Πέμπτη 20 Μαρτίου 2025

Ματωμένη Θεσσαλονίκη, πόλη των αγώνων για το ψωμί και τη λευτεριά.


Ήταν μια τυπική εργασία, ένα έργο ανάπλασης στην Θεσσαλονίκη, στο πάρκο Εθνικής Αντίστασης κοντά στo Γεντί Κουλε. Ξαφνικά τα φτυάρια σταμάτησαν, αυτό που χτύπησαν δεν ήταν κοτρώνα, δεν ήταν κάποιο μεταλλικό αντικείμενο, δεν ήταν ένα αρχαιολογικό εύρημα. Ήταν σκελετός, ανθρώπινος, διαταραγμένος, έτοιμος να θρυμματιστεί. Λίγο πιο δίπλα εντοπίστηκε κι άλλος. Η αρχαιολόγος που ήταν επιφορτισμένη με την επιτήρηση των εργασιών του χώρου καταλαβαίνει ότι δεν είναι από το Βυζάντιο, είναι πρόσφατοι, 50-100 χρόνια πριν το πολύ. Ζητάει να επεκταθούν οι ανασκαφές και πέρα από τα όρια του έργου. Κάτι φρικτό συμβαίνει εδώ, αυτά τα χώματα έχουν ποτιστεί με αίμα, με ένα μεγάλο έγκλημα.
 
Μέσα στις επόμενες ημέρες ανακαλύφθηκαν 33 σκελετοί. Μαζί με αυτούς εντοπίστηκαν σόλες, αρβύλες, κουμπιά, σφαίρες, ένα δακτυλίδι. Κάποιοι σκελετοί πάλι ήταν «γυμνοί», μάλλον τα ρούχα τους τα σκύλεψαν οι εκτελεστές τους. Πολλοί από τους σκελετούς άνηκαν σε έφηβους, σε ανήλικα παιδιά.
 
Ήταν 5 διαφορετικοί ομαδικοί τάφοι. Σαν αυτοί που αφήνονται πίσω σε μεγάλα εγκλήματα πολέμου, σε γενοκτονίες, στις πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας του Ανθρώπου. Σαν αυτοί που κρύβονται για να μην φανεί το μέγεθος μιας φρίκης, για να αποκρυφτεί η έκταση ενός εγκλήματος, για να μην αποκαλυφθούν οι ηθικοί κι οι φυσικοί αυτουργοί μιας καταστροφής. Αυτοί οι ομαδικοί τάφοι έμειναν κρυφοί για πάνω από 70 χρόνια. Έστεκαν βουβοί μάρτυρες κάτω από χώματα, επιστρώσεις, δέντρα, δίπλα από έναν άλλο χώρο μαρτυρίου.
 
Είναι σχεδόν σίγουρο πως αν συνεχιστούν οι ανασκαφές θα βρεθούν κι άλλοι. Υπολογίζονται τουλάχιστον 400 νεκροί, ίσως όμως είναι και περισσότεροι, τα χαρτιά στις φυλακές είναι γεμάτα «τρύπες», υπάρχουν εκτελεσμένοι εκτός καταλόγων, αόρατοι άνθρωποι, αόρατα θύματα ενός μαζικού εγκλήματος, μιας βαρβαρότητας που κράτησε μια δεκαετία.
 
Αυτοί οι σκελετοί ανήκουν σε κομμουνιστές που βασανίστηκαν κι εκτελέστηκαν στο Επταπύργιο την περίοδο 1946-1954. Είναι άνθρωποι που εκτελέστηκαν με ψεύτικες κατηγορίες, με δίκες που έγιναν τσάτρα πάτρα, στα κρυφά, χωρίς να ακολουθηθούν έστω οι τυπικές διαδικασίες της αστικής δικαιοσύνης. Άλλοι εκτελέστηκαν κατά την διάρκεια του Εμφυλίου, άλλοι αργότερα, άλλοι πολύ αργότερα. Ακόμα κι όταν σίγησαν τα τουφέκια, σίγησαν μονομερώς, το έγκλημα συνεχίστηκε. Είναι άνθρωποι που εκτελέστηκαν για τα πιστεύω τους και τις αρχές τους, επειδή δεν πρόδωσαν. Τους ομαδικούς τάφους τους άνοιξαν ποινικοί με κίνητρο να πάρουν τα ρούχα, τα κοσμήματα, τα παπούτσια των θυμάτων και να τα πουλήσουν με την πρώτη ευκαιρία.
 
Άλλα είναι κι ένα δεύτερο έγκλημα, οι άνθρωποι αυτοί "έφυγαν" όπως οι αγνοούμενοι της Κύπρου. Οι ομοιότητες των δυο καταστάσεων είναι σοκαριστικές. Τα νεκρά σώματά τους δεν παραδόθηκαν ποτέ στους συγγενείς τους, δεν ενημέρωσαν για τις εκτελέσεις, δεν επέτρεψαν να γίνουν κηδείες, δεν καταγράφηκε ποτέ ο θάνατός τους, δεν τους παραχωρήθηκε ένας τάφος, ένα μνημείο. Ήταν κατά έναν τρόπο αγνοούμενοι στον ίδιο τους τον τόπο, χωρίς εισβολές, χωρίς κατοχές.
 
Οι συγγενείς, οι γείτονες κι οι φίλοι μαζεύονταν για δεκαετίες στον ευρύτερο χώρο με τα ονόματα των νεκρών τους σε πλακάτ και ζητούσαν τα κορμιά των ανθρώπων τους, ζητούσαν την αλήθεια, την αποκατάσταση της μνήμης τους.
 
Μέσω εργαστηριακών ελέγχων αυτοί οι σκελετοί θα βρουν όνομα και ταυτότητα και θα θαφτούν σαν άνθρωποι. Κάποιοι απόγονοί τους, κάποιοι εναπομείναντες δε θα πεθάνουν με τον καημό ότι δεν έθαψαν ποτέ τον άνθρωπό τους. Άλλοι δεν πρόλαβαν.
 
"Έχετε συγγενή εκτελεσμένο;",
ρωτήσαμε μια ηλικιωμένη γυναίκα που ήρθε από τους πρώτους στο Πάρκο της Εθνικής Αντίστασης στις Συκιές, εκεί όπου ανοίχτηκαν ξανά οι πιο ματωμένες σελίδες της σύγχρονης ιστορίας μας.
"Τον πατέρα μου", απάντησε.

Το πρώτο σφίξιμο στο στομάχι που δεν θα έφευγε για όλη την επόμενη ώρα.
"Ο πατέρας μου λεγόταν Απόστολος Ωρολογάς, γραμματέας της Στενής Αυτοάμυνας Ανατολικών Συνοικιών μετά την Κούλα Ελευθεριάδου.
Τον έπιασαν και τον εκτέλεσαν σχεδόν αμέσως το 1947, δεν μας έδωσαν ποτέ πίσω το σώμα του.
Ήταν 35 χρόνων όταν τον εκτέλεσαν, εγώ ήμουν ενός έτους, ο αδερφός μου λίγο πιο μεγάλος, τον θυμόταν σαν μια σκιά."

"Πρόδωσε, Ωρολογά, του έλεγαν, για να γλιτώσεις!"
"Όχι, δεν προδίδω!"
Όλα αυτά τα χρόνια με αυτό το μαράζι ζήσαμε, να τον βρούμε.
Θέλω πριν πεθάνω να θάψω τα κόκαλα του, να τον θάψω και να τον τιμήσω όπως πρέπει, να τα πάρω μαζί μου, να πεθάνω ήσυχη", μας είπε η κόρη του.
 
Θεσσαλονίκη, πόλη των φαντασμάτων.
Ματωμένη Θεσσαλονίκη, πόλη των αγώνων για το ψωμί και τη λευτεριά.

(Φωτογραφία ενός εκ των ομαδικών τάφων που εντοπίστηκαν στις Συκιές, παραχώρηση της επιβλέπουσας αρχαιολόγου Σταυρούλας Τζεβρένη). 



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου