Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Ο έπαινος των συνδικάτων

Καϊμάκη Βάλια (μετάφραση)


Αφού όλοι κάνουν πως ανησυχούν για τις ανισότητες, τότε, γιατί η ανάλυση του ΔΝΤ πέρασε στα ψιλά (1); Ίσως εξαιτίας των συμπερασμάτων της; Σε μια μελέτη που παρουσιάστηκε τον περασμένο Μάρτιο, δύο οικονομολόγοι του ναού αυτού του νεοφιλελευθερισμού αποκάλυψαν «την ύπαρξη μιας σχέσης ανάμεσα στην πτώση του ποσοστού του συνδικαλίζεσθαι και την αύξηση του μεριδίου των εισοδημάτων που αντιστοιχεί στους πιο πλούσιους στις ανεπτυγμένες χώρες, κατά την περίοδο 1980-2010».

Πώς εξηγείται αυτή η σχέση;

«Μειώνοντας την επιρροή των εργαζομένων στις αποφάσεις των εταιρειών», η αποδυνάμωση των συνδικάτων επέτρεψε να «αυξηθεί το μερίδιο των εισοδημάτων που αποτελείται από τις αμοιβές των υψηλόβαθμων στελεχών και των μετόχων».

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους του ΔΝΤ, «περίπου οι μισές» από τις ανισότητες, τις οποίες οι νεοφιλελεύθεροι παραδοσιακά προτιμούν να αποδίδουν σε απρόσωπα αίτια (παγκοσμιοποίηση, νέες τεχνολογίες κ.λπ.) οφείλεται στην παρακμή των οργανώσεων των εργαζομένων.

Θα πρέπει, άραγε, να μας εκπλήσσει κάτι τέτοιο;

Όταν ο συνδικαλισμός, ιστορικά μοχλός των περισσότερων χειραφετήσεων των εργαζομένων, εκλείπει, όλα υποβαθμίζονται, όλα κατρακυλούν. Η αναιμία του δεν μπορεί παρά ν’ ανοίξει την όρεξη των κατεχόντων τα κεφάλαια. Η απουσία του απελευθερώνει αμέσως έναν χώρο που καταλαμβάνουν η ακροδεξιά και ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός, οι οποίοι επιδιώκουν αμφότεροι να διαιρέσουν κοινωνικές ομάδες που έχουν συμφέρον να παραμείνουν αλληλέγγυες.

Αλλά, η εξάλειψη του συνδικαλισμού δεν είναι προϊόν τύχης ούτε μοίρας.

Τον Απρίλιο του 1947, την ώρα που η Δύση ετοιμάζεται να γνωρίσει τριάντα χρόνια ευμάρειας, κάπως καλύτερα διαμοιρασμένης, ο Φρίντριχ Χάγιεκ, ένας θεωρητικός του νεοφιλελευθερισμού που σημάδεψε τον αιώνα του, ετοιμάζει ήδη τον οδικό χάρτη για τους πολιτικούς του φίλους:

«Εάν θέλουμε να διατηρήσουμε οποιαδήποτε ελπίδα σε μια ελεύθερη οικονομία, το ζήτημα του περιορισμού της ισχύος των συνδικάτων είναι ένα από τα πιο κεντρικά».

Φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Μερικές δεκαετίες αργότερα, όμως, χάρη στην άμεση –και βίαιη- παρέμβαση δύο εκ των θαυμαστών του, του Ρόναλντ Ρίγκαν και της Μάργκαρετ Θάτσερ, σε σημαντικές εργατικές συγκρούσεις (Αμερικανοί ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας το 1981, Βρετανοί ανθρακωρύχοι την περίοδο 1984-1985), «η ισχύς των συνδικάτων» παρέδωσε την ψυχή της.

Στις ΗΠΑ, την εικοσαετία 1979-1999, ο ετήσιος αριθμός απεργιών με τη συμμετοχή περισσότερων των χιλίων εργαζομένων πέρασε από 235 σε 17. Οι αντίστοιχες «χαμένες» μέρες από 20 εκατομμύρια σε 2 εκατομμύρια (2). Ταυτόχρονα, το μερίδιο των μισθών στο εθνικό προϊόν μειώνεται…

Το 2007, μόλις εκλέχθηκε στην Προεδρία της Δημοκρατίας ο Νικολά Σαρκοζί, φρόντισε να ψηφιστεί ένας νόμος που περιόριζε το δικαίωμα στην απεργία στον δημόσιο τομέα. Την επόμενη χρονιά, δήλωνε με εύθυμη αυταρέσκεια: «Από εδώ και μπρος, όταν έχει απεργία στη Γαλλία, κανείς δεν θα το καταλαβαίνει».

Λογικά, η μελέτη του ΔΝΤ θα έπρεπε να επιμένει στην κοινωνική και πολιτική αναγκαιότητα να ενδυναμωθούν οι οργανώσεις των εργαζομένων. Όμως, εκτιμά ότι «μένει να καθοριστεί εάν η αύξηση των ανισοτήτων που οφείλεται στην αποδυνάμωση των συνδικάτων είναι γεγονός καλό ή κακό για την κοινωνία»…

Εκείνοι που γνωρίζουν ήδη την απάντηση θα βγάλουν εύκολα το απαιτούμενο συμπέρασμα.

(1) Florence Jaumotte και Carolina Osorio Buitron, «Le pouvoir et le peuple», Finances & Développement, Ουάσινγκτον DC, Μάρτιος 2015.
(2) George Melloan, «Whatever happened to the labor movement?», «The Wall Street Journal», Νέα Υόρκη, 4 Σεπτεμβρίου 2001.

Le Monde diplomatique

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου