Σταύρος Λυγερός
Στο τελευταίο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ το ζήτημα που ποτέ δεν ετέθη, αλλά αιωρείτο στην ατμόσφαιρα, ήταν εάν θα παραμείνει κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ή θα μετεξελιχθεί σε μία παράταξη που θα εκφράζει και την εγχώρια Κεντροαριστερά. Όπως έχει φανεί εδώ και πολύ καιρό, ο Τσίπρας έχει κάνει την επιλογή του παρά τις γκρίνιες από την Κουμουνδούρου. Εξ ου και η Προοδευτική Συμμαχία.
Το Μαξίμου επιδιώκει αφενός να προσδέσει οριστικά στον ΣΥΡΙΖΑ άλλοτε ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που το 2015 τον ψήφισαν, αφετέρου να ρυμουλκήσει στο άρμα του Τσίπρα πολιτικά στελέχη που έχουν συνδέσει το όνομά τους με το ΠΑΣΟΚ ή που κινούνταν στον ευρύτερο χώρο του ΚΙΝΑΛ. Αυτό τον σκοπό υπηρέτησε η εκδήλωση το περασμένο Σάββατο (6 Απριλίου) για την Προοδευτική Συμμαχία, όπως και η προηγούμενη που είχε οργανώσει η «Γέφυρα».
Το πρωθυπουργικό επιτελείο εκτιμάει σωστά ότι το κόμμα της Γεννηματά κατά κανόνα δεν μπορεί να επανασυσπειρώσει τους ψηφοφόρους που έφυγαν. Επ’ αυτού, οι δημοσκοπήσεις δεν αφήνουν καμία αμφιβολία. Όσον αφορά δε τις διεργασίες για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς έχουν καταρρεύσει πλήρως, αν και ποτέ δεν έδειξαν ότι μπορούν στο εκλογικό επίπεδο να μετατρέψουν το ΚΙΝΑΛ στον αντίπαλο πόλο της ΝΔ. Ο τελευταίος μη πασόκος που εγκατέλειψε το ΚΙΝΑΛ και έχει ήδη μετατραπεί σε δορυφόρο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Θεοχαρόπουλος με τα απομεινάρια της έτσι κι αλλιώς ολιγάριθμης ΔΗΜΑΡ.
Ο βασικός λόγος είναι ότι το ΚΙΝΑΛ έχει απαξιωθεί και ιδεολογικά και πολιτικά και ηθικά. Ιδεολογικά, επειδή έχει πλέον (νεο)φιλελεύθερο ιδεολογικό πρόσημο, γεγονός που το φέρνει πολιτικά κοντά στη ΝΔ και το μετατρέπει δυνάμει σε συμπλήρωμά της. Αυτό τουλάχιστον νοιώθει η ποσοτικά ισχυρότερη πτέρυγα του κόμματος, η οποία χαρακτηρίζεται από αντι-ΣΥΡΙΖΑ αντανακλαστικά.
Στην αντίπερα εσωκομματική όχθη υπάρχει η άλλη πτέρυγα, στην οποία κυριαρχεί το αντιδεξιό σύνδρομο. Γι’ αυτό και αποκλείει το ενδεχόμενο να συνεργαστεί μετεκλογικά με τον Μητσοτάκη για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Αυτή η πτέρυγα κοιτάζει προς τον ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας ένα διάλογο και μία προσέγγιση μαζί του. Ανάμεσα στις δύο πτέρυγες η Γεννηματά, η οποία προσπαθεί να ισορροπήσει, προκειμένου να διατηρήσει την ενότητα του κόμματος. Σημαία της η αυτόνομη πολιτική παρουσία του ΚΙΝΑΛ, την οποία στα λόγια, βεβαίως, κανείς δεν αμφισβητεί.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι σκληρή για το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ. Η χλωμή δημοσκοπική επίδοσή του εξ αντιδιαστολής ενισχύει τις αποκλίνουσες τάσεις, μετατρέποντας το ΚΙΝΑΛ σε έναν ιδιότυπο πολιτικό Ιανό. Στην αντιδεξιά πτέρυγα έχουμε τρεις κατηγορίες:
Αξίζει να υπογραμμισθεί ότι αν και ο Τσίπρας έχει εδώ και πολύ καιρό αρχίσει τα πολιτικά ανοίγματα. Στην πραγματικότητα, όμως, τώρα που έχει εισέλθει στην τελική ευθεία δρομολόγησε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και έκανε κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Το σχήμα της Προοδευτικής Συμμαχίας στην πραγματικότητα είναι μία προσπάθεια του πρωθυπουργού να περιορίσει τη διαγραφόμενη εκλογική ήττα, δημιουργώντας την εντύπωση στην κοινή γνώμη ότι είναι αυτός που εκφράζει πολιτικά το αντιδεξιό μέτωπο.
Αναμφίβολα πρόκειται για δοκιμασμένη συνταγή. Το τοπίο, ωστόσο, δεν είναι μία προβολή της δεκαετίας 1980. Η τελευταία δεκαετία της οξύτατης κρίσης έχει αλλοιώσει τα παραδοσιακά πολιτικά-κομματικά-εκλογικά στερεότυπα. Ένα μεγάλο μέρος των κεντροαριστερών ψηφοφόρων που από το 2012 προσανατολίστηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας ότι με κάποιον τρόπο θα ακυρώσει τις μνημονικές πολιτικές, έχουν ήδη πάρει αποστάσεις.
Μπορεί ο κορμός τους να τον ξαναψήφισε τον Σεπτέμβριο του 2015, αλλά η εφαρμογή του 3ου Μνημονίου, η υπερφορολόγηση, η Συμφωνία των Πρεσπών και μία σειρά άλλα θέματα έχουν προκαλέσει ρήγματα στην έτσι κι αλλιώς όχι παγιωμένη εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ενδεικτικό ότι όλες ανεξαιρέτως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ΝΔ θα είναι το πρώτο κόμμα και μάλιστα με σημαντική διαφορά.
Ο Τσίπρας χρησιμοποιεί τους πασοκογενείς σαν κράχτες και μεσολαβητές για να προσελκύσει στο κόμμα του οργανωμένες δυνάμεις της Κεντροαριστεράς κυρίως στους χώρους των συνδικάτων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ειδικά τώρα που καλείται να δώσει τη μάχη των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών. Εξ ου και οι πολιτικές παραστάσεις που στήνει εδώ και μερικούς μήνες με πιο σημαντική την τελευταία. Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφονται και οι υπουργοποιήσεις πρώην πασόκων στον τελευταίο ανασχηματισμό, όπως και ότι στις ευρωεκλογές το κυβερνών κόμμα κατεβαίνει ως ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία.
Όλα αυτά, όπως προανέφερα, προκαλούν κάποιες αντιδράσεις στην Κουμουνδούρου. Ο «μικρός ΣΥΡΙΖΑ», άλλωστε, έχει νοοτροπία «φυλής» και αντιμετωπίζει τους πρώην πασόκους σαν παρείσακτους και περίπου σαν ανεπιθύμητους. Οι κύκλοι αυτοί, ωστόσο, δεν είναι ικανοί να εγείρουν σοβαρά εμπόδια στον Τσίπρα, ειδικά όταν το φάσμα της εκλογικής ήττας είναι ενώπιόν τους. Γι’ αυτό και οι αντιδράσεις δεν προσλαμβάνουν δημόσιο χαρακτήρα.
Παρότι στο επίπεδο της κοινωνίας υπάρχει πρόβλημα ανταπόκρισης, το Μαξίμου συνεχίζει να επιδιώκει τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε μία παράταξη (Προοδευτική Συμμαχία) που να καλύπτει το πολιτικό φάσμα από τη ριζοσπαστική Αριστερά μέχρι και τις παρυφές της Κεντροδεξιάς. Οι μνημονιακές πολιτικές της κυβέρνησης Τσίπρα έχουν, ωστόσο, αφήσει τραύματα στην κοινωνική Κεντροαριστερά, με αποτέλεσμα η διεύρυνση με πολιτικά στελέχη να μην συνεπάγεται και αντίστοιχη προσχώρηση στο επίπεδο των ψηφοφόρων.
Από την άλλη πλευρά, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ αναμφίβολα ευνοείται από το γεγονός ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει εναλλακτική πολιτική υποδοχή για την κατηγορία των αντιδεξιών ψηφοφόρων. Όπως επιβεβαιώνεται και από τις δημοσκοπήσεις, οι παραδοσιακοί κεντροαριστεροί ψηφοφόροι κατά κανόνα δεν επιστρέφουν στο ΠΑΣΟΚ. Το πολιτικό άνοιγμα που επιχειρεί το Μαξίμου, πάντως, συνδέεται και με τις διεργασίες για στενότερη συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές. Είναι επιβεβαιωμένο ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία επιδιώκει να ρυμουλκήσει το κόμμα του Τσίπρα στους κόλπους της.
Από την πλευρά του, ο Έλληνας πρωθυπουργός κατανοεί ότι όσο πιο στενά συνδεθεί με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει μεγάλο κόμμα. Για προφανείς λόγους, ωστόσο, επιδιώκει να εμφανίσει την κίνησή του ως προσπάθεια προσέγγισης της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας με την ευρωπαϊκή Αριστερά και όχι ως μεταπήδηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Πηγή: SL press
Σταύρος Λυγερός: Σχετικά με τον συντάκτη
Στο τελευταίο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ το ζήτημα που ποτέ δεν ετέθη, αλλά αιωρείτο στην ατμόσφαιρα, ήταν εάν θα παραμείνει κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ή θα μετεξελιχθεί σε μία παράταξη που θα εκφράζει και την εγχώρια Κεντροαριστερά. Όπως έχει φανεί εδώ και πολύ καιρό, ο Τσίπρας έχει κάνει την επιλογή του παρά τις γκρίνιες από την Κουμουνδούρου. Εξ ου και η Προοδευτική Συμμαχία.
Το Μαξίμου επιδιώκει αφενός να προσδέσει οριστικά στον ΣΥΡΙΖΑ άλλοτε ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που το 2015 τον ψήφισαν, αφετέρου να ρυμουλκήσει στο άρμα του Τσίπρα πολιτικά στελέχη που έχουν συνδέσει το όνομά τους με το ΠΑΣΟΚ ή που κινούνταν στον ευρύτερο χώρο του ΚΙΝΑΛ. Αυτό τον σκοπό υπηρέτησε η εκδήλωση το περασμένο Σάββατο (6 Απριλίου) για την Προοδευτική Συμμαχία, όπως και η προηγούμενη που είχε οργανώσει η «Γέφυρα».
Το πρωθυπουργικό επιτελείο εκτιμάει σωστά ότι το κόμμα της Γεννηματά κατά κανόνα δεν μπορεί να επανασυσπειρώσει τους ψηφοφόρους που έφυγαν. Επ’ αυτού, οι δημοσκοπήσεις δεν αφήνουν καμία αμφιβολία. Όσον αφορά δε τις διεργασίες για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς έχουν καταρρεύσει πλήρως, αν και ποτέ δεν έδειξαν ότι μπορούν στο εκλογικό επίπεδο να μετατρέψουν το ΚΙΝΑΛ στον αντίπαλο πόλο της ΝΔ. Ο τελευταίος μη πασόκος που εγκατέλειψε το ΚΙΝΑΛ και έχει ήδη μετατραπεί σε δορυφόρο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Θεοχαρόπουλος με τα απομεινάρια της έτσι κι αλλιώς ολιγάριθμης ΔΗΜΑΡ.
Ο βασικός λόγος είναι ότι το ΚΙΝΑΛ έχει απαξιωθεί και ιδεολογικά και πολιτικά και ηθικά. Ιδεολογικά, επειδή έχει πλέον (νεο)φιλελεύθερο ιδεολογικό πρόσημο, γεγονός που το φέρνει πολιτικά κοντά στη ΝΔ και το μετατρέπει δυνάμει σε συμπλήρωμά της. Αυτό τουλάχιστον νοιώθει η ποσοτικά ισχυρότερη πτέρυγα του κόμματος, η οποία χαρακτηρίζεται από αντι-ΣΥΡΙΖΑ αντανακλαστικά.
Στην αντίπερα εσωκομματική όχθη υπάρχει η άλλη πτέρυγα, στην οποία κυριαρχεί το αντιδεξιό σύνδρομο. Γι’ αυτό και αποκλείει το ενδεχόμενο να συνεργαστεί μετεκλογικά με τον Μητσοτάκη για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Αυτή η πτέρυγα κοιτάζει προς τον ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας ένα διάλογο και μία προσέγγιση μαζί του. Ανάμεσα στις δύο πτέρυγες η Γεννηματά, η οποία προσπαθεί να ισορροπήσει, προκειμένου να διατηρήσει την ενότητα του κόμματος. Σημαία της η αυτόνομη πολιτική παρουσία του ΚΙΝΑΛ, την οποία στα λόγια, βεβαίως, κανείς δεν αμφισβητεί.
Θυμίζει πολιτικό Ιανό
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι σκληρή για το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ. Η χλωμή δημοσκοπική επίδοσή του εξ αντιδιαστολής ενισχύει τις αποκλίνουσες τάσεις, μετατρέποντας το ΚΙΝΑΛ σε έναν ιδιότυπο πολιτικό Ιανό. Στην αντιδεξιά πτέρυγα έχουμε τρεις κατηγορίες:
- Πρώτον, όσοι ΠΑΣΟΚογενείς έχουν ήδη από καιρό μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ.
- Δεύτερον, όσοι το τελευταίο διάστημα ακολούθησαν τα χνάρια των πρώτων και κινούνται δορυφορικά γύρω από τον Τσίπρα, συμμετέχοντας στην Προοδευτική Συμμαχία.
- Τρίτον, είναι όσοι παραμένουν στο ΚΙΝΑΛ, αλλά είναι στη γραμμή ενός διαλόγου και μίας προσέγγισης με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αξίζει να υπογραμμισθεί ότι αν και ο Τσίπρας έχει εδώ και πολύ καιρό αρχίσει τα πολιτικά ανοίγματα. Στην πραγματικότητα, όμως, τώρα που έχει εισέλθει στην τελική ευθεία δρομολόγησε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και έκανε κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Το σχήμα της Προοδευτικής Συμμαχίας στην πραγματικότητα είναι μία προσπάθεια του πρωθυπουργού να περιορίσει τη διαγραφόμενη εκλογική ήττα, δημιουργώντας την εντύπωση στην κοινή γνώμη ότι είναι αυτός που εκφράζει πολιτικά το αντιδεξιό μέτωπο.
Αναμφίβολα πρόκειται για δοκιμασμένη συνταγή. Το τοπίο, ωστόσο, δεν είναι μία προβολή της δεκαετίας 1980. Η τελευταία δεκαετία της οξύτατης κρίσης έχει αλλοιώσει τα παραδοσιακά πολιτικά-κομματικά-εκλογικά στερεότυπα. Ένα μεγάλο μέρος των κεντροαριστερών ψηφοφόρων που από το 2012 προσανατολίστηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας ότι με κάποιον τρόπο θα ακυρώσει τις μνημονικές πολιτικές, έχουν ήδη πάρει αποστάσεις.
Εκλογικά ρήγματα
Μπορεί ο κορμός τους να τον ξαναψήφισε τον Σεπτέμβριο του 2015, αλλά η εφαρμογή του 3ου Μνημονίου, η υπερφορολόγηση, η Συμφωνία των Πρεσπών και μία σειρά άλλα θέματα έχουν προκαλέσει ρήγματα στην έτσι κι αλλιώς όχι παγιωμένη εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ενδεικτικό ότι όλες ανεξαιρέτως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ΝΔ θα είναι το πρώτο κόμμα και μάλιστα με σημαντική διαφορά.
Ο Τσίπρας χρησιμοποιεί τους πασοκογενείς σαν κράχτες και μεσολαβητές για να προσελκύσει στο κόμμα του οργανωμένες δυνάμεις της Κεντροαριστεράς κυρίως στους χώρους των συνδικάτων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ειδικά τώρα που καλείται να δώσει τη μάχη των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών. Εξ ου και οι πολιτικές παραστάσεις που στήνει εδώ και μερικούς μήνες με πιο σημαντική την τελευταία. Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφονται και οι υπουργοποιήσεις πρώην πασόκων στον τελευταίο ανασχηματισμό, όπως και ότι στις ευρωεκλογές το κυβερνών κόμμα κατεβαίνει ως ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία.
Όλα αυτά, όπως προανέφερα, προκαλούν κάποιες αντιδράσεις στην Κουμουνδούρου. Ο «μικρός ΣΥΡΙΖΑ», άλλωστε, έχει νοοτροπία «φυλής» και αντιμετωπίζει τους πρώην πασόκους σαν παρείσακτους και περίπου σαν ανεπιθύμητους. Οι κύκλοι αυτοί, ωστόσο, δεν είναι ικανοί να εγείρουν σοβαρά εμπόδια στον Τσίπρα, ειδικά όταν το φάσμα της εκλογικής ήττας είναι ενώπιόν τους. Γι’ αυτό και οι αντιδράσεις δεν προσλαμβάνουν δημόσιο χαρακτήρα.
Ανυπαρξία εναλλακτικής λύσης
Παρότι στο επίπεδο της κοινωνίας υπάρχει πρόβλημα ανταπόκρισης, το Μαξίμου συνεχίζει να επιδιώκει τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε μία παράταξη (Προοδευτική Συμμαχία) που να καλύπτει το πολιτικό φάσμα από τη ριζοσπαστική Αριστερά μέχρι και τις παρυφές της Κεντροδεξιάς. Οι μνημονιακές πολιτικές της κυβέρνησης Τσίπρα έχουν, ωστόσο, αφήσει τραύματα στην κοινωνική Κεντροαριστερά, με αποτέλεσμα η διεύρυνση με πολιτικά στελέχη να μην συνεπάγεται και αντίστοιχη προσχώρηση στο επίπεδο των ψηφοφόρων.
Από την άλλη πλευρά, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ αναμφίβολα ευνοείται από το γεγονός ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει εναλλακτική πολιτική υποδοχή για την κατηγορία των αντιδεξιών ψηφοφόρων. Όπως επιβεβαιώνεται και από τις δημοσκοπήσεις, οι παραδοσιακοί κεντροαριστεροί ψηφοφόροι κατά κανόνα δεν επιστρέφουν στο ΠΑΣΟΚ. Το πολιτικό άνοιγμα που επιχειρεί το Μαξίμου, πάντως, συνδέεται και με τις διεργασίες για στενότερη συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές. Είναι επιβεβαιωμένο ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία επιδιώκει να ρυμουλκήσει το κόμμα του Τσίπρα στους κόλπους της.
Από την πλευρά του, ο Έλληνας πρωθυπουργός κατανοεί ότι όσο πιο στενά συνδεθεί με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει μεγάλο κόμμα. Για προφανείς λόγους, ωστόσο, επιδιώκει να εμφανίσει την κίνησή του ως προσπάθεια προσέγγισης της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας με την ευρωπαϊκή Αριστερά και όχι ως μεταπήδηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Πηγή: SL press
Σταύρος Λυγερός: Σχετικά με τον συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου