Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Η τεχνολογία Από εργαλείο απελευθέρωσης, όργανο υποδούλωσης

Κ. Βάρλας



Πριν από λίγο καιρό, ο κορυφαίος αστροφυσικός Στίβεν Χόκινγκ έκανε μια αναπάντεχη διαπίστωση που προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Βγήκε προς στιγμήν έξω από το επιστημονικό του πεδίο και τόλμησε να ασκήσει κοινωνική κριτική, παραδεχόμενος ότι η σημερινή παγκόσμια τάση οδηγεί σε αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και γι’ αυτό φταίνε οι καπιταλιστές.

Αυτό που τον έκανε να προβεί σε αυτή τη διαπίστωση ήταν η εξής ερώτηση που του τέθηκε στο προσωπικό του blog: «Εχετε σκεφτεί πάνω στην πιθανότητα τεχνολογικής ανεργίας, όταν αναπτύσσουμε αυτοματοποιημένες διαδικασίες που τελικά μπορούν να προκαλέσουν μεγάλη ανεργία με το να εκτελούνται εργασίες γρηγορότερα ή και φθηνότερα από αυτές που μπορούν να εκτελέσουν οι άνθρωποι; Ορισμένοι συγκρίνουν αυτή τη σκέψη με τις σκέψεις των Λουδιτών, η ανταρσία των οποίων προκλήθηκε εν μέρει από την τεχνολογική ανεργία που παρατηρήθηκε πριν από περισσότερα από 100 χρόνια. Ειδικότερα, προβλέπετε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι θα εργάζονται λιγότερο, επειδή θα έχει αυτοματοποιηθεί τόση πολλή εργασία; Θεωρείτε ότι οι άνθρωποι θα μπορούν πάντοτε ή να βρίσκουν δουλειά ή να εφευρίσκουν περισσότερη δουλειά για να κάνουν; Ευχαριστώ για το χρόνο και τη συνεισφορά σας».

Η απάντηση του Χόκινγκ ήταν η εξής: «Εάν οι μηχανές παράγουν οτιδήποτε χρειαζόμαστε, το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από το πώς διανέμονται τα αγαθά. Ο καθένας θα μπορούσε να απολαμβάνει μια ζωή πολυτελούς άνεσης αν ο πλούτος που παρήγαγαν οι μηχανές μοιραζόταν, ή περισσότεροι άνθρωποι θα μπορούσαν να καταλήξουν στη δυστυχία, αν οι κάτοχοι των μηχανών συσπειρώνονταν επιτυχώς κατά της αναδιανομής του πλούτου. Μέχρι στιγμής, η τάση φαίνεται να κατευθύνεται στη δεύτερη περίπτωση, με την τεχνολογία να οδηγεί σε συνεχώς αυξανόμενη ανισότητα».

Περνώντας την απάντηση του Χόκινγκ από ένα αυστηρά επιστημονικό κόσκινο (από την άποψη της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας), θα διαπιστώσει κανείς ότι η τοποθέτησή του «πάσχει». Ενώ στην αρχή κάνει λόγο για το πώς διανέμεται ο παραγόμενος στην παραγωγή πλούτος, στη συνέχεια μιλά για αναδιανομή, κάνοντας κάποιον να σκεφτεί ότι ο Χόκινγκ δεν έχει πρόβλημα με την διανομή του πλούτου στον καπιταλισμό, αλλά με την αναδιανομή, δηλαδή με το μοίρασμα του πλούτου έξω από την παραγωγή (π.χ. στον τομέα της φορολογίας, των κοινωνικών επιδομάτων κτλ). Αυτός, όμως, θα ήταν λανθασμένος τρόπος ανάγνωσης της διαπίστωσης του κορυφαίου επιστήμονα. Θα τον αδικούσε, μάλιστα, αφού θα απαιτούσε απ’ αυτόν την ακρίβεια του οικονομολόγου σε πέντε αράδες μιας απάντησης σε ένα blog. Διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν ο Χόκινγκ ανέπτυσσε πιο αναλυτικά τις σκέψεις του σε ένα εγχειρίδιο πολιτικής οικονομίας. Ωστόσο, δεν ήταν αυτός ο σκοπός του και κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει γι’ αυτό.

Τι είναι αυτό που αξίζει να σχολιάσει κανείς από την απάντηση του Χόκινγκ; Είναι πρώτα απ’ όλα η διαπίστωσή του ότι η τάση της σημερινής εποχής είναι η συσπείρωση των κατόχων των μέσων παραγωγής (των καπιταλιστών δηλαδή) ενάντια στο μοίρασμα του παραγόμενου πλούτου, με την τεχνολογία να μην οδηγεί στην ευημερία αλλά σε συνεχώς αυξανόμενη ανισότητα.

Η αξία της απάντησης του Χόκινγκ δεν έγκειται στη διαπίστωση ότι αυξάνεται η κοινωνική ανισότητα. Αυτό το παραδέχεται ακόμα και ο ΟΟΣΑ, σε πρόσφατη έκθεση του οποίου αναφέρεται ότι το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας τριακονταετίας. Η έκθεση αυτή αναδημοσιεύτηκε, μάλιστα, στην ιστοσελίδα του γερμανικού ομοσπονδιακού υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικών Θεμάτων και Προστασίας του καταναλωτή.

Η αξία της απάντησης του Χόκινγκ (ενός επιφανούς μέλους της αστικής διανόησης της Βρετανίας) έγκειται στη διαπίστωση για το ποιος προκαλεί αυτή την ανισότητα. Το να παραδέχεται ένας κορυφαίος επιστήμονας ότι η κοινωνική ανισότητα προκαλείται από τους καπιταλιστές (γιατί αυτοί είναι οι κάτοχοι των μηχανών) και ότι η τεχνολογία οδηγεί επίσης στο βάθεμα αυτής της ανισότητας, αντί να ρίξει το φταίξιμο σε «οπισθοδρομικές αντιλήψεις» (π.χ. ισλαμισμός) που επικρατούν στους λαούς που θεωρούνται πιο «καθυστερημένοι» πολιτισμικά, αποτελεί κόλαφο για τους θιασώτες της καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Γι’ αυτό και η απάντηση του Χόκινγκ θάφτηκε από το βρετανικό Τύπο.

Εχει δίκιο ο Χόκινγκ σ’ αυτή του τη διαπίστωση; Οπως διαβάζουμε σε έρευνα μιας αμερικάνικης εταιρίας δημοσκοπήσεων, της Pew Research Center, οι «ειδικοί» φαίνονται διχασμένοι ως προς το αποτέλεσμα της αυτοματοποιημένης εργασίας. Περίπου οι μισοί (το 48%) από τους 1.867 «ειδικούς» που ρωτήθηκαν υποστήριξαν ότι στο μέλλον τα ρομπότ και οι «ψηφιακοί πράκτορες» θα εκτοπίσουν σημαντικό αριθμό ανθρώπων, όχι μόνο ανειδίκευτων αλλά και ειδικευμένων. Πολλοί από αυτούς εξέφρασαν την ανησυχία τους ότι αυτό θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων, σε μαζική ανεργία και σε ρήγματα στην κοινωνική τάξη.

Το άλλο μισό (52%) των «ειδικών» που απάντησαν στην έρευνα υποστήριξε ότι δεν περιμένει ότι η τεχνολογία θα προκαλέσει εκτοπίσεις περισσότερων θέσεων εργασίας από αυτές που θα δημιουργήσει μέχρι το 2025. Οι «ειδικοί» αυτοί παραδέχονται ότι πολλές θέσεις εργασίας που σήμερα ανήκουν σε ανθρώπους θα μεταφερθούν στα ρομπότ ή σε «ψηφιακούς πράκτορες» μέχρι το 2025. Ωστόσο, έχουν πίστη στην ανθρώπινη εφευρετικότητα, η οποία εκτιμούν ότι θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, βιομηχανικούς κλάδους και τρόπους για να κερδίζει κανείς το μεροκάματό του, όπως συνέβη από το χάραμα της Βιομηχανικής Επανάστασης.

Ενας από τους παραπάνω, ο Μάικλ Κέντε, οικονομολόγος της Internet Society που ασχολείται με την ανάπτυξη του διαδικτύου, επισημαίνει: «Γενικά, κάθε κύμα αυτοματοποίησης και αυξημένης χρήσης υπολογιστών αύξησε την παραγωγικότητα χωρίς να μειώσει την εργασία και δεν υπάρχει κανένας λόγος να σκεφτόμαστε ότι αυτό δε θα συμβεί στο μέλλον. Ειδικά το νέο κύμα (σ.σ. αυτοματοποίησης) είναι πιθανό να αυξήσει την προσωπική ή επαγγελματική παραγωγικότητα (π.χ. το αυτοοδηγούμενο αυτοκίνητο), αλλά δεν είναι απαραίτητο να εκτοπίσει μια θέση εργασίας (π.χ. σοφέρ). Ενώ τα ρομπότ μπορεί να εκτοπίσουν ορισμένες χειρωνακτικές εργασίες, ο αντίκτυπος δεν θα είναι διαφορετικός από τα προηγούμενα κύματα αυτοματοποίησης στα εργοστάσια και αλλού. Από την άλλη, κάποιος θα εξακολουθεί να προγραμματίζει και να φτιάχνει τα νέα εργαλεία, τα οποία επίσης είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε ένα νέο κύμα καινοτομιών και θέσεων εργασίας».

Ο Τζον Μάρκοφ, αρθρογράφος επί επιστημονικών θεμάτων των «Τάιμς της Νέας Υόρκης», θεωρεί ότι: «Θα υπάρξει μια πελώρια εκτόπιση της εργασίας την ερχόμενη δεκαετία. Αυτό είναι αλήθεια. Ομως, αν πηγαίναμε 15 χρόνια πίσω, ποιος θα σκεφτόταν ότι η “βελτιστοποίηση των μηχανών αναζήτησης’’ (σ.σ. του διαδικτύου) θα αποτελούσε μια σημαντική κατηγορία θέσεων εργασίας;».

Τέλος, ο Αμι Γουέμπ, CEO της εταιρίας Webbmedia (συμβουλευτική για τις τάσεις που επικρατούν στην τεχνολογία και τα ψηφιακά ΜΜΕ), υποστηρίζει: «Υπάρχει μια γενική ανησυχία ότι τα ρομπότ θα αναλάβουν (σ.σ. την εργασία). Διαφωνώ ότι οι αναδυόμενες τεχνολογίες θα εκτοπίσουν μόνιμα το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής δύναμης, αν και θα ισχυριστώ ότι οι εργασίες θα μετακινηθούν σε άλλους τομείς. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, χρειάζεται ένας στρατός από ταλαντούχους προγραμματιστές για να βοηθήσει στην ανάπτυξη της τεχνολογίας. Ομως, θα εξακολουθήσουν να χρειάζονται άνθρωποι για το πακετάρισμα, τη συναρμολόγηση, τις πωλήσεις κτλ.».

Ας συνοψίσουμε τα «επιχειρήματα» της πλειοψηφίας των «ειδικών» που απάντησαν στην έρευνα: Η αυτοματοποίηση και η εισαγωγή των υπολογιστών αύξησε μέχρι σήμερα την παραγωγικότητα, χωρίς να μειώσει την ανθρώπινη εργασία, δηλαδή χωρίς να αυξήσει την ανεργία. Ομως, ακόμα κι αν υπάρξει κάποια «εκτόπιση εργασίας», αυτή δε θα είναι μόνιμη, αλλά θα αντισταθμιστεί από την ανάπτυξη νέων κλάδων παραγωγής, νέων καινοτομιών, ιδιαίτερα στον τομέα του προγραμματισμού ή στο διαδίκτυο, που θα οδηγήσουν στην αύξηση της απασχόλησης.

Πρώτα απ’ όλα, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε την ανιστόρητη «διαπίστωση», ότι η αυτοματοποίηση μέχρι σήμερα δεν μείωσε την ανθρώπινη εργασία. Ο «οικονομολόγος» που θα ισχυριστεί κάτι τέτοιο μάλλον δεν έχει δει ποτέ στη ζωή του τη διαδικασία παραγωγής σε ένα εργοστάσιο για να διαπιστώσει το αυτονόητο: ότι η εισαγωγή των μηχανών διώχνει μαζικά εργάτες, αφού οι πρώτες εκτελούν την εργασία των τελευταίων. Αλλωστε, αν με την εισαγωγή της μηχανής στην παραγωγική διαδικασία απαιτούνταν περισσότερη εργασία για να παραχθεί η ίδια ποσότητα προϊόντος, τότε η μηχανή θα ήταν ασύμφορη! Αν η μηχανή ενσωματώνει περισσότερη εργασία από αυτή που εκτοπίζει, κανένας καπιταλιστής δε θα ήθελε να την αγοράσει. Γιατί αντί να εξοικονομεί ανθρώπινη εργασία, θα αναγκαζόταν να πληρώσει πιο ακριβά για να παράγει την ίδια ποσότητα προϊόντων. Αν δηλαδή η αύξηση της εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή και τη συντήρηση της ίδιας της μηχανής είναι μεγαλύτερη από τη μείωση της εργασίας που προκαλεί η χρησιμοποίησή της, τότε το μηχανοποίητο προϊόν θα ήταν ακριβότερο από το χειροποίητο.

Αρα, οι μηχανές θα εκτοπίζουν περισσότερη ανθρώπινη εργασία από αυτή που οι ίδιες χρειάζονται για να δημιουργηθούν και να συντηρηθούν. Σ’ αυτό το συμπέρασμα κατέληξε ο Μαρξ όταν ανέλυε τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής στο περίφημο «Κεφάλαιό» του, βασιζόμενος μάλιστα στα στοιχεία της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη Βρετανία.

Αν και ξεφεύγει εντελώς από τα πλαίσια αυτού του σημειώματος μια αναλυτική παρουσίαση των στατιστικών στοιχείων της εργασίας στον καπιταλιστικό κόσμο, αξίζει να δούμε πώς εξελίχθηκε το εργατικό δυναμικό στην ατμομηχανή του καπιταλιστικού κόσμου παγκοσμίως, τις ΗΠΑ, για να δούμε αν έχουν κάποιο δίκιο αυτοί που υποστηρίζουν ότι η τεχνολογία οδήγησε σε αύξηση των θέσεων εργασίας. Μια ματιά στα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει το Γραφείο Εργασίας των ΗΠΑ αρκεί για να αποδείξει ότι, παρά την τεχνολογική έκρηξη που σημειώθηκε τα τελευταία σαράντα χρόνια, το ποσοστό του εργατικού δυναμικού (εργαζόμενοι και άνεργοι) ως προς το σύνολο του πληθυσμού (άνω των 16 ετών) μειώνεται συνεχώς από το 2008, φτάνοντας το 2014 να είναι μόλις 62.9%, δηλαδή στο μικρότερο σημείο από το 1977 (που ήταν 62.3%). Το μέγιστο μεταπολεμικά (μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) σημειώθηκε την περίοδο 1997-2000 που το ποσοστό αυτό έφτασε το 67.1%.

Ταυτόχρονα, το ποσοστό των εργαζόμενων ως προς το σύνολο του πληθυσμού (άνω των 16 ετών) κυμαίνεται μεταξύ 58.5% και 59% για όλα τα χρόνια από το 2009 μέχρι σήμερα. Ξέρετε από πότε είχαν να σημειωθούν τέτοια ποσοστά; Πριν από το 1985! Συνυφασμένη με τα παραπάνω είναι η σταθερή αύξηση της ανεργίας στις ΗΠΑ, που αν και έχει μειωθεί από τα χρόνια της κορύφωσης της τελευταίας κρίσης (τότε που πλησίαζε το 10%), βρίσκεται πάνω από τα επίπεδα της περιόδου από το 1994 μέχρι το 2008. Μιλάμε για τα επίσημα ποσοστά ανεργίας, που θεωρούν «εργαζόμενο» κι αυτόν που εργάστηκε μία ώρα τη βδομάδα της απογραφής! Η δε αύξηση των εργαζόμενων στη μερική απασχόληση ήταν στα ίδια επίπεδα με την αύξηση των εργαζόμενων στην πλήρη απασχόληση (κοντά στο 19% στην εικοσαετία 1994-2014). Τι σημαίνουν όλα αυτά; Οτι η παρούσα κρίση ήταν ακόμα πιο καταστροφική από τις προηγούμενες, οδηγώντας -παρά την τεχνολογική πρόοδο- σε μεγαλύτερη ανεργία.

Επίσης, πρέπει να πάρουμε υπόψη ότι η κατάρρευση του «ανατολικού μπλοκ» τη δεκαετία του ’90 άνοιξε μία τεράστια αγορά για τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις της Δύσης (μεταξύ των οποίων και των ΗΠΑ). Ηταν αυτή η «ανάσα» που οδήγησε σε αύξηση της απασχόλησης στις ΗΠΑ τα χρόνια 1994-2000, παράλληλα με την εμφάνιση μαζικής ανεργίας στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Αυτή η «ανάσα» όμως δεν υπάρχει πλέον.

Μήπως όμως η αυτοματοποίηση της παραγωγής δημιούργησε στην οικονομία νέους κλάδους, που οδήγησαν σε τέτοια αύξηση της εργασίας, ώστε να αντισταθμιστεί η μείωση της ανθρώπινης εργασίας στους κλάδους που εισήχθησαν οι μηχανές και η αυτοματοποίηση; Για παράδειγμα, μήπως οι ταλαντούχοι προγραμματιστές ή οι νέες δραστηριότητες που απαιτεί το διαδίκτυο (π.χ. η κατασκευή μίας ιστοσελίδας) αύξησαν σημαντικά την απασχόληση;

Ας δούμε τι λένε τα στατιστικά στοιχεία του Γραφείου Στατιστικών της Εργασίας των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, τα επαγγέλματα με τους περισσότερους εργαζόμενους στις ΗΠΑ το 2014 ήταν οι πωλητές και ταμίες του λιανικού εμπορίου! Και τα δύο αυτά επαγγέλματα αντιπροσώπευαν το 6% του συνόλου των εργαζόμενων στις ΗΠΑ. 4.6 εκατομμύρια ήταν οι πωλητές και 3.4 εκατομμύρια οι ταμίες. Ξέρετε πόσοι ήταν οι εργαζόμενοι που ειδικεύονταν στην ανάπτυξη των υπολογιστών και του διαδικτύου (προγραμματιστές, «αρχιτέκτονες» δικτύων, ερευνητές κτλ); Γύρω στα 4 εκατομμύρια (συμπεριλαμβανομένων 330 χιλιάδων μανατζαραίων)!Ποσοστό δηλαδή γύρω στο 3% του συνόλου των εργαζομένων στις ΗΠΑ!Ο αντίστοιχος αριθμός το Μάη του 2000 ήταν γύρω στα 3.1 εκατομμύρια (συμπεριλαμβανομένων 283 χιλιάδων μανατζαραίων). Αν και η αύξηση μέσα σε 14 χρόνια είναι σημαντική (της τάξης του 30%, ποσοστό περίπου διπλάσιο από την αύξηση του πληθυσμού μεταξύ 2000 και 2014), ο αριθμός των ανθρώπων που ειδικεύονται στον τομέα αυτό εξακολουθεί να αποτελεί ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνόλου των εργαζομένων στις ΗΠΑ.

Μήπως όμως οι εκτιμήσεις για την επόμενη δεκαετία προβλέπουν έκρηξη της εργασίας στον κλάδο της ανάπτυξης υπολογιστών; Η πρόβλεψη του BLS για τον κλάδο με τη μεγαλύτερη αναμενόμενη αύξηση θέσεων εργασίας θα απογοητεύσει τους οπαδούς της νέας «τεχνολογικής επανάστασης». Σύμφωνα με το BLS, τα επαγγέλματα που αναμένεται να προκαλέσουν τη μεγαλύτερη αύξηση θέσεων εργασίας τη δεκαετία 2014-2024 είναι αυτά που σχετίζονται με την υγεία και την περίθαλψη και όχι με τους υπολογιστές, που αναμένεται να έχουν τη μισή αύξηση θέσεων εργασίας σε σχέση με την υγεία-περίθαλψη.

Σχετικά με τις επιπτώσεις της αυτοματοποίησης στις θέσεις εργασίας έχει αξία να διαβάσει κανείς τι λέει η Τράπεζα της Αγγλίας. Σε πρόσφατο άρθρο του βρετανικού «Γκάρντιαν» αναφέρονται τα εξής αποκαλυπτικά:

«Η Τράπεζα της Αγγλίας έχει προειδοποιήσει ότι κινδυνεύουν να χαθούν μέχρι 15 εκατομμύρια θέσεις εργασίας εξαιτίας της νέας γενιάς ρομπότ, ιδιαίτερα εξελιγμένων, που κάνουν τη δουλειά που πριν έκαναν οι άνθρωποι... Ο Andy Haldane, επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας, δήλωσε ότι ο αυτοματισμός θέτει σε κίνδυνο τις θέσεις των μισών σχεδόν εργαζομένων στη Βρετανία και ότι μία “μηχανή τρίτης γενιάς’’ θα υπονομεύσει την αγορά εργασίας, διευρύνοντας το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Τα αποτελέσματα έρευνας της Τράπεζας της Αγγλίας, συμπλήρωσε ο Haldane, έδειξαν ότι απειλούνται περισσότερο διοικητικές, υπαλληλικές και παραγωγικές θέσεις. Σε ομιλία του σε μια οργάνωση-ομπρέλα των βρετανικών συνδικάτων, την TUC, απάντησε ότι, δύο αιώνες μετά, αποδείχτηκε ότι είχαν δίκιο οι Λουδίτες –που θεωρείται ότι έσπαγαν μηχανές κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης. “Η τεχνολογία φαίνεται να οδηγεί στη γρηγορότερη, ευρύτερη και σε μεγαλύτερο βαθμό υπονόμευση της εργασίας (σ.σ. hollowing out είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την αναζήτηση πιο φτηνής εργασίας) σε σχέση με το παρελθόν” δήλωσε. “Γιατί; Επειδή οι μηχανές του 20ού αιώνα έχουν υποκαταστήσει όχι μόνο τις χειροκίνητες ανθρώπινες εργασίες αλλά και αυτές που απαιτούν γνώση”. Με μηχανές ακόμα πιο έξυπνες, κινδυνεύει από την αυτοματοποίηση ένα μεγαλύτερο εύρος εργασιών σε σχέση με το παρελθόν, είπε ο Haldane. Οι ειδικότητες χαμηλής αμοιβής κινδυνεύουν περισσότερο, όμως η διαδικασία υπονόμευσης της εργασίας θα μπορούσε να επηρεάσει επίσης τις ειδικότητες μέσης ειδίκευσης».

Σε παρόμοια συμπεράσματα καταλήγει μια έκθεση 300 σελίδων, που αποκαλύφθηκε πρόσφατα αποκλειστικά από τον «Γκάρντιαν». Η έκθεση συντάχθηκε από αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας Bank of America - Merrill Lynch, οι οποίοι βασίστηκαν στις τελευταίες έρευνες για να αποτυπώσουν τις συνέπειες αυτού που θεωρούν ως τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, μετά από τον ατμό, τη μαζική παραγωγή και τα ηλεκτρονικά.

Σε έρευνα του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που περιλαμβάνεται στην παραπάνω έκθεση, υπογραμμίζεται ο κίνδυνος απόλυσης μέχρι και του 35% των εργαζομένων της Βρετανίας και του 47% των εργαζομένων στις ΗΠΑ, λόγω της τεχνολογικής προόδου, μέσα στα επόμενα 20 χρόνια. Οι απολύσεις αναμένεται να γίνουν κυρίως στον πυθμένα της εισοδηματικής κλίμακας. Οπως αναφέρει η έκθεση, «η τάση είναι ανησυχητική σε αγορές όπως οι ΗΠΑ, επειδή πολλές θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια είναι χαμηλά αμειβόμενες, χειρωνακτικές ή εργασίες υπηρεσιών που γενικά θεωρούνται ότι αντιμετωπίζουν “υψηλό ρίσκο'' υποκατάστασης (σ.σ. από τις μηχανές)».

Μήπως τελικά η λύση είναι αυτή που είχαν βρει οι Λουδίτες; Το σπάσιμο των μηχανών ή η άρνηση της τεχνολογικής προόδου δε θα οδηγούσε παρά στην επιστροφή σε προγενέστερες, ακόμα πιο σκληρές μορφές εκμετάλλευσης. Ας σκεφτούμε μόνο ότι σε πολλές από τις χώρες του λεγόμενου τρίτου κόσμου οι χειρώνακτες εργάτες είναι τόσο «φτηνοί» που οι καπιταλιστές προτιμούν να τους χρησιμοποιήσουν παρά να αυτοματοποιήσουν περισσότερο την παραγωγή (ας θυμηθούμε το εργοστάσια υφασμάτων μέσα σε κτίρια-ερείπια που κατέρρευσαν στο Μπαγκλαντές τον περασμένο Μάρτη, με αποτέλεσμα εκατοντάδες νεκρούς εργάτες).

Πριν από επτά περίπου δεκαετίες, ένας άλλος κορυφαίος επιστήμονας, ο Αλμπερτ Αϊνστάιν, κατέληγε σε ένα πολύ πιο προχωρημένο συμπέρασμα σε σχέση με τον Χόκινγκ. Ο Αϊνστάιν είχε το θάρρος να υποστηρίξει ότι για να προοδεύσει η ανθρωπότητα θα πρέπει να επικρατήσει ο σοσιαλισμός, μια σχεδιασμένη οικονομία, με γνώμονα την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών, κι όχι ο λυσσαλέος ανταγωνισμός των καπιταλιστών. Το περίφημο άρθρο του με τίτλο «Γιατί Σοσιαλισμός;» δημοσιεύτηκε μάλιστα στην εποχή που ξεκινούσε ο «ψυχρός πόλεμος», το Μάη του 1949, στο πρώτο τεύχος της αμερικάνικης επιθεώρησης «Monthly Review».

Από τότε κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι. Ο σοσιαλισμός έπεσε «από τα μέσα» και μετατράπηκε σε παλινορθωμένο καπιταλισμό, που αμαύρωσε το κομμουνιστικό όραμα για δεκαετίες. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο καπιταλισμός είναι το «τέλος της Ιστορίας». Από τη στιγμή που μπαίνει φρένο στις παραγωγικές δυνάμεις που ο ίδιος χρησιμοποιεί (με πρώτη τον εργαζόμενο άνθρωπο), δεν μπορεί να μην θεωρείται ιστορικά ξεπερασμένος. Οσο η τεχνολογία αναπτύσσεται στα πλαίσια του καπιταλισμού τόσο θα υποδουλώνει ακόμα περισσότερο την εργασία των παραγωγών, μεταφέροντας τη γνώση σε εξαρτήματα που ελέγχουν οι καπιταλιστές και δημιουργώντας τεράστιες στρατιές ανέργων, εντείνοντας τις ταξικές αντιθέσεις και ανισότητες.

Κόντρα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου