Κωνσταντίνα Σταθακοπούλου
Κάποια πράγματα είναι στο dna του Έλληνα βαθιά χαραγμένα, κι ας μην ξέρει, κι ας μην μπορεί να τα εξηγήσει.
Δεν μπορείς να του πεις λόγου χάρη, πως δεν υπάρχει Θεός. Όσο θυμωμένος και να είναι από την συμπεριφορά εκπροσώπων Του, όσο κι αν τον αμφισβητεί, εκείνος θα βρει τον τρόπο να μιλήσει μαζί Του, να συμφιλιωθεί, να τα βρούνε.
Δεν μπορείς να του αφαιρέσεις κομμάτια της ιστορίας του, όσο ‘’κακόηχα’’ κι αν του τα μάθανε. Τα θέλει να τα ζει με τον δικό του τρόπο. Πολλές φορές να τα επαναλαμβάνει. Να παίρνει ώθηση. Να τολμά, ακόμη και τα ίδια λάθη να κάνει. Δεν μπορείς να του αφαιρέσεις τις παραδόσεις του, ως παρωχημένες ή ανούσιες.
Δεν μπορείς να του πλασάρεις με χρώμα της επιλογής σου τον ουρανό, που τον έμαθε γαλάζιο. Κι η θάλασσα θα είναι πάντα γαλάζια για εκείνον, σαν την ελπίδα. Μόνο τα σύννεφα του, παίρνουν ένα ακαθόριστο χρώμα. Κάτι μεταξύ άσπρου και γκρίζου. Μα κι αυτά μην του τα πειράξεις. Έτσι τα θέλει, ανάλογα με τις διακυμάνσεις της ψυχής του να περπατάνε.
Ο Έλληνας ναι, είναι αναχρονιστικός σε πολλά. Είναι παλιομοδίτης. ‘’Μουλαρώνει’’, θυμώνει αν πας να τον ‘’ντύσεις’’ με ομοιόμορφη, σύγχρονη στολή της επιλογής σου. Αντιδρά! Δεν θέλει κύριε! Θέλει να πάει στο καφενείο με την τραγιάσκα του την λιγδιασμένη και στο χωράφι με το καθαρό, άσπρο μαντήλι, δεμένο στο κεφάλι. Στην εκκλησία θέλει να βάλει το γιορτινό κουστούμι. Στο γάμο να πιει, να μεθύσει και να σκίσει το πουκάμισο. Στο χαμό να κυλιστεί στη γη, να θρηνήσει, να αφήσει γένια.
Ο Έλληνας κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά τα κεκτημένα του. Τα σύνορα της χώρας του, το σπίτι του, το χωράφι, το αυτοκίνητο, την οικογένεια, τον τάφο των γονιών του.
Πιάνεται στα χέρια με τον γείτονα για ψύλλου αφορμή, σκοτώνεται, αλλά στην ανάγκη του, ΕΚΕΙ θα είναι. Να βάλει πλάτη, να συνδράμει να τα ξεχάσει όλα στη στιγμή.
Ό,τι και να κάνεις, ό,τι και να επιβάλλεις, δεν μπορείς να μετατρέψεις τον Έλληνα σε Φιλανδό.
Δεν μπορείς να τον κάνεις να πετάξει κουφέτα σε γάμο ομοφύλων. Δεν μπορεί. Μην του ζητάς να κάψει την σωρό του πατέρα του. Αρνείται να το δεχτεί. Θανατώνεται κάθε που βλέπει τη σημαία του να ποδοπατείται, να βεβηλώνεται. Το πανεπιστήμιο, που μπορεί να μην διάβηκε ποτέ την πόρτα του, αλλά σκίστηκε να μπουν τα παιδια του, να μετατρέπεται σε άντρο κακοποιών, δεν το δέχεται! Δεν μπορεί να δεχτεί ως φυσικό, κάθε τι, παρά τη φύση που γνώρισε.
Δεν μπορεί.
Αφήστε λοιπόν να ζήσει ως παλαιός Έλληνας, κάποιος που το επιθυμεί.
Δεν μπορεί αλλιώς, κύριοι. Δεν μπορεί να σας ακολουθήσει στον ''πολιτισμό'' σας. Ανεπίδεκτος εκσυγχρονισμού αφού!
(Και το αβγό το θέλει με υ, να χώνεται στην κοιλότητα του και να το απολαμβάνει στο καθισιό. Και το παλικάρι με δυο λλ να τονίζει την λεβεντιά. Και το τρένο με αι, να μεγαλώνει τα ταξίδια του νου. Και τη βρόμα με ω. Τι την περιόρισαν στο στενόχωρο όμικρον; Να μην φανεί παραέξω;)
Κωνσταντίνα Σταθακοπούλου: Σχετικά με τον συντάκτη
Κάποια πράγματα είναι στο dna του Έλληνα βαθιά χαραγμένα, κι ας μην ξέρει, κι ας μην μπορεί να τα εξηγήσει.
Δεν μπορείς να του πεις λόγου χάρη, πως δεν υπάρχει Θεός. Όσο θυμωμένος και να είναι από την συμπεριφορά εκπροσώπων Του, όσο κι αν τον αμφισβητεί, εκείνος θα βρει τον τρόπο να μιλήσει μαζί Του, να συμφιλιωθεί, να τα βρούνε.
Δεν μπορείς να του αφαιρέσεις κομμάτια της ιστορίας του, όσο ‘’κακόηχα’’ κι αν του τα μάθανε. Τα θέλει να τα ζει με τον δικό του τρόπο. Πολλές φορές να τα επαναλαμβάνει. Να παίρνει ώθηση. Να τολμά, ακόμη και τα ίδια λάθη να κάνει. Δεν μπορείς να του αφαιρέσεις τις παραδόσεις του, ως παρωχημένες ή ανούσιες.
Δεν μπορείς να του πλασάρεις με χρώμα της επιλογής σου τον ουρανό, που τον έμαθε γαλάζιο. Κι η θάλασσα θα είναι πάντα γαλάζια για εκείνον, σαν την ελπίδα. Μόνο τα σύννεφα του, παίρνουν ένα ακαθόριστο χρώμα. Κάτι μεταξύ άσπρου και γκρίζου. Μα κι αυτά μην του τα πειράξεις. Έτσι τα θέλει, ανάλογα με τις διακυμάνσεις της ψυχής του να περπατάνε.
Ο Έλληνας ναι, είναι αναχρονιστικός σε πολλά. Είναι παλιομοδίτης. ‘’Μουλαρώνει’’, θυμώνει αν πας να τον ‘’ντύσεις’’ με ομοιόμορφη, σύγχρονη στολή της επιλογής σου. Αντιδρά! Δεν θέλει κύριε! Θέλει να πάει στο καφενείο με την τραγιάσκα του την λιγδιασμένη και στο χωράφι με το καθαρό, άσπρο μαντήλι, δεμένο στο κεφάλι. Στην εκκλησία θέλει να βάλει το γιορτινό κουστούμι. Στο γάμο να πιει, να μεθύσει και να σκίσει το πουκάμισο. Στο χαμό να κυλιστεί στη γη, να θρηνήσει, να αφήσει γένια.
Ο Έλληνας κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά τα κεκτημένα του. Τα σύνορα της χώρας του, το σπίτι του, το χωράφι, το αυτοκίνητο, την οικογένεια, τον τάφο των γονιών του.
Πιάνεται στα χέρια με τον γείτονα για ψύλλου αφορμή, σκοτώνεται, αλλά στην ανάγκη του, ΕΚΕΙ θα είναι. Να βάλει πλάτη, να συνδράμει να τα ξεχάσει όλα στη στιγμή.
Ό,τι και να κάνεις, ό,τι και να επιβάλλεις, δεν μπορείς να μετατρέψεις τον Έλληνα σε Φιλανδό.
Δεν μπορείς να τον κάνεις να πετάξει κουφέτα σε γάμο ομοφύλων. Δεν μπορεί. Μην του ζητάς να κάψει την σωρό του πατέρα του. Αρνείται να το δεχτεί. Θανατώνεται κάθε που βλέπει τη σημαία του να ποδοπατείται, να βεβηλώνεται. Το πανεπιστήμιο, που μπορεί να μην διάβηκε ποτέ την πόρτα του, αλλά σκίστηκε να μπουν τα παιδια του, να μετατρέπεται σε άντρο κακοποιών, δεν το δέχεται! Δεν μπορεί να δεχτεί ως φυσικό, κάθε τι, παρά τη φύση που γνώρισε.
Δεν μπορεί.
Αφήστε λοιπόν να ζήσει ως παλαιός Έλληνας, κάποιος που το επιθυμεί.
Δεν μπορεί αλλιώς, κύριοι. Δεν μπορεί να σας ακολουθήσει στον ''πολιτισμό'' σας. Ανεπίδεκτος εκσυγχρονισμού αφού!
(Και το αβγό το θέλει με υ, να χώνεται στην κοιλότητα του και να το απολαμβάνει στο καθισιό. Και το παλικάρι με δυο λλ να τονίζει την λεβεντιά. Και το τρένο με αι, να μεγαλώνει τα ταξίδια του νου. Και τη βρόμα με ω. Τι την περιόρισαν στο στενόχωρο όμικρον; Να μην φανεί παραέξω;)
Κωνσταντίνα Σταθακοπούλου: Σχετικά με τον συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου