Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

Το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο αλλά αν αργήσουμε θα πέσει το σκοτάδι, του Νίκου Γιαννόπουλου

Αριστερά


Ο σχηματισμός αριστερής κυβέρνησης αποτελεί έναν εξαιρετικά θετικό συσχετισμό για την κοινωνία, τον τόπο, το κίνημα και την ίδια την Αριστερά. Η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ ασφαλώς δεν είναι ευχάριστη· ωστόσο, αφενός ήταν αναγκαστική, με τους δεδομένους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, ενώ αφετέρου εκτιμώ ότι δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Οι πρώτες μέρες μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης και οι πρώτες δηλώσεις των υπουργών δημιούργησαν ευλόγως ένα κλίμα ανακούφισης και αξιοπρέπειας σε έναν ευρύτερο κόσμο και πέραν της Αριστεράς. Η αίσθηση αυτή είχε, εκ των πραγμάτων, και ένα στοιχείο εθνικής αξιοπρέπειας.

Οι πρώτες δηλώσεις των υπουργών, που ξεπερνούσαν σε ριζοσπαστικότητα ακόμα και τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ, είχαν σημαντική επίδραση στις αυθόρμητες κινητοποιήσεις που ακολούθησαν, το κλίμα υποστήριξης της κυβέρνησης, αντίστασης στους εκβιασμούς των έξω κ.λπ. Σημειώνω επίσης ότι τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά αυξήθηκε αυτό που λέμε «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη», κυρίως από τα κάτω, τους αριστερούς, κομμάτια των κινημάτων. Αντίθετα, δεν αυξήθηκε σημαντικά σε επίπεδο κυβερνήσεων ή πολιτικών οικογενειών στο Ευρωκοινοβούλιο. Στο επίπεδο του πολιτικού προσωπικού, οι σύμμαχοί μας στην Ευρώπη δεν είναι τόσο πολλοί.

Τα προβλήματα


Ως προς τις διαπραγματεύσεις, θα περιοριστώ σε μια γενική παρατήρηση. Διαβλέπω μια ασάφεια –ή και διγλωσσία– η οποία μπορεί να οδηγήσει, στην καλύτερη περίπτωση, σε έναν έντιμο, αλλά όχι βέβαια ισότιμο συμβιβασμό: όταν διαπραγματεύονται ένας γορίλας και ένα –άγριο, έστω– κανίς, ο συμβιβασμός δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, ακριβώς ισότιμος. Ένας τέτοιος συμβιβασμός, για να είναι έντιμος, δεν μπορεί να ακυρώνει τα πολλάκις υπεσχημένα άμεσα μέτρα ανακούφισης: τα 751 ευρώ του κατώτατου μισθού (που ήδη έχουν μπει σε τροχιά διετίας), τις συλλογικές συμβάσεις, την απαγόρευση των ομαδικών απολύσεων, το πλήρες σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων, την κατάργηση (και όχι απλή μετονομασία) του ΤΑΙΠΕΔ – άλλωστε, η δημόσια περιουσία μπορεί να αξιοποιηθεί από τα αρμόδια υπουργεία για κοινωνικούς λόγους· δεν έχουμε ανάγκη τα γραφεία ενοικίασης.

Σε ό,τι αφορά δε τη δημοκρατία, υπάρχουν σημεία που δημιουργούν ερωτήματα. Απ’ ό,τι φαίνεται, θα καταργηθεί οριστικά ο νόμος για τις φυλακές τύπου Γ. Ωστόσο, η κατ’ επανάληψη αναφορά στην ασφάλεια των φυλακών μου δημιουργεί έναν φόβο για το αν θα κλείσει ο Δομοκός και άλλες φυλακές απομόνωσης. Για τους κουκουλονόμους και τον τρομονόμο δεν υπήρχε ούτε προεκλογική ούτε μετεκλογική αναφορά, ενώ υπάρχει δέσμευση και είναι ένα πολύ ώριμο αίτημα. Η κατάργηση της Ομάδας ΔΕΛΤΑ τώρα έγινε «συγχώνευση» και έχουμε και τον «αστυνομικό της γειτονιάς»…

Νομίζω ότι υπάρχει ένα διπλό αγκάθι. Στη οικονομία, στις μεταρρυθμίσεις, στα μέτρα ανακούφισης κ.λπ., υπάρχει πολύ μεγάλη λαϊκή αποδοχή αλλά απόλυτη άρνηση των εταίρων. Όσον αφορά τη δημοκρατία, τα πράγματα δεν είναι τόσο κοστοβόρα, ούτε θα συναντήσουν απαραίτητα σοβαρή η αντίσταση από τους εταίρους, έχουν όμως πολιτικό κόστος και υπάρχει κατά τη γνώμη μου και μια ορισμένη ατολμία. Το ζήτημα της ιδεολογικής ηγεμονίας είναι δύσκολο, και προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν την έχει στην κοινωνία. Αλλά η ιδεολογική ηγεμονία οικοδομείται, δεν προϋποτίθεται. Με αυτή την έννοια, ενώ η επίγνωση της πραγματικότητας είναι αρετή, η απλή αποδοχή της συνιστά ελάττωμα.

Κόμμα και κράτος


Η διατήρηση της οργανωτικής και πολιτικής αυτοτέλειας του κόμματος που αναλαμβάνει να κυβερνήσει είναι εξαιρετικά δύσκολη αλλά απολύτως αναγκαία. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις ψήφους που πήρε, είναι ένα μικρό κόμμα με χαλαρή οργανωτική και πολιτική συνοχή, μικρά κοινωνικά ερείσματα, αρχηγικό μοντέλο – που φυσικά τώρα μετά την επιτυχία απογειώνεται («ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει»). Και είναι και αρκετά περικυκλωμένο, όχι μόνο λόγω των «πασόκων» (ας μην επιμένουμε σε πράγματα που, ενώ ισχύουν, χρησιμοποιούνται και σαν άλλοθι), αλλά από έναν πολυεπίπεδο παραγοντισμό. Και αυτά δεν αντιμετωπίζονται ούτε με γκρίνια ούτε με ηθικολογίες, αλλά με πολιτική και ιδεολογική πάλη. Είναι η ταξική πάλη μέσα στο κόμμα, που έλεγε και ο σύντροφος –άλλων– Μάο. Ο κίνδυνος κρατικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ και διολίσθησής του σε ένα χαλαρό σώμα οπαδών είναι υπαρκτός. Και κάτι τέτοιο θα είναι μεγάλο πρόβλημα, μεγάλη ήττα, και για τον ίδιο, και για το κίνημα, αλλά και για την κυβέρνηση.

Η οργανωτική ανασυγκρότηση και η πολιτική ενεργοποίηση του κόμματος πρέπει να αποτελέσει σημαντικό πολιτικό καθήκον. Σημαντική μερίδα του πολιτικού προσωπικού αυτού του μικρού κόμματος καλείται να στελεχώσει τον κρατικό μηχανισμό – κι έτσι πρέπει να γίνει. Αλλά υπάρχει ένα ζήτημα: μετατοπίζεται το κέντρο βάρους. Απαιτείται άμεση σύγκληση της Κεντρικής Επιτροπής, κι όλα αυτά μπορεί να γίνονται με ωραίο, ενωτικό τρόπο, χωρίς να αφήνουν μια αχλύ κρίσης ή διαγκωνισμού. Πρέπει να εκλεγεί νέα γραμματεία, να αξιοποιηθούν οι βουλευτές στην πολιτική ανασυγκρότηση του κόμματος, και μπορούν οι βουλευτές (που είναι πολλοί τώρα) να αποτελέσουν μια πραγματικά οργανική γέφυρα ανάμεσα στο κόμμα και την κυβέρνηση. Πρέπει, κυρίως, να φτιαχτεί μια πολιτική ατζέντα για το κόμμα-ΣΥΡΙΖΑ, επί του προγράμματος, συζητήσεων, εκδηλώσεων και παρεμβάσεων που να απασχολήσει όλες τις οργανώσεις του κόμματος.

Πρέπει να βρεθεί μια χρυσή τομή μέσα σε αυτό που λέμε στήριξη· αλλά όχι γενικά και αφηρημένα στήριξη ή ταύτιση, αλλά στήριξη με προωθητικότητα. Αυτό σημαίνει και αυτοτελή πολιτική ατζέντα. Δεν είμαι υπέρ της κόντρας κόμματος-κυβέρνησης, η προωθητικότητα όμως σημαίνει πως κάτι κάνει η κυβέρνηση, το κόμμα το πάει παραπέρα, το κάνει λαϊκή βούληση, το ανοίγει σε λαϊκές πρωτοβουλίες και σε κινήματα, και προσπαθεί να το συγκροτήσει και σε έναν αυτοτελή πολιτικό λόγο. Αυτό έχει γίνει σε κόμματα που μετείχαν σε κυβερνήσεις, κυρίως στη Λατινική Αμερική.

Προωθητική, και όχι καταγγελτική, αντιπολίτευση


Κάποια στοιχεία προσανατολισμού, τώρα. Θα ήταν γελοίο να πει κανείς ότι τα κινήματα αντιπολιτεύονται τις κυβερνήσεις γενικώς, είτε είναι δεξιές ή ακροδεξιές είτε είναι αριστερές. Δεν πρόκειται περί αυτού. Κατά τη γνώμη μου, η αντιπολίτευση του ευρύτερου κινήματος σήμερα πρέπει να είναι προωθητική και όχι καταγγελτική. Στο δικό μας πολιτικό σύμπαν, αυτό δεν έχει να κάνει με ευγένεια, ούτε με μειωμένη ένταση. Έχει να κάνει με μια ουσιώδη διαφορά της πολιτικής συγκυρίας. Επί δεκαετίες, τα κινήματα χτίστηκαν στη βάση της αντίστασης για να μην επιδεινώνεται κι άλλο η κατάσταση. Σήμερα, τα κινήματα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν στη βάση της διεκδίκησης, ότι «αυτά που κάνετε είναι λίγα, πρέπει να γίνουν περισσότερα». Αυτές είναι δύο διαφορετικές στρατηγικές αντιπολίτευσης.

Η επιτυχία της αριστερής κυβέρνησης είναι μονόδρομος. Όχι με την έννοια ότι είναι βέβαιη, αλλά με την έννοια ότι η μόνη ελπίδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι να πάει αριστερά. Αλλιώς θα συντριβεί, θα αποτελέσει παρένθεση. Και, επίσης, δεν μπαίνει σήμερα κάποιο ζήτημα ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να λειτουργήσει σαν την κυβέρνηση του Κερένσκι πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Δεν μιλάμε δηλαδή για μια ανατροπή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ από τα κάτω και τα αριστερά, αλλά από τα πάνω και τα δεξιά, και μια τέτοια έκβαση θα είναι τραγική. Αυτό δεν το καταλαβαίνει δυστυχώς ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς, ούτε το ΚΚΕ ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ένα παράδειγμα προωθητικής αντιπολίτευσης:

Σε όλη την Ελλάδα είχαν συσταθεί επιτροπές αντι-ΤΑΙΠΕΔ. Τι πιο ωραίο για έναν αριστερό, είτε είναι ΣΥΡΙΖΑ είτε ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Μ-Λ, ΕΕΚ, Δίκτυο, οτιδήποτε, να παλέψει για να ενεργοποιηθούν και πάλι αυτές οι επιτροπές, για να απαιτήσουν από την κυβέρνηση την κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ (και όχι την αντικατάστασή του από έναν άλλο, έστω και πιο δημοκρατικό και διαφανή, οργανισμό που θα προωθεί πάλι την αξιοποίηση από ιδιώτες της δημόσιας περιουσίας) και τη σύσταση ενός οργάνου ή μιας διυπουργικής επιτροπής για την κοινωνική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας;

Δεύτερο παράδειγμα: Πίεση για άμεσα μέτρα ανακούφισης. Μισθοί, συντάξεις, ΕΝΦΙΑ, κοινωνικός μισθός, είναι βασικά πράγματα πια και πρέπει να γίνουν άμεσα.

Με ποιες δομές θα γίνουν αυτά; Δεν μπορώ να απαντήσω, νομίζω ότι αυτά χτίζονται, επινοούνται μέσα από την πράξη. Σίγουρα όμως πρέπει να παρθούν πρωτοβουλίες για τη λαϊκή συσπείρωση, με βάση τις θεματικές ή κατά τόπους, για τα νοσοκομεία, τα σχολεία, με βασικές κατευθυντήριες γραμμές τη λαϊκή συμμετοχή, το «άλλο Δημόσιο», την ενότητα εργαζομένων και χρηστών των υπηρεσιών. Πρέπει να βρούμε μορφές συνέργειας, λ.χ. σε ένα νοσοκομείο μεταξύ γιατρών, εργαζόμενων γενικότερα, χρόνια πασχόντων και τοπικής κοινωνίας. Μέσα από αυτά διεκδικείται και η ιδεολογική ηγεμονία.

Ο συντονισμός με ευρωπαϊκά κινήματα είναι, επίσης, απολύτως αναγκαίος. Εδώ όμως θέλω να επισημάνω κάτι: προφανώς σοσιαλισμός σε μία μόνη χώρα δεν γίνεται, αλλά αυτό δεν πρέπει να είναι το άλλοθι για να μη γίνουν ρήξεις ή ακόμα και επαναστάσεις. Ο κοινωνικός ανταγωνισμός, η ταξική πάλη είναι ανισόμερα, δεν εκδηλώνονται όλα μαζί σε όλες τις χώρες. Με αυτή την έννοια, ο συντονισμός των ευρωπαϊκών κινημάτων, ιδιαίτερα των χωρών του Νότου, είναι σωστή κίνηση, αλλά παραμένει ζητούμενο, προϋπόθεση της επιτυχίας του οποίου είναι το προχώρημα της Ελλάδας – και όχι αντίστροφα, δεν μπορεί δηλαδή να περιμένει το κίνημα εδώ να εξελιχθούν τα πράγματα στην Ισπανία ή την Ιταλία κ.ο.κ.

Αστυνομία, δικαιοσύνη, δικαιώματα


Προχωράω σε κάποια πιο ειδικά ζητήματα, στο χώρο των δικαιωμάτων. Προφανώς, οι «κόκκινες γραμμές» του Δικτύου δεν ταυτίζονται με αυτές της κυβέρνησης. Οι κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης είναι αυτές στις οποίες έχει δεσμευτεί η ίδια, όχι αυτά που εγώ ή το Δίκτυο έχουμε δεσμευτεί ότι θα διεκδικούμε.

Η κατάργηση των τρομονόμων, λ.χ., είναι μεγάλο ζήτημα. Είναι πρώτα απ’ όλα αντισυνταγματικοί. Η αποσυμφόρηση των φυλακών, η πίεση προς τους δικαστές να μην κάνουν κατάχρηση προφυλακίσεων, η ριζική αλλαγή του τρόπου έκτισης ποινών για τους τοξικοεξαρτημένους και τους μετανάστες είναι άμεσα θέματα. Εμείς μπορεί να θέτουμε και άλλα ζητήματα, αλλά τα προηγούμενα τα θεωρώ κόκκινες γραμμές για την ίδια την κυβέρνηση.

Επίσης, κόκκινη γραμμή είναι η κατάργηση των κέντρων κράτησης. Δεν είναι δυνατόν αριστερή κυβέρνηση να λειτουργεί κέντρα κράτησης. Πρέπει να αναδιαταχθεί συνολικά η σχετική πολιτική. Έπειτα, έχουμε τον φράχτη στον Έβρο, ο οποίος ψιλοέπεσε από τις βροχές, αλλά μπορεί να ξαναφυτρώσει… Ο φράχτης πρέπει να πέσει. Αποτελεί μεν διακρατικό θέμα, σύνθετο, αλλά είναι πάνω απ’ όλα είναι πολιτικό ζήτημα. Και, φυσικά, πρέπει να αλλάξει ο ρόλος του Λιμενικού Σώματος, το οποίο πρέπει να βοηθάει τους πρόσφυγες που πέφτουν στη θάλασσα και όχι να τους πνίγει.

Η Αστυνομία πρέπει να πάρει, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό, χαρακτηριστικά κοινωνικής υπηρεσίας. Πρέπει, επίσης, να συσταθεί ανεξάρτητη πολιτική αρχή ελέγχου της αστυνομικής αυθαιρεσίας η οποία θα παραπέμπει στον εισαγγελέα κατευθείαν, με κατηγορίες. Δεν μπορεί να συνεχιστεί το κόλπο, να με δέρνουν εμένα στην πορεία, να πηγαίνω στο αστυνομικό τμήμα της γειτονιάς, να κάνουν προανάκριση, να βάζουν τον φάκελο στο αρχείο και να τελειώνουμε. Κι εδώ μπαίνει και το θέμα της λαϊκής συμμετοχής: Πρέπει να δημιουργηθούν επιτροπές ελέγχου κατά τόπους σε ΑΤ και σε φυλακές, με δημάρχους, δημοτικούς συμβούλους, νομικούς, γιατρούς, εκπροσώπους κινημάτων. Θα μπαίνουν στο ΑΤ και θα λένε «Τι έγινε εδώ; Μάθαμε ότι προχθές μια κοπέλα που δεν είχε εισιτήριο τη δείρατε, την αφήσατε να κατουρηθεί επάνω της και της σκίσατε την ταυτότητα» – πραγματικό περιστατικό.

Προχωράω. Όσοι έχουν εφετεία για πολιτικές υποθέσεις με ποινικές προεκτάσεις πρέπει να περνάνε από Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια, όπως ορίζει το Σύνταγμα. Τα ισόβια, μετά την κατάργηση του νόμου για τις φυλακές, πρέπει να γίνουν δεκαέξι χρόνια – σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες είναι και κάτω από δεκαέξι. Και βεβαίως, άδειες σε όλους και άλλα ανάλογα μέτρα.

Όταν θα ξεκινήσουν οι δίκες της Χρυσής Αυγής, οι χρυσαυγίτες θα είναι όλοι ελεύθεροι. Αυτό δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, ούτε είναι και σωστό να ζητήσουμε να καταργηθεί το 18μηνο και να μείνουν επ’ αόριστον μέσα· όχι. Αλλά, διαρκούσης της δίκης χρειάζεται ισχυρό μέτωπο και πολιτική παρέμβαση κατά της Χρυσής Αυγής στην κοινωνία, να ξηλωθούν οι θύλακες των νεοναζί στο κράτος (ιδίως την Αστυνομία). Και, φυσικά, ξεκίνημα του δημόσιου διαλόγου για απαγόρευση των ναζιστικών οργανώσεων.

***

Η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη, αλλά ο άνεμος που φυσάει είναι δροσερός. Απαιτείται σύνδεση του προτάγματος με την καθημερινή πολιτική (του προτάγματος, όχι του οράματος, το οποίο συχνά το επικαλούμαστε όταν δεν θέλουμε να έρθουμε σε σύγκρουση με την πραγματικότητα, ενώ το πρόταγμα είναι που μας επιτρέπει να κάνουμε τομές στην πραγματικότητα), σύνδεση της δέσμευσης με την πράξη, και ασφαλώς μια ορισμένη ταχύτητα. Είμαι βέβαιος ότι το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο, αλλά αν αργήσουμε, θα πέσει το σκοτάδι.

Το κείμενο βασίζεται στην εισήγηση στην εκδήλωση «Κυβέρνηση της Αριστεράς: η ώρα της πράξης», που οργάνωσαν τα «Ενθέματα» και το RedNotebook, το Σάββατο 14 Φεβρουαρίου.

Red Notebook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου