Πέντε χρόνια συμπληρώνονται, το Σάββατο, από τον χαμό του Θάνου Μικρούτσικου. Ομως, όλα είναι εδώ. Αλλωστε, όπως έχει ειπωθεί, για τον Θάνο Μικρούτσικο θα μιλάμε πάντα σε χρόνο ενεστώτα...
Το έργο του συνεχίζει να πορεύεται στον χρόνο, η μουσική του «τον όγκο των ετών» να σκίζει και να περνά στην αιωνιότητα, εμπνέοντας όλους εμάς και τις μελλοντικές γενιές. Τα τραγούδια του συνεχίζουν να εμπνέουν, να εμψυχώνουν και να μας συντροφεύουν «συνομιλώντας» κάθε φορά με την εποχή, δίνοντας τις δικές τους απαντήσεις στις νέες προκλήσεις.
Το έργο του, στα κοντά πενήντα χρόνια δημιουργίας του, αποτελεί το δικό μας «αγκωνάρι», τις «βασικές διαστάσεις» στη δική μας ζωή... Συνέθεσε όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, πειραματική μουσική. Μέσα από τα τραγούδια του κατάφερε και έβαλε στο στόμα των ανθρώπων λόγια μεγάλων ποιητών και στιχουργών. Ναζίμ Χικμέτ, Γιάννης Ρίτσος, Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι, Μάνος Ελευθερίου, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Αλκης Αλκαίος, Μανόλης Αναγνωστάκης, Φώντας Λάδης, Νίκος Καββαδίας, Μιχάλης Γκανάς, Κώστας Τριπολίτης, Γιώργος Κακουλίδης, Χριστόφορος Λιοντάκης, Οδυσσέας Ιωάννου, Λίνα Νικολακοπούλου είναι μερικοί μόνο από τους ποιητές και στιχουργούς που μελοποίησε στην 50χρονη, σχεδόν, διαδρομή του.
Αγαπούσε πολύ τη ζωή. Ωραίο για τον ίδιο ήταν καθετί που υπερνικά τις δυσκολίες. Αυτό ήταν και το μήνυμα που στέλνουν τα τραγούδια του, η στάση ζωής του... «Nα ονειρευτούμε μια άλλη κοινωνία, στην οποία ο άνθρωπος θα αυτοπραγματωθεί. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να "χορέψουμε πάνω στο φτερό του καρχαρία". Nα ξεπεράσουμε τις καταγεγραμμένες μας δυνατότητες, να ξεπεράσουμε τα όριά μας. Με άλλα λόγια, να κατακτήσουμε το Αδύνατο».
Ξεκίνησα να κάνω μουσική πριν πάω στο Δημοτικό Σχολείο. Σιγά - σιγά, μέρα με τη μέρα, μήνα με τον μήνα, χρόνο με τον χρόνο, η μουσική έγινε η βασική διάσταση στη ζωή μου. Στην αρχή εγκαταστάθηκε εντός μου η κλασική μουσική, ο Μπαχ, ο Μπετόβεν, ο Μότσαρτ. Παίζοντάς τους στο πιάνο 10-12 χρονών, ταξίδευα στους δρόμους της πόλης μου, στην Πάτρα, στις στοές της, στα νεοκλασικά κτίριά της, αλλά έφευγα και πέραν αυτής. Σε πόλεις και εποχές παλιές που δεν ήξερα. Αυτοσχεδίαζα στο πιάνο με τις ώρες.
Λίγο πιο μετά, εκεί στο '60. Νέες αγάπες: Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης, το τραγούδι δηλαδή. Δεύτερο αγκωνάρι εντός μου. Χρωστάω και σε αυτούς ταξίδια, αλλά και πόνους αφόρητους. Ο αυστηρός δάσκαλος του Ωδείου εξασκείτο με τον χάρακα στα δάχτυλά μου, με δύναμη, για να πάψω να τους παίζω στο πιάνο. Δεν σταμάτησα να τους παίζω. Αλλαξα δάσκαλο.
Τέλος, στο Πανεπιστήμιο ανακάλυψα νέους μουσικούς κόσμους. Τη μεταπολεμική avant garde μουσική, την πρωτοπορία της δεκαετίας του '60. Νέοι ήχοι, νέες θεωρίες, έγιναν καθημερινότητά μου. Καινούρια ταξίδια, νέα όνειρα, άγνωστοι τόποι.
Από την αρχή, όμως, που συνέβαιναν όλα αυτά, μπήκε στη ζωή μου και η ποίηση. Ηθικός αυτουργός ο πατέρας μου, που κρατώντας με στην αγκαλιά του, από τα 5 μου χρόνια, μου διάβαζε ποιήματα σχεδόν κάθε βράδυ. Από τότε θυμάμαι απ' έξω ολόκληρο τον Καρυωτάκη. Αλλά και Καβάφη και Ρίτσο και όλους σχεδόν τους ελάσσονες ποιητές, που δεν είναι όσο ελάσσονες τους είπαν.
Η ποίηση έγινε η δεύτερη διάσταση στην καθημερινότητά μου. Κάποιες φορές - θυμάμαι - έπιανα τον εαυτό μου να μιλάει με στίχους. Αλλά μην σας παρασύρω σε κάποια εξιδανίκευση του εαυτού μου. Φυσιολογικό παιδί ήμουνα. Με τα παιχνίδια μου μικρός, με τον αθλητισμό και τους έρωτές μου έφηβος, με τις διαδηλώσεις στις τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου και στο Πανεπιστήμιο. Διάβαζα με πάθος Ιστορία και συναντήθηκα εγκαίρως με τη διαχρονική και οριστική αγάπη μου, τον Κάρολο Μαρξ.
Το έργο του συνεχίζει να πορεύεται στον χρόνο, η μουσική του «τον όγκο των ετών» να σκίζει και να περνά στην αιωνιότητα, εμπνέοντας όλους εμάς και τις μελλοντικές γενιές. Τα τραγούδια του συνεχίζουν να εμπνέουν, να εμψυχώνουν και να μας συντροφεύουν «συνομιλώντας» κάθε φορά με την εποχή, δίνοντας τις δικές τους απαντήσεις στις νέες προκλήσεις.
Το έργο του, στα κοντά πενήντα χρόνια δημιουργίας του, αποτελεί το δικό μας «αγκωνάρι», τις «βασικές διαστάσεις» στη δική μας ζωή... Συνέθεσε όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, πειραματική μουσική. Μέσα από τα τραγούδια του κατάφερε και έβαλε στο στόμα των ανθρώπων λόγια μεγάλων ποιητών και στιχουργών. Ναζίμ Χικμέτ, Γιάννης Ρίτσος, Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι, Μάνος Ελευθερίου, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Αλκης Αλκαίος, Μανόλης Αναγνωστάκης, Φώντας Λάδης, Νίκος Καββαδίας, Μιχάλης Γκανάς, Κώστας Τριπολίτης, Γιώργος Κακουλίδης, Χριστόφορος Λιοντάκης, Οδυσσέας Ιωάννου, Λίνα Νικολακοπούλου είναι μερικοί μόνο από τους ποιητές και στιχουργούς που μελοποίησε στην 50χρονη, σχεδόν, διαδρομή του.
Αγαπούσε πολύ τη ζωή. Ωραίο για τον ίδιο ήταν καθετί που υπερνικά τις δυσκολίες. Αυτό ήταν και το μήνυμα που στέλνουν τα τραγούδια του, η στάση ζωής του... «Nα ονειρευτούμε μια άλλη κοινωνία, στην οποία ο άνθρωπος θα αυτοπραγματωθεί. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να "χορέψουμε πάνω στο φτερό του καρχαρία". Nα ξεπεράσουμε τις καταγεγραμμένες μας δυνατότητες, να ξεπεράσουμε τα όριά μας. Με άλλα λόγια, να κατακτήσουμε το Αδύνατο».
Μια αναδρομή
Με τα λόγια του Θάνου*
Ξεκίνησα να κάνω μουσική πριν πάω στο Δημοτικό Σχολείο. Σιγά - σιγά, μέρα με τη μέρα, μήνα με τον μήνα, χρόνο με τον χρόνο, η μουσική έγινε η βασική διάσταση στη ζωή μου. Στην αρχή εγκαταστάθηκε εντός μου η κλασική μουσική, ο Μπαχ, ο Μπετόβεν, ο Μότσαρτ. Παίζοντάς τους στο πιάνο 10-12 χρονών, ταξίδευα στους δρόμους της πόλης μου, στην Πάτρα, στις στοές της, στα νεοκλασικά κτίριά της, αλλά έφευγα και πέραν αυτής. Σε πόλεις και εποχές παλιές που δεν ήξερα. Αυτοσχεδίαζα στο πιάνο με τις ώρες.
Λίγο πιο μετά, εκεί στο '60. Νέες αγάπες: Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης, το τραγούδι δηλαδή. Δεύτερο αγκωνάρι εντός μου. Χρωστάω και σε αυτούς ταξίδια, αλλά και πόνους αφόρητους. Ο αυστηρός δάσκαλος του Ωδείου εξασκείτο με τον χάρακα στα δάχτυλά μου, με δύναμη, για να πάψω να τους παίζω στο πιάνο. Δεν σταμάτησα να τους παίζω. Αλλαξα δάσκαλο.
Τέλος, στο Πανεπιστήμιο ανακάλυψα νέους μουσικούς κόσμους. Τη μεταπολεμική avant garde μουσική, την πρωτοπορία της δεκαετίας του '60. Νέοι ήχοι, νέες θεωρίες, έγιναν καθημερινότητά μου. Καινούρια ταξίδια, νέα όνειρα, άγνωστοι τόποι.
Από την αρχή, όμως, που συνέβαιναν όλα αυτά, μπήκε στη ζωή μου και η ποίηση. Ηθικός αυτουργός ο πατέρας μου, που κρατώντας με στην αγκαλιά του, από τα 5 μου χρόνια, μου διάβαζε ποιήματα σχεδόν κάθε βράδυ. Από τότε θυμάμαι απ' έξω ολόκληρο τον Καρυωτάκη. Αλλά και Καβάφη και Ρίτσο και όλους σχεδόν τους ελάσσονες ποιητές, που δεν είναι όσο ελάσσονες τους είπαν.
Η ποίηση έγινε η δεύτερη διάσταση στην καθημερινότητά μου. Κάποιες φορές - θυμάμαι - έπιανα τον εαυτό μου να μιλάει με στίχους. Αλλά μην σας παρασύρω σε κάποια εξιδανίκευση του εαυτού μου. Φυσιολογικό παιδί ήμουνα. Με τα παιχνίδια μου μικρός, με τον αθλητισμό και τους έρωτές μου έφηβος, με τις διαδηλώσεις στις τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου και στο Πανεπιστήμιο. Διάβαζα με πάθος Ιστορία και συναντήθηκα εγκαίρως με τη διαχρονική και οριστική αγάπη μου, τον Κάρολο Μαρξ.
***
Είχα αρχίσει να γράφω μουσική από το 1965 και σιγά - σιγά τα τραγούδια, αλλά και τα πρώτα σχεδιάσματα έργων άρχισαν από τότε να πληθαίνουν. Η μελοποίηση της ποίησης από τότε ήταν μονόδρομος για μένα. Αλλά ταυτοχρόνως βασανιστικές ερωτήσεις δεν έβρισκαν τις απαντήσεις τους. Ανατρέχοντας στα ημερολόγια, που κρατούσα από εκείνη την εποχή, διαβάζω και θυμάμαι ότι ένας εφιάλτης με κυνηγούσε καθημερινά. Ως γνήσιο τέκνο της πρωτοπορίας έπρεπε ο ήχος μου να είναι νέος, να μην θυμίζει τίποτα από το παρελθόν, συνεπώς δύσκολη, αν όχι αδύνατη η επικοινωνία με τον κόσμο. Σαν παιδί της αριστεράς ήθελα την επικοινωνία με τον κόσμο. Πώς θα μπορούσαν να συνδυαστούν αυτά τα δύο;
Και ακριβώς τότε μπαίνει στη ζωή μου ο Γιάννης Ρίτσος. Είχα αρχίσει να δουλεύω πάνω σε ποιήματά του, κυρίως, με τον τρόπο της Νέας μουσικής. Αρχισα να τον επισκέπτομαι σπίτι του, όταν είχε επιστρέψει από την τελευταία του εξορία. Του έδειχνα τις παρτιτούρες μου, του εξηγούσα τον τρόπο γραφής και αυτός αισθανόμουνα ότι πολύ το ευχαριστιόταν, γιατί αν και θεωρούσε πολύ σημαντική τη δουλειά του Μίκη πάνω στα ποιήματά του, σας διαβεβαιώνω ότι ήθελε κατά βάθος και μία άλλη αντιμετώπιση της πολυδιάστατης ποίησής του. Θυμάμαι ένα απόγευμα ότι μου είχε δείξει με θαυμασμό μία μεγάλη σελίδα μουσικής που του είχε στείλει ο Γιάννης Χρήστου, σχεδίασμα σ' ένα ποίημά του. Ο Γ. Χρήστου είναι μακράν ο μεγαλύτερος συνθέτης της Σύγχρονης Ελληνικής Μουσικής, που «έφυγε» δυστυχώς πρόωρα, στα 44 χρόνια του.
Οι συναντήσεις μας πύκνωναν, έγιναν σχεδόν καθημερινές. Και οι συμβουλές του αμέτρητες στον νέο συνθέτη:
«Γράφε για ό,τι σε καίει. Σε καίει ο έρωτας; Γράφε. Η μοναξιά σου; Γράφε. Ο αγώνας ενάντια στη βία του φασισμού; Γράφε. Αλλά, ΠΡΟΣΕΧΕ. Το θέμα δεν ορίζει την αξία του έργου. Αυτό που έχει σημασία είναι το αδιάσπαστο περιεχομένου και φόρμας. Γιατί κάθε νέο περιεχόμενο απαιτεί μια νέα φόρμα, γιατί η φόρμα είναι κοινωνική εμπειρία αποκρυσταλλωμένη. Θα σέβεσαι το παρελθόν, θα το περιέχεις, θα το αφομοιώνεις, αλλά ΔΕΝ ΘΑ ΤΟ ΜΙΜΗΘΕΙΣ».
Οι συμβουλές του να μην ψάχνω για το φαίνεσθαι, αλλά για το είναι, με οδήγησαν στις κατοπινές μελοποιήσεις, να προσπαθώ να ανακαλύψω τις κρυμμένες πλευρές που κάθε μεγάλο ποίημα διαθέτει...
Η Σφήκα: Επιλογές
Είχα αρχίσει να γράφω μουσική από το 1965 και σιγά - σιγά τα τραγούδια, αλλά και τα πρώτα σχεδιάσματα έργων άρχισαν από τότε να πληθαίνουν. Η μελοποίηση της ποίησης από τότε ήταν μονόδρομος για μένα. Αλλά ταυτοχρόνως βασανιστικές ερωτήσεις δεν έβρισκαν τις απαντήσεις τους. Ανατρέχοντας στα ημερολόγια, που κρατούσα από εκείνη την εποχή, διαβάζω και θυμάμαι ότι ένας εφιάλτης με κυνηγούσε καθημερινά. Ως γνήσιο τέκνο της πρωτοπορίας έπρεπε ο ήχος μου να είναι νέος, να μην θυμίζει τίποτα από το παρελθόν, συνεπώς δύσκολη, αν όχι αδύνατη η επικοινωνία με τον κόσμο. Σαν παιδί της αριστεράς ήθελα την επικοινωνία με τον κόσμο. Πώς θα μπορούσαν να συνδυαστούν αυτά τα δύο;
Και ακριβώς τότε μπαίνει στη ζωή μου ο Γιάννης Ρίτσος. Είχα αρχίσει να δουλεύω πάνω σε ποιήματά του, κυρίως, με τον τρόπο της Νέας μουσικής. Αρχισα να τον επισκέπτομαι σπίτι του, όταν είχε επιστρέψει από την τελευταία του εξορία. Του έδειχνα τις παρτιτούρες μου, του εξηγούσα τον τρόπο γραφής και αυτός αισθανόμουνα ότι πολύ το ευχαριστιόταν, γιατί αν και θεωρούσε πολύ σημαντική τη δουλειά του Μίκη πάνω στα ποιήματά του, σας διαβεβαιώνω ότι ήθελε κατά βάθος και μία άλλη αντιμετώπιση της πολυδιάστατης ποίησής του. Θυμάμαι ένα απόγευμα ότι μου είχε δείξει με θαυμασμό μία μεγάλη σελίδα μουσικής που του είχε στείλει ο Γιάννης Χρήστου, σχεδίασμα σ' ένα ποίημά του. Ο Γ. Χρήστου είναι μακράν ο μεγαλύτερος συνθέτης της Σύγχρονης Ελληνικής Μουσικής, που «έφυγε» δυστυχώς πρόωρα, στα 44 χρόνια του.
Οι συναντήσεις μας πύκνωναν, έγιναν σχεδόν καθημερινές. Και οι συμβουλές του αμέτρητες στον νέο συνθέτη:
«Γράφε για ό,τι σε καίει. Σε καίει ο έρωτας; Γράφε. Η μοναξιά σου; Γράφε. Ο αγώνας ενάντια στη βία του φασισμού; Γράφε. Αλλά, ΠΡΟΣΕΧΕ. Το θέμα δεν ορίζει την αξία του έργου. Αυτό που έχει σημασία είναι το αδιάσπαστο περιεχομένου και φόρμας. Γιατί κάθε νέο περιεχόμενο απαιτεί μια νέα φόρμα, γιατί η φόρμα είναι κοινωνική εμπειρία αποκρυσταλλωμένη. Θα σέβεσαι το παρελθόν, θα το περιέχεις, θα το αφομοιώνεις, αλλά ΔΕΝ ΘΑ ΤΟ ΜΙΜΗΘΕΙΣ».
Οι συμβουλές του να μην ψάχνω για το φαίνεσθαι, αλλά για το είναι, με οδήγησαν στις κατοπινές μελοποιήσεις, να προσπαθώ να ανακαλύψω τις κρυμμένες πλευρές που κάθε μεγάλο ποίημα διαθέτει...
*Αποσπάσματα από την ομιλία του Θάνου Μικρούτσικου, το 2018, στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου - CD «Καντάτα για τη Μακρόνησο» - «Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Στην έκδοση περιλαμβάνεται νέα, αναθεωρημένη ηχογράφηση στα δύο έργα που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος το 1976 - «Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη», σε ποιητική απόδοση Γιάννη Ρίτσου, και «Καντάτα για τη Μακρόνησο» σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου - και είναι αφιερωμένη στα 100 χρόνια ηρωικής ζωής και δράσης του ΚΚΕ.Πηγή: rizospastis
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου