Του Κωστή Ανετάκη
Σύμφωνα με τη σκέψη του Κοινωνισμού, πολιτική είναι η συνολική ριζική θέσμιση της κοινωνίας, που αφορά ολόκληρη την κοινωνία κι είναι έργο όλου του πληθυσμού. Η ισχύς, κατά το ελληνικό πρότυπο, προέρχεται από την κοινωνία κι από κάθε άνθρωπο χωριστά, οπότε πρέπει και να ασκείται απ’ όλους τους πολίτες κι όχι από έναν ή από λίγους.
Δεν είναι ανάγκη να καταφύγουμε σε εκτεταμένες φιλοσοφικές και πολιτικές αναλύσεις για να υποστηρίξουμε αυτό το «πρέπει». Ο ελληνικός λαός έχει αποκτήσει πλέον τεράστια κι επώδυνη εμπειρική γνώση όσων συμβαίνουν, όταν η πολιτική ασκείται από μια κλειστή κάστα προνομιούχων, στην περίπτωσή μας τους Κοτζαμπάσηδες και το διαπλεκόμενο πολιτικό τους προσωπικό.
Από την άλλη πλευρά, είναι δεδομένο ότι κοινωνική, συλλογική ζωή δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς μια οργάνωση, χωρίς ένα μίνιμουμ κοινών κανόνων, δίχως ένα ελάχιστο αξιών και σκοπών, τους οποίους είτε συμμερίζονται όλα τα μέλη της κοινωνίας, είτε τουλάχιστον δεν τα αντιμάχονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να προτιμούν αυτή η κοινωνία να καταστραφεί και να ρημάξει.
Έτσι, καταλήγουμε στο σχεδιασμό του προτύπου της Ελληνικής Πολιτείας, με στόχο να δοθεί απάντηση σε όλα τα εγγενή δομικά προβλήματα, που ταλανίζουν την αντιπροσωπευτική αστική δημοκρατία, όπως συνοπτικά τα παρουσιάσαμε προηγουμένως.
Από την επικράτηση της Επανάστασης και σε όλη τη φάση του σταδίου της Μεταβατικής Κυβέρνησης, η χώρα θα μετονομαστεί σε Ελληνική Πολιτεία (Hellenic State, HS). Ως πολίτευμα θα οριστεί η Προεδρική Άμεση Δημοκρατία.
Η σημαία κι ο εθνικός ύμνος θα παραμείνουν ως έχουν. Ο Ύμνος προς την Ελευθερία συνεχίζει να μας εμπνέει, ενώ η γαλανόλευκη παραμένει για τους περισσότερους εξ ημών ένα σύμβολο που εκφράζει την εθνική μας ταυτότητα, παρά τις απόπειρες εθνομηδενιστικών κύκλων να την καταστήσουν «κουρελόπανο», αλλά και τις άοκνες προσπάθειες του νοσηρού πολιτικού συστήματος να περιτυλίξει μ’ αυτήν και να συγκαλύψει την εθνική προδοσία και την εκποίηση της πατρίδας.
Μετά την αλλαγή ονόματος και την παραδειγματική καταδίκη των ντόπιων δωσίλογων, την ανατροπή δηλαδή των Κοτζαμπάσηδων και του διαπλεκόμενου συστήματος εξουσίας, ο ελληνικός λαός θα αρνηθεί κατηγορηματικά ν’ αναγνωρίσει τα επαχθή δάνεια του προηγούμενου καθεστώτος, πράγμα που σίγουρα προσφέρει νέα νομική βάση στην αμφισβήτηση και διαγραφή των τοκογλυφικών χρεών.
Μόλις η Μεταβατική Κυβέρνηση φέρει σε πέρας το έργο της, δηλαδή την απελευθέρωση της χώρας, την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας, την κάθαρση του συστήματος διαπλοκής, τη διαγραφή των χρεών, την ομαλή εισαγωγή εθνικού νομίσματος (Οβολός) και την παραγωγική ανασυγκρότηση, θα συγκληθεί Συντακτική Εθνοσυνέλευση, η οποία θα καταρτίσει το νέο Σύνταγμα της χώρας και θα εγκαθιδρύσει το νέο πολίτευμα.
Ήδη, καθ’ όλη τη διάρκεια της επαναστατικής πορείας, η Δημοκρατική Συγκρότηση του κινήματος θα έχει διαπαιδαγωγήσει τον λαό στο πρότυπο της Ελληνικής Πολιτείας. Στη διάρκεια της μεταβατικής φάσης θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις, έτσι ώστε ο ελληνικός λαός να εξοικειωθεί περαιτέρω με τους θεσμούς και τις διαδικασίες της αληθινής δημοκρατίας, αυτοθέσμισης κι αυτοδιοίκησης. Οι λαοσυνάξεις θα αρχίσουν να λειτουργούν και θ’ αποκτούν σταδιακά δικαιοδοσίες, πριν ακόμα απ’ την επίσημη λειτουργία της Ελληνικής Πολιτείας.
Η Ελληνική Πολιτεία λοιπόν, θα κυβερνάται άμεσα απ’ τις Λαοσυνάξεις. Θα ιδρυθούν πεντακόσιες απ’ αυτές, αντιπροσωπεύοντας κατά μέσο όρο είκοσι χιλιάδες πολίτες η καθεμία. Φυσικά θα ληφθούν υπόψη και οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, όπως νησιά κλπ. Η εισήγησή μας στην Συντακτική Εθνοσυνέλευση θα είναι οι λαοσυνάξεις των μεγάλων πόλεων ν’ αντιπροσωπεύουν περισσότερους πολίτες (σαράντα ως πενήντα χιλιάδες), έτσι ώστε ν’ αποτρέπεται η μόνιμη επιβολή της γνώμης τους στους κατοίκους των πιο αραιοκατοικημένων περιοχών και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ισότιμη περιφερειακή ανάπτυξη όλης της χώρας.
Κάθε λαοσύναξη θα συνεδριάζει τακτικά ανά τρεις μήνες, αλλά και σε έκτακτες περιπτώσεις, εφόσον αυτό ζητηθεί από συγκεκριμένο αριθμό μελών της. Θα εκλέγει δήμαρχο (αφού κάθε λαοσύναξη θα αποτελεί ταυτόχρονα κι έναν δήμο), δημοτικό συμβούλιο και όσες άλλες διοικητικές δομές πιθανόν θα θεσμοθετηθούν (νομάρχες και νομαρχιακοί σύμβουλοι, μητροπολιτικοί δήμαρχοι κλπ) και θα είναι υπεύθυνη για τα τοπικά ζητήματα, τα δημοτικά τέλη και τα λοιπά έσοδα. Θα εκλέγει επίσης έναν βουλευτή, που θα την εκπροσωπεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Όλοι οι παραπάνω θα προκύπτουν με κλήρωση. Η κλήρωση είναι η διασφάλιση και η ειδοποιός διαφορά της δημοκρατίας. Ωστόσο για θέσεις οι οποίες απαιτούν ειδικά προσόντα και γνώσεις (δικαστές, οικονομικοί υπεύθυνοι κλπ), οι δημόσιοι λειτουργοί θα είναι αιρετοί. Όλοι οι λειτουργοί, αιρετοί και κληρωτοί, θα είναι πλήρως ανακλητοί και το έργο τους θα ελέγχεται από τη λαοσύναξη απ’ την οποία προέρχονται αλλά και από την κεντρική κυβέρνηση.
Κάθε λαοσύναξη θα καθορίζει συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο, την Εντολή, βάσει της οποίας θα εξουσιοδοτεί τον βουλευτή της να την εκπροσωπήσει στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Ο βουλευτής θα ψηφίζει μεν κατά συνείδηση εντός της Βουλής, ωστόσο αν οποιαδήποτε ψήφος ή άλλη δράση του κριθεί από τη λαοσύναξή του ότι παραβιάζει σοβαρά την Εντολή που έλαβε, θα μπορεί να ανακληθεί, ακόμα και να παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη. Η θητεία του ορίζεται για ένα έτος και μπορεί να παραταθεί για ένα έτος ακόμα, με απόφαση της λαοσύναξης.
Οι επιμέρους διαδικασίες και κανονισμοί λειτουργίας θα καθορίζονται από κάθε λαοσύναξη χωριστά, ενώ η κεντρική κυβέρνηση θα εξασφαλίζει απλά την τήρηση του συντάγματος και των εθνικών νόμων.
Η περιουσία κάθε κληρωτού ή αιρετού δημόσιου λειτουργού θα καταγράφεται λεπτομερώς πριν και μετά το τέλος της υπηρεσίας του και θα ελέγχεται για παράνομο πλουτισμό. Σε περίπτωση που κριθεί ότι η δράση του επέφερε σοβαρή βλάβη στην Ελληνική Πολιτεία, θα είναι υπόλογος με την περιουσία του, σύμφωνα με απόφαση των δικαστηρίων.
Η Ελληνική Πολιτεία θα χρησιμοποιήσει όλες τις δυνατότητες που παρέχουν οι νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο, προκειμένου να μην είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία όλων των πολιτών στις συνεδριάσεις, αλλά να μπορεί ο καθένας να παρακολουθεί, ν’ αγορεύει –γραπτά και προφορικά- και να ψηφίζει από το σπίτι του.
Η συμμετοχή στα κοινά θα είναι υποχρεωτική, από τα 18 έως τα 70. Οι νέοι από 18 έως 25 ετών θα έχουν δικαίωμα ψήφου και υποχρέωση συμμετοχής στις λαοσυνάξεις, αλλά δεν θα βαρύνονται με το καθήκον της κληρωτίδας. Τα επτά αυτά χρόνια θα θεωρούνται ως προπαρασκευαστική περίοδος, προκειμένου κάποιος να δύναται ν’ αναλάβει ευθύνες και να μπορεί να είναι υπόλογος γι’ αυτές.
Οι άνω των 70 δεν θα έχουν καμιά υποχρέωση συμμετοχής, ούτε θα βαρύνονται δια της κληρώσεως. Θα διατηρούν ωστόσο το δικαίωμα ψήφου και αγόρευσης.
Όποιος κάτω των 70 δεν παραστεί ή δεν ψηφίσει σε τουλάχιστον δύο συνεδριάσεις της Λαοσύναξης κατ’ έτος, θα χάνει το προνόμιο του Έλληνα Πολίτη και θα υποβιβάζεται σε Υπήκοο. Φυσικά θα υπάρχουν εξαιρέσεις για λόγους υγείας κλπ.
Οι υπήκοοι θα στερούνται κάποιων φοροελαφρύνσεων και δεν θα έχουν δικαίωμα κοινωνικού μερίσματος από την ανάπτυξη της χώρας, όπως θ’ αναφέρουμε παρακάτω. Κατά τ’ άλλα θα έχουν πλήρη δικαιώματα έναντι του νόμου και όλες τις βασικές παροχές (υγεία, παιδεία, πρόνοια) που απολαμβάνουν οι πολίτες.
Στόχος μας είναι να ανταμείψουμε και να τιμήσουμε όσους δουλεύουν για το κοινό καλό, όσους ρισκάρουν την ελευθερία και την περιουσία τους για την ευημερία της χώρας κι όχι να δημιουργήσουμε πολίτες β’ κατηγορίας. Ο καθένας θ’ αναλάβει απλά τις ευθύνες των ελεύθερων επιλογών του.
Κάθε πέντε έτη θα διεξάγονται εθνικές εκλογές για την εκλογή του Προέδρου της χώρας. Οι υποψήφιοι θα έχουν αυστηρά ίσο χρόνο προβολής τους από τα ΜΜΕ και η Ελληνική Πολιτεία θα καλύπτει τα έξοδα πέντε ανοικτών ομιλιών για τον καθένα, σε πόλεις της χώρας, με τηλεοπτική κάλυψη. Οποιαδήποτε άλλη χορηγία θα απαγορεύεται αυστηρά. Ακόμα και αν κάποιοι υποψήφιοι διαθέτουν προσωπική περιουσία, θα υπάρχει πλαφόν στα χρήματα που θα δύναται ο καθένας να δαπανήσει, έτσι ώστε η εκλογή να μην κλίνει υπέρ των πλουσιότερων.
Οι δύο πρώτοι σε ψήφους θα ανακηρύσσονται Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της χώρας. Οι αρμοδιότητές τους θα κατανεμηθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε κανένας απ’ τους δύο να μην διαθέτει απόλυτη δικαιοδοσία στα πράγματα της χώρας. Οι δύο πρόεδροι θα σχηματίζουν κυβέρνηση, επιλέγοντας οι ίδιοι τους υπουργούς τους και θα καταθέτουν τις προγραμματικές τους δεσμεύσεις στη βουλή. Δεν θα είναι αναγκαία η ψήφος εμπιστοσύνης.
Η κυβέρνηση αλλά και οι δύο πρόεδροι θα είναι απολύτως ανακλητοί, αρκεί να μαζευτούν τρία εκατομμύρια υπογραφές πολιτών ή εφόσον 251 εθνοσυνελεύσεις αποφασίσουν την αντικατάστασή τους. Με υπογραφή μόλις 50 βουλευτών –με δική τους πρωτοβουλία ή με εντολή της λαοσύναξής τους- θα δύναται να συζητηθεί από τη βουλή μια πρόταση μομφής εναντίον των προέδρων ή των υπουργών. Σε θέση προέδρου ή αντιπροέδρου, κάποιος θα μπορεί να εκλεγεί για συνολικά δύο πενταετίες, εφόσον στο μεταξύ δεν υπάρξει εναντίον του δικαστική δίωξη για σοβαρά πολιτικά ή οικονομικά αδικήματα.
Οι βουλευτές θα συμμετέχουν υποχρεωτικά στον έλεγχο δημόσιων επιχειρήσεων και κοινωνικών δομών (παιδεία, υγεία, πρόνοια, άμυνα), για λογαριασμό της βουλής και των λαοσυνάξεων. Η συμμετοχή σε επιτροπές της βουλής δεν θα τους παρέχει επιπλέον μισθό απ’ αυτόν που κανονικά θα λαμβάνουν.
Δημοψηφίσματα για θέματα του κάθε δήμου θα μπορούν να προκηρυχθούν με τη συλλογή πέντε χιλιάδων υπογραφών πολιτών της αντίστοιχης λαοσύναξης. Εθνικά δημοψηφίσματα θα προκηρύσσονται με τη συλλογή ενός εκατομμυρίου υπογραφών Ελλήνων Πολιτών. Θα μπορούν φυσικά να προκηρυχθούν και από τη βουλή ή από την κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα είναι απολύτως δεσμευτικό, εφόσον η συμμετοχή ξεπερνάει το 50%.
Οι δεσμεύσεις των προέδρων και της κυβέρνησης, στην Ελληνική Πολιτεία θα είναι κυριολεκτικά δεσμεύσεις, μιας κι αυτή η λέξη έχει χάσει πλέον κάθε νόημα στον αιδήμονα κυνοβουλευτισμό (sic) που έχουμε γνωρίσει. Θα ιδρυθεί Συνταγματικό Δικαστήριο, καθήκον του οποίου, εκτός των άλλων, θα είναι να ελέγχει κατά πόσο οι πρόεδροι και η κυβέρνηση πράττουν σύμφωνα με τις προεκλογικές τους εξαγγελίες και τις προγραμματικές τους δεσμεύσεις στη βουλή, μετά την εκλογή τους.
Η δικαιοσύνη θα είναι πλήρως ανεξάρτητη. Οι δικαστές θα εκλέγονται από τις εθνοσυνελεύσεις. Στα κακουργιοδικεία θα υπάρχει υποχρεωτικά σώμα δώδεκα ενόρκων πολιτών, κατά το αμερικανικό πρότυπο. Οι ανώτεροι δικαστικοί θα κληρώνονται, ανάμεσα από τους απλούς δικαστές. Όποιος φανεί νομικά κι επαγγελματικά ανεπαρκής για έναν τέτοιο ρόλο, θα διώκεται πειθαρχικά και θα χάνει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι σε δικαστική θέση. Οι λεπτομέρειες κι οι ασφαλιστικές δικλείδες του συστήματος δικαιοσύνης, όπως και του υπόλοιπου πολιτικού συστήματος, θα καθοριστούν μέσα από εκτενή διάλογο, κατά τη διάρκεια της Μεταβατικής Κυβέρνησης.
Κανείς στην Ελληνική Πολιτεία δεν θ’ απολαμβάνει κανενός είδους προνόμιο, ούτε νομικής ασυλίας και τούτο ισχύει πρωτίστως για τους δημόσιους λειτουργούς. Είναι εντούτοις απαραίτητο οι βουλευτές κι οι υπουργοί, όπως και οι πρόεδροι, να καλύπτονται από κάποιο μανδύα νομικής προστασίας, ειδάλλως η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία δεν μπορούν να λειτουργήσουν, όταν για παράδειγμα κάθε πολίτης που θεωρεί ότι βλάπτονται τα συμφέροντά του από μια απόφαση της βουλής ή της κυβέρνησης, θα δύναται να στραφεί νομικά εναντίον των λειτουργών. Αυτός ήταν άλλωστε και ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο χορηγήθηκε η περίφημη «βουλευτική ασυλία».
Για να γεφυρωθεί διαλεκτικά αυτή η αντίφαση, προτείνουμε η βουλευτική ασυλία να διατηρηθεί στην Ελληνική Πολιτεία, όμως να εξαιρούνται ρητά και αυστηρά τα αδικήματα της απάτης, της υπεξαίρεσης, της διασπάθισης κι άλλες κακουργηματικού χαρακτήρα πολιτικές πράξεις, που θα αναγράφονται σαφώς στον νόμο. Σε περίπτωση που βουλευτής, υπουργός ή πρόεδρος κατηγορηθούν από τις εισαγγελικές αρχές για οποιοδήποτε απ’ αυτά τ’ αδικήματα, η ασυλία θα καταπίπτει αυτόματα και δεν θα έγκειται στην κρίση της βουλής.
Αυτή είναι σε αδρές γραμμές η βασική θέσμιση της Ελληνικής Πολιτείας. Το παραπάνω μοντέλο δεν πρόκειται για κάποια παράδοξη ουτοπία ή για έναν ιδεαλιστικό ευσεβή πόθο, αλλά για ένα λειτουργικό πρότυπο που διακρίνεται από απλότητα στον σχεδιασμό και στη δομή, έτσι που η εφαρμογή του καθίσταται απολύτως εφικτή.
Γιατί θεμέλιο της πολιτικής οργάνωσης, σύμφυτη με την πολιτική παράδοση και το χαρακτήρα των Ελλήνων, είναι η κοινότητα, στη περίπτωσή μας η λαοσύναξη. Όπως σημειώνει και ο Ι. Δραγούμης: «ο ελληνισμός είναι μια οικογένεια από κοινότητες. Το έθνος μας ολάκερο πάλι με κοινότητες πρέπει να κυβερνηθεί και μόνο με κοινότητες θα προκόψει.»
Η δομή του πολιτειακού αυτού προτύπου είναι σχεδιασμένη ώστε να βοηθάει στην αποκέντρωση της διοίκησης και στην περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας. Το υδροκέφαλο αθηνοκεντρικό κράτος θα καταστεί πλέον παρελθόν. Ο σχεδιασμός της Ελληνικής Πολιτείας στοχεύει στη δημιουργία ενός κράτους μικρού, αποδοτικού κι ευέλικτου, με πολύ μικρότερο κόστος λειτουργίας από τον σημερινό «δεινόσαυρο», ενώ θα παρέχει ολοκληρωμένες και σύγχρονες κοινωνικές υπηρεσίες.
Πρόκειται για ένα πολιτικό σύστημα απαλλαγμένο από την ανάγκη κομμάτων και οργανωμένων ομάδων συμφερόντων, που αποτελούν καρκίνωμα στο υπάρχον παράδειγμα κι έχουν πλήρως απαξιωθεί στη λαϊκή συνείδηση. Βέβαια, στο επίπεδο των λαοσυνάξεων, είναι φυσικό να υπάρχουν ιδεολογικές ή άλλες κοινωνικές ομαδοποιήσεις. Ωστόσο αυτές δεν θα χαίρουν κάποιας επίσημης αναγνώρισης, δεν θα είναι δηλαδή τίποτα περισσότερο από απλοί σύλλογοι πολιτών και δεν θα χρηματοδοτούνται απ’ το δημόσιο, ούτε θα κατέχουν κάποιον θεσμικό ρόλο.
Η εκλογή δεν συναρτάται με την περιουσιακή κατάσταση, ούτε απαιτείται κάποιου είδους χορηγός. Στην Ελληνική Πολιτεία δεν χωρά γενικότερα η διαφθορά, καθώς όλοι δύνανται να ελέγχουν τους πάντες, ενώ κανείς δεν μπορεί να συγκεντρώσει αρκετή δύναμη ώστε να καταχραστεί τους θεσμούς ή να διαφύγει του ελέγχου.
Το σημαντικότερο είναι ότι σε μια κοινωνία ελεύθερων πολιτών, ο καθένας θα είναι σε θέση να σκεφτεί διαφορετικά από τους κοινωνικούς θεσμούς και ν’ αμφισβητήσει τις συμβάσεις. Κάθε άτομο, κοινωνική ομάδα ή πολιτική κίνηση θα μπορούν να θέσουν ανά πάσα στιγμή ερωτήματα, κατά πόσο η τρέχουσα θέσμιση της κοινωνίας είναι δίκαιη, αν η ισονομία στα πλαίσια της Ελληνικής Πολιτείας είναι αληθινή. Και θα δύναται να ξεκινήσει ανεμπόδιστα τον διάλογο μέσα στη λαοσύναξη, επιχειρώντας να μετασχηματίσει δημοκρατικά την κοινωνία και το πολίτευμα. Είναι πολλές οι δυνατότητες που έχει ο κάθε πολίτης, να διατυπώνει και ως ένα βαθμό να επιβάλλει τη γνώμη του.
Με αυτόν τον τρόπο η Πολιτεία έχει ενσωματωμένο μέσα της τον μηχανισμό της διαρκούς της εξέλιξης και δεν μπορεί να καταλήξει σε ουτοπικές ή δυστοπικές ατραπούς, μια κοινωνία ζωντανή κι συνεξελισσόμενη με τις συνθήκες των καιρών, οι οποίες διαρκώς μεταβάλλονται. Η Δημοκρατία δεν αποτελεί πια προνόμιο λίγων «ειδικών» ή «εκλεκτών», αλλά μια ρητή, συνεχή και ανοικτή αυτοθέσμιση.
Βέβαια πολλοί είναι πιθανό να διαφωνήσουν με την εκλογή δημόσιων λειτουργών μέσω κλήρωσης. Τα επιχειρήματα σ’ αυτήν την περίπτωση στηρίζονται στην αντίληψη ότι ο απλός άνθρωπος δεν έχει, τουλάχιστον σήμερα, επαρκή παιδεία ώστε να αναλάβει κατά τύχη τόσο σημαντικό έργο, όπως του βουλευτή ή του δήμαρχου.
Πάνω σ’ αυτό το θέμα, ο Καστοριάδης τονίζει –και δίκαια- τον παιδευτικό χαρακτήρα που έχει η συμμετοχή στη δημόσια ζωή. Κανένα σχολείο και καμιά εκπαίδευση δεν μπορεί να προσφέρει την ανεκτίμητη εμπειρία του συζητάν δημόσια, του αποφασίζειν για όλα τα θέματα της Πόλεως, του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, και γιατί όχι, του υφίστασθαι τις συνέπειες των τυχόν λάθος αποφάσεών σου. Έτσι ωριμάζει ο λαός, έτσι αποφεύγει μελλοντικά λάθη, έτσι προστατεύει τον εαυτό του από μελλοντικούς δικτάτορες και εξουσιαστές.
Το ενδιαφέρον για την πολιτική και ο πολιτικός στοχασμός, εκλείπουν όταν η διακυβέρνηση ανατίθεται σε κάποια ελίτ «ειδικών». Άρα η ίδια η δημοκρατία, παρακινεί το ενδιαφέρον και τροφοδοτεί συνεχώς τον πολιτικό στοχασμό, αφού ο κάθε πολίτης νιώθει ότι η σκέψη και η γνώμη του μετράει στη θέσμιση της Πολιτείας και στην κοινωνική καθημερινότητα.
Με τον ίδιο τρόπο θα αναπτυχθεί άμεσα φορολογική και γενικότερη κοινωνική συνείδηση. Όταν ο πολίτης νιώθει ότι τα χρήματα των φόρων του χρησιμοποιούνται με τρόπο χρηστό και το αποτέλεσμά τους επιστρέφει σ’ αυτόν ως «κοινωνικός μισθός», τότε όχι μόνο δεν φοροδιαφεύγει, αλλά γίνεται ο ίδιος φύλακας της φοροδιαφυγής, την οποία καταγγέλλει μόλις την αντιληφθεί.
Το ίδιο ισχύει και για άλλες αντικοινωνικές συμπεριφορές, από το παρκάρισμα στις διαβάσεις αναπήρων, μέχρι την ανεξέλεγκτη απόρριψη σκουπιδιών. Ο πολίτης δεν θα νιώθει το κράτος ως εχθρό του, όπως μέχρι σήμερα το γνωρίζει, αλλά θα θεωρεί τον εαυτό του ενεργό κι υπεύθυνο μέλος της Πολιτείας, οπότε θα εννοεί την καταγγελία ως καθήκον κι όχι ως «ρουφιάνεμα», όπως το βλέπει σήμερα. Η αλλαγή της σχέσης της Πολιτείας με τον πολίτη, θα έχει δηλαδή από μόνη της σωρευτικά κι αλυσιδωτά θετικά αποτελέσματα στην κοινωνική λειτουργικότητα.
Σχετικά με το ερώτημα κατά πόσον θα μπορούν τυχαίοι απλοί πολίτες να ελέγχουν αποτελεσματικά τα πεπραγμένα της διοίκησης, από τη θέση του βουλευτή, η απάντηση είναι ότι η δημόσια διοίκηση και οι κρατικές επιχειρήσεις θα είναι με τέτοιο τρόπο δομημένες, απλά και ορθολογικά, ώστε για τον έλεγχό τους ν’ αρκεί η κοινή λογική, που διαθέτει κι εξασκεί καθημερινά ο απλός άνθρωπος για να φέρει σε πέρας τα του οίκου του.
Η Ελληνική Πολιτεία είναι σχεδιασμένη για ν’ απελευθερώσει τις ανεξάντλητες δυνάμεις που κρύβει η συλλογική διάνοια, εμπιστεύεται για τη λύση των προβλημάτων της, τόσο τη γνώση των τεχνοκρατών, όσο και την εμπειρική σοφία του μέσου πολίτη.
Από την άλλη πλευρά, αξίζει να σημειώσουμε ότι το ίδιο ακριβώς σύστημα θα μπορούσε να λειτουργήσει, με εξίσου καλά αποτελέσματα, ακόμα κι αν περισσότεροι δημόσιοι λειτουργοί γίνουν αιρετοί. Για παράδειγμα οι δήμαρχοι, οι νομάρχες (αν υπάρχουν) κι οι βουλευτές, θα μπορούσαν να εκλέγονται αντί να κληρώνονται, χωρίς το πρότυπο να διαφθαρεί. Τούτο είναι ένα θέμα που θα κληθεί ν’ αντιμετωπίσει η Συντακτική Εθνοσυνέλευση και δεν είναι της παρούσης.
Η δημοσίευση γίνεται ταυτόχρονα στην Σφήκα στον Άνεμο Αντίστασης και στο Great Chaos
Σημείωση: Το παραπάνω σύγγραμμα δεν θεωρείται ως θέσφατο αλλά αποτελεί την δική μας συνεισφορά στο ενιαίο δημοκρατικό κίνημα και είναι ανοικτό σε ευρεία διαβούλευση...
Συνεχίζεται
Κατεβάστε ολόκληρο το Μανιφέστο του Κοινωνισμού, από ΕΔΩ
Διαβάστε όλα τα δημοσιευμένα κείμενα ΕΔΩ
Μέρος Δεύτερο: Στρατηγικό Σχέδιο
Η Ελληνική Πολιτεία
Σύμφωνα με τη σκέψη του Κοινωνισμού, πολιτική είναι η συνολική ριζική θέσμιση της κοινωνίας, που αφορά ολόκληρη την κοινωνία κι είναι έργο όλου του πληθυσμού. Η ισχύς, κατά το ελληνικό πρότυπο, προέρχεται από την κοινωνία κι από κάθε άνθρωπο χωριστά, οπότε πρέπει και να ασκείται απ’ όλους τους πολίτες κι όχι από έναν ή από λίγους.
Δεν είναι ανάγκη να καταφύγουμε σε εκτεταμένες φιλοσοφικές και πολιτικές αναλύσεις για να υποστηρίξουμε αυτό το «πρέπει». Ο ελληνικός λαός έχει αποκτήσει πλέον τεράστια κι επώδυνη εμπειρική γνώση όσων συμβαίνουν, όταν η πολιτική ασκείται από μια κλειστή κάστα προνομιούχων, στην περίπτωσή μας τους Κοτζαμπάσηδες και το διαπλεκόμενο πολιτικό τους προσωπικό.
Από την άλλη πλευρά, είναι δεδομένο ότι κοινωνική, συλλογική ζωή δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς μια οργάνωση, χωρίς ένα μίνιμουμ κοινών κανόνων, δίχως ένα ελάχιστο αξιών και σκοπών, τους οποίους είτε συμμερίζονται όλα τα μέλη της κοινωνίας, είτε τουλάχιστον δεν τα αντιμάχονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να προτιμούν αυτή η κοινωνία να καταστραφεί και να ρημάξει.
Έτσι, καταλήγουμε στο σχεδιασμό του προτύπου της Ελληνικής Πολιτείας, με στόχο να δοθεί απάντηση σε όλα τα εγγενή δομικά προβλήματα, που ταλανίζουν την αντιπροσωπευτική αστική δημοκρατία, όπως συνοπτικά τα παρουσιάσαμε προηγουμένως.
Από την επικράτηση της Επανάστασης και σε όλη τη φάση του σταδίου της Μεταβατικής Κυβέρνησης, η χώρα θα μετονομαστεί σε Ελληνική Πολιτεία (Hellenic State, HS). Ως πολίτευμα θα οριστεί η Προεδρική Άμεση Δημοκρατία.
Η σημαία κι ο εθνικός ύμνος θα παραμείνουν ως έχουν. Ο Ύμνος προς την Ελευθερία συνεχίζει να μας εμπνέει, ενώ η γαλανόλευκη παραμένει για τους περισσότερους εξ ημών ένα σύμβολο που εκφράζει την εθνική μας ταυτότητα, παρά τις απόπειρες εθνομηδενιστικών κύκλων να την καταστήσουν «κουρελόπανο», αλλά και τις άοκνες προσπάθειες του νοσηρού πολιτικού συστήματος να περιτυλίξει μ’ αυτήν και να συγκαλύψει την εθνική προδοσία και την εκποίηση της πατρίδας.
Μετά την αλλαγή ονόματος και την παραδειγματική καταδίκη των ντόπιων δωσίλογων, την ανατροπή δηλαδή των Κοτζαμπάσηδων και του διαπλεκόμενου συστήματος εξουσίας, ο ελληνικός λαός θα αρνηθεί κατηγορηματικά ν’ αναγνωρίσει τα επαχθή δάνεια του προηγούμενου καθεστώτος, πράγμα που σίγουρα προσφέρει νέα νομική βάση στην αμφισβήτηση και διαγραφή των τοκογλυφικών χρεών.
Μόλις η Μεταβατική Κυβέρνηση φέρει σε πέρας το έργο της, δηλαδή την απελευθέρωση της χώρας, την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας, την κάθαρση του συστήματος διαπλοκής, τη διαγραφή των χρεών, την ομαλή εισαγωγή εθνικού νομίσματος (Οβολός) και την παραγωγική ανασυγκρότηση, θα συγκληθεί Συντακτική Εθνοσυνέλευση, η οποία θα καταρτίσει το νέο Σύνταγμα της χώρας και θα εγκαθιδρύσει το νέο πολίτευμα.
Ήδη, καθ’ όλη τη διάρκεια της επαναστατικής πορείας, η Δημοκρατική Συγκρότηση του κινήματος θα έχει διαπαιδαγωγήσει τον λαό στο πρότυπο της Ελληνικής Πολιτείας. Στη διάρκεια της μεταβατικής φάσης θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις, έτσι ώστε ο ελληνικός λαός να εξοικειωθεί περαιτέρω με τους θεσμούς και τις διαδικασίες της αληθινής δημοκρατίας, αυτοθέσμισης κι αυτοδιοίκησης. Οι λαοσυνάξεις θα αρχίσουν να λειτουργούν και θ’ αποκτούν σταδιακά δικαιοδοσίες, πριν ακόμα απ’ την επίσημη λειτουργία της Ελληνικής Πολιτείας.
Η Ελληνική Πολιτεία λοιπόν, θα κυβερνάται άμεσα απ’ τις Λαοσυνάξεις. Θα ιδρυθούν πεντακόσιες απ’ αυτές, αντιπροσωπεύοντας κατά μέσο όρο είκοσι χιλιάδες πολίτες η καθεμία. Φυσικά θα ληφθούν υπόψη και οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, όπως νησιά κλπ. Η εισήγησή μας στην Συντακτική Εθνοσυνέλευση θα είναι οι λαοσυνάξεις των μεγάλων πόλεων ν’ αντιπροσωπεύουν περισσότερους πολίτες (σαράντα ως πενήντα χιλιάδες), έτσι ώστε ν’ αποτρέπεται η μόνιμη επιβολή της γνώμης τους στους κατοίκους των πιο αραιοκατοικημένων περιοχών και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ισότιμη περιφερειακή ανάπτυξη όλης της χώρας.
Κάθε λαοσύναξη θα συνεδριάζει τακτικά ανά τρεις μήνες, αλλά και σε έκτακτες περιπτώσεις, εφόσον αυτό ζητηθεί από συγκεκριμένο αριθμό μελών της. Θα εκλέγει δήμαρχο (αφού κάθε λαοσύναξη θα αποτελεί ταυτόχρονα κι έναν δήμο), δημοτικό συμβούλιο και όσες άλλες διοικητικές δομές πιθανόν θα θεσμοθετηθούν (νομάρχες και νομαρχιακοί σύμβουλοι, μητροπολιτικοί δήμαρχοι κλπ) και θα είναι υπεύθυνη για τα τοπικά ζητήματα, τα δημοτικά τέλη και τα λοιπά έσοδα. Θα εκλέγει επίσης έναν βουλευτή, που θα την εκπροσωπεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Όλοι οι παραπάνω θα προκύπτουν με κλήρωση. Η κλήρωση είναι η διασφάλιση και η ειδοποιός διαφορά της δημοκρατίας. Ωστόσο για θέσεις οι οποίες απαιτούν ειδικά προσόντα και γνώσεις (δικαστές, οικονομικοί υπεύθυνοι κλπ), οι δημόσιοι λειτουργοί θα είναι αιρετοί. Όλοι οι λειτουργοί, αιρετοί και κληρωτοί, θα είναι πλήρως ανακλητοί και το έργο τους θα ελέγχεται από τη λαοσύναξη απ’ την οποία προέρχονται αλλά και από την κεντρική κυβέρνηση.
Κάθε λαοσύναξη θα καθορίζει συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο, την Εντολή, βάσει της οποίας θα εξουσιοδοτεί τον βουλευτή της να την εκπροσωπήσει στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Ο βουλευτής θα ψηφίζει μεν κατά συνείδηση εντός της Βουλής, ωστόσο αν οποιαδήποτε ψήφος ή άλλη δράση του κριθεί από τη λαοσύναξή του ότι παραβιάζει σοβαρά την Εντολή που έλαβε, θα μπορεί να ανακληθεί, ακόμα και να παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη. Η θητεία του ορίζεται για ένα έτος και μπορεί να παραταθεί για ένα έτος ακόμα, με απόφαση της λαοσύναξης.
Οι επιμέρους διαδικασίες και κανονισμοί λειτουργίας θα καθορίζονται από κάθε λαοσύναξη χωριστά, ενώ η κεντρική κυβέρνηση θα εξασφαλίζει απλά την τήρηση του συντάγματος και των εθνικών νόμων.
Η περιουσία κάθε κληρωτού ή αιρετού δημόσιου λειτουργού θα καταγράφεται λεπτομερώς πριν και μετά το τέλος της υπηρεσίας του και θα ελέγχεται για παράνομο πλουτισμό. Σε περίπτωση που κριθεί ότι η δράση του επέφερε σοβαρή βλάβη στην Ελληνική Πολιτεία, θα είναι υπόλογος με την περιουσία του, σύμφωνα με απόφαση των δικαστηρίων.
Η Ελληνική Πολιτεία θα χρησιμοποιήσει όλες τις δυνατότητες που παρέχουν οι νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο, προκειμένου να μην είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία όλων των πολιτών στις συνεδριάσεις, αλλά να μπορεί ο καθένας να παρακολουθεί, ν’ αγορεύει –γραπτά και προφορικά- και να ψηφίζει από το σπίτι του.
Η συμμετοχή στα κοινά θα είναι υποχρεωτική, από τα 18 έως τα 70. Οι νέοι από 18 έως 25 ετών θα έχουν δικαίωμα ψήφου και υποχρέωση συμμετοχής στις λαοσυνάξεις, αλλά δεν θα βαρύνονται με το καθήκον της κληρωτίδας. Τα επτά αυτά χρόνια θα θεωρούνται ως προπαρασκευαστική περίοδος, προκειμένου κάποιος να δύναται ν’ αναλάβει ευθύνες και να μπορεί να είναι υπόλογος γι’ αυτές.
Οι άνω των 70 δεν θα έχουν καμιά υποχρέωση συμμετοχής, ούτε θα βαρύνονται δια της κληρώσεως. Θα διατηρούν ωστόσο το δικαίωμα ψήφου και αγόρευσης.
Όποιος κάτω των 70 δεν παραστεί ή δεν ψηφίσει σε τουλάχιστον δύο συνεδριάσεις της Λαοσύναξης κατ’ έτος, θα χάνει το προνόμιο του Έλληνα Πολίτη και θα υποβιβάζεται σε Υπήκοο. Φυσικά θα υπάρχουν εξαιρέσεις για λόγους υγείας κλπ.
Οι υπήκοοι θα στερούνται κάποιων φοροελαφρύνσεων και δεν θα έχουν δικαίωμα κοινωνικού μερίσματος από την ανάπτυξη της χώρας, όπως θ’ αναφέρουμε παρακάτω. Κατά τ’ άλλα θα έχουν πλήρη δικαιώματα έναντι του νόμου και όλες τις βασικές παροχές (υγεία, παιδεία, πρόνοια) που απολαμβάνουν οι πολίτες.
Στόχος μας είναι να ανταμείψουμε και να τιμήσουμε όσους δουλεύουν για το κοινό καλό, όσους ρισκάρουν την ελευθερία και την περιουσία τους για την ευημερία της χώρας κι όχι να δημιουργήσουμε πολίτες β’ κατηγορίας. Ο καθένας θ’ αναλάβει απλά τις ευθύνες των ελεύθερων επιλογών του.
Κάθε πέντε έτη θα διεξάγονται εθνικές εκλογές για την εκλογή του Προέδρου της χώρας. Οι υποψήφιοι θα έχουν αυστηρά ίσο χρόνο προβολής τους από τα ΜΜΕ και η Ελληνική Πολιτεία θα καλύπτει τα έξοδα πέντε ανοικτών ομιλιών για τον καθένα, σε πόλεις της χώρας, με τηλεοπτική κάλυψη. Οποιαδήποτε άλλη χορηγία θα απαγορεύεται αυστηρά. Ακόμα και αν κάποιοι υποψήφιοι διαθέτουν προσωπική περιουσία, θα υπάρχει πλαφόν στα χρήματα που θα δύναται ο καθένας να δαπανήσει, έτσι ώστε η εκλογή να μην κλίνει υπέρ των πλουσιότερων.
Οι δύο πρώτοι σε ψήφους θα ανακηρύσσονται Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της χώρας. Οι αρμοδιότητές τους θα κατανεμηθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε κανένας απ’ τους δύο να μην διαθέτει απόλυτη δικαιοδοσία στα πράγματα της χώρας. Οι δύο πρόεδροι θα σχηματίζουν κυβέρνηση, επιλέγοντας οι ίδιοι τους υπουργούς τους και θα καταθέτουν τις προγραμματικές τους δεσμεύσεις στη βουλή. Δεν θα είναι αναγκαία η ψήφος εμπιστοσύνης.
Η κυβέρνηση αλλά και οι δύο πρόεδροι θα είναι απολύτως ανακλητοί, αρκεί να μαζευτούν τρία εκατομμύρια υπογραφές πολιτών ή εφόσον 251 εθνοσυνελεύσεις αποφασίσουν την αντικατάστασή τους. Με υπογραφή μόλις 50 βουλευτών –με δική τους πρωτοβουλία ή με εντολή της λαοσύναξής τους- θα δύναται να συζητηθεί από τη βουλή μια πρόταση μομφής εναντίον των προέδρων ή των υπουργών. Σε θέση προέδρου ή αντιπροέδρου, κάποιος θα μπορεί να εκλεγεί για συνολικά δύο πενταετίες, εφόσον στο μεταξύ δεν υπάρξει εναντίον του δικαστική δίωξη για σοβαρά πολιτικά ή οικονομικά αδικήματα.
Οι βουλευτές θα συμμετέχουν υποχρεωτικά στον έλεγχο δημόσιων επιχειρήσεων και κοινωνικών δομών (παιδεία, υγεία, πρόνοια, άμυνα), για λογαριασμό της βουλής και των λαοσυνάξεων. Η συμμετοχή σε επιτροπές της βουλής δεν θα τους παρέχει επιπλέον μισθό απ’ αυτόν που κανονικά θα λαμβάνουν.
Δημοψηφίσματα για θέματα του κάθε δήμου θα μπορούν να προκηρυχθούν με τη συλλογή πέντε χιλιάδων υπογραφών πολιτών της αντίστοιχης λαοσύναξης. Εθνικά δημοψηφίσματα θα προκηρύσσονται με τη συλλογή ενός εκατομμυρίου υπογραφών Ελλήνων Πολιτών. Θα μπορούν φυσικά να προκηρυχθούν και από τη βουλή ή από την κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα είναι απολύτως δεσμευτικό, εφόσον η συμμετοχή ξεπερνάει το 50%.
Οι δεσμεύσεις των προέδρων και της κυβέρνησης, στην Ελληνική Πολιτεία θα είναι κυριολεκτικά δεσμεύσεις, μιας κι αυτή η λέξη έχει χάσει πλέον κάθε νόημα στον αιδήμονα κυνοβουλευτισμό (sic) που έχουμε γνωρίσει. Θα ιδρυθεί Συνταγματικό Δικαστήριο, καθήκον του οποίου, εκτός των άλλων, θα είναι να ελέγχει κατά πόσο οι πρόεδροι και η κυβέρνηση πράττουν σύμφωνα με τις προεκλογικές τους εξαγγελίες και τις προγραμματικές τους δεσμεύσεις στη βουλή, μετά την εκλογή τους.
Η δικαιοσύνη θα είναι πλήρως ανεξάρτητη. Οι δικαστές θα εκλέγονται από τις εθνοσυνελεύσεις. Στα κακουργιοδικεία θα υπάρχει υποχρεωτικά σώμα δώδεκα ενόρκων πολιτών, κατά το αμερικανικό πρότυπο. Οι ανώτεροι δικαστικοί θα κληρώνονται, ανάμεσα από τους απλούς δικαστές. Όποιος φανεί νομικά κι επαγγελματικά ανεπαρκής για έναν τέτοιο ρόλο, θα διώκεται πειθαρχικά και θα χάνει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι σε δικαστική θέση. Οι λεπτομέρειες κι οι ασφαλιστικές δικλείδες του συστήματος δικαιοσύνης, όπως και του υπόλοιπου πολιτικού συστήματος, θα καθοριστούν μέσα από εκτενή διάλογο, κατά τη διάρκεια της Μεταβατικής Κυβέρνησης.
Κανείς στην Ελληνική Πολιτεία δεν θ’ απολαμβάνει κανενός είδους προνόμιο, ούτε νομικής ασυλίας και τούτο ισχύει πρωτίστως για τους δημόσιους λειτουργούς. Είναι εντούτοις απαραίτητο οι βουλευτές κι οι υπουργοί, όπως και οι πρόεδροι, να καλύπτονται από κάποιο μανδύα νομικής προστασίας, ειδάλλως η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία δεν μπορούν να λειτουργήσουν, όταν για παράδειγμα κάθε πολίτης που θεωρεί ότι βλάπτονται τα συμφέροντά του από μια απόφαση της βουλής ή της κυβέρνησης, θα δύναται να στραφεί νομικά εναντίον των λειτουργών. Αυτός ήταν άλλωστε και ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο χορηγήθηκε η περίφημη «βουλευτική ασυλία».
Για να γεφυρωθεί διαλεκτικά αυτή η αντίφαση, προτείνουμε η βουλευτική ασυλία να διατηρηθεί στην Ελληνική Πολιτεία, όμως να εξαιρούνται ρητά και αυστηρά τα αδικήματα της απάτης, της υπεξαίρεσης, της διασπάθισης κι άλλες κακουργηματικού χαρακτήρα πολιτικές πράξεις, που θα αναγράφονται σαφώς στον νόμο. Σε περίπτωση που βουλευτής, υπουργός ή πρόεδρος κατηγορηθούν από τις εισαγγελικές αρχές για οποιοδήποτε απ’ αυτά τ’ αδικήματα, η ασυλία θα καταπίπτει αυτόματα και δεν θα έγκειται στην κρίση της βουλής.
Αυτή είναι σε αδρές γραμμές η βασική θέσμιση της Ελληνικής Πολιτείας. Το παραπάνω μοντέλο δεν πρόκειται για κάποια παράδοξη ουτοπία ή για έναν ιδεαλιστικό ευσεβή πόθο, αλλά για ένα λειτουργικό πρότυπο που διακρίνεται από απλότητα στον σχεδιασμό και στη δομή, έτσι που η εφαρμογή του καθίσταται απολύτως εφικτή.
Γιατί θεμέλιο της πολιτικής οργάνωσης, σύμφυτη με την πολιτική παράδοση και το χαρακτήρα των Ελλήνων, είναι η κοινότητα, στη περίπτωσή μας η λαοσύναξη. Όπως σημειώνει και ο Ι. Δραγούμης: «ο ελληνισμός είναι μια οικογένεια από κοινότητες. Το έθνος μας ολάκερο πάλι με κοινότητες πρέπει να κυβερνηθεί και μόνο με κοινότητες θα προκόψει.»
Η δομή του πολιτειακού αυτού προτύπου είναι σχεδιασμένη ώστε να βοηθάει στην αποκέντρωση της διοίκησης και στην περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας. Το υδροκέφαλο αθηνοκεντρικό κράτος θα καταστεί πλέον παρελθόν. Ο σχεδιασμός της Ελληνικής Πολιτείας στοχεύει στη δημιουργία ενός κράτους μικρού, αποδοτικού κι ευέλικτου, με πολύ μικρότερο κόστος λειτουργίας από τον σημερινό «δεινόσαυρο», ενώ θα παρέχει ολοκληρωμένες και σύγχρονες κοινωνικές υπηρεσίες.
Πρόκειται για ένα πολιτικό σύστημα απαλλαγμένο από την ανάγκη κομμάτων και οργανωμένων ομάδων συμφερόντων, που αποτελούν καρκίνωμα στο υπάρχον παράδειγμα κι έχουν πλήρως απαξιωθεί στη λαϊκή συνείδηση. Βέβαια, στο επίπεδο των λαοσυνάξεων, είναι φυσικό να υπάρχουν ιδεολογικές ή άλλες κοινωνικές ομαδοποιήσεις. Ωστόσο αυτές δεν θα χαίρουν κάποιας επίσημης αναγνώρισης, δεν θα είναι δηλαδή τίποτα περισσότερο από απλοί σύλλογοι πολιτών και δεν θα χρηματοδοτούνται απ’ το δημόσιο, ούτε θα κατέχουν κάποιον θεσμικό ρόλο.
Η εκλογή δεν συναρτάται με την περιουσιακή κατάσταση, ούτε απαιτείται κάποιου είδους χορηγός. Στην Ελληνική Πολιτεία δεν χωρά γενικότερα η διαφθορά, καθώς όλοι δύνανται να ελέγχουν τους πάντες, ενώ κανείς δεν μπορεί να συγκεντρώσει αρκετή δύναμη ώστε να καταχραστεί τους θεσμούς ή να διαφύγει του ελέγχου.
Το σημαντικότερο είναι ότι σε μια κοινωνία ελεύθερων πολιτών, ο καθένας θα είναι σε θέση να σκεφτεί διαφορετικά από τους κοινωνικούς θεσμούς και ν’ αμφισβητήσει τις συμβάσεις. Κάθε άτομο, κοινωνική ομάδα ή πολιτική κίνηση θα μπορούν να θέσουν ανά πάσα στιγμή ερωτήματα, κατά πόσο η τρέχουσα θέσμιση της κοινωνίας είναι δίκαιη, αν η ισονομία στα πλαίσια της Ελληνικής Πολιτείας είναι αληθινή. Και θα δύναται να ξεκινήσει ανεμπόδιστα τον διάλογο μέσα στη λαοσύναξη, επιχειρώντας να μετασχηματίσει δημοκρατικά την κοινωνία και το πολίτευμα. Είναι πολλές οι δυνατότητες που έχει ο κάθε πολίτης, να διατυπώνει και ως ένα βαθμό να επιβάλλει τη γνώμη του.
Με αυτόν τον τρόπο η Πολιτεία έχει ενσωματωμένο μέσα της τον μηχανισμό της διαρκούς της εξέλιξης και δεν μπορεί να καταλήξει σε ουτοπικές ή δυστοπικές ατραπούς, μια κοινωνία ζωντανή κι συνεξελισσόμενη με τις συνθήκες των καιρών, οι οποίες διαρκώς μεταβάλλονται. Η Δημοκρατία δεν αποτελεί πια προνόμιο λίγων «ειδικών» ή «εκλεκτών», αλλά μια ρητή, συνεχή και ανοικτή αυτοθέσμιση.
Βέβαια πολλοί είναι πιθανό να διαφωνήσουν με την εκλογή δημόσιων λειτουργών μέσω κλήρωσης. Τα επιχειρήματα σ’ αυτήν την περίπτωση στηρίζονται στην αντίληψη ότι ο απλός άνθρωπος δεν έχει, τουλάχιστον σήμερα, επαρκή παιδεία ώστε να αναλάβει κατά τύχη τόσο σημαντικό έργο, όπως του βουλευτή ή του δήμαρχου.
Πάνω σ’ αυτό το θέμα, ο Καστοριάδης τονίζει –και δίκαια- τον παιδευτικό χαρακτήρα που έχει η συμμετοχή στη δημόσια ζωή. Κανένα σχολείο και καμιά εκπαίδευση δεν μπορεί να προσφέρει την ανεκτίμητη εμπειρία του συζητάν δημόσια, του αποφασίζειν για όλα τα θέματα της Πόλεως, του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, και γιατί όχι, του υφίστασθαι τις συνέπειες των τυχόν λάθος αποφάσεών σου. Έτσι ωριμάζει ο λαός, έτσι αποφεύγει μελλοντικά λάθη, έτσι προστατεύει τον εαυτό του από μελλοντικούς δικτάτορες και εξουσιαστές.
Το ενδιαφέρον για την πολιτική και ο πολιτικός στοχασμός, εκλείπουν όταν η διακυβέρνηση ανατίθεται σε κάποια ελίτ «ειδικών». Άρα η ίδια η δημοκρατία, παρακινεί το ενδιαφέρον και τροφοδοτεί συνεχώς τον πολιτικό στοχασμό, αφού ο κάθε πολίτης νιώθει ότι η σκέψη και η γνώμη του μετράει στη θέσμιση της Πολιτείας και στην κοινωνική καθημερινότητα.
Με τον ίδιο τρόπο θα αναπτυχθεί άμεσα φορολογική και γενικότερη κοινωνική συνείδηση. Όταν ο πολίτης νιώθει ότι τα χρήματα των φόρων του χρησιμοποιούνται με τρόπο χρηστό και το αποτέλεσμά τους επιστρέφει σ’ αυτόν ως «κοινωνικός μισθός», τότε όχι μόνο δεν φοροδιαφεύγει, αλλά γίνεται ο ίδιος φύλακας της φοροδιαφυγής, την οποία καταγγέλλει μόλις την αντιληφθεί.
Το ίδιο ισχύει και για άλλες αντικοινωνικές συμπεριφορές, από το παρκάρισμα στις διαβάσεις αναπήρων, μέχρι την ανεξέλεγκτη απόρριψη σκουπιδιών. Ο πολίτης δεν θα νιώθει το κράτος ως εχθρό του, όπως μέχρι σήμερα το γνωρίζει, αλλά θα θεωρεί τον εαυτό του ενεργό κι υπεύθυνο μέλος της Πολιτείας, οπότε θα εννοεί την καταγγελία ως καθήκον κι όχι ως «ρουφιάνεμα», όπως το βλέπει σήμερα. Η αλλαγή της σχέσης της Πολιτείας με τον πολίτη, θα έχει δηλαδή από μόνη της σωρευτικά κι αλυσιδωτά θετικά αποτελέσματα στην κοινωνική λειτουργικότητα.
Σχετικά με το ερώτημα κατά πόσον θα μπορούν τυχαίοι απλοί πολίτες να ελέγχουν αποτελεσματικά τα πεπραγμένα της διοίκησης, από τη θέση του βουλευτή, η απάντηση είναι ότι η δημόσια διοίκηση και οι κρατικές επιχειρήσεις θα είναι με τέτοιο τρόπο δομημένες, απλά και ορθολογικά, ώστε για τον έλεγχό τους ν’ αρκεί η κοινή λογική, που διαθέτει κι εξασκεί καθημερινά ο απλός άνθρωπος για να φέρει σε πέρας τα του οίκου του.
Η Ελληνική Πολιτεία είναι σχεδιασμένη για ν’ απελευθερώσει τις ανεξάντλητες δυνάμεις που κρύβει η συλλογική διάνοια, εμπιστεύεται για τη λύση των προβλημάτων της, τόσο τη γνώση των τεχνοκρατών, όσο και την εμπειρική σοφία του μέσου πολίτη.
Από την άλλη πλευρά, αξίζει να σημειώσουμε ότι το ίδιο ακριβώς σύστημα θα μπορούσε να λειτουργήσει, με εξίσου καλά αποτελέσματα, ακόμα κι αν περισσότεροι δημόσιοι λειτουργοί γίνουν αιρετοί. Για παράδειγμα οι δήμαρχοι, οι νομάρχες (αν υπάρχουν) κι οι βουλευτές, θα μπορούσαν να εκλέγονται αντί να κληρώνονται, χωρίς το πρότυπο να διαφθαρεί. Τούτο είναι ένα θέμα που θα κληθεί ν’ αντιμετωπίσει η Συντακτική Εθνοσυνέλευση και δεν είναι της παρούσης.
Η δημοσίευση γίνεται ταυτόχρονα στην Σφήκα στον Άνεμο Αντίστασης και στο Great Chaos
Σημείωση: Το παραπάνω σύγγραμμα δεν θεωρείται ως θέσφατο αλλά αποτελεί την δική μας συνεισφορά στο ενιαίο δημοκρατικό κίνημα και είναι ανοικτό σε ευρεία διαβούλευση...
Συνεχίζεται
Κατεβάστε ολόκληρο το Μανιφέστο του Κοινωνισμού, από ΕΔΩ
Διαβάστε όλα τα δημοσιευμένα κείμενα ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου