Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

Οι αδιαφανείς μηχανισμοί της απάτης και του ψεύδους

Σπύρος Μανουσέλης


Γιατί, παρά την ανεπτυγμένη νοημοσύνη και τις μοναδικές γλωσσικές του ικανότητες, το ανθρώπινο είδος είναι ο πρωταθλητής στην αυτοεξαπάτηση;

Τόσο στις διαπροσωπικές σχέσεις (οικογενειακές, ερωτικές ή φιλικές) όσο και στις διεθνείς σχέσεις ή στις πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των λαών, οι άνθρωποι επιδεικνύουν μια εντυπωσιακή ικανότητα να αυτοεξαπατώνται και να εξαπατούν τους άλλους.

Οπως είδαμε στα τελευταία μας άρθρα, η καθολική ανάγκη των θηρευτών να εξαπατούν τα θηράματά τους σε συνδυασμό με τη ζωτική ανάγκη των θηραμάτων να ανιχνεύουν εγκαίρως την εξαπάτηση, οδήγησαν σταδιακά στην ανάδυση της πιο τέλειας εξαπατητικής μηχανής, του ανθρώπινου εγκεφάλου.

Κλείνοντας αυτό το αφιέρωμα στη βιολογική εξαπάτηση, θα εστιάσουμε σήμερα στην τυπικά ανθρώπινη αυτοεξαπάτηση και στους βιοψυχολογικούς μηχανισμούς, που όχι απλώς επιτρέπουν αλλά επιβάλλουν την παρουσία της στη ζωή όλων μας.

Ισως το να εξαπατούμε ή να λέμε ψέματα μας δημιουργεί κάποιο άγχος μήπως αποκαλυφθεί η απάτη, εντούτοις, όπως προκύπτει από την προσωπική μας εμπειρία όσο και από πλήθος ερευνών, τα άμεσα αντισταθμιστικά οφέλη από την εξαπάτηση είναι πολύ περισσότερα.


H καθολική παρουσία της εξαπάτησης δεν αφορά αποκλειστικά εμάς τους ανθρώπους αλλά κάθε ζωικό είδος.

Πράγματι, όπως είδαμε, η εξαπάτηση και το ψεύδος αποτελούν δύο μη συνειδητές αλλά πανταχού παρούσες συμπεριφορές στον έμβιο κόσμο, οι οποίες, προφανώς, επιλέχθηκαν από τη φυσική επιλογή επειδή αποφέρουν σαφή πλεονεκτήματα στους ψεύτες.

Κάτι που έχει επιβεβαιωθεί επαρκώς από όλες τις επιτόπιες έρευνες των εξαπατητικών σωματικών χαρακτηριστικών ή συμπεριφορών που «επινοούν» οι ζωντανοί οργανισμοί για να επιβιώνουν και να αναπαράγονται.

Μελετώντας, μάλιστα, αυτές τις δόλιες αλλά απολύτως φυσικές εξαπατητικές συμπεριφορές, οι ειδικοί κατέληξαν στον καθολικό «κανόνα της συνεξέλιξης»: ο θηρευτής και το θήραμα, ο απατεώνας και ο απατώμενος, ο θύτης και το θύμα εγκλωβίζονται σε ένα κοινό συνεξελικτικό παιχνίδι το οποίο ανανεώνεται διαρκώς από τις αμοιβαίες προσαρμογές των δύο παικτών.

Ειδικότερα για το ανθρώπινο είδος «η εξαπάτηση και η αυτοεξαπάτηση αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος», υποστηρίζει ο Ρόμπερτ Τρίβερς στο βιβλίο του «Η μωρία των ανοήτων» (κυκλοφορεί από εκδ. Κάτοπτρο).

Ποιο είναι, όμως, το βιολογικό υπόστρωμα των εξαπατητικών συμπεριφορών μας και ποια τα «πλεονεκτήματα» και το «κόστος» της ανθρώπινης αυτοεξαπάτησης;

Κολυμπώντας στον ωκεανό του ψεύδους



Σύμφωνα με πολλές ψυχολογικές μελέτες, το 40 % από όσα λέμε καθημερινά στους άλλους ή στον εαυτό μας είναι κατάφωρα ψέματα ή μισές αλήθειες.

Μάλιστα, από τη στατιστική ανάλυση αυτών των ερευνών προκύπτει ότι, κατά μέσο όρο, οι άνδρες ψεύδονται 220 φορές κάθε μέρα, ενώ οι γυναίκες 180 φορές.

Πρόκειται για μικρά ή μεγάλα καθημερινά ψέματα τα οποία όχι μόνο παραμένουν ατιμώρητα αλλά αν, στο όνομα της ειλικρίνειας, αποφασίζαμε συνειδητά να τα εξαλείψουμε, τότε η κοινωνική, εργασιακή και οικογενειακή μας ζωή θα κατέρρεε αυτομάτως ή θα γινόταν αφόρητη. Για παράδειγμα, φανταστείτε ότι επιτρέπετε στον εαυτό σας να πει ελεύθερα αυτό που σκέφτεται για τον/την προϊστάμενό σας, για τον/την σύντροφό σας ή την πεθερά σας!

Ας είμαστε ειλικρινείς. Η αιτία της επιτυχίας και της σχεδόν καθολικής αποδοχής της υποκριτικής-εξαπατητικής συμπεριφοράς είναι ότι μόνο ψευδόμενοι ή εξαπατώντας μπορούμε να γίνουμε κοινωνικά αποδεκτοί, και μόνο εξαπατώντας τον εαυτό μας μπορούμε να αντέξουμε τις προσωπικές αδυναμίες ή τις αποτυχίες μας και τις κατάφωρες αδικίες που μας επιβάλλονται από το κοινωνικό μας περιβάλλον.

Επομένως, η προσωπική, κοινωνική και πολιτική εξαπάτηση μπορεί να ασκούν και μια επωφελή λειτουργία: τα λεγόμενα «κατά συνθήκη ψεύδη» αποτελούν ίσως τη βασική προϋπόθεση για την ύπαρξη ισορροπημένων διανθρώπινων σχέσεων.

Μήπως εντέλει έχουν δίκιο όσοι επιχειρούν να αναβαθμίσουν τη σημασία της εξαπάτησης, υποστηρίζοντας ότι «η ειλικρίνεια, πάση θυσία» αποτελεί ενδεχομένως μια υπερεκτιμημένη κοινωνική αξία;

Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα δεν είναι εύκολη, ούτε και προφανής.

Οχι μόνο γιατί δεν υπάρχουν κοινά αποδεκτά -δηλαδή αντικειμενικά και υπεριστορικά- κριτήρια αξιολόγησης της ειλικρίνειας ή του ψεύδους στην ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά και επειδή η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα οφείλει, πλέον, να λάβει σοβαρά υπόψη της τις αποκαλυπτικές επιστημονικές ανακαλύψεις σχετικά με τη βιολογική λειτουργία της εξαπάτησης αλλά και τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς της αυτοεξαπάτησης.

Παρ’ όλα αυτά, είναι σαφές ότι, τόσο στις ζωικές όσο και στις ανθρώπινες κοινωνίες, οι εξαπατητικές στρατηγικές ενεργοποιούνται για την προώθηση «ιδιωτικών» συμφερόντων και σκοπιμοτήτων.

Κοντολογίς, όλοι οι έμβιοι οργανισμοί επιδιώκουν, εξαπατώντας τους άλλους, να έχουν κάποια άμεσα ή έμμεσα προσωπικά οφέλη.

Ειδικότερα στις ανθρώπινες κοινωνίες τα πράγματα περιπλέκονται επειδή η δήθεν ελεύθερη επιδίωξη του μέγιστου ιδιωτικού συμφέροντος γίνεται εφικτή όχι μόνο εις βάρους των συνανθρώπων μας αλλά και εις βάρους των υπόλοιπων μορφών ζωής και του περιβάλλοντος.

Παρά τα εξωραϊστικά ιδεολογήματα της νεοφιλελεύθερης οικονομίας, η παγκοσμιοποίηση και η απελευθέρωση των αγορών από αυστηρούς κοινωνικούς κανόνες οδηγεί, στις μέρες μας, στην αποδιάρθρωση του υφιστάμενου κοινωνικού ιστού και άρα στη μαζική εξαθλίωση και υποτίμηση αυτής καθ’ εαυτήν της ανθρώπινης ζωής.

Η αυτο-εξαπάτηση απαιτεί νοημοσύνη



Μολονότι η εξαπάτηση και η παραπλανητική συμπεριφορά δεν αποτελούν επ’ ουδενί αποκλειστικά ανθρώπινα χαρακτηριστικά, ωστόσο, από όσο γνωρίζουμε, μοναδικό βιολογικό μας προνόμιο είναι η ικανότητά μας να εξαπατούμε όχι μόνο τους συνανθρώπους μας αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό.

Μια εγγενής βιοψυχολογική, δηλαδή νοητική μας ικανότητα που εκδηλώνεται ήδη από τη βρεφονηπιακή ηλικία και αναπτύσσεται σταδιακά σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας.

Οπως αποκάλυψαν οι πρωτοποριακές έρευνες δύο Καναδών ψυχολόγων, της Victoria Talwar και του Kang Lee, μπορούμε να διακρίνουμε τουλάχιστον τρεις φάσεις ή στάδια στην ανάπτυξη της ανθρώπινης εξαπατητικής συμπεριφοράς:

➠ το πρώτο στάδιο εμφανίζεται από τη βρεφική ηλικία και ολοκληρώνεται κατά το τρίτο έτος,

➠ το δεύτερο στάδιο ξεκινά στο τέλος του τρίτου έτους και ολοκληρώνεται κατά το έβδομο έτος, ενώ

➠ το τελευταίο στάδιο ξεκινά κατά το έβδομο έτος, όταν τα παιδιά, έχοντας αναπτύξει μια αυθόρμητη «θεωρία» για το πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος νους, μπορούν πλέον να επεξεργάζονται -και να ανιχνεύουν- συνειδητά στοχευμένες εξαπατητικές συμπεριφορές και ψέματα.

Είναι λοιπόν φανερό ότι η εξαπατητική και αυτοεξαπατητική συμπεριφορά μας συνδέεται στενά με την ανάπτυξη της νοημοσύνης και ειδικότερα με τις ιδιαίτερες γλωσσικές μας ικανότητες.

Μάλιστα, ορισμένοι βιοανθρωπολόγοι και εξελικτικοί ψυχολόγοι ισχυρίζονται ότι οι ανθρώπινες εγκεφαλικές δομές για την παραγωγή της γλώσσας και της αφηρημένης σκέψης εξελίχθηκαν για να ικανοποιούν την ανάγκη των μακρινών μας προγόνων να εξαπατούν και να ψεύδονται πιο αποτελεσματικά!

Πρόκειται ασφαλώς για μια απλουστευτική εξήγηση των ιδιαίτερα σύνθετων γλωσσικών-νοητικών ικανοτήτων του είδους μας.

Εντούτοις, μας αποκαλύπτει ότι πίσω από κάθε περίπλοκη εξαπατητική συμπεριφορά κρύβονται κάποιοι αδιαφανείς και ιδιαιτέρως πολύπλοκοι εγκεφαλικοί μηχανισμοί που είναι σε θέση να παράγουν σύνθετα νοητικά φαινόμενα, όπως η συνειδητά σχεδιασμένη εξαπάτηση των άλλων και τα ιδιαίτερα ευφάνταστα ή δημιουργικά σενάρια της προσωπικής αυτοεξαπάτησης.

Η βιοϊατρική, για να περιγράψει τις πιο ακραίες και παθολογικές εκδηλώσεις των φαινομένων της εξαπάτησης, μιλά για τα «σύνδρομα του Βαρόνου Μινχάουζεν» ή για «κακοήθη μυθομανία».

Είτε πρόκειται για συνειδητή εξαπάτηση είτε για υποσυνείδητη αυτοεξαπάτηση, σε αυτές τις ακραίες περιπτώσεις οι «παθολογικοί ψεύτες» επιχειρούν μέσω του φαντασιακού να διαφύγουν από την ιδιαίτερα οδυνηρή πραγματικότητα που βιώνουν.

Υπάρχει επίσης μια πολύ στενή και ενδιαφέρουσα σχέση ανάμεσα στη δημιουργική αυτοεξαπάτηση και τις αφηρημένες νοητικές ικανότητες που εκδηλώνονται μέσω, π.χ., των καλών τεχνών: από κάποιες μορφές λογοτεχνίας έως τη μουσική και τις απεικονιστικές τέχνες.

«Οσο και αν ακούγεται οξύμωρο, η ανειλικρίνεια υπήρξε το αμόνι επί του οποίου σφυρηλατήθηκαν τα νοητικά εργαλεία της αλήθειας», όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο Ρόμπερτ Τρίβερς.

Για να αναπτύξουμε όμως, επαρκώς, αυτή την ιδιαίτερα δημιουργική πτυχή της ανθρώπινης εξαπάτησης θα χρειάζονταν ένα ή περισσότερα ξεχωριστά άρθρα. Θα επανέλθουμε.

Ανατέμνοντας τον εγκέφαλο του Βαρόνου Μινχάουζεν


Δύο περιοχές του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται όταν εξαπατάμε ή ψευδόμαστε συνειδητά: επάνω, ο προμετωπιαίος εγκεφαλικός φλοιός (σε κόκκινο), κάτω, η πρόσθια έλικα του προσαγωγίου (σε κίτρινο). |

Αν η εξαπάτηση και η αυτοεξαπάτηση αποτελούν εγγενή συστατικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς, τότε η κατανόηση των εγκεφαλικών μηχανισμών που εμπλέκονται σε αυτές τις συμπεριφορές αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επιστημονική τους εξήγηση, η οποία -στο απώτερο μέλλον- ίσως αποδειχτεί το κλειδί για την προσωπική αντιμετώπιση ή και την κοινωνική διαχείριση της απάτης.

Αυτό το πεδίο έρευνας έχει διευκολυνθεί τα τελευταία χρόνια από την εντυπωσιακή ανάπτυξη των νέων τεχνικών απεικόνισης της λειτουργίας του εγκεφάλου.

Σήμερα οι επιστήμονες είναι σε θέση να παρακολουθούν εν τω γενέσθαι την παραγωγή του ψεύδους από συγκεκριμένες εγκεφαλικές δομές.

Οπως επιβεβαιώνεται από διαφορετικές μελέτες, η γένεση της εξαπατητικής συμπεριφοράς προϋποθέτει την ενεργοποίηση, δηλαδή την αυξημένη δραστηριότητα δύο τουλάχιστον εγκεφαλικών περιοχών: της πρόσθιας έλικας του προσαγωγίου και του προμετωπιαίου εγκεφαλικού φλοιού.

Πρόκειται για δύο εγκεφαλικές περιοχές -η πρώτη βαθύτερη, η δεύτερη επιφανειακή και πρόσθια- οι οποίες συνεργάζονται στενά για την παγίωση στη συνείδηση των πρόσκαιρων μνημονικών καταγραφών.

Η μεν πρόσθια έλικα του προσαγωγίου καθορίζει τη συνειδητή εστίαση της προσοχής μας σε κάτι και επιλέγει τις πληροφορίες που θα φτάσουν στις ανώτερες φλοιικές δομές, στον δε προμετωπιαίο φλοιό υπάρχουν οι εγκεφαλικές δομές που καταστέλλουν επιλεκτικά κάποιες εγκεφαλικές δραστηριότητες.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο ορισμένες πληροφορίες «απορρίπτονται» είτε γιατί είναι περιττές είτε γιατί είναι επουσιώδεις για την εκάστοτε εγκεφαλική δραστηριότητα.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως, ο εγκέφαλός μας συμπεριλαμβάνει σε αυτές τις προς απόρριψη πληροφορίες και την... αλήθεια.

Οπως συχνά διαπίστωσαν οι ερευνητές, όταν κάποιος ψεύδεται συνειδητά, ο εγκέφαλός του ενεργοποιεί αυτόν τον εγκεφαλικό μηχανισμό απόρριψης ή μάλλον απόκρυψης της πληροφορίας και οι απαντήσεις που δίνει έρχονται με σχετική καθυστέρηση.

Αντίθετα, όταν πρέπει να απαντήσει με ειλικρίνεια, οι συγκεκριμένες δομές δεν ενεργοποιούνται και οι απαντήσεις του διατυπώνονται χωρίς καμία καθυστέρηση!

Η παραπάνω ερευνητική μελέτη της εξαπάτησης εστιάζει στις εγκεφαλικές δομές που εμπλέκονται σε ένα αυστηρά προκαθορισμένο και ελεγχόμενο πλαίσιο ερωταπαντήσεων.

Τι ακριβώς συμβαίνει στην πραγματική ζωή, όταν η εξαπάτηση δεν είναι μέσα στις αποδεκτές ηθικά επιλογές του εθελοντή;
Πριν από ένα μήνα δημοσιεύτηκε στο έγκυρο περιοδικό Nature Neuroscience μια εκτενής μελέτη, που έγινε από ερευνητές του University College of London (UCL), η οποία έδειξε ότι όσοι ψεύδονται μία φορά είναι πολύ πιο εύκολο να το επαναλάβουν και στο μέλλον.

Με άλλα λόγια, όταν κάνουμε ηθικά επιλήψιμες επιλογές, ο εγκέφαλός μας προσαρμόζεται πολύ γρήγορα σ’ αυτές, παρακάμπτοντας τα ηθικά προβλήματα και τα αρνητικά συναισθήματα που γεννά η επαναλαμβανόμενη παραβίαση των κοινωνικών απαγορεύσεων.

Η ίδια η πλαστικότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου μάς επιτρέπει να εξοικειωνόμαστε και να προσαρμοζόμαστε γρήγορα σε απαγορευμένες και παραβατικές συμπεριφορές.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Περί της επιστημονικής εξαπάτησης
Τα αποτυπώματα της εξαπάτησης

Πηγή: efsyn.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου