Γιώργος Στάμκος
Στις Πρέσπες συναντώνται σήμερα οι Αλέξης Τσίπρας και Ζόραν Ζάεφ για την υπογραφή της συμφωνίας για το Μακεδονικό. Μια ιστορική συμφωνία σε έναν άκρως συμβολικό τόπο, στην «μυστική καρδιά» των Βαλκανίων.
Δύο λίμνες, που γλύφουν τα ακρότατα βορειοδυτικά σύνορα της Ελλάδας. Μοιάζουν περισσότερο με απομεινάρια μιας αρχαίας «εσωτερικής θάλασσας», σα μια περιοχή με ιδιαίτερη βαρύτητα που καμπυλώνει το έδαφος και σε κρατά μέσα της. Κατεβαίνοντας από το Πισοδέρι προς τη λεκάνη των δύο λιμνών αισθάνεσαι ότι εισχωρείς σε μια παράξενη υδάτινη χώρα, σ’ έναν μικρόκοσμο σε πλήρη αυτοτέλεια, όπου η αστική πραγματικότητα που σε καταδιώκει λιώνει και στη θέση της αναδύεται η υγρή πραγματικότητα μιας ανέγγιχτης Φύσης.
Λένε ότι στις Πρέσπες βασιλεύει η εκκωφαντική σιωπή. Στην πραγματικότητα όμως δεν «ακούγεται» η σιωπή αλλά ένα παράξενο βουητό από ανέμους που χαϊδεύουν τους καλαμιώνες, κρωξίματα πουλιών και γαλήνιους κυματισμούς των νερών. Η λαμπρότητα της Φύσης ανεβάζει το νου σε μια υπερβατική αίσθηση αιωνιότητας. Τα ψυχεδελικά χρώματα του ηλιοβασιλέματος, οι ακτίνες του ήλιου που καθρεπτίζονται στα νερά των λιμνών, οι ξεθωριασμένες ξύλινες βάρκες ή “πλάβες”, τα καλάμια που χορεύουν στους ανέμους, τα παλιά πέτρινα σπίτια και οι κάτοικοι με τα εύγλωττα πρόσωπα και την ασυνήθιστη ντοπιολαλιά τους, όλα αυτά σε ταξιδεύουν. Η επίσκεψη στις Πρέσπες είναι ένα ταξίδι. Όχι μόνο στη «μυστική καρδιά» των Βαλκανίων, αλλά και στην υδάτινη εσωτερική ενδοχώρα των συναισθημάτων μας…
Στο δρόμο για τις Πρέσπες συναντάμε μια σειρά από χωριά-φαντάσματα, γεμάτα με μισογκρεμισμένα πέτρινα σπίτια, πολλά χωρίς κατοίκους, μια πραγματική έρημη γη. Στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, του Πρώτου και του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και, κυρίως, του Εμφύλιου Πολέμου (1944-1949), η περιοχή των Πρεσπών αιματοκυλίστηκε, τα χωριά της καταστράφηκαν, οι κάτοικοί της εκτοπίστηκαν, εξορίστηκαν και στο τέλος κατέληξε μια έρημη χώρα, με ελάχιστους ντόπιους κατοίκους, αλλά όλο και περισσότερους τουρίστες.
Μετά τον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο (1912), το νοτιοανατολικό τμήμα της ευρύτερης περιοχής των Πρεσπών εντάχθηκε στο ελληνικό κράτος, το οποίο διπλασίασε τότε την έκτασή του. Μέχρι το 1940 η περιοχή γνώρισε μεγάλη οικονομική πρόοδο χάρη στην ανάπτυξη του συνεταιριστικού κινήματος, τις συναλλαγές με τα αστικά κέντρα και την εισροή συναλλάγματος από τους μετανάστες του εξωτερικού. Ο πληθυσμός της υπολογίζονταν τότε στους 12.000 κατοίκους και τα γεμάτα από πέτρινα σπίτια χωριά της, έσφυζαν από ζωή. Ωστόσο στη δεκαετία του 1940 η περιοχή, που κατοικούνταν κυρίως από Σλαβομακεδόνες, βρέθηκε στο «μάτι του κυκλώνα», εγκαταλείφθηκε και ερημώθηκε. Μετά το 1951 το ελληνικό κράτος μετέφερε στα ερημωμένα χωριά Βλάχους εποίκους από την Ήπειρο και τους έδωσε σπίτια και χωράφια. Η περιοχή όμως δεν έφτασε ποτέ στην προπολεμική άνθισή της. Από τους 6.500 κατοίκους που είχαν απομείνει τη δεκαετία του 1950, σήμερα έμειναν μόνον 1.400 κάτοικοι, ηλικιωμένοι στην πλειοψηφία τους, που μέχρι πρόσφατα ζούσαν σχεδόν ξεχασμένοι από τους υπόλοιπους Έλληνες.
Φθάνοντας στις Πρέσπες, στο μεγαλύτερο εθνικό δρυμό της Ελλάδας (ανακηρύχτηκε το 1974), αισθάνεσαι ντοπαρισμένος από μια αίσθηση γαλήνης, που σε κάνει να ξεχάσεις σχεδόν όλα τα προβλήματα που σε καταδιώκουν. Οι αισθήσεις σου είναι αιχμαλωτισμένες σ’ αυτόν το μαγευτικό υδάτινο μικρόκοσμο και το μυαλό σου αδυνατεί να διαχωρίσει την πραγματικότητα από τη μαγεία. Μια λέξη μόνον είναι σφηνωμένη στο μυαλό σου: Πρέσπα. Από πού να προέρχεται άραγε αυτή η λέξη και τι να σημαίνει; Η προέλευση και η σημασία του ονόματος Πρέσπα, που δεν έχει ελληνική ρίζα, παραμένει άγνωστη. Σύμφωνα με μια εκδοχή ή λέξη αυτή είναι σλαβική και σημαίνει «σωρός στοιβαγμένου χιονιού» (Ν. Μουτσόπουλος). Ο Σ. Πελεκανίδης από την πλευρά του υποστηρίζει πως κάποτε υπήρχε κοντά στις λίμνες ή σε κάποιο νησάκι τους μια πόλη με το όνομα Πρέσπα. Η πιο επικρατούσα πάντως άποψη είναι πως η λέξη Πρέσπα (Prespae) είναι λατινογενής και σημαίνει «φάτνη», όπως άλλωστε δείχνει και η γεωμορφολογία της λιμναίας περιοχής. Το σίγουρο πάντως είναι πως για πρώτη φορά συναντάμε τη λέξη Πρέσπα στα τέλη του 10ου μ.Χ. αιώνα να χαρακτηρίζει ολόκληρη τη λιμναία έκταση και όχι κάποιο συγκεκριμένο οικισμό ή πόλη.
Βρισκόμενες σε υψόμετρο 850 μέτρων οι Πρέσπες είναι οι υψηλότερες λίμνες των Βαλκανίων. Πρόκειται για πανάρχαιες λίμνες, απομεινάρια μιας «εσωτερικής θάλασσας» που υπήρχε πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια σ’ αυτή την περιοχή των Βαλκανίων. Την εποχή εκείνη αυτές οι δύο λίμνες αποτελούσαν ένα ενιαίο υδάτινο όγκο μαζί με τη γειτονική λίμνη της Αχρίδας, και σχημάτιζαν μια τεράστια λίμνη που λεγόταν Δασσαρίτιδα, η οποία κάλυπτε ολόκληρη την περιοχή. Ακόμη και σήμερα οι λίμνες αυτές επικοινωνούν υπογείως μεταξύ τους. Είναι γνωστό πως τα νερά της Μικρής Πρέσπας χύνονται μέσω υπόγειων αγωγών στο βυθό της Μεγάλης και από εκεί, ξεκινούν άλλες υπόγειες καταβόθρες που συνεχίζουν μέχρι την γειτονική λίμνη Οχρίδα. Όμως αυτό το μακρύ υδάτινο ταξίδι δεν σταματά εδώ. Από τη λίμνη Οχρίδα, η πορεία των λιμναίων υδάτων προς τη θάλασσα περνά μέσα από τα ήσυχα νερά του ποταμού Μαύρου Δρίνου της Αλβανίας για να καταλήξει στις αλβανικές ακτές της Αδριατικής.
Πέρα από την επίσημη γεωλογική ιστορία των Πρεσπών υπάρχουν και οι θρύλοι της περιοχής που δίνουν τις δικές τους εκδοχές. Ένας από αυτούς λέει πως κάποτε η περιοχή ήταν ένα απέραντο οροπέδιο, αλλά κάποιος ξέχασε τη βρύση ανοικτή, το οροπέδιο πλημμύρισε και σχηματίστηκαν οι δύο λίμνες, οι οποίες δεν πρόκειται να στερέψουν ποτέ εκτός αν κάποιος κλείσει την υπόγεια βρύση! Ένας άλλος θρύλος λέει ότι παλαιότερα στη λεκάνη της Πρέσπας υπήρχε ένα ποτάμι με χωριά κτισμένα κατά μήκος της κοιλάδας του. Κάποτε όμως η έξοδος του ποταμιού φράχτηκε και δημιουργήθηκε μια λίμνη. Τα χωριά πλημμύρισαν, ενώ πολλοί ισχυρίζονται πως, όταν η στάθμη των νερών πέφτει, εμφανίζονται τα ερείπιά τους…
Η μακρόστενου σχήματος Μικρή Πρέσπα ανήκει σχεδόν αποκλειστικά στην Ελλάδα (43,5 τ. Χλμ.), και μόνο η νότια γωνιά της ανήκει στην Αλβανία (4 τ.χλμ.), που έχει πλέον σχεδόν ξεραθεί λόγω της μείωσης της στάθμης της λίμνης. Από τη Μεγάλη Πρέσπα, που είναι και η μεγαλύτερη λίμνη των Βαλκανίων με συνολική έκταση (272 τ.χλμ.) και βάθος 55 μέτρα, μόνο το νοτιοανατολικό τμήμα ανήκει στην Ελλάδα, ενώ το μεγαλύτερο τμήμα της ανήκει στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) ή Severna Makedonija (Βόρεια Μακεδονία), όπως θα είναι πλέον το επίσημο όνομά της, και το νοτιοδυτικό τμήμα της ανήκει στην Αλβανία. Πρόκειται δηλαδή για ένα υδάτινο τριεθνές σημείο, που χωρίζει αλλά και ενώνει τρεις βαλκανικές χώρες. Τελευταία οι λίμνες περισσότερο ενώνουν παρά χωρίζουν εφόσον καθιερώθηκαν ως σημείο συνάντησης των πρωθυπουργών των τριών γειτονικών χωρών, ενώ στις αρχές του 2000 η περιοχή ανακηρύχθηκε τριεθνής προστατευόμενος δρυμός από τους πρωθυπουργούς της Αλβανίας, της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ ή Severna Makedonija.
Οι δύο λίμνες χωρίζονται μεταξύ τους από μια στενή λωρίδα γης πλάτους 200 μέτρων και μήκους τριών χιλιομέτρων, που λέγεται «Λαιμός». Μια μικρή ωστόσο υδάτινη δίαυλος, στη θέση Κούλα, επιτρέπει τις λίμνες να επικοινωνούν μεταξύ τους. Το σημείο αυτό αποτελεί ένα ιδανικό παρατηρητήριο για σπάνια αποδημητικά πουλιά, που φιλοξενούνται στους καλαμιώνες των δύο λιμνών. Εδώ υπάρχει επίσης και μια τεράστια αμμουδιά, που επιτρέπει τους τουρίστες το καλοκαίρι να κολυμπούν στα πεντακάθαρα νερά της Μεγάλης Πρέσπας. Στο σημείο αυτό βρίσκεται κι ένα στρατιωτικό φυλάκιο, καθώς η περιοχή βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα.
Οι Πρέσπες αποτελούν το μεγαλύτερο Εθνικό Δρυμό της χώρας μας, με έκταση 256 τετραγωνικά χιλιόμετρα, που προστατεύεται από τη Σύμβαση Ραμσάρ. Η περιοχή αυτή παρουσιάζει τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στην Ελλάδα. Για παράδειγμα από τα 6.000 είδη φυτών της ελληνικής χλωρίδας, στις Πρέσπες απαντούν περίπου 1.400 είδη (σχεδόν το 25%). Υπάρχουν μάλιστα και ενδημικά είδη, όπως η Κενταύρια της Πρέσπας (Centaurea prespana), που δεν συναντάται πουθενά αλλού στο κόσμο!
Η πανίδα της περιοχής είναι εξαιρετικά πλούσια και περιλαμβάνει 260 είδη πτηνών, 33 είδη ερπετών και αμφιβίων, 40 είδη θηλαστικών (λύκοι, αρκούδες, βίδρες και 8 είδη νυκτερίδων) και 17 είδη ψαριών από τα οποία τα 8 είναι ενδημικά της Ελλάδας! Η περιοχή των Πρεσπών είναι ένα πραγματικό βασίλειο των πουλιών, εξαιρετικά σημαντική για τα αποδημητικά και υδρόβια πτηνά της. Από τα επτά είδη πελεκάνων που υπάρχουν στο κόσμο, ο Αργυροπελεκάνος (Pelecanus crispus) και ο Ροδοπελεκάνος (Pelecanus onocrotalus) είναι τα δύο είδη που ενδημούν στην Ευρώπη και αναπαράγονται στην περιοχή, σε κοινές αποικίες αναπαραγωγής, αλλά με ξεχωριστές ομάδες φωλιών. Στις Πρέσπες αναπαράγεται ένας από τους μεγαλύτερους πληθυσμούς Αργυροπελεκάνου, ενώ υπάρχουν και απειλούμενα με εξαφάνιση είδη όπως η Λαγγόνα (Phalacrocorax pygmaeus). Εκτός από παρατηρητήρια των πουλιών υπάρχει στη Μικρή Πρέσπα και ένα λιμναίο «ιατρείο μικρών πτηνών» για την περίθαλψη των τραυματισμένων πουλιών.
Με την ανακήρυξη τους σε Εθνικό Δρυμό το 1974 η βιοποικιλότητα των Πρεσπών άρχισε να προστατεύεται, ενώ οι 1.400 άνθρωποι, που κατοικούν στα 12 χωριά του Δρυμού, άρχισαν να αποκτούν περιβαλλοντική συνείδηση. Η οικονομική και η δημογραφική παρακμή των Πρεσπών άρχισε να σταματά στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας με τη στροφή των κατοίκων της στον αγροτουρισμό, με δύο κύριες δραστηριότητες: την παραγωγή βιολογικών φασολιών και τη φιλοξενία επισκεπτών και τουριστών που όλο και αυξάνονται τα τελευταία χρόνια.
Τα φασόλια των Πρεσπών είναι ξακουστά σε όλη Ελλάδα για την ποιότητα, τη γεύση και την ευκολία βρασίματός τους. Υπάρχουν τρία είδη: τα πλακέ, οι γίγαντες και οι «ελέφαντες». Τα φασόλια αυτά σπέρνονται στα τέλη Απριλίου και μαζεύονται στις αρχές Σεπτεμβρίου. Εξαιτίας των λιμνών και του μικροκλίματος, τα φασόλια Πρεσπών γίνονται πιο γλυκά και πιο νόστιμα. Γι’ αυτό και δεν αντισταθήκαμε στον πειρασμό να αγοράσουμε μερικά κιλά για να τιμήσουμε έτσι και το «εθνικό φαγητό» μας, που είναι ιδανικό για τις κρύες μέρες του χειμώνα.
Μαζί μ’ αυτή τη σκέψη μια ριπή δροσερού αέρα με χαστούκισε ευεργετικά. Βρισκόμουν στην πεζογέφυρα που ενώνει το νησάκι του Αγίου Αχίλλειου με τη στεριά. Κάποτε για να επισκεφθεί κανείς αυτό το ιστορικό νησάκι έπρεπε να χρησιμοποιήσει τις βάρκες, που ωστόσο ήταν άχρηστες όταν τα νερά της λίμνης πάγωναν κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Εδώ και αρκετά χρόνια όμως κατασκευάστηκε η πλωτή πεζογέφυρα κι έτσι η πρόσβαση έγινε πολύ πιο εύκολη. Κάποτε το νησί υπήρξε μεγάλο θρησκευτικό κέντρο με πολλές εκκλησίες και πολλούς κατοίκους. Σήμερα ζουν εκεί όλοι και όλοι 40 άνθρωποι.
Περνάω δίπλα από τα παλιά πέτρινα σπίτια του μικροσκοπικού χωριού και κατευθύνομαι προς τα ερείπια της βασιλικής του Αγίου Αχίλλειου που χρονολογείται από τον 10ο μ.Χ. αιώνα. Εκτός από τους λιγοστούς μόνιμους κατοίκους το νησάκι διέθετε κι αρκετές αγελάδες, που βοσκούσαν ελεύθερα και κούρευαν με την όρεξή τους το καταπράσινο χορτάρι. Η εικόνα των καλοδιατηρημένων ερειπίων της βασιλικής του Αγίου Αχίλλειου, τα οποία και θαύμασα από τον ύψους 175 μέτρων λόφο του νησιού, με ταξίδεψαν στην εποχή του Βούλγαρου τσάρου Σαμουήλ, που ίδρυσε την εκκλησία μεταξύ των ετών 986-990. Ο Σαμουήλ για να προσδώσει αίγλη στο χώρο μετέφερε από τη Λάρισα το λείψανο του επισκόπου της Αγίου Αχιλλείου κι έχτισε την εκκλησία.
Αποτελεί κοινό μυστικό πως οι Πρέσπες, η «μυστική καρδιά» της Μακεδονίας, υπήρξε κέντρο της αίρεσης των Βογόμιλων στα Βαλκάνια του 11ου μ.Χ. αιώνα. Ως γνωστόν ο Βογομιλισμός αποτελούσε το θρησκευτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο πολλών οπαδών του Σαμουήλ, ο οποίος ίδρυσε ένα ισχυρό «Δυτικοβουλγαρικό» κράτος στις αρχές του 11ου μ.χ. αιώνα. Συντρίφτηκε όμως από τον σκληρό βυζαντινό αυτοκράτορα Βασίλειο Β’, το λεγόμενο Βουλγαροκτόνο, ο οποίος τύφλωσε παραδειγματικά τους 14.000 Βούλγαρους –οι περισσότεροι των οποίων ήταν Βογόμιλοι– αιχμάλωτους, που συνέλαβε στη μάχη στο Κλειδί (1014μ.χ.).
Λέγεται πως ο Βούλγαρος Τσάρος Σαμουήλ δεν άντεξε τη στεναχώρια από την ήττα στη μάχη και την τραγική μοίρα των στρατιωτών του και πέθανε από καρδιακή προσβολή. Το 1966, 952 χρόνια μετά τον θάνατο του Σαμουήλ, ο καθηγητής αρχαιολογίας του ΑΠΘ Νικόλαος Μουτσόπουλος, που για πολλά χρόνια μελετούσε τις αρχαιότητες της Μακεδονίας, ανακάλυψε τον τάφο του Σαμουήλ στο νησάκι του Αγίου Αχίλλειου που βρίσκεται στη μικρή Πρέσπα. Ο τάφος βρίσκονταν στα τα ερείπια μιας μεγαλόπρεπης Βασιλικής που κτίστηκε το 990 μΧ. από τον τσάρο Σαμουήλ. Να πως περιέγραψε ο Έλληνας αρχαιολόγος αυτή τη μεγάλη ανακάλυψη: «Κατάλαβα αμέσως ποιος ήταν όταν είδα το αγκυλωμένο χέρι. Όλα τα οστά είχαν το χρώμα της αυτοκρατορικής πορφύρας και στο ύψος της λεκάνης υπήρχε χρυσοΰφαντο ύφασμα τέτοιο που μόνο στην αυλή της Κωνσταντινούπολης μπορούσες να βρεις. Το στόλιζαν δύο παπαγάλοι τοποθετημένοι πλάτη-πλάτη. Η συγκίνησή μας έγινε μεγαλύτερη όταν ήλθε η επιβεβαίωση από τις Ακαδημίες Επιστημών της Σόφιας, της Μόσχας και του Εριβάν στην Αρμενία. Ήταν ο Σαμουήλ». Ο τάφος ανακαλύφθηκε ανέπαφος επειδή επάνω στην καλυπτήρια πλάκα στηριζόταν αρχικά κτιστό αρκοσόλιο (arcosolium) που εμπόδιζε την μετακίνησή της.
Στη σλαβική ενδοχώρα της Μακεδονίας ο Βογομιλισμός διατηρούσε ισχυρά ερείσματα από τον 10ο μ.Χ. αιώνα. Επηρέαζε μεγάλες αγροτικές μάζες, που είχαν ξεκάθαρες αντιφεουδαρχικές και γενικώς αντιεξουσιαστικές τάσεις. Το βογομιλικό κίνημα στη Μακεδονία ήταν εχθρικό προς τους Βυζαντινούς και τους Βούλγαρους κυρίαρχους, προς τους τοπικούς φεουδάρχες και προς εκκλησιαστική ιεραρχία. Οι Βογόμιλοι επιτίθονταν στις ανώτερες τάξεις των αξιωματούχων και των κληρικών και επειδή ο Σαμουήλ έτρεφε παρόμοιες πεποιθήσεις, κέρδισε τη συμπάθεια τους κι έτσι, εντάχθηκαν στις τάξεις του στρατού του. Μετά την ήττα του Σαμουήλ ο Βογομιλισμός δεν εξαφανίστηκε, αντίθετα εξαπλώθηκε όλο και περισσότερο ανάμεσα στους δυσαρεστημένους αγρότες της Βαλκανικής, άκμασε στη Βοσνία και τελικά εξαφανίστηκε τον 15ο αιώνα.
Η εκκλησία του Αγίου Αχιλλείου είναι μια τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με νάρθηκα και τρούλους. Αρχικά αποτέλεσε τον καθεδρικό ναό του κράτους του Σαμουήλ και αργότερα, ως τα μέσα του 15ου αιώνα, τον επισκοπικό ναό της ομώνυμης περιοχής. Στο δάπεδο της εκκλησίας διατηρείται τάφος καλυμμένος με ανάγλυφη πλάκα, που κατά την παράδοση θεωρείται τόπος φύλαξης των λειψάνων του Αγίου Αχιλλείου. Σήμερα στο χώρο όπου βρίσκονται τα ερείπια της βασιλικής του Αγίου Αχιλλείου τελούνται κάθε χρόνο υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού τα Πρέσπεια, ένα μουσικό φεστιβάλ με εξαιρετικούς ερμηνευτές που δημιουργούν μια μαγική ατμόσφαιρα στους προσκεκλημένους τους τη νύχτα της Αυγουστιάτικης πανσελήνου. Ζηλεύω ακόμη και με τη σκέψη των μουσικών εκδηλώσεων στη σκιά των μεσαιωνικών ερειπίων σ’ αυτό το μαγευτικό νησάκι των Πρεσπών. Ελπίζω κάποτε κι εγώ να αξιωθώ να παραβρεθώ, γιατί βαρέθηκα να ταξιδεύω μονάχα με τη φαντασία μου…
Εκτός από τον Άγιο Αχίλλειο στη Μικρή Πρέσπα υπάρχει κι ένα άλλο μικρότερο νησάκι, που λέγεται Βιδρονήσι. Δεν κατοικείται από ανθρώπους, αλλά από βίδρες που τρέφονται με τα ψάρια της λίμνης. Στο ίδιο σημείο υπάρχει και μια αποικία κορμοράνων. Για να το επισκεφθεί κανείς πρέπει να νοικιάσει μια «πλάβα», όπως λέγονται οι βάρκες που χρησιμοποιούν οι ψαράδες της λίμνης.
Μετά το νησάκι του Αγίου Αχιλλείου, που αποτελεί το κέντρο ενός απίστευτου μικρόκοσμου, κατευθύνθηκα προς το ελληνικό τμήμα της Μεγάλης Πρέσπας. Στο δρόμο για το χωριό Ψαράδες, στην περιοχή Κεδρώνας, συνάντησα μια εντυπωσιακή συστάδα ψηλών υπεραιωνόβιων –ηλικίας άνω 400 ετών!– κέδρων που, ενώ συνήθως είναι θάμνοι, εδώ εμφανίζονται με δενδρώδη μορφή. Κοντά στην ίδια περιοχή, κάτω από τις βουνοκορφές Νικηφόρος Ουρανός και Νικηφόρος Ξιφίας που προσφέρουν μια απίστευτη θέα των λιμνών, υπάρχει και η παλιά βυζαντινή εκκλησία του συνονόματου μου Αγίου Γεωργίου, που αξίζει να την επισκεφθεί κανείς.
Το χωριό Ψαράδες (η παλιά σλαβική ονομασία του ήταν Νίβιτσα) είναι ένα όμορφο παραδοσιακό χωριό που είναι κτισμένο με μακεδονική αρχιτεκτονική στην άκρη ενός μικρού όρμου της Μεγάλης Πρέσπας. Το χωριό αυτό είναι και το τελευταίο ελληνικό χωριό της περιοχής. Όπως προδίδει και το όνομα του, οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού είναι ψαράδες, που ψαρεύουν καθημερινά με τις βάρκες τους μέσα στα πλούσια σε αλιεύματα νερά της Μεγάλης Πρέσπας. Στα πεντακάθαρα νερά της μεγαλύτερης λίμνης των Βαλκανίων υπάρχουν άφθονα ψάρια, κυρίως πέστροφες, πεταλούδες, γριβάδια, κέφαλοι και τσιρόνια.
Σε μια παραλιακή ψαροταβέρνα –δεν θυμάμαι πως την έλεγαν: «Ακρολιμνιά», «Παράδοση» ή μήπως «Συντροφιά»;– κάθισα να απολαύσω μια ψημένη στα κάρβουνα πέστροφα, μαζί με πιπεριές Φλωρίνης (πάπρικα) και λευκό ντόπιο κρασί. Ο ιδιοκτήτης της ήταν ένας καλοσυνάτος μεσήλικας, που μιλούσε τα ελληνικά με «βαριά προφορά», καθώς είναι γνωστό πως τόσο οι κάτοικοι των Ψαράδων, όσο και των άλλων παραλίμνιων χωριών της λεκάνης των Πρεσπών είναι οι περισσότεροι βλαχικής ή σλαβομακεδονικής καταγωγής, που έμαθαν τα ελληνικά στο σχολείο (αν βέβαια πρόλαβαν να πάνε οι γηραιότεροι). Μεταξύ τους πάντως συνηθίζουν να μιλούν τη γλώσσα των παππούδων τους, που δεν είναι βεβαίως τα ελληνικά. Σ’ αυτή την ακριτική γωνιά της χώρας μας μπορεί οι ντόπιοι κάτοικοι να μιλούν «σπαστά» τα ελληνικά, φυλάττουν όμως Θερμοπύλες. Οι κάτοικοι της περιοχής έχουν δυσδιάκριτες ταυτότητες με ρευστά εθνοτικά και γλωσσικά κριτήρια, αλλά έχουν μέσα στην καρδιά τους την Ελλάδα. Αυτό τουλάχιστον εκπέμπουν: ένα απόκοσμο «ελληνικό φως» σε μια κάπως χοντροκομμένη ηπειρωτική βαλκανική εκδοχή του.
Αφού απόλαυσα για λίγο την γαλήνια θέα του όρμου της Μεγάλης Πρέσπας και τα γειτονικά χιονισμένα βουνά, κατευθύνθηκα στο γραφικό λιμανάκι του χωριού. Αναζητούσα έναν έμπειρο ντόπιο βαρκάρη, γνωστό και ως «Πελεκάνο», που θα αναλάμβανε επί πληρωμή την ξενάγησή μου στα φημισμένα ασκηταριά της λίμνης.
Αφού νοίκιασα μια «πλάβα» (μακρόστενη βάρκα, ειδική για λίμνες) και με ξεναγό τον «Πελεκάνο» ξεκίνησα την εξερεύνηση των ασκηταριών. Βγαίνοντας από τον όρμο των Ψαράδων η λίμνη, η Μεγάλη Πρέσπα, ανοίχτηκε σε όλο της το μεγαλείο. Έμοιαζε απέραντη, με βαθιά και καθαρά νερά. Η ομίχλη με εμπόδιζε να δω το τέλος της, που βρισκόταν 30 χλμ. μακριά, και είχα την ψευδαίσθηση ότι βρισκόμουν μέσα σε μια κλειστή θάλασσα. Τα σκοτεινά νερά της Μεγάλης Πρέσπας σε φοβίζουν. Μπορούν εύκολα να σε καταπιούν ή να σε αρπάξει στα βαθιά κάποιο από τα στοιχειά ή τις νεράιδες της λίμνης, ειδικά αν είσαι νέος και όμορφος...
Θυμήθηκα πως το Μάιο του 1996 σημειώθηκε στη Mεγάλη Πρέσπα, το συγκλονιστικότερο ναυάγιο στην ιστορία της Aλβανίας. Μια βάρκα γεμάτη μαθητές, που είχαν πάει σχολική εκδρομή για να επισκεφθούν τη βυζαντινή εκκλησία στο νησάκι Mάλιγκραντ, που απέχει περίπου 1.500 μέτρα από την ακτή, ανατράπηκε από ένα κύμα που σηκώθηκε από τον αέρα. Ο απολογισμός ήταν 15 πνιγμένοι μαθητές από τους 18 που επέβαιναν στη βάρκα! Μόνον τρεις κατάφεραν να φθάσουν στην ακτή. Το τραγικό είναι πως κανένας από τους 18 μαθητές δεν ήξερε κολύμπι. Τα πτώματα των πνιγμένων μαθητών δεν βρέθηκαν αμέσως και κάποια αναδύθηκαν μετά από δύο μέρες από τον βυθό της λίμνης…
Τα ασκηταριά είναι ένας πολιτιστικός θησαυρός για τη Μεγάλη Πρέσπα. Είναι πραγματικές αετοφωλιές, που κάποτε φιλοξενούσαν πολλούς μοναχούς και ασκητές. Βρίσκονται σε κοιλότητες και φυσικές σπηλιές στις βραχώδεις ακτές της λίμνης. Στη νότια πλευρά της Μεγάλης Πρέσπας βρίσκεται η εκκλησία της Μεταμόρφωσης, που χρονολογείται τον 12ο ή 13ο αιώνα. Αυτό είναι το κοντινότερο σωζόμενο ασκητάριο στην κοινότητα Ψαράδων.
Το πιο αξιόλογο πάντως ασκηταριό της βόρειας πλευράς είναι εκείνο της Παναγίας Ελεούσας, που οι ντόπιοι αφιέρωσαν στον Άγιο Πέτρο. Μέσα με μια τεράστια ρωγμή στο βράχο, περίπου 30 μέτρα ψηλή, βρίσκεται η μικρή αλλά πανέμορφη εκκλησούλα της Παναγίας της Ελεούσας. Είναι χτισμένη μέσα σε μια σπηλιά και διακοσμημένη με τοιχογραφίες που ιστόρησε στα 1410 ο μοναχός Ιωαννίκιος. Η εκκλησία αυτή χρησίμευε σαν καθολικό των μοναχών που ασκήτευαν στην περιοχή και ζωγράφισαν στα βράχια εικόνες αγίων, μερικές από τις οποίες σώζονται ακόμη και σήμερα. Επισκέφθηκα την Παναγιά Ελεούσα, ανεβαίνοντας τα σκαλιά που κατασκεύασαν οι ντόπιοι για πιο εύκολη πρόσβαση, και μόλις βρέθηκα στο εσωτερικό της προσπάθησα να αναπλάσω με τη φαντασία μου τη ζωή των ασκητών του Μεσαίωνα. Από εκεί ψηλά αγνάντευσα τον ορίζοντα της λίμνης, που προδιαθέτει για πνευματική γαλήνη, και αφουγκράστηκα τη σιωπή.
Ένα άλλο ασκηταριό, που παρουσιάζει ενδιαφέρον αν και μισογκρεμισμένο, είναι εκείνο της Μικρής Ανάληψης. Τέλος στα βράχια της νοτιοδυτικής όχθης της Μεγάλης Πρέσπας σώζονται μια σειρά από βραχογραφίες του 15ου αιώνα, όπως η εικόνα της «Παναγίας Δεξιοκρατούσας» και της «Παναγίας Βλαχερνίτισσας», που φαίνονται κι από μακριά.
Η επιστροφή από την περιήγηση στα ασκηταριά της Μεγάλης Πρέσπας σήμανε και το τέλος της εξόρμησης μας στον θαυμαστό λιμναίο μικρόκοσμο των Πρεσπών. 540 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα και 230 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στα απώτατα όρια της Ελλάδας, βρίσκεται ένας πραγματικός παράδεισος, μοναδικός σε ομορφιά, ιστορία και βιοποικιλότητα, που ξέρει να παίζει και να αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις μας. Στις Πρέσπες αισθάνεται κανείς πως η Ελλάδα είναι πολύ πιο μεγάλη απ’ όσο μπορεί να φανταστεί κανείς. Ενσωματώνει πολλούς μικρόκοσμους, που για να τους εξερευνήσει κανείς θα έπρεπε να ξοδέψει μια ολόκληρη ζωή.
Φωτογραφίες: Σωτήρης Μεζετζόγλου
Ο Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com) είναι συγγραφέας, βιογράφος του Νίκολα Τέσλα, και δημιουργός του εναλλακτικού περιοδικού Ζενίθ (www.zenithmag.wordpress.com).
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Στις Πρέσπες συναντώνται σήμερα οι Αλέξης Τσίπρας και Ζόραν Ζάεφ για την υπογραφή της συμφωνίας για το Μακεδονικό. Μια ιστορική συμφωνία σε έναν άκρως συμβολικό τόπο, στην «μυστική καρδιά» των Βαλκανίων.
Δύο λίμνες, που γλύφουν τα ακρότατα βορειοδυτικά σύνορα της Ελλάδας. Μοιάζουν περισσότερο με απομεινάρια μιας αρχαίας «εσωτερικής θάλασσας», σα μια περιοχή με ιδιαίτερη βαρύτητα που καμπυλώνει το έδαφος και σε κρατά μέσα της. Κατεβαίνοντας από το Πισοδέρι προς τη λεκάνη των δύο λιμνών αισθάνεσαι ότι εισχωρείς σε μια παράξενη υδάτινη χώρα, σ’ έναν μικρόκοσμο σε πλήρη αυτοτέλεια, όπου η αστική πραγματικότητα που σε καταδιώκει λιώνει και στη θέση της αναδύεται η υγρή πραγματικότητα μιας ανέγγιχτης Φύσης.
Λένε ότι στις Πρέσπες βασιλεύει η εκκωφαντική σιωπή. Στην πραγματικότητα όμως δεν «ακούγεται» η σιωπή αλλά ένα παράξενο βουητό από ανέμους που χαϊδεύουν τους καλαμιώνες, κρωξίματα πουλιών και γαλήνιους κυματισμούς των νερών. Η λαμπρότητα της Φύσης ανεβάζει το νου σε μια υπερβατική αίσθηση αιωνιότητας. Τα ψυχεδελικά χρώματα του ηλιοβασιλέματος, οι ακτίνες του ήλιου που καθρεπτίζονται στα νερά των λιμνών, οι ξεθωριασμένες ξύλινες βάρκες ή “πλάβες”, τα καλάμια που χορεύουν στους ανέμους, τα παλιά πέτρινα σπίτια και οι κάτοικοι με τα εύγλωττα πρόσωπα και την ασυνήθιστη ντοπιολαλιά τους, όλα αυτά σε ταξιδεύουν. Η επίσκεψη στις Πρέσπες είναι ένα ταξίδι. Όχι μόνο στη «μυστική καρδιά» των Βαλκανίων, αλλά και στην υδάτινη εσωτερική ενδοχώρα των συναισθημάτων μας…
ΜΙΑ ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ
Στο δρόμο για τις Πρέσπες συναντάμε μια σειρά από χωριά-φαντάσματα, γεμάτα με μισογκρεμισμένα πέτρινα σπίτια, πολλά χωρίς κατοίκους, μια πραγματική έρημη γη. Στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, του Πρώτου και του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και, κυρίως, του Εμφύλιου Πολέμου (1944-1949), η περιοχή των Πρεσπών αιματοκυλίστηκε, τα χωριά της καταστράφηκαν, οι κάτοικοί της εκτοπίστηκαν, εξορίστηκαν και στο τέλος κατέληξε μια έρημη χώρα, με ελάχιστους ντόπιους κατοίκους, αλλά όλο και περισσότερους τουρίστες.
Μετά τον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο (1912), το νοτιοανατολικό τμήμα της ευρύτερης περιοχής των Πρεσπών εντάχθηκε στο ελληνικό κράτος, το οποίο διπλασίασε τότε την έκτασή του. Μέχρι το 1940 η περιοχή γνώρισε μεγάλη οικονομική πρόοδο χάρη στην ανάπτυξη του συνεταιριστικού κινήματος, τις συναλλαγές με τα αστικά κέντρα και την εισροή συναλλάγματος από τους μετανάστες του εξωτερικού. Ο πληθυσμός της υπολογίζονταν τότε στους 12.000 κατοίκους και τα γεμάτα από πέτρινα σπίτια χωριά της, έσφυζαν από ζωή. Ωστόσο στη δεκαετία του 1940 η περιοχή, που κατοικούνταν κυρίως από Σλαβομακεδόνες, βρέθηκε στο «μάτι του κυκλώνα», εγκαταλείφθηκε και ερημώθηκε. Μετά το 1951 το ελληνικό κράτος μετέφερε στα ερημωμένα χωριά Βλάχους εποίκους από την Ήπειρο και τους έδωσε σπίτια και χωράφια. Η περιοχή όμως δεν έφτασε ποτέ στην προπολεμική άνθισή της. Από τους 6.500 κατοίκους που είχαν απομείνει τη δεκαετία του 1950, σήμερα έμειναν μόνον 1.400 κάτοικοι, ηλικιωμένοι στην πλειοψηφία τους, που μέχρι πρόσφατα ζούσαν σχεδόν ξεχασμένοι από τους υπόλοιπους Έλληνες.
Φθάνοντας στις Πρέσπες, στο μεγαλύτερο εθνικό δρυμό της Ελλάδας (ανακηρύχτηκε το 1974), αισθάνεσαι ντοπαρισμένος από μια αίσθηση γαλήνης, που σε κάνει να ξεχάσεις σχεδόν όλα τα προβλήματα που σε καταδιώκουν. Οι αισθήσεις σου είναι αιχμαλωτισμένες σ’ αυτόν το μαγευτικό υδάτινο μικρόκοσμο και το μυαλό σου αδυνατεί να διαχωρίσει την πραγματικότητα από τη μαγεία. Μια λέξη μόνον είναι σφηνωμένη στο μυαλό σου: Πρέσπα. Από πού να προέρχεται άραγε αυτή η λέξη και τι να σημαίνει; Η προέλευση και η σημασία του ονόματος Πρέσπα, που δεν έχει ελληνική ρίζα, παραμένει άγνωστη. Σύμφωνα με μια εκδοχή ή λέξη αυτή είναι σλαβική και σημαίνει «σωρός στοιβαγμένου χιονιού» (Ν. Μουτσόπουλος). Ο Σ. Πελεκανίδης από την πλευρά του υποστηρίζει πως κάποτε υπήρχε κοντά στις λίμνες ή σε κάποιο νησάκι τους μια πόλη με το όνομα Πρέσπα. Η πιο επικρατούσα πάντως άποψη είναι πως η λέξη Πρέσπα (Prespae) είναι λατινογενής και σημαίνει «φάτνη», όπως άλλωστε δείχνει και η γεωμορφολογία της λιμναίας περιοχής. Το σίγουρο πάντως είναι πως για πρώτη φορά συναντάμε τη λέξη Πρέσπα στα τέλη του 10ου μ.Χ. αιώνα να χαρακτηρίζει ολόκληρη τη λιμναία έκταση και όχι κάποιο συγκεκριμένο οικισμό ή πόλη.
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΩΝΤΑΣ ΥΠΟΓΕΙΩΣ
Βρισκόμενες σε υψόμετρο 850 μέτρων οι Πρέσπες είναι οι υψηλότερες λίμνες των Βαλκανίων. Πρόκειται για πανάρχαιες λίμνες, απομεινάρια μιας «εσωτερικής θάλασσας» που υπήρχε πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια σ’ αυτή την περιοχή των Βαλκανίων. Την εποχή εκείνη αυτές οι δύο λίμνες αποτελούσαν ένα ενιαίο υδάτινο όγκο μαζί με τη γειτονική λίμνη της Αχρίδας, και σχημάτιζαν μια τεράστια λίμνη που λεγόταν Δασσαρίτιδα, η οποία κάλυπτε ολόκληρη την περιοχή. Ακόμη και σήμερα οι λίμνες αυτές επικοινωνούν υπογείως μεταξύ τους. Είναι γνωστό πως τα νερά της Μικρής Πρέσπας χύνονται μέσω υπόγειων αγωγών στο βυθό της Μεγάλης και από εκεί, ξεκινούν άλλες υπόγειες καταβόθρες που συνεχίζουν μέχρι την γειτονική λίμνη Οχρίδα. Όμως αυτό το μακρύ υδάτινο ταξίδι δεν σταματά εδώ. Από τη λίμνη Οχρίδα, η πορεία των λιμναίων υδάτων προς τη θάλασσα περνά μέσα από τα ήσυχα νερά του ποταμού Μαύρου Δρίνου της Αλβανίας για να καταλήξει στις αλβανικές ακτές της Αδριατικής.
Πέρα από την επίσημη γεωλογική ιστορία των Πρεσπών υπάρχουν και οι θρύλοι της περιοχής που δίνουν τις δικές τους εκδοχές. Ένας από αυτούς λέει πως κάποτε η περιοχή ήταν ένα απέραντο οροπέδιο, αλλά κάποιος ξέχασε τη βρύση ανοικτή, το οροπέδιο πλημμύρισε και σχηματίστηκαν οι δύο λίμνες, οι οποίες δεν πρόκειται να στερέψουν ποτέ εκτός αν κάποιος κλείσει την υπόγεια βρύση! Ένας άλλος θρύλος λέει ότι παλαιότερα στη λεκάνη της Πρέσπας υπήρχε ένα ποτάμι με χωριά κτισμένα κατά μήκος της κοιλάδας του. Κάποτε όμως η έξοδος του ποταμιού φράχτηκε και δημιουργήθηκε μια λίμνη. Τα χωριά πλημμύρισαν, ενώ πολλοί ισχυρίζονται πως, όταν η στάθμη των νερών πέφτει, εμφανίζονται τα ερείπιά τους…
Η μακρόστενου σχήματος Μικρή Πρέσπα ανήκει σχεδόν αποκλειστικά στην Ελλάδα (43,5 τ. Χλμ.), και μόνο η νότια γωνιά της ανήκει στην Αλβανία (4 τ.χλμ.), που έχει πλέον σχεδόν ξεραθεί λόγω της μείωσης της στάθμης της λίμνης. Από τη Μεγάλη Πρέσπα, που είναι και η μεγαλύτερη λίμνη των Βαλκανίων με συνολική έκταση (272 τ.χλμ.) και βάθος 55 μέτρα, μόνο το νοτιοανατολικό τμήμα ανήκει στην Ελλάδα, ενώ το μεγαλύτερο τμήμα της ανήκει στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) ή Severna Makedonija (Βόρεια Μακεδονία), όπως θα είναι πλέον το επίσημο όνομά της, και το νοτιοδυτικό τμήμα της ανήκει στην Αλβανία. Πρόκειται δηλαδή για ένα υδάτινο τριεθνές σημείο, που χωρίζει αλλά και ενώνει τρεις βαλκανικές χώρες. Τελευταία οι λίμνες περισσότερο ενώνουν παρά χωρίζουν εφόσον καθιερώθηκαν ως σημείο συνάντησης των πρωθυπουργών των τριών γειτονικών χωρών, ενώ στις αρχές του 2000 η περιοχή ανακηρύχθηκε τριεθνής προστατευόμενος δρυμός από τους πρωθυπουργούς της Αλβανίας, της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ ή Severna Makedonija.
Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Οι δύο λίμνες χωρίζονται μεταξύ τους από μια στενή λωρίδα γης πλάτους 200 μέτρων και μήκους τριών χιλιομέτρων, που λέγεται «Λαιμός». Μια μικρή ωστόσο υδάτινη δίαυλος, στη θέση Κούλα, επιτρέπει τις λίμνες να επικοινωνούν μεταξύ τους. Το σημείο αυτό αποτελεί ένα ιδανικό παρατηρητήριο για σπάνια αποδημητικά πουλιά, που φιλοξενούνται στους καλαμιώνες των δύο λιμνών. Εδώ υπάρχει επίσης και μια τεράστια αμμουδιά, που επιτρέπει τους τουρίστες το καλοκαίρι να κολυμπούν στα πεντακάθαρα νερά της Μεγάλης Πρέσπας. Στο σημείο αυτό βρίσκεται κι ένα στρατιωτικό φυλάκιο, καθώς η περιοχή βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα.
Οι Πρέσπες αποτελούν το μεγαλύτερο Εθνικό Δρυμό της χώρας μας, με έκταση 256 τετραγωνικά χιλιόμετρα, που προστατεύεται από τη Σύμβαση Ραμσάρ. Η περιοχή αυτή παρουσιάζει τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στην Ελλάδα. Για παράδειγμα από τα 6.000 είδη φυτών της ελληνικής χλωρίδας, στις Πρέσπες απαντούν περίπου 1.400 είδη (σχεδόν το 25%). Υπάρχουν μάλιστα και ενδημικά είδη, όπως η Κενταύρια της Πρέσπας (Centaurea prespana), που δεν συναντάται πουθενά αλλού στο κόσμο!
Η πανίδα της περιοχής είναι εξαιρετικά πλούσια και περιλαμβάνει 260 είδη πτηνών, 33 είδη ερπετών και αμφιβίων, 40 είδη θηλαστικών (λύκοι, αρκούδες, βίδρες και 8 είδη νυκτερίδων) και 17 είδη ψαριών από τα οποία τα 8 είναι ενδημικά της Ελλάδας! Η περιοχή των Πρεσπών είναι ένα πραγματικό βασίλειο των πουλιών, εξαιρετικά σημαντική για τα αποδημητικά και υδρόβια πτηνά της. Από τα επτά είδη πελεκάνων που υπάρχουν στο κόσμο, ο Αργυροπελεκάνος (Pelecanus crispus) και ο Ροδοπελεκάνος (Pelecanus onocrotalus) είναι τα δύο είδη που ενδημούν στην Ευρώπη και αναπαράγονται στην περιοχή, σε κοινές αποικίες αναπαραγωγής, αλλά με ξεχωριστές ομάδες φωλιών. Στις Πρέσπες αναπαράγεται ένας από τους μεγαλύτερους πληθυσμούς Αργυροπελεκάνου, ενώ υπάρχουν και απειλούμενα με εξαφάνιση είδη όπως η Λαγγόνα (Phalacrocorax pygmaeus). Εκτός από παρατηρητήρια των πουλιών υπάρχει στη Μικρή Πρέσπα και ένα λιμναίο «ιατρείο μικρών πτηνών» για την περίθαλψη των τραυματισμένων πουλιών.
Με την ανακήρυξη τους σε Εθνικό Δρυμό το 1974 η βιοποικιλότητα των Πρεσπών άρχισε να προστατεύεται, ενώ οι 1.400 άνθρωποι, που κατοικούν στα 12 χωριά του Δρυμού, άρχισαν να αποκτούν περιβαλλοντική συνείδηση. Η οικονομική και η δημογραφική παρακμή των Πρεσπών άρχισε να σταματά στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας με τη στροφή των κατοίκων της στον αγροτουρισμό, με δύο κύριες δραστηριότητες: την παραγωγή βιολογικών φασολιών και τη φιλοξενία επισκεπτών και τουριστών που όλο και αυξάνονται τα τελευταία χρόνια.
Τα φασόλια των Πρεσπών είναι ξακουστά σε όλη Ελλάδα για την ποιότητα, τη γεύση και την ευκολία βρασίματός τους. Υπάρχουν τρία είδη: τα πλακέ, οι γίγαντες και οι «ελέφαντες». Τα φασόλια αυτά σπέρνονται στα τέλη Απριλίου και μαζεύονται στις αρχές Σεπτεμβρίου. Εξαιτίας των λιμνών και του μικροκλίματος, τα φασόλια Πρεσπών γίνονται πιο γλυκά και πιο νόστιμα. Γι’ αυτό και δεν αντισταθήκαμε στον πειρασμό να αγοράσουμε μερικά κιλά για να τιμήσουμε έτσι και το «εθνικό φαγητό» μας, που είναι ιδανικό για τις κρύες μέρες του χειμώνα.
ΑΓΙΟΣ ΑΧΙΛΛΕΙΟΣ: Η «ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑ» ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Μαζί μ’ αυτή τη σκέψη μια ριπή δροσερού αέρα με χαστούκισε ευεργετικά. Βρισκόμουν στην πεζογέφυρα που ενώνει το νησάκι του Αγίου Αχίλλειου με τη στεριά. Κάποτε για να επισκεφθεί κανείς αυτό το ιστορικό νησάκι έπρεπε να χρησιμοποιήσει τις βάρκες, που ωστόσο ήταν άχρηστες όταν τα νερά της λίμνης πάγωναν κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Εδώ και αρκετά χρόνια όμως κατασκευάστηκε η πλωτή πεζογέφυρα κι έτσι η πρόσβαση έγινε πολύ πιο εύκολη. Κάποτε το νησί υπήρξε μεγάλο θρησκευτικό κέντρο με πολλές εκκλησίες και πολλούς κατοίκους. Σήμερα ζουν εκεί όλοι και όλοι 40 άνθρωποι.
Περνάω δίπλα από τα παλιά πέτρινα σπίτια του μικροσκοπικού χωριού και κατευθύνομαι προς τα ερείπια της βασιλικής του Αγίου Αχίλλειου που χρονολογείται από τον 10ο μ.Χ. αιώνα. Εκτός από τους λιγοστούς μόνιμους κατοίκους το νησάκι διέθετε κι αρκετές αγελάδες, που βοσκούσαν ελεύθερα και κούρευαν με την όρεξή τους το καταπράσινο χορτάρι. Η εικόνα των καλοδιατηρημένων ερειπίων της βασιλικής του Αγίου Αχίλλειου, τα οποία και θαύμασα από τον ύψους 175 μέτρων λόφο του νησιού, με ταξίδεψαν στην εποχή του Βούλγαρου τσάρου Σαμουήλ, που ίδρυσε την εκκλησία μεταξύ των ετών 986-990. Ο Σαμουήλ για να προσδώσει αίγλη στο χώρο μετέφερε από τη Λάρισα το λείψανο του επισκόπου της Αγίου Αχιλλείου κι έχτισε την εκκλησία.
Αποτελεί κοινό μυστικό πως οι Πρέσπες, η «μυστική καρδιά» της Μακεδονίας, υπήρξε κέντρο της αίρεσης των Βογόμιλων στα Βαλκάνια του 11ου μ.Χ. αιώνα. Ως γνωστόν ο Βογομιλισμός αποτελούσε το θρησκευτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο πολλών οπαδών του Σαμουήλ, ο οποίος ίδρυσε ένα ισχυρό «Δυτικοβουλγαρικό» κράτος στις αρχές του 11ου μ.χ. αιώνα. Συντρίφτηκε όμως από τον σκληρό βυζαντινό αυτοκράτορα Βασίλειο Β’, το λεγόμενο Βουλγαροκτόνο, ο οποίος τύφλωσε παραδειγματικά τους 14.000 Βούλγαρους –οι περισσότεροι των οποίων ήταν Βογόμιλοι– αιχμάλωτους, που συνέλαβε στη μάχη στο Κλειδί (1014μ.χ.).
Λέγεται πως ο Βούλγαρος Τσάρος Σαμουήλ δεν άντεξε τη στεναχώρια από την ήττα στη μάχη και την τραγική μοίρα των στρατιωτών του και πέθανε από καρδιακή προσβολή. Το 1966, 952 χρόνια μετά τον θάνατο του Σαμουήλ, ο καθηγητής αρχαιολογίας του ΑΠΘ Νικόλαος Μουτσόπουλος, που για πολλά χρόνια μελετούσε τις αρχαιότητες της Μακεδονίας, ανακάλυψε τον τάφο του Σαμουήλ στο νησάκι του Αγίου Αχίλλειου που βρίσκεται στη μικρή Πρέσπα. Ο τάφος βρίσκονταν στα τα ερείπια μιας μεγαλόπρεπης Βασιλικής που κτίστηκε το 990 μΧ. από τον τσάρο Σαμουήλ. Να πως περιέγραψε ο Έλληνας αρχαιολόγος αυτή τη μεγάλη ανακάλυψη: «Κατάλαβα αμέσως ποιος ήταν όταν είδα το αγκυλωμένο χέρι. Όλα τα οστά είχαν το χρώμα της αυτοκρατορικής πορφύρας και στο ύψος της λεκάνης υπήρχε χρυσοΰφαντο ύφασμα τέτοιο που μόνο στην αυλή της Κωνσταντινούπολης μπορούσες να βρεις. Το στόλιζαν δύο παπαγάλοι τοποθετημένοι πλάτη-πλάτη. Η συγκίνησή μας έγινε μεγαλύτερη όταν ήλθε η επιβεβαίωση από τις Ακαδημίες Επιστημών της Σόφιας, της Μόσχας και του Εριβάν στην Αρμενία. Ήταν ο Σαμουήλ». Ο τάφος ανακαλύφθηκε ανέπαφος επειδή επάνω στην καλυπτήρια πλάκα στηριζόταν αρχικά κτιστό αρκοσόλιο (arcosolium) που εμπόδιζε την μετακίνησή της.
Στη σλαβική ενδοχώρα της Μακεδονίας ο Βογομιλισμός διατηρούσε ισχυρά ερείσματα από τον 10ο μ.Χ. αιώνα. Επηρέαζε μεγάλες αγροτικές μάζες, που είχαν ξεκάθαρες αντιφεουδαρχικές και γενικώς αντιεξουσιαστικές τάσεις. Το βογομιλικό κίνημα στη Μακεδονία ήταν εχθρικό προς τους Βυζαντινούς και τους Βούλγαρους κυρίαρχους, προς τους τοπικούς φεουδάρχες και προς εκκλησιαστική ιεραρχία. Οι Βογόμιλοι επιτίθονταν στις ανώτερες τάξεις των αξιωματούχων και των κληρικών και επειδή ο Σαμουήλ έτρεφε παρόμοιες πεποιθήσεις, κέρδισε τη συμπάθεια τους κι έτσι, εντάχθηκαν στις τάξεις του στρατού του. Μετά την ήττα του Σαμουήλ ο Βογομιλισμός δεν εξαφανίστηκε, αντίθετα εξαπλώθηκε όλο και περισσότερο ανάμεσα στους δυσαρεστημένους αγρότες της Βαλκανικής, άκμασε στη Βοσνία και τελικά εξαφανίστηκε τον 15ο αιώνα.
Η εκκλησία του Αγίου Αχιλλείου είναι μια τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με νάρθηκα και τρούλους. Αρχικά αποτέλεσε τον καθεδρικό ναό του κράτους του Σαμουήλ και αργότερα, ως τα μέσα του 15ου αιώνα, τον επισκοπικό ναό της ομώνυμης περιοχής. Στο δάπεδο της εκκλησίας διατηρείται τάφος καλυμμένος με ανάγλυφη πλάκα, που κατά την παράδοση θεωρείται τόπος φύλαξης των λειψάνων του Αγίου Αχιλλείου. Σήμερα στο χώρο όπου βρίσκονται τα ερείπια της βασιλικής του Αγίου Αχιλλείου τελούνται κάθε χρόνο υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού τα Πρέσπεια, ένα μουσικό φεστιβάλ με εξαιρετικούς ερμηνευτές που δημιουργούν μια μαγική ατμόσφαιρα στους προσκεκλημένους τους τη νύχτα της Αυγουστιάτικης πανσελήνου. Ζηλεύω ακόμη και με τη σκέψη των μουσικών εκδηλώσεων στη σκιά των μεσαιωνικών ερειπίων σ’ αυτό το μαγευτικό νησάκι των Πρεσπών. Ελπίζω κάποτε κι εγώ να αξιωθώ να παραβρεθώ, γιατί βαρέθηκα να ταξιδεύω μονάχα με τη φαντασία μου…
Εκτός από τον Άγιο Αχίλλειο στη Μικρή Πρέσπα υπάρχει κι ένα άλλο μικρότερο νησάκι, που λέγεται Βιδρονήσι. Δεν κατοικείται από ανθρώπους, αλλά από βίδρες που τρέφονται με τα ψάρια της λίμνης. Στο ίδιο σημείο υπάρχει και μια αποικία κορμοράνων. Για να το επισκεφθεί κανείς πρέπει να νοικιάσει μια «πλάβα», όπως λέγονται οι βάρκες που χρησιμοποιούν οι ψαράδες της λίμνης.
ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΚΡΙΤΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΨΑΡΑΔΕΣ
Μετά το νησάκι του Αγίου Αχιλλείου, που αποτελεί το κέντρο ενός απίστευτου μικρόκοσμου, κατευθύνθηκα προς το ελληνικό τμήμα της Μεγάλης Πρέσπας. Στο δρόμο για το χωριό Ψαράδες, στην περιοχή Κεδρώνας, συνάντησα μια εντυπωσιακή συστάδα ψηλών υπεραιωνόβιων –ηλικίας άνω 400 ετών!– κέδρων που, ενώ συνήθως είναι θάμνοι, εδώ εμφανίζονται με δενδρώδη μορφή. Κοντά στην ίδια περιοχή, κάτω από τις βουνοκορφές Νικηφόρος Ουρανός και Νικηφόρος Ξιφίας που προσφέρουν μια απίστευτη θέα των λιμνών, υπάρχει και η παλιά βυζαντινή εκκλησία του συνονόματου μου Αγίου Γεωργίου, που αξίζει να την επισκεφθεί κανείς.
Το χωριό Ψαράδες (η παλιά σλαβική ονομασία του ήταν Νίβιτσα) είναι ένα όμορφο παραδοσιακό χωριό που είναι κτισμένο με μακεδονική αρχιτεκτονική στην άκρη ενός μικρού όρμου της Μεγάλης Πρέσπας. Το χωριό αυτό είναι και το τελευταίο ελληνικό χωριό της περιοχής. Όπως προδίδει και το όνομα του, οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού είναι ψαράδες, που ψαρεύουν καθημερινά με τις βάρκες τους μέσα στα πλούσια σε αλιεύματα νερά της Μεγάλης Πρέσπας. Στα πεντακάθαρα νερά της μεγαλύτερης λίμνης των Βαλκανίων υπάρχουν άφθονα ψάρια, κυρίως πέστροφες, πεταλούδες, γριβάδια, κέφαλοι και τσιρόνια.
Σε μια παραλιακή ψαροταβέρνα –δεν θυμάμαι πως την έλεγαν: «Ακρολιμνιά», «Παράδοση» ή μήπως «Συντροφιά»;– κάθισα να απολαύσω μια ψημένη στα κάρβουνα πέστροφα, μαζί με πιπεριές Φλωρίνης (πάπρικα) και λευκό ντόπιο κρασί. Ο ιδιοκτήτης της ήταν ένας καλοσυνάτος μεσήλικας, που μιλούσε τα ελληνικά με «βαριά προφορά», καθώς είναι γνωστό πως τόσο οι κάτοικοι των Ψαράδων, όσο και των άλλων παραλίμνιων χωριών της λεκάνης των Πρεσπών είναι οι περισσότεροι βλαχικής ή σλαβομακεδονικής καταγωγής, που έμαθαν τα ελληνικά στο σχολείο (αν βέβαια πρόλαβαν να πάνε οι γηραιότεροι). Μεταξύ τους πάντως συνηθίζουν να μιλούν τη γλώσσα των παππούδων τους, που δεν είναι βεβαίως τα ελληνικά. Σ’ αυτή την ακριτική γωνιά της χώρας μας μπορεί οι ντόπιοι κάτοικοι να μιλούν «σπαστά» τα ελληνικά, φυλάττουν όμως Θερμοπύλες. Οι κάτοικοι της περιοχής έχουν δυσδιάκριτες ταυτότητες με ρευστά εθνοτικά και γλωσσικά κριτήρια, αλλά έχουν μέσα στην καρδιά τους την Ελλάδα. Αυτό τουλάχιστον εκπέμπουν: ένα απόκοσμο «ελληνικό φως» σε μια κάπως χοντροκομμένη ηπειρωτική βαλκανική εκδοχή του.
Αφού απόλαυσα για λίγο την γαλήνια θέα του όρμου της Μεγάλης Πρέσπας και τα γειτονικά χιονισμένα βουνά, κατευθύνθηκα στο γραφικό λιμανάκι του χωριού. Αναζητούσα έναν έμπειρο ντόπιο βαρκάρη, γνωστό και ως «Πελεκάνο», που θα αναλάμβανε επί πληρωμή την ξενάγησή μου στα φημισμένα ασκηταριά της λίμνης.
ΑΣΚΗΤΑΡΙΑ: Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΡΕΣΠΑΣ
Αφού νοίκιασα μια «πλάβα» (μακρόστενη βάρκα, ειδική για λίμνες) και με ξεναγό τον «Πελεκάνο» ξεκίνησα την εξερεύνηση των ασκηταριών. Βγαίνοντας από τον όρμο των Ψαράδων η λίμνη, η Μεγάλη Πρέσπα, ανοίχτηκε σε όλο της το μεγαλείο. Έμοιαζε απέραντη, με βαθιά και καθαρά νερά. Η ομίχλη με εμπόδιζε να δω το τέλος της, που βρισκόταν 30 χλμ. μακριά, και είχα την ψευδαίσθηση ότι βρισκόμουν μέσα σε μια κλειστή θάλασσα. Τα σκοτεινά νερά της Μεγάλης Πρέσπας σε φοβίζουν. Μπορούν εύκολα να σε καταπιούν ή να σε αρπάξει στα βαθιά κάποιο από τα στοιχειά ή τις νεράιδες της λίμνης, ειδικά αν είσαι νέος και όμορφος...
Θυμήθηκα πως το Μάιο του 1996 σημειώθηκε στη Mεγάλη Πρέσπα, το συγκλονιστικότερο ναυάγιο στην ιστορία της Aλβανίας. Μια βάρκα γεμάτη μαθητές, που είχαν πάει σχολική εκδρομή για να επισκεφθούν τη βυζαντινή εκκλησία στο νησάκι Mάλιγκραντ, που απέχει περίπου 1.500 μέτρα από την ακτή, ανατράπηκε από ένα κύμα που σηκώθηκε από τον αέρα. Ο απολογισμός ήταν 15 πνιγμένοι μαθητές από τους 18 που επέβαιναν στη βάρκα! Μόνον τρεις κατάφεραν να φθάσουν στην ακτή. Το τραγικό είναι πως κανένας από τους 18 μαθητές δεν ήξερε κολύμπι. Τα πτώματα των πνιγμένων μαθητών δεν βρέθηκαν αμέσως και κάποια αναδύθηκαν μετά από δύο μέρες από τον βυθό της λίμνης…
Τα ασκηταριά είναι ένας πολιτιστικός θησαυρός για τη Μεγάλη Πρέσπα. Είναι πραγματικές αετοφωλιές, που κάποτε φιλοξενούσαν πολλούς μοναχούς και ασκητές. Βρίσκονται σε κοιλότητες και φυσικές σπηλιές στις βραχώδεις ακτές της λίμνης. Στη νότια πλευρά της Μεγάλης Πρέσπας βρίσκεται η εκκλησία της Μεταμόρφωσης, που χρονολογείται τον 12ο ή 13ο αιώνα. Αυτό είναι το κοντινότερο σωζόμενο ασκητάριο στην κοινότητα Ψαράδων.
Το πιο αξιόλογο πάντως ασκηταριό της βόρειας πλευράς είναι εκείνο της Παναγίας Ελεούσας, που οι ντόπιοι αφιέρωσαν στον Άγιο Πέτρο. Μέσα με μια τεράστια ρωγμή στο βράχο, περίπου 30 μέτρα ψηλή, βρίσκεται η μικρή αλλά πανέμορφη εκκλησούλα της Παναγίας της Ελεούσας. Είναι χτισμένη μέσα σε μια σπηλιά και διακοσμημένη με τοιχογραφίες που ιστόρησε στα 1410 ο μοναχός Ιωαννίκιος. Η εκκλησία αυτή χρησίμευε σαν καθολικό των μοναχών που ασκήτευαν στην περιοχή και ζωγράφισαν στα βράχια εικόνες αγίων, μερικές από τις οποίες σώζονται ακόμη και σήμερα. Επισκέφθηκα την Παναγιά Ελεούσα, ανεβαίνοντας τα σκαλιά που κατασκεύασαν οι ντόπιοι για πιο εύκολη πρόσβαση, και μόλις βρέθηκα στο εσωτερικό της προσπάθησα να αναπλάσω με τη φαντασία μου τη ζωή των ασκητών του Μεσαίωνα. Από εκεί ψηλά αγνάντευσα τον ορίζοντα της λίμνης, που προδιαθέτει για πνευματική γαλήνη, και αφουγκράστηκα τη σιωπή.
Ένα άλλο ασκηταριό, που παρουσιάζει ενδιαφέρον αν και μισογκρεμισμένο, είναι εκείνο της Μικρής Ανάληψης. Τέλος στα βράχια της νοτιοδυτικής όχθης της Μεγάλης Πρέσπας σώζονται μια σειρά από βραχογραφίες του 15ου αιώνα, όπως η εικόνα της «Παναγίας Δεξιοκρατούσας» και της «Παναγίας Βλαχερνίτισσας», που φαίνονται κι από μακριά.
Η επιστροφή από την περιήγηση στα ασκηταριά της Μεγάλης Πρέσπας σήμανε και το τέλος της εξόρμησης μας στον θαυμαστό λιμναίο μικρόκοσμο των Πρεσπών. 540 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα και 230 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στα απώτατα όρια της Ελλάδας, βρίσκεται ένας πραγματικός παράδεισος, μοναδικός σε ομορφιά, ιστορία και βιοποικιλότητα, που ξέρει να παίζει και να αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις μας. Στις Πρέσπες αισθάνεται κανείς πως η Ελλάδα είναι πολύ πιο μεγάλη απ’ όσο μπορεί να φανταστεί κανείς. Ενσωματώνει πολλούς μικρόκοσμους, που για να τους εξερευνήσει κανείς θα έπρεπε να ξοδέψει μια ολόκληρη ζωή.
Φωτογραφίες: Σωτήρης Μεζετζόγλου
Ο Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com) είναι συγγραφέας, βιογράφος του Νίκολα Τέσλα, και δημιουργός του εναλλακτικού περιοδικού Ζενίθ (www.zenithmag.wordpress.com).
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου