Σπύρος Μανουσέλης
Η «Ανθρωπόκαινος γεωλογική εποχή» είναι ένας επιστημονικά ουδέτερος και φαινομενικά αθώος τρόπος για να περιγραφεί η ορατή πλέον απειλή για μια πλανητική βιολογική-οικολογική καταστροφή, για την οποία θα ευθύνεται αποκλειστικά το ανθρώπινο είδος.
Οπως είδαμε στα τελευταία μας άρθρα, υπάρχουν ήδη αρκετά σαφείς ενδείξεις -αν όχι αποδείξεις- ότι βαδίζουμε ολοταχώς προς την «έκτη μαζική εξαφάνιση» του γήινου βιόκοσμου: μία πλανητικής κλίμακας καταστροφή που τα αίτιά της, αυτή τη φορά, θα είναι ανθρωπογενή.
Αν, μέχρι πρόσφατα, η κάθε άλλο παρά αυταπόδεικτη «αρχή» της απόλυτης κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη Φύση αλλά και τους άλλους ανθρώπους νομιμοποιούσε τις καταστροφικές (οικολογικά) και τις ολέθριες (κοινωνικά) συνέπειες της νεωτερικής βιοπολιτικής, σήμερα δεν μπορεί να το κάνει πια.
Αραγε, τι θα απομείνει από το ανθρώπινο είδος, όπως τουλάχιστον το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, μετά τη λαίλαπα της έκτης μαζικής εξαφάνισης της ζωής;
Και πόσο φερέγγυα είναι η κυρίαρχη προπαγάνδα και τα ανθρωπόκαινα όνειρα για μια αμιγώς τεχνολογική «αυτο-υπέρβαση» της σημερινής πλανητικής κρίσης;
Στο φανταστικό, για την ώρα, Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό των μέσων του 21ου αιώνα, στο λήμμα Ανθρωπόκαινος Εποχή (Anthropocene Epoch) διαβάζουμε:
«Επιστημονικός όρος που εισηγήθηκε στα τέλη του εικοστού αιώνα ο βραβευμένος με Νόμπελ Χημείας Ολλανδός Paul Crutzen, για να περιγράψει τη νέα γεωλογική εποχή στην οποία έχει εισέλθει ανεπιστρεπτί ο πλανήτης μας. Στην Ανθρωπόκαινο Εποχή το γήινο περιβάλλον, δηλαδή το σύνολο των φυσικών, χημικών και βιολογικών χαρακτηριστικών του πλανήτη, εξαρτάται και σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνεται, τόσο τοπικά όσο και συνολικά, από τη μαζική παρουσία και τις δραστηριότητες του ανθρώπινου είδους. Μολονότι, τις δύο πρώτες δεκαετίες του εικοστού πρώτου αιώνα η “Ανθρωπόκαινος Εποχή” δεν είχε αναγνωριστεί επίσημα από τη Διεθνή Επιτροπή Στρωματογραφίας (International commission of stratigraphy ή ICS), οι ειδικοί της Ομάδας Εργασίας για την Ανθρωπόκαινο, που είχε συσταθεί από την ίδια την ICS, εισηγούνταν επίμονα -από τις αρχές του αιώνα- την αναγνώριση της νέας γεωλογικής εποχής. Τα αίτια της πολύ καθυστερημένης αναγνώρισής της ήταν επιστημονικά και πολιτικά».
Στα προηγούμενα άρθρα μας παρουσιάσαμε συνοπτικά τα επιστημονικά δεδομένα που δικαιολογούν την ακρίβεια του παραπάνω εγκυκλοπαιδικού λήμματος.
Σήμερα θα σταθούμε περισσότερο στην τελευταία, μάλλον αινιγματική πρόταση που αυτό το λήμμα περιέχει σχετικά με τα «επιστημονικά και τα πολιτικά» αίτια που εμποδίζουν την καθολική αποδοχή της Ανθρωπόκαινου Εποχής από τους περισσότερους ανθρώπους και τις κυβερνήσεις τους.
Επιστημονικά γιατί, μέχρι σήμερα, οι ειδικοί επιστήμονες δεν έχουν καταφέρει να συμφωνήσουν μεταξύ τους σχετικά με την ακριβή ημερομηνία έναρξης ή, έστω, για το ποια πρέπει να είναι τα κριτήρια αναγνώρισης της νέας γεωλογικής εποχής: Κάποιοι τοποθετούν την έναρξή της πριν από 11 χιλιάδες χρόνια, όταν δηλαδή το είδος μας επινόησε τη γεωργία και τη μόνιμη εγκατάσταση των ανθρώπων σε μεγάλες κοινότητες.
Κάποιοι άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ξεκίνησε μετά τον 18ο αιώνα με τη Βιομηχανική Επανάσταση, ενώ άλλοι είναι πεπεισμένοι πως ξεκίνησε μόλις στα μέσα του εικοστού αιώνα.
Ανεξάρτητα όμως από την ημερομηνία έναρξης, η πλειονότητα των ειδικών ερευνητών συμφωνεί ότι βρισκόμαστε σε μια νέα γεωλογική εποχή: σχεδόν κανείς δεν αμφισβητεί πλέον ότι η επίδραση των ανθρώπων πάνω στη Γη τους δύο τελευταίους αιώνες είναι συγκρίσιμη π.χ. με την έντονη ηφαιστειογενή δραστηριότητα, την τεκτονική των πλακών ή με έναν αρκετά μεγάλο μετεωρίτη που πέφτει στον πλανήτη.
Φυσικές καταστροφές που αναδιαμόρφωσαν, κατ’ επανάληψη, το πλανητικό σκηνικό και επηρέασαν αποφασιστικά την πορεία της ζωής, προκαλώντας τις πέντε γνωστές μαζικές εξαφανίσεις. Ενώ, όμως, οι πέντε προηγούμενες μαζικές εξαφανίσεις έλαβαν χώρα πολύ πριν εμφανιστεί το ανθρώπινο είδος, η τελευταία έκτη μαζική εξαφάνιση -που αναμφίβολα οφείλεται σε ανθρωπογενή αίτια- εκδηλώνεται πια με τόσο ταχύτατους ρυθμούς ώστε να προκαλεί μεγάλη ανησυχία στους ειδικούς.
Συνοψίζοντας κανείς τις αμέτρητες σχετικές έρευνες μπορεί να καταλήξει σε τουλάχιστον τρία βασικά συμπεράσματα σχετικά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τρέχουσας έκτης μαζικής εξαφάνισης:
1) Είναι πολύ γρήγορη: τα τελευταία διακόσια χρόνια υπολογίζεται ότι έχουν εξαφανιστεί οριστικά πάνω από 100 είδη θηλαστικών, δηλαδή κατά μέσο όρο 2 είδη τον χρόνο. Ενώ παλαιότερα η εξαφάνιση ενός μόνο είδους συνέβαινε συνήθως κάθε 50 χρόνια!
2) Οι μαζικές εξαφανίσεις πολλών ζωικών και φυτικών ειδών λόγω της κλιματικής αλλαγής και της ανθρωπογενούς υποβάθμισης του γήινου περιβάλλοντος είναι μη αντιστρεπτές: κανένα εξαφανισμένο είδος δεν επιστέφει ποτέ στη ζωή. Η απώλειά του, όμως, εκτός του ότι ανατρέπει τις οικολογικές ισορροπίες, φτωχαίνει τη βιοποικιλότητα και έχει αρνητικές συνέπειες για τους οργανισμούς που επιβιώνουν.
3) Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους, η κοινή γνώμη τείνει να αδιαφορεί ή να υποτιμά τη σημασία της μαζικής εξαφάνισης πολλών ειδών, είτε επειδή είναι ανεπαρκώς ενημερωμένη για τις μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες για την ίδια, είτε επειδή πρόκειται για άγνωστες (στους περισσότερους ανθρώπους) μορφές ζωής που ζούσαν κάπου αλλού, σε απομακρυσμένες γεωγραφικά περιοχές σε άλλες ηπείρους.
Ακόμη και οι πιο «ενημερωμένοι» άνθρωποι καθησυχάζουν τον εαυτό τους γι’ αυτά τα φαινόμενα υποστηρίζοντας ότι οι μαζικές εξαφανίσεις αποτελούν μια ευκαιρία για την εξέλιξη νέων, άγνωστων και πιθανά πιο πολύπλοκων μορφών ζωής.
Παραβλέποντας, ωστόσο, δύο «μικρές» λεπτομέρειες: τους πολύ υψηλούς και ενδεχομένως ανεξέλεγκτους ρυθμούς εξάπλωσης των μαζικών εξαφανίσεων, καθώς και το γεγονός ότι αυτές, όλο και πιο συχνά, αποδεικνύονται ανθρωπογενείς και όχι φυσικές.
Ποιος ή τι, όμως, μπορεί να εγγυηθεί σε αυτά τα αισιόδοξα και, κατά τα άλλα, νοήμονα άτομα ότι το ανθρώπινο είδος δεν θα είναι το επόμενο θύμα των μαζικών εξαφανίσεων που το ίδιο προκαλεί;
Μάταια θα αναζητούσε κανείς στην ιστορία της εξέλιξης μια εύλογη και κυρίως καθησυχαστική απάντηση σε αυτό το πολύ ενοχλητικό ερώτημα.
Αντίθετα, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα γνωρίζουμε για το θλιβερό τέλος των πανίσχυρων άλλοτε μορφών ζωής, μάλλον ιδιαίτερα ανήσυχοι θα έπρεπε να είναι για τη διαιώνιση της κυριαρχίας του είδους μας.
Τώρα, όσον αφορά τα πολιτικά-ψυχολογικά αίτια της καθυστερημένης αναγνώρισης των καταστροφικών συνεπειών της Ανθρωπόκαινου Εποχής, αυτά θα πρέπει να αναζητηθούν, αφενός, στη μεγάλη δυσκολία της ανθρωπότητας να αποδεχτεί ότι ευθύνεται η ίδια για την έκτη μαζική εξαφάνιση αμέτρητων μορφών ζωής και, αφετέρου, στην επίμονη άρνησή της να αναλάβει -ως νοήμον και κυρίαρχο είδος- τις πολύ οδυνηρές αλλά αναγκαίες αυτοπεριοριστικές ενέργειες για την επιβίωση της ζωής όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Δυστυχώς, σε αυτές τις δύο «φυσικές» και «προβλεπόμενες» αντιδράσεις του ανθρώπινου είδους έρχονται να προστεθούν και τα πολιτικο-οικονομικά συμφέροντα του κυρίαρχου -από τη νεωτερική εποχή μέχρι σήμερα- τρόπου ζωής των δυτικών κοινωνιών.
Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι, αν και είναι ορατές οι συνέπειες της ανθρωπογενούς οικολογικής καταστροφής, καμία ανεπτυγμένη ανθρώπινη κοινωνία δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει τις πάγιες οικονομικές αρχές και τους καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής που ευθύνονται ολοφάνερα για την καταστροφή του περιβάλλοντος και την υποβάθμιση της βιοποικιλότητας;
Αν και επιστημονικά ακριβής, η έννοια της κλιματικής και της οικολογικής «ανθρωπογενούς καταστροφής» κατέληξε να λειτουργεί στους περισσότερους ανθρώπους μόνο ενοχικά και εκφοβιστικά, με αποτέλεσμα να συσκοτίζει τα πραγματικά ιστορικά και πολιτικο-οικονομικά αίτια. Διότι βέβαια δεν είναι οι αφηρημένες, μη ιστορικές και μη συνειδητές ανθρώπινες δραστηριότητες που δημιουργούν την πλανητική κρίση, αλλά οι συγκεκριμένες πρακτικές κυριαρχίας που εδώ και αιώνες ασκούνται από όσους ασκούν την εξουσία τους τόσο πάνω στη Φύση όσο και στη μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων. Υπό αυτή την έννοια, η τρέχουσα πλανητική καταστροφή είναι καπιταλιστικογενής και όχι γενικά και αόριστα... ανθρωπογενής.
Η ευρύτατη αποδοχή στις μέρες μας των «ανθρωπόκαινων» επιστημονικών εξηγήσεων είναι βέβαια απολύτως δικαιολογημένη, αφού στηρίζονται σε έναν ατελείωτο αριθμό ερευνών.
Ταυτόχρονα, όμως, η ευρύτατη αποδοχή μπορεί κάλλιστα να αποδειχτεί και σκοταδιστική όταν αποκρύπτει ή όταν μυστικοποιεί τα πολύ συγκεκριμένα ιστορικά, οικονομικά και ανθρωπολογικά αίτια που έφεραν την ανθρωπότητα και ευρύτερα τη ζωή στον πλανήτη στο χείλος της εξαφάνισης!
Πράγματι, ενώ η έννοια της «Ανθρωπόκαινου Εποχής» είναι μια μεγάλη ιδέα και ένα ισχυρότατο επιστημονικό εργαλείο κατανόησης και εξήγησης», το να αναζητάμε δηλαδή αποκλειστικά βιογεωλογικές εξηγήσεις για όλα σχεδόν τα προβλήματά μας, μπορεί να αποδειχτεί το πιο πρόσφατο βιοπολιτικό ιδεολόγημα για να αποδεχτούμε τον δήθεν μοιραίο χαρακτήρα των μελλοντικών απανθρωποποιητικών επιλογών που σχεδιάζονται επιμελώς από την κυρίαρχη Βιοεξουσία.
Ωστόσο, για τη σημερινή «Ανθρωπόκαινο προπαγάνδα» για τον «Μετα-ανθρώπινο παράδεισο» του μέλλοντός μας θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο.
Παραδόξως, η νέα βιοπολιτική στρατηγική της καλλιέργειας του γενικευμένου φόβου και του αόριστου πανικού, που βασίζεται επιλεκτικά σε ορισμένες πολύ πρόσφατες επιστημονικές κατακτήσεις, κατάφερε πολύ σύντομα να επιβληθεί πλανητικά ως αντιστάθμισμα στις δήθεν εγγενείς αδυναμίες της σύγχρονης δημοκρατίας και κυρίως ως ένα αποτελεσματικό μέσο για την αντιμετώπιση των εχθρών της: το κλίμα παγκόσμιας ανασφάλειας και ρευστότητας ευνοεί, συνήθως, τις πιο συντηρητικές πολιτικές επιλογές των πολιτών, οι οποίοι τρομοκρατημένοι στρέφονται σε αντιδραστικούς πολιτικούς ηγέτες που δημαγωγικά τους υπόσχονται ασφάλεια και σταθερότητα, με αντίτιμο βέβαια τη «θυσία» κάποιων συστηματικά απαξιωμένων κοινωνικών, εργασιακών δικαιωμάτων και δημοκρατικών ελευθεριών.
Η καλλιέργεια και η διαχείριση κάποιων αδιαφανών και δήθεν μοιραίων απειλών της Ανθρωπόκαινου Εποχής, σε συνδυασμό με την ευκολία που οι τρομοκρατημένοι πολίτες αντιδρούν στα αβάσταχτα συναισθήματα του φόβου και της διαρκούς ανασφάλειας παραχωρώντας πρόθυμα και «οικειοθελώς» τις ελευθερίες και τα δικαιώματά τους, μας αποκαλύπτουν πολλά για τις αδιαφανείς πτυχές της πολιτικής χειραγώγησης των ανθρώπινων φοβικών αντιδράσεων.
Για παράδειγμα, μόνο έτσι εξηγείται το όλο και συχνότερα διαπιστωμένο γεγονός ότι στις πολιτικές εκλογές οι απρόσωπες πλανητικές απειλές, όπως π.χ. η πλανητική οικολογική καταστροφή εξ αιτίας της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, δεν κινητοποιούν εξίσου τους ψηφοφόρους με τα συντηρητικά κόμματα που υπόσχονται την οριστική εξάλειψη του μεταναστευτικού προβλήματος.
Πηγή: efsyn.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Η «Ανθρωπόκαινος γεωλογική εποχή» είναι ένας επιστημονικά ουδέτερος και φαινομενικά αθώος τρόπος για να περιγραφεί η ορατή πλέον απειλή για μια πλανητική βιολογική-οικολογική καταστροφή, για την οποία θα ευθύνεται αποκλειστικά το ανθρώπινο είδος.
Οπως είδαμε στα τελευταία μας άρθρα, υπάρχουν ήδη αρκετά σαφείς ενδείξεις -αν όχι αποδείξεις- ότι βαδίζουμε ολοταχώς προς την «έκτη μαζική εξαφάνιση» του γήινου βιόκοσμου: μία πλανητικής κλίμακας καταστροφή που τα αίτιά της, αυτή τη φορά, θα είναι ανθρωπογενή.
Αν, μέχρι πρόσφατα, η κάθε άλλο παρά αυταπόδεικτη «αρχή» της απόλυτης κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη Φύση αλλά και τους άλλους ανθρώπους νομιμοποιούσε τις καταστροφικές (οικολογικά) και τις ολέθριες (κοινωνικά) συνέπειες της νεωτερικής βιοπολιτικής, σήμερα δεν μπορεί να το κάνει πια.
Αραγε, τι θα απομείνει από το ανθρώπινο είδος, όπως τουλάχιστον το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, μετά τη λαίλαπα της έκτης μαζικής εξαφάνισης της ζωής;
Και πόσο φερέγγυα είναι η κυρίαρχη προπαγάνδα και τα ανθρωπόκαινα όνειρα για μια αμιγώς τεχνολογική «αυτο-υπέρβαση» της σημερινής πλανητικής κρίσης;
Στο φανταστικό, για την ώρα, Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό των μέσων του 21ου αιώνα, στο λήμμα Ανθρωπόκαινος Εποχή (Anthropocene Epoch) διαβάζουμε:
«Επιστημονικός όρος που εισηγήθηκε στα τέλη του εικοστού αιώνα ο βραβευμένος με Νόμπελ Χημείας Ολλανδός Paul Crutzen, για να περιγράψει τη νέα γεωλογική εποχή στην οποία έχει εισέλθει ανεπιστρεπτί ο πλανήτης μας. Στην Ανθρωπόκαινο Εποχή το γήινο περιβάλλον, δηλαδή το σύνολο των φυσικών, χημικών και βιολογικών χαρακτηριστικών του πλανήτη, εξαρτάται και σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνεται, τόσο τοπικά όσο και συνολικά, από τη μαζική παρουσία και τις δραστηριότητες του ανθρώπινου είδους. Μολονότι, τις δύο πρώτες δεκαετίες του εικοστού πρώτου αιώνα η “Ανθρωπόκαινος Εποχή” δεν είχε αναγνωριστεί επίσημα από τη Διεθνή Επιτροπή Στρωματογραφίας (International commission of stratigraphy ή ICS), οι ειδικοί της Ομάδας Εργασίας για την Ανθρωπόκαινο, που είχε συσταθεί από την ίδια την ICS, εισηγούνταν επίμονα -από τις αρχές του αιώνα- την αναγνώριση της νέας γεωλογικής εποχής. Τα αίτια της πολύ καθυστερημένης αναγνώρισής της ήταν επιστημονικά και πολιτικά».
Ανθρωπόκαινοι... δυσκολίες
Στα προηγούμενα άρθρα μας παρουσιάσαμε συνοπτικά τα επιστημονικά δεδομένα που δικαιολογούν την ακρίβεια του παραπάνω εγκυκλοπαιδικού λήμματος.
Σήμερα θα σταθούμε περισσότερο στην τελευταία, μάλλον αινιγματική πρόταση που αυτό το λήμμα περιέχει σχετικά με τα «επιστημονικά και τα πολιτικά» αίτια που εμποδίζουν την καθολική αποδοχή της Ανθρωπόκαινου Εποχής από τους περισσότερους ανθρώπους και τις κυβερνήσεις τους.
Επιστημονικά γιατί, μέχρι σήμερα, οι ειδικοί επιστήμονες δεν έχουν καταφέρει να συμφωνήσουν μεταξύ τους σχετικά με την ακριβή ημερομηνία έναρξης ή, έστω, για το ποια πρέπει να είναι τα κριτήρια αναγνώρισης της νέας γεωλογικής εποχής: Κάποιοι τοποθετούν την έναρξή της πριν από 11 χιλιάδες χρόνια, όταν δηλαδή το είδος μας επινόησε τη γεωργία και τη μόνιμη εγκατάσταση των ανθρώπων σε μεγάλες κοινότητες.
Κάποιοι άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ξεκίνησε μετά τον 18ο αιώνα με τη Βιομηχανική Επανάσταση, ενώ άλλοι είναι πεπεισμένοι πως ξεκίνησε μόλις στα μέσα του εικοστού αιώνα.
Ανεξάρτητα όμως από την ημερομηνία έναρξης, η πλειονότητα των ειδικών ερευνητών συμφωνεί ότι βρισκόμαστε σε μια νέα γεωλογική εποχή: σχεδόν κανείς δεν αμφισβητεί πλέον ότι η επίδραση των ανθρώπων πάνω στη Γη τους δύο τελευταίους αιώνες είναι συγκρίσιμη π.χ. με την έντονη ηφαιστειογενή δραστηριότητα, την τεκτονική των πλακών ή με έναν αρκετά μεγάλο μετεωρίτη που πέφτει στον πλανήτη.
Φυσικές καταστροφές που αναδιαμόρφωσαν, κατ’ επανάληψη, το πλανητικό σκηνικό και επηρέασαν αποφασιστικά την πορεία της ζωής, προκαλώντας τις πέντε γνωστές μαζικές εξαφανίσεις. Ενώ, όμως, οι πέντε προηγούμενες μαζικές εξαφανίσεις έλαβαν χώρα πολύ πριν εμφανιστεί το ανθρώπινο είδος, η τελευταία έκτη μαζική εξαφάνιση -που αναμφίβολα οφείλεται σε ανθρωπογενή αίτια- εκδηλώνεται πια με τόσο ταχύτατους ρυθμούς ώστε να προκαλεί μεγάλη ανησυχία στους ειδικούς.
Συνοψίζοντας κανείς τις αμέτρητες σχετικές έρευνες μπορεί να καταλήξει σε τουλάχιστον τρία βασικά συμπεράσματα σχετικά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τρέχουσας έκτης μαζικής εξαφάνισης:
1) Είναι πολύ γρήγορη: τα τελευταία διακόσια χρόνια υπολογίζεται ότι έχουν εξαφανιστεί οριστικά πάνω από 100 είδη θηλαστικών, δηλαδή κατά μέσο όρο 2 είδη τον χρόνο. Ενώ παλαιότερα η εξαφάνιση ενός μόνο είδους συνέβαινε συνήθως κάθε 50 χρόνια!
2) Οι μαζικές εξαφανίσεις πολλών ζωικών και φυτικών ειδών λόγω της κλιματικής αλλαγής και της ανθρωπογενούς υποβάθμισης του γήινου περιβάλλοντος είναι μη αντιστρεπτές: κανένα εξαφανισμένο είδος δεν επιστέφει ποτέ στη ζωή. Η απώλειά του, όμως, εκτός του ότι ανατρέπει τις οικολογικές ισορροπίες, φτωχαίνει τη βιοποικιλότητα και έχει αρνητικές συνέπειες για τους οργανισμούς που επιβιώνουν.
3) Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους, η κοινή γνώμη τείνει να αδιαφορεί ή να υποτιμά τη σημασία της μαζικής εξαφάνισης πολλών ειδών, είτε επειδή είναι ανεπαρκώς ενημερωμένη για τις μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες για την ίδια, είτε επειδή πρόκειται για άγνωστες (στους περισσότερους ανθρώπους) μορφές ζωής που ζούσαν κάπου αλλού, σε απομακρυσμένες γεωγραφικά περιοχές σε άλλες ηπείρους.
Ακόμη και οι πιο «ενημερωμένοι» άνθρωποι καθησυχάζουν τον εαυτό τους γι’ αυτά τα φαινόμενα υποστηρίζοντας ότι οι μαζικές εξαφανίσεις αποτελούν μια ευκαιρία για την εξέλιξη νέων, άγνωστων και πιθανά πιο πολύπλοκων μορφών ζωής.
Παραβλέποντας, ωστόσο, δύο «μικρές» λεπτομέρειες: τους πολύ υψηλούς και ενδεχομένως ανεξέλεγκτους ρυθμούς εξάπλωσης των μαζικών εξαφανίσεων, καθώς και το γεγονός ότι αυτές, όλο και πιο συχνά, αποδεικνύονται ανθρωπογενείς και όχι φυσικές.
Ποιος ή τι, όμως, μπορεί να εγγυηθεί σε αυτά τα αισιόδοξα και, κατά τα άλλα, νοήμονα άτομα ότι το ανθρώπινο είδος δεν θα είναι το επόμενο θύμα των μαζικών εξαφανίσεων που το ίδιο προκαλεί;
Μάταια θα αναζητούσε κανείς στην ιστορία της εξέλιξης μια εύλογη και κυρίως καθησυχαστική απάντηση σε αυτό το πολύ ενοχλητικό ερώτημα.
Αντίθετα, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα γνωρίζουμε για το θλιβερό τέλος των πανίσχυρων άλλοτε μορφών ζωής, μάλλον ιδιαίτερα ανήσυχοι θα έπρεπε να είναι για τη διαιώνιση της κυριαρχίας του είδους μας.
Ανθρωπογενής ή καπιταλιστικογενής;
Τώρα, όσον αφορά τα πολιτικά-ψυχολογικά αίτια της καθυστερημένης αναγνώρισης των καταστροφικών συνεπειών της Ανθρωπόκαινου Εποχής, αυτά θα πρέπει να αναζητηθούν, αφενός, στη μεγάλη δυσκολία της ανθρωπότητας να αποδεχτεί ότι ευθύνεται η ίδια για την έκτη μαζική εξαφάνιση αμέτρητων μορφών ζωής και, αφετέρου, στην επίμονη άρνησή της να αναλάβει -ως νοήμον και κυρίαρχο είδος- τις πολύ οδυνηρές αλλά αναγκαίες αυτοπεριοριστικές ενέργειες για την επιβίωση της ζωής όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Δυστυχώς, σε αυτές τις δύο «φυσικές» και «προβλεπόμενες» αντιδράσεις του ανθρώπινου είδους έρχονται να προστεθούν και τα πολιτικο-οικονομικά συμφέροντα του κυρίαρχου -από τη νεωτερική εποχή μέχρι σήμερα- τρόπου ζωής των δυτικών κοινωνιών.
Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι, αν και είναι ορατές οι συνέπειες της ανθρωπογενούς οικολογικής καταστροφής, καμία ανεπτυγμένη ανθρώπινη κοινωνία δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει τις πάγιες οικονομικές αρχές και τους καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής που ευθύνονται ολοφάνερα για την καταστροφή του περιβάλλοντος και την υποβάθμιση της βιοποικιλότητας;
Αν και επιστημονικά ακριβής, η έννοια της κλιματικής και της οικολογικής «ανθρωπογενούς καταστροφής» κατέληξε να λειτουργεί στους περισσότερους ανθρώπους μόνο ενοχικά και εκφοβιστικά, με αποτέλεσμα να συσκοτίζει τα πραγματικά ιστορικά και πολιτικο-οικονομικά αίτια. Διότι βέβαια δεν είναι οι αφηρημένες, μη ιστορικές και μη συνειδητές ανθρώπινες δραστηριότητες που δημιουργούν την πλανητική κρίση, αλλά οι συγκεκριμένες πρακτικές κυριαρχίας που εδώ και αιώνες ασκούνται από όσους ασκούν την εξουσία τους τόσο πάνω στη Φύση όσο και στη μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων. Υπό αυτή την έννοια, η τρέχουσα πλανητική καταστροφή είναι καπιταλιστικογενής και όχι γενικά και αόριστα... ανθρωπογενής.
Η ευρύτατη αποδοχή στις μέρες μας των «ανθρωπόκαινων» επιστημονικών εξηγήσεων είναι βέβαια απολύτως δικαιολογημένη, αφού στηρίζονται σε έναν ατελείωτο αριθμό ερευνών.
Ταυτόχρονα, όμως, η ευρύτατη αποδοχή μπορεί κάλλιστα να αποδειχτεί και σκοταδιστική όταν αποκρύπτει ή όταν μυστικοποιεί τα πολύ συγκεκριμένα ιστορικά, οικονομικά και ανθρωπολογικά αίτια που έφεραν την ανθρωπότητα και ευρύτερα τη ζωή στον πλανήτη στο χείλος της εξαφάνισης!
Πράγματι, ενώ η έννοια της «Ανθρωπόκαινου Εποχής» είναι μια μεγάλη ιδέα και ένα ισχυρότατο επιστημονικό εργαλείο κατανόησης και εξήγησης», το να αναζητάμε δηλαδή αποκλειστικά βιογεωλογικές εξηγήσεις για όλα σχεδόν τα προβλήματά μας, μπορεί να αποδειχτεί το πιο πρόσφατο βιοπολιτικό ιδεολόγημα για να αποδεχτούμε τον δήθεν μοιραίο χαρακτήρα των μελλοντικών απανθρωποποιητικών επιλογών που σχεδιάζονται επιμελώς από την κυρίαρχη Βιοεξουσία.
Ωστόσο, για τη σημερινή «Ανθρωπόκαινο προπαγάνδα» για τον «Μετα-ανθρώπινο παράδεισο» του μέλλοντός μας θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο.
Η βιοπολιτική διαχείριση των Ανθρωπόκαινων φόβων
Η καλλιέργεια της ρευστότητας, της αβεβαιότητας και της διαρκούς ανασφάλειας ως εργαλείου κοινωνικής διαχείρισης έχει αναλυθεί επαρκώς από σημαντικούς πολιτικούς στοχαστές -Μισέλ Φουκό, Ζίγκμουντ Μπάουμαν, Τζόρτζιο Αγκάμπεν κ.ά.- οι οποίοι με το πρωτοποριακό έργο τους έχουν εξηγήσει αναλυτικά το πώς οι τυπικές μετανεωτερικές πολιτικές της συρρίκνωσης του κράτους δικαίου, της διαρκούς οικονομικής ανασφάλειας και της συστηματικής αποδόμησης των δημοκρατικών θεσμών αποτελούν τις «παράπλευρες απώλειες» της μαζικής αποδοχής του κυρίαρχου «πνεύματος των καιρών», του λεγόμενου γερμανιστί «zeitgeist», το οποίο στις μέρες μας εκφράζεται και δικαιολογείται «επιστημονικά» από την «Ανθρωπόκαινο μόδα».Παραδόξως, η νέα βιοπολιτική στρατηγική της καλλιέργειας του γενικευμένου φόβου και του αόριστου πανικού, που βασίζεται επιλεκτικά σε ορισμένες πολύ πρόσφατες επιστημονικές κατακτήσεις, κατάφερε πολύ σύντομα να επιβληθεί πλανητικά ως αντιστάθμισμα στις δήθεν εγγενείς αδυναμίες της σύγχρονης δημοκρατίας και κυρίως ως ένα αποτελεσματικό μέσο για την αντιμετώπιση των εχθρών της: το κλίμα παγκόσμιας ανασφάλειας και ρευστότητας ευνοεί, συνήθως, τις πιο συντηρητικές πολιτικές επιλογές των πολιτών, οι οποίοι τρομοκρατημένοι στρέφονται σε αντιδραστικούς πολιτικούς ηγέτες που δημαγωγικά τους υπόσχονται ασφάλεια και σταθερότητα, με αντίτιμο βέβαια τη «θυσία» κάποιων συστηματικά απαξιωμένων κοινωνικών, εργασιακών δικαιωμάτων και δημοκρατικών ελευθεριών.
Η καλλιέργεια και η διαχείριση κάποιων αδιαφανών και δήθεν μοιραίων απειλών της Ανθρωπόκαινου Εποχής, σε συνδυασμό με την ευκολία που οι τρομοκρατημένοι πολίτες αντιδρούν στα αβάσταχτα συναισθήματα του φόβου και της διαρκούς ανασφάλειας παραχωρώντας πρόθυμα και «οικειοθελώς» τις ελευθερίες και τα δικαιώματά τους, μας αποκαλύπτουν πολλά για τις αδιαφανείς πτυχές της πολιτικής χειραγώγησης των ανθρώπινων φοβικών αντιδράσεων.
Για παράδειγμα, μόνο έτσι εξηγείται το όλο και συχνότερα διαπιστωμένο γεγονός ότι στις πολιτικές εκλογές οι απρόσωπες πλανητικές απειλές, όπως π.χ. η πλανητική οικολογική καταστροφή εξ αιτίας της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, δεν κινητοποιούν εξίσου τους ψηφοφόρους με τα συντηρητικά κόμματα που υπόσχονται την οριστική εξάλειψη του μεταναστευτικού προβλήματος.
Πηγή: efsyn.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου