Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Το χρονοδιάγραμμά της ξαναμπαίνει στη συνάρτηση του Προσφυγικού, μέχρι την έκτακτη Σύνοδο της 6ης Μαρτίου – Νέες, παράδοξες συμμαχίες αποκάλυψε η τελευταία Eυρωπαϊκή Σύνοδος
Έχουμε πάμπολλους λόγους να είμαστε εξαιρετικά καχύποπτοι, ως προς την προέλευση των δραστών των αιματηρών επιθέσεων στην Τουρκία. Αλλά, και πέραν των θεωριών συνωμοσίας, το δεδομένο είναι ότι οι επιθέσεις εξυπηρέτησαν σκανδαλωδώς τη στρατηγική της κυβέρνησης Ερντογάν στο τρίπτυχο Συριακό-Κουρδικό-Προσφυγικό. Η Άγκυρα πέτυχε να εξασφαλίσει, τουλάχιστον προς το παρόν, την ανοχή των Δυτικών συμμάχων της στα τετελεσμένα που προσπαθεί να δημιουργήσει στο τουρκικό και στο συριακό Κουρδιστάν και, ταυτόχρονα, υποχρέωσε τους Ευρωπαίους κυριολεκτικά να προσαρτηθούν στην τακτική της στη διαχείριση του Προσφυγικού. Αυτό, όμως, έχει και μια παράδοξη παρενέργεια: συναρτά το χρονοδιάγραμμα και την έκβαση της αξιολόγησης του 3ου Μνημονίου με μια ενδεχόμενη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για το προσφυγικό στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της 6ης Μαρτίου.
Αντικειμενικά, οι ατζέντες των δύο ζητημάτων -αξιολόγηση και Προσφυγικό- έχουν συγχωνευτεί σε επικίνδυνο βαθμό. Ακόμη κι αν η κυβέρνηση βλέπει ευκαιρίες σ’ αυτή την εξέλιξη -όπως, για παράδειγμα, την ευκαιρία να διεκδικήσει δημοσιονομικό «σκόντο» μέχρι 1 δισ. ευρώ από τους δανειστές, εν ονόματι του κόστους διαχείρισης των προσφυγικών ροών- όλα εξαρτώνται από τη διάθεση συνεργασίας που θα επιδείξει η τουρκική κυβέρνηση στο Προσφυγικό και, φυσικά, από τα ανταλλάγματα που θα ζητήσει γι’ αυτό, οπωσδήποτε πολύ βαρύτερα από τα συμφωνηθέντα, χάρη στο άλλοθι των βομβιστικών επιθέσεων.
Αυτό σημαίνει ότι η συμφωνία στην οποία κατέληξε η σύνοδος των 28 της Ε.Ε., που διατυμπανίζεται και από την κυβέρνηση ως δικαίωση των ελληνικών θέσεων και απομάκρυνση των σεναρίων άρσης της Σένγκεν, εξαρτάται απολύτως από την Τουρκία. Αν η Άγκυρα αποφασίσει να πιέσει τους Ευρωπαίους ενθαρρύνοντας αύξηση των προσφυγικών ροών, η συμφωνία θα τιναχτεί στον αέρα, οι πιέσεις προς την Ελλάδα θα επανέλθουν, το ίδιο και οι ορέξεις για κλείσιμο συνόρων, κι αυτό αναπόφευκτα θα αυξήσει τον πειρασμό του κουαρτέτου να προσθέσουν τις δικές τους ακραίες πιέσεις προς την κυβέρνηση για την αξιολόγηση. Ουσιαστικά, η απόφαση της Συνόδου των 28 της Ε.Ε. δεν είναι παρά ένα μορατόριουμ 2 εβδομάδων.
Διόλου παράδοξα, σε δύο εβδομάδες τοποθέτησε και την επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα, για επίσημη συνέχιση της αξιολόγησης, ο υπουργός Οικονομίας Γ. Σταθάκης. Σε δύο εβδομάδες είναι και η έκτακτη σύνοδος Ε.Ε.- Τουρκίας για το Προσφυγικό. Ενώ η Κομισιόν -διά του Μοσκοβισί, του Ντομπρόβσκις ή του Ντάισελμπλουμ- βάζει τον χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης της αξιολόγησης μέχρι το Πάσχα, με τη ρητή υπογράμμιση ότι μπορεί να είναι το καθολικό (27/3) ή και το ορθόδοξο (1/5). Αυτό σημαίνει ότι η συμφωνία Μέρκελ-Ολάντ-Τσίπρα για «γρήγορη επιστροφή των θεσμών» στην Αθήνα και επιτάχυνση της αξιολόγησης δεν είναι κάτι περισσότερο από ευχή. Την ίδια βαρύτητα έχουν και οι γαλλογερμανικές εγγυήσεις για αποφυγή μονομερών ενεργειών στα σύνορα χωρών της Ε.Ε., έναντι των οποίων χρησιμοποιήθηκε η θεωρητική (μέχρι το βράδυ της Παρασκευής) απειλή ενός ελληνικού βέτο στη Σύνοδο.
Αν και η κυβέρνηση βρίσκεται σε διαρκή ανάγκη, λόγω κοινωνικής και δημοσκοπικής πίεσης, να υπερερμηνεύει δηλώσεις και τοποθετήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, βλέποντας σταθερά μισογεμάτο το μισοάδειο -ή και εντελώς άδειο- ποτήρι, είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες μέρες υπάρχει μερίδα της ευρωπαϊκής ελίτ που έχει μετατοπιστεί -ρητορικά- σε μια πιο ευνοϊκή στάση. Βεβαίως, της μετατόπισης αυτής έχει προηγηθεί η εντυπωσιακή μετατόπιση της ίδιας της κυβέρνησης στις θέσεις του ευρωπαϊκού ιερατείου για το Προσφυγικό: συμμόρφωση στη στρατιωτική-αστυνομική επιτήρηση, αποδοχή της παρουσίας του ΝΑΤΟ, μαζί με την Frontex, στο Αιγαίο, πλήρης αποδοχή της πολιτικής των επαναπροωθήσεων.
Ίσως γι’ αυτό ο Κ. Μητσοτάκης, στο ευρωπαϊκό ντεμπούτο του ως αρχηγός της Ν.Δ., είδε τη δυνατότητα «εθνικής γραμμής» στο Προσφυγικό. Ωστόσο, και μ’ αυτά τα δεδομένα, η αλλαγή στάσης ορισμένων Ευρωπαίων αξιωματούχων απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι αξιοσημείωτη. Η πιο εντυπωσιακή ένδειξη ήταν το άρθρο του Γερμανού αντικαγκελάριου, σοσιαλδημοκράτη Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Ο οποίος, ως μετά Χριστόν προφήτης, ανακάλυψε ότι το ελληνικό πρόγραμμα δεν βγαίνει, ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και ότι αυτά που ζητούνται από την ελληνική κυβέρνηση μπορεί να οδηγήσουν σε κοινωνική και πολιτική αποσταθεροποίηση. Ένα κλικ μετριοπαθέστερος -και σχετικά απαθής για τις παρενέργειες του προσφυγικού στην οικονομία της Ευρωζώνης- ο επικεφαλής της ΕΚΤ εξέφρασε παρόμοιες ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και, εμμέσως, για ενδεχόμενη αποχώρηση του ΔΝΤ από το τρίτο Μνημόνιο. Χαρακτήρισε με έμφαση «ιδιαίτερα επιθυμητή τη συμμετοχή του ΔΝΤ», επικαλούμενος την τεχνογνωσία του. Και, φυσικά, στο ίδιο κλίμα ελεγχόμενης εύνοιας πρέπει να συμπεριληφθούν και οι «εγγυήσεις» Μέρκελ- Ολάντ για σύνορα και αξιολόγηση.
Πώς να ερμηνευτούν αυτές οι κινήσεις «κατανόησης»; Καθένας από τους συντελεστές τους υπηρετεί διαφορετικές ιδιοτελείς ανάγκες. Άλλη η ανάγκη του Γκάμπριελ να «απελευθερώσει» την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία από τη συγχώνευση με την original νεοφιλελεύθερη δεξιά κι άλλη η ανάγκη του Ντράγκι να κρατήσει ζωντανή την ευρωζώνη και να δικαιώσει τις μεγάλες προσδοκίες για μια εντυπωσιακή διεύρυνσης της ποσοτικής χαλάρωσης στις 10 Μαρτίου. Άλλη η ανάγκη του ευρωπαϊκού ιερατείου να αποτρέψει το Brexit και τη διαλυτική επίδρασή του με κάθε τίμημα, κι άλλη η ανάγκη της Μέρκελ να ισορροπήσει ανάμεσα στην αντιμεταναστευτική υστερία των χωρών του Βίζενγκραντ, που αποτελούν και την «πίσω αυλή» της Γερμανίας, και στην επιβολή μιας στοιχειωδώς συνεκτικής πολιτικής στο μεταναστευτικό.
Απ’ όλες αυτές τις ετερόκλητες ανάγκες πρυτανεύει αυτή της γερμανικής ηγεσίας να διασώσει την ηγεμονία της στην Ε.Ε. Αυτό, σε μεγάλο βαθμό, περνάει από την πολιτική ηγεμονία της ίδιας της Μέρκελ εντός της Γερμανίας. Κι απ’ αυτή τη βασική ανάγκη πηγάζουν οι παράδοξες, αλά καρτ συμμαχίες που διαμορφώθηκαν στην τελευταία ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής στην οποία οι «κακοί» του Βίζενγκραντ και η Αυστρία βρήκαν απέναντι το περί την Μέρκελ μέτωπο, συμπεριλαμβανομένου και του Έλληνα πρωθυπουργού. Ωστόσο, το μέτωπο αυτό περιλαμβάνει μια ακόμη συνιστώσα στην οποία η Μέρκελ έχει επενδύσει πολλά, χωρίς να της έχει αποδώσει τίποτα μέχρι στιγμής: την Τουρκία, που θα πει την επόμενη λέξη της στις 6 Μαρτίου.
Μέχρι τότε, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να υποστεί την βάσανο της αναμονής του κουαρτέτου στην Αθήνα και της επανέναρξης της αξιολόγησης. Στο μεταξύ θα πάρει πρόγευση από τις διαπραγματεύσεις που ξεκινούν Δευτέρα με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών επί των συγκεκριμένων καυτών ζητημάτων: ασφαλιστικό, κόκκινα δάνεια, νέο ΤΑΙΠΕΔ, Μεσοπρόθεσμο. Από τη στάση τους θα φανεί αν πράγματι οι δανειστές σκοπεύουν να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους εν ονόματι του Προσφυγικού ή απλώς ροκανίζουν τον χρόνο για να επανέλθουν δριμύτεροι με απαιτήσεις για πλήρη εφαρμογή του 3ου Μνημονίου στο πνεύμα του και στο γράμμα του.
Δρόμος
Το χρονοδιάγραμμά της ξαναμπαίνει στη συνάρτηση του Προσφυγικού, μέχρι την έκτακτη Σύνοδο της 6ης Μαρτίου – Νέες, παράδοξες συμμαχίες αποκάλυψε η τελευταία Eυρωπαϊκή Σύνοδος
Έχουμε πάμπολλους λόγους να είμαστε εξαιρετικά καχύποπτοι, ως προς την προέλευση των δραστών των αιματηρών επιθέσεων στην Τουρκία. Αλλά, και πέραν των θεωριών συνωμοσίας, το δεδομένο είναι ότι οι επιθέσεις εξυπηρέτησαν σκανδαλωδώς τη στρατηγική της κυβέρνησης Ερντογάν στο τρίπτυχο Συριακό-Κουρδικό-Προσφυγικό. Η Άγκυρα πέτυχε να εξασφαλίσει, τουλάχιστον προς το παρόν, την ανοχή των Δυτικών συμμάχων της στα τετελεσμένα που προσπαθεί να δημιουργήσει στο τουρκικό και στο συριακό Κουρδιστάν και, ταυτόχρονα, υποχρέωσε τους Ευρωπαίους κυριολεκτικά να προσαρτηθούν στην τακτική της στη διαχείριση του Προσφυγικού. Αυτό, όμως, έχει και μια παράδοξη παρενέργεια: συναρτά το χρονοδιάγραμμα και την έκβαση της αξιολόγησης του 3ου Μνημονίου με μια ενδεχόμενη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για το προσφυγικό στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της 6ης Μαρτίου.
Σε δυο εβδομάδες
Αντικειμενικά, οι ατζέντες των δύο ζητημάτων -αξιολόγηση και Προσφυγικό- έχουν συγχωνευτεί σε επικίνδυνο βαθμό. Ακόμη κι αν η κυβέρνηση βλέπει ευκαιρίες σ’ αυτή την εξέλιξη -όπως, για παράδειγμα, την ευκαιρία να διεκδικήσει δημοσιονομικό «σκόντο» μέχρι 1 δισ. ευρώ από τους δανειστές, εν ονόματι του κόστους διαχείρισης των προσφυγικών ροών- όλα εξαρτώνται από τη διάθεση συνεργασίας που θα επιδείξει η τουρκική κυβέρνηση στο Προσφυγικό και, φυσικά, από τα ανταλλάγματα που θα ζητήσει γι’ αυτό, οπωσδήποτε πολύ βαρύτερα από τα συμφωνηθέντα, χάρη στο άλλοθι των βομβιστικών επιθέσεων.
Αυτό σημαίνει ότι η συμφωνία στην οποία κατέληξε η σύνοδος των 28 της Ε.Ε., που διατυμπανίζεται και από την κυβέρνηση ως δικαίωση των ελληνικών θέσεων και απομάκρυνση των σεναρίων άρσης της Σένγκεν, εξαρτάται απολύτως από την Τουρκία. Αν η Άγκυρα αποφασίσει να πιέσει τους Ευρωπαίους ενθαρρύνοντας αύξηση των προσφυγικών ροών, η συμφωνία θα τιναχτεί στον αέρα, οι πιέσεις προς την Ελλάδα θα επανέλθουν, το ίδιο και οι ορέξεις για κλείσιμο συνόρων, κι αυτό αναπόφευκτα θα αυξήσει τον πειρασμό του κουαρτέτου να προσθέσουν τις δικές τους ακραίες πιέσεις προς την κυβέρνηση για την αξιολόγηση. Ουσιαστικά, η απόφαση της Συνόδου των 28 της Ε.Ε. δεν είναι παρά ένα μορατόριουμ 2 εβδομάδων.
Διόλου παράδοξα, σε δύο εβδομάδες τοποθέτησε και την επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα, για επίσημη συνέχιση της αξιολόγησης, ο υπουργός Οικονομίας Γ. Σταθάκης. Σε δύο εβδομάδες είναι και η έκτακτη σύνοδος Ε.Ε.- Τουρκίας για το Προσφυγικό. Ενώ η Κομισιόν -διά του Μοσκοβισί, του Ντομπρόβσκις ή του Ντάισελμπλουμ- βάζει τον χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης της αξιολόγησης μέχρι το Πάσχα, με τη ρητή υπογράμμιση ότι μπορεί να είναι το καθολικό (27/3) ή και το ορθόδοξο (1/5). Αυτό σημαίνει ότι η συμφωνία Μέρκελ-Ολάντ-Τσίπρα για «γρήγορη επιστροφή των θεσμών» στην Αθήνα και επιτάχυνση της αξιολόγησης δεν είναι κάτι περισσότερο από ευχή. Την ίδια βαρύτητα έχουν και οι γαλλογερμανικές εγγυήσεις για αποφυγή μονομερών ενεργειών στα σύνορα χωρών της Ε.Ε., έναντι των οποίων χρησιμοποιήθηκε η θεωρητική (μέχρι το βράδυ της Παρασκευής) απειλή ενός ελληνικού βέτο στη Σύνοδο.
Ρητορικές μετατοπίσεις
Αν και η κυβέρνηση βρίσκεται σε διαρκή ανάγκη, λόγω κοινωνικής και δημοσκοπικής πίεσης, να υπερερμηνεύει δηλώσεις και τοποθετήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, βλέποντας σταθερά μισογεμάτο το μισοάδειο -ή και εντελώς άδειο- ποτήρι, είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες μέρες υπάρχει μερίδα της ευρωπαϊκής ελίτ που έχει μετατοπιστεί -ρητορικά- σε μια πιο ευνοϊκή στάση. Βεβαίως, της μετατόπισης αυτής έχει προηγηθεί η εντυπωσιακή μετατόπιση της ίδιας της κυβέρνησης στις θέσεις του ευρωπαϊκού ιερατείου για το Προσφυγικό: συμμόρφωση στη στρατιωτική-αστυνομική επιτήρηση, αποδοχή της παρουσίας του ΝΑΤΟ, μαζί με την Frontex, στο Αιγαίο, πλήρης αποδοχή της πολιτικής των επαναπροωθήσεων.
Ίσως γι’ αυτό ο Κ. Μητσοτάκης, στο ευρωπαϊκό ντεμπούτο του ως αρχηγός της Ν.Δ., είδε τη δυνατότητα «εθνικής γραμμής» στο Προσφυγικό. Ωστόσο, και μ’ αυτά τα δεδομένα, η αλλαγή στάσης ορισμένων Ευρωπαίων αξιωματούχων απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι αξιοσημείωτη. Η πιο εντυπωσιακή ένδειξη ήταν το άρθρο του Γερμανού αντικαγκελάριου, σοσιαλδημοκράτη Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Ο οποίος, ως μετά Χριστόν προφήτης, ανακάλυψε ότι το ελληνικό πρόγραμμα δεν βγαίνει, ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και ότι αυτά που ζητούνται από την ελληνική κυβέρνηση μπορεί να οδηγήσουν σε κοινωνική και πολιτική αποσταθεροποίηση. Ένα κλικ μετριοπαθέστερος -και σχετικά απαθής για τις παρενέργειες του προσφυγικού στην οικονομία της Ευρωζώνης- ο επικεφαλής της ΕΚΤ εξέφρασε παρόμοιες ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και, εμμέσως, για ενδεχόμενη αποχώρηση του ΔΝΤ από το τρίτο Μνημόνιο. Χαρακτήρισε με έμφαση «ιδιαίτερα επιθυμητή τη συμμετοχή του ΔΝΤ», επικαλούμενος την τεχνογνωσία του. Και, φυσικά, στο ίδιο κλίμα ελεγχόμενης εύνοιας πρέπει να συμπεριληφθούν και οι «εγγυήσεις» Μέρκελ- Ολάντ για σύνορα και αξιολόγηση.
Η γερμανική ηγεμονία
Πώς να ερμηνευτούν αυτές οι κινήσεις «κατανόησης»; Καθένας από τους συντελεστές τους υπηρετεί διαφορετικές ιδιοτελείς ανάγκες. Άλλη η ανάγκη του Γκάμπριελ να «απελευθερώσει» την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία από τη συγχώνευση με την original νεοφιλελεύθερη δεξιά κι άλλη η ανάγκη του Ντράγκι να κρατήσει ζωντανή την ευρωζώνη και να δικαιώσει τις μεγάλες προσδοκίες για μια εντυπωσιακή διεύρυνσης της ποσοτικής χαλάρωσης στις 10 Μαρτίου. Άλλη η ανάγκη του ευρωπαϊκού ιερατείου να αποτρέψει το Brexit και τη διαλυτική επίδρασή του με κάθε τίμημα, κι άλλη η ανάγκη της Μέρκελ να ισορροπήσει ανάμεσα στην αντιμεταναστευτική υστερία των χωρών του Βίζενγκραντ, που αποτελούν και την «πίσω αυλή» της Γερμανίας, και στην επιβολή μιας στοιχειωδώς συνεκτικής πολιτικής στο μεταναστευτικό.
Απ’ όλες αυτές τις ετερόκλητες ανάγκες πρυτανεύει αυτή της γερμανικής ηγεσίας να διασώσει την ηγεμονία της στην Ε.Ε. Αυτό, σε μεγάλο βαθμό, περνάει από την πολιτική ηγεμονία της ίδιας της Μέρκελ εντός της Γερμανίας. Κι απ’ αυτή τη βασική ανάγκη πηγάζουν οι παράδοξες, αλά καρτ συμμαχίες που διαμορφώθηκαν στην τελευταία ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής στην οποία οι «κακοί» του Βίζενγκραντ και η Αυστρία βρήκαν απέναντι το περί την Μέρκελ μέτωπο, συμπεριλαμβανομένου και του Έλληνα πρωθυπουργού. Ωστόσο, το μέτωπο αυτό περιλαμβάνει μια ακόμη συνιστώσα στην οποία η Μέρκελ έχει επενδύσει πολλά, χωρίς να της έχει αποδώσει τίποτα μέχρι στιγμής: την Τουρκία, που θα πει την επόμενη λέξη της στις 6 Μαρτίου.
Μέχρι τότε, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να υποστεί την βάσανο της αναμονής του κουαρτέτου στην Αθήνα και της επανέναρξης της αξιολόγησης. Στο μεταξύ θα πάρει πρόγευση από τις διαπραγματεύσεις που ξεκινούν Δευτέρα με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών επί των συγκεκριμένων καυτών ζητημάτων: ασφαλιστικό, κόκκινα δάνεια, νέο ΤΑΙΠΕΔ, Μεσοπρόθεσμο. Από τη στάση τους θα φανεί αν πράγματι οι δανειστές σκοπεύουν να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους εν ονόματι του Προσφυγικού ή απλώς ροκανίζουν τον χρόνο για να επανέλθουν δριμύτεροι με απαιτήσεις για πλήρη εφαρμογή του 3ου Μνημονίου στο πνεύμα του και στο γράμμα του.
Δρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου