Σπύρος Μαρκέτος
Tο πρώτο μέρος του άρθρου αυτού δημοσιεύτηκε συντετμημένο στην εφημερίδα Πριν της 6ης Σεπτέμβρη 2015
Δυστυχώς δυο συνιστώσες της Ανταρσύας αποχώρησαν για να ενταχθούν στη Λαϊκή Ενότητα. Χειρότερο και από έγκλημα, έλεγε ο Ταλλεϋράνδος, είναι λάθος. Τα κίνητρά τους είναι φυσικά τα καλύτερα, και στους καιρούς που ζούμε οι αναπόφευκτες διαφορές πολιτικής εκτίμησης βάζουν σε διαφορετικές τροχιές ανθρώπους που έχουν στην καρδιά τους τα ίδια πράγματα. Στον ίδιο αγώνα μένουμε, και είμαι βέβαιος ότι θα συνεχίσουμε να δείχνουμε μεταξύ μας την αυτονόητη συντροφικότητα, έστω και από διαφορετικές επάλξεις. Ωστόσο οι κρίσιμες στιγμές που ζούμε μας επιβάλλουν να ψάχνουμε, ή μάλλον να βασανίζουμε, και κατά κανόνα και να λέμε, την αλήθεια.
Η αποχώρηση της Αραν και της Αρας αλλάζει το χαρακτήρα του σχηματισμού μας, και μέσα στον πυκνό πολιτικό χρόνο των ημερών πρέπει ν’ αποφασίσουμε τα βασικά στοιχεία της νέας Ανταρσύας. Πιστεύω πως αν κάνουμε τις κατάλληλες κινήσεις η αντικαπιταλιστική αριστερά θα βγει ενισχυμένη από αυτή την σοβαρή κρίση. Αν πάλι κλείσουμε τα μάτια μας ή πάρουμε λάθος αποφάσεις, τότε μπαίνουμε σε δρόμο μαρασμού και διάλυσης. Θέλοντας και μη αναλαμβάνουμε λοιπόν όλοι και όλες τις ευθύνες μας. Και αν αξιώνουμε να μείνουμε αξιόπιστος πολιτικός παράγοντας, τότε θα πρέπει ν’ απαντήσουμε όχι στα ερωτήματα που μας αρέσουν ούτε σε κείνα που μας είναι πιο εύκολα, αλλά σε κείνα που αμείλικτα μας θέτει η συγκυρία.
Δυο λόγια πρώτα πρώτα για τον κόσμο που αποχώρησε. Θεωρώ φαιδρή και διόλου σοβαρή την ιδέα, που ακούστηκε, να κατέβουν τώρα εκλογικά με άλλο σχηματισμό και να επιστρέψουν σύντομα στην Ανταρσύα. Δυστυχώς οι δρόμοι μας τώρα χωρίζουν με δική τους επιλογή, και μακάρι κάποτε να ξανασμίξουν. Διαλύουν κάτι που μαζί φτιάξαμε με πόνο και μόχθο και θυσίες τα έξη τελευταία χρόνια, ίσως νομίζοντας ότι ο γείτονας θα τους περάσει βέρα και δεν τους θέλει για one night stand. Ωστόσο το πολιτικό του σχέδιο, όπως δείχνουν αυτά που κάνει μάλλον παρά αυτά που λέει, είναι διαφορετικό από το δικό μας.
Στην πραγματικοτητα το πολιτικό σχέδιο της ΛαΕ, να φτιάξει ένα μεταρρυθμιστικό πατριωτικό μέτωπο με προοπτική αύριο κυβερνητικής εξουσίας, μόνο σε ρόλο διακόσμησης, ή άλλοθι, χωρά αντικαπιταλιστικές συνιστώσες. Χρειάζεται δηλαδή κάποιους που θα παίξουν στη Λαϊκή Ενότητα το ρόλο που έπαιζε η Αριστερή Πλατφόρμα στον Σύριζα. Η πορεία της φυσικά δεν είναι προδιαγεγραμμένη, κι ευτυχώς δεν ελέγχεται συνολικά από τους επικεφαλής της, αλλά για την ώρα το ρυθμό τον δίνουν αυτοί. Και πρέπει να παρατηρήσουμε ότι θα είχε κάνει πολύ διαφορετικές κινήσεις όλον αυτό τον καιρό αν επιδίωκε όχι τη δική της κυριαρχία στ’ αριστερά του Σύριζα, αλλά την όσο το δυνατόν ισχυρότερη δόμηση και παρουσία συνολικά της αριστεράς. Και κυρίως, τότε, αντί να κλείνει χωριστά ραντεβού με κομάτια της Ανταρσύας, θα είχε μπει μαζί μας σε διάλογο κεντρικά και καθαρά. Και τότε όλοι και όλες μαζί, ιδανικά όλος ο χώρος από την αναρχία και την Ανταρσύα ως τη ΛαΕ, θ’ αντιμετωπίζαμε από πολύ καλύτερη θέση, από κοινού, την προδοσία της κλίκας Τσίπρα.
Πιστεύω πως η διάσπαση της Ανταρσύας δεν ήταν μια δυσάρεστη αλλ’ αναπόφευκτη παράπλευρη απώλεια στην προσπάθεια να εφαρμοστεί αυτό το σχέδιο, αλλά ένας από τους βασικούς επιμέρους στόχους του, που επιτευχθηκε εξαιρετικά εύκολα χάρη στη σπουδή που έδειξαν οι ηγεσίες της Αράν και της Αράς. Ήρθε προεκλογικά για ν’ ανακόψει την ισχυρή δυναμική της Ανταρσύας στα κινήματα και στην εκλογική μάχη. Η ηγεσία της ΛαΕ ελπίζει εξασθενώντας την Ανταρσύα να ηγεμονεύσει στο χώρο αριστερά του Σύριζα και να επιβάλει πιο αργούς ρυθμούς και μετριοπαθείς στόχους στη λαϊκή αμφισβήτηση του Τρίτου Μνημόνιου. Ώστε η ενδεχόμενη κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση να στηρίξει τώρα την άνοδο της ΛαΕ, όπως είχε νωρίτερα στηρίξει την άνοδο του Σύριζα, και να την αναδείξει ρυθμιστή του παιχνιδιού στην επόμενη φάση, αν αύριο η κλιμάκωση της κοινωνικής πόλωσης και της οικονομικής κρίσης απειλήσει τη μνημονιακή κυβέρνηση όπου θα συμμετέχει ο Σύριζα.
Μάλιστα οι κανόνες του παιχνιδιού δεν αποκλείουν την ενδεχόμενη επαναπροσέγγιση Τσίπρα και Λαφαζάνη. Οι οποίοι αξίζει να προσέξουμε ότι δεν αντάλλαξαν ποτέ βαρείς χαρακτηρισμούς ούτε απέκλεισαν τη συμφιλίωσή τους μετά την προδοσία. Ενός παιχνιδιού, με δυο λόγια, στο οποίο η ΛαΕ θα συσπειρώνει την αμφισβήτηση της κυβερνητικής πολιτικής φροντίζοντας να μην τήν ενισχύει αχρείαστα και πάντως να τήν στρέφει σε όσο το δυνατόν πιο ασφαλείς συστημικές ατραπούς, ή μάλλον σε ‘ρεαλιστικές μεταρρυθμίσεις’ όπως θα λέγονται τότε. Προσβλέποντας ν’ ανταμειφθεί με την πανηγυρική προσάρτηση του τσιπρισμού εν καιρώ, όταν το δικό του πρόγραμμα θα έχει πλέον γίνει ανεπίδεκτο εφαρμογής και θα έχει έρθει πλέον και η ώρα της ΛαΕ να κυβερνήσει. Γιατί και η ΛαΕ θέλει να κυβερνήσει, και ξέρει πως τότε θα χρειαστεί συμμάχους. Στα δεξιά της, όχι στ’ αριστερά της. Ίσως νομίζει ότι τον Τσίπρα χρειάζεται μάλλον παρά την Ανταρσύα. Γιατί αύριο να μην τόν χρησιμοποιήσει όπως σήμερα ο Τσίπρας αποκαθιστά τον Κουβέλη; Γιατί να μη δώσει μια νέα ευκαιρία στη στιμένη λεμονόκουπα όταν όλος ο κόσμος θ’ αναζητά μια οποιαδήποτε ελπίδα σταθερότητας μέσα στα ερείπια της μνημονιακής προσαρμογής; Και όταν ακόμη κι εμείς θα τήν προτιμάμε από την εναλλακτική λύση που ήδη ετοιμάζει το πλέγμα εξουσίας, δηλαδή μιας μοντέρνας παραλλαγής του φασισμού;
Ίσως αξίζει λοιπόν να εξετάσουμε μια υπόθεση εργασίας, που θα κριθεί απ’ όσα συμβούν τους ερχόμενους μήνες. Ότι δεν ήταν ούτε άστοχες ούτε λάθος οι πολυσυζητημένες κινήσεις της ηγεσίας της ΛαΕ, όπως η καθυστερημένη αποχώρησή της από τον Σύριζα, καθώς και όλοι οι δισταγμοί και οι αναβολές της μετά το ΟΧΙ και την προδοσία Τσίπρα, αλλά και ακόμη νωρίτερα, σ’ όλους εκείνους τους χαμένους μήνες στους οποίους μολονότι συγκυβερνούσε απέτυχε και η ίδια να επεξεργαστεί εναλλακτικό σχέδιο ρήξης. Όλα αυτά δεν ήταν διόλου αποτέλεσμα της θρυλούμενης δείλιας, ή δήθεν αναποφασιστικότητας, ή λάθος εκτιμήσεων του επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας, όπως θέλουν κάποιες ρηχές εξηγήσεις ψυχολογικού ή συμπτωσιολογικού τύπου. Όχι, όλα αυτά απλώς υπηρετούσαν ένα σχέδιο που έχει βέβαια κοινούς στόχους με το δικό μας, ο Λαφαζάνης φυσικά δεν είναι Τσίπρας, λόγου χάρη από δεκαετίες προωθεί με συνέπεια τον απεγκλωβισμό από τη δικτατορία της ΕΚΤ, αλλά ωστόσο προβλέπει πορείες και σταθμούς πολύ διαφορετικούς από κείνους που επιδιώκουμε εμείς στην Ανταρσύα. Με δυο λόγια ένα ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο που σε συγκεκριμένα ζητήματα συγκλίνει με το δικό μας αντικαπιταλιστικό σχέδιο, αλλά σε άλλα συγκρούεται.
Χονδρικά πρόκειται για ένα σχέδιο με καταβολές στη λογική των σταδίων που είχε κωδικοποιηθεί στις ύστερες ημέρες της Σοβιετικής Ένωσης, και το οποίο θα πρέπει να μελετήσουμε πολύ πιο επισταμένα απ’ όσο έχουμε κάνει μέχρι στιγμής, αλλά πάντως το οποίο, θα έλεγα σε πολύ αδρές γραμμές, επικαλείται μια μορφή εθνικής οικονομικής ανάπτυξης αρκετά παρόμοια με κείνη των ένδοξων δεκαετιών του καπιταλισμού με σοσιαλιστικό όμως πρόσημο, ποντάρει σε κεϋνσιανού τύπου εργαλεία, υποτιμά τη διαλεκτική των ρήξεων και των ασυνεχειών που πολλαπλά ενισχύει ο χρηματιστικοποιημένος κι εγγενώς ασταθής σημερινός καπιταλισμός, και αποδίδει στα κοινωνικά κινήματα και στην αυτενέργεια και την αλληλεγγύη των ‘από κάτω’ ρόλο μικρότερο από κείνο που τούς αναλογεί. Με αποτέλεσμα να παραμερίζει ζητήματα μαζικής κινητοποίησης και δημοκρατικής αυτοοργάνωσης.
Φυσικά το σχέδιο δεν δηλώνεται ρητά σε όλες του τις λεπτομέρειες, όπως αναπόφευκτα συμβαίνει με όλα τα πολιτικά σχέδια. Αποσπώντας από την Ανταρσύα πάντως την Αράν και την Αράς έπληξε το δικό μας σχέδιο, ώστε να ηγεμονεύσει στην από αριστερά αμφισβήτηση της καπιταλιστικής δομικής προσαρμογής. Δυσάρεστο αυτό, θ’ αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις να μην πετύχει, αλλά επί της ουσίας δεν μπορούμε να τού προσάψουμε πολλά πέρα από το ότι εμείς διαφωνούμε. Τη δουλειά του κάνει, ας κάνουμε κι εμείς τη δική μας. Αν σε κάποιον αξίζει να προσάψουμε κάτι, νομίζω, είναι στις ηγεσίες των τάσεων που, ενώ προσχώρησαν πλέον σ’ αυτό το μεταρρυθμιστικό σχέδιο, ρητορικά εξακολουθούν να επικαλούνται την αντικαπιταλιστική στρατηγική. Ελπίδα πάντως δίνει πως, μολονότι δυο συνιστώσες έφυγαν και, ας μην έχουμε αυταπάτες, ο αποχωρισμός μας είναι συνολικός και όχι μόνον εκλογικός και προσωρινός, πολλά μέλη τους έμειναν να συνεχίσουμε τον κοινό αγώνα στην Ανταρσύα.
Πώς θα το κάνουμε αυτό; Παρακάτω ακολουθούν κάποιες ιδέες, όχι συνολικό σχέδιο· όσον αφορά το συνολικό, αυτό σε μεγάλο βαθμό εξετάστηκε από συντρόφους και συντρόφισες στην πρόσφατη σύνοδο της ΚΣΕ. Εστιάζω στη μετωπική πολιτική της Ανταρσύας γιατί νομίζω ότι τα περασμένα χρόνια δυστυχώς δεν τήν αντιμετωπίσαμε με τη δέουσα συνέπεια, με αποτέλεσμα ν’ αφήσουμε πολύτιμο χώρο στο αντίπαλο σχέδιο, ν’ αυτοπεριθωριοποιηθούμε κι εντέλει να συρθούμε στη σημερινή κρίση. Τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι πιο σοβαρά. Πιστεύω ότι το αν θα επιβιώσει η Ανταρσύα ή όχι θα εξαρτηθεί, μεταξύ άλλων, από το κατά πόσον θα εφαρμόσει σωστή μετωπική πολιτική.
Σε αδρές γραμμές και στρατηγικά μιλώντας, για να μη χαθούμε στις λεπτομέρειες, στις σημερινές συνθήκες χρειάζεται ένα ισχυρό αντικαπιταλιστικό μέτωπο, ευρύτερο της ίδιας της Ανταρσύας, το οποίο σε συνεννόηση, ιδανικά και σ’ εκλογική συμμαχία, μ’ ένα δημοκρατικά οργανωμένο ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό μέτωπο, γιατί μόνη της η Ανταρσύα δεν έχει αρκετή δύναμη, θα φτιάξει ένα ενιαίο μέτωπο της αριστεράς και των εργαζομένων. Καθώς θα βαθαίνουν η κρίση και η πόλωση τούτο το ενιαίο μέτωπο θα επιδιώξει τη μαζική κινητοποίηση, την ανατροπή των αρνητικών σημερινών συσχετισμών δύναμης, την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας, τη ρήξη με Τρόικα και αστούς, τη διάδοση μιας αντισυστημικής εξήγησης της κρίσης, και την εφαρμογή ενός μεταβατικού προγράμματος αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης. Με δυο λόγια να κινητοποιήσει το λαό και, μέσα από τη δική του δράση, να οργανώσει άμεσα την αποφασιστική αναδιανομή του πλούτου από τα πάνω προς τα κάτω, να δώσει ψωμί κι ελευθερία. Όσο ωριμότερα θα είναι τα αντικαπιταλιστικά στοιχεία του μετώπου και όσο καθαρότερη εικόνα έχουμε των αναγκαίων βημάτων που είναι απαραίτητο να κάνουμε, τόσο ασφαλέστερη θα είναι η μετάβαση. Όσο μεγαλύτερες αυταπάτες θα διατηρούν η αριστερά και τα κινήματα σχετικά με τις δυνατότητες μεταρρύθμισης του καπιταλισμού, τόσο περισσότερο θα κινδυνεύουν οι λαϊκές δυνάμεις να ηττηθούν.
Πρέπει να δώσουμε λοιπόν καθαρές απαντήσεις στα ερωτήματα της μετάβασης, στη δρομολόγηση της εξόδου από την καπιταλιστική βαρβαρότητα. Πρώτα πρώτα μπορεί να γίνει σε μια μόνο χώρα; Σίγουρα όχι, οπωσδήποτε χρειάζεται διεθνιστικός αγώνας για να επικρατήσει σε περιφερειακή τουλάχιστον κλίμακα, αλλά και πάλι αναπόφευκτα από τη μια ή την άλλη χώρα θα ξεκινήσει, και δεν είναι απίθανο μια τέτοια χώρα να είναι, στις σημερινές συνθήκες, η Ελλάδα. Για αυτό ακριβώς αγωνιζόμαστε. Το προνομιακό πλαίσιο λοιπόν της παρέμβασής μας είναι το εθνικό, όχι επειδή αγαπάμε ή ανεχόμαστε τον εθνικισμό αλλά επειδή η πολιτική διαπάλη διεξάγεται κατεξοχήν, στις συγκεκριμένες συνθήκες, στο πλαίσιο του εθνικού κράτους. Ρεαλιστικά ελπίζουμε ν’ ανατρέψουμε την εξουσία στην Αθήνα, όχι στη Φραγκφούρτη και τις Βρυξέλλες, όπως περιαυτολογούσαν ως προχθές οι τσιπρικοί και άλλοι υπερφίαλοι.
Μπορεί να δρομολογήσει μόνη της η Ανταρσύα μια τέτοια διαδικασία; Δυστυχώς όχι, ποτέ δεν μπορούσε, και τώρα η αποχώρηση των συντρόφων και συντροφισών μάς πηγαίνει πίσω. Ωστόσο τους τελευταίους μήνες η συνείδηση του κόσμου κάνει άλματα, η ανάλυση και η πολιτική γραμή που προβάλαμε τα τελευταία πέντε χρόνια αναγνωρίζονται πολύ πέρα από τα όρια της Ανταρσύας ως οξυδερκείς και ορθές, στις εκλογές φαίνεται ότι θα τα πάμε καλά, και οι προοπτικές μας ποτέ δεν ήτανε καλύτερες. Αν δεν μας τραυμάτιζε βαρειά η διάσπαση θα μπορούσαμε σήμερα να κάναμε θαύματα. Αλλά και πάλι η ιστορία μάς δείχνει πως επαναστατικές δυνάμεις έχουν βγει ενισχυμένες από χειρότερες κρίσεις όταν έκαναν τις σωστές επιλογές.
Μπορούμε να βρούμε συμμάχους; Ναι, μπορούμε και πρέπει, χωρίς αυτούς δεν προχωρά το σχέδιό μας. Ποιοί θα είναι αυτοί οι σύμμαχοι; Θα έλεγα, τα κοινωνικά κινήματα και οι όμοροι πολιτικοί χώροι, από τους οποίους ο σημαντικότερος και καλύτερα οργανωμένος, αλλά ακαταστάλαχτος ακόμη, και αυτό δεν είναι καθόλου κακό, είναι η Λαϊκή Ενότητα. Φυσικά ας μην περιμένουμε να ταυτιστεί με τις απόψεις μας, αλλά είναι σημαντικό ν’ αποκτήσει δημοκρατική οργάνωση. Ένα σχέδιο που δεν θα έπαιρνε υπόψη του αυτές τις πραγματικότητες θα ήταν ανεπαρκές και θα μας οδηγούσε σε μικρομεγαλισμούς, απομόνωση, και τελικά ήττα. Επιβάλλεται λοιπόν η μετωπική πολιτική, κι επομένως πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα σε σοβαρές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός δημοκρατικά οργανωμένου και ριζοσπαστικού μετώπου. Μια Ανταρσύα χωρίς μετωπική πολιτική θα σήμαινε παρκάρισμα σε αδιέξοδο, κάτι σαν και αυτό που κάνει στο δικό του χώρο το ΚΚΕ, αυτοεξουδετέρωση του πιο συνειδητού και δυναμικού κοματιού της αριστεράς.
Η επεξεργασία μιας καθαρής πολιτικής συμμαχιών είναι μια αναγκαία όψη τούτου του προγράμματος, η εμβάθυνση της πολιτικής συνεργασίας στο πλαίσιο της Ανταρσύας είναι μια άλλη. Η δεύτερη καθυστέρησε απελπιστικά, απαράδεκτα, και με βαρύ κόστος για το εγχείρημά μας· από κάποιες απόψεις διευκολύνεται από την αποχώρηση των οργανώσεων που φεύγουν, αλλ’ από άλλες δυστυχώς δυσκολεύει. Η διαλεκτική των εσωτερικών σχέσεων μιας τριάδας είναι πολυπλοκότερη και πολύ πλουσιότερη από τις σχέσεις στο πλαίσιο μιας δυάδας, είχε εξηγήσει πριν από καμιά εκατοστή χρόνια ο μεγάλος αριστερός κοινωνιολόγος Γκέοργκ Ζίμμελ. Ίσως λοιπόν πράγματι να χρειάζεται, για να διατηρήσουμε μια δυναμική διαλεκτική, να φτιαχτεί ένας τρίτος πόλος στο εσωτερικό της Ανταρσύας από τους μέχρι τώρα ανεξάρτητους και ανεξάρτητες.
Σε κάθε περίπτωση η Ανταρσύα επείγει ν’ αποκτήσει πλουσιότερη εσωτερική ζωή, με τρόπους που συχνά συζητήσαμε αλλά ποτέ δεν εφαρμόσαμε. Τα όργανά μας χρειάζονται αποφασιστικό μάλλον παρά διεκπεραιωτικό ρόλο, η δημιουργία νέων οργάνων ενιαίου χαρακτήρα είναι επιτακτική, πρέπει να φτιαχτούν δικά μας μέσα ενημέρωσης, η λεπτομερέστερη επεξεργασία του πολιτικού μας σχεδίου είναι απαραίτητη. Επιβάλλεται πολλά να γίνουν ώστε οι διαδικασίες των οργάνων βάσης να πυκνώσουν και να ζωντανέψουν πραγματικά. Και όντως μπορούμε να τα κάνουμε, ενώ αν δεν τα κάνουμε θα είναι δυστυχώς από επιλογή. Από την καταστροφική επιλογή να μη βαθύνει η συγκρότηση της Ανταρσύας. Νομίζω πως η αποχώρηση των συνιστωσών έδειξε, μεταξύ των άλλων, πόσο ευάλωτη είναι η Ανταρσύα με τη σημερινή της μορφή και πως δεν έχουμε χρόνο για άλλες καθυστερήσεις.
Αργήσαμε να φτιάξουμε δομές και διαδικασίες ελκυστικές και προσιτές σε νέα μέλη, και νομίζω ότι πρέπει να τις δρομολογήσουμε στην ερχόμενη συνδιάσκεψη και να ξεκινήσουμε άμεσα καμπάνια μαζικών εγγραφών, στοχευμένη στη νεολαία, τις γυναίκες, και τα πιο συνειδητά κομάτια της εργατικής τάξης. Ώστε αφενός ν’ αξιοποιήσουμε τη μαζική ριζοσπαστικοποίηση των τελευταίων μηνών, αφετέρου ν’ αλλάξουμε το αρνητικό κλίμα που έφτιαξε η αποχώρηση των συνιστωσών, ν’ αντιμετωπίσουμε το τραύμα και να καλύψουμε τα κενά. Πρέπει όμως η εργάτρια ή ο φοιτητής που θέλουν ν’ αγωνιστούν μέσα από τις τάξεις της Ανταρσύας να ξέρουν πώς και΄πού θα μας συναντήσουν, καθώς και να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι σε διαδικασίες βάσης της Ανταρσύας ανοιχτής έκβασης και ουσιαστικές, όπου αξίζει να συμμετέχουν και όπου οι πρωτοβουλίες ενθαρρύνονται.
Επίσης πιστεύω ότι, για ευνόητους λόγους, επείγει να πάρουμε άμεσα μια απόφαση με μεγάλο πρακτικό όσο και συμβολικό βάρος. Οι υποψηφιότητες σ’ όλα τα όργανα της Ανταρσύας και των κάθε λογής οργανώσεών της, αλλά και στη βουλή, τους δήμους, τα συνδικάτα και παντού αλλού, να είναι ισοζυγισμένες, περιλαμβάνοντας τουλάχιστον 50% γυναίκες και 50% πρόσωπα κάτω των τριάντα πέντε ετών. Ενδεχομένως ενδείκνυνται και άλλες ποσοστώσεις, αλλά οι συγκεκριμένες είναι απαραίτητες κι έχουν αργήσει ενώ είναι εφικτό να εφαρμοστούν, έστω και αν δεν είναι εύκολο. Το τούρκικο κομμουνιστικό κόμμα ήδη το έκανε, οι κούρδοι το ίδιο, μπορούμε και πρέπει να το εφαρμόσουμε κι εμείς. Για λόγους αρχής όσο κι επειδή δίνουμε έτσι σαφές μήνυμα στους χώρους που μας ενδιαφέρουν και σ’ όλη την κοινωνία. Και αναδεικνύοντας έτσι ένα ουσιαστικό πολιτικό ζήτημα στη σύγκρουση μεταξύ των δυο αντίπαλων σχεδίων ηγεμόνευσης της αριστεράς, ‘από τα πάνω’ ή ‘από τα κάτω’, δίνουμε στην Ανταρσύα φυσιογνωμία διακριτή και ιδιαίτερα ελκυστική μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Το ίδιο προτείνω ν’ απαιτήσουμε, από πάγια θέση αρχής, και σ’ όλα τα ψηφοδέλτια των κάθε λογής μετώπων στα οποία συμμετέχει η Ανταρσύα. Έτσι αντιστρατευόμαστε τυχόν τάσεις γραφειοκρατοποίησης, ενώ διευκολύνουμε τη δημοκρατική τους λειτουργία. Επίσης νομίζω ότι όλοι και όλες συμφωνούμε πως κάθε μετωπική οργάνωση στην οποία συνεργαζόμαστε πρέπει να διατηρεί σχολαστικά δημοκρατική λειτουργία και δομή, και να ελέγχεται ως προς αυτό. Και πρέπει άμεσα να δηλωσουμε πειστικά πως αυτές τις βασικές δημοκρατικές αρχές τις ακολουθούμε απαρέγκλιτα σε κάθε μας συνεργασία, είτε τυχαίνει να είμαστε εμείς το ισχυρότερο μέρος, όπως συνέβη στις διαπραγματεύσεις μας με άλλες οργανώσεις του χώρου, είτε είμαστε το ασθενέστερο, όπως ίσως συμβεί στο μέλλον και πάντως αν και όταν θα έχουμε να κάνουμε με τη ΛαΕ. Νομίζω πως έτσι όχι μόνο διευκολύνουμε τις διαπραγματεύσεις, θέτοντάς τες σε βάσεις σωστές και λογικές, αλλά κι ενισχύουμε πολύτιμα την αξιοπιστία και την απήχηση της Ανταρσύας σε βάθος χρόνου.
InfoWar
Tο πρώτο μέρος του άρθρου αυτού δημοσιεύτηκε συντετμημένο στην εφημερίδα Πριν της 6ης Σεπτέμβρη 2015
Δυστυχώς δυο συνιστώσες της Ανταρσύας αποχώρησαν για να ενταχθούν στη Λαϊκή Ενότητα. Χειρότερο και από έγκλημα, έλεγε ο Ταλλεϋράνδος, είναι λάθος. Τα κίνητρά τους είναι φυσικά τα καλύτερα, και στους καιρούς που ζούμε οι αναπόφευκτες διαφορές πολιτικής εκτίμησης βάζουν σε διαφορετικές τροχιές ανθρώπους που έχουν στην καρδιά τους τα ίδια πράγματα. Στον ίδιο αγώνα μένουμε, και είμαι βέβαιος ότι θα συνεχίσουμε να δείχνουμε μεταξύ μας την αυτονόητη συντροφικότητα, έστω και από διαφορετικές επάλξεις. Ωστόσο οι κρίσιμες στιγμές που ζούμε μας επιβάλλουν να ψάχνουμε, ή μάλλον να βασανίζουμε, και κατά κανόνα και να λέμε, την αλήθεια.
Η αποχώρηση της Αραν και της Αρας αλλάζει το χαρακτήρα του σχηματισμού μας, και μέσα στον πυκνό πολιτικό χρόνο των ημερών πρέπει ν’ αποφασίσουμε τα βασικά στοιχεία της νέας Ανταρσύας. Πιστεύω πως αν κάνουμε τις κατάλληλες κινήσεις η αντικαπιταλιστική αριστερά θα βγει ενισχυμένη από αυτή την σοβαρή κρίση. Αν πάλι κλείσουμε τα μάτια μας ή πάρουμε λάθος αποφάσεις, τότε μπαίνουμε σε δρόμο μαρασμού και διάλυσης. Θέλοντας και μη αναλαμβάνουμε λοιπόν όλοι και όλες τις ευθύνες μας. Και αν αξιώνουμε να μείνουμε αξιόπιστος πολιτικός παράγοντας, τότε θα πρέπει ν’ απαντήσουμε όχι στα ερωτήματα που μας αρέσουν ούτε σε κείνα που μας είναι πιο εύκολα, αλλά σε κείνα που αμείλικτα μας θέτει η συγκυρία.
Δυο λόγια πρώτα πρώτα για τον κόσμο που αποχώρησε. Θεωρώ φαιδρή και διόλου σοβαρή την ιδέα, που ακούστηκε, να κατέβουν τώρα εκλογικά με άλλο σχηματισμό και να επιστρέψουν σύντομα στην Ανταρσύα. Δυστυχώς οι δρόμοι μας τώρα χωρίζουν με δική τους επιλογή, και μακάρι κάποτε να ξανασμίξουν. Διαλύουν κάτι που μαζί φτιάξαμε με πόνο και μόχθο και θυσίες τα έξη τελευταία χρόνια, ίσως νομίζοντας ότι ο γείτονας θα τους περάσει βέρα και δεν τους θέλει για one night stand. Ωστόσο το πολιτικό του σχέδιο, όπως δείχνουν αυτά που κάνει μάλλον παρά αυτά που λέει, είναι διαφορετικό από το δικό μας.
Το σχέδιο της Λαϊκής Ενότητας
Στην πραγματικοτητα το πολιτικό σχέδιο της ΛαΕ, να φτιάξει ένα μεταρρυθμιστικό πατριωτικό μέτωπο με προοπτική αύριο κυβερνητικής εξουσίας, μόνο σε ρόλο διακόσμησης, ή άλλοθι, χωρά αντικαπιταλιστικές συνιστώσες. Χρειάζεται δηλαδή κάποιους που θα παίξουν στη Λαϊκή Ενότητα το ρόλο που έπαιζε η Αριστερή Πλατφόρμα στον Σύριζα. Η πορεία της φυσικά δεν είναι προδιαγεγραμμένη, κι ευτυχώς δεν ελέγχεται συνολικά από τους επικεφαλής της, αλλά για την ώρα το ρυθμό τον δίνουν αυτοί. Και πρέπει να παρατηρήσουμε ότι θα είχε κάνει πολύ διαφορετικές κινήσεις όλον αυτό τον καιρό αν επιδίωκε όχι τη δική της κυριαρχία στ’ αριστερά του Σύριζα, αλλά την όσο το δυνατόν ισχυρότερη δόμηση και παρουσία συνολικά της αριστεράς. Και κυρίως, τότε, αντί να κλείνει χωριστά ραντεβού με κομάτια της Ανταρσύας, θα είχε μπει μαζί μας σε διάλογο κεντρικά και καθαρά. Και τότε όλοι και όλες μαζί, ιδανικά όλος ο χώρος από την αναρχία και την Ανταρσύα ως τη ΛαΕ, θ’ αντιμετωπίζαμε από πολύ καλύτερη θέση, από κοινού, την προδοσία της κλίκας Τσίπρα.
Πιστεύω πως η διάσπαση της Ανταρσύας δεν ήταν μια δυσάρεστη αλλ’ αναπόφευκτη παράπλευρη απώλεια στην προσπάθεια να εφαρμοστεί αυτό το σχέδιο, αλλά ένας από τους βασικούς επιμέρους στόχους του, που επιτευχθηκε εξαιρετικά εύκολα χάρη στη σπουδή που έδειξαν οι ηγεσίες της Αράν και της Αράς. Ήρθε προεκλογικά για ν’ ανακόψει την ισχυρή δυναμική της Ανταρσύας στα κινήματα και στην εκλογική μάχη. Η ηγεσία της ΛαΕ ελπίζει εξασθενώντας την Ανταρσύα να ηγεμονεύσει στο χώρο αριστερά του Σύριζα και να επιβάλει πιο αργούς ρυθμούς και μετριοπαθείς στόχους στη λαϊκή αμφισβήτηση του Τρίτου Μνημόνιου. Ώστε η ενδεχόμενη κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση να στηρίξει τώρα την άνοδο της ΛαΕ, όπως είχε νωρίτερα στηρίξει την άνοδο του Σύριζα, και να την αναδείξει ρυθμιστή του παιχνιδιού στην επόμενη φάση, αν αύριο η κλιμάκωση της κοινωνικής πόλωσης και της οικονομικής κρίσης απειλήσει τη μνημονιακή κυβέρνηση όπου θα συμμετέχει ο Σύριζα.
Μάλιστα οι κανόνες του παιχνιδιού δεν αποκλείουν την ενδεχόμενη επαναπροσέγγιση Τσίπρα και Λαφαζάνη. Οι οποίοι αξίζει να προσέξουμε ότι δεν αντάλλαξαν ποτέ βαρείς χαρακτηρισμούς ούτε απέκλεισαν τη συμφιλίωσή τους μετά την προδοσία. Ενός παιχνιδιού, με δυο λόγια, στο οποίο η ΛαΕ θα συσπειρώνει την αμφισβήτηση της κυβερνητικής πολιτικής φροντίζοντας να μην τήν ενισχύει αχρείαστα και πάντως να τήν στρέφει σε όσο το δυνατόν πιο ασφαλείς συστημικές ατραπούς, ή μάλλον σε ‘ρεαλιστικές μεταρρυθμίσεις’ όπως θα λέγονται τότε. Προσβλέποντας ν’ ανταμειφθεί με την πανηγυρική προσάρτηση του τσιπρισμού εν καιρώ, όταν το δικό του πρόγραμμα θα έχει πλέον γίνει ανεπίδεκτο εφαρμογής και θα έχει έρθει πλέον και η ώρα της ΛαΕ να κυβερνήσει. Γιατί και η ΛαΕ θέλει να κυβερνήσει, και ξέρει πως τότε θα χρειαστεί συμμάχους. Στα δεξιά της, όχι στ’ αριστερά της. Ίσως νομίζει ότι τον Τσίπρα χρειάζεται μάλλον παρά την Ανταρσύα. Γιατί αύριο να μην τόν χρησιμοποιήσει όπως σήμερα ο Τσίπρας αποκαθιστά τον Κουβέλη; Γιατί να μη δώσει μια νέα ευκαιρία στη στιμένη λεμονόκουπα όταν όλος ο κόσμος θ’ αναζητά μια οποιαδήποτε ελπίδα σταθερότητας μέσα στα ερείπια της μνημονιακής προσαρμογής; Και όταν ακόμη κι εμείς θα τήν προτιμάμε από την εναλλακτική λύση που ήδη ετοιμάζει το πλέγμα εξουσίας, δηλαδή μιας μοντέρνας παραλλαγής του φασισμού;
Ίσως αξίζει λοιπόν να εξετάσουμε μια υπόθεση εργασίας, που θα κριθεί απ’ όσα συμβούν τους ερχόμενους μήνες. Ότι δεν ήταν ούτε άστοχες ούτε λάθος οι πολυσυζητημένες κινήσεις της ηγεσίας της ΛαΕ, όπως η καθυστερημένη αποχώρησή της από τον Σύριζα, καθώς και όλοι οι δισταγμοί και οι αναβολές της μετά το ΟΧΙ και την προδοσία Τσίπρα, αλλά και ακόμη νωρίτερα, σ’ όλους εκείνους τους χαμένους μήνες στους οποίους μολονότι συγκυβερνούσε απέτυχε και η ίδια να επεξεργαστεί εναλλακτικό σχέδιο ρήξης. Όλα αυτά δεν ήταν διόλου αποτέλεσμα της θρυλούμενης δείλιας, ή δήθεν αναποφασιστικότητας, ή λάθος εκτιμήσεων του επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας, όπως θέλουν κάποιες ρηχές εξηγήσεις ψυχολογικού ή συμπτωσιολογικού τύπου. Όχι, όλα αυτά απλώς υπηρετούσαν ένα σχέδιο που έχει βέβαια κοινούς στόχους με το δικό μας, ο Λαφαζάνης φυσικά δεν είναι Τσίπρας, λόγου χάρη από δεκαετίες προωθεί με συνέπεια τον απεγκλωβισμό από τη δικτατορία της ΕΚΤ, αλλά ωστόσο προβλέπει πορείες και σταθμούς πολύ διαφορετικούς από κείνους που επιδιώκουμε εμείς στην Ανταρσύα. Με δυο λόγια ένα ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο που σε συγκεκριμένα ζητήματα συγκλίνει με το δικό μας αντικαπιταλιστικό σχέδιο, αλλά σε άλλα συγκρούεται.
Χονδρικά πρόκειται για ένα σχέδιο με καταβολές στη λογική των σταδίων που είχε κωδικοποιηθεί στις ύστερες ημέρες της Σοβιετικής Ένωσης, και το οποίο θα πρέπει να μελετήσουμε πολύ πιο επισταμένα απ’ όσο έχουμε κάνει μέχρι στιγμής, αλλά πάντως το οποίο, θα έλεγα σε πολύ αδρές γραμμές, επικαλείται μια μορφή εθνικής οικονομικής ανάπτυξης αρκετά παρόμοια με κείνη των ένδοξων δεκαετιών του καπιταλισμού με σοσιαλιστικό όμως πρόσημο, ποντάρει σε κεϋνσιανού τύπου εργαλεία, υποτιμά τη διαλεκτική των ρήξεων και των ασυνεχειών που πολλαπλά ενισχύει ο χρηματιστικοποιημένος κι εγγενώς ασταθής σημερινός καπιταλισμός, και αποδίδει στα κοινωνικά κινήματα και στην αυτενέργεια και την αλληλεγγύη των ‘από κάτω’ ρόλο μικρότερο από κείνο που τούς αναλογεί. Με αποτέλεσμα να παραμερίζει ζητήματα μαζικής κινητοποίησης και δημοκρατικής αυτοοργάνωσης.
Φυσικά το σχέδιο δεν δηλώνεται ρητά σε όλες του τις λεπτομέρειες, όπως αναπόφευκτα συμβαίνει με όλα τα πολιτικά σχέδια. Αποσπώντας από την Ανταρσύα πάντως την Αράν και την Αράς έπληξε το δικό μας σχέδιο, ώστε να ηγεμονεύσει στην από αριστερά αμφισβήτηση της καπιταλιστικής δομικής προσαρμογής. Δυσάρεστο αυτό, θ’ αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις να μην πετύχει, αλλά επί της ουσίας δεν μπορούμε να τού προσάψουμε πολλά πέρα από το ότι εμείς διαφωνούμε. Τη δουλειά του κάνει, ας κάνουμε κι εμείς τη δική μας. Αν σε κάποιον αξίζει να προσάψουμε κάτι, νομίζω, είναι στις ηγεσίες των τάσεων που, ενώ προσχώρησαν πλέον σ’ αυτό το μεταρρυθμιστικό σχέδιο, ρητορικά εξακολουθούν να επικαλούνται την αντικαπιταλιστική στρατηγική. Ελπίδα πάντως δίνει πως, μολονότι δυο συνιστώσες έφυγαν και, ας μην έχουμε αυταπάτες, ο αποχωρισμός μας είναι συνολικός και όχι μόνον εκλογικός και προσωρινός, πολλά μέλη τους έμειναν να συνεχίσουμε τον κοινό αγώνα στην Ανταρσύα.
Το σχέδιο της Ανταρσύας: μετωπική πολιτική
Πώς θα το κάνουμε αυτό; Παρακάτω ακολουθούν κάποιες ιδέες, όχι συνολικό σχέδιο· όσον αφορά το συνολικό, αυτό σε μεγάλο βαθμό εξετάστηκε από συντρόφους και συντρόφισες στην πρόσφατη σύνοδο της ΚΣΕ. Εστιάζω στη μετωπική πολιτική της Ανταρσύας γιατί νομίζω ότι τα περασμένα χρόνια δυστυχώς δεν τήν αντιμετωπίσαμε με τη δέουσα συνέπεια, με αποτέλεσμα ν’ αφήσουμε πολύτιμο χώρο στο αντίπαλο σχέδιο, ν’ αυτοπεριθωριοποιηθούμε κι εντέλει να συρθούμε στη σημερινή κρίση. Τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι πιο σοβαρά. Πιστεύω ότι το αν θα επιβιώσει η Ανταρσύα ή όχι θα εξαρτηθεί, μεταξύ άλλων, από το κατά πόσον θα εφαρμόσει σωστή μετωπική πολιτική.
Σε αδρές γραμμές και στρατηγικά μιλώντας, για να μη χαθούμε στις λεπτομέρειες, στις σημερινές συνθήκες χρειάζεται ένα ισχυρό αντικαπιταλιστικό μέτωπο, ευρύτερο της ίδιας της Ανταρσύας, το οποίο σε συνεννόηση, ιδανικά και σ’ εκλογική συμμαχία, μ’ ένα δημοκρατικά οργανωμένο ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό μέτωπο, γιατί μόνη της η Ανταρσύα δεν έχει αρκετή δύναμη, θα φτιάξει ένα ενιαίο μέτωπο της αριστεράς και των εργαζομένων. Καθώς θα βαθαίνουν η κρίση και η πόλωση τούτο το ενιαίο μέτωπο θα επιδιώξει τη μαζική κινητοποίηση, την ανατροπή των αρνητικών σημερινών συσχετισμών δύναμης, την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας, τη ρήξη με Τρόικα και αστούς, τη διάδοση μιας αντισυστημικής εξήγησης της κρίσης, και την εφαρμογή ενός μεταβατικού προγράμματος αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης. Με δυο λόγια να κινητοποιήσει το λαό και, μέσα από τη δική του δράση, να οργανώσει άμεσα την αποφασιστική αναδιανομή του πλούτου από τα πάνω προς τα κάτω, να δώσει ψωμί κι ελευθερία. Όσο ωριμότερα θα είναι τα αντικαπιταλιστικά στοιχεία του μετώπου και όσο καθαρότερη εικόνα έχουμε των αναγκαίων βημάτων που είναι απαραίτητο να κάνουμε, τόσο ασφαλέστερη θα είναι η μετάβαση. Όσο μεγαλύτερες αυταπάτες θα διατηρούν η αριστερά και τα κινήματα σχετικά με τις δυνατότητες μεταρρύθμισης του καπιταλισμού, τόσο περισσότερο θα κινδυνεύουν οι λαϊκές δυνάμεις να ηττηθούν.
Πρέπει να δώσουμε λοιπόν καθαρές απαντήσεις στα ερωτήματα της μετάβασης, στη δρομολόγηση της εξόδου από την καπιταλιστική βαρβαρότητα. Πρώτα πρώτα μπορεί να γίνει σε μια μόνο χώρα; Σίγουρα όχι, οπωσδήποτε χρειάζεται διεθνιστικός αγώνας για να επικρατήσει σε περιφερειακή τουλάχιστον κλίμακα, αλλά και πάλι αναπόφευκτα από τη μια ή την άλλη χώρα θα ξεκινήσει, και δεν είναι απίθανο μια τέτοια χώρα να είναι, στις σημερινές συνθήκες, η Ελλάδα. Για αυτό ακριβώς αγωνιζόμαστε. Το προνομιακό πλαίσιο λοιπόν της παρέμβασής μας είναι το εθνικό, όχι επειδή αγαπάμε ή ανεχόμαστε τον εθνικισμό αλλά επειδή η πολιτική διαπάλη διεξάγεται κατεξοχήν, στις συγκεκριμένες συνθήκες, στο πλαίσιο του εθνικού κράτους. Ρεαλιστικά ελπίζουμε ν’ ανατρέψουμε την εξουσία στην Αθήνα, όχι στη Φραγκφούρτη και τις Βρυξέλλες, όπως περιαυτολογούσαν ως προχθές οι τσιπρικοί και άλλοι υπερφίαλοι.
Μπορεί να δρομολογήσει μόνη της η Ανταρσύα μια τέτοια διαδικασία; Δυστυχώς όχι, ποτέ δεν μπορούσε, και τώρα η αποχώρηση των συντρόφων και συντροφισών μάς πηγαίνει πίσω. Ωστόσο τους τελευταίους μήνες η συνείδηση του κόσμου κάνει άλματα, η ανάλυση και η πολιτική γραμή που προβάλαμε τα τελευταία πέντε χρόνια αναγνωρίζονται πολύ πέρα από τα όρια της Ανταρσύας ως οξυδερκείς και ορθές, στις εκλογές φαίνεται ότι θα τα πάμε καλά, και οι προοπτικές μας ποτέ δεν ήτανε καλύτερες. Αν δεν μας τραυμάτιζε βαρειά η διάσπαση θα μπορούσαμε σήμερα να κάναμε θαύματα. Αλλά και πάλι η ιστορία μάς δείχνει πως επαναστατικές δυνάμεις έχουν βγει ενισχυμένες από χειρότερες κρίσεις όταν έκαναν τις σωστές επιλογές.
Μπορούμε να βρούμε συμμάχους; Ναι, μπορούμε και πρέπει, χωρίς αυτούς δεν προχωρά το σχέδιό μας. Ποιοί θα είναι αυτοί οι σύμμαχοι; Θα έλεγα, τα κοινωνικά κινήματα και οι όμοροι πολιτικοί χώροι, από τους οποίους ο σημαντικότερος και καλύτερα οργανωμένος, αλλά ακαταστάλαχτος ακόμη, και αυτό δεν είναι καθόλου κακό, είναι η Λαϊκή Ενότητα. Φυσικά ας μην περιμένουμε να ταυτιστεί με τις απόψεις μας, αλλά είναι σημαντικό ν’ αποκτήσει δημοκρατική οργάνωση. Ένα σχέδιο που δεν θα έπαιρνε υπόψη του αυτές τις πραγματικότητες θα ήταν ανεπαρκές και θα μας οδηγούσε σε μικρομεγαλισμούς, απομόνωση, και τελικά ήττα. Επιβάλλεται λοιπόν η μετωπική πολιτική, κι επομένως πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα σε σοβαρές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός δημοκρατικά οργανωμένου και ριζοσπαστικού μετώπου. Μια Ανταρσύα χωρίς μετωπική πολιτική θα σήμαινε παρκάρισμα σε αδιέξοδο, κάτι σαν και αυτό που κάνει στο δικό του χώρο το ΚΚΕ, αυτοεξουδετέρωση του πιο συνειδητού και δυναμικού κοματιού της αριστεράς.
Το σχέδιο της Ανταρσύας: δημοκρατία και μαζική κινητοποίηση
Η επεξεργασία μιας καθαρής πολιτικής συμμαχιών είναι μια αναγκαία όψη τούτου του προγράμματος, η εμβάθυνση της πολιτικής συνεργασίας στο πλαίσιο της Ανταρσύας είναι μια άλλη. Η δεύτερη καθυστέρησε απελπιστικά, απαράδεκτα, και με βαρύ κόστος για το εγχείρημά μας· από κάποιες απόψεις διευκολύνεται από την αποχώρηση των οργανώσεων που φεύγουν, αλλ’ από άλλες δυστυχώς δυσκολεύει. Η διαλεκτική των εσωτερικών σχέσεων μιας τριάδας είναι πολυπλοκότερη και πολύ πλουσιότερη από τις σχέσεις στο πλαίσιο μιας δυάδας, είχε εξηγήσει πριν από καμιά εκατοστή χρόνια ο μεγάλος αριστερός κοινωνιολόγος Γκέοργκ Ζίμμελ. Ίσως λοιπόν πράγματι να χρειάζεται, για να διατηρήσουμε μια δυναμική διαλεκτική, να φτιαχτεί ένας τρίτος πόλος στο εσωτερικό της Ανταρσύας από τους μέχρι τώρα ανεξάρτητους και ανεξάρτητες.
Σε κάθε περίπτωση η Ανταρσύα επείγει ν’ αποκτήσει πλουσιότερη εσωτερική ζωή, με τρόπους που συχνά συζητήσαμε αλλά ποτέ δεν εφαρμόσαμε. Τα όργανά μας χρειάζονται αποφασιστικό μάλλον παρά διεκπεραιωτικό ρόλο, η δημιουργία νέων οργάνων ενιαίου χαρακτήρα είναι επιτακτική, πρέπει να φτιαχτούν δικά μας μέσα ενημέρωσης, η λεπτομερέστερη επεξεργασία του πολιτικού μας σχεδίου είναι απαραίτητη. Επιβάλλεται πολλά να γίνουν ώστε οι διαδικασίες των οργάνων βάσης να πυκνώσουν και να ζωντανέψουν πραγματικά. Και όντως μπορούμε να τα κάνουμε, ενώ αν δεν τα κάνουμε θα είναι δυστυχώς από επιλογή. Από την καταστροφική επιλογή να μη βαθύνει η συγκρότηση της Ανταρσύας. Νομίζω πως η αποχώρηση των συνιστωσών έδειξε, μεταξύ των άλλων, πόσο ευάλωτη είναι η Ανταρσύα με τη σημερινή της μορφή και πως δεν έχουμε χρόνο για άλλες καθυστερήσεις.
Αργήσαμε να φτιάξουμε δομές και διαδικασίες ελκυστικές και προσιτές σε νέα μέλη, και νομίζω ότι πρέπει να τις δρομολογήσουμε στην ερχόμενη συνδιάσκεψη και να ξεκινήσουμε άμεσα καμπάνια μαζικών εγγραφών, στοχευμένη στη νεολαία, τις γυναίκες, και τα πιο συνειδητά κομάτια της εργατικής τάξης. Ώστε αφενός ν’ αξιοποιήσουμε τη μαζική ριζοσπαστικοποίηση των τελευταίων μηνών, αφετέρου ν’ αλλάξουμε το αρνητικό κλίμα που έφτιαξε η αποχώρηση των συνιστωσών, ν’ αντιμετωπίσουμε το τραύμα και να καλύψουμε τα κενά. Πρέπει όμως η εργάτρια ή ο φοιτητής που θέλουν ν’ αγωνιστούν μέσα από τις τάξεις της Ανταρσύας να ξέρουν πώς και΄πού θα μας συναντήσουν, καθώς και να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι σε διαδικασίες βάσης της Ανταρσύας ανοιχτής έκβασης και ουσιαστικές, όπου αξίζει να συμμετέχουν και όπου οι πρωτοβουλίες ενθαρρύνονται.
Επίσης πιστεύω ότι, για ευνόητους λόγους, επείγει να πάρουμε άμεσα μια απόφαση με μεγάλο πρακτικό όσο και συμβολικό βάρος. Οι υποψηφιότητες σ’ όλα τα όργανα της Ανταρσύας και των κάθε λογής οργανώσεών της, αλλά και στη βουλή, τους δήμους, τα συνδικάτα και παντού αλλού, να είναι ισοζυγισμένες, περιλαμβάνοντας τουλάχιστον 50% γυναίκες και 50% πρόσωπα κάτω των τριάντα πέντε ετών. Ενδεχομένως ενδείκνυνται και άλλες ποσοστώσεις, αλλά οι συγκεκριμένες είναι απαραίτητες κι έχουν αργήσει ενώ είναι εφικτό να εφαρμοστούν, έστω και αν δεν είναι εύκολο. Το τούρκικο κομμουνιστικό κόμμα ήδη το έκανε, οι κούρδοι το ίδιο, μπορούμε και πρέπει να το εφαρμόσουμε κι εμείς. Για λόγους αρχής όσο κι επειδή δίνουμε έτσι σαφές μήνυμα στους χώρους που μας ενδιαφέρουν και σ’ όλη την κοινωνία. Και αναδεικνύοντας έτσι ένα ουσιαστικό πολιτικό ζήτημα στη σύγκρουση μεταξύ των δυο αντίπαλων σχεδίων ηγεμόνευσης της αριστεράς, ‘από τα πάνω’ ή ‘από τα κάτω’, δίνουμε στην Ανταρσύα φυσιογνωμία διακριτή και ιδιαίτερα ελκυστική μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Το ίδιο προτείνω ν’ απαιτήσουμε, από πάγια θέση αρχής, και σ’ όλα τα ψηφοδέλτια των κάθε λογής μετώπων στα οποία συμμετέχει η Ανταρσύα. Έτσι αντιστρατευόμαστε τυχόν τάσεις γραφειοκρατοποίησης, ενώ διευκολύνουμε τη δημοκρατική τους λειτουργία. Επίσης νομίζω ότι όλοι και όλες συμφωνούμε πως κάθε μετωπική οργάνωση στην οποία συνεργαζόμαστε πρέπει να διατηρεί σχολαστικά δημοκρατική λειτουργία και δομή, και να ελέγχεται ως προς αυτό. Και πρέπει άμεσα να δηλωσουμε πειστικά πως αυτές τις βασικές δημοκρατικές αρχές τις ακολουθούμε απαρέγκλιτα σε κάθε μας συνεργασία, είτε τυχαίνει να είμαστε εμείς το ισχυρότερο μέρος, όπως συνέβη στις διαπραγματεύσεις μας με άλλες οργανώσεις του χώρου, είτε είμαστε το ασθενέστερο, όπως ίσως συμβεί στο μέλλον και πάντως αν και όταν θα έχουμε να κάνουμε με τη ΛαΕ. Νομίζω πως έτσι όχι μόνο διευκολύνουμε τις διαπραγματεύσεις, θέτοντάς τες σε βάσεις σωστές και λογικές, αλλά κι ενισχύουμε πολύτιμα την αξιοπιστία και την απήχηση της Ανταρσύας σε βάθος χρόνου.
InfoWar
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου