Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

Η κώφωσις είναι κολλητική...

Kostas Vostantzoglou


Πολύ μ’ αρέσουν οι εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Κατ’ αρχήν κάνει συνήθως ψοφόκρυο και αυτό βοηθά με υγιεινό και φυσικό τρόπο την σύσφιξιν της επιδερμίδος μας. Μία επιδερμίς ροδαλή και σφιχτή, μας κάνει ακαταμάχητους σε διάφορες επιθετικές νεανίδες, που δεν σέβονται τα έτη μας και έλκονται ως μαγνήτης από διοπτροφόρους γέροντες. Επίσης, το ψοφόκρυο, μας βοηθά να μην έχομεν αισθητήν απώλειαν χρημάτων, απευθυνόμενoι στα medi jeunesse, διά να λάβωμεν αποτελέσματα που υπολείπονται κατά πολύ αυτών, που επιτυγχάνουμε καθήμενοι έξωθι καφετέριας, σεβόμενοι την ανάγκην των μονόχνωτων να μην αντέχουν καπνίζοντες συνανθρώπους τους.

Η διαβίωσις μας εις το ύπαιθρον, μας οφελεί πολλαπλώς. Ενδεικτικώς και προχείρως ανασύρω από τα βάθη της μνήμης μου ορισμένα, για να συνηγορήσω και να σας κάνω κοινωνούς της παροιμειώδους αγάπης μου προς την φύσιν, η οποία τόσον πολλά μας προσφέρει, χωρίς να ζητά ουδεμίαν ανταπόδοσιν. Η βάδισις εις την φύσιν και δη υπό βροχήν, κάνει τα μαλλιά της κεφαλής μας μαλακά και λαμπερά ως μετάξι, άνευ χρήσεως σαμπουάν, άρα έχομεν οικονομίαν. Η άσκησις, καθώς κάνουμε τροχάδην από καταστήματος εις κατάστημα δια αγοράς, τονώνει την καρδιά μας, ανοίγει τους πνεύμονες δια την απαραίτητον αναρρόφησιν καυσάερίων και γυμνάζει τους μυς των ποδών μας. Η άρσις βαρών πάλι, που αναγκαζόμεθα να κουβαλήσουμε, έχει ως κέρδος την αντίστοιχον απώλειαν κιλών. Νομίζω πως δεν πρέπει να επεκταθώ εις τα οφέλη, διότι έγινα ευκόλως αντιληπτός.

Εχων όλα αυτά υπ’ όψιν μου, ενέδωσα άνευ ουσιαστικών αντιρρήσεων στην λατρευτή μου σύνευνον, η οποία με ικέτευσε γονυπετής, να της κάνω την χάριν -μέρες που είναι- και να εκδράμωμεν εις τα πέριξ. Εσκέφθην, πόσον ταλανίζεται επί εικοσιπέντε έτη διά να με ταΐζει, να πλένει τα ρούχα μου, να μου υπενθυμίζει να παίρνω τα φάρμακά μου (και πιο διακριτικά), να πλένομαι οσάκις γίνεται αισθητόν εις πάντας τους περιοίκους, πλην της κόρης μου, ότι βρωμώ και ζέχνω. Η κόρη μου διαθέτει το σπάνιον χάρισμα, να μη μεμψιμοιρεί εις ότι μυρίζει ως σκύλος και γι αυτό την αγαπώ πολύ και της προσφέρω κόκκαλα διαφόρων γεύσεων για να με λατρεύει, να κοιμάται στα πόδια μου, να ορμά ακάθεκτος εις την αγκάλη μου και να με γλείφει επιμελώς, καθ’ εκάστην.

Στην σύζυγον ήτις στέκει στο πλάϊ μου αγογγύστως (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που διευθέτησα καταλλήλως, άνευ χρήσεως βίας), χρωστώ πολλά και μία εκδρομή εις τα καταστήματα, είναι το ελάχιστον που δύναμαι να της επιδαψιλεύσω, πλήν της αγάπης, της τρυφερότητος και της στοργής που της προσφέρω απλόχερα, διότι δεν κοστίζουν και δεν επέρχεται δι αυτών απίσχνασις του οικογενειακού εισοδήματος. Δια την απίσχνασιν οφείλονται η ΔΕΗ, ο ΟΤΕ, τα διάφορα κοινωφελή ιδρύματα του κράτους και το σούπερ μάρκετ, διότι συνηθίζωμεν να τρώγωμεν καθ’ ημέραν και όσον και αν προσπάθησα να κάνω την σύζυγον να μην τρώει, αυτή συνεχίζει, οπότε δια να μην τρώει μόνη και έρημη ως ασυνόδευτο ορφανό, της κάνω με πόνο καρδιάς, παρέα.

Αποχαιρετήσαμε με σπαραγμόν την κόρη μας, που μας κοίταζε απελπισμένη διότι η περιοχή που θα πηγαίναμε βρίθει ανθρωποφάγων, κροκοδείλων και μαμούθ και εφοβείτο δια την τύχην μας, εκατέβημεν προσεκτικά όλα τα σκαλοπάτια (δεν είναι μέρες για κατάγματα) εως το ισόγειον και ευρέθημεν πλησίον του ερυθρού οχήματος μάρκας κάλπασον που περίμενε υπομονετικά να μας δεχτεί εις τους κόλπους του.

Με την πρώτην ξεκινήσαμε, με την δευτέραν το κάλπασον κάλπασε και με την τρίτην, κατόπιν ελαφρών στροφών εις τας στροφάς, ευρέθημεν εις την κίνησιν του κεντρικού δρόμου και κολλήσαμε. “Δεν μας θέλει” είπα εις την σύζυγον, σκεπτόμενος την ελάφρυνσιν του εισοδήματός μας. “Καλύτερα να γυρίσουμε πίσω”. Αυτή έκανε πως ήτο βαρύκοος. Τελευταίως διαπίστωσα πως πάσχει από επιλεκτικήν κώφωσιν η δυστυχής. Έχω δει ένα ωραιότατον πλαστικόν κέρας ως της Αμαλθείας και θα της το αγοράσω δια να ιαθεί. Είναι κρίμα νέο κορίτσι, να πάσχει από κώφωσιν.

Το σταμάτα, ξεκίνα, σταμάτα, μετά το δεκάλεπτον το συνήθισα ευκόλως. Είναι εκπληκτικόν πόσον ευκόλως προσαρμόζεται ένας δύστροπος γέρων, εις τας κυκλοφοριακάς συνθήκας της πρωτευούσης οδηγών εν ατίθασον κάλπασον. Το να βρει όμως ο γέρων και θέσιν δια παρκάρισμα, ανάγκασε τον γέροντα να κάμει αμέτρητους κύκλους ιχνηλατών την περιοχήν των πόθων της λατρευτής του και υβρίζων σκαιότατα έναν κύριον όστις δια αστραπιαίων ελιγμών του έφαγε μίαν ωραιότατη θέση. Εν τέλει, πάρκαρε αφού υπέστη τας χυδαιότατας ύβρεις ενός άλλου κυρίου που επόθει την ιδίαν θέσιν που ανακάλυψε αιφνιδιαστικώς ο ίδιος και εξήλθε συγχισμένος, διότι η όλη διαδικασία της ανευρέσεως χώρου, του έφαγε είκοσι πέντε πολύτιμα λεπτά από την ζωή του, που θα χρησιμοποιούσε δια να αναπτύξει πρωτοποριακάς ιδέας αιματηρής οικονομίας και λιτότητος προς μέγιστον όφελος της ανθρωπότητος και των απανταχού κατατρεγμένων οικογενειαρχών που στενάζουν αγοράζοντας δώρα. Η σύζυγός του κατήλθε επίσης.

Είτα, μετέβησαν ομού, εις καταστήματα με λαμπρόν στολισμόν που παριστάνουν ανεπιτυχώς τον Αη Βασίλη, διότι δεν σου προσφέρουν δωρεάν τα δώρα, αλλά σε μεταμορφώνουν μαγικά σε Αη Βασίλη τους και τους τα προσφέρεις εσύ. Οι καταστηματάρχαι, κατέληξα κατόπιν ενδελεχούς μελέτης και διαδοχικών επισκέψεών στα ευαγή τους ιδρύματα, είναι απόγονοι του κόμητος Δράκουλα. Αν δεν δαγκώσουν διά των κυνοδόντων τους τον λαιμό του πορτοφολιού σου και δεν ροφήσουν ζεστό το χρήμα, δυσκόλως ικανοποιούνται και σε αφήνουν να απέλθεις. Εκ παραλλήλου όμως είναι και φιλάνθρωποι προς τους ινδιάνους όπως εγώ, διότι σε σκέφτονται. Σου λένε: που θες να πας καθιστέ βούβαλέ μου μέσα στον χιονιά; Θάψε το τσεκούρι του πολέμου και κάτσε εδώ που είναι ζεστούτσικα, να σου πασάρουμε κι άλλα μπιχλιμπίδια, καθρεφτάκια και χάντρες που είναι ωραιότατα δια πάσαν χρήσιν και αχρησίαν. Τα προς αχρησίαν είναι δε τα καλύτερα και ακριβότερα. Όλοι τα εκτιμούν θάβοντάς τα στην αποθήκη. Η σύζυγός σου έχει ήδη ενθουσιαστεί με την ποικιλίαν των αχρήστων και εσύ μας παριστάνεις τον δύσκολον και το βαρύ πεπόνι; Επειδή είμαι ειρηνόφιλος εν γένει ως άνθρωπος και με την παράκλησιν της συζύγου μου να μην σπάσω το λουρί μου, κάθησα. Στο τέταρτο μαγαζί, δήλωσα με συντριβή στην καλή μου, πως δεν θα μας φτάναν τα χρήματα δια τα αναγκαία προς βρώσιν και πόσιν συμφώνως τω προϋπολογισμώ.

“Κοίταξα. Έχεις ακόμα στην κάρτα σου” απάντησε ετοιμόλογα η πρώην βαρύκοος. Να μην τα πολυλογώ, η κάρτα μου έγινε εν μέσω χειμώνος που τα αρνάκια παγώνει, θερινή ως εν μέσω καύσωνος. Στέγνωσε. Ποιος χέζει τον προϋπολογισμό; Μια ζωή την έχουμε. Αν δεν την γλεντήσουμε, τι θα καταλάβουμε; Τι θα καζαντίσουμε; Μπρος η γλυκειά μου, πίσω εγώ τρεκλίζων από τα βάρη γυρίσαμε στο κάλπασον. Μετά τρεις ακόμα στάσεις υποχρεωτικές, η μία δια κόκκαλα, η δεύτερη για τα φαγητά και η τελευταία στο φαρμακείο, επιστρέψαμε οίκαδε. Ανεβήκαμε, η καλή μου ως πεταλούς, εγώ αγκομαχώντας, ασθμαίνων και πνέων τα λοίσθια τους δύο ορόφους και εισήλθαμε στον μεγαλοπρεπή μας οίκο.

Μας υπεδέχθη ολοφυρομένη η παραπονιάρα η κόρη μου που νόμισε πως ο πατέρας δεν θα της έφερνε δώρο. Την διεύψευσα πάραυτα, δίνοντάς της ένα κόκκαλο από μηριαίον οστούν τυρανόσαυρου Ρεξ, που ο Ρόμελ, το λυκόσκυλο που ζει απέναντι, θα έκανε ένα χρόνο να το φάει. Η κόρη μου έπεσε πάνω του λες και την έχουμε νηστική τα τελευταία τεσσεράμιση χρόνια. Η κυρία μου άπλωσε τα δώρα που αγοράσαμε για να θαυμάσει τα χαρτιά του αμπαλάζ και εγώ αποσύρθηκα στο λημέρι του γραφείου μου δια να βρώ την πολυπόθητη ηρεμία που απαιτεί το συγγραφικό μου έργο.

Εκεί ήσυχος πια, θαύμασα το ολοκαίνουργιο μαύρο Bic και το σπιράλ μπλοκάκι που μου αγόρασα ως δώρα. Η σύζυγός μου ήρθε να με διακόψει ανήσυχη: στον Γιάννη (τον μικρό μου αδερφό) πήρα μια ακριβή κολώνια. Δεν ξέρω αν θα του πηγαίνει. Λες να του αρέσει; Την διαβεβαίωσα πως ο Νανάκης μου δεν έχει τέτοιες υπαρξιακές ανησυχίες. Τις κολώνιες τις εκτιμά αφάνταστα. Όσο δεν τις εκτιμώ εγώ, που προτιμώ το φυσικό μου άρωμα του καπνού και της γιδίλας. Στον Νανάκη, πατσουλί δωσ’ του, και παρ’ του την ψυχή του. Τα ρούχα του είναι ποτισμένα από κολώνιες. Μυρίζει σαν πουτάνα των καμπαρέ του μεσοπολέμου. Πρώτα έρχεται η μυρωδιά και μετά από ένα δεκάλεπτο φτάνει εκείνος. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην την εκτιμήσει την κολώνια. Σοφά έπραξες.

Ήρθε η καρδιά της στον τόπο της της γυναίκας, διότι μιαν ανησυχία την είχε. Ευχαριστώ για το δώρο σου, μου είπε μετά. Να μην μ’ ευχαριστείς, είπα με το γνωστό μου μεγαλόπρεπο ύφος του μεγάθυμου άρχοντα. Δεν κάνει τίποτα. Είσαι η γυναίκα μου, σε τιμώ και σε αγαπώ. Αυτό τα λέει όλα. Για σένα θα έκανα τα πάντα.

Θα πά - με Φλω - ρε - ντία; Mε ρώτησε τραγουδιστά.

Λοιπόν ένα περίεργο πράγμα.

Η κώφωσις είναι κολλητική.



Kostas Vostantzoglou: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου