Του Βασίλη Ξυδιά
Σχόλιο στο νέο βιβλίο του Θαν. Παπαθανασίου Η ρήξη με το μηδέν – Σφηνάκια πολιτικής θεολογίας
Όσο η ανέχεια και η βαριά ψυχολογία κάνουν δύσκολη, για τους περισσότερους, τη χριστουγεννιάτικη γιορτή με τον τρόπο που τη γνωρίζαμε (του ρεβεγιόν), τόσο πιο επίκαιρος αποδεικνύεται ο ύμνος της λειτουργίας των Χριστουγέννων («Τί γὰρ εὐτελέστερον σπηλαίου, τί δὲ ταπεινότερον σπαργάνων; ἐν οἷς διέλαμψεν ὁ τῆς θεότητός σου πλοῦτος»). Μέσα απ’ το ευτελές σπήλαιο -λέει ο ύμνος- μέσα απ’ τις ταπεινές φασκιές έλαμψε ο πλούτος της θεότητας. Κι οι μάγοι -συνεχίζει- που είδαν το νήπιο στη φάτνη, δεν κατεπλάγησαν από σκήπτρα και θρόνους, αλλά απ’ αυτή την έσχατη φτώχεια («τοὺς μάγους … κατέπληττεν, οὐ σκῆπτρα καὶ θρόνοι, ἀλλ’ ἐσχάτη πτωχεία»). Αυτήν την κοινωνική και πολιτική διάσταση της υμνολογίας των Χριστουγέννων μας θυμίζει ο θεολόγος Θανάσης Παπαθανασίου στο τελευταίο του βιβλίο Η ρήξη με το μηδέν – Σφηνάκια πολιτικής θεολογίας (Eκδ. Αρμός, 2015, σελ. 32-33). Δεν πρόκειται, όπως μας λέει, για κάποιου είδους ρομαντισμό ή φολκλορισμό. Η ενανθρώπιση του Θείου Λόγου είναι πρόσληψη «των ωδινών του κόσμου» και σύγκρουση «με τις δυνάμεις του θανάτου» (σ. 33).
Τριάντα κείμενα περιέχει το βιβλίο του Θαν. Παπαθανασίου, άλλα μικρότερα, άλλα μεγαλύτερα. Τα τρία μάλιστα απ’ αυτά δημοσιεύθηκαν εδώ, στον Δρόμο της Αριστεράς (20/10/2012, 29/12/2012 και 20/1/2013). «Τα έγραψα -λέει ο ίδιος- ως παρεμβάσεις στον κοινωνικό, ιδεολογικό και πολιτικό αναβρασμό μας, από μια ιδιαίτερη σκοπιά, τη θεολογική», με την πρόθεση να λειτουργήσουν «σαν μικρές σφήνες σε συζητήσεις».
Σ’ αυτές τις συζητήσεις ο Θαν. Παπαθανασίου συστήνει στους αριστερούς, κατά βάση, συνομιλητές του τη χριστιανική θεολογία «ως φωνή πολιτική», «ως μαρτυρία για το νόημα και τις προοπτικές του κοινού βίου».
Και μιλά για την «πολιτική θεολογία» όχι σαν «κάποιο ιδιαίτερο είδος θεολογίας», αλλά σαν τη θεολογία καθαυτήν, «ως ανάσα της εκκλησιαστικής εμπειρίας και της χριστιανικής πίστης, που, με ακέραιο το μεταφυσικό φορτίο της, συναντιέται και αναμετριέται με τις πραγματικότητες του αιώνος τούτου» (σ. 9-10).
Η εξαίρεση στον κανόνα
Ίσως εδώ χρειάζονται κάποιες εξηγήσεις. Ο Θαν. Παπαθανασίου είναι ένα ιδιαίτερο είδος χριστιανού, που ενώ θα έπρεπε να είναι ο κανόνας, εντούτοις είναι η εξαίρεση. Τον χαρακτηρίζει κάτι σαν κοινωνική και πολιτική ενσυναίσθηση, και του είναι πολύ φυσικό να συμμετέχει στις συλλογικές έγνοιες και την ιστορική πράξη του λαού του οποίου είναι μέλος. Η Αριστερά και τα προοδευτικά μέσα καλωσορίζουν τέτοιες φωνές, όταν τις συναντούν, δυσκολεύονται όμως να τις κατανοήσουν πραγματικά. Τους φαίνεται πολύ πιο φυσικό να ακούνε τον Θεσσαλονίκης, τον Πειραιώς και τον Καλαβρύτων, παρά κάποιους σαν τον Θαν. Παπαθανασίου. Αυτοί οι τελευταίοι είναι «καλοί» και αποδεκτοί παρά το ότι είναι Χριστιανοί, κι όχι χάρη σ’ αυτή τους την ιδιότητα. Το βιβλίο του Θαν. Παπαθανασίου έρχεται να προσβάλει αυτήν την εδραιωμένη πεποίθηση με την έκκληση «Φίλοι της Αριστεράς, μην κατεβάζετε τον σκούφο πάνω στα μάτια» (σ. 61).
Όμως, την ίδια ώρα που απευθύνεται στους θύραθεν -αριστερούς και όχι μόνον- συνομιλητές του, ο Θαν. Παπαθανασίου ξαναθέτει υπό συζήτηση την ίδια την ουσία της χριστιανικής πίστης και της εκκλησιαστικής εμπειρίας. Ξεσκονίζοντας αραχνιασμένες, δήθεν παραδοσιακές αντιλήψεις και εδραιωμένες αντιεκκλησιαστικές συνήθειες, επαναφέρει στο κέντρο της χριστιανικής θεολογίας την έννοια της πράξης· της ιστορικής πράξης. Πράττω από την άποψη αυτή σημαίνει ανταποκρίνομαι ενεργητικά-δημιουργικά στην ιστορική πρόκληση. Η συγκεκριμένη κάθε φορά ιστορική πρόκληση συνιστά τη θεμελιώδη υπαρκτική συνθήκη της πραγματικής πνευματικής ζωής. Μπορεί ο Θεός και ο διάβολος να υπάρχουν κατ’ αρχήν εκτός ιστορίας, εκτός κάθε φυσικού τόπου και χρόνου, η συνάντηση όμως μαζί τους και η απάντηση στο υπαρκτικό δίλημμα που αυτή συνεπάγεται, λαμβάνει χώρα εντός της ιστορίας. Επομένως ούτε η ατομική-προσωπική άσκηση και προσευχή, ούτε η συμμετοχή στη λειτουργική ζωή της εκκλησίας δεν είναι τρόποι απόδρασης από την ιστορία. Όταν η εκκλησία λειτουργεί όντως ως Σώμα Χριστού και φορέας της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, ακόμα και η πιο αποκομμένη της και μοναχική δραστηριότητα νοείται σε αναφορά προς την ιστορία και γίνεται στο όνομα μιας κοινότητας που πορεύεται και μεταβάλλεται εντός της ιστορίας, παρεμβαίνοντας μέσα από τη δική της κυρίως αλλαγή, αλλά και μέσα από τις ευρύτερες αλλαγές που αυτή συνεπάγεται στην ιστορική εξέλιξη.
«Ρήξη με το μηδέν»
Στο έργο του Θαν. Παπαθανασίου επιβεβαιώνεται η αρχαία εκκλησιαστική αντίληψη πως το Ευαγγέλιο δεν είναι ένα βιβλίο. Είναι κατ’ αρχήν ένας άνθρωπος: ο Άνθρωπος με κεφαλαίο Άλφα. Αυτός που γεννήθηκε, υπήρξε και υπάρχει ως Εικόνα Θεού, ως Αγάπη. Και γύρω απ’ αυτόν, γύρω από τη δική του προσωπική ύπαρξη και παρουσία, γύρω από την Αγάπη (που είναι η υπεραιώνια Αλήθεια και η υπέρ θάνατον Ζωή) ανασυγκροτείται εντός τόπου και χρόνου η ανθρώπινη κοινότητα. Η διαφορά από την Αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα δεν είναι τόσο στο αν η αλλαγή αφορά το «έξω» (την κοινωνία και την πολιτική) ή το «μέσα» (τον ίδιο τον άνθρωπο). Η διαφορά έγκειται στο ότι για τον Χριστιανό το κέντρο βάρους της ιστορικής πράξης δεν βρίσκεται στο τελικό αποτέλεσμά της (στην «καλύτερη» και «δικαιότερη» κοινωνία που θα προκύψει), αλλά στο ίδιο το αγωνιζόμενο πρόσωπο: στην πράξη σαν στάση απέναντι στη διπλή επιλογή μεταξύ υπαρξιακής αλήθειας και υπαρξιακού ψεύδους.
Στο βιβλίο παρουσιάζονται πλήθος διαστάσεις και πρακτικές συνέπειες αυτής της θεολογικής προσέγγισης: ξεκινώντας από τη σχέση που έχει η «αυθεντική νηστεία» με την «απελευθερωτική δράση» (σ. 28 κ.ε.), και καταλήγοντας πως ένα «παγκόσμιο κίνημα διαγραφής των καταχρηστικών και τοκογλυφικών χρεών δεν είναι τίποτα παραπάνω από απαίτηση του ίδιου του μυστηρίου της πίστης» (σ. 30). Θα αρκεστώ εδώ σε μία μόνο χαρακτηριστική αναφορά, που έχει και μια ιδιαίτερη επικαιρότητα ως αντιπαράδειγμα απέναντι σε μια Aριστερά που τρέμει μπροστά στον Ζάλογγο. Πρόκειται για τον Άγιο Αρέθα, κυβερνήτη της πόλης Ναγράν στη Νότια Αραβία, τον 6ο αιώνα, ο οποίος μαρτύρησε μαζί με τους συντρόφους του, αντιστεκόμενος ένοπλα απέναντι στον δυνάστη βασιλέα της χώρας, αντιτάσσοντας σ’ αυτόν «ένα είδος πολιτικής θεολογίας της ανυπακοής» (σ. 24-25).
Ίσως εδώ βρίσκεται και μια άλλη διαφορά. Ο Χριστιανός, όπως και κάθε άλλος μαχητής, αγωνίζεται προφανώς για να νικήσει, όχι για να χάσει. Μόνο που η νίκη στην περίπτωση αυτή δεν είναι η ήττα του αντιπάλου, αλλά η Ανάσταση. Μπορεί η μάχη να διεξάγεται στο πεδίο της ισχύος, αλλά η τελική της έκβαση κρίνεται πέραν αυτού. Γι’ αυτό και «το είδος της Αναστάσιμης νίκης …το δείχνει ο Γολγοθάς». «Είναι νίκη της θυσιαστικής αγάπης, νίκη αυτού που θυσιάζεται ο ίδιος, αλλά δεν θυσιάζει τους άλλους». Αυτή είναι, λέει ο Θαν. Παπαθανασίου «η ασφαλιστική δικλείδα ώστε η Ανάσταση να εμπνέει στον φιλότιμο άνθρωπο μια επ-ανάσταση διαρκή, μια στάση αδιάκοπα κριτική και ακούραστα αυτοκριτική. Ώστε η καθημερινότητά μας, η πνευματικότητά μας, η πολιτική μας, οι σχέσεις μας, οι υπάρξεις μας σύγκορμες να δονούνται από τη ρήξη με το μηδέν!» (σ. 20).
Δρόμος
Σχόλιο στο νέο βιβλίο του Θαν. Παπαθανασίου Η ρήξη με το μηδέν – Σφηνάκια πολιτικής θεολογίας
Όσο η ανέχεια και η βαριά ψυχολογία κάνουν δύσκολη, για τους περισσότερους, τη χριστουγεννιάτικη γιορτή με τον τρόπο που τη γνωρίζαμε (του ρεβεγιόν), τόσο πιο επίκαιρος αποδεικνύεται ο ύμνος της λειτουργίας των Χριστουγέννων («Τί γὰρ εὐτελέστερον σπηλαίου, τί δὲ ταπεινότερον σπαργάνων; ἐν οἷς διέλαμψεν ὁ τῆς θεότητός σου πλοῦτος»). Μέσα απ’ το ευτελές σπήλαιο -λέει ο ύμνος- μέσα απ’ τις ταπεινές φασκιές έλαμψε ο πλούτος της θεότητας. Κι οι μάγοι -συνεχίζει- που είδαν το νήπιο στη φάτνη, δεν κατεπλάγησαν από σκήπτρα και θρόνους, αλλά απ’ αυτή την έσχατη φτώχεια («τοὺς μάγους … κατέπληττεν, οὐ σκῆπτρα καὶ θρόνοι, ἀλλ’ ἐσχάτη πτωχεία»). Αυτήν την κοινωνική και πολιτική διάσταση της υμνολογίας των Χριστουγέννων μας θυμίζει ο θεολόγος Θανάσης Παπαθανασίου στο τελευταίο του βιβλίο Η ρήξη με το μηδέν – Σφηνάκια πολιτικής θεολογίας (Eκδ. Αρμός, 2015, σελ. 32-33). Δεν πρόκειται, όπως μας λέει, για κάποιου είδους ρομαντισμό ή φολκλορισμό. Η ενανθρώπιση του Θείου Λόγου είναι πρόσληψη «των ωδινών του κόσμου» και σύγκρουση «με τις δυνάμεις του θανάτου» (σ. 33).
Τριάντα κείμενα περιέχει το βιβλίο του Θαν. Παπαθανασίου, άλλα μικρότερα, άλλα μεγαλύτερα. Τα τρία μάλιστα απ’ αυτά δημοσιεύθηκαν εδώ, στον Δρόμο της Αριστεράς (20/10/2012, 29/12/2012 και 20/1/2013). «Τα έγραψα -λέει ο ίδιος- ως παρεμβάσεις στον κοινωνικό, ιδεολογικό και πολιτικό αναβρασμό μας, από μια ιδιαίτερη σκοπιά, τη θεολογική», με την πρόθεση να λειτουργήσουν «σαν μικρές σφήνες σε συζητήσεις».
Σ’ αυτές τις συζητήσεις ο Θαν. Παπαθανασίου συστήνει στους αριστερούς, κατά βάση, συνομιλητές του τη χριστιανική θεολογία «ως φωνή πολιτική», «ως μαρτυρία για το νόημα και τις προοπτικές του κοινού βίου».
Και μιλά για την «πολιτική θεολογία» όχι σαν «κάποιο ιδιαίτερο είδος θεολογίας», αλλά σαν τη θεολογία καθαυτήν, «ως ανάσα της εκκλησιαστικής εμπειρίας και της χριστιανικής πίστης, που, με ακέραιο το μεταφυσικό φορτίο της, συναντιέται και αναμετριέται με τις πραγματικότητες του αιώνος τούτου» (σ. 9-10).
Η εξαίρεση στον κανόνα
Ίσως εδώ χρειάζονται κάποιες εξηγήσεις. Ο Θαν. Παπαθανασίου είναι ένα ιδιαίτερο είδος χριστιανού, που ενώ θα έπρεπε να είναι ο κανόνας, εντούτοις είναι η εξαίρεση. Τον χαρακτηρίζει κάτι σαν κοινωνική και πολιτική ενσυναίσθηση, και του είναι πολύ φυσικό να συμμετέχει στις συλλογικές έγνοιες και την ιστορική πράξη του λαού του οποίου είναι μέλος. Η Αριστερά και τα προοδευτικά μέσα καλωσορίζουν τέτοιες φωνές, όταν τις συναντούν, δυσκολεύονται όμως να τις κατανοήσουν πραγματικά. Τους φαίνεται πολύ πιο φυσικό να ακούνε τον Θεσσαλονίκης, τον Πειραιώς και τον Καλαβρύτων, παρά κάποιους σαν τον Θαν. Παπαθανασίου. Αυτοί οι τελευταίοι είναι «καλοί» και αποδεκτοί παρά το ότι είναι Χριστιανοί, κι όχι χάρη σ’ αυτή τους την ιδιότητα. Το βιβλίο του Θαν. Παπαθανασίου έρχεται να προσβάλει αυτήν την εδραιωμένη πεποίθηση με την έκκληση «Φίλοι της Αριστεράς, μην κατεβάζετε τον σκούφο πάνω στα μάτια» (σ. 61).
Όμως, την ίδια ώρα που απευθύνεται στους θύραθεν -αριστερούς και όχι μόνον- συνομιλητές του, ο Θαν. Παπαθανασίου ξαναθέτει υπό συζήτηση την ίδια την ουσία της χριστιανικής πίστης και της εκκλησιαστικής εμπειρίας. Ξεσκονίζοντας αραχνιασμένες, δήθεν παραδοσιακές αντιλήψεις και εδραιωμένες αντιεκκλησιαστικές συνήθειες, επαναφέρει στο κέντρο της χριστιανικής θεολογίας την έννοια της πράξης· της ιστορικής πράξης. Πράττω από την άποψη αυτή σημαίνει ανταποκρίνομαι ενεργητικά-δημιουργικά στην ιστορική πρόκληση. Η συγκεκριμένη κάθε φορά ιστορική πρόκληση συνιστά τη θεμελιώδη υπαρκτική συνθήκη της πραγματικής πνευματικής ζωής. Μπορεί ο Θεός και ο διάβολος να υπάρχουν κατ’ αρχήν εκτός ιστορίας, εκτός κάθε φυσικού τόπου και χρόνου, η συνάντηση όμως μαζί τους και η απάντηση στο υπαρκτικό δίλημμα που αυτή συνεπάγεται, λαμβάνει χώρα εντός της ιστορίας. Επομένως ούτε η ατομική-προσωπική άσκηση και προσευχή, ούτε η συμμετοχή στη λειτουργική ζωή της εκκλησίας δεν είναι τρόποι απόδρασης από την ιστορία. Όταν η εκκλησία λειτουργεί όντως ως Σώμα Χριστού και φορέας της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, ακόμα και η πιο αποκομμένη της και μοναχική δραστηριότητα νοείται σε αναφορά προς την ιστορία και γίνεται στο όνομα μιας κοινότητας που πορεύεται και μεταβάλλεται εντός της ιστορίας, παρεμβαίνοντας μέσα από τη δική της κυρίως αλλαγή, αλλά και μέσα από τις ευρύτερες αλλαγές που αυτή συνεπάγεται στην ιστορική εξέλιξη.
«Ρήξη με το μηδέν»
Στο έργο του Θαν. Παπαθανασίου επιβεβαιώνεται η αρχαία εκκλησιαστική αντίληψη πως το Ευαγγέλιο δεν είναι ένα βιβλίο. Είναι κατ’ αρχήν ένας άνθρωπος: ο Άνθρωπος με κεφαλαίο Άλφα. Αυτός που γεννήθηκε, υπήρξε και υπάρχει ως Εικόνα Θεού, ως Αγάπη. Και γύρω απ’ αυτόν, γύρω από τη δική του προσωπική ύπαρξη και παρουσία, γύρω από την Αγάπη (που είναι η υπεραιώνια Αλήθεια και η υπέρ θάνατον Ζωή) ανασυγκροτείται εντός τόπου και χρόνου η ανθρώπινη κοινότητα. Η διαφορά από την Αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα δεν είναι τόσο στο αν η αλλαγή αφορά το «έξω» (την κοινωνία και την πολιτική) ή το «μέσα» (τον ίδιο τον άνθρωπο). Η διαφορά έγκειται στο ότι για τον Χριστιανό το κέντρο βάρους της ιστορικής πράξης δεν βρίσκεται στο τελικό αποτέλεσμά της (στην «καλύτερη» και «δικαιότερη» κοινωνία που θα προκύψει), αλλά στο ίδιο το αγωνιζόμενο πρόσωπο: στην πράξη σαν στάση απέναντι στη διπλή επιλογή μεταξύ υπαρξιακής αλήθειας και υπαρξιακού ψεύδους.
Στο βιβλίο παρουσιάζονται πλήθος διαστάσεις και πρακτικές συνέπειες αυτής της θεολογικής προσέγγισης: ξεκινώντας από τη σχέση που έχει η «αυθεντική νηστεία» με την «απελευθερωτική δράση» (σ. 28 κ.ε.), και καταλήγοντας πως ένα «παγκόσμιο κίνημα διαγραφής των καταχρηστικών και τοκογλυφικών χρεών δεν είναι τίποτα παραπάνω από απαίτηση του ίδιου του μυστηρίου της πίστης» (σ. 30). Θα αρκεστώ εδώ σε μία μόνο χαρακτηριστική αναφορά, που έχει και μια ιδιαίτερη επικαιρότητα ως αντιπαράδειγμα απέναντι σε μια Aριστερά που τρέμει μπροστά στον Ζάλογγο. Πρόκειται για τον Άγιο Αρέθα, κυβερνήτη της πόλης Ναγράν στη Νότια Αραβία, τον 6ο αιώνα, ο οποίος μαρτύρησε μαζί με τους συντρόφους του, αντιστεκόμενος ένοπλα απέναντι στον δυνάστη βασιλέα της χώρας, αντιτάσσοντας σ’ αυτόν «ένα είδος πολιτικής θεολογίας της ανυπακοής» (σ. 24-25).
Ίσως εδώ βρίσκεται και μια άλλη διαφορά. Ο Χριστιανός, όπως και κάθε άλλος μαχητής, αγωνίζεται προφανώς για να νικήσει, όχι για να χάσει. Μόνο που η νίκη στην περίπτωση αυτή δεν είναι η ήττα του αντιπάλου, αλλά η Ανάσταση. Μπορεί η μάχη να διεξάγεται στο πεδίο της ισχύος, αλλά η τελική της έκβαση κρίνεται πέραν αυτού. Γι’ αυτό και «το είδος της Αναστάσιμης νίκης …το δείχνει ο Γολγοθάς». «Είναι νίκη της θυσιαστικής αγάπης, νίκη αυτού που θυσιάζεται ο ίδιος, αλλά δεν θυσιάζει τους άλλους». Αυτή είναι, λέει ο Θαν. Παπαθανασίου «η ασφαλιστική δικλείδα ώστε η Ανάσταση να εμπνέει στον φιλότιμο άνθρωπο μια επ-ανάσταση διαρκή, μια στάση αδιάκοπα κριτική και ακούραστα αυτοκριτική. Ώστε η καθημερινότητά μας, η πνευματικότητά μας, η πολιτική μας, οι σχέσεις μας, οι υπάρξεις μας σύγκορμες να δονούνται από τη ρήξη με το μηδέν!» (σ. 20).
Δρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου