Του Παύλου Δερμενάκη
Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση «διασταύρωσαν τα ξίφη τους» μέσω των ομιλιών και των συνεντεύξεων από τους επικεφαλής τους στη διάρκεια της ΔΕΘ. Η φετινή διαδικασία έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς:
Εξετάζοντας τις δύο αυτές πολιτικές παρεμβάσεις, των κ.κ. Α. Τσίπρα και Κ. Μητσοτάκη, προκύπτουν μια σειρά διαπιστώσεις και συμπεράσματα που πρέπει να τα έχουμε υπόψη στο πλαίσιο της προεκλογικής διαδικασίας αλλά και μετά.
Όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση και δεν αντιλέγει ο κ. Μητσοτάκης, η τυπική διαδικασία των μνημονίων έληξε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχει τεθεί σε αμφισβήτηση το μνημονιακό καθεστώς που έχει εγκαθιδρυθεί στη χώρα την περίοδο των οκτώ ετών. Και οι δυο στις παρεμβάσεις τους δεν είπαν κουβέντα για το σύνολο των 714 νόμων που έχουν διαμορφώσει ένα ειδικό καθεστώς στη χώρα σε βάρος του λαού. Ένα καθεστώς που όχι μόνο αντιβαίνει προς το σύνταγμα, και αιτιολογείται στις περισσότερες περιπτώσεις από τη δικαστική εξουσία ως έκτακτη ανάγκη, αλλά και από τους ίδιους θεσμούς γίνεται αποδεκτό ότι αντιβαίνει προς τη χάρτα των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων αλλά και πάλι δικαιολογείται λόγω των ειδικών αναγκών της χώρας.
Συνεπώς ένα πρώτο εξαγόμενο είναι ότι και οι δύο συμφωνούν πως το μνημονιακό καθεστώς θα συνεχίζεται και ο λαός θα συνεχίζει να υφίσταται τις οδυνηρές συνέπειες. Οι λόγοι της μη αμφισβήτησης του μνημονιακού καθεστώτος και από τους δύο συνοψίζονται στα ακόλουθα:
Ένα δεύτερο εξαγόμενο αφορά το ύψος και το ύφος των εξαγγελιών προς το εκλογικό σώμα. Και οι δύο προχώρησαν σε πολύ προσεκτικές «παροχές» προς το λαό. Ήταν ιδιαίτερα συγκρατημένοι και φειδωλοί σε σχέση με το παρελθόν. Η αιτία δεν έγκειται στο γεγονός ότι άλλαξαν την γνωστή πολιτική τους «υπόσχομαι προεκλογικά και αναιρώντας μετά τις εκλογές» αλλά στο ότι κατανοούν πως ελέγχονται πλέον συνεχώς από τις αγορές, πέραν των άλλων δεσμεύσεων. Ο έλεγχος είναι συνεχής και άμεσος, real time on line. Η οποιαδήποτε απόκλιση από τα συμφωνημένα και εφαρμοζόμενα μνημονιακά πλαίσια θα έχει ως συνέπεια την άμεση εκτίναξη των spread. Ενδεικτικό της κατάστασης η αρνητική εμπειρία καθώς τα spread παραμένουν σε απαγορευτικά επίπεδα (επιτόκιο δανεισμού που κινείται σταθερά πάνω από το 4%), ένα μήνα μετά «τη λήξη των μνημονίων».
Όσον αφορά το επιμέρους περιεχόμενο των εξαγγελιών είναι σχεδόν ταυτόσημες με οριακές μεταξύ τους διαφοροποιήσεις.
Στο θέμα του ασφαλιστικού και της περικοπής των συντάξεων δεν υπάρχει καμία σαφής δέσμευση αλλά απλές προθέσεις μηδενικής «αξίας». Αν και οι δύο αναγνωρίζουν το τεράστιο πρόβλημα επιβίωσης πλέον των συνταξιούχων ο μεν Α. Τσίπρας υπόσχεται να πείσει τους θεσμούς ότι από το συνολικό ξεζούμισμα με στόχο το υπέρ-πλεόνασμα έχει περιθώριο να μην εφαρμόσει το μέτρο, τουλάχιστον άμεσα, ο δε Κ. Μητσοτάκης δεν κάνει ρητή αναφορά και παραπέμπει το θέμα στην υποσχόμενη «κατάργηση» του νόμου Κατρούγκαλου, χωρίς να δίνει στοιχεία με τι θα τον αντικαταστήσει. Και οι δύο θεωρούν βιώσιμο το παρόν ασφαλιστικό σύστημα αποδεχόμενοι τη σταδιακή κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης μέχρι το 2025. Ο μεν Κ. Μητσοτάκης παραπέμπει ανοιχτά στην ιδιωτική ασφάλιση ο δε Α. Τσίπρας θεωρεί ότι με τους μισθούς των 400 ευρώ, τη μερική απασχόληση που γενικεύεται και τη γήρανση του πληθυσμού το ασφαλιστικό σύστημα θα είναι στην πορεία πλεονασματικό!
Στο φορολογικό τομέα υπόσχονται και οι δυο οριακές βελτιώσεις στον ΕΝΦΙΑ, το ΦΠΑ και τους φορολογικούς συντελεστές των άμεσων φόρων χωρίς να αμφισβητούν, αναιρούν την αντιλαϊκότητα των συγκεκριμένων φόρων και τη γενικότερη φορομπηχτική πολιτική.
Ο Α. Τσίπρας υποσχέθηκε για τον ΕΝΦΙΑ μεσοσταθμική μείωση γύρω στο 30% σε δύο δόσεις (2019 και 2020) για τους μικρο-ιδιοκτήτες. Ο Κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 30% τα δύο πρώτα χρόνια, για όλους. Το τελικό δηλαδή αποτέλεσμα για τα λαϊκά στρώματα θα είναι το ίδιο, ένα όφελος της τάξης των 40-50 ευρώ!. Η διαφορά έγκειται ότι με τον Κ. Μητσοτάκη το όφελος θα αφορά και τη μεγάλη ακίνητη περιουσία και σε αυτές τις περιπτώσεις το όφελος θα είναι σημαντικότερο.
Δηλαδή η λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος μέσω των έμμεσων φόρων θα συνεχίζεται ως έχει, απλά μειώνεται ο φόρος κατά περίπου 100 ευρώ ετησίως και στα δύο σενάρια και αυτό θεωρείται «παροχή»!
Δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση είτε με τον έναν είτε με τον άλλο τρόπο το ετήσιο οικονομικό όφελος θα είναι της τάξης των 300-400 ευρώ. Την ίδια στιγμή μόνο από τη μείωση του αφορολόγητου η αύξηση στο φόρο θα είναι τάξης των 600 ευρώ. Φυσικά κανείς από τους δύο δεν έκανε αναφορά στην κατάργηση της νομοθετικής ρύθμισης για μείωση του αφορολόγητου από 1/1/2020.!
Και ενώ στις παροχές προς τον κόσμο είναι φειδωλοί προς τις επιχειρήσεις τα μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης είναι ξεκάθαρα και από τους δύο.
Και όλα αυτά ενώ τα λαϊκά εισοδήματα συνεχίζουν να μειώνονται τα εταιρικά κέρδη έχουν βελτιωθεί σημαντικά την περίοδο 2014-2017.
Σε αντίστοιχα όμοια επίπεδα κινούνται και οι άλλες οριακές παροχές που υποσχέθηκαν οι δύο «αρχηγοί»
Από όλα αυτά προκύπτουν τα ακόλουθα γενικά συμπεράσματα για τα δύο κόμματα:
Πηγή: e-dromos.gr
Παύλος Δερμενάκης: Σχετικά με τον Συντάκτη
Αποκρυπτογραφώντας τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ 2018
Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση «διασταύρωσαν τα ξίφη τους» μέσω των ομιλιών και των συνεντεύξεων από τους επικεφαλής τους στη διάρκεια της ΔΕΘ. Η φετινή διαδικασία έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς:
- α) έληξε «τυπικά» η εφαρμογή των μνημονίων και
- β) βρισκόμαστε ήδη σε άτυπη προεκλογική περίοδο, με ερωτηματικό για την κυβέρνηση την εξεύρεση της καταλληλότερης ημερομηνίας για τις κάλπες.
Εξετάζοντας τις δύο αυτές πολιτικές παρεμβάσεις, των κ.κ. Α. Τσίπρα και Κ. Μητσοτάκη, προκύπτουν μια σειρά διαπιστώσεις και συμπεράσματα που πρέπει να τα έχουμε υπόψη στο πλαίσιο της προεκλογικής διαδικασίας αλλά και μετά.
Όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση και δεν αντιλέγει ο κ. Μητσοτάκης, η τυπική διαδικασία των μνημονίων έληξε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχει τεθεί σε αμφισβήτηση το μνημονιακό καθεστώς που έχει εγκαθιδρυθεί στη χώρα την περίοδο των οκτώ ετών. Και οι δυο στις παρεμβάσεις τους δεν είπαν κουβέντα για το σύνολο των 714 νόμων που έχουν διαμορφώσει ένα ειδικό καθεστώς στη χώρα σε βάρος του λαού. Ένα καθεστώς που όχι μόνο αντιβαίνει προς το σύνταγμα, και αιτιολογείται στις περισσότερες περιπτώσεις από τη δικαστική εξουσία ως έκτακτη ανάγκη, αλλά και από τους ίδιους θεσμούς γίνεται αποδεκτό ότι αντιβαίνει προς τη χάρτα των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων αλλά και πάλι δικαιολογείται λόγω των ειδικών αναγκών της χώρας.
Συνεπώς ένα πρώτο εξαγόμενο είναι ότι και οι δύο συμφωνούν πως το μνημονιακό καθεστώς θα συνεχίζεται και ο λαός θα συνεχίζει να υφίσταται τις οδυνηρές συνέπειες. Οι λόγοι της μη αμφισβήτησης του μνημονιακού καθεστώτος και από τους δύο συνοψίζονται στα ακόλουθα:
- α) υπηρέτησαν τα συνειδητά, με πολιτική επιλογή, τα μνημόνια εκτελώντας τις εντολές των δανειστών θεωρώντας τα ως μονόδρομο
- β) έχουν αποδεχθεί την εφαρμογή συγκεκριμένων δεσμεύσεων για το απώτερο μέλλον έναντι των δανειστών, διαφωνώντας «προφορικά» μεταξύ τους σε κάποια οικονομικά μεγέθη που δεν αλλάζουν την ουσία
- γ) έχουν αποδεχθεί τις διαδικασίες συνέχισης των αξιολογήσεων της ελληνικής οικονομίας από τους θεσμούς και την υπόδειξη «λύσεων» στα προβλήματα που θα διαπιστώνουν, κατά το πρότυπο της μνημονιακής περιόδου
- δ) συμφωνούν απόλυτα ότι το χρέος όπως έχει διαμορφωθεί πρέπει να αποπληρωθεί, αν και από το ΔΝΤ χαρακτηρίζεται ως «εξαιρετικά μη βιώσιμο»
- ε) γνωρίζουν ότι οι «θεσμοί» τους «κρατούν» (μας κρατούν όλους ομήρους) μέσω της διαδικασία της οριακής ρύθμισης του δημοσίου χρέους
- στ) αποδέχονται υπό τις παρούσες δυσμενείς συνθήκες το ρυθμιστικό, ελεγκτικό ρόλο των αγορών. Στην ουσία έχουν αποδεχθεί διπλό έλεγχο από τους θεσμούς και από τις αγορές, μόνο που όσον αφορά τις αγορές είναι καθημερινός και αυτόματος μέσω των spread δανεισμού.
Ένα δεύτερο εξαγόμενο αφορά το ύψος και το ύφος των εξαγγελιών προς το εκλογικό σώμα. Και οι δύο προχώρησαν σε πολύ προσεκτικές «παροχές» προς το λαό. Ήταν ιδιαίτερα συγκρατημένοι και φειδωλοί σε σχέση με το παρελθόν. Η αιτία δεν έγκειται στο γεγονός ότι άλλαξαν την γνωστή πολιτική τους «υπόσχομαι προεκλογικά και αναιρώντας μετά τις εκλογές» αλλά στο ότι κατανοούν πως ελέγχονται πλέον συνεχώς από τις αγορές, πέραν των άλλων δεσμεύσεων. Ο έλεγχος είναι συνεχής και άμεσος, real time on line. Η οποιαδήποτε απόκλιση από τα συμφωνημένα και εφαρμοζόμενα μνημονιακά πλαίσια θα έχει ως συνέπεια την άμεση εκτίναξη των spread. Ενδεικτικό της κατάστασης η αρνητική εμπειρία καθώς τα spread παραμένουν σε απαγορευτικά επίπεδα (επιτόκιο δανεισμού που κινείται σταθερά πάνω από το 4%), ένα μήνα μετά «τη λήξη των μνημονίων».
Όσον αφορά το επιμέρους περιεχόμενο των εξαγγελιών είναι σχεδόν ταυτόσημες με οριακές μεταξύ τους διαφοροποιήσεις.
Ασφαλιστικό και συντάξεις
Στο θέμα του ασφαλιστικού και της περικοπής των συντάξεων δεν υπάρχει καμία σαφής δέσμευση αλλά απλές προθέσεις μηδενικής «αξίας». Αν και οι δύο αναγνωρίζουν το τεράστιο πρόβλημα επιβίωσης πλέον των συνταξιούχων ο μεν Α. Τσίπρας υπόσχεται να πείσει τους θεσμούς ότι από το συνολικό ξεζούμισμα με στόχο το υπέρ-πλεόνασμα έχει περιθώριο να μην εφαρμόσει το μέτρο, τουλάχιστον άμεσα, ο δε Κ. Μητσοτάκης δεν κάνει ρητή αναφορά και παραπέμπει το θέμα στην υποσχόμενη «κατάργηση» του νόμου Κατρούγκαλου, χωρίς να δίνει στοιχεία με τι θα τον αντικαταστήσει. Και οι δύο θεωρούν βιώσιμο το παρόν ασφαλιστικό σύστημα αποδεχόμενοι τη σταδιακή κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης μέχρι το 2025. Ο μεν Κ. Μητσοτάκης παραπέμπει ανοιχτά στην ιδιωτική ασφάλιση ο δε Α. Τσίπρας θεωρεί ότι με τους μισθούς των 400 ευρώ, τη μερική απασχόληση που γενικεύεται και τη γήρανση του πληθυσμού το ασφαλιστικό σύστημα θα είναι στην πορεία πλεονασματικό!
ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ και φόροι
Στο φορολογικό τομέα υπόσχονται και οι δυο οριακές βελτιώσεις στον ΕΝΦΙΑ, το ΦΠΑ και τους φορολογικούς συντελεστές των άμεσων φόρων χωρίς να αμφισβητούν, αναιρούν την αντιλαϊκότητα των συγκεκριμένων φόρων και τη γενικότερη φορομπηχτική πολιτική.
Ο Α. Τσίπρας υποσχέθηκε για τον ΕΝΦΙΑ μεσοσταθμική μείωση γύρω στο 30% σε δύο δόσεις (2019 και 2020) για τους μικρο-ιδιοκτήτες. Ο Κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 30% τα δύο πρώτα χρόνια, για όλους. Το τελικό δηλαδή αποτέλεσμα για τα λαϊκά στρώματα θα είναι το ίδιο, ένα όφελος της τάξης των 40-50 ευρώ!. Η διαφορά έγκειται ότι με τον Κ. Μητσοτάκη το όφελος θα αφορά και τη μεγάλη ακίνητη περιουσία και σε αυτές τις περιπτώσεις το όφελος θα είναι σημαντικότερο.
- Για το ΦΠΑ ο Α.Τσίπρας υποσχέθηκε για το 2021(!) οριακή μείωση ανώτατου συντελεστή ΦΠΑ από 24% στο 22% και του κατώτατου από 13% σε 12%.
- Ο Κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε μείωση στο ΦΠΑ εστίασης από 24% στο 13% και σε συνέχεια στο 11% σε όλο το τουριστικό πακέτο εστίασης και ξενοδοχείων.
Δηλαδή η λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος μέσω των έμμεσων φόρων θα συνεχίζεται ως έχει, απλά μειώνεται ο φόρος κατά περίπου 100 ευρώ ετησίως και στα δύο σενάρια και αυτό θεωρείται «παροχή»!
- Για την ενίσχυση του εισοδήματος ο Α. Τσίπρας υποσχέθηκε τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών.
- Από την άλλη ο Κ. Μητσοτάκης, υποσχέθηκε μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή στο 9% φυσικών προσώπων για εισόδημα μέχρι 10.000 ευρώ από 22% που είναι σήμερα και μείωση της εισφοράς για κύρια σύνταξη στο 15%, για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση είτε με τον έναν είτε με τον άλλο τρόπο το ετήσιο οικονομικό όφελος θα είναι της τάξης των 300-400 ευρώ. Την ίδια στιγμή μόνο από τη μείωση του αφορολόγητου η αύξηση στο φόρο θα είναι τάξης των 600 ευρώ. Φυσικά κανείς από τους δύο δεν έκανε αναφορά στην κατάργηση της νομοθετικής ρύθμισης για μείωση του αφορολόγητου από 1/1/2020.!
Και ενώ στις παροχές προς τον κόσμο είναι φειδωλοί προς τις επιχειρήσεις τα μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης είναι ξεκάθαρα και από τους δύο.
- Ο Α. Τσίπρας υποσχέθηκε μείωση του φορολογικού συντελεστή στα κέρδη των επιχειρήσεων την 1/1/2019 από 29% σε 24%.
- Αντίστοιχα ο Κ. Μητσοτάκης εξήγγειλε μείωση εταιρικού φόρου από 29% στο 20% και στα μερίσματα μείωση από 15% στο 5%.!
Και όλα αυτά ενώ τα λαϊκά εισοδήματα συνεχίζουν να μειώνονται τα εταιρικά κέρδη έχουν βελτιωθεί σημαντικά την περίοδο 2014-2017.
Σε αντίστοιχα όμοια επίπεδα κινούνται και οι άλλες οριακές παροχές που υποσχέθηκαν οι δύο «αρχηγοί»
Συμπέρασμα
Από όλα αυτά προκύπτουν τα ακόλουθα γενικά συμπεράσματα για τα δύο κόμματα:
- 1) Από κανένα τους δεν υπάρχει αμφισβήτηση των μνημονιακών πολιτικών και δεσμεύσεων μετά την «τυπική κατάργηση» των μνημονίων,
- 2) παρά τις εμφανιζόμενες επικοινωνιακά «ιδεολογικές» διαφορές μεταξύ τους στην εφαρμοζόμενη πολιτική η σύγκλιση μεταξύ τους είναι προφανής
- 3) τα «ψίχουλα» που υποσχέθηκαν είναι «σταγόνα στον ωκεανό» της λεηλασίας των λαϊκών εισοδημάτων και δεν αναιρούν την κατάσταση απόγνωσης του λαού και το δυσοίωνο μέλλον του.
Πηγή: e-dromos.gr
Παύλος Δερμενάκης: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου