Της Μαρίας Στρινγκου
Έπιασε αγέρας διαβολεμένος.
Καιρός ήταν θα μου πεις, χειμώνιασε. Κοίτα, μέχρι να το καλοσκεφτείς, ήρθανε τα Χριστούγεννα. Οι περισσότερο απελπισμένοι ήδη φορτώσανε τα μπαλκόνια τους με επιπλέον φωτισμό. Μακριά από μας η μιζέρια! Μακριά από μας η θλίψη των ημερών! Μακριά από μας η αγωνία του αύριο!
Αυτή σε διαλύει, σε αποδυναμώνει. Σε σκοτώνει μαλάκα!
Όχι, δεν θέλω να πεθάνω. Όχι κι εγώ.
Παραξενεύεστε ε; Το κοριτσάκι που πέθανε χτες απ’ τις αναθυμιάσεις του φονικού μαγκαλιού δεν ήταν το μοναδικό θύμα της κρίσης. Και πέρσι με τον ίδιο τρόπο δεν πέθαναν δυο φοιτητές στη Λάρισσα;
Η γυναίκα που πνίγηκε απ’ την κακοκαιρία δεν ήταν η μοναδική.
Ο τάδε που αυτοκτόνησε δεν ήταν ο μοναδικός.
Σε λίγο πια θα λέμε κάθε γειτονιά και τον αυτόχειρά της. Κάθε σπίτι και την αυτοκτονία του.
Θα καμαρώνουμε – κρυφά, πάντα κρυφά – πως κι εμείς συνεισφέραμε στον αγώνα κατά της κρίσης. Είχαμε κι εμείς τον δικό μας τρελό που αυτοκτόνησε. Τον ευαίσθητο, τον ιδιαίτερο πες.
Στις 6 του Δεκέμβρη συμπληρώνονται πέντε χρόνια απ’ την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου.
Πορείες προετοιμάζονται και εκδηλώσεις. Μα δεν ήταν μόνο αυτός το θύμα της κρατικής βίας. Αρχίστε να μετράτε θύματα. Κι αν σας τρομάζουν οι σκοτωμένοι πηγαίντε μέχρι τον καθρέφτη σας και ρίξτε μια ματιά.
Μαλάκα να ένα θύμα! Όπως Λόλα να ένα μήλο.
Εκπέσαμε του Παραδείσου αδέρφια. Ξυπνάτε!
Κατέβασα ήδη τα στολίδια απ’ το πατάρι. Έστησα το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Τι μου κάνεις τώρα μωρέ; Δεν θέλω να διαβάζω δυσάρεστα μέρες που είναι. Φοβάμαι, φοβάμαι μήπως δεν προλάβω να ζήσω το σήμερα.
Άσε με να χαρώ.
Η μέσα φωνή έχει δύο τόνους. Έναν ήρεμο προβαρισμένο κι έναν στριγκό του πανικού. Κρυώνω και σήμερα. Κρυώνω πολύ σου λέω. Και δεν είναι η θέρμανση που μου λείπει.
Είναι η ελπίδα πως θα αλλάξω ζωή.
Είναι η πεποίθηση πως σύντομα κι εγώ δε θα έχω ζωή για να ξοδέψω στις μικρές χαρές που δικαιούμαι.
Γιατί στις μέρες μας και το ελάχιστο δικαίωμα μεταμορφώθηκε σε τεκμήριο και φορολογείται ακριβά.
Με αίμα σύντροφοι. Με το αίμα μας.
Έπιασε αγέρας διαβολεμένος.
Καιρός ήταν θα μου πεις, χειμώνιασε. Κοίτα, μέχρι να το καλοσκεφτείς, ήρθανε τα Χριστούγεννα. Οι περισσότερο απελπισμένοι ήδη φορτώσανε τα μπαλκόνια τους με επιπλέον φωτισμό. Μακριά από μας η μιζέρια! Μακριά από μας η θλίψη των ημερών! Μακριά από μας η αγωνία του αύριο!
Αυτή σε διαλύει, σε αποδυναμώνει. Σε σκοτώνει μαλάκα!
Όχι, δεν θέλω να πεθάνω. Όχι κι εγώ.
Παραξενεύεστε ε; Το κοριτσάκι που πέθανε χτες απ’ τις αναθυμιάσεις του φονικού μαγκαλιού δεν ήταν το μοναδικό θύμα της κρίσης. Και πέρσι με τον ίδιο τρόπο δεν πέθαναν δυο φοιτητές στη Λάρισσα;
Η γυναίκα που πνίγηκε απ’ την κακοκαιρία δεν ήταν η μοναδική.
Ο τάδε που αυτοκτόνησε δεν ήταν ο μοναδικός.
Σε λίγο πια θα λέμε κάθε γειτονιά και τον αυτόχειρά της. Κάθε σπίτι και την αυτοκτονία του.
Θα καμαρώνουμε – κρυφά, πάντα κρυφά – πως κι εμείς συνεισφέραμε στον αγώνα κατά της κρίσης. Είχαμε κι εμείς τον δικό μας τρελό που αυτοκτόνησε. Τον ευαίσθητο, τον ιδιαίτερο πες.
Στις 6 του Δεκέμβρη συμπληρώνονται πέντε χρόνια απ’ την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου.
Πορείες προετοιμάζονται και εκδηλώσεις. Μα δεν ήταν μόνο αυτός το θύμα της κρατικής βίας. Αρχίστε να μετράτε θύματα. Κι αν σας τρομάζουν οι σκοτωμένοι πηγαίντε μέχρι τον καθρέφτη σας και ρίξτε μια ματιά.
Μαλάκα να ένα θύμα! Όπως Λόλα να ένα μήλο.
Εκπέσαμε του Παραδείσου αδέρφια. Ξυπνάτε!
Κατέβασα ήδη τα στολίδια απ’ το πατάρι. Έστησα το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Τι μου κάνεις τώρα μωρέ; Δεν θέλω να διαβάζω δυσάρεστα μέρες που είναι. Φοβάμαι, φοβάμαι μήπως δεν προλάβω να ζήσω το σήμερα.
Άσε με να χαρώ.
Η μέσα φωνή έχει δύο τόνους. Έναν ήρεμο προβαρισμένο κι έναν στριγκό του πανικού. Κρυώνω και σήμερα. Κρυώνω πολύ σου λέω. Και δεν είναι η θέρμανση που μου λείπει.
Είναι η ελπίδα πως θα αλλάξω ζωή.
Είναι η πεποίθηση πως σύντομα κι εγώ δε θα έχω ζωή για να ξοδέψω στις μικρές χαρές που δικαιούμαι.
Γιατί στις μέρες μας και το ελάχιστο δικαίωμα μεταμορφώθηκε σε τεκμήριο και φορολογείται ακριβά.
Με αίμα σύντροφοι. Με το αίμα μας.