Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Η σκιώδης επέκταση των ΗΠΑ στην Υπερκαυκασία ξεκίνησε από τη δημοκρατία της Αμπχαζίας

Της Алена Агеева (Αλιόνα Αγκέεβα)


*Μετάφραση από τα Ρωσικά: Βασίλης Μακρίδης

Στην κοινή γνώμη των ευρωπαϊκών χωρών ενισχύεται και, σε κάποιο βαθμό επιτυχημένα, εισάγεται μια εικόνα της Ρωσίας, ως κράτους – εισβολέα. Στην παρουσίαση των γεγονότων στον μετασοβιετικό χώρο «θετικός τόνος» για τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ θεωρείται η αντιρωσική ρητορική. Επιπλέον, δημοσιογράφοι, πολιτικοί επιστήμονες και αναλυτές συχνά δεν επιθυμούν να λάβουν υπόψη τα πραγματικά γεγονότα και μεταδίδουν κυριολεκτικά «πιπιλώντας το δάχτυλό τους» εικασίες περί ρωσικών «αυτοκρατορικών» φιλοδοξιών, εκμεταλλευόμενοι λεπτά ζητήματα σχέσεων ανάμεσα στους λαούς της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Το 2008 ξεκίνησε μια προπαγανδιστική εκστρατεία με αφορμή, δήθεν, την εισβολή της Ρωσίας εναντίον της νεαρής Δημοκρατίας της Γεωργίας και για την επιδίωξη της Ρωσίας να προσαρτήσει προαιώνια γεωργιανά εδάφη. Αυτοί που διεκδικούν τον ρόλο των «κυβερνητών του ανθρώπινου νου» της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης και ορίζουν δημόσια ως πολιτικό και κοινωνικό τους «πιστεύω» την συμβολή τους στην παροχή της πλέον αντικειμενικής και ολοκληρωμένης πληροφόρησης, κατορθώνουν ταυτόχρονα όχι μόνο να μην διαθέτουν επαγγελματισμό, αλλά ακόμη και βασική, στοιχειώδη γνώση της Ιστορίας και της σύγχρονης κατάστασης πραγμάτων.

Κατά τη διάρκεια τριών μηνών συζητούσαν σε διάφορα ΜΜΕ για την «εχθρότητα» της Ρωσίας προς τη δημοκρατία και την ανεξαρτησία. Και ενώ, με κάποιον «μαγικό» τρόπο, κάθε δημοσιογράφος-απολογητής της «επιθετικής πολιτικής της Ρωσίας» στα ρεπορτάζ του, στις αναλύσεις του κλπ, ανέφερε μόνο τις θέσεις, οι οποίες τεκμηρίωναν τα αίτια της «επιθετικότητας» (της Ρωσίας) με την «αυτοκρατορική φύση του ρωσικού κράτους και, συνεπώς, της απαράλλαχτης, από αιώνα σε αιώνα μεταδιδόμενης επιδίωξης για μία συνολική κατακτητική πολιτική», την ίδια στιγμή απουσίαζαν εντελώς οποιεσδήποτε διαφορετικές απόπειρες για μια σαφή ανάλυση της διαμάχης που είχε συμβεί προς τον δέκτη τους, δηλαδή προς τον δυτικό ακροατή, λόγω της ευπιστίας του τελευταίου στον λόγο των ΜΜΕ.

Ειδικά στον κυβερνοχώρο, είναι πολλοί αυτοί που πιστεύουν ακόμη και τις μεγαλύτερες διαστρεβλώσεις των πραγματικών γεγονότων. Όσο για το γεγονός, ότι στις βασικές γνώσεις των Πολιτικών Επιστημών είναι γραμμένο ξεκάθαρα ότι για οποιασδήποτε μορφής ένταση, η οποία μετατρέπεται σε στρατιωτική σύγκρουση, είναι απαραίτητη η επεξήγηση των πραγματικών διαθέσεων των συμμετεχόντων, όπως και αυτά καθεαυτά τα βαθύτερα αίτια των γεγονότων που συνέβησαν, ούτε λόγος…

Όμως για όλα τα πράγματα υπάρχουν οι αιτίες τους. Και τα κίνητρα των δικών μας «εραστών της αλήθειας» – υπερασπιστών της πραγματικής δημοκρατίας, απλώς δεν τους επέτρεπαν να στραφούν προς την πρόσφατη Ιστορία. Δεν συμπεριλαμβανόταν, βλέπετε, στα καθήκοντα που τους ανατέθηκαν από τους ανωτέρους τους η εξέταση των αντικειμενικών κινήτρων των αντιμαχόμενων πλευρών. Σε αντίθετη περίπτωση, η τόσο λεπτομερώς κατασκευασμένη επιχειρηματολογία τους θα είχε γίνει κομμάτια και θρύψαλα.

Όμως οι αντικειμενικοί λόγοι των όσων συνέβησαν συσσωρεύονταν για πολλά χρόνια και οι λαοί της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας απειλούνταν από τις γεωργιανές Αρχές διαφόρων περιόδων όχι μόνο μέσω της επιθυμίας για εδαφική προσάρτηση. Εδώ λόγος γινόταν για μια δεκαετή, σχεδόν, γενοκτονία, που πραγματοποιείτο με πρωτοβουλία διαφόρων κυβερνητικών σχημάτων στο Τμπιλίσι, η οποία έφτασε μέχρι την απέλαση όσων πληθυσμών δεν υποτάσσονταν στις γεωργιανές Αρχές. Η γεωργιανή ηγεσία όλα τα χρόνια που συνέβαιναν τα παραπάνω, προσπαθούσε να παρουσιάσει τη χώρα της ως νησίδα του ευρωπαϊκού (χριστιανικού) πολιτισμού, η οποία στηρίζει ενεργά την πραγματική δημοκρατία και ταυτόχρονα αντιπαλεύει, σε αντίθεση με πολλούς Καυκάσιους «γείτονες», με τα ενοχλητικά προς αυτήν οικογενειοκρατικά κατάλοιπα, τα οποία παλιότερα ήταν εγγενές χαρακτηριστικό της γεωργιανής ελίτ εξουσίας.

Το (γεωργιανό) κράτος και τότε και τώρα ισχυρίζεται ενώπιον του λαού του και της δεκτικής νεολαίας, ότι ακριβώς χάρη στους Γεωργιανούς πρίγκηπες και διαφωτιστές οι «άγριοι» ορεισίβιοι λαοί (Οσετίνοι και Αμπχάζιοι) μπήκαν στο δρόμο της πολιτισμένης ανάπτυξης, ότι η γεωργιανή κουλτούρα και γραφή τους απέσπασαν από την «αγκαλιά» του Μεσαίωνα. Με βάση τους ισχυρισμούς των Γεωργιανών ιστορικών, στους Οσετίνους και στους Αμπχάζιους δεν υπήρχαν ούτε τα βασικά στοιχεία κρατικής οντότητας, ούτε σύστημα δικαιοσύνης, ούτε παιδεία. Αυτή η θέση από μόνη της εκπέμπει κραυγαλέο ψέμα και ρατσισμό.

Όσο δε, για τις κρίσεις των νέων και πρώιμων Γεωργιανών ιστορικών, ότι η Ρωσία στη διάρκεια τριών αιώνων πραγματοποιούσε κατακτητική και αποικιοκρατική πολιτική στη Γεωργία, καταδιώκοντας τη γεωργιανή αριστοκρατία και διανόηση (αν και σε όλους είναι γνωστοί οι εκπρόσωποι της γεωργιανής αριστοκρατικής ελίτ, οι οποίοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο τόσο για τη Ρωσία, όσο και για την πατρίδα τους· είναι αρκετό να θυμηθεί κανείς τον μεγάλο στρατηγό – πρίγκηπα Μπαγκρατιόιι, που δοξάστηκε κατά τους Ναπολεόντιους Πολέμους, πολεμώντας με τον ρωσικό στρατό), θα μπορούσε να τις καταρρίψει χωρίς ιδιαίτερη προετοιμασία οποιοσδήποτε φοιτητής Ιστορίας ή ακόμη και μαθητής, χωρίς καν να προβεί σε αξιολόγηση αυτών των παραληρηματικών επινοήσεων.

Όμως! Εάν κανείς απευθυνθεί στα αρχεία και στους ιστορικούς, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στο πώς η γεωργιανή ελίτ για μεγάλο χρονικό διάστημα αντιμετώπιζε τους λαούς της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας, η εικόνα θα είναι απογοητευτική. Από τον 18ο αιώνα, από τη στιγμή της βίαιης προσάρτησης της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας στη Γεωργία, πραγματοποείτο πολιτική αφομοίωσης του ντόπιου πληθυσμού, «γεωργιανοποίησης», η οποία υλοποιείτο μέσω των ονομασιών των χωριών και των πόλεων και των καταλήξεων των επιθέτων. Επιπλέον, την απαγόρευση της μητρικής γλώσσας και κουλτούρας, τη δημιουργία δύο μέτρων και δύο σταθμών σε διάφορους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας, εξαιτίας των οποίων αυτές οι χώρες ήταν υποχρεωμένες να κάνουν ένα βήμα πίσω στην ανάπτυξή τους, ώστε «πάνω στις πλάτες τους» να αναπτυχθεί η Γεωργία, οποιοσδήποτε σύγχρονος υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα τα αποκαλούσε «μορφή βίας και διακρίσεων με βάση την εθνική ταυτότητα».

Με άλλα λόγια, η ίδια η Γεωργία εμφανιζόταν ως εσωτερικός αποικιοκράτης σε σχέση με τους Αμπχάζιους και τους Οσετίνους, εκμεταλλευόταν χωρίς έλεος τις πλουτοπαραγωγικές πηγές τους, καταλάμβανε τα πιο καρποφόρα εδάφη και εγκαθιστούσε στο Τσχινβάλ (στγ: πρωτεύουσα της Νότιας Οσετίας) και στην Αμπχαζία κανόνες και νόμους βολικούς για τις γεωργιανές ελίτ εξουσίας. Οι Αμπχάζιοι και οι Οσετίνοι για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν οι «απόκληροι» της γεωργιανής κοινωνίας, δεν τους παρέχονταν τα στοιχειώδη κοινωνικά και πολιτισμικά δικαιώματα Η μοναδική δυνατότητα ν’ αποκτήσει κανείς κοινωνική υπόσταση θεωρείτο… το να γίνει κανείς Γεωργιανός, δηλαδή ν’ απαρνηθεί πλήρως την ιστορία του, την ταυτότητά του και την κουλτούρα του.


Μετά την πρόσκαιρη και περιορισμένη ανάπτυξη των χωρών του Καυκάσου, με την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης στη Γεωργία ανέβηκε στην εξουσία το εθνικιστικό καθεστώς του Ζβιάντ Γκαμσαχούρντια. Η γεωργιανή διανόηση, μαζί με τους νεόκοπους πολιτικούς, υποστήριξε την αφαίρεση από τους Οσετίνους και τους Αμπχάζιους ακόμη και της μερικής αυτονομίας, αυτής που υπήρχε παλιότερα, εντός της Γεωργίας. Στην Αμπχαζία εξελίχθηκε ένας εμφύλιος πόλεμος με σκοπό να καμφθεί η αντίσταση του (ντόπιου) πληθυσμού, ενώ στη Νότια Οσετία η δράση των Γεωργιανών εθνικιστών άρχισε να λαμβάνει κατά τόπους χαρακτήρα στρατιωτικής σύγκρουσης, με νυχτερινούς βομβαρδισμούς του Τσχινβάλ από το (γεωργιανό) Πυροβολικό.

Ο πόλεμος οδήγησε στην απώλεια δεκάδων χιλιάδων ζωών, το ένα τρίτο των κατοίκων σκοτώθηκε, ενώ ακμάζοντα χωριά μετατράπηκαν σε ερείπια. Παρά την υπεροχή σε έμψυχο υλικό και πολεμική τεχνολογία, για να μη μιλήσει κανείς για την ενεργή υποστήριξη από την πλευρά των δομών του ΝΑΤΟ, οι λαοί της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας κατόρθωσαν να διώξουν τους κατακτητές από την πατρίδα τους. Οι Νότιοι Οσετίνοι, όπως νωρίτερα οι Αμπχάζιοι, όλοι σαν ένας προσχώρησαν στην λαϊκή πολιτοφυλακή που δημιουργήθηκε, για την υπεράσπιση της Πατρίδας τους και των οικογενειών τους.

Υπερασπιζόμενη με συνέπεια το δικαίωμα των λαών της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας για αυτόνομη πορεία ανάπτυξης και αυτοδιάθεση, η Ρωσία, κατ’ ουσίαν, εκπλήρωσε μιαν ανθρωπιστική αποστολή.

Ταυτόχρονα, ποτέ μετά τη νίκη στην Αμπχαζία και στη Νότια Οσετία δεν έγινε λόγος για προσάρτηση στη Ρωσία αυτών των εδαφών – κάτι τέτοιο ουδέποτε άκουσαν ούτε οι Νότιοι Οσετίνοι, ούτε οι Αμπχάζιοι. Κάτι το οποίο πάντα αποσιωπούν οι δυτικοί προπαγανδιστές, είναι ότι η θέση της Ρωσικής Ομοσπονδίας ήταν ανέκαθεν εξαιρετικά συγκρατημένη και συνδεδεμένη με τον σεβασμό της επιλογής ακόμη και του γεωργιανού λαού. Όμως σε μια κατάσταση, όπου το γεωργιανό στρατιωτικό κατεστημένο, υποκινούμενο από τους σπουδασμένους στις ΗΠΑ (Γεωργιανούς) πολιτικούς, έθεσε ως σκοπό να μετατρέψει τα εδάφη της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας σε καμένη γη, η Ρωσία, ως η ισχυρότερη γειτονική χώρα, δεν μπορούσε να μην αναμιχθεί και αναγκάστηκε να υπερασπιστεί τον άμαχο πληθυσμό, ο οποίος διαρκώς γινόταν στόχος της γεωργιανής επιθετικότητας.

Η κατάσταση στην Αμπχαζία, όπου τώρα η λεγόμενη «αντιπολίτευση» χρηματοδοτείται αδρά από «ανεξάρτητα ιδρύματα», που συνδέονται με τις υπηρεσίες πληροφοριών του ΝΑΤΟ, είναι η συνέχεια της επιθετικής πολιτικής εναντίον των λαών της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας. Είναι προφανές, ότι με τα χέρια της αντιπολίτευσης, ορισμένοι «κουκλοπαίκτες» προσπαθούν να υλοποιήσουν έναν διπλό στόχο: εκτός από τον στόχο της εκδίκησης, να καταστρέψουν επιπλέον και την ειρηνική και γόνιμη συνεργασία με τη Ρωσία, η οποία εδώ και τόσον καιρό αποτελούσε και αποτελεί τον εγγυητή της ειρήνης και της ασφάλειας (στγ: στην περιοχή)· να οδηγήσουν την Αμπχαζία σε κατάσταση χάους, ώστε να την καταστήσουν ανυπεράσπιστη μπροστά στο νέο κύμα επιθετικότητας της Γεωργίας.

Όπως επίσης και να προσφέρουν ένα μεγάλο δώρο στις ΗΠΑ, οι οποίες ονειρεύονται τη στρατιωτική υπεροχή (τους) στην πλησιέστερη προς την Ρωσική Ομοσπονδία περιοχή, με ενισχυμένες ναυτικές βάσεις και σε απόλυτη εγγύτητα με τα νότια σύνορα της Ρωσίας. Πρόκειται για μια συνεπή προσπάθεια των ΗΠΑ για επέκτασή τους προς το Νότιο Καύκασο μέσω μιας ολόκληρης σειράς από μηχανορραφίες και κατασκευασμένες από το State Department λειτουργικές οργανώσεις (USAID, NED, Internatiomal Alert), οι οποίες διαμορφώνουν και χρηματοδοτούν εντός των Δημοκρατιών και επιμέρους περιοχών του Καυκάσου μια τεχνητή «αντιπολίτευση» και «αντιφρονούντες», στους οποίους έχουν δοθεί οδηγίες για τη δημιουργία κοινωνικής και πολιτικής αποσταθεροποίησης και για την αποπομπή της νόμιμης εξουσίας.

Η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη είναι απαραίτητο να κατανοήσει, ότι τα «πολιτικά παιχνίδια», τα οποία επίσημα ονομάζονται «διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Γεωργίας», ή «υπεράσπιση της γεωργιανής δημοκρατίας και του ελεύθερου κόσμου του αμπχαζιανού λαού» δεν έχουν τίποτε κοινό με τις πραγματικές αξίες της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της σχέσης σεβασμού του ενός κράτους προς ένα άλλο. Η Ευρώπη ρισκάρει να γίνει συνένοχη σε μία ακόμη διένεξη, που αναπτύσσεται και προετοιμάζεται από τους στρατηγούς του Πενταγώνου με στόχο τη διατήρηση και ενίσχυση της παγκόσμιας κυριαρχίας τους.

Τώρα, που οι ευρωπαϊκοί λαοί υποχρεώνονται οι ίδιοι να «δρέψουν τους πικρούς καρπούς» της επικράτησης στη διοίκηση των Βρυξελλών του (φιλο-)αμερικανικού πολιτικού μπλοκ, τώρα που έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτοι καρποί της «τρελής» πολιτικής των ΗΠΑ για τον «εκδημοκρατισμό» του αραβικού κόσμου. Και στην Ευρώπη μετά από ορισμένους ενσωματωμένους και με πολυετή διαμονή σε αυτήν Άραβες μετανάστες, έκαναν την εμφάνισή τους νέα κύματα προσφύγων, οι οποίοι απλώς εξ ορισμού δεν μπορούν να ενσωματωθούν στην ευρωπαϊκή ζωή, ζώντας καταναγκαστικά μέσα σε επιθετικούς παραδοσιακούς θύλακες μέσα στις ευρωπαϊκές πόλεις, σπέρνοντας τη φρίκη της εγκληματικότητας, που συνορεύει με την τρομοκρατία. Τώρα, λοιπόν, το ίδιο «δώρο» οι Αμερικανοί προσπαθούν να το προσφέρουν στους Ευρωπαίους μέσω των εδαφών του μετασοβιετικού χώρου…



Алена Агеева (Αλιόνα Αγκέεβα): Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου