Ηταν 10 του Νοέμβρη του 1940, στο FBI είχαν γιορτή. Επιτέλους, θα «κοσμούσε» τις λίστες των πρακτόρων του ένας ακόμη μεγάλος σταρ! Ο μεγαλύτερος παραμυθάς που πέρασε από τον κινηματογράφο, ο άνθρωπος που εφάρμοσε τη χρυσοφόρα ιδέα του για μαζική διασκέδαση, με ήρωες κινουμένων σχεδίων, ο εντιμότατος κύριος Γουόλτ Ντίσνεϊ, εκείνη τη φθινοπωρινή μέρα χρίζεται μυστικός πράκτορας και πληροφοριοδότης του FBI. Είναι, πλέον, ο νέος τους καταδότης, ο νέος πολύτιμος ρουφιάνος τους. Από εκείνο τον Νοέμβρη και μετά, είναι πολλοί, στην Αμερική, αυτοί που έμαθαν πως πίσω από τον «Μίκυ Μάους», τον «Ντόναλντ Ντακ», τον «Γκούφι», την «Νταίζυ», τον «Κύρο Γρανάζη», τα «Τρία Γουρουνάκια» και όλους τους ήρωες που - μέσα στη δυστοπία της Μεγάλης Υφεσης - προσέφεραν χαρά και διασκέδαση σε εκατομμύρια θεατών, υπήρχε κάτι σκοτεινό, βρώμικο και άγρια επιθετικό. Σαν να είχε ζωντανέψει - με τον εφιαλτικότερο τρόπο - η φιγούρα του «Κακού Λύκου».
Επτά χρόνια μετά, στις 24 Οκτώβρη του 1947, ο Ντίσνεϊ ανοίγει τον κατάλογο των εχθρών του, των αντιπάλων και των ανταγωνιστών του και τους «δίνει» όλους! Καταθέτει στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών του Mακάρθι, χαρακτηρίζοντας κομμουνιστές πολλούς καλλιτέχνες του Χόλιγουντ. Αυτοί που ήξεραν, έλεγαν πως εξυπηρετούσε ταυτόχρονα και συμφέροντα του Χούβερ, που ήταν τότε διευθυντής του FBI, βοηθώντας τον να ξεκαθαρίσει λογαριασμούς. Δεν διστάζει να καταδώσει και στενούς φίλους και υπαλλήλους του, υποψιαζόμενος πως φλέρταραν με τον Μαρξ. Ο Ντίσνεϊ καταφέρνει έτσι να βάλει στη «μαύρη λίστα» της Επιτροπής πολλούς ηθοποιούς, σκηνοθέτες, σεναριογράφους κ.ά., καταστρέφοντας την καριέρα τους. Ενώπιον της Επιτροπής καταθέτει, με ιδιαίτερο πάθος, απίστευτες ιστορίες που σκαρφίζεται για ανθρώπους που θεωρεί αριστερούς. Περιγράφει - όπως λένε αυτόπτες μάρτυρες - φανταστικές θεωρίες κομμουνιστικής συνωμοσίας περί... μπολσεβίκικης κατάληψης του Χόλιγουντ. Τότε είναι που βάζει στο στόχαστρο και κάποιους πρώην animators, ισχυριζόμενος ότι η Screen Actors Guild είναι μια επικίνδυνη, αντεθνική κομμουνιστική γιάφκα! Για μια απεργία μάλιστα, που γίνεται το 1941 στο στούντιό του, απευθύνεται αμέσως στο FBI καταγγέλλοντας... κομμουνιστική διείσδυση! Στην πρώτη απόπειρα σκιτσογράφων για σωματείο, επιστρατεύει ενόπλους για να τους διαλύσουν, απολύει τους υπεύθυνους της κινητοποίησης και μειώνει δραστικά τους μισθούς όλων. Κάποιους απεργούς, μάλιστα, αποπειράται να τους χτυπήσει ο ίδιος. Αυτός ο άνθρωπος, λοιπόν, που ως παραγωγός ταινιών κατέχει το ρεκόρ των περισσότερων Βραβείων της Ακαδημίας, έχοντας κερδίσει - μεταξύ άλλων - 26 Οσκαρ από 59 υποψηφιότητες, τρεις Χρυσές Σφαίρες και ένα Βραβείο Εμμυ, ο ιδιοφυής επιχειρηματίας που στήνει μία αυτοκρατορία με πολλά δισεκατομμύρια κέρδη και απήχηση σε όλο τον κόσμο, υπήρξε ένας δύστροπος, επικίνδυνος και σκοτεινός άνθρωπος. Ο Γουόλτ Ντίσνεϊ ενώ καταφέρνει να κατακτήσει τον κόσμο του θεάματος, αποκαλύπτεται σύντομα από τον Τύπο πως είναι, τελικά, «ένας ανάλγητος σύζυγος, ένα εκφοβιστικό αφεντικό και ένας λυσσασμένος, αντικομμουνιστής κυνηγός μαγισσών». Δεν διστάζει να εκφράσει τη στήριξή του στον Χίτλερ, αλλά και να προσκαλέσει την αγαπημένη σκηνοθέτιδα και κινηματογραφίστρια του Φίρερ, Λένι Ρίφενσταλ, στα στούντιό του. Μια επίσκεψη που κανονίζει να πραγματοποιηθεί λίγα 24ωρα μετά τη Νύχτα των Κρυστάλλων και το πογκρόμ κατά των Εβραίων στη Γερμανία!
Το κομμουνιστικό Χόλιγουντ
Επτά χρόνια μετά, στις 24 Οκτώβρη του 1947, ο Ντίσνεϊ ανοίγει τον κατάλογο των εχθρών του, των αντιπάλων και των ανταγωνιστών του και τους «δίνει» όλους! Καταθέτει στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών του Mακάρθι, χαρακτηρίζοντας κομμουνιστές πολλούς καλλιτέχνες του Χόλιγουντ. Αυτοί που ήξεραν, έλεγαν πως εξυπηρετούσε ταυτόχρονα και συμφέροντα του Χούβερ, που ήταν τότε διευθυντής του FBI, βοηθώντας τον να ξεκαθαρίσει λογαριασμούς. Δεν διστάζει να καταδώσει και στενούς φίλους και υπαλλήλους του, υποψιαζόμενος πως φλέρταραν με τον Μαρξ. Ο Ντίσνεϊ καταφέρνει έτσι να βάλει στη «μαύρη λίστα» της Επιτροπής πολλούς ηθοποιούς, σκηνοθέτες, σεναριογράφους κ.ά., καταστρέφοντας την καριέρα τους. Ενώπιον της Επιτροπής καταθέτει, με ιδιαίτερο πάθος, απίστευτες ιστορίες που σκαρφίζεται για ανθρώπους που θεωρεί αριστερούς. Περιγράφει - όπως λένε αυτόπτες μάρτυρες - φανταστικές θεωρίες κομμουνιστικής συνωμοσίας περί... μπολσεβίκικης κατάληψης του Χόλιγουντ. Τότε είναι που βάζει στο στόχαστρο και κάποιους πρώην animators, ισχυριζόμενος ότι η Screen Actors Guild είναι μια επικίνδυνη, αντεθνική κομμουνιστική γιάφκα! Για μια απεργία μάλιστα, που γίνεται το 1941 στο στούντιό του, απευθύνεται αμέσως στο FBI καταγγέλλοντας... κομμουνιστική διείσδυση! Στην πρώτη απόπειρα σκιτσογράφων για σωματείο, επιστρατεύει ενόπλους για να τους διαλύσουν, απολύει τους υπεύθυνους της κινητοποίησης και μειώνει δραστικά τους μισθούς όλων. Κάποιους απεργούς, μάλιστα, αποπειράται να τους χτυπήσει ο ίδιος. Αυτός ο άνθρωπος, λοιπόν, που ως παραγωγός ταινιών κατέχει το ρεκόρ των περισσότερων Βραβείων της Ακαδημίας, έχοντας κερδίσει - μεταξύ άλλων - 26 Οσκαρ από 59 υποψηφιότητες, τρεις Χρυσές Σφαίρες και ένα Βραβείο Εμμυ, ο ιδιοφυής επιχειρηματίας που στήνει μία αυτοκρατορία με πολλά δισεκατομμύρια κέρδη και απήχηση σε όλο τον κόσμο, υπήρξε ένας δύστροπος, επικίνδυνος και σκοτεινός άνθρωπος. Ο Γουόλτ Ντίσνεϊ ενώ καταφέρνει να κατακτήσει τον κόσμο του θεάματος, αποκαλύπτεται σύντομα από τον Τύπο πως είναι, τελικά, «ένας ανάλγητος σύζυγος, ένα εκφοβιστικό αφεντικό και ένας λυσσασμένος, αντικομμουνιστής κυνηγός μαγισσών». Δεν διστάζει να εκφράσει τη στήριξή του στον Χίτλερ, αλλά και να προσκαλέσει την αγαπημένη σκηνοθέτιδα και κινηματογραφίστρια του Φίρερ, Λένι Ρίφενσταλ, στα στούντιό του. Μια επίσκεψη που κανονίζει να πραγματοποιηθεί λίγα 24ωρα μετά τη Νύχτα των Κρυστάλλων και το πογκρόμ κατά των Εβραίων στη Γερμανία!
«Ο Walt είναι ψυχοπαθής και τον φοβάμαι»
Η ιστορία της «Disney» ξεκινάει τον Οκτώβρη του 1923, όταν τα αδέλφια Γουόλτ και Ρόι, σε ένα γκαράζ στην Καλιφόρνια, ιδρύουν την κινηματογραφική εταιρεία, που θα παράγει ταινίες κινουμένων σχεδίων μικρού μήκους. Δημιουργώντας ένα ποντίκι, με μεγάλα αυτιά και γάντια, τον Μίκυ Μάους, βάζουν τα θεμέλια μιας θεαματικής 43χρονης πορείας, μέσα από την οποία ο Γουόλτ αναδεικνύεται ο κορυφαίος δημιουργός της μαζικής ψυχαγωγίας και ο κυριότερος εκπρόσωπος του «αμερικανικού ονείρου». Συνηθίζει να λέει στις συνεντεύξεις του: «Ελπίζω μόνο να μην ξεχάσουμε ένα πράγμα: Ολα ξεκίνησαν με ένα ποντίκι». Ηταν το τελευταίο αγόρι μιας πολύτεκνης οικογένειας, που γεννήθηκε στο Σικάγο στις 5 Δεκέμβρη του 1901. Η πρώτη του δουλειά είναι πωλητής εφημερίδων στο επαρχιακό πρακτορείο διανομής του πατέρα του, στο Κάνσας.
Στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, οδηγεί ασθενοφόρα και το 1920 αποφασίζει ότι θέλει να κάνει ταινίες. Είναι 19 χρόνων. Το 2006, κυκλοφορεί μια βιογραφία του, από τον Νιλ Γκάμπλερ, ο οποίος υπογραμμίζει πως ο Γουόλτ Ντίσνεϊ υπήρξε «συναισθηματικά καθοδηγούμενος γιος ενός ψυχρού πατέρα. Ενα καταπιεσμένο παιδί που προσπάθησε να δημιουργήσει έναν φανταστικό κόσμο για τον εαυτό του, στον οποίο θα ένιωθε αγαπητό και ασφαλές και κατέληξε να διαδώσει αυτήν την εφεύρεση στον κόσμο». Και καταλήγει ο Γκάμπλερ: «Κατά τη διάρκεια μιας περιπλανώμενης παιδικής ηλικίας υλικής και συναισθηματικής στέρησης, τουλάχιστον όπως τη θυμόταν, άρχισε να ζωγραφίζει και να αποσύρεται σε αυτούς τους φανταστικούς κόσμους». Κι αυτοί οι φανταστικοί κόσμοι του «πουλάνε». Η επιτυχία που έρχεται, είναι τεράστια. Μέχρι τον θάνατό του, το 1966, περισσότεροι από 240 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν δει μια ταινία της «Disney», 80 εκατομμύρια έχουν διαβάσει ένα βιβλίο της «Disney» και 100 εκατομμύρια έχουν παρακολουθήσει μια τηλεοπτική εκπομπή της «Disney». Ο ιθύνων νους αυτής της κολοσσιαίας εταιρείας, αυτός ο βαθιά προβληματικός άνθρωπος (για τον οποίο πολλοί υποστηρίζουν ότι ήταν και χρήστης ναρκωτικών), όχι μόνο τρομοκρατεί, ταπεινώνει κι εξευτελίζει το προσωπικό και τους φίλους του, αλλά κακομεταχειρίζεται και γελοιοποιεί δημόσια και τον ίδιο τον αδελφό του Ρόι, στον οποίο οφείλει τη σωστή οικονομική διαχείριση της αυτοκρατορίας του. Ο αδελφός του είχε δηλώσει: «Ο Walt είναι ψυχοπαθής, τον φοβάμαι».
Πριν από δέκα χρόνια, η Μέριλ Στριπ ασκεί σκληρή κριτική στον Γουόλτ Ντίσνεϊ για αντισημιτισμό και σεξισμό. Τον κατηγορεί για μισογυνισμό και ότι υπήρξε μέλος αντισημιτικού λόμπι. Διαβάζοντας μάλιστα και μια επιστολή του, επισημαίνει την παράγραφο στην οποία ο Ντίσνεϊ αναφέρει ότι «οι γυναίκες δεν κάνουν τη δημιουργική δουλειά που σχετίζεται με την προετοιμασία των καρτούν για τη μεγάλη οθόνη, καθώς αυτή είναι μια δουλειά που πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου από νεαρούς άνδρες». Η αλήθεια ήταν ότι - όπως αποκαλύπτουν συνεργάτες του - «το αφεντικό δεν εμπιστευόταν τις γυναίκες και τις γάτες, τις απεχθανόταν. Απαγόρευε τις προσλήψεις γυναικών! Στο στούντιό του, εκτός μόνο από το τμήμα επιχρωματισμού, δεν κυκλοφορούσε γυναίκα, ενώ δεν επέτρεπε να προσληφθούν μαύροι για να εργαστούν στην Disneyland, το θεματικό πάρκο που ίδρυσε το 1955, στην Καλιφόρνια και που έχουν επισκεφτεί πάνω από 700.000.000 άνθρωποι». Οι βιογράφοι του Ντίσνεϊ και το ρεπορτάζ μιλάνε για έναν σκοτεινό άνθρωπο, μισογύνη, δεσποτικό, σεξιστή, αντισημίτη, μεγαλομανή, φανατικό αντικομμουνιστή, καταδότη συναδέλφων του, σκληρό και απάνθρωπο εργοδότη!
Μισογύνης, ρατσιστής, δεσποτικός, σεξιστής, αντισημίτης
Και για όσους ανησυχούν αν ισχύει ή είναι αστικός μύθος ότι ο Disney καταψύχθηκε κρυογονικά, κατά τον θάνατό του, ο βιογράφος του, Γκάμπλερ, μας διαβεβαιώνει πως αποτεφρώθηκε και η τέφρα του θάφτηκε σε ιδιωτικό κήπο. Ευτυχώς. Κι όπως θα 'λεγε και ο Buzz Lightyear, στο Toy Story, «στο άπειρο, και ακόμα παραπέρα!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου