Αμαλία Κάτζου
Σε θολά νερά έχουν εισέλθει οι παγκόσμιες αγορές, με τους επενδυτές να αποεπενδύονται από τις μετοχές και να στρέφονται σε πιο ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, όπως ο χρυσός και τα κρατικά ομόλογα. Μάλιστα, την προηγούμενη εβδομάδα η αντιστροφή της καμπύλης στα αμερικανικά ομόλογα και η συρρίκνωση της γερμανικής οικονομίας ενέτειναν τις ανησυχίες για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Το φάντασμα της ύφεσης έχει επιστρέψει δριμύτερο και αρκετές μεγάλες οικονομίες που «φλερτάρουν» επικίνδυνα με τη στασιμότητα.
Η ισχυρότερη οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο, η αμερικανική, βρίσκεται το επίκεντρο των εκτιμήσεων από τους οικονομολόγους, οι οποίοι προβλέπουν ότι η ανάπτυξή της θα είναι χαμηλότερη τα επόμενα τρίμηνα. Η Wall Street πρωταγωνίστησε στο ξεπούλημα των μετοχών, με τους επενδυτές να μην ενστερνίζονται την άποψη του ΔΝΤ για ανάπτυξη 2,6% φέτος. Σύμφωνα με τους αναλυτές, τα υψηλά επιτόκια που επιβάλλει η Fed, ο εξασθενημένος αντίκτυπος των φορολογικών περικοπών και ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα είναι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την οικονομία και πιθανότατα να οδηγήσουν σε ύφεση.
Για τη Μεγάλη Βρετανία οι ανησυχίες έχουν να κάνουν με το Brexit. Η οικονομία υποχώρησε κατά 0,2% το δεύτερο τρίμηνο. Είναι το πρώτο τρίμηνο από το τέλος του 2012 που η βρετανική οικονομία τρέχει με αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης, προκαλώντας προειδοποιήσεις περί ύφεσης από ορισμένους οικονομολόγους. Αρκετοί σχολιαστές επισημαίνουν ως παράγοντα που επηρεάζει την οικονομική επίδοση το επερχόμενο Brexit και την αβεβαιότητα που το συνοδεύει. Η αύξηση της απασχόλησης και η άνοδος των πραγματικών μισθών μπορεί να στηρίξουν την ανάπτυξη στο τρίτο τρίμηνο, αλλά ενδεχόμενη μη πραγματοποίηση του Brexit στις 31 Οκτωβρίου θα μπορούσε να έχει αξιοσημείωτο αντίκτυπο στο Ηνωμένο Βασίλειο, την ΕΕ και τον υπόλοιπο κόσμο.
Τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 κατέγραψε η κινεζική οικονομία το δεύτερο τρίμηνο του έτους, με το ΑΕΠ να μειώνεται κατά 0,2% (6,2% από 6,4%) κυρίως λόγω της σημαντικής υποχώρησης των εξαγωγών. Την ίδια στιγμή, η βιομηχανική παραγωγή της χώρας έπεσε τον προηγούμενο μήνα στο χειρότερο επίπεδο των τελευταίων 17 ετών. Κι ενώ εμπορικές επιδόσεις της χώρας παρουσιάστηκαν ισχυρότερες απ′ ό,τι αναμενόταν, τα στοιχεία της βιομηχανικής παραγωγής δείχνουν ότι ο συνολικός ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας συνεχίζει να υποχωρεί υπό το βάρος του εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ αλλά και των προβλημάτων χρέους. Σημειώνεται ότι το συνολικό χρέος της Κίνας διαμορφώνεται στο 303% έναντι 297%, που ήταν το ίδιο τρίμηνο του περασμένου έτους. Το παραπάνω ποσό συμπεριλαμβάνει το χρέος του Δημοσίου, των επιχειρήσεων καθώς και των νοικοκυριών και είναι ήδη μεγαλύτερο από 40 τρισ. δολάρια. Κάτι που σημαίνει ότι έχει αυξηθεί κατά περίπου 2,5 τρισ. μέσα σε διάστημα ενός έτους – κυρίως εξαιτίας του αυξημένου δανεισμού από την πλευρά των τοπικών κυβερνήσεων και των τραπεζών.
Μπορεί η οικονομία της Βραζιλίας να δείχνει ισχυρή, ωστόσο το χρηματιστήριο της χώρας και το νόμισμά της δέχονται σοβαρές πιέσεις. Η μεγαλύτερη οικονομία της Λατινικής Αμερικής φαίνεται να δέχεται πλήγμα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν άλλες χώρες: η γειτονική της Αργεντινή βρίσκεται σε οικονομική κρίση και η επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα οδηγεί σε μείωση ζήτησης για τις πρώτες ύλες της Βραζιλίας. Επίσης, υπάρχουν ανησυχίες μήπως η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μειώσει τις εξαγωγές της Βραζιλίας προς τις ΗΠΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία της χώρας.
Η οικονομία της Σιγκαπούρης εισήλθε σε ύφεση το τρίτο τρίμηνο του 2019, δεχόμενη τις επιπτώσεις από τον συνεχιζόμενο εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ – Κίνας. Το κράτος των 5,5 εκατομμυρίων ανθρώπων είναι ένα οικονομικό κέντρο που φιλοξενεί εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε ξένες αποταμιεύσεις και ο ρόλος του θεωρείται κομβικός στην περιοχή. Η μείωση στις πωλήσεις των μεταποιημένων προϊόντων προς την Κίνα επέφεραν σημαντικό πλήγμα στην οικονομία της Σιγκαπούρης, ενώ οι χαμηλότερες ροές Κινέζων τουριστών επηρέασε επίσης το χονδρικό και λιανικό εμπόριο. Σημειώνεται ότι στο δεύτερο τρίμηνο το ΑΕΠ της Σιγκαπούρης παρουσίασε ρυθμό ανάπτυξης 0,1%, ποσοστό πολύ μικρότερο από την αναθεώρηση αύξησης του ΑΕΠ κατά 1,1% στο πρώτο τρίμηνο.
Η πολιτική αβεβαιότητα στην Ιταλία, σε συνδυασμό με τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, έχει προκαλέσει προβληματισμό για τις προοπτικές της τρίτης μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας. Και μπορεί ο Ματέο Σαλβίνι, ηγέτης της Λέγκας του Βορρά, ο οποίος ηγείται των δημοσκοπήσεων, να έχει χαμηλώσει τους τόνους σχετικά με την έξοδο της Ιταλίας από το ευρώ, ωστόσο η επιχειρηματική εμπιστοσύνη παραμένει στο ναδίρ. Παράλληλα, οι ιταλικές τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με σοβαρές προκλήσεις, με κυριότερη αυτή των κόκκινων δανείων, ενώ και οι επιχειρήσεις της χάνουν από τις αντίστοιχες κινεζικές, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε παρατεταμένη οικονομική παρακμή.
Ξαφνικά όλα τα βλέμματα έχουν στραφεί στην Αργεντινή. Νομίσματα, μετοχές και ομόλογα βυθίστηκαν τις προηγούμενες μέρες, ενώ οι επενδυτές αναρωτιούνται αν η χώρα της Λατινικής Αμερικής οδεύει προς άλλη μια οικονομική καταστροφή. Όλα ξεκίνησαν από τη χειρότερη της αναμενόμενης επίδοση του φιλικού προς τις αγορές Προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι στις προκαταρκτικές εκλογές της Κυριακής. Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Αλμπέρτο Φερνάντες -σύμμαχος του οποίου είναι η πρώην Πρόεδρος Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ- κυριάρχησε στις προκαταρκτικές εκλογές με μεγαλύτερη της αναμενόμενης διαφορά, της τάξης του 15,5%. Αυτό το αποτέλεσμα εγείρει αμφιβολίες για τις πιθανότητες επανεκλογής του Μάκρι για δεύτερη θητεία στις εκλογές του Οκτωβρίου. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι ενδεχόμενη νίκη του Φερνάντες στις επικείμενες εκλογές θα έθετε υπό δοκιμασία τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του Μάκρι για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών. Μάλιστα, υπάρχουν φόβοι ότι ο Φερνάντες θα επιδιώξει να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος της χώρας, καθώς και τις συμφωνίες που έχουν γίνει με το ΔΝΤ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αργεντινή βρίσκεται σε φάση ύφεσης με πληθωρισμό άνω του 55% έπειτα από περισσότερα από τρία έτη πολιτικών του Μάκρι. Η χώρα έχει μια μακρά ιστορία χρεοκοπιών και μόλις το 2016 υπό τον Πρόεδρο Μάκρι άρχισε να αφήνει πίσω της τις μνήμες από την τελευταία χρεοκοπία. Η Αργεντινή βίωσε μια 15ετή κρίση στον απόηχο της χρεοκοπίας του 2001. Την Παρασκευή οι οίκοι αξιολόγησης Fitch και Standard & Poor’s υποβάθμισαν την Αργεντινή επικαλούμενοι την κατ’ αυτούς μεγαλύτερη πιθανότητα κήρυξης στάσης πληρωμών έπειτα από το αποτέλεσμα των πρόσφατων προκριματικών εκλογών.
«Πιθανό σοκ στις αγορές τον Σεπτέμβριο δεν μπορεί να αποκλειστεί», προειδοποιούν οι αναλυτές της Nomura. Τα καλά νέα είναι ότι η «κατανομή Γάμμα» για τον μετριασμό των κινδύνων έχει εξομαλυνθεί από την προηγούμενη εβδομάδα, όπως ήδη είχε προβλέψει η Nomura. Το περιβάλλον των συναλλαγών μπορεί να αποκαταστήσει περισσότερο την ηρεμία στις αγορές. Ωστόσο, τα κακά νέα δυστυχώς έπονται. Ο αναλυτής της Nomura Τσάρλι ΜακΕλιγκοτ σημειώνει ότι ο Σεπτέμβριος ενέχει προκλήσεις και κινδύνους. Οι προσδοκίες τόσο για τη Fed όσο και για την ΕΚΤ παραμένουν υπερβολικά υψηλές και το ρίσκο μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη απογοήτευση, η οποία θα επηρεάσει τις αποδόσεις των ομολόγων και τις ισοτιμίες.
Αναμένεται επιπλέον να παρατηρηθεί συρρίκνωση του buyback στα μέσα Σεπτεμβρίου, καθώς υπολογίζεται ότι περίπου το 75% των εταιρειών του S&P 500 θα δει τα παράθυρα αγοράς τους να κλείνουν μέχρι τις 17/9/2019. Ετσι, όπως έχει συμβεί τόσες φορές στο παρελθόν, το μακροοικονομικό σοκ λειτουργεί καταλυτικά για τις χαμηλότερες μετοχές, οπότε οι κίνδυνοι αυξάνονται και ακολουθούν μια αλληλουχία. Οι αγορές μπορεί να σωθούν από τις υποσχέσεις του Πάουελ, της Λαγκάρντ, του Ντράγκι, αλλά ο ΜακΕλιγκοτ εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες για την επιρροή του πρώτου.
Το αφήγημα ότι «το τέλος του κύκλου επιταχύνεται τώρα από τον εμπορικό πόλεμο» βασίζεται σε μια αυξανόμενη πίστη στην εξάντληση της νομισματικής πολιτικής, η οποία συνεχίζει να λειτουργεί ως καταλύτης για τη συντριπτική πλειοψηφία με «συνεχώς χαμηλότερες αποδόσεις και πιο επίπεδες καμπύλες».
Η ισοπέδωση της καμπύλης των αποδόσεων των ομολόγων έχει επιταχύνει τη ζήτηση από ευαίσθητους hedgers, οι οποίοι γίνονται ουσιαστικά «μηχανικοί αγοραστές». Οι κίνδυνοι εντείνονται από έναν απογοητευτικό Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος προσπαθεί να αποφύγει τις συνεχιζόμενες προσδοκίες της αγοράς για μια πιο επιθετική χαλάρωση από πλευράς Fed.
Σχεδόν απόλυτα απαισιόδοξος για την πορεία της Wall Street έως το τέλος του 2019 εμφανίζεται ο Μάικλ Γουίλσον, κορυφαίος αναλυτής της Morgan Stanley. Ο Γουίλσον θεωρείται ένας από τους πιο απαισιόδοξους αναλυτές της Wall Street, αλλά σε πάρα πολλές περιπτώσεις, αν και βρέθηκε σε απόλυτη κόντρα με άλλους αναλυτές, αποδείχτηκε απόλυτα σωστός. Όπως επισημαίνει, η άνοδος της Wall Street οφείλεται αποκλειστικά στην πολιτική που άσκησε η Fed, καθώς και από τις ιδιαίτερα αισιόδοξες εκτιμήσεις για την πορεία των κερδών ανά μετοχή του S&P 500. Ο Γουίλσον εκτιμά ότι μετά την 31η Ιουλίου η «θετική επίδραση της Fed στην αμερικανική αγορά έχει ολοκληρωθεί. Το ότι υπήρξε sell off μετά την απόφαση της Fed για τη μείωση των επιτοκίων οφείλεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι η αγορά είχε πλήρως προεξοφλήσει τις αποφάσεις της τράπεζας και οι επενδυτές ακολούθησαν το γνωστό ρητό “buy the rumor, sell the news” (“αγόρασε όταν υπάρχουν φήμες και πούλησε όταν επιβεβαιωθούν”)».
Δημοσιεύτηκε στο φύλλο 116 της «Νέας Σελίδας», που κυκλοφόρησε την Κυριακή 25 Αυγούστου 2019.
Πηγή: neaselida.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Σε θολά νερά έχουν εισέλθει οι παγκόσμιες αγορές, με τους επενδυτές να αποεπενδύονται από τις μετοχές και να στρέφονται σε πιο ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, όπως ο χρυσός και τα κρατικά ομόλογα. Μάλιστα, την προηγούμενη εβδομάδα η αντιστροφή της καμπύλης στα αμερικανικά ομόλογα και η συρρίκνωση της γερμανικής οικονομίας ενέτειναν τις ανησυχίες για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Το φάντασμα της ύφεσης έχει επιστρέψει δριμύτερο και αρκετές μεγάλες οικονομίες που «φλερτάρουν» επικίνδυνα με τη στασιμότητα.
ΗΠΑ: Φρενάρει η ανάπτυξη
Η ισχυρότερη οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο, η αμερικανική, βρίσκεται το επίκεντρο των εκτιμήσεων από τους οικονομολόγους, οι οποίοι προβλέπουν ότι η ανάπτυξή της θα είναι χαμηλότερη τα επόμενα τρίμηνα. Η Wall Street πρωταγωνίστησε στο ξεπούλημα των μετοχών, με τους επενδυτές να μην ενστερνίζονται την άποψη του ΔΝΤ για ανάπτυξη 2,6% φέτος. Σύμφωνα με τους αναλυτές, τα υψηλά επιτόκια που επιβάλλει η Fed, ο εξασθενημένος αντίκτυπος των φορολογικών περικοπών και ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα είναι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την οικονομία και πιθανότατα να οδηγήσουν σε ύφεση.
Μεγάλη Βρετανία: Στη δίνη του Brexit
Για τη Μεγάλη Βρετανία οι ανησυχίες έχουν να κάνουν με το Brexit. Η οικονομία υποχώρησε κατά 0,2% το δεύτερο τρίμηνο. Είναι το πρώτο τρίμηνο από το τέλος του 2012 που η βρετανική οικονομία τρέχει με αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης, προκαλώντας προειδοποιήσεις περί ύφεσης από ορισμένους οικονομολόγους. Αρκετοί σχολιαστές επισημαίνουν ως παράγοντα που επηρεάζει την οικονομική επίδοση το επερχόμενο Brexit και την αβεβαιότητα που το συνοδεύει. Η αύξηση της απασχόλησης και η άνοδος των πραγματικών μισθών μπορεί να στηρίξουν την ανάπτυξη στο τρίτο τρίμηνο, αλλά ενδεχόμενη μη πραγματοποίηση του Brexit στις 31 Οκτωβρίου θα μπορούσε να έχει αξιοσημείωτο αντίκτυπο στο Ηνωμένο Βασίλειο, την ΕΕ και τον υπόλοιπο κόσμο.
Κίνα: Υποχώρηση των εξαγωγών
Τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 κατέγραψε η κινεζική οικονομία το δεύτερο τρίμηνο του έτους, με το ΑΕΠ να μειώνεται κατά 0,2% (6,2% από 6,4%) κυρίως λόγω της σημαντικής υποχώρησης των εξαγωγών. Την ίδια στιγμή, η βιομηχανική παραγωγή της χώρας έπεσε τον προηγούμενο μήνα στο χειρότερο επίπεδο των τελευταίων 17 ετών. Κι ενώ εμπορικές επιδόσεις της χώρας παρουσιάστηκαν ισχυρότερες απ′ ό,τι αναμενόταν, τα στοιχεία της βιομηχανικής παραγωγής δείχνουν ότι ο συνολικός ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας συνεχίζει να υποχωρεί υπό το βάρος του εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ αλλά και των προβλημάτων χρέους. Σημειώνεται ότι το συνολικό χρέος της Κίνας διαμορφώνεται στο 303% έναντι 297%, που ήταν το ίδιο τρίμηνο του περασμένου έτους. Το παραπάνω ποσό συμπεριλαμβάνει το χρέος του Δημοσίου, των επιχειρήσεων καθώς και των νοικοκυριών και είναι ήδη μεγαλύτερο από 40 τρισ. δολάρια. Κάτι που σημαίνει ότι έχει αυξηθεί κατά περίπου 2,5 τρισ. μέσα σε διάστημα ενός έτους – κυρίως εξαιτίας του αυξημένου δανεισμού από την πλευρά των τοπικών κυβερνήσεων και των τραπεζών.
Βραζιλία: Υπό πίεση οικονομία νόμισμα
Μπορεί η οικονομία της Βραζιλίας να δείχνει ισχυρή, ωστόσο το χρηματιστήριο της χώρας και το νόμισμά της δέχονται σοβαρές πιέσεις. Η μεγαλύτερη οικονομία της Λατινικής Αμερικής φαίνεται να δέχεται πλήγμα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν άλλες χώρες: η γειτονική της Αργεντινή βρίσκεται σε οικονομική κρίση και η επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα οδηγεί σε μείωση ζήτησης για τις πρώτες ύλες της Βραζιλίας. Επίσης, υπάρχουν ανησυχίες μήπως η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μειώσει τις εξαγωγές της Βραζιλίας προς τις ΗΠΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία της χώρας.
Σιγκαπούρη: Επισήμως σε ύφεση
Η οικονομία της Σιγκαπούρης εισήλθε σε ύφεση το τρίτο τρίμηνο του 2019, δεχόμενη τις επιπτώσεις από τον συνεχιζόμενο εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ – Κίνας. Το κράτος των 5,5 εκατομμυρίων ανθρώπων είναι ένα οικονομικό κέντρο που φιλοξενεί εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε ξένες αποταμιεύσεις και ο ρόλος του θεωρείται κομβικός στην περιοχή. Η μείωση στις πωλήσεις των μεταποιημένων προϊόντων προς την Κίνα επέφεραν σημαντικό πλήγμα στην οικονομία της Σιγκαπούρης, ενώ οι χαμηλότερες ροές Κινέζων τουριστών επηρέασε επίσης το χονδρικό και λιανικό εμπόριο. Σημειώνεται ότι στο δεύτερο τρίμηνο το ΑΕΠ της Σιγκαπούρης παρουσίασε ρυθμό ανάπτυξης 0,1%, ποσοστό πολύ μικρότερο από την αναθεώρηση αύξησης του ΑΕΠ κατά 1,1% στο πρώτο τρίμηνο.
Ιταλία: Πολιτική αβεβαιότητα
Η πολιτική αβεβαιότητα στην Ιταλία, σε συνδυασμό με τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, έχει προκαλέσει προβληματισμό για τις προοπτικές της τρίτης μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας. Και μπορεί ο Ματέο Σαλβίνι, ηγέτης της Λέγκας του Βορρά, ο οποίος ηγείται των δημοσκοπήσεων, να έχει χαμηλώσει τους τόνους σχετικά με την έξοδο της Ιταλίας από το ευρώ, ωστόσο η επιχειρηματική εμπιστοσύνη παραμένει στο ναδίρ. Παράλληλα, οι ιταλικές τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με σοβαρές προκλήσεις, με κυριότερη αυτή των κόκκινων δανείων, ενώ και οι επιχειρήσεις της χάνουν από τις αντίστοιχες κινεζικές, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε παρατεταμένη οικονομική παρακμή.
Αργεντινή: Φόβοι για νέα κατάρρευση
Ξαφνικά όλα τα βλέμματα έχουν στραφεί στην Αργεντινή. Νομίσματα, μετοχές και ομόλογα βυθίστηκαν τις προηγούμενες μέρες, ενώ οι επενδυτές αναρωτιούνται αν η χώρα της Λατινικής Αμερικής οδεύει προς άλλη μια οικονομική καταστροφή. Όλα ξεκίνησαν από τη χειρότερη της αναμενόμενης επίδοση του φιλικού προς τις αγορές Προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι στις προκαταρκτικές εκλογές της Κυριακής. Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Αλμπέρτο Φερνάντες -σύμμαχος του οποίου είναι η πρώην Πρόεδρος Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ- κυριάρχησε στις προκαταρκτικές εκλογές με μεγαλύτερη της αναμενόμενης διαφορά, της τάξης του 15,5%. Αυτό το αποτέλεσμα εγείρει αμφιβολίες για τις πιθανότητες επανεκλογής του Μάκρι για δεύτερη θητεία στις εκλογές του Οκτωβρίου. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι ενδεχόμενη νίκη του Φερνάντες στις επικείμενες εκλογές θα έθετε υπό δοκιμασία τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του Μάκρι για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών. Μάλιστα, υπάρχουν φόβοι ότι ο Φερνάντες θα επιδιώξει να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος της χώρας, καθώς και τις συμφωνίες που έχουν γίνει με το ΔΝΤ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αργεντινή βρίσκεται σε φάση ύφεσης με πληθωρισμό άνω του 55% έπειτα από περισσότερα από τρία έτη πολιτικών του Μάκρι. Η χώρα έχει μια μακρά ιστορία χρεοκοπιών και μόλις το 2016 υπό τον Πρόεδρο Μάκρι άρχισε να αφήνει πίσω της τις μνήμες από την τελευταία χρεοκοπία. Η Αργεντινή βίωσε μια 15ετή κρίση στον απόηχο της χρεοκοπίας του 2001. Την Παρασκευή οι οίκοι αξιολόγησης Fitch και Standard & Poor’s υποβάθμισαν την Αργεντινή επικαλούμενοι την κατ’ αυτούς μεγαλύτερη πιθανότητα κήρυξης στάσης πληρωμών έπειτα από το αποτέλεσμα των πρόσφατων προκριματικών εκλογών.
Καμπανάκι για «θερμό» φθινόπωρο
«Πιθανό σοκ στις αγορές τον Σεπτέμβριο δεν μπορεί να αποκλειστεί», προειδοποιούν οι αναλυτές της Nomura. Τα καλά νέα είναι ότι η «κατανομή Γάμμα» για τον μετριασμό των κινδύνων έχει εξομαλυνθεί από την προηγούμενη εβδομάδα, όπως ήδη είχε προβλέψει η Nomura. Το περιβάλλον των συναλλαγών μπορεί να αποκαταστήσει περισσότερο την ηρεμία στις αγορές. Ωστόσο, τα κακά νέα δυστυχώς έπονται. Ο αναλυτής της Nomura Τσάρλι ΜακΕλιγκοτ σημειώνει ότι ο Σεπτέμβριος ενέχει προκλήσεις και κινδύνους. Οι προσδοκίες τόσο για τη Fed όσο και για την ΕΚΤ παραμένουν υπερβολικά υψηλές και το ρίσκο μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη απογοήτευση, η οποία θα επηρεάσει τις αποδόσεις των ομολόγων και τις ισοτιμίες.
Αναμένεται επιπλέον να παρατηρηθεί συρρίκνωση του buyback στα μέσα Σεπτεμβρίου, καθώς υπολογίζεται ότι περίπου το 75% των εταιρειών του S&P 500 θα δει τα παράθυρα αγοράς τους να κλείνουν μέχρι τις 17/9/2019. Ετσι, όπως έχει συμβεί τόσες φορές στο παρελθόν, το μακροοικονομικό σοκ λειτουργεί καταλυτικά για τις χαμηλότερες μετοχές, οπότε οι κίνδυνοι αυξάνονται και ακολουθούν μια αλληλουχία. Οι αγορές μπορεί να σωθούν από τις υποσχέσεις του Πάουελ, της Λαγκάρντ, του Ντράγκι, αλλά ο ΜακΕλιγκοτ εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες για την επιρροή του πρώτου.
Το αφήγημα ότι «το τέλος του κύκλου επιταχύνεται τώρα από τον εμπορικό πόλεμο» βασίζεται σε μια αυξανόμενη πίστη στην εξάντληση της νομισματικής πολιτικής, η οποία συνεχίζει να λειτουργεί ως καταλύτης για τη συντριπτική πλειοψηφία με «συνεχώς χαμηλότερες αποδόσεις και πιο επίπεδες καμπύλες».
Ομόλογα
Η ισοπέδωση της καμπύλης των αποδόσεων των ομολόγων έχει επιταχύνει τη ζήτηση από ευαίσθητους hedgers, οι οποίοι γίνονται ουσιαστικά «μηχανικοί αγοραστές». Οι κίνδυνοι εντείνονται από έναν απογοητευτικό Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος προσπαθεί να αποφύγει τις συνεχιζόμενες προσδοκίες της αγοράς για μια πιο επιθετική χαλάρωση από πλευράς Fed.
Σχεδόν απόλυτα απαισιόδοξος για την πορεία της Wall Street έως το τέλος του 2019 εμφανίζεται ο Μάικλ Γουίλσον, κορυφαίος αναλυτής της Morgan Stanley. Ο Γουίλσον θεωρείται ένας από τους πιο απαισιόδοξους αναλυτές της Wall Street, αλλά σε πάρα πολλές περιπτώσεις, αν και βρέθηκε σε απόλυτη κόντρα με άλλους αναλυτές, αποδείχτηκε απόλυτα σωστός. Όπως επισημαίνει, η άνοδος της Wall Street οφείλεται αποκλειστικά στην πολιτική που άσκησε η Fed, καθώς και από τις ιδιαίτερα αισιόδοξες εκτιμήσεις για την πορεία των κερδών ανά μετοχή του S&P 500. Ο Γουίλσον εκτιμά ότι μετά την 31η Ιουλίου η «θετική επίδραση της Fed στην αμερικανική αγορά έχει ολοκληρωθεί. Το ότι υπήρξε sell off μετά την απόφαση της Fed για τη μείωση των επιτοκίων οφείλεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι η αγορά είχε πλήρως προεξοφλήσει τις αποφάσεις της τράπεζας και οι επενδυτές ακολούθησαν το γνωστό ρητό “buy the rumor, sell the news” (“αγόρασε όταν υπάρχουν φήμες και πούλησε όταν επιβεβαιωθούν”)».
Δημοσιεύτηκε στο φύλλο 116 της «Νέας Σελίδας», που κυκλοφόρησε την Κυριακή 25 Αυγούστου 2019.
Πηγή: neaselida.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου