Γιώργος Ν. Οικονόμου*
Οι καταστροφικές επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στους πέντε μήνες της «διαπραγμάτευσης» και η προκήρυξη του ανόητου «δημοψηφίσματος» είχαν ως αποτέλεσμα μεγάλη διαφυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, πάγωμα των επενδύσεων και επιβολή των capital controls που συνιστούν μεγάλο εμπόδιο στην οποιαδήποτε οικονομική μεγέθυνση και ανόρθωση της χώρας.
Επίσης, η κυβέρνηση δεν τήρησε τις προεκλογικες της υποσχέσεις και αμέσως μετά το «δημοψήφισμα» μετέτρεψε το ΟΧΙ σε ένα ηχηρό ΝΑΙ. Με την υπογραφή του τρίτου βαρύτατου Μνημονίου οι υπεραριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ καταψήφιζαν την κυβέρνηση, αλλά ταυτοχρόνως δήλωναν ότι τη στηρίζουν! Ενώ ο πρωθυπουργός και οι περί αυτόν ομολογούσαν πως διαφωνούν με το τρίτο Μνημόνιο, αλλά εν τούτοις θα το εφαρμόσουν! Ο «αντιμνημονιακός» ΣΥΡΙΖΑ χωρίσθηκε σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς». Τελικώς οι δραχμιστές του Λαφαζάνη αποχώρησαν και έφτιαξαν δικό τους κόμμα, ο πρωθυπουργός έχασε την δεδηλωμένη και προκήρυξε νέες εκλογές οκτώ μήνες μετά τις τελευταίες.
Εν τω μεταξύ είχε παραμερισθεί η πολυδιαφημισθείσα βεντέτα, ο μεγάλος νάρκισσος της αποτυχημένης διαπραγμάτευσης, ενώ η προβληματική πρόεδρος της Βουλής επιδεικνύει τα δικά της εξουσιαστικά πάθη, μέσω του νέου κόμματος των δραχμιστών. Εν ολίγοις, το αριστερό αλαλούμ έσυρε τη χώρα στην καταστροφή αδιαφορώντας παντελώς για το κοινό συμφέρον. Επί επτά μήνες δεν έκανε κάτι ουσιαστικό στο κυβερνητικό επίπεδο και χειροτέρευσε την κατάσταση. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι φυτώριο αδιεξόδων. Αντί να λύσει προβλήματα διατήρησε και διόγκωσε τα ήδη υπάρχοντα και δημιούργησε νέα. Αντί να βοηθήσει στη λύση του προβλήματος έγινε και αυτός μέρος του προβλήματος. Η χώρα έγινε όμηρος των λαθών και των κατασκευαστικών ατελειών του ΣΥΡΙΖΑ, των ιδεοληπτικών αριστερίστικων ακροβατισμών του, καθώς επίσης της ανωριμότητας και ανικανότητας του προέδρου του. Ενώ οι προηγούμενοι πρωθυπουργοί και οι κυβερνήσεις τους ήταν ανεπαρκείς ο Τσίπρας είναι τρεις φορές ανεπαρκής.
Ακόμα μία φορά η κοινωνία σέρνεται από τον ΣΥΡΙΖΑ σε εκλογές οι οποίες δεν θα λύσουν βεβαίως κανένα ουσιαστικό πρόβλημα, παρά μόνο εσωτερικά προβλήματά του, οφειλόμενα στις «συντροφικές» αιματοχυσίες ανάμεσα στις περιβόητες συνιστώσες. Δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν οι διαγνώσεις του κειμένου μου «Τα αδιέξοδα του ΣΥΡΙΖΑ», δημοσιευμένο το 2012. Υπάρχει στο: oikonomouyorgos.blogspot.com.
Είναι διαδεδομένη η αυταπάτη πως ο κοινοβουλευτισμός δεν έχει αδιέξοδα επειδή υπάρχουν οι εκλογές. Αποδεικνύεται όμως συνεχώς πως στον ελληνικό κοινοβουλευτισμό όχι μόνο υπάρχουν αδιέξοδα αλλά οδηγούν στην οικονομική κατάρρευση και στην καταστροφή.
Πράγματι, οι μεταπολιτευτικές εκλογές, με την εναλλαγή των δύο κομμάτων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, οδήγησαν στη χρεοκοπία. Επίσης, από το 2009 μέσα σε έξι χρόνια αυτές είναι οι πέμπτες εκλογές – κάθε δεκατέσσερις μήνες γίνονται εκλογές. Αν συνυπολογισθούν και δύο ευρωεκλογές, δύο αυτοδιοικητικές και ένα ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα τότε το θέατρο του παραλόγου είναι πιο εμφανές: παρά τις πολλές προσφυγές στη «λαϊκή ετυμηγορία» η χώρα οδηγείται συνεχώς σιγά-σιγά στην καταστροφή.
Οι συχνές εκλογές δηλώνουν κατ’ αρχάς αδυναμία του πολιτικού συστήματος να κυβερνήσει και επί πλέον δημιουργούν πολιτικά και οικονομικά κενά, καθυστέρηση στη διαχείριση κρίσιμων, χρονίων και επίκαιρων προβλημάτων, ανασφάλεια στην κοινωνία και αβεβαιότητα σε οικονομικούς, επαγγελματικούς και επενδυτικούς παράγοντες. Με άλλα λόγια οι εκλογές όχι μόνο δεν λύνουν τα προβλήματα αλλά οδηγούν κάθε φορά σε χειρότερο στάδιο, με λαϊκισμούς, δημαγωγίες, εθνικισμούς, ασύστολα ψεύδη, με καλλιέργεια απατηλών ελπίδων, παραπληροφόρηση, ρουσφετολογίες, πελατειακό καθεστώς και άθλιο πολιτικό λόγο. Έχει ειπωθεί, πολύ σωστά, πως άν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα τότε οι κυρίαρχες ελίτ θα τις είχαν καταργήσει.
Παρόλα αυτά και παρά την παταγώδη αποτυχία του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του, αρκετοί εξακολουθούν να το αποκαλούν κοινοβουλευτική ή αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Το αντιπροσωπευτικό πολίτευμα όμως δεν είναι δημοκρατικό, αλλά ολιγαρχικό, ενώ στην Ελλάδα, όπως δείχνει συνεχώς η πραγματικότητα και όπως το εκφράζει το Σύνταγμα, στην ουσία είναι πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, με όλες τις εξουσίες στον πρωθυπουργό. Πρόκειται δηλαδή για «μοναρχία», όχι κληρονομική, αλλά αιρετή. Από τη στιγμή δε που ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί και οι βουλευτές είναι υπεράνω του νόμου με την περιβόητη υπουργική και βουλευτική ασυλία πρόκειται για απόλυτη αιρετή «μοναρχία». Το τι θα γίνει στο μέλλον εξαρτάται από τον απόλυτο αιρετό «μονάρχη», τον εκάστοτε ανεξέλεγκτο πρωθυπουργό. Άλλωστε, αφού οι «αντιπρόσωποι» δεν ελέγχονται ούτε ανακαλούνται καθόλη τη διάρκεια της θητείας τους, η ψήφος σημαίνει συναίνεση στην αυθαιρεσία, στην αλαζονεία και στον αυταρχισμό της εξουσίας. Ψήφος λοιπόν ξανά στον ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει καινούρια αδιέξοδα. Ψήφος στους ανεύθυνους δραχμιστές του Λαφαζάνη σημαίνει χάος και καταστροφή. Για όλα αυτά δεν έχει κανένα νόημα να ψηφίζει κανείς σήμερα.
Επομένως, με πολιτειακές συγχύσεις, εκλογικές ψευδαισθήσεις, κομματικούς αμοραλισμούς, εμφυλιοπολεμικές μισαλλοδοξίες και ανίκανους πολιτικούς είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί ένας δημοκρατικός δρόμος διεξόδου. Η ανάθεση σε κόμματα και σε «σωτήρες» οδηγεί σε αδιέξοδα. Ενώπιον αυτού του πολιτικού κενού και των οικονομικών καταρρεύσεων υπάρχει κίνδυνος η λεηλατημένη και απογοητευμένη, αλλά απληροφόρητη και συναισθηματική νεοελληνική κοινωνία να στραφεί σε εθνικιστές και ναζιστές που επαγγέλονται και ευαγγελίζονται τη βαρβαρότητα. Εδώ υπεισέρχονται οι παθογένειες και οι παθολογίες της νεοελληνικής κοινωνίας. Η κατάσταση θυμίζει την παρακμιακή βυζαντινή Κωνσταντινούπολη λίγο πριν από την άλωση, όπως την περιγράφει χαρακτηριστικά ο ποιητής: «η Πόλη πόρνη και περίμενε τον Τούρκο να την πάρει». Ο εχθρός, δηλαδή, δεν είναι εξωτερικός, αλλά εσωτερικός.
Συνεπώς, γίνεται όλο και πιο επιτακτική η ανάγκη για αλλαγή του αποτυχημένου πολιτικού συστήματος, για δημοκρατικές δομικές, θεσμικές, συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, όχι με ανάθεση σε κόμματα, αλλά από τα κάτω, από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, με την αυτοοργάνωση των συνελεύσεων, με αυτοκαθορισμό και αυτονομία. Με συγκεκριμένες προτάσεις αλλαγής και όχι εγκλωβισμό στα αδιέξοδα του «αντιμνημονιακού αγώνα» και του «μεγαλειώδους ΟΧΙ». Χρειάζεται δημιουργία μίας νέας πολιτικής και όχι αντιπολίτευσης. Είναι ο μοναδικός δρόμος, αφού όλοι οι άλλοι αποδείχθηκαν αδιέξοδοι και καταστροφικοί.
Δεν είναι εύκολος δρόμος, αλλά το μόνο εύκολο σήμερα είναι η ρητορική του αντιμνημονιακού χώρου. Βρισκόμαστε στην κατάσταση που το παλιό δεν έχει ακόμα πεθάνει και το νέο δεν έχει ακόμα γεννηθεί.
*Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, συγγραφέας
ΕΦ-ΣΥΝ
Οι καταστροφικές επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στους πέντε μήνες της «διαπραγμάτευσης» και η προκήρυξη του ανόητου «δημοψηφίσματος» είχαν ως αποτέλεσμα μεγάλη διαφυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, πάγωμα των επενδύσεων και επιβολή των capital controls που συνιστούν μεγάλο εμπόδιο στην οποιαδήποτε οικονομική μεγέθυνση και ανόρθωση της χώρας.
Επίσης, η κυβέρνηση δεν τήρησε τις προεκλογικες της υποσχέσεις και αμέσως μετά το «δημοψήφισμα» μετέτρεψε το ΟΧΙ σε ένα ηχηρό ΝΑΙ. Με την υπογραφή του τρίτου βαρύτατου Μνημονίου οι υπεραριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ καταψήφιζαν την κυβέρνηση, αλλά ταυτοχρόνως δήλωναν ότι τη στηρίζουν! Ενώ ο πρωθυπουργός και οι περί αυτόν ομολογούσαν πως διαφωνούν με το τρίτο Μνημόνιο, αλλά εν τούτοις θα το εφαρμόσουν! Ο «αντιμνημονιακός» ΣΥΡΙΖΑ χωρίσθηκε σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς». Τελικώς οι δραχμιστές του Λαφαζάνη αποχώρησαν και έφτιαξαν δικό τους κόμμα, ο πρωθυπουργός έχασε την δεδηλωμένη και προκήρυξε νέες εκλογές οκτώ μήνες μετά τις τελευταίες.
Εν τω μεταξύ είχε παραμερισθεί η πολυδιαφημισθείσα βεντέτα, ο μεγάλος νάρκισσος της αποτυχημένης διαπραγμάτευσης, ενώ η προβληματική πρόεδρος της Βουλής επιδεικνύει τα δικά της εξουσιαστικά πάθη, μέσω του νέου κόμματος των δραχμιστών. Εν ολίγοις, το αριστερό αλαλούμ έσυρε τη χώρα στην καταστροφή αδιαφορώντας παντελώς για το κοινό συμφέρον. Επί επτά μήνες δεν έκανε κάτι ουσιαστικό στο κυβερνητικό επίπεδο και χειροτέρευσε την κατάσταση. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι φυτώριο αδιεξόδων. Αντί να λύσει προβλήματα διατήρησε και διόγκωσε τα ήδη υπάρχοντα και δημιούργησε νέα. Αντί να βοηθήσει στη λύση του προβλήματος έγινε και αυτός μέρος του προβλήματος. Η χώρα έγινε όμηρος των λαθών και των κατασκευαστικών ατελειών του ΣΥΡΙΖΑ, των ιδεοληπτικών αριστερίστικων ακροβατισμών του, καθώς επίσης της ανωριμότητας και ανικανότητας του προέδρου του. Ενώ οι προηγούμενοι πρωθυπουργοί και οι κυβερνήσεις τους ήταν ανεπαρκείς ο Τσίπρας είναι τρεις φορές ανεπαρκής.
Ακόμα μία φορά η κοινωνία σέρνεται από τον ΣΥΡΙΖΑ σε εκλογές οι οποίες δεν θα λύσουν βεβαίως κανένα ουσιαστικό πρόβλημα, παρά μόνο εσωτερικά προβλήματά του, οφειλόμενα στις «συντροφικές» αιματοχυσίες ανάμεσα στις περιβόητες συνιστώσες. Δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν οι διαγνώσεις του κειμένου μου «Τα αδιέξοδα του ΣΥΡΙΖΑ», δημοσιευμένο το 2012. Υπάρχει στο: oikonomouyorgos.blogspot.com.
Είναι διαδεδομένη η αυταπάτη πως ο κοινοβουλευτισμός δεν έχει αδιέξοδα επειδή υπάρχουν οι εκλογές. Αποδεικνύεται όμως συνεχώς πως στον ελληνικό κοινοβουλευτισμό όχι μόνο υπάρχουν αδιέξοδα αλλά οδηγούν στην οικονομική κατάρρευση και στην καταστροφή.
Πράγματι, οι μεταπολιτευτικές εκλογές, με την εναλλαγή των δύο κομμάτων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, οδήγησαν στη χρεοκοπία. Επίσης, από το 2009 μέσα σε έξι χρόνια αυτές είναι οι πέμπτες εκλογές – κάθε δεκατέσσερις μήνες γίνονται εκλογές. Αν συνυπολογισθούν και δύο ευρωεκλογές, δύο αυτοδιοικητικές και ένα ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα τότε το θέατρο του παραλόγου είναι πιο εμφανές: παρά τις πολλές προσφυγές στη «λαϊκή ετυμηγορία» η χώρα οδηγείται συνεχώς σιγά-σιγά στην καταστροφή.
Οι συχνές εκλογές δηλώνουν κατ’ αρχάς αδυναμία του πολιτικού συστήματος να κυβερνήσει και επί πλέον δημιουργούν πολιτικά και οικονομικά κενά, καθυστέρηση στη διαχείριση κρίσιμων, χρονίων και επίκαιρων προβλημάτων, ανασφάλεια στην κοινωνία και αβεβαιότητα σε οικονομικούς, επαγγελματικούς και επενδυτικούς παράγοντες. Με άλλα λόγια οι εκλογές όχι μόνο δεν λύνουν τα προβλήματα αλλά οδηγούν κάθε φορά σε χειρότερο στάδιο, με λαϊκισμούς, δημαγωγίες, εθνικισμούς, ασύστολα ψεύδη, με καλλιέργεια απατηλών ελπίδων, παραπληροφόρηση, ρουσφετολογίες, πελατειακό καθεστώς και άθλιο πολιτικό λόγο. Έχει ειπωθεί, πολύ σωστά, πως άν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα τότε οι κυρίαρχες ελίτ θα τις είχαν καταργήσει.
Παρόλα αυτά και παρά την παταγώδη αποτυχία του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του, αρκετοί εξακολουθούν να το αποκαλούν κοινοβουλευτική ή αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Το αντιπροσωπευτικό πολίτευμα όμως δεν είναι δημοκρατικό, αλλά ολιγαρχικό, ενώ στην Ελλάδα, όπως δείχνει συνεχώς η πραγματικότητα και όπως το εκφράζει το Σύνταγμα, στην ουσία είναι πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, με όλες τις εξουσίες στον πρωθυπουργό. Πρόκειται δηλαδή για «μοναρχία», όχι κληρονομική, αλλά αιρετή. Από τη στιγμή δε που ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί και οι βουλευτές είναι υπεράνω του νόμου με την περιβόητη υπουργική και βουλευτική ασυλία πρόκειται για απόλυτη αιρετή «μοναρχία». Το τι θα γίνει στο μέλλον εξαρτάται από τον απόλυτο αιρετό «μονάρχη», τον εκάστοτε ανεξέλεγκτο πρωθυπουργό. Άλλωστε, αφού οι «αντιπρόσωποι» δεν ελέγχονται ούτε ανακαλούνται καθόλη τη διάρκεια της θητείας τους, η ψήφος σημαίνει συναίνεση στην αυθαιρεσία, στην αλαζονεία και στον αυταρχισμό της εξουσίας. Ψήφος λοιπόν ξανά στον ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει καινούρια αδιέξοδα. Ψήφος στους ανεύθυνους δραχμιστές του Λαφαζάνη σημαίνει χάος και καταστροφή. Για όλα αυτά δεν έχει κανένα νόημα να ψηφίζει κανείς σήμερα.
Επομένως, με πολιτειακές συγχύσεις, εκλογικές ψευδαισθήσεις, κομματικούς αμοραλισμούς, εμφυλιοπολεμικές μισαλλοδοξίες και ανίκανους πολιτικούς είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί ένας δημοκρατικός δρόμος διεξόδου. Η ανάθεση σε κόμματα και σε «σωτήρες» οδηγεί σε αδιέξοδα. Ενώπιον αυτού του πολιτικού κενού και των οικονομικών καταρρεύσεων υπάρχει κίνδυνος η λεηλατημένη και απογοητευμένη, αλλά απληροφόρητη και συναισθηματική νεοελληνική κοινωνία να στραφεί σε εθνικιστές και ναζιστές που επαγγέλονται και ευαγγελίζονται τη βαρβαρότητα. Εδώ υπεισέρχονται οι παθογένειες και οι παθολογίες της νεοελληνικής κοινωνίας. Η κατάσταση θυμίζει την παρακμιακή βυζαντινή Κωνσταντινούπολη λίγο πριν από την άλωση, όπως την περιγράφει χαρακτηριστικά ο ποιητής: «η Πόλη πόρνη και περίμενε τον Τούρκο να την πάρει». Ο εχθρός, δηλαδή, δεν είναι εξωτερικός, αλλά εσωτερικός.
Συνεπώς, γίνεται όλο και πιο επιτακτική η ανάγκη για αλλαγή του αποτυχημένου πολιτικού συστήματος, για δημοκρατικές δομικές, θεσμικές, συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, όχι με ανάθεση σε κόμματα, αλλά από τα κάτω, από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, με την αυτοοργάνωση των συνελεύσεων, με αυτοκαθορισμό και αυτονομία. Με συγκεκριμένες προτάσεις αλλαγής και όχι εγκλωβισμό στα αδιέξοδα του «αντιμνημονιακού αγώνα» και του «μεγαλειώδους ΟΧΙ». Χρειάζεται δημιουργία μίας νέας πολιτικής και όχι αντιπολίτευσης. Είναι ο μοναδικός δρόμος, αφού όλοι οι άλλοι αποδείχθηκαν αδιέξοδοι και καταστροφικοί.
Δεν είναι εύκολος δρόμος, αλλά το μόνο εύκολο σήμερα είναι η ρητορική του αντιμνημονιακού χώρου. Βρισκόμαστε στην κατάσταση που το παλιό δεν έχει ακόμα πεθάνει και το νέο δεν έχει ακόμα γεννηθεί.
*Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, συγγραφέας
ΕΦ-ΣΥΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου