Εκδηλώσεις
Τα κοινωνικά δίκτυα είναι τα μοντέρνα καφενεία ή ακόμα καλύτερα, πρόκειται για τη σύγχρονη εκδοχή της αρχαίας Αγοράς, υπό αμφότερες τις έννοιες τούτης της λέξης. Δίνουν την ευκαιρία στους πολίτες να σπάσουν το φρικιαστικό μονοπώλιο της επεξεργασμένης (και συνήθως παραποιημένης) πληροφορίας, που κατέχουν τα παντελώς ελεγχόμενα από το κεφάλαιο ΜΜΕ.
Έτσι, το καπιταλιστικό σύστημα, μαζί με τα εργαλεία της χειραγώγησης των μαζών, παρέχει μοιραία και νέα εργαλεία που θα οδηγήσουν στην ήττα του. Οι καπιταλιστές είναι ικανοί να μας πουλήσουν το σκοινί που θα τους κρεμάσουμε, έλεγε ο Λένιν και δεν είχε καθόλου άδικο.
Αυτό είναι κάτι που εμείς το αξιοποιούμε ως μετερίζι κοινωνικού αγώνα και πολιτικής δικτύωσης κι αυτό δεν αφορά μόνο τη Σφήκα και τον Άνεμο Αντίστασης, αλλά τον καθένα που προσπαθεί να επικοινωνήσει με αυτόν τον τρόπο.
Σ’ έναν κόσμο που ό άνθρωπος κατάφερε να εκτυπώνει αγαθά σε τρισδιάστατους εκτυπωτές και όμως να πεινάει, έναν κόσμο που δεν μπορούσε να φανταστεί ούτε ο Μαρξ, όμως και πάλι τον προσέγγισε ορθολογικά, αναλογικά με τα επιστημονικά μέσα που ήταν διαθέσιμα στην εποχή του, εγώ προσωπικά παραμένω μαρξιστής, αναγνωρίζοντας ωστόσο την αδήριτη ανάγκη προσέγγισης του Μαρξισμού με βάση τις επιστημονικές θεωρήσεις του 21ου κι όχι του 19ου αιώνα.
Άλλωστε όλες οι εκφάνσεις του Μαρξισμού, που βρήκαν εφαρμογή κατά τον 20ο αιώνα, έχουν πλέον αμαυρωθεί κι απαξιωθεί, σε βαθμό ανεπίστρεπτο. Έχει έρθει πια ο καιρός να αφήσουμε πίσω μας τους πολιτικούς όρους κι ορισμούς που δοκιμάστηκαν κι απέτυχαν, για λόγους που δεν είναι της παρούσης.
Αυτό που πρέπει να δημιουργηθεί δεν πρέπει να έχει σχέση με το παλιό ακόμα και σαν όνομα. Κοινωνισμός προτείνει ό συντάκτης μας ό Όττο πρόταση που μου έστειλε και θα διαβάσω. Κάτι όμως που να διαθέτει τα εχέγγυα για να συσπειρώσει το λαό και την πατριωτική διανόηση στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Ως τα σήμερα φτάσαμε σ’ αυτό που όλοι με δέος προλόγιζαν κάποτε ως «μέλλον», αλλά με όρους του παρελθόντος. Πάμε να επαναλάβουμε τα οικτρά λάθη του 20ου αιώνα, ενώ έχουμε πια όπλα και μεθόδους που μπορεί ν’ αφανίσουν τη ζωή από τον πλανήτη μας. Ήρθε πια ο καιρός να σκεφτούμε με όρους του μέλλοντος, τώρα που το παρελθόν μας έχει χρεοκοπήσει πια οριστικά.
Η χρονιά που σιγά-σιγά φτάνει στο τέλος της, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ίσως η πιο περιεκτική, από πλευράς σημαντικών πολιτικών εξελίξεων, σ’ όλη τη διάρκεια της Τρίτης Ελλαδικής Δημοκρατίας, την οποία ακόμα μέχρι σήμερα εξακολουθούμε να ονομάζουμε Μεταπολίτευση.
Κεντρικό ρόλο σε τούτη την τρίλια του διαβόλου, στους μαρτυρικούς μήνες ανάτασης και καταβαράθρωσης που βιώσαμε, έμελλε να παίξει η Αριστερά, όχι μόνο ως συγκεκριμένη πολιτική παράταξη, αλλά γενικότερα ως πολιτικός όρος. Πρώτη φορά Αριστερά, Αριστερή παρένθεση, Αριστερά γνήσια και μεταλλαγμένη, αριστερή κυβέρνηση, αριστερά μέτρα, μέχρι και αριστερό μνημόνιο, έφτασαν ν’ αποτελούν ψωμοτύρι σε κάθε συζήτηση, προφορική ή διαδικτυακή.
Μέσα από τούτη την κατάχρηση του όρου, ήρθε στην επιφάνεια ένα στοιχείο, που στο προηγούμενο διάστημα είχε περάσει εν πολλοίς απαρατήρητο: κανένας δεν γνωρίζει συγκεκριμένα και με ακρίβεια τι ακριβώς σημαίνει αυτός ο πολιτικός όρος ή αφορισμός, αφού, ανάλογα με το συγκείμενο, λαμβάνει κάθε φορά διαφορετική σημασία.
Δεν πρόκειται ουσιαστικά για πολιτικό ορισμό, ούτε σηματοδοτεί κάποια συγκεκριμένη ιδεολογία –Κομμουνισμός; Σοσιαλισμός; Σοσιαλδημοκρατία; Ευρωλαγνεία με ανθρωπιστικό πρόσωπο; Συμπονετικός Νεοφιλελευθερισμός; Μαρξισμός; Κεϋνσιανισμός; Στην πραγματικότητα είναι ένα μόρφωμα του φαντασιακού, με ιδιαίτερα συγκεχυμένα χαρακτηριστικά κι ουδεμία εννοιολογική σαφήνεια, παρότι η αυτοαναφορικότητά του αξιώνει διαρκώς το προνόμιο της ιδεολογικής καθαρότητας, το γλαφυρά λεγόμενο «αριστερόμετρο».
Μες στην απλοϊκότητα που πάντοτε χαρακτηρίζει το φτιαχτό, το στημένο και το ψευδεπίγραφο, η συστημική προπαγάνδα των τελευταίων δεκαετιών επένδυσε την Αριστερά μ’ έναν ηθικολογικό μανδύα, καθιστώντας τον όρο συνώνυμο με το καλό καγαθό, με το ενάρετο (συνηθέστερα το αυτοενάρετο), με το φιλολαϊκό, το έντιμο και το ακέραιο.
Στο συλλογικό υποσυνείδητο η Αριστερά εντυπώθηκε ως μια καλοσυνάτη μητρική φιγούρα, τρυφερόκαρδη και σπλαχνικιά, που περισσότερο θύμιζε απεικονίσεις χριστιανικών περιοδικών της δεκαετίας του ’70, παρά ένα στιβαρό πλαίσιο πολιτικών αρχών, καίρια προσανατολισμένων στην επαναστατική εξέλιξη της ανθρωπότητας, παραπέρα απ’ τη βαρβαρότητα του αδηφάγου κεφαλαίου. Η καλή γιαγιά που ψιχαλίζει στις καρδιές των καταπιεζόμενων μαζών, κομμάτια παραμύθια.
Έτσι εξηγείται και το κοινωνικό ψυχόδραμα του οποίου γίναμε μάρτυρες, το περασμένο καλοκαίρι. Η μνημονιακή στροφή της κυβερνώσας Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιμετωπίστηκε από μεγάλο μέρος της κοινωνίας με πολιτικούς αλλά με συναισθηματικούς, λαογραφικούς θα ‘λεγε κανείς, όρους. Το καλό παιδί, με τις αγνές προθέσεις, το βασανισμένο, με τον έρπητα στα χείλη, που άξιζε μια δεύτερη ευκαιρία, προ του κινδύνου της επιστροφής του δεξιού ή ακροδεξιού μπαμπούλα στο πολιτικό προσκήνιο.
Ο κυβερνητισμός, οι τακτικισμοί, τα μύρια ψεύδη που παρουσιάστηκαν ως βαρύγδουπες αλήθειες, η καμαρίλα, η διαρκής πορεία απέκδυσης των υποτιθέμενων ιδεολογικών αρχών της Αριστεράς, οι συστηματικές υποχωρήσεις από τις προεκλογικές και μετεκλογικές διακηρύξεις, οι εξόφθαλμες παραχωρήσεις στο νοσηρό σύστημα της διαπλοκής και στους υπαίτιους της παρακμής, δεν έγιναν άμεσα αντιληπτά από μεγάλη μερίδα του απεγνωσμένου πλήθους, ενώ εντούτοις συνέχισε να της αποδίδεται το ηθικό πλεονέκτημα, θαρρείς από τη δύναμη της αδράνειας.
Βέβαια η μετεκλογική πτώση των προσωπίδων, εξανεμίζει ήδη με γοργούς ρυθμούς το ηθικό, πολιτικό και φαντασιακό κεφάλαιο της Αριστεράς.
Όμως και πάλι, ένα ευρύ τμήμα της λαϊκής συνείδησης ένιωσε υπέρτατη απογοήτευση κι αντί ν’ αντιδράσει όπως θα μπορούσε και θα όφειλε, προτίμησε την απόσυρση από τα κοινά.
Στο βάθος τούτης της συμπεριφοράς υπόκειται και πάλι η ίδια φαντασιακή υπόσταση της Αριστεράς: «αφού δεν μπόρεσαν κι αυτοί ακόμα, οι ψυχοπονιάρηδες κι έντιμοι, να τα βάλουν με τα θηρία της ΕΕ, τότε κανείς δεν μπορεί. Δεν γίνεται τίποτα». Το μέγα Κράκεν των δογμάτων του σοκ, είναι πολυπλόκαμο και δουλεύει με άφραστους τρόπους.
Πολύ περισσότερο, η Αριστερά δεν καταγράφεται ως ένας ηττημένος Βερκιγγετόριγας, που σύρθηκε δέσμιος σε ρωμαϊκό θρίαμβο, αλλά ως συνεργός του Καίσαρα και κυνικός αρμοστής του θελήματός του.
Η αποκαθήλωση της καλοκάγαθης έως γραφικής εικόνας και του ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς, το γκρέμισμα έστω και των ελάχιστων προσδοκιών σωτηρίας, έχει αρχίσει με γοργούς ρυθμούς να μεταστρέφεται σε βαθύτατη απέχθεια, που ξεπερνάει τα όρια της συνείδησης κι εγκαθίσταται μοιραία στο θυμικό, όπως συμβαίνει όταν οι άνθρωποι νιώθουν προδομένοι.
Κάποιοι επένδυσαν την περαιτέρω πολιτική τους πορεία, στην προσπάθεια να συνεχίσουν το ίδιο παιχνίδι, ονοματίζοντας τον μεταλλαγμένο ΣΥΡΙΖΑ ως δεξιό (δηλαδή κακό, σύμφωνα με τη μανιχαϊστική αντίληψη της δοτής απλοϊκότητας) ενώ τους εαυτούς τους ως γνήσιους εκφραστές της ίδιας φαντασιακής αριστεροσύνης.
Όχι μονάχα ηττήθηκαν κατά κράτος στις πρόσφατες εκλογές, αλλά βρίσκονται τώρα σε αμηχανία να εξηγήσουν, γιατί ο κόσμος δεν εννοεί να στραφεί προς τ’ αριστερά, ενώ διαλύονται με ραγδαίους ρυθμούς οι όποιες ψευδαισθήσεις. Δεν κατανοούν προφανώς ότι αποτελούν κι αυτοί μέρος των ίδιων ψευδαισθήσεων, που ακόμα προσπαθούνε να πουλήσουν, σα ληγμένα γενόσημα παυσίπονα. Η αριστερή κι η αντιμνημονιακή ρητορική είναι πλέον καταδικασμένες σε αποτυχία κι απαξίωση.
Ενώ εμείς ομφαλοσκοπούμε, ακόμα προσκολλημένοι στην διατυμπάνιση της γνήσιας Αριστεράς, θαρρείς τελάληδες λαϊκής αγοράς, το νοσηρό ελλαδικό πολιτικό σύστημα κι οι Ευρωπαίοι προαγωγοί του, έχουν ήδη έτοιμο το επόμενο βήμα.
Το παρακρατικό τους φασιστικό τσιράκι θα καπηλευτεί με κάθε μέσο το πατριωτικό συναίσθημα των Ελλήνων –εξευτελίζοντάς το, όπως αντίστοιχα η Αριστερά τις φιλολαϊκές της ρητορείες. Τότε πια θα καταστεί αδύνατη κάθε απόπειρα απελευθέρωσης της χώρας από τα αποικιοκρατικά δεσμά κι από την διαπλεκόμενη παθογένεια, που απομυζεί κάθε ικμάδα πλούτου αυτής της χώρας, μέχρι την τελική διάλυση.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο και με δεδομένο ότι το μικροαστικό εθνομηδενιστικό κομμάτι κυριαρχεί ιδεολογικά στον χώρο που σήμερα αυτοπροσδιορίζεται ως Αριστερά, δεν θα μπορούσε κανείς να βρει ουσιαστικούς λόγους για να συνεχίσει το κίνημα της Αντίστασης να εκλιπαρεί για λίγο χώρο να σταθεί, μέσα στην αφιλόξενη αγκαλιά της.
Έχει πλέον καταστεί σαφές στους περισσότερους από εμάς, ότι εθνική απελευθέρωση δεν γίνεται χωρίς εθνική ενότητα και τούτη η επίκληση είναι από μόνη της αρκετή, ώστε η μικροαστική Αριστερά να μας χαρακτηρίσει ανεπιφύλακτα ως φασίστες.
Ποιος είναι το λοιπόν ο λόγος, να σφαζόμαστε στην ποδιά τής άλλοτε ωραίας κόρης, προσπαθώντας ν’ αποδείξουμε ποιος είναι προδότης, ποιος φασίστας και ποιος αριστερός; Κάτι τέτοιο μόνο σε αποπροσανατολισμό θα οδηγούσε και όχι απλά δεν θ’ άθροιζε δυνάμεις, αλλά θα αποτελούσε έναν σημαντικό λόγο που δικαιολογημένα ο λαός θα μας γυρνούσε οριστικά την πλάτη. Δεν έχουμε καμιά δουλειά να συναγελαζόμαστε με τον αριστερό βραχίονα της Παγκοσμιοποίησης κι η διάκριση σε «γνήσια» και «κάλπικη» Αριστερά, δεν πρόκειται να λειτουργήσει, όχι τουλάχιστον υπέρ μας.
Αιτούμαστε την πλήρη υπέρβαση του διχαστικού κι αποπροσανατολιστικού σχήματος Αριστεράς-Δεξιάς και την συσπείρωση όλων μας, γύρω από το πρόταγμα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Εφόσον πράγματι ο στόχος μας είναι η εθνική απελευθέρωση, οφείλουμε να σχηματίσουμε μια επαναστατική πρωτοπορία, που να μη θυμίζει σε τίποτα, στα λόγια και στις πράξεις, το σαθρό μοντέλο της Μεταπολίτευσης, που ο κόσμος έχει βαθύτατα απορρίψει.
Δεν υπάρχουν πια παρθενορραφές κι επιδιορθώσεις του σάπιου πολιτικού κατεστημένου, ικανές ν’ αντιμετωπίσουν στοιχειωδώς το υπαρξιακό αδιέξοδο που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός στο σύνολό του. Καλούμαστε να σκεφτούμε έξω απ’ το υπάρχον πλαίσιο, να εγκαταλείψουμε τις πεπατημένες οδούς διανόησης και συλλογικής δράσης και να καταρρίψουμε κάθε πρόσχημα κι ιδεολογική επιταγή των ολετήρων μας.
Πάνω απ’ όλα, είμαστε υποχρεωμένοι να παρουσιάσουμε στον ελληνικό λαό ένα αληθινό όραμα για την Ελλάδα του αύριο, όπως κι ένα πραγματιστικό σχέδιο για την πορεία προς το όραμα αυτό, ικανό να τον εμπνεύσει και να τον κάνει να εγκαταλείψει την παθητική στάση, να βγει στο προσκήνιο και να διεκδικήσει με αυτοπεποίθηση και πίστη αυτό που δικαιωματικά του ανήκει.
Μ’ αυτές τις λίγες –ίσως και πολλές- σκέψεις, θα δώσω τη σκυτάλη στους επόμενους, πολύ σημαντικούς ομιλητές.
Με αγωνιστικούς χαιρετισμούς και πίστη στο μέλλον του κινήματος... Καλή πατρίδα σύντροφοι.
Παρέμβαση Χρήστου Σιούλα
Τα κοινωνικά δίκτυα είναι τα μοντέρνα καφενεία ή ακόμα καλύτερα, πρόκειται για τη σύγχρονη εκδοχή της αρχαίας Αγοράς, υπό αμφότερες τις έννοιες τούτης της λέξης. Δίνουν την ευκαιρία στους πολίτες να σπάσουν το φρικιαστικό μονοπώλιο της επεξεργασμένης (και συνήθως παραποιημένης) πληροφορίας, που κατέχουν τα παντελώς ελεγχόμενα από το κεφάλαιο ΜΜΕ.
Έτσι, το καπιταλιστικό σύστημα, μαζί με τα εργαλεία της χειραγώγησης των μαζών, παρέχει μοιραία και νέα εργαλεία που θα οδηγήσουν στην ήττα του. Οι καπιταλιστές είναι ικανοί να μας πουλήσουν το σκοινί που θα τους κρεμάσουμε, έλεγε ο Λένιν και δεν είχε καθόλου άδικο.
Αυτό είναι κάτι που εμείς το αξιοποιούμε ως μετερίζι κοινωνικού αγώνα και πολιτικής δικτύωσης κι αυτό δεν αφορά μόνο τη Σφήκα και τον Άνεμο Αντίστασης, αλλά τον καθένα που προσπαθεί να επικοινωνήσει με αυτόν τον τρόπο.
Σ’ έναν κόσμο που ό άνθρωπος κατάφερε να εκτυπώνει αγαθά σε τρισδιάστατους εκτυπωτές και όμως να πεινάει, έναν κόσμο που δεν μπορούσε να φανταστεί ούτε ο Μαρξ, όμως και πάλι τον προσέγγισε ορθολογικά, αναλογικά με τα επιστημονικά μέσα που ήταν διαθέσιμα στην εποχή του, εγώ προσωπικά παραμένω μαρξιστής, αναγνωρίζοντας ωστόσο την αδήριτη ανάγκη προσέγγισης του Μαρξισμού με βάση τις επιστημονικές θεωρήσεις του 21ου κι όχι του 19ου αιώνα.
Άλλωστε όλες οι εκφάνσεις του Μαρξισμού, που βρήκαν εφαρμογή κατά τον 20ο αιώνα, έχουν πλέον αμαυρωθεί κι απαξιωθεί, σε βαθμό ανεπίστρεπτο. Έχει έρθει πια ο καιρός να αφήσουμε πίσω μας τους πολιτικούς όρους κι ορισμούς που δοκιμάστηκαν κι απέτυχαν, για λόγους που δεν είναι της παρούσης.
Αυτό που πρέπει να δημιουργηθεί δεν πρέπει να έχει σχέση με το παλιό ακόμα και σαν όνομα. Κοινωνισμός προτείνει ό συντάκτης μας ό Όττο πρόταση που μου έστειλε και θα διαβάσω. Κάτι όμως που να διαθέτει τα εχέγγυα για να συσπειρώσει το λαό και την πατριωτική διανόηση στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Ως τα σήμερα φτάσαμε σ’ αυτό που όλοι με δέος προλόγιζαν κάποτε ως «μέλλον», αλλά με όρους του παρελθόντος. Πάμε να επαναλάβουμε τα οικτρά λάθη του 20ου αιώνα, ενώ έχουμε πια όπλα και μεθόδους που μπορεί ν’ αφανίσουν τη ζωή από τον πλανήτη μας. Ήρθε πια ο καιρός να σκεφτούμε με όρους του μέλλοντος, τώρα που το παρελθόν μας έχει χρεοκοπήσει πια οριστικά.
Παρέμβαση Κωστής Ανετάκης «Όττο»
Η χρονιά που σιγά-σιγά φτάνει στο τέλος της, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ίσως η πιο περιεκτική, από πλευράς σημαντικών πολιτικών εξελίξεων, σ’ όλη τη διάρκεια της Τρίτης Ελλαδικής Δημοκρατίας, την οποία ακόμα μέχρι σήμερα εξακολουθούμε να ονομάζουμε Μεταπολίτευση.
Κεντρικό ρόλο σε τούτη την τρίλια του διαβόλου, στους μαρτυρικούς μήνες ανάτασης και καταβαράθρωσης που βιώσαμε, έμελλε να παίξει η Αριστερά, όχι μόνο ως συγκεκριμένη πολιτική παράταξη, αλλά γενικότερα ως πολιτικός όρος. Πρώτη φορά Αριστερά, Αριστερή παρένθεση, Αριστερά γνήσια και μεταλλαγμένη, αριστερή κυβέρνηση, αριστερά μέτρα, μέχρι και αριστερό μνημόνιο, έφτασαν ν’ αποτελούν ψωμοτύρι σε κάθε συζήτηση, προφορική ή διαδικτυακή.
Μέσα από τούτη την κατάχρηση του όρου, ήρθε στην επιφάνεια ένα στοιχείο, που στο προηγούμενο διάστημα είχε περάσει εν πολλοίς απαρατήρητο: κανένας δεν γνωρίζει συγκεκριμένα και με ακρίβεια τι ακριβώς σημαίνει αυτός ο πολιτικός όρος ή αφορισμός, αφού, ανάλογα με το συγκείμενο, λαμβάνει κάθε φορά διαφορετική σημασία.
Δεν πρόκειται ουσιαστικά για πολιτικό ορισμό, ούτε σηματοδοτεί κάποια συγκεκριμένη ιδεολογία –Κομμουνισμός; Σοσιαλισμός; Σοσιαλδημοκρατία; Ευρωλαγνεία με ανθρωπιστικό πρόσωπο; Συμπονετικός Νεοφιλελευθερισμός; Μαρξισμός; Κεϋνσιανισμός; Στην πραγματικότητα είναι ένα μόρφωμα του φαντασιακού, με ιδιαίτερα συγκεχυμένα χαρακτηριστικά κι ουδεμία εννοιολογική σαφήνεια, παρότι η αυτοαναφορικότητά του αξιώνει διαρκώς το προνόμιο της ιδεολογικής καθαρότητας, το γλαφυρά λεγόμενο «αριστερόμετρο».
Μες στην απλοϊκότητα που πάντοτε χαρακτηρίζει το φτιαχτό, το στημένο και το ψευδεπίγραφο, η συστημική προπαγάνδα των τελευταίων δεκαετιών επένδυσε την Αριστερά μ’ έναν ηθικολογικό μανδύα, καθιστώντας τον όρο συνώνυμο με το καλό καγαθό, με το ενάρετο (συνηθέστερα το αυτοενάρετο), με το φιλολαϊκό, το έντιμο και το ακέραιο.
Στο συλλογικό υποσυνείδητο η Αριστερά εντυπώθηκε ως μια καλοσυνάτη μητρική φιγούρα, τρυφερόκαρδη και σπλαχνικιά, που περισσότερο θύμιζε απεικονίσεις χριστιανικών περιοδικών της δεκαετίας του ’70, παρά ένα στιβαρό πλαίσιο πολιτικών αρχών, καίρια προσανατολισμένων στην επαναστατική εξέλιξη της ανθρωπότητας, παραπέρα απ’ τη βαρβαρότητα του αδηφάγου κεφαλαίου. Η καλή γιαγιά που ψιχαλίζει στις καρδιές των καταπιεζόμενων μαζών, κομμάτια παραμύθια.
Έτσι εξηγείται και το κοινωνικό ψυχόδραμα του οποίου γίναμε μάρτυρες, το περασμένο καλοκαίρι. Η μνημονιακή στροφή της κυβερνώσας Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιμετωπίστηκε από μεγάλο μέρος της κοινωνίας με πολιτικούς αλλά με συναισθηματικούς, λαογραφικούς θα ‘λεγε κανείς, όρους. Το καλό παιδί, με τις αγνές προθέσεις, το βασανισμένο, με τον έρπητα στα χείλη, που άξιζε μια δεύτερη ευκαιρία, προ του κινδύνου της επιστροφής του δεξιού ή ακροδεξιού μπαμπούλα στο πολιτικό προσκήνιο.
Ο κυβερνητισμός, οι τακτικισμοί, τα μύρια ψεύδη που παρουσιάστηκαν ως βαρύγδουπες αλήθειες, η καμαρίλα, η διαρκής πορεία απέκδυσης των υποτιθέμενων ιδεολογικών αρχών της Αριστεράς, οι συστηματικές υποχωρήσεις από τις προεκλογικές και μετεκλογικές διακηρύξεις, οι εξόφθαλμες παραχωρήσεις στο νοσηρό σύστημα της διαπλοκής και στους υπαίτιους της παρακμής, δεν έγιναν άμεσα αντιληπτά από μεγάλη μερίδα του απεγνωσμένου πλήθους, ενώ εντούτοις συνέχισε να της αποδίδεται το ηθικό πλεονέκτημα, θαρρείς από τη δύναμη της αδράνειας.
Βέβαια η μετεκλογική πτώση των προσωπίδων, εξανεμίζει ήδη με γοργούς ρυθμούς το ηθικό, πολιτικό και φαντασιακό κεφάλαιο της Αριστεράς.
Όμως και πάλι, ένα ευρύ τμήμα της λαϊκής συνείδησης ένιωσε υπέρτατη απογοήτευση κι αντί ν’ αντιδράσει όπως θα μπορούσε και θα όφειλε, προτίμησε την απόσυρση από τα κοινά.
Στο βάθος τούτης της συμπεριφοράς υπόκειται και πάλι η ίδια φαντασιακή υπόσταση της Αριστεράς: «αφού δεν μπόρεσαν κι αυτοί ακόμα, οι ψυχοπονιάρηδες κι έντιμοι, να τα βάλουν με τα θηρία της ΕΕ, τότε κανείς δεν μπορεί. Δεν γίνεται τίποτα». Το μέγα Κράκεν των δογμάτων του σοκ, είναι πολυπλόκαμο και δουλεύει με άφραστους τρόπους.
Πολύ περισσότερο, η Αριστερά δεν καταγράφεται ως ένας ηττημένος Βερκιγγετόριγας, που σύρθηκε δέσμιος σε ρωμαϊκό θρίαμβο, αλλά ως συνεργός του Καίσαρα και κυνικός αρμοστής του θελήματός του.
Η αποκαθήλωση της καλοκάγαθης έως γραφικής εικόνας και του ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς, το γκρέμισμα έστω και των ελάχιστων προσδοκιών σωτηρίας, έχει αρχίσει με γοργούς ρυθμούς να μεταστρέφεται σε βαθύτατη απέχθεια, που ξεπερνάει τα όρια της συνείδησης κι εγκαθίσταται μοιραία στο θυμικό, όπως συμβαίνει όταν οι άνθρωποι νιώθουν προδομένοι.
Κάποιοι επένδυσαν την περαιτέρω πολιτική τους πορεία, στην προσπάθεια να συνεχίσουν το ίδιο παιχνίδι, ονοματίζοντας τον μεταλλαγμένο ΣΥΡΙΖΑ ως δεξιό (δηλαδή κακό, σύμφωνα με τη μανιχαϊστική αντίληψη της δοτής απλοϊκότητας) ενώ τους εαυτούς τους ως γνήσιους εκφραστές της ίδιας φαντασιακής αριστεροσύνης.
Όχι μονάχα ηττήθηκαν κατά κράτος στις πρόσφατες εκλογές, αλλά βρίσκονται τώρα σε αμηχανία να εξηγήσουν, γιατί ο κόσμος δεν εννοεί να στραφεί προς τ’ αριστερά, ενώ διαλύονται με ραγδαίους ρυθμούς οι όποιες ψευδαισθήσεις. Δεν κατανοούν προφανώς ότι αποτελούν κι αυτοί μέρος των ίδιων ψευδαισθήσεων, που ακόμα προσπαθούνε να πουλήσουν, σα ληγμένα γενόσημα παυσίπονα. Η αριστερή κι η αντιμνημονιακή ρητορική είναι πλέον καταδικασμένες σε αποτυχία κι απαξίωση.
Ενώ εμείς ομφαλοσκοπούμε, ακόμα προσκολλημένοι στην διατυμπάνιση της γνήσιας Αριστεράς, θαρρείς τελάληδες λαϊκής αγοράς, το νοσηρό ελλαδικό πολιτικό σύστημα κι οι Ευρωπαίοι προαγωγοί του, έχουν ήδη έτοιμο το επόμενο βήμα.
Το παρακρατικό τους φασιστικό τσιράκι θα καπηλευτεί με κάθε μέσο το πατριωτικό συναίσθημα των Ελλήνων –εξευτελίζοντάς το, όπως αντίστοιχα η Αριστερά τις φιλολαϊκές της ρητορείες. Τότε πια θα καταστεί αδύνατη κάθε απόπειρα απελευθέρωσης της χώρας από τα αποικιοκρατικά δεσμά κι από την διαπλεκόμενη παθογένεια, που απομυζεί κάθε ικμάδα πλούτου αυτής της χώρας, μέχρι την τελική διάλυση.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο και με δεδομένο ότι το μικροαστικό εθνομηδενιστικό κομμάτι κυριαρχεί ιδεολογικά στον χώρο που σήμερα αυτοπροσδιορίζεται ως Αριστερά, δεν θα μπορούσε κανείς να βρει ουσιαστικούς λόγους για να συνεχίσει το κίνημα της Αντίστασης να εκλιπαρεί για λίγο χώρο να σταθεί, μέσα στην αφιλόξενη αγκαλιά της.
Έχει πλέον καταστεί σαφές στους περισσότερους από εμάς, ότι εθνική απελευθέρωση δεν γίνεται χωρίς εθνική ενότητα και τούτη η επίκληση είναι από μόνη της αρκετή, ώστε η μικροαστική Αριστερά να μας χαρακτηρίσει ανεπιφύλακτα ως φασίστες.
Ποιος είναι το λοιπόν ο λόγος, να σφαζόμαστε στην ποδιά τής άλλοτε ωραίας κόρης, προσπαθώντας ν’ αποδείξουμε ποιος είναι προδότης, ποιος φασίστας και ποιος αριστερός; Κάτι τέτοιο μόνο σε αποπροσανατολισμό θα οδηγούσε και όχι απλά δεν θ’ άθροιζε δυνάμεις, αλλά θα αποτελούσε έναν σημαντικό λόγο που δικαιολογημένα ο λαός θα μας γυρνούσε οριστικά την πλάτη. Δεν έχουμε καμιά δουλειά να συναγελαζόμαστε με τον αριστερό βραχίονα της Παγκοσμιοποίησης κι η διάκριση σε «γνήσια» και «κάλπικη» Αριστερά, δεν πρόκειται να λειτουργήσει, όχι τουλάχιστον υπέρ μας.
Αιτούμαστε την πλήρη υπέρβαση του διχαστικού κι αποπροσανατολιστικού σχήματος Αριστεράς-Δεξιάς και την συσπείρωση όλων μας, γύρω από το πρόταγμα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Εφόσον πράγματι ο στόχος μας είναι η εθνική απελευθέρωση, οφείλουμε να σχηματίσουμε μια επαναστατική πρωτοπορία, που να μη θυμίζει σε τίποτα, στα λόγια και στις πράξεις, το σαθρό μοντέλο της Μεταπολίτευσης, που ο κόσμος έχει βαθύτατα απορρίψει.
Δεν υπάρχουν πια παρθενορραφές κι επιδιορθώσεις του σάπιου πολιτικού κατεστημένου, ικανές ν’ αντιμετωπίσουν στοιχειωδώς το υπαρξιακό αδιέξοδο που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός στο σύνολό του. Καλούμαστε να σκεφτούμε έξω απ’ το υπάρχον πλαίσιο, να εγκαταλείψουμε τις πεπατημένες οδούς διανόησης και συλλογικής δράσης και να καταρρίψουμε κάθε πρόσχημα κι ιδεολογική επιταγή των ολετήρων μας.
Πάνω απ’ όλα, είμαστε υποχρεωμένοι να παρουσιάσουμε στον ελληνικό λαό ένα αληθινό όραμα για την Ελλάδα του αύριο, όπως κι ένα πραγματιστικό σχέδιο για την πορεία προς το όραμα αυτό, ικανό να τον εμπνεύσει και να τον κάνει να εγκαταλείψει την παθητική στάση, να βγει στο προσκήνιο και να διεκδικήσει με αυτοπεποίθηση και πίστη αυτό που δικαιωματικά του ανήκει.
Μ’ αυτές τις λίγες –ίσως και πολλές- σκέψεις, θα δώσω τη σκυτάλη στους επόμενους, πολύ σημαντικούς ομιλητές.
Με αγωνιστικούς χαιρετισμούς και πίστη στο μέλλον του κινήματος... Καλή πατρίδα σύντροφοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου