ΜΑΡΙΑ ΡΩΤΑ
Μια κοινωνία στα όρια. Μία κοινωνία που αν ήταν ένας ασθενής θα μπορούσε κάποιος να του δώσει την διάγνωση του «οριακού ασθενούς».
Η πανδημία βρήκε την ελληνική κοινωνία σε "ανοσοκαταστολή".
Ήδη αποδυναμωμένη μεταπολιτευτικά, από κυβερνήσεις κατώτερες των προσδοκιών, που έπαιζαν εναλλάξ με τα ένστικτα ευδαιμονίας και διχασμού των πολιτών.
Ένα κράτος που ποτέ δεν κατάφερε να εμπνεύσει θεσμική εμπιστοσύνη στους πολίτες, πάρα μόνο όταν αυτοί οι θεσμοί κάλυπταν ευδαιμονικα κάποιες από τις πλασματικές ανάγκες τους. Και φυσικά μετά από κάθε αποθέωση έρχεται η αποδόμηση και ο κανιβαλισμός, γιατί ποτέ κανένας δεν μπορεί να σου καλύπτει τις ανάγκες. Απλά στο είχε υποσχεθεί για να σε χειραγωγήσει.
Η κοινωνία αποδυναμώθηκε ακόμα περισσότερο από την τεράστια οικονομική κρίση που κρατάει πάνω από 10 χρόνια, με μνημόνια, φρούδες ελπίδες, ενοχή, ακόμα περισσότερο διχασμό ανάμεσα σε «αυτούς που φταίνε και σε αυτούς που δεν φταίνε».
Είναι πια σαν ο εμφύλιος να έχει γίνει δομικό στοιχείο στον ψυχισμό των Ελλήνων που ό,τι και αν συμβαίνει, ανατρέχουν εκεί. Επίσης, το χρησιμοποιούν εξαιρετικά καλά οι κυβερνήσεις ως μέσο ελέγχου. Είναι πολύ γνωστή τακτική ότι η πρόκληση διχασμού, από τις οικογένειες μέχρι τις κοινωνίες, είναι η πιο αποδοτική τακτική χειραγώγησης γιατί στην ουσία ο διχασμός αποδυναμώνει. Είναι σαν να χωρίζω κάτι στα δύο.
Η πανδημία έχει φέρει στην επιφάνεια πολύ δύσκολα συναισθηματικά κομμάτια σε σχέση με την οριακότητα. Ήταν σαν στην αρχή της πανδημίας να μαζέψαμε όλες μας τις δυνάμεις για να αντιμετωπίσουμε «τον εχθρό», και μετά όταν είδαμε πόσο πολύ κρατάει, πόσο μας στοιχίζει συναισθηματικά, σχεσιακά, οικονομικά, πόσο «αδειάζει» την προσπάθεια μας η κυβέρνηση με το να μην αναλαμβάνει τις ευθύνες της, καταρρεύσαμε συναισθηματικά ως κοινωνία. Δεν είχαμε και τα ανάλογα αποθέματα.
Σε αυτή τη κατάρρευση έχουν βγει όλα τα συμπτώματα ενός «οριακού ασθενούς».
Το ξεκίνημα της ζωής ενός ανθρώπου στηρίζεται σε ένα δίπολο: από την μια ευδαιμονία και πληρότητα από την ικανοποίηση αναγκών και από την άλλη ακατανόμαστο άγχος και απειλές αφανισμού από την πλήρη εξάρτηση επιβίωσης. Ο αδύναμος ψυχισμός του βρέφους εκτίθεται σε άγχη αφανισμού και εκμηδένισης κάθε φορά που η ανάγκη του δεν ικανοποιείται. Οτιδήποτε του δημιουργεί στέρηση, το δυσαρεστεί, του διακινεί τρομερά άγχη. Όχι γιατί είναι κακομαθημένο, αλλά γιατί η επιβίωση του εξαρτάται από κάποιον άλλο ολοκληρωτικά, που αν αυτός ο άλλος δεν του ικανοποιήσει τις ανάγκες του, το βρέφος θα πεθάνει.
Προκειμένου το βρέφος να ανταπεξέλθει στο άγχος αυτό χρησιμοποιεί δύο πολύ βασικούς Μηχανισμούς Άμυνας: τη διάσπαση και την προβολή. Αυτοί οι δύο είναι και οι βασικοί μηχανισμοί που χρησιμοποιεί ένας οριακός ασθενής στην ενήλικη ζωή του.
Αυτοί οι δύο μηχανισμοί στην ουσία συνεργάζονται και αλληλοσυμπληρώνονται. Δηλαδή; Το βρέφος, ο οριακός ασθενής ή η οριακή κοινωνία αποσπά από τον εαυτό της το κομμάτι που την αγχώνει και το αποδίδει σε κάποιο εξωτερικό αντικείμενο, γεγονός ή ομάδα, που στη συνέχεια αντιμετωπίζει ως ο φορέας του κακού. Η επιθετικότητα έρχεται να θεραπεύσει το άγχος της αμφιβολίας. Το άγχος της αβεβαιότητας το αντικαθιστά η απατηλή σιγουριά που δίνουν τα στερεότυπα και οι προβολές. Και κάπως έτσι ξεκινάνε οι καθημερινοί εμφύλιοι.
Η έλλειψη ανοχής στο άγχος και την ματαίωση (και τα δύο αυτά οι πολίτες αυτής της χώρας τα έχουν νιώσει σε υπέρτατο βαθμό) και αφετέρου οι υπερβολικές απογοητεύσεις της πραγματικότητας δεν επιτρέπουν την ασφαλή εγκατάσταση μιας εμπιστοσύνης και έτσι αυξάνεται σε μεγάλο βαθμό η επιθετικότητα.
Όλη αυτή η διάσπαση και η προβολή των αρνητικών κομματιών που προκαλούνται από το τρομερό άγχος «αφανισμού» και επιβίωσης έρχονται να συμπληρώσουν κάποιοι άλλοι μηχανισμοί που εύκολα θα τους διακρίνεται να συμβαίνουν γύρω μας: ο μηχανισμός της εξιδανίκευσης και αυτός της υποτίμησης. Ένα βρέφος ή ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε οριακότητα θέλει να βλέπει τις εξωτερικές καταστάσεις (ενίοτε και κυβερνήσεις) σαν απόλυτα καλές ώστε να σιγουρευτεί ότι μπορεί να προστατευθεί. Επειδή όμως «εξιδανικευμένες καταστάσεις» δεν υπάρχουν προκειμένου να ανταπεξέλθει στο αφόρητο ψυχικό άγχος όταν όλα νιώθει ότι καταρρέουν, οδηγείται στην απόλυτη υποτίμηση και τον κανιβαλισμό ως μια κίνηση απόγνωσης ανάκτησης ελέγχου.
Στη κατάσταση που όλοι βιώνουμε τον τελευταίο καιρό η απόσταση μεγαλώνει. Ο άλλος γίνεται ο κίνδυνος. Η εξιδανίκευση του δικού μας και δαιμονοποίηση του άλλου λειτουργεί παντού. Αμφότεροι νιώθουν ότι κατέχουν την απόλυτη μοναδική αλήθεια.. Κάθε επιθετική πράξη δικαιώνεται για την προστασία του προσωπικού ιδανικού από τον αντίπαλο σφετεριστή. Σε καμία στιγμή σχάσης η σκέψη δεν ανθεί πάρα μόνο ο παραλογισμός. Η γνώμη γίνεται γεγονός.
Το επικίνδυνο διάγγελμα ενός πρωθυπουργού
Ακούγοντας χθες το διάγγελμα του Πρωθυπουργού, σφίχτηκε η ψυχή μου. Έβλεπα μπροστά μου τον «χειρότερο ψυχοθεραπευτή» που πυροδοτούσε για ακόμη μια φορά όλη την οριακότητα που ζει αυτή τη στιγμή ο ελληνικός λαός. Είναι σαν την απάντηση σε ένα ερώτημα: «τι ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ να κάνει ένας θεραπευτής με έναν οριακό ασθενή;». Αυτό ακριβώς που έκανε χθες ο πρωθυπουργός της χώρας.
Τι θα έπρεπε να κάνει; Αυτό που ο εξαιρετικός αναλυτής Winnicott λέει: «για να ηρεμήσουμε και προοδευτικά να θεραπεύσουμε έναν οριακό ασθενή θέλουμε ένα holding environment. Ένα σύστημα υποστηρικτικό που δεν θα βάζει λάδι συνέχεια στη φωτιά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου