Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020

Η ναυτική στρατηγική της Τουρκίας και ο παράγοντας Καστελόριζο

Γιώργος Στάμκος


Η σημερινή Τουρκία αποτελεί τα κατάλοιπα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η κληρονόμος της. Αυτό τουλάχιστον παραδέχεται με αξιώσεις η σημερινή πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της γειτονικής μας χώρας, καθώς και ένα μεγάλο τμήμα του τουρκικού λαού. “Είναι αδύνατο για την Τουρκία, η οποία δημιουργήθηκε στη βάση του ιστορικού και γεωπολιτικού παρελθόντος της οθωμανικής αυτοκρατορίας και υπεισήλθε στην κληρονομιά της, να διανοηθεί να σχεδιάσει την άμυνά της αποκλειστικά στο πλαίσιο των συνόρων που κατέχει”, υποστήριξε ο πρώην υπουργός εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, στη γεωπολιτική του μελέτη υπό τον τίτλο Στρατηγικό Βάθος (σελ. 83).

Ερντογανική ισλαμο-εθνικιστική Vs δυτικότροπος Κεμαλισμός


Αυτό συνοψίζει επίσης και το δόγμα του νεο-οθωμανισμού, που ακολουθεί πιστά το πολιτικό ζεύγος Ερντογάν-Μπαχτσελί, αλλά και την άρνηση του Κεμαλισμού, που είχε ως βασικό του σύνθημα το “ειρήνη στην Τουρκία και στον κόσμο” σε μια εποχή όμως που κυριαρχούσαν στον κόσμο οι Ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις.

Ο Κεμαλισμός αντιπροσώπευε μια τομή και ταυτόχρονα μια ρήξη με το οθωμανικό παρελθόν, με στόχο τη συγκρότηση μιας σύγχρονης δυτικότροπης, κοσμικής και ρεπουμπλικανικής Τουρκίας. Η ισλαμο-εθνικιστική σύνθεση την οποία επιχειρεί πλέον ο Ερντογάν, έχοντας ως σύμμαχο τον Μπαχτσελί, επαναφέρει στο προσκήνιο την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ προωθεί την επανα-ισλαμοποίηση της Τουρκίας, όπως έδειξε και η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε Τζαμί, βάζοντας έτσι ένα ακόμη καρφί στο φέρετρο του Κεμάλ Ατατούρκ.

Ο παράγοντας ναυτική ισχύς στην παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον 19ο αιώνα


Εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες η Τουρκία σχεδιάζει την αμυντική, βιομηχανική και ναυτική στρατηγική λαμβάνοντας πλέον υπόψιν της την ιστορική οθωμανική της κληρονομιά και τις φιλοδοξίες να την αναβιώσει στον 21ο αιώνα.

Βρισκόμενη στο γεωπολιτικό σταυροδρόμι ενός ασταθούς κόσμου η Τουρκία, η οποία είναι στην ουσία μια ηπειρωτική χερσόνησος περιτριγυρισμένη κι από τις τρεις πλευρές της από θάλασσα, αισθάνεται υποχρεωμένη, εκτός από ισχυρό στρατό και αεροπορία, να διαθέτει και ισχυρό πολεμικό ναυτικό για να διεξαγάγει αμυντικές και επιθετικές επιχειρήσεις.

Το επιτελείο του Ερντογάν θεωρεί πως η υποχώρηση της οθωμανικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια, που ξεκίνησε με την ελληνική επανάσταση του 1821, σχετιζόταν άμεσα με την εξασθένιση και την εξάλειψη της οθωμανικής θαλάσσιας ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο κατά τον 19ο αιώνα. Ο Σουλτάνος Αβδούλ Αζίζ, με τους όλο και πιο λιγοστούς πόρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσπάθησε τότε να δημιουργήσει έναν ισχυρό στόλο, αλλά δεν μπόρεσε να τον χρησιμοποιήσει για να μην θορυβηθεί η τότε θαλασσοκράτειρα Αγγλία. Όπως επισημαίνει και ο Αχμέτ Νταβούτογλου “ο οθωμανικός στόλος, αφού κρατήθηκε στις κλειστές θάλασσες, τελικά εγκαταλείφθηκε, ώστε να σαπίσει στον Κεράτιο Κόλπο” (Στρατηγικό Βάθος, σελ. 241).

Πώς χάθηκε ο έλεγχος του Αιγαίου από την Τουρκία


Αυτή η θαλάσσια αδυναμία της Τουρκίας ήταν και ο βασικός λόγος, σύμφωνα με τον Νταβούτογλου, που χάθηκε ο έλεγχος όλου του Αιγαίου και των νησιών του που, από τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-13) και μετά, πέρασαν στην κυριαρχία της Ελλάδας, η οποία είχε τότε ισχυρότερο στόλο έναντι της Τουρκίας. Βέβαια ιστορικά, πολιτισμικά, εθνογλωσσικά και δημογραφικά τα νησιά του αρχιπελάγους αποτελούσαν εδώ και 3.500 χρόνια τη “γεωπολιτική καρδιά” Ελληνισμού, αλλά αυτό φαίνεται να μη θεωρείται “σημαντικό” από την Άγκυρα.

Ακόμη και το 1944, όταν οι υποχωρούντες από τα Δωδεκάνησα Γερμανοί, που τα κατέλαβαν από τους συνθηκολογήσαντες Ιταλούς το 1943, πρότειναν στην Τουρκία την κατάληψη τους, εκείνη δίστασε, από τη μία διότι δεν διέθετε ισχυρό στόλο κι από την άλλη γιατί δεν ήθελε να προκαλέσει την αντίδραση αρχικά της Αγγλίας και μετέπειτα των ΗΠΑ. Έτσι τα Δωδεκάνησα, με τη Συνθήκη Ειρήνης του Παρισίου το 1947 παραδόθηκαν κι αυτά στην Ελλάδα και μαζί τους και το απομακρυσμένο Καστελόριζο, με την προϋπόθεση την αποστρατιωτικοποίησή τους. Όμως, σύμφωνα με την Άγκυρα, ούτε κι αυτός ο όρος δεν πραγματοποιήθηκε με αποτέλεσμα “η ασφάλεια της δυτικής Τουρκίας να τελεί υπό συνεχή απειλή” (Νταβούτογλου. Σελ. 244). 

Στενά-Αιγαίο-Κύπρος: ένα ενιαίο γεωστρατηγικό τρίγωνο μοιρασμένο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας



Ως αποτέλεσμα η Ελλάδα, μέσω των νησιών του Αιγαίου, απέκτησε στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας, καθώς εμμέσως ελέγχει και τη θαλάσσια διέλευση από τα Στενά (Βόσπορος και Δαρδανέλια). Γι' αυτό και τα νησιά του ανατολικού και βόρειου Αιγαίου αποτελούν και τη ζώνη με τις μεγαλύτερες πιθανότητες εμπλοκής της Τουρκίας σε σύρραξη, όπως έδειξε και η κρίση στα Ίμια το 1996. Έτσι, σύμφωνα με τον Νταβούτογλου “η κρίση του Καρντάκ (σ.σ. Ίμια), που έφερε στο προσκήνιο το θέμα της ελληνικής κυριαρχίας ακόμη και επί βραχονησίδων που βρίσκονται μπροστά στα παράλια μας, είναι το 'πικρό τιμολόγιο' των συσσωρευμένων σφαλμάτων που έχουν διαπραχθεί εκ μέρους της Τουρκίας” (σελ. 244).

Η Τουρκία δεν εισέβαλε στην Κύπρο το 1964, όχι τόσο λόγο του τελεσίγραφου του αμερικανού προέδρου Τζόνσον, αλλά επειδή δεν είχε ακόμη τις απαραίτητες ναυτικές υποδομές για αμφίβιες επιχειρήσεις, τις οποίες και πρόλαβε όμως να αποκτήσει το 1974 ώστε να πραγματοποιήσει την απόβαση στη Μεγαλόνησο (Αττίλας Ι και ΙΙ). Στο Αιγαίο, επειδή κατέχει μόνο λίγα από τα 3.000 μικρά και μεγάλο νησιά του αρχιπελάγους, θεώρησε αναγκαίο την απόκτηση ισχυρού πολεμικού ναυτικού από τη δεκαετία ακόμη του 1970, ώστε να αντισταθμίσει αυτό το στρατηγικό μειονέκτημα έναντι της Ελλάδας. Και στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου δεν υπάρχουν αλλά νησιά πέρα από την Κύπρο, η Τουρκία προσπαθεί να επιβληθεί ως ισχυρός παράγοντας με την απόκτηση ενός στόλου ανοικτής θάλασσας, που περιλαμβάνει μικρά αεροπλανοφόρα αλλά και αεροσκάφη εναέριου εφοδιασμού, ώστε να έχει μεγάλη εμβέλεια δράσης που να φθάνει ως τις ακτές της Λιβύης.

Με ποιον τρόπο επιχειρεί η Τουρκία να μετατραπεί σε Ευρασιατική δύναμη;


Η Τουρκία του Ερντογάν, με τα νεο-οθωμανικά του οράματα, επιχειρεί να ελέγξει μια θαλάσσια περιοχή μετάβασης μεταξύ τριών ηπείρων, στους άξονες Ανατολής-Δύσης και Βορρά-Νότου, ώστε να εξελιχθεί σε σημαντική ευρασιατική δύναμη. Γι' αυτό εφαρμόζει μια ενεργητική εξωτερική πολιτική, με ταυτόχρονη προβολή της γεωπολιτικής και στρατιωτικής ισχύος της, κυρίως μέσου του πολεμικού της ναυτικού, ώστε να ελέγξει αυτές τις “μεταβατικές ζώνες” μεταξύ τριών ηπείρων, με στόχο να συμμετάσχει στην εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων της Αν. Μεσογείου και ταυτόχρονα να αναβαθμιστεί γεωπολιτικά.

Πρόκειται ωστόσο για μια κίνηση υψηλού ρίσκου, για “υπερβολικό άπλωμα του τραχανά”, καθώς η Τουρκία έχει δημιουργήσει ανοικτά μέτωπα στη Συρία, τη Λιβύη, στην Κύπρο, την Αν. Μεσόγειο, στο Αιγαίο και στον Καύκασο, και δεν είναι σίγουρα αν σε μια δυσμενή συγκυρία θα μπορέσει να τα διαχειριστεί επιτυχώς, χωρίς να αναγκαστεί να υποστεί ταπεινωτικές υποχωρήσεις, που δε θα βλάψουν απλώς το γόητρό της, αλλά και τη γεωπολιτική της ισχύ.

Θέλει να γίνει παίκτης “βαρέων βαρών”


Η Τουρκία είναι ένας μεσαίου μεγέθους γεωπολιτικός παίκτης, που επιχειρεί να αναβαθμιστεί και να ανέβει επίπεδο. Δεν έχει όμως προς το παρόν τουλάχιστον τα πραγματικά προσόντα για κάτι τέτοιο, πέρα από το να εκμεταλλεύεται το “κενό εξουσίας” από την αποδυνάμωση και σύγχυση του Δυτικού μπλοκ, έναντι των παραδοσιακών ευρασιατικών δυνάμεων (Ρωσία, Κίνα κ.ά.).

Απέναντι στην Ελλάδα η Τουρκία διεκδικεί “εφ όλης της ύλης” διμερείς διαπραγματεύσεις “αλά καρτ” και “αλά Τούρκα”, και όχι με βάση το διεθνές δίκαιο, τις συνθήκες και το δίκαιο της θάλασσας, καθώς αμφισβητεί έμπρακτα το διεθνώς αποδεκτό δικαίωμα των νησιών να έχουν υφαλοκρηπίδα. Ειδικά το σύμπλεγμα του Καστελόριζου είναι κυριολεκτικά εξαφανισμένο ως ελληνικό έδαφος από τους τουρκικούς χάρτες, που προεκτείνουν την διεκδικούμενη τουρκική ΑΟΖ μέχρι τα ανοικτά της Λιβύης εξαφανίζοντας ταυτόχρονα την ελληνική ΑΟΖ από την ίδια περιοχή.

Ο παράγοντας Καστελόριζο


Σύμφωνα με τη “λογική” της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας Γενί Σαφάκ το Καστελόριζο απέχει μόνο 2 χιλιόμετρα από την Τουρκία αλλά 580 χιλιόμετρα από ελληνικό έδαφος, εννοώντας τις ηπειρωτικές ανατολικές ακτές της Ελλάδας. Φυσικά δεν γίνεται λόγος για την ελληνική Ρόδο, που απέχει 120 χιλιόμετρα από το Καστελόριζο καθώς, σύμφωνα με την τουρκική άποψη τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου “δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ” κι έχουν γενικώς περιορισμένη ή ανύπαρκτη επήρεια στον περιβάλλον χώρο, με άλλα λόγια “δεν είναι 100% Ελλάδα”.

Για την Τουρκία το Καστελόριζο είναι απλά μια γεωγραφική και γεωπολιτική “ανωμαλία” δίπλα στις ακτές της που θα πρέπει ή να αγνοηθεί ή να κατακτηθεί. Μια παρόμοια λογική της “κατάκτησης” επικράτησε και στη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Λειτουργώντας αναχρονιστικά η Τουρκία επαναφέρει την κατακτητική συμπεριφορά στον κόσμο του 21ου αιώνα.
Το Καστελόριζο (Castel Ruggio, δηλαδή «Κοκκινόκαστρο») ή αλλιώς Μεγίστη είναι το ανατολικότερο σημείο του Αιγαιακού κόσμου, καθώς απέχει περίπου 120 χλμ. από τη Ρόδο και μόλις δύο χιλιόμετρα από τις ακτές της Μικράς Ασίας (Λυκίας! Το αλλοτινό καμάρι της ανατολικής Μεσογείου δεν είναι σήμερα παρά μια σκιά του εαυτού του: στις αρχές του αιώνα μας είχε 20.000 κατοίκους, ενώ σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοι δεν ξεπερνούν τους 300. Η Μεγίστη είναι το κέντρο ενός συμπλέγματος νησίδων, που περιλαμβάνεται ανάμεσα τους είναι η Ρω (θυμάστε την Κυρά της Ρω;). Από τα μνημεία του νησιού ξεχωρίζουν οι επιβλητικές οχυρώσεις του Παλαιόκαστρου, με την «κυκλώπεια» τοιχοδομία τους και ο λεγόμενος Λυκιακός Τάφος, που είναι λαξευμένος σε κοκκινωπό βράχο. Γενικώς οι κόκκινοι βράχοι κυριαρχούν στο νησί, που γι’ αυτό ονομάζεται και Κοκκινόκαστρο.

Ναυτική δύναμη και πρόσβαση στη θάλασσα οι στόχοι της Τουρκίας


Το Αιγαίο για την Τουρκία είναι σημαντικό ως τμήμα ενός γενικότερου στρατηγικού σχεδιασμού, όπως δείχνει και ενεργή εμπλοκή της στη Λιβύη μέσω της οποίας προβάλλεται ο νεο-οθωμανισμός, αλλά και οι δυνατότητες της ναυτικής στρατηγικής της. Γι' αυτό, όπως επισήμανε στο Tvxs.gr ο Πέτρος Βαμβακάς, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών του Emmanuel College της Βοστώνης:

Δεν μπορείς να είσαι μια υπερδύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο εάν δεν είσαι ναυτικό κράτος. Το μόνο κράτος που μπορεί να το έχει αυτό είναι η Ελλάδα. Αυτό προσπαθεί να αποκομίσει η Τουρκία, διότι βλέπει τον εαυτό της σαν μία δύναμη της περιοχής. Αλλά χωρίς πρόσβαση στη θάλασσα δεν μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο”.

Πηγή: tvxs.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου