και εθνομητέρες μου; Ισως ν’ απαντάει το λεξικό της Οξφόρδης -πάντα οι Αγγλοι ήξεραν να βάζουνε φιτίλια ακόμα και με λέξεις- που ανακήρυξε λέξη – όρο της χρονιάς το «brain rot», πρόχειρα το μετέφρασαν «σήψη του μυαλού». Είπαν πως η αφοσίωση εμμονικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιφέρει αυτό το σαπιομυάλισμα. Και να στο λένε αυτοί όλοι που βγάζουν λεφτά απ’ τη μετατροπή του νου σ’ οθόνη και τηλεκοντρόλ του οποιανού.
Η ολομέτωπη επίθεση των ημερών φέρνει το σάπιο σύστημα να θέλει να μας σαπίσει και το μυαλό, κυρίως εκεί στη ρίζα της διαμόρφωσης κριτικής ικανότητας, κι επομένως επιλογής στάσης ζωής. Κανένας Αγιος Βασίλης δεν θα φέρει δώρο αντίδοτο στο δηλητήριο. Και χωρίς παιδιά αύριο δεν έχει. Γιατί αν είναι δικά μας για να μπορούμε να τα κάνουμε ό,τι θέλουμε, τότε έχουμε ήδη αποκτηνωθεί προ της εμφανίσεως του όρου. Καλές γιορτές λοιπόν, υποκειμενικά κρινόμενες ως τέτοιες.
Προσπαθώ να το αποφύγω. Είμαι άλλωστε της άποψης ότι στις τηλεοράσεις και τα κοινωνικά δίκτυα οι λεπτομέρειες επί του απεχθούς το κάνουν ειδεχθέστερο. Δεν μπορώ, γιατί οι ρόλοι των διεστραμμένων έχουν περιβληθεί και θεσμικό τύπο στο …αστικό κράτος, που κατασκεύασε και υπουργείο με τον βαρύγδουπα υποκριτικό τίτλο: «υπουργείο κοινωνικής συνοχής και οικογένειας». Και να μη θέλω καθίσταται υποχρεωτικό, αφού παντού μιλούν, γράφουν, τσακώνονται, θολώνουν, αποκαλύπτουν ακατανόμαστες πράξεις γονιών προς παιδιά με πρωταγωνιστή τον αστυνομικό της Βουλής. Κι εγώ είμαι βουλευτής. Βουλεύτρια. Βουλευτίνα, κι όπως τέλος πάντων το ιδεολογικό φραστικό καραγκιοζιλίκι κορδώνεται ότι αναβιβάζει το γυναικείο φύλο. Και να μη θέλω δεν μπορεί να μην είναι επιβαρυντικά του όποιου εγκλήματος αποδειχθεί, αφού έχουν ανατριχιάσει, αηδιάσει και τρομάξει τεράστιος αριθμός πολιτών – καταναλωτών πληροφορίας, το γεγονός ότι μιλάμε για μάνα και πατέρα αστυνομικούς! Με πέντε παιδιά και το έκτο σε αναμονή. Φρέσκια σάρκα παιδική, βορά σε κάθε λογιών λύκους, οικόσιτους, συγγενικούς, ξενότερους, αιμοβόρους, θεατές. Στο κάτω κάτω της γραφής κάθε Δεκέμβρη ανοίγει πάντα η συζήτηση για τα παιδιά, για τα παιχνίδια, για το θείο βρέφος, και το φτωχό βρέφος της περιστασιακής άμβλυνσης της ενοχής με φιλανθρωπίες και χορηγικά μελομακάρονα. Είναι βλέπετε, σύντροφοι, κι αυτή η ρημάδα λέξη της μόδας, η ενσυναίσθηση, που δυστυχώς συγκρούεται με το θεσμοθετημένο σάπιο ενός συστήματος που αντί να την καλλιεργεί ως πολιτισμικό χαρακτηριστικό, την εμπορεύεται ασυστόλως, συχνά για να επιβάλλει ως κατανοητές ακατανόητες συμπεριφορές.
Εστω κι έτσι ο αστυνομικός, η αστυνομικός, πατήρ και μήτηρ, έχουν εκπαιδευτεί και ειδικώς και αλλιώς από τον λεγόμενο μέσο πολίτη. Δεν έχουν κρυφή ζωή, αλλά φανερή ινσταγκραμική. Δεν ζούνε στα βουνά μόνο με ζώα συντροφιά. Τα παιδιά πάνε σχολείο, όπως πάει το αυτοκίνητο στο συνεργείο. Ενα γράφει το δύστυχο έκθεση όπου περιγράφει τι τραβάει, η δασκάλα φωνάζει τη μαμά, που τη βεβαιώνει με τη σειρά της ότι δεν πρέπει να ανησυχεί, η φαντασία φταίει του παιδιού για τα βασανιστήρια του κειμένου. Αστυνομικοί άνθρωποι, κάτι θα ξέρουν παραπάνω αυτοί που πιάνουν τους κακούς, λέει η δασκάλα και κοιμάται ήσυχη σ’ ένα σχολείο που δεν έχει ψυχολόγο, καμιά διαδρομή για να περισωθεί και η καλύτερη δασκάλα του κόσμου ή να απομακρυνθεί η ακατάλληλη. Οι μπάτσοι τα ξέρουν όλα. Και κυρίως το κακό. Σ’ ένα σύστημα που επιλεκτικά μόνο το… εσωτερικών υποθέσεων της αστυνομίας εντοπίζει και κρίνει τον… σπανίως κακό αστυνομικό. Μιλάμε για τέτοια σαπίλα που ένστολη μαμά δεν πάει το «θέμα» της ούτε στο εσωτερικών. Γιατί εδώ που τα λέμε, άμα η πράξη δεν έχει χρήμα, ποιος τη λογαριάζει για έγκλημα.
Κανονικά θα ‘πρεπε όλο αυτό το αμάρτημα της μητρός, του πατρός και του είδους αστυνομικός να έχει προξενήσει θαλασσοταραχή αν όχι τρικυμία σε αστυνομία, εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και Βουλή, που να με πάρει στο πρώτο εικοσιτετράωρο απ’ όποιο ψυχομετρικό τεστ κι αν περάσουν αυτή τη στιγμή οι θεσμοί θα κοπούν. Οπως κόπηκε κι η ζωή των παιδιών πριν ξεκινήσει, πόσο μάλλον που σε μια τυχόν επιστημονικώς αποδεδειγμένη ψυχιατρική εκδοχή, και όχι άλλοθι, θα πρέπει να ζήσουν μ’ αυτό το μιντιακό επαναβιασμό έως τη στιγμή που θα δεήσει να αποφανθεί η δικαιοσύνη.
Χαλάει το κύκλωμα του νου. Στρεβλώνεται. Σε κάνει να αναθεματίζεις εύκολα και να δρας δύσκολα. Σ’ έναν καθιερωμένο θρίαμβο του προθέματος παρά που έχουμε συνηθίσει. Παραπολιτικό. Παραδικαστικό. Παραθρησκευτικό. Παράλογο. Παράλογο. Παράλογο την τύχη μου μέσα! Αυτόν τον καιρό που το χαρτοπαίγνιο των εδρών οργιάζει, ο Αστυνομικός της Βουλής μπορεί να αντιμετωπίζεται ως τυχαίος μπαλαντέρ του θεσμικού παιγνίου, εθνοπατέρες και εθνομητέρες μου; Ισως ν’ απαντάει το λεξικό της Οξφόρδης -πάντα οι Αγγλοι ήξεραν να βάζουνε φιτίλια ακόμα και με λέξεις- που ανακήρυξε λέξη – όρο της χρονιάς το «brain rot», πρόχειρα το μετέφρασαν «σήψη του μυαλού». Είπαν πως η αφοσίωση εμμονικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιφέρει αυτό το σαπιομυάλισμα. Και να στο λένε αυτοί όλοι που βγάζουν λεφτά απ’ τη μετατροπή του νου σ’ οθόνη και τηλεκοντρόλ του οποιανού.
Η ολομέτωπη επίθεση των ημερών φέρνει το σάπιο σύστημα να θέλει να μας σαπίσει και το μυαλό, κυρίως εκεί στη ρίζα της διαμόρφωσης κριτικής ικανότητας, κι επομένως επιλογής στάσης ζωής. Κανένας Αγιος Βασίλης δεν θα φέρει δώρο αντίδοτο στο δηλητήριο. Και χωρίς παιδιά αύριο δεν έχει. Γιατί αν είναι δικά μας για να μπορούμε να τα κάνουμε ό,τι θέλουμε, τότε έχουμε ήδη αποκτηνωθεί προ της εμφανίσεως του όρου. Καλές γιορτές λοιπόν, υποκειμενικά κρινόμενες ως τέτοιες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου