Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

Του Θωμά σα ταφία

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης


Μια βδομάδα μετά την Ανάσταση είχαμε έθιμο να ανασταίνουμε κι εμείς τους νεκρούς μας. Μαζευόμασταν στα νεκροταφεία και στρώναμε στο τραπεζομάντιλο πισία, κιντέας και σουρβάδες. Καθόμασταν γύρω γύρω και το ρίχναμε στο φαγοπότι, στην κουβέντα και στα αστεία.

Όταν μάλιστα φτάναμε στο τσακίρ κέφι αρχίζαμε το τικ ή το ομάλ γύρω από τον τάφο, μερικές φορές μέχρι και το κότσαρι, κι εκεί μες στην έξαψη του χορού φανταζόμασταν έναν παππού, μια γιαγιά, έναν ξάδελφο, έναν θείο να τινάζει το μάρμαρο και να στηρίζεται στους ώμους μας για να σύρει τον χορό. Απομεσήμερο σηκωνόμασταν, ξανακλείναμε κάτω απ’ το μάρμαρο τους άτακτους νεκρούς μας και φεύγαμε με την υπόσχεση ότι θα το ξανακάνουμε του χρόνου.

Τελευταία φορά που θυμάμαι ότι το κάναμε ήταν γύρω στα 1985. Στο μεταξύ πλήθυναν οι νεκροί, πού και πού ανάβω κάνα κερί στη μνήμη τους και συνέχεια λέω ότι θα πάω έστω και μονάχος μου την Κυριακή του Θωμά για να στρώσω μερικές ελίτσες, καμιά ντοματούλα και λίγη φετούλα μαζί με τσίπουρο και αν έρθω στο κέφι θα πιάσω τα δικά μου, εννοώ τίποτα ζεϊμπέκικα και παλιές ροκιές, γύρω από τον τάφο, αλλά στο τέλος δεν κάνω τίποτα από το να μένω με κάτι κειμενάκια όπως αυτό εδώ.

Δεν χάνουν βέβαια κι αυτοί την ευκαιρία να εμφανίζονται στον ύπνο μου με τα μαυρισμένα από την πείνα μάτια τους και να με κοιτάνε σιωπηλοί, οπότε τινάζομαι από το κρεβάτι και τρέχω να ξανανοίξω τον υπολογιστή με αυτή την αίσθηση του μάταιου. Ναι, του μάταιου. Εδώ και τρεις δεκαετίες λιμοκτονούν οι δικοί μου οι νεκροί κάτω από το κρύο μάρμαρο, πού να χορτάσουν με τις κούφιες μου τις λέξεις.

Πηγή: artinews.gr



Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου