Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Κεντροαριστερά ντεζαβού

Του Στάθη


Κι όπως θα έλεγε ένας κεντροαριστερός που σέβεται τον εαυτόν του: η αυτοκτονία για οικονομικούς λόγους είναι το ανώτατο στάδιο λαϊκισμού.

Ναι, αγαπητές μου και αγαπητοί μου, η Κεντροαριστερά ξανάρχεται, διότι δεν έφυγε ποτέ. Ο τελευταίος της μεταμορφισμός έχει ως βάση την «Κίνηση των 58», διεκδικώντας όσο περισσότερο ΠΑΣΟΚ κι όση περισσότερη ΔΗΜΑΡ γίνεται, καθώς αυτά τα δύο κόμματα αργοσβήνουν.

Η προσπάθεια λοιπόν να ανασυντεθεί ο χώρος της κεντροαριστεράς σε μια νέα μορφή προβάλλει επιτακτική, ως εναλλακτική εκδοχή του εαυτού της. Διότι η κεντροαριστερά (απ’ όταν ο κ. Σημίτης επανέφερε εν ζωή αυτόν τον όρο) υπήρξε ταυτοχρόνως μέσα σε όλες τις κυβερνήσεις και μέσα σε όλες τις αντιπολιτεύσεις των τελευταίων ετών του δικομματικού μονοκομματισμού. Οριζοντίως.

Η κεντροαριστερά (με καταχρηστική την ένθεση του όρου αριστερά σ’ αυτήν την έννοια) υπήρξε ως «εκσυγχρονισμός» η καθοριστική αποτύπωση των εκάστοτε πολιτικών επιλογών της άρχουσας τάξης και στα δύο κυβερνητικά κόμματα, και στο ΠΑΣΟΚ και στη Ν.Δ. Και ταυτοχρόνως και παραλλήλως. Ο «εκσυγχρονισμός» (που κάθε άλλο παρά εκσυγχρονισμός ήταν) υπήρξε ο κοινός παρονομαστής όλων των πολιτικών επιλογών, είτε του ΠΑΣΟΚ είτε της Ν.Δ. που μας έφεραν έως εδώ. Του λόγου το αληθές για τα δύο πρώην συγκοινωνούντα δοχεία που έγιναν ένα αποδεικνύει η παρουσία Στουρνάρα στην κυβέρνηση Σαμαρά ή η στήριξη της ίδιας πολιτικής για οτιδήποτε από πολιτικούς όπως ο κ. Σκανδαλίδης ή ο κ. Γεωργιάδης εν σάρκα μία και με μια ψυχή.

Ομως το σκάφος «Ελλάς» πυρπολήθηκε, και το πυρπόλησαν ανηλεώς και συστηματικώς τα δύο αυτά κόμματα, η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ. Με την ενθουσιώδη υποστήριξη των διαπλεκομένων ΜΜΕ, των ενσωματωμένων (εκ των) διανοούμενων και ενός μεγάλου μέρους του πανεπιστημιακού κατεστημένου.

Συνεπώς, μετά τη χρεωκοπία αυτού του συστήματος προβάλλει αδήριτη η ανάγκη να εμφανίσει ως εναλλακτική λύση μιαν άλλη πλευρά του εαυτού του, ακριβώς την ίδια δηλαδή, αλλά με μιαν άλλη μορφή, με μιαν κάποια αναπαλαίωση, διότι από καινούργια υλικά - ου!

Επανεμφανίζεται έτσι με τις ευλογίες Σημίτη, Διαπλοκής και Σία ο κ. Γαννίτσης, ή άλλοι σαν αυτόν, όχι σαν απολειφάδια μιας ιστορικής (προς κρημνούς) διαδρομής, αλλά ως χαμένες ευκαιρίες.

Αν χαρακτήρισε κάτι τον εκσυγχρονισμό όταν ήταν στις δόξες του (αλλά και τώρα που κυβερνά στα μουλωχτά) ήταν η αλαζονεία του (να θεωρεί τους εκπροσώπους του ως τους μόνους «σοβαρούς» και «υπεύθυνους») , η πονηρία του (να καταγγέλλει όλους τους άλλους για λαϊκιστές) και η υποτέλειά του στους ξένους (με αποτέλεσμα η κυβέρνηση των ανδρεικέλων σήμερα να του πηγαίνει γάντι).

Η οίησή τους -των στελεχών της κεντροαριστεράς- είναι τέτοια που, αφού τα έκαναν επί μακρόν παντού μαντάρα, τώρα ανακυκλώνουν τους εαυτούς των και τους εμφανίζουν ως εναλλακτική λύση στα έργα τους.

Εις ό,τι αφορά τους ανθρώπους, το όλον εγχείρημα μοιάζει με περιήγηση σε νεκροταφείο αυτοκινήτων, σε μάντρα πεθαμένων κινητήρων, με τη φιλοδοξία της ανασύνθεσης ενός μοντέλου Φρανκενστάιν.

Με άφατο θράσος οι παλιοί σύντροφοι του Ακη και του Γιάννος, του κ. Μαντέλη και του κ. Τσουκάτου, πασπαλισμένοι και με ολίγον από ΔΗΜΑΡ (μέρος της οποίας υπήρξε έκπαλαι συνένοχο στα καμώματα των εκσυγχρονιστών) επανεμφανίζουν τις παλιές τους αμαρτίες ως λύση, ως πρόταση, ως πρόγραμμα. Αυτοί οι ίδιοι που με τα έργα τους άνοιξαν τον δρόμο για να φθάσουμε ως την Τρόικα, τώρα θέλουν ακριβώς αυτά τα έργα της Τρόικας να τα νομιμοποιήσουν με τη χρυσόσκονη της «σοβαρής» και «υπεύθυνης» παρουσίας τους.

Το έργο αυτό παίζεται πολλά χρόνια στην Ελλάδα.

Από τα ίδια πρόσωπα, μέσα από τα ίδια ΜΜΕ, με τα ίδια στερεότυπα. Θέλει πολλή υπεροψία για να πιστεύουν ορισμένοι ότι μπορούν να προσθέσουν σήμερα ακόμα μια πράξη σ’ αυτήν την τραγική φαρσοκωμωδία. Τέτοια περιθώρια σε μια Ελλάδα που ανασαίνει μαγκάλια και σκυλοπνίγεται στην πρώτη νεροποντή, δεν υπάρχουν πλέον.

Για μένα -επιτρέψτε μου- η κεντροαριστερά, ο «εκσυγχρονισμός», νεοφιλελεύθερος και «αριστερός», υπήρξε ο καρκίνος της ελληνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής ζωής. Μάλιστα, όπως και στην Ευρώπη έτσι και στα καθ’ ημάς υπονόμευσε κι έφθειρε κατά κρίσιμο μέγεθος τη σκέψη και το ήθος μέρους της Αριστεράς με έννοιες και πρακτικές όπως της πολιτικής ορθότητος, του πολυπολιτισμού, του μεταμοντερνισμού και κάθε άλλης αμερικανιάς, αναγνωρίσιμης στις ΜΚΟ, στις Ανεξάρτητες Αρχές και σε ό,τι άλλο μπορούσε να ενσωματώνει την Αριστερά στα εύκολα και να την ακυρώνει στα δύσκολα.

Τώρα που η Αριστερά αποκαθιστά τη σχέση της με τον λαό (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ξανάγινε η ίδια στο σύνολό της λαϊκή), επειδή ο λαός στρέφεται προς αυτήν, κυρίως απ΄την απελπισία του, θα αποδειχθεί κρίσιμο το κατά πόσον, μέσα στην πολιτική πράξη τουλάχιστον, θα φανεί αν η Αριστερά έχει αποκαθαρθεί απ’ τις αμερικανιές ή αν, μέρος της ή όλη, θα παραμείνει αιχμαλωτισμένη στο πονηρό ιδεολογικό εποικοδόμημα που έχει στήσει η κεντροαριστερά.

Ο κυρίαρχος καθεστωτικός λόγος, είτε τον ομιλεί ο κ. Κεδίκογλου (και οι χρυσαυγίτικες παραφυάδες του), είτε τον ομιλεί ο κ. Πρωτόπαππας, είτε οι 58, είτε ο θηριώδης προπαγανδιστικός μηχανισμός της διαπλοκής, λέει ένα πράγμα και το αυτό: ότι υπάρχει ένα ασφυκτικό πλαίσιο έξω απ’ το οποίο κινδυνεύουμε με ασφυξία. Αυτό το καφκικό τοπίο, με αυτήν την οργουελιανή γλώσσα, πρέπει πρώτα απ’ όλα να σπάσει η ριζοσπαστική Αριστερά, αν δεν θέλει η επικοινωνία της με τον λαό να ’ναι σπασμένο τηλέφωνο. Η αποκατάσταση των εννοιών, η απελευθέρωση της σκέψης απ’ τους ευφημισμούς, η επιστροφή των εξόριστων λέξεων, η απελευθέρωση της σκέψης απ’ τον ζυγό των κλισέ, είναι εκ των ων ουκ άνευ για μια διακυβέρνηση υπέρ του λαού.

Αρκετά με τα «εθνικά φαντασιακά», τις «αφηγήσεις», τις «αλήθειες των άλλων», τους «λαϊκισμούς» και τους συναφείς πομφόλυγες με τους οποίους η καθεστωτική προπαγάνδα έκανε τη δουλειά της (πλύση εγκεφάλων έκανε), μάλιστα με τη βοήθεια, εκούσα ή άκουσα, όσων αριστερών υιοθέτησαν ή μιμήθηκαν αυτήν τη ρητορική. Υπάρχουν οι λέξεις από χώμα, ιδρώτα και όνειρο, η γλώσσα που μιλάει ο λαός όταν είναι στα καλά του. Σ’ αυτήν τη γλώσσα είμαστε υποχρεωμένοι να συνεννοηθούμε.

Οχι στα κομιλφώ κολωνακιώτικα, ότι ο κ. Γιαννίτσης, φέρ’ ειπείν, ήταν μια «χαμένη ευκαιρία», αλλά στη γλώσσα της ανάγκης: πώς σταματάμε τους πλειστηριασμούς; πώς εμποδίζουμε τις ομαδικές απολύσεις; πώς θα αποκαταστήσουμε τον πολιτισμό της εργασίας; και πώς ύστερα θα τον υψώσουμε κυρίαρχον;

Επ’ αυτών και άλλων τέτοιων ζητά ο κήρυκας να αγορεύσουμε κι όχι αν ο Ντεριντά ίπτατο μαζί με τα άλλα μπαρμπούνια...

Από το e-nikos