Πέμπτη 26 Μαρτίου 2020

199 χρόνια από τη γενέθλια επάναστασή μας

Του Νίκου Σταθόπουλου*


Και ενώ το εξωνισμένο κράτος της γενικής μεταμνημονιακής εκποίησης οργανώνει μια κάλπικη «εθνική μνήμη» (για τα «200 χρόνια») με συνειδητή επιλογή ιστορικοπολιτισμικού αποχαρακτηρισμού: το αίτημα της αλήθειας και της πεισματικά ανανεούμενης βιωματικής μνήμης, σε σχέση με τη γενέθλια ιστορική εμπειρία μας, παραμένει όχι απλά διαρκώς αυτονόητο (κόντρα στις εθνομηδενιστικές στρατηγικές λειτουργικής εθνοπολιτισμικής λοβοτομής) αλλά, κυρίως, διαρκώς επίκαιρο!

Γιατί τώρα πια, η παραμόρφωση της εθνικής συνείδησης, μέσω της πλαστογράφησης της ιστορικής αυτογνωσίας, εξελίσσεται σε κεντρική κρατική πολιτική, σε έναν νέο βαθιά αντιδραστικό «Διαφωτισμό» όπου η αποδόμηση του ’21 θεμελιώνει την αρχετυπική κουλτούρα μιας νεοαποικιοκρατικής παιδείας χωρίς ταυτότητα και ρίζες παρά μόνο με «δεξιότητες» σε ένα στερέωμα οργανικού παρασιτισμού…

***

Και όλα αυτά, απλώς γιατί η ιδρυτική μας Επανάσταση «είχε τη στενοκεφαλιά» και να εκραγεί, και να παραγάγει ουσιαστικά αποτελέσματα και να ακυρώσει, με τον τρόπο της, ιδεοληπτικά στερεότυπα προκρούστειας σχέσης με την ιστορική ορμή και τα υποκείμενά της. Όσο και να ενοχλεί τους προφεσορικούς νόες της πελατειακής αυθεντίας, το ‘21 είναι απότοκο της «θερμοκεφαλιάς» και του «ερασιτεχνισμού» τριών «αποτυχημένων μικρεμπόρων», τριών «αλλοπαρμένων» της πατριωτικής ιδέας, που μετουσίωσαν σε καθολικό επαναστατικό προσκλητήριο τη δική τους, εξειδικευμένα προσωπική, ιστορική συνείδηση τού εθνικού «μη περαιτέρω». Δεν επινόησαν την εθνική ανάγκη και την κατάλληλη στιγμή της, αλλά ένιωσαν, σαν σκεπτόμενα πολιτικά όντα, την «ώρα».

Διότι έτσι πραγματώνεται το «νόημα της ιστορίας», με δράσεις ανθρώπων εντός της καθημερινότητας, της δεδομένης καθημερινότητας, χωρίς τα «μεγάλα» της μεθύστερης «ανάγνωσης». Απεχθάνονται οι μετανεωτερικοί τούς ήρωες, ακριβώς γιατί στον απλό τους λόγο ξεδιαλύνονται τα μυστήρια των «αντικειμενικών συνθηκών». Ναι, η επανάσταση δεν ήταν «τυχαίο γεγονός», αλλά στην περίπτωσή της επαληθεύεται η θεώρηση της ιστορίας ως αναμέτρησης του ανθρώπου με τα όριά του. Η Φιλική Εταιρεία δεν είχε επεξεργασμένο πρόγραμμα, αλλά μόνο κινητήριο πάθος για τη γενική εθνικοαπελευθερωτική ανάφλεξη, ήταν μια ιλιγγιώδης κορύφωση του ρομαντικού οράματος.

***

Η πατριωτική ιδέα δεν αφορούσε μια καταστρωμένη κοσμοθεωρία αλλά μια απλή κατασταλαγμένη πικρία για την πολυαίωνη εθνική τραγωδία, μια συνειδητοποιημένη οργή για τις αποτυχίες των εξεγερτικών προσπαθειών που είχαν μοιρολατρικά συνυφανθεί με κάποιον μεσσιανικό «διεθνή παράγοντα», μια «παράλογη» επίγνωση της συσσώρευσης πολλών καίριων «αντικειμενικών δυνατοτήτων» για την ανάπτυξη ενός απελευθερωτικού εγχειρήματος. Η πατριωτική ιδέα, ήταν η στιγμή της ωριμότητας ενός έθνους που περνούσε από την ανακύκλωση των «καημών» του στο πρακτικό όραμα του πολιτικού αυτοκαθορισμού. Σε μια πολυσύνθετη και ταραχώδη εποχή, με τη Μεγάλη Επανάσταση να κάνει περιεχόμενο της «κοινής γνώμης» το «ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη», και τον «αντιφεουδαρχισμό βάσης» να εμπνέει αγροτολαϊκά κινήματα πολιτισμικού αυτοκαθορισμού στα Βαλκάνια: η ελληνική πατριωτική ιδέα, με την κουλτούρα του Γένους να σφραγίζει τη συλλογική μνήμη και αίσθηση, ενσωματώνει την ιστορική επικαιρότητα στη διαχρονία της εθνικής διεκδίκησης και με το εκπληκτικό αναπάντεχο της Επανάστασης του ’21 τινάζει στον αέρα κάθε φενάκη «τάξεως και ασφαλείας»!

Ο Ελληνισμός της εποχής, γνώριζε καλά ότι ήταν μια αποκρυσταλλωμένη εθνοπολιτισμική οντότητα, ένα καταπιεσμένο έθνος με μακριά «θητεία» στην ιστορία, με οργανική εξέλιξη και διαμόρφωση μέσα στο χρόνο, με ορισμένη κοινωνική διάρθρωση πολλαπλώς «δεμένη» με τις δομές του οθωμανικού ζυγού. Γνώριζε, επίσης, ότι είχε ισχυρή παρουσία και λειτουργία στο εσωτερικό της οθωμανικής διοίκησης, και ότι στο ευρύ φάσμα της Διασποράς διέθετε ακμαίες κοινωνικές δυνάμεις που μπορούσαν να συνδράμουν καίρια μια πανεθνική αναγεννητική προσπάθεια.

Η όποια «εθνική διανόηση» και η υπάρχουσα «εθνική ηγεσία», ήταν σαφώς αρνητικές στο ενδεχόμενο μιας άμεσης επαναστατικής έκρηξης: και γιατί έβλεπαν με βαθιά ηττοπάθεια το αντεπαναστατικό διεθνές κλίμα, και γιατί ένιωθαν κερδοφόρα ασφάλεια στο εσωτερικό της καταρρέουσας οθωμανικής αυτοκρατορίας, και γιατί είχαν εκλογικεύσει την υποτέλεια με το δόγμα της «προοδευτικής εσωτερικής κατάκτησης».

Το διεθνές πλαίσιο ήταν απαγορευτικό, καθώς η πολιτική ήττα των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης, η συντριβή του Ναπολέοντα, είχε αποκαταστήσει τον αντιδραστικό μοναρχοφεουδαρχισμό στη μορφή μιας βίαιης «Μαύρης Διεθνούς» ενάντια στις απελευθερωτικές προσδοκίες των εθνών και τις δημοκρατικές διεκδικήσεις των λαών.

***

Ωστόσο η Επανάσταση έγινε, ενάντια σε κάθε «ρεαλισμό» που στην καλύτερη περίπτωση τοποθετούσε το «εφικτό της επανάστασης» σε ορίζοντα πενήντα χρόνων τουλάχιστον και, πάντα, υπό την «προστασία» μιας Μεγάλης Δύναμης, της Αγγλίας για τον Μαυροκορδάτο, της Γαλλίας για τον Κοραή. Η επανάσταση έγινε γιατί η «δυτική επιρροή» δεν ήταν η μαγική μήτρα, αλλά απλώς μια στοχαστική συνιστώσα, μια καλά αφομοιωμένη πλευρά της όλης δυναμικής. Η επανάσταση έγινε γιατί δεν μεσολαβήθηκε από την υποτακτική «μετακένωση» αλλά από την εκσυγχρονισμένη ιδιορρυθμία όπως αυτή παραστάθηκε από τον Ρήγα που ενώ συνέτασσε πολιτικά προγράμματα Διαφωτιστικής κοπής, δημοσίευε και τη «θεούσικη και αντιδραστική» Φυλλάδα του Αγαθάγγελου.

Και η Επανάσταση έγινε γιατί «οργανώθηκε» ως πλατύ και ενιαίο πατριωτικό κίνημα. Δεν μεσολαβήθηκε από πολιτικές και ταξικές προσλήψεις και προλήψεις, αλλά αυτοσυστήθηκε ως η πρώτη, στο νεοελληνικό ιστορικοπολιτικό γίγνεσθαι, έκφραση και ανάπτυξη της «πολεμικής» Εθνικής Λαϊκής Ενότητας. Αυτό, με κάπως διαφορετικά χαρακτηριστικά αλλά χωρίς απόκλιση επί της πολιτισμικής ουσίας, θα το ξαναδούμε στους Βαλκανικούς Πολέμους και στην Κατοχή. Μια πλατιά συσπείρωση των κοινωνικών δυνάμεων του τόπου σε ένα όραμα ιστορικού βάθους σχετιζόμενο οργανικά με την πολιτισμική αυτοσυνειδησία και τον αντιιδεολογικό πολιτικό ρεαλισμό. Καμιά συζήτηση δεν είχε νόημα χωρίς προηγούμενη αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, και αυτός ήταν ο πραγματικός άξονας όπου αρθρώνονταν οι ποικίλες ζυμώσεις του «εθνικού σώματος».

Το ’21 υπήρξε μια εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση, που εφαρμόζοντας με εμπνευσμένη πληρότητα την πολεμική παράδοση του «ακροβολιστικού πολέμου», κατάφερε καίριο πλήγμα στο παρακμάζον οθωμανικό οικοδόμημα, εμπλέκοντας «στα γεγονότα» της περιοχής τις ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις που σταδιακά συνειδητοποίησαν την σαρωτική δυναμική των ξεσηκωμένων Ρωμιών και έθεσαν σε κίνηση τα εργαλεία των γεωπολιτικών τους στόχων και σκοπιμοτήτων

Αρκεί η μελέτη των καταλόγων μελών της Φιλικής Εταιρείας για να διαπιστωθεί η γενική εθνικότητα της απεύθυνσης. Όταν οι μεγαλόσχημοι του κραταιού παροικιακού Ελληνισμού αποδοκίμασαν με βίαιο τρόπο το «θράσος» των «τριών», αυτοί αναπροσανατόλισαν το οργανωτικό τους πλάνο προς όλα τα κοινωνικά στρώματα, με έμφαση στους ας τους πούμε «μικρομεσαίους» της εμπορικής δραστηριότητας. Οργανωτικός αναπροσανατολισμός που αποτυπώνεται και στον Ιερό ‘Ορκο, όπου αναδεικνύεται το απόλυτο πρωτείο της Πατρίδας υπό την υπερκόσμια αιγίδα της Πίστης. Από την πρώτη στιγμή, δηλαδή από την έναρξη δράσης της Φιλικής Εταιρείας, μέχρι το πρώτο Σύνταγμα στην Επίδαυρο: αυτό που διαδηλώνεται ως ιδρυτικό θεμέλιο της νέας εθνικής κρατικοπολιτικής οντότητας, είναι η Πατρίδα και η Εκκλησία ως ταυτοτικά σημεία αναφοράς της εθνικής συνείδησης. Σε αυτό το οργανικό πλαίσιο καταμετρώνται και αποτιμώνται και «ζυγίζονται» όλα τα κοινωνικά επιμέρους της ζωντανής πολιτιστικής εμπειρίας, από την ευεργετική ιδιοτέλεια των πλοιοκτητών της Ύδρας αλλά και την πρωτοπόρα ταξικότητα του Αντώνη Οικονόμου, μέχρι την πατριωτική αυταπάρνηση της «πλουτοκράτισσας» Μαντώς Μαυρογένους και το ηρωικό μεγαλείο όσο και το δίβουλο νιτερέσο του οπλαρχηγισμού.

Η Φιλική μπόρεσε και αναπτύχθηκε και «τύλιξε» στο δίχτυ της ελπιδοφόρα την κοινωνία, όταν ξεπέρασε τα παραδοσιακά σύνδρομα του «κύρους των προκρίτων» και συγκρότησε βάση από κλεφταρματολούς και «μικρούς». Η Επανάσταση πραγματοποιήθηκε όχι σαν «σχέδιο» μιας κοινωνικής τάξης, αλλά σαν δεσμευτική αναγκαιότητα ενός εθνικού υποκειμένου, και αρθρώθηκε στις κεντρικές σημασίες του Γένους και της Θρησκείας. Οι εσωτερικές κοινωνικές διαφοροποιήσεις ήταν δεδομένες, υπήρχαν τάξεις και στρώματα και κάστες με ιδιαίτερα συμφέροντα και επιδιώξεις στο πλαίσιο της κεντρικής προσπάθειας…υπήρχε και «επαναστατική» και «πλουτοκρατική» και «παραδοσιακή» μερίδα, αλλά καμιά τους δεν έγινε ο κρίσιμος παράγων ταυτοποίησης του συλλογικού εγχειρήματος… το πλατύ δημοκρατικό πολιτικό όνειρο του Ρήγα Βελεστινλή, αυτό το «βαλκανικό όραμα» που έδινε στην ελληνικότητα το κύρος του Γένους με τη χριστιανική πίστη, καθόριζε σταθερά τα πεδία αναφοράς της επαναστατικής σκέψης…

***

Το ’21 υπήρξε μια εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση, που εφαρμόζοντας με εμπνευσμένη πληρότητα την πολεμική παράδοση του «ακροβολιστικού πολέμου», κατάφερε καίριο πλήγμα στο παρακμάζον οθωμανικό οικοδόμημα, εμπλέκοντας «στα γεγονότα» της περιοχής τις ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις που σταδιακά συνειδητοποίησαν την σαρωτική δυναμική των ξεσηκωμένων Ρωμιών και έθεσαν σε κίνηση τα εργαλεία των γεωπολιτικών τους στόχων και σκοπιμοτήτων.

Ο «ξένος δάκτυλος», η κυνική ιδιοτέλεια των «φίλων και συμμάχων», ως ειδική έκφραση των διεθνών γεωπολιτικών ανταγωνισμών, θα αξιοποιήσει τα χάσματα που δημιουργούν η ανθρώπινη αδυναμία, το μερικό συμφέρον, η πρώιμη μεταπρατική συνείδηση τμήματος της υποτέλειας, και θα εμπεδώσει διχασμούς που νωρίς «χαντακώνουν» την αίσθηση της κοινής προσπάθειας πυροδοτώντας ατιμωτικούς και ολέθριους εμφυλίους.

Με αποδυναμωμένο το εσωτερικό μέτωπο, η Επανάσταση, ήδη πλαστογραφημένη τραγικά με την μελλοντική εθνική υποθήκευση μέσω των «δανείων της ανεξαρτησίας»: καταλήγει σε ερειπιώδη κατάσταση στα δόλια «ναυαγοσωστικά» των «φιλελλήνων» μιας Προστασίας που κολοβώνει την ελευθερία και νομιμοποιεί σε βάθος χρόνου την οιονεί προτεκτορατοποίηση. Με μόνιμο «καπέλο» ένα πολιτικό σύστημα βασισμένο στον ιδιότυπο ελληνικό «ιστορικό συμβιβασμό» μεταξύ φαναριωτισμού και κοτζαμπασισμού….

***

«Απέτυχε» λοιπόν το ’21; Αποδείχθηκε ανίκανο να δρομολογήσει με συνέπεια μια ακέραιη προοπτική του εαυτού του; Στάθηκε «λίγο και φτωχό» ως προς την ολοκλήρωση των προϋποτιθέμενων αγωνιών και προσδοκιών του; Μα ποιες ήταν αυτές; Ήταν απλά η Εθνική Ελευθερία, τίποτα άλλο έξω από αυτή! Αυτό ομολογούν οι μεγάλοι πρωταγωνιστές του, αυτό αποτυπώνεται στα οργανικά συστατικά του έγγραφα, αυτό δομεί κεντρικά την εύλογη εθνική αφήγηση μετά την οργάνωση του κράτους. Μια Επανάσταση «για της Πατρίδος την ελευθερία, και του Χριστού την Πίστη την αγία». Όλα τα «άλλα» ήταν και εύλογες πολιτισμικές διεργασίες μέσα σε ένα κινούμενο πολιτισμικό όλον, αλλά υπήρξαν και υστερογενείς προβολές επί ενός σύνθετου γεγονότος άλλων διαμορφωτικών καθορισμών.

Το ’21 κατέληξε στην ίδρυση ενός εθνοκρατικού σχηματισμού, μιας πολιτικοθεσμικής μορφοποίησης της «ρευστής ύλης» του έθνους. Και είναι αυτό η απόλυτη επιτυχία! Το νεαρό λειψό κρατίδιο, δεν δωρήθηκε υστερόβουλα από τάχα φιλάνθρωπους και γεωπολιτικά κιμπάρηδες Ισχυρούς, αλλά κατακτήθηκε από το ματωμένο ριζικό πάθος για ελευθερία του εξεγερμένου Ελληνισμού. Η «κολοβή» υπόστασή του είναι συνάρτηση της διεθνούς Ισχύος και των εσωτερικών περιπλοκών της. Το ελληνικό Έθνος έχει πλέον επιβάλει τη δυναμική του πεπρωμένου του!

Σε μια κατάμαυρη εποχή διασυνδεδεμένου διεθνούς δεσποτισμού, ο «απρόβλεπτος παράγων» ελληνικός λαός, επιβάλλει στην πανίσχυρη ευρωπαϊκή αντίδραση τη δική του μοίρα ως νέα μεταβλητή των διεθνών γεωπολιτικών παιγνίων. Κι είναι αυτό μια μεγαλειώδης νίκη των λαών, μια ανατρεπτική πρώιμη εμφάνιση της εθνολαϊκότητας που κατοχυρώνοντας την εθνική εστία προστατεύει τις κεντρικές σημασίες της ελευθερίας, της αυτονομίας, της προόδου. Διότι όταν η Ιερά Συμμαχία επέβαλε διεθνές σύστημα καταστολής των εθνοδημοκρατικών διεκδικήσεων σε επιμέρους σημεία της ευρωπαϊκής ηπείρου, ήταν αυτό μια πρώιμη «παγκοσμιοποίηση», ένα πρώιμο διεθνές σύστημα εξάλειψης των τοπικοτήτων. Το ’21 νομιμοποιεί την εθνικοαφετηριακή δημοκρατική προοπτική και, από αυτή την άποψη, γίνεται πρωτοπορία των ευρωπαϊκών εξεγέρσεων που θα εμπεδώσουν τους βασικούς προσδιορισμούς της αστικής δημοκρατίας.

Το ’21 παραμένει το καθοδηγητικό υπόδειγμα της ασυμβίβαστης πατριωτικής συνείδησης που εννοεί τη «μοίρα» ως «επίθεση στην πραγματικότητα». Που αντιλαμβάνεται τις «συνθήκες» όχι ανιμιστικά, αλλά σαν μεταβλητές στη σχέση τους με τη συνείδηση που και αυτή είναι «συνθήκη». Το ’21 ανήκει στα «συμβάντα» που αποτελούν αυτά καθ’ αυτά ξεχωριστό πεδίο διδαχών, αφού εμπεριέχουν τη διαχρονία της αντίστασης βάθους. Ναι, προδόθηκε, και τώρα, σήμερα, απειλείται με ριζική παραμόρφωση του είναι του. Αλλά δεν απέτυχε! Ακριβώς γι’ αυτό είναι ο υπ’ αριθ. 1 εχθρός της εθνομηδενιστικής κάστας, επειδή η επιτυχία και η αντοχή του τεκμηριώνουν την πρωταρχικότητα και το νικηφόρο κύρος της Δημοκρατικής Στρατηγικής της Εθνολαϊκότητας.

* Ο Νίκος Σταθόπουλος είναι φιλόλογος και συγγραφέας

Πηγή: edromos.gr



Η Σφήκα: Επιλογές