Του Ρούντι Ρινάλντι
Οι πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις στον Νότο της Ευρώπης (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία), οι περιφερειακές εκλογές στη Γαλλία, το δημοψήφισμα στη Δανία –όλες οι περιπτώσεις, δηλαδή, όπου δόθηκε η δυνατότητα να εκφραστεί η εντελώς κουτσουρεμένη λαϊκή κυριαρχία– δείχνουν πως πλάι σε όλες τις άλλες διαστάσεις, υπάρχει ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στον Νότο.
Η «από τα κάτω» απαίτηση για μια άλλου τύπου πολιτική, για μια στροφή ενάντια στη λιτότητα και τη συρρίκνωση της δημοκρατίας, συναντά την προκλητική αδιαφορία και ανελαστικότητα του Ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου που πιέζει και εκβιάζει με όλα τα μέσα, να ακολουθούνται οι οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές που παράγουν τα εκτός δημοσίου και λαϊκού ελέγχου όργανα τα οποία έχει συγκροτήσει μέσα στο οικοδόμημα της Ε.Ε. Έτσι, η διεθνοποιημένη κρατικότητα της Ε.Ε. υπό τη γερμανική ηγεμονία, απαγορεύει την υλοποίηση οποιασδήποτε άλλης πολιτικής πέραν εκείνης που χαράσσεται από αυτήν. Σταθερά, άλλοτε με γοργούς ρυθμούς κι άλλοτε με πιο αργούς λόγω αντιθέσεων και προβλημάτων, χτίζει κι άλλους θεσμούς και μορφές παρεμβάσεων, που όλοι στοχεύουν στο αδυνάτισμα της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών.
Στην περίπτωση του Ευρωπαϊκού Νότου, το παράδειγμα της επέμβασης των ευρωκρατικών θεσμών στην Ελλάδα και η τιμωρητική πολιτική που επέβαλαν για να ακυρώσουν κάθε στόχο αλλαγής, συμπληρώνεται στις περιπτώσεις Πορτογαλίας και Ισπανίας με την απαίτηση πλήρους πολιτικής ευθυγράμμισης διαφόρων δυνάμεων του συστήματος, προς όσα υπαγορεύει το Διευθυντήριο. Το τελευταίο φαίνεται να αδιαφορεί αν η λαϊκή ετυμηγορία κατεδαφίζει τον πρότερο δικομματισμό. Θα φτιαχτούν μεταβατικά σχήματα «μεγάλου συνασπισμού», υβρίδια δεξιών και κεντροαριστερών δυνάμεων, ώστε να εξασφαλιστεί μια κυβερνησιμότητα. Αν δεν είναι εφικτό ένα τέτοιο σχήμα, θα ετοιμαστούν οι όροι μέσα από κυβερνήσεις ειδικού και προσωρινού χαρακτήρα. Θα επιστρατευτούν τα «οικονομικά εργαλεία» και η μιντιοκρατία για τη δημιουργία του κατάλληλου κλίματος. Άλλωστε, υπάρχει και το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ που απειλούσε, αλλά μετατράπηκε σε αρνάκι με τις κατάλληλες κατεργασίες.
Βέβαια, το μέγεθος της Ισπανίας είναι διαφορετικό από αυτό της Ελλάδας, αλλά ο χρόνος μπορεί να φέρει λύσεις στην κατεύθυνση που θέλει το Διευθυντήριο. Η απόκρουση του ριζοσπαστισμού και της οργής των στρωμάτων που έχουν χτυπηθεί από την άγρια λιτότητα και τον περιορισμό της δημοκρατίας τόσα χρόνια, είναι το πρώτιστο καθήκον. Το δεύτερο είναι να οδηγηθεί ο ριζοσπαστισμός και να εγκλωβιστεί σε ανώδυνο πλαίσιο, μέσα από τη συμμετοχή του στο σύστημα και τον κυβερνητισμό. Έτσι κι αλλιώς, όπως αποδεικνύει η πρόσφατη ιστορία, υπάρχουν δυνάμεις που θέλουν μια ριζοσπαστική στη μορφή ενσωμάτωση εντός συστήματος, αποδεχόμενες να παίξουν το ρόλο της κλασικής σοσιαλδημοκρατίας που έχει ξεφτίσει σε μεγάλο βαθμό.
Όταν το μεγάλο κύμα του ριζοσπαστισμού πέσει πάνω στους φράχτες της υπευθυνότητας, της διακυβέρνησης, της ανάγκης συνεννόησης κ.λπ., όταν ανασχεθεί η ορμή του στο όνομα του ρεαλισμού και της πραγματικότητας, τότε όλα γίνονται πιο εύκολα: και πολιτικές λύσεις βρίσκονται και απομονώνονται επικίνδυνες ή ενοχλητικές φωνές. Το τι έγινε στην Ελλάδα από το 2012 μέχρι το 2015 είναι ενδεικτικό, όπως είναι εντελώς ενδεικτικό το πώς πολιτεύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση.
Οι εξελίξεις αυτές, αντίθετα με το πού οδήγησαν ορισμένες περιπτώσεις, δείχνουν περίτρανα δυνατότητες που δεν υπηρετήθηκαν ενώ οι όροι ήταν ώριμοι: Ο Ευρωπαϊκός Νότος, ήταν ένας αδύνατος κρίκος του ευρωσυστήματος, μια περιοχή όπου αμφισβητήθηκαν σε μεγάλο βαθμό οι κυρίαρχες ευρωκρατικές επιλογές, ανατράπηκαν κατεστημένες δικομματικές δυνάμεις, αναδείχθηκαν άλλες φρέσκες που σχετίζονταν με τους πόθους και τις ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων. Μπορούσε, λοιπόν, να υπάρξει διαφορετική πορεία, αν πραγματικά παλευόταν ένα μέτωπο των χωρών του Νότου απέναντι στον γερμανοκρατούμενο Βορρά.
Αυτή η πολιτική δεν παλεύτηκε, ανακοινώθηκε δειλά, χωρίς σχέδιο και προτάσεις σοβαρές, για να εγκαταλειφθεί στο όνομα ενός «έντιμου και αμοιβαία επωφελούς συμβιβασμού» που θα αλάφρυνε τον πόνο… Έτσι, το «μέτωπο» έμεινε να είναι κάποιες κοινές εμφανίσεις ηγετών σχηματισμών σε προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Πάντως, το πολιτικό ζήτημα στην Ευρώπη έχει πολλές άλλες διαστάσεις, πολλά κομβικά ζητήματα να αντιμετωπίσει. Η επιβολή των γερμανικών βλέψεων τελεί υπό πολλούς περιορισμούς ή καλύτερα αντιμετωπίζει πολλά εμπόδια και δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσει: Στο τραπέζι υπάρχει το Brexit, δηλαδή η θέση της Αγγλίας μέσα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, όπως υπάρχει και το Grexit, δηλαδή η εκδίωξη της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Πίσω από αυτές τις «exit» πολιτικές υπάρχει η επαναχάραξη της στρατηγικής όλων των μεγάλων δυνάμεων με βάση τις ευρωατλαντικές πολιτικές, τους ανταγωνισμούς Γερμανίας-ΗΠΑ, την πορεία των σχέσεων Δύσης-Ρωσίας, την αντιμετώπιση του προσφυγικού ρεύματος και τον πόλεμο στην τρομοκρατία του ISIS. Η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες κατηγορούν ευθέως τα όργανα της Ε.Ε. για επέμβαση στα εσωτερικά τους, για «μαλακή» στάση της Ε.Ε. απέναντι στη Ρωσία (παίρνοντας ευθέως θέση υπέρ των αμερικανικών θέσεων).
Το άνοιγμα της Γερμανίας προς την Τουρκία και όλες οι αποφάσεις της Ε.Ε. σχετικά με τη χώρα αυτή, όπως και οι αποφάσεις για την αναβαθμισμένη παρέμβαση του ευρωστρατού σε περιοχές, ακόμα και χωρίς τη συγκατάθεση κρατών-μελών, πλάι σε όλα τα όργανα χάραξης οικονομικής πολιτικής, αποτελούν μια προτεραιότητα για τους Σουλτς, Γιούνκερ, Σόιμπλε.
Στα Δυτικά Βαλκάνια οξύνεται ο ανταγωνισμός ΗΠΑ, Ε.Ε. (Γερμανία) και Ρωσία (ιδιαίτερα στο Μαυροβούνιο), ενώ στην Κύπρο (πλήρες μέλος της Ε.Ε.) ετοιμάζεται ένας νέος γύρος μετατροπής της (διάλυσής της) σε άλλου τύπου κρατικότητα: μη κράτος, προτεκτοράτο, συνομοσπονδία υπό την τουρκική κηδεμονία-απειλή.
Στο έδαφος όλων αυτών των εξελίξεων αναπτύσσεται και εδραιώνεται ένας διάχυτος και ισχυρός ευρωσκεπτικισμός. Οι φυγόκεντρες τάσεις δυναμώνουν, παίρνοντας όχι μόνο τη μορφή της λαϊκής αντίδρασης αλλά και αυτήν της κρατικής διαφοροποίησης. Το πολιτικό ζήτημα δεν μπορεί να αποφύγει τις νέες συμπληγάδες και τα νέα διλήμματα που θα τεθούν στους λαούς. Το «όχι στη λιτότητα» είναι εντελώς αναιμικό, ως κεντρικός στόχος, ως στόχος συσπείρωσης. Το ζήτημα της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας λέει σαφώς περισσότερα πράγματα, χωρίς να απαντά σε όλες τις διαστάσεις των προβλημάτων και ιδιαίτερα στους ανταγωνισμούς με ΗΠΑ-Ρωσία όπου θα πρέπει να γίνουν επιλογές και σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Στις 16 Νοεμβρίου έγινε μια συζήτηση με τίτλο Europe is kaput. Long live Europe στο Southbank Center (Λονδίνο) με καλεσμένους τον Γιάνη Βαρουφάκη και τον Σλαβόι Ζίζεκ. Στη συζήτηση πήρε μέρος, μέσω skype, και ο Τζούλιαν Ασάνζ, ιδρυτής του Wikileaks (που ακόμα βρίσκεται εγκλωβισμένος στην πρεσβεία του Ισημερινού).
Ο Βαρουφάκης τόνισε ότι οι δρόμοι είναι δύο: είτε μια δημοκρατική Ευρώπη είτε ύφεση. Για να γίνει η Ευρώπη δημοκρατική πρότεινε τρία βήματα: Πρώτον όλα τα Eurogroups να μεταδίδονται ζωντανά ώστε να υπάρχει διαφάνεια. Δεύτερον να αναδιαμορφώσουμε τους θεσμούς της Ευρωζώνης με στόχο την καταπολέμηση του δημόσιου χρέους και της φτώχειας. Και, τέλος, την ίδρυση μιας Συνταγματικής Συνέλευσης η οποία θα απαντήσει στο ερώτημα πώς θέλουμε να κυβερνάται η Ευρώπη.
Ανεξάρτητα από το πόσο πιθανά είναι να γίνουν αυτά που προτείνει, οι προτάσεις του ανιχνεύουν την ευρωπαϊκή διάσταση.
Εντελώς ενδεικτικά θα τονίζαμε τρεις βασικούς στόχους: Να μπει τέρμα στη γερμανική Ευρώπη – Να σπάσει ο ευρωατλαντισμός, η εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ – Δημοκρατική επανάσταση στην Ευρώπη. Η υλοποίησή τους θα έφερνε, έτσι κι αλλιώς, το κοινωνικό ζήτημα στην επιφάνεια.
Δρόμος
Το Διευθυντήριο απαιτεί πλήρη ευθυγράμμιση – Γιατί εγκαταλείφθηκε το μέτωπο των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου – Οι λαοί θα βρεθούν ενώπιον νέων διλημμάτων
Οι πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις στον Νότο της Ευρώπης (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία), οι περιφερειακές εκλογές στη Γαλλία, το δημοψήφισμα στη Δανία –όλες οι περιπτώσεις, δηλαδή, όπου δόθηκε η δυνατότητα να εκφραστεί η εντελώς κουτσουρεμένη λαϊκή κυριαρχία– δείχνουν πως πλάι σε όλες τις άλλες διαστάσεις, υπάρχει ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στον Νότο.
Η «από τα κάτω» απαίτηση για μια άλλου τύπου πολιτική, για μια στροφή ενάντια στη λιτότητα και τη συρρίκνωση της δημοκρατίας, συναντά την προκλητική αδιαφορία και ανελαστικότητα του Ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου που πιέζει και εκβιάζει με όλα τα μέσα, να ακολουθούνται οι οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές που παράγουν τα εκτός δημοσίου και λαϊκού ελέγχου όργανα τα οποία έχει συγκροτήσει μέσα στο οικοδόμημα της Ε.Ε. Έτσι, η διεθνοποιημένη κρατικότητα της Ε.Ε. υπό τη γερμανική ηγεμονία, απαγορεύει την υλοποίηση οποιασδήποτε άλλης πολιτικής πέραν εκείνης που χαράσσεται από αυτήν. Σταθερά, άλλοτε με γοργούς ρυθμούς κι άλλοτε με πιο αργούς λόγω αντιθέσεων και προβλημάτων, χτίζει κι άλλους θεσμούς και μορφές παρεμβάσεων, που όλοι στοχεύουν στο αδυνάτισμα της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών.
Επέμβαση και τιμωρητική πολιτική
Στην περίπτωση του Ευρωπαϊκού Νότου, το παράδειγμα της επέμβασης των ευρωκρατικών θεσμών στην Ελλάδα και η τιμωρητική πολιτική που επέβαλαν για να ακυρώσουν κάθε στόχο αλλαγής, συμπληρώνεται στις περιπτώσεις Πορτογαλίας και Ισπανίας με την απαίτηση πλήρους πολιτικής ευθυγράμμισης διαφόρων δυνάμεων του συστήματος, προς όσα υπαγορεύει το Διευθυντήριο. Το τελευταίο φαίνεται να αδιαφορεί αν η λαϊκή ετυμηγορία κατεδαφίζει τον πρότερο δικομματισμό. Θα φτιαχτούν μεταβατικά σχήματα «μεγάλου συνασπισμού», υβρίδια δεξιών και κεντροαριστερών δυνάμεων, ώστε να εξασφαλιστεί μια κυβερνησιμότητα. Αν δεν είναι εφικτό ένα τέτοιο σχήμα, θα ετοιμαστούν οι όροι μέσα από κυβερνήσεις ειδικού και προσωρινού χαρακτήρα. Θα επιστρατευτούν τα «οικονομικά εργαλεία» και η μιντιοκρατία για τη δημιουργία του κατάλληλου κλίματος. Άλλωστε, υπάρχει και το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ που απειλούσε, αλλά μετατράπηκε σε αρνάκι με τις κατάλληλες κατεργασίες.
Βέβαια, το μέγεθος της Ισπανίας είναι διαφορετικό από αυτό της Ελλάδας, αλλά ο χρόνος μπορεί να φέρει λύσεις στην κατεύθυνση που θέλει το Διευθυντήριο. Η απόκρουση του ριζοσπαστισμού και της οργής των στρωμάτων που έχουν χτυπηθεί από την άγρια λιτότητα και τον περιορισμό της δημοκρατίας τόσα χρόνια, είναι το πρώτιστο καθήκον. Το δεύτερο είναι να οδηγηθεί ο ριζοσπαστισμός και να εγκλωβιστεί σε ανώδυνο πλαίσιο, μέσα από τη συμμετοχή του στο σύστημα και τον κυβερνητισμό. Έτσι κι αλλιώς, όπως αποδεικνύει η πρόσφατη ιστορία, υπάρχουν δυνάμεις που θέλουν μια ριζοσπαστική στη μορφή ενσωμάτωση εντός συστήματος, αποδεχόμενες να παίξουν το ρόλο της κλασικής σοσιαλδημοκρατίας που έχει ξεφτίσει σε μεγάλο βαθμό.
Όταν το μεγάλο κύμα του ριζοσπαστισμού πέσει πάνω στους φράχτες της υπευθυνότητας, της διακυβέρνησης, της ανάγκης συνεννόησης κ.λπ., όταν ανασχεθεί η ορμή του στο όνομα του ρεαλισμού και της πραγματικότητας, τότε όλα γίνονται πιο εύκολα: και πολιτικές λύσεις βρίσκονται και απομονώνονται επικίνδυνες ή ενοχλητικές φωνές. Το τι έγινε στην Ελλάδα από το 2012 μέχρι το 2015 είναι ενδεικτικό, όπως είναι εντελώς ενδεικτικό το πώς πολιτεύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση.
Οι εξελίξεις αυτές, αντίθετα με το πού οδήγησαν ορισμένες περιπτώσεις, δείχνουν περίτρανα δυνατότητες που δεν υπηρετήθηκαν ενώ οι όροι ήταν ώριμοι: Ο Ευρωπαϊκός Νότος, ήταν ένας αδύνατος κρίκος του ευρωσυστήματος, μια περιοχή όπου αμφισβητήθηκαν σε μεγάλο βαθμό οι κυρίαρχες ευρωκρατικές επιλογές, ανατράπηκαν κατεστημένες δικομματικές δυνάμεις, αναδείχθηκαν άλλες φρέσκες που σχετίζονταν με τους πόθους και τις ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων. Μπορούσε, λοιπόν, να υπάρξει διαφορετική πορεία, αν πραγματικά παλευόταν ένα μέτωπο των χωρών του Νότου απέναντι στον γερμανοκρατούμενο Βορρά.
Αυτή η πολιτική δεν παλεύτηκε, ανακοινώθηκε δειλά, χωρίς σχέδιο και προτάσεις σοβαρές, για να εγκαταλειφθεί στο όνομα ενός «έντιμου και αμοιβαία επωφελούς συμβιβασμού» που θα αλάφρυνε τον πόνο… Έτσι, το «μέτωπο» έμεινε να είναι κάποιες κοινές εμφανίσεις ηγετών σχηματισμών σε προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Πίσω από τις «exit» πολιτικές
Πάντως, το πολιτικό ζήτημα στην Ευρώπη έχει πολλές άλλες διαστάσεις, πολλά κομβικά ζητήματα να αντιμετωπίσει. Η επιβολή των γερμανικών βλέψεων τελεί υπό πολλούς περιορισμούς ή καλύτερα αντιμετωπίζει πολλά εμπόδια και δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσει: Στο τραπέζι υπάρχει το Brexit, δηλαδή η θέση της Αγγλίας μέσα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, όπως υπάρχει και το Grexit, δηλαδή η εκδίωξη της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Πίσω από αυτές τις «exit» πολιτικές υπάρχει η επαναχάραξη της στρατηγικής όλων των μεγάλων δυνάμεων με βάση τις ευρωατλαντικές πολιτικές, τους ανταγωνισμούς Γερμανίας-ΗΠΑ, την πορεία των σχέσεων Δύσης-Ρωσίας, την αντιμετώπιση του προσφυγικού ρεύματος και τον πόλεμο στην τρομοκρατία του ISIS. Η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες κατηγορούν ευθέως τα όργανα της Ε.Ε. για επέμβαση στα εσωτερικά τους, για «μαλακή» στάση της Ε.Ε. απέναντι στη Ρωσία (παίρνοντας ευθέως θέση υπέρ των αμερικανικών θέσεων).
Το άνοιγμα της Γερμανίας προς την Τουρκία και όλες οι αποφάσεις της Ε.Ε. σχετικά με τη χώρα αυτή, όπως και οι αποφάσεις για την αναβαθμισμένη παρέμβαση του ευρωστρατού σε περιοχές, ακόμα και χωρίς τη συγκατάθεση κρατών-μελών, πλάι σε όλα τα όργανα χάραξης οικονομικής πολιτικής, αποτελούν μια προτεραιότητα για τους Σουλτς, Γιούνκερ, Σόιμπλε.
Στα Δυτικά Βαλκάνια οξύνεται ο ανταγωνισμός ΗΠΑ, Ε.Ε. (Γερμανία) και Ρωσία (ιδιαίτερα στο Μαυροβούνιο), ενώ στην Κύπρο (πλήρες μέλος της Ε.Ε.) ετοιμάζεται ένας νέος γύρος μετατροπής της (διάλυσής της) σε άλλου τύπου κρατικότητα: μη κράτος, προτεκτοράτο, συνομοσπονδία υπό την τουρκική κηδεμονία-απειλή.
Διάχυτος ευρωσκεπτικισμός
Στο έδαφος όλων αυτών των εξελίξεων αναπτύσσεται και εδραιώνεται ένας διάχυτος και ισχυρός ευρωσκεπτικισμός. Οι φυγόκεντρες τάσεις δυναμώνουν, παίρνοντας όχι μόνο τη μορφή της λαϊκής αντίδρασης αλλά και αυτήν της κρατικής διαφοροποίησης. Το πολιτικό ζήτημα δεν μπορεί να αποφύγει τις νέες συμπληγάδες και τα νέα διλήμματα που θα τεθούν στους λαούς. Το «όχι στη λιτότητα» είναι εντελώς αναιμικό, ως κεντρικός στόχος, ως στόχος συσπείρωσης. Το ζήτημα της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας λέει σαφώς περισσότερα πράγματα, χωρίς να απαντά σε όλες τις διαστάσεις των προβλημάτων και ιδιαίτερα στους ανταγωνισμούς με ΗΠΑ-Ρωσία όπου θα πρέπει να γίνουν επιλογές και σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Στις 16 Νοεμβρίου έγινε μια συζήτηση με τίτλο Europe is kaput. Long live Europe στο Southbank Center (Λονδίνο) με καλεσμένους τον Γιάνη Βαρουφάκη και τον Σλαβόι Ζίζεκ. Στη συζήτηση πήρε μέρος, μέσω skype, και ο Τζούλιαν Ασάνζ, ιδρυτής του Wikileaks (που ακόμα βρίσκεται εγκλωβισμένος στην πρεσβεία του Ισημερινού).
Ο Βαρουφάκης τόνισε ότι οι δρόμοι είναι δύο: είτε μια δημοκρατική Ευρώπη είτε ύφεση. Για να γίνει η Ευρώπη δημοκρατική πρότεινε τρία βήματα: Πρώτον όλα τα Eurogroups να μεταδίδονται ζωντανά ώστε να υπάρχει διαφάνεια. Δεύτερον να αναδιαμορφώσουμε τους θεσμούς της Ευρωζώνης με στόχο την καταπολέμηση του δημόσιου χρέους και της φτώχειας. Και, τέλος, την ίδρυση μιας Συνταγματικής Συνέλευσης η οποία θα απαντήσει στο ερώτημα πώς θέλουμε να κυβερνάται η Ευρώπη.
Ανεξάρτητα από το πόσο πιθανά είναι να γίνουν αυτά που προτείνει, οι προτάσεις του ανιχνεύουν την ευρωπαϊκή διάσταση.
Εντελώς ενδεικτικά θα τονίζαμε τρεις βασικούς στόχους: Να μπει τέρμα στη γερμανική Ευρώπη – Να σπάσει ο ευρωατλαντισμός, η εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ – Δημοκρατική επανάσταση στην Ευρώπη. Η υλοποίησή τους θα έφερνε, έτσι κι αλλιώς, το κοινωνικό ζήτημα στην επιφάνεια.
Δρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου