Γιάννης Χατζηαντωνίου*
Το καθεστώς των μνημονίων που ήδη διαρκεί έξι χρόνια έχει πυροδοτήσει διάφορες διεργασίες μέσα στην ελληνική κοινωνία. Έχει φέρει στην επιφάνεια μια σειρά ζητήματα και στον χώρο της ιδεολογίας. Το ζήτημα της πατρίδας, της εθνικής ανεξαρτησίας είχε ήδη εδώ και πολλά χρόνια υποβαθμιστεί.
Μετά το 1974 η εγχώρια άρχουσα τάξη αποδέχθηκε την ήττα στην Κύπρο κι επέλεξε να οριοθετηθεί από τον τουρκικό επεκτατισμό μέσω της «ευρωπαϊκής» της ενσωμάτωσης, της νέας μεγάλης ιδέας του ευρωπαϊσμού, παραδίνοντας τα κλειδιά της χώρας στο διευθυντήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό εμφανίστηκε ως αναβάθμιση, αλλά στην ουσία ήταν αυτό που αποκαλύφθηκε την ώρα της κρίσης: παράδοση στους ιμπεριαλιστές κυρίαρχους.
Υπήρχαν βέβαια κι από πριν τα σημάδια. Ακόμα κι όταν έγινε φανερό το «δημοκρατικό έλλειμμα» της Ε.Ε., συνειδητοποιήθηκε η νεοφιλελεύθερη συγκρότησή της, αναδύθηκε στο εσωτερικό της χωρίς προσχήματα η γερμανική ηγεμονία, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους συνέχισαν να εξωραΐζουν την «ευρωπαϊκή πορεία της χώρας». Έφθασαν στο σημείο να μιλούν για συμμετοχή της χώρας στον «σκληρό πυρήνα», να ισχυρίζονται ότι ξεφύγαμε από το βαλκανικό περιβάλλον κλπ.
Πλανώμενοι ίσως, πλανώντες σίγουρα.
Πολλοί υιοθέτησαν αυτές τις απόψεις αλλάζοντας το «πρόσημό τους».
Στους κυριαρχούμενους ιστορικά αυτό το φαινόμενο δεν είναι πρωτότυπο. Συμβαίνει να υιοθετούν την ουσία της κυρίαρχης άποψης αξιολογώντας την αντίθετα.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον υπόκοσμο που πολλές φορές αντιστρέφει τις αξίες της νομιμότητας θεωρώντας πηγή κύρους το ύψος της ποινής των καταδικασθέντων ή τη βαρύτητα των εγκλημάτων που διέπραξαν. Έτσι ορισμένοι στα κινήματα και την αριστερά υιοθετούν τις απόψεις της αστικής απολογητικής, παίρνοντας θέση εσωτερικής αντίθεσης με αυτήν. Πχ. Αποδεχόμενοι στην ουσία την νέα παγκόσμια τάξη της ιμπεριαλιστικής επιβολής, υιοθετούν τον αναπόφευκτο ή και προοδευτικό χαρακτήρα της, παίρνοντας θέση εσωτερικού της αντίπαλου. Διαδηλώνουν ενάντια στην «νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση», υπονοώντας ότι υπάρχει μια άλλη –καλή- πλευρά της!
Στην απολογητική υπέρ της Ε.Ε. έπαιξαν από χρόνια σημαντικό ρόλο ορισμένα ρεύματα της αριστεράς, επικεντρώνοντας την αντιπαράθεση τους όχι στην ουσία της εξάρτησης και του αστικού χαρακτήρα του κράτους , αλλά στα -σε αποδρομή όπως προεκτέθηκε- εθνικά χαρακτηριστικά του, η υποχώρηση των οποίων υποτίθεται ότι θα διευκόλυνε την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης. Επαγγελία του αδύνατου, όπως αποδείχθηκε.
Η διάλυση στον ατομικισμό και η μετατροπή της μάζας σε πλήθος αποσυνθέτει κάθε συλλογικότητα. Αν το έθνος αποτελεί «φαντασιακή» κοινότητα, η τάξη είναι στην πράξη πολύ πιο φαντασιακή. Αντίθετα, το εθνικό πλαίσιο επειδή συνδέεται με αιτήματα αλληλεγγύης και αρθρώνεται σε θεσμούς με ιστορία είναι πολύ πιο συμμετοχικό και στα όρια του οι εργατικοί αγώνες νοηματοδοτούνται, υποστηρίζονται καλύτερα και παράγουν αποτελέσματα.
Η άποψη ότι στο ευρωπαϊκό πλαίσιο θα αυξάνονταν το επίπεδο της προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων δεν επαληθεύτηκε. Η ισοτιμία των ευρωπαϊκών εθνών αποδείχτηκε στην καλύτερη περίπτωση μύθος, στη χειρότερη απάτη. Αυτοί όμως που ισχυρίζονται ότι εμπνέονται από τη φιλοσοφία της Πράξης δεν θα έπρεπε να εκπλήσσονται : Δεν είναι δυνατόν να έχουμε εθνική ισοτιμία σε καθεστώς κοινωνικής εκμετάλλευσης.
Η αριστερά αυτού του είδους δεν είναι τυχαίο ότι βρέθηκε ευάλωτη στην γοητεία του εκσυγχρονισμού, διαθέτοντας και στελέχη της (ή μήπως αναδεικνύοντας σε παράγοντές της στελέχη του;). Άλλη μορφή της υποταγής της στον φιλελευθερισμό αποτελεί η λατρεία των «δικαιωμάτων» που -όχι τυχαία- επικεντρώνεται στην πολιτική αποσύνθεση του λαού, μέσω άνευ κριτηρίων πολιτογραφήσεων και στην αμφισβήτηση όλων των θεσμών. Πρόκειται δηλαδή για νεοφιλελευθερισμό «από τα κάτω».
Οι αντιλήψεις αυτές ουσιαστικά αποτελούν νεοφιλελεύθερη ηγεμονία μέσα στην αριστερά, στην οποία ασφαλώς είναι πιο ευάλωτα ποικίλα ρεύματα της αναρχίας.
Ο θρίαμβος της εξάρτησης
Η νέα πολιτική συγκυρία, μετά το 2010, στη χώρα κλόνισε αυτή την «αντι-εθνικιστική» ομοψυχία. Έγινε σε όλους φανερό ότι τα μνημόνια επιβάλλονται όχι μόνο και όχι τόσο βάσει του συσχετισμού δυνάμεων μέσα στη χώρα, αλλά –κυρίως ή πάντως μέσω της συντριπτικής πίεσης-χάρη στην επιβολή εξωτερικών από την ελληνική κοινωνία θεσμών και μηχανισμών (τρόϊκα κλπ). Δεν είναι η πρώτη φορά. Πολλοί όψιμοι επικριτές του ΕΑΜ στην αριστερά είχαν λησμονήσει τις λόγχες του Σκόμπυ.
Είδαν όμως την αριστερή παρένθεση του ΣΥΡΙΖΑ να γίνεται αριστερά σε εισαγωγικά κάτω από την πίεση των ιμπεριαλιστών. Είναι δε πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η «διεθνιστική» ηγεμονία μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ πριν την συνθηκολόγησή του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιλογή του 3ου μνημονίου και την ήττα των λαϊκών αγώνων και προσδοκιών που επενδύθηκαν σ’ αυτόν.
Πριν το 2012 η άρνηση επικοινωνίας με το πατριωτικό αίσθημα του λαού και οι αντίστοιχες εμμονές σε μια σειρά ζητήματα επέτρεψαν να διχαστεί στον λαϊκό κόσμο ο εθνικός και κοινωνικός ριζοσπαστισμός ( σε αντίθεση με την ενότητα που είχε επιτύχει το ΕΑΜ). Έτσι ένα μέρος των εργαζομένων δεν μπορούσε να εκφραστεί μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ψήφισε ΑνΕλλ. , ή ακόμα χειρότερα Χ.Α. Αυτός ο διχασμός έσωσε το παλιό φθαρμένο πολιτικό προσωπικό στις εκλογές του 2012. Στις εκλογές του 2015 ακόμα και αριθμητικά δεν υπήρξε κοινοβουλευτική πλειοψηφία αριστερής κυβέρνησης, για τον ίδιο λόγο.
Η λύση ήταν το «αναγκαίο καλό» του κ.Καμμένου.
Οι ψηφοφόροι είχαν καεί λίγο περισσότερο ή λίγο λιγότερο από όσο υπολόγιζαν οι καθεστωτικοί σχεδιασμοί, που- αξιοποιώντας το πατριωτικό έλλειμμα του ΣΥΡΙΖΑ - επιδίωκαν να τον εγκλωβίσουν σε μια πρωτιά χωρίς συμμάχους, οπότε θα εξαναγκαζόταν, με ή χωρίς εισαγωγικά, σε συμμαχία με το Ποτάμι ή το ΠΑΣΟΚ.
Η συνθηκολόγηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αποκάλυψε ότι ο εσωτερικός συσχετισμός δεν αρκεί, όταν η στρατηγική του είναι η αλλαγή στην Ευρώπη και όχι η ανεξαρτησία της Ελλάδας. Ο ιμπεριαλισμός ανέτρεψε ακόμα και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Στο όνομα μιας αμφίβολης προοπτικής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, θυσιάστηκε η Ελλάδα, ο λαός και η αριστερά. Η εξάρτηση στην πράξη θριάμβευσε. Ο Α. Τσίπρας το περασμένο καλοκαίρι έσωσε τον ελληνικό μεταπρατισμό και η αστική τάξη της οικονομίας έπεισε το πολιτικό της προσωπικό να στηρίξει το τρίτο μνημόνιο.
Αυτή η εμπειρία βρίσκεται πίσω από την άνοδο των πατριωτικών αισθημάτων του λαού και την σχετική συζήτηση για το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας.
Σήμερα οι πιο επικίνδυνοι απολογητές της εξάρτησης δεν είναι πια οι ευρωπαϊστές στην αριστερά. Την σκυτάλη έχουν πάρει οι «επαναστάτες» της αναρχίας (μιας ορισμένης αναρχίας) και του τροτσκιστικού ρεύματος (όχι όλοι). Αυτοί αναλαμβάνουν τώρα να χτυπήσουν τον πατριωτισμό, δηλαδή την προοπτική μιας ηγεμονίας σε ένα μέτωπο που θα ενώσει εργαζόμενους και μεσοστρώματα στην πάλη για την ανατροπή των μνημονίων, με μια κυβέρνηση εθνικής ανεξαρτησίας.
Γι αυτό η ιδεολογική πάλη που διεξάγεται έχει καθοριστική σημασία. Ένα μέτωπο που θα αρνηθεί να δει το εθνικό ζήτημα όπως τίθεται σήμερα, το πρόβλημα της εθνικής ανεξαρτησίας, δεν θα συγκροτήσει την πλατιά ενότητα που απαιτείται για να ανατραπούν οι πολιτικές που διαλύουν τη χώρα. Καταδικάζονται εκ των προτέρων τα κινήματα σε σπασμωδικές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις απλού συνδικαλισμού, σε αλληλεγγύη δηλ. σε στροφή στην φιλανθρωπία, άρα σε φυγή από την πολιτική, σε ενσωμάτωση.
Μερικοί αιτιολογούν αυτή τη στάση με ιστορικούς όρους επικαλούμενοι την αντίθεση άλλων άλλοτε στη θεωρία του σοσιαλισμού σε μια χώρα. Τότε ο Λ.Τρότσκι υπερασπιζόταν μια πολιτική σοσιαλισμού σε πολλές χώρες. Οι επίγονοί του σήμερα προτείνουν πρακτικά να μην υπάρξει σοσιαλισμός σε καμιά!
Όμως το διακύβευμα δεν είναι μόνο η προοπτική του σοσιαλισμού. Το τίμημα της ανεπάρκειας ή αδυναμίας της μαχόμενης αριστεράς να συνδυάσει το εθνικό με το κοινωνικό πρόταγμα θα είναι πιθανότατα πολύ βαρύ. Κύρια πλευρά θα είναι η επιβολή του νεοφιλελεύθερου σχεδίου, η περαιτέρω ήττα της μισθωτής εργασίας και η εξαθλίωση των μεσοστρωμάτων, η κυριαρχία της εξάρτησης. Η άλλη πλευρά διαφαίνεται ήδη: η ενίσχυση του ανοιχτού φασισμού, αλλά και πιο «ήπιων» εκδοχών του. Σε συνδυασμό με το κλείσιμο των συνόρων των ευρωπαϊκών χωρών, οι κίνδυνοι μεγαλώνουν.
*Ο κ. Γιάννης Χατζηαντωνίου είναι δικηγόρος
Tvxs
Το καθεστώς των μνημονίων που ήδη διαρκεί έξι χρόνια έχει πυροδοτήσει διάφορες διεργασίες μέσα στην ελληνική κοινωνία. Έχει φέρει στην επιφάνεια μια σειρά ζητήματα και στον χώρο της ιδεολογίας. Το ζήτημα της πατρίδας, της εθνικής ανεξαρτησίας είχε ήδη εδώ και πολλά χρόνια υποβαθμιστεί.
Μετά το 1974 η εγχώρια άρχουσα τάξη αποδέχθηκε την ήττα στην Κύπρο κι επέλεξε να οριοθετηθεί από τον τουρκικό επεκτατισμό μέσω της «ευρωπαϊκής» της ενσωμάτωσης, της νέας μεγάλης ιδέας του ευρωπαϊσμού, παραδίνοντας τα κλειδιά της χώρας στο διευθυντήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό εμφανίστηκε ως αναβάθμιση, αλλά στην ουσία ήταν αυτό που αποκαλύφθηκε την ώρα της κρίσης: παράδοση στους ιμπεριαλιστές κυρίαρχους.
Υπήρχαν βέβαια κι από πριν τα σημάδια. Ακόμα κι όταν έγινε φανερό το «δημοκρατικό έλλειμμα» της Ε.Ε., συνειδητοποιήθηκε η νεοφιλελεύθερη συγκρότησή της, αναδύθηκε στο εσωτερικό της χωρίς προσχήματα η γερμανική ηγεμονία, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους συνέχισαν να εξωραΐζουν την «ευρωπαϊκή πορεία της χώρας». Έφθασαν στο σημείο να μιλούν για συμμετοχή της χώρας στον «σκληρό πυρήνα», να ισχυρίζονται ότι ξεφύγαμε από το βαλκανικό περιβάλλον κλπ.
Πλανώμενοι ίσως, πλανώντες σίγουρα.
Πολλοί υιοθέτησαν αυτές τις απόψεις αλλάζοντας το «πρόσημό τους».
Στους κυριαρχούμενους ιστορικά αυτό το φαινόμενο δεν είναι πρωτότυπο. Συμβαίνει να υιοθετούν την ουσία της κυρίαρχης άποψης αξιολογώντας την αντίθετα.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον υπόκοσμο που πολλές φορές αντιστρέφει τις αξίες της νομιμότητας θεωρώντας πηγή κύρους το ύψος της ποινής των καταδικασθέντων ή τη βαρύτητα των εγκλημάτων που διέπραξαν. Έτσι ορισμένοι στα κινήματα και την αριστερά υιοθετούν τις απόψεις της αστικής απολογητικής, παίρνοντας θέση εσωτερικής αντίθεσης με αυτήν. Πχ. Αποδεχόμενοι στην ουσία την νέα παγκόσμια τάξη της ιμπεριαλιστικής επιβολής, υιοθετούν τον αναπόφευκτο ή και προοδευτικό χαρακτήρα της, παίρνοντας θέση εσωτερικού της αντίπαλου. Διαδηλώνουν ενάντια στην «νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση», υπονοώντας ότι υπάρχει μια άλλη –καλή- πλευρά της!
Στην απολογητική υπέρ της Ε.Ε. έπαιξαν από χρόνια σημαντικό ρόλο ορισμένα ρεύματα της αριστεράς, επικεντρώνοντας την αντιπαράθεση τους όχι στην ουσία της εξάρτησης και του αστικού χαρακτήρα του κράτους , αλλά στα -σε αποδρομή όπως προεκτέθηκε- εθνικά χαρακτηριστικά του, η υποχώρηση των οποίων υποτίθεται ότι θα διευκόλυνε την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης. Επαγγελία του αδύνατου, όπως αποδείχθηκε.
Η διάλυση στον ατομικισμό και η μετατροπή της μάζας σε πλήθος αποσυνθέτει κάθε συλλογικότητα. Αν το έθνος αποτελεί «φαντασιακή» κοινότητα, η τάξη είναι στην πράξη πολύ πιο φαντασιακή. Αντίθετα, το εθνικό πλαίσιο επειδή συνδέεται με αιτήματα αλληλεγγύης και αρθρώνεται σε θεσμούς με ιστορία είναι πολύ πιο συμμετοχικό και στα όρια του οι εργατικοί αγώνες νοηματοδοτούνται, υποστηρίζονται καλύτερα και παράγουν αποτελέσματα.
Η άποψη ότι στο ευρωπαϊκό πλαίσιο θα αυξάνονταν το επίπεδο της προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων δεν επαληθεύτηκε. Η ισοτιμία των ευρωπαϊκών εθνών αποδείχτηκε στην καλύτερη περίπτωση μύθος, στη χειρότερη απάτη. Αυτοί όμως που ισχυρίζονται ότι εμπνέονται από τη φιλοσοφία της Πράξης δεν θα έπρεπε να εκπλήσσονται : Δεν είναι δυνατόν να έχουμε εθνική ισοτιμία σε καθεστώς κοινωνικής εκμετάλλευσης.
Η αριστερά αυτού του είδους δεν είναι τυχαίο ότι βρέθηκε ευάλωτη στην γοητεία του εκσυγχρονισμού, διαθέτοντας και στελέχη της (ή μήπως αναδεικνύοντας σε παράγοντές της στελέχη του;). Άλλη μορφή της υποταγής της στον φιλελευθερισμό αποτελεί η λατρεία των «δικαιωμάτων» που -όχι τυχαία- επικεντρώνεται στην πολιτική αποσύνθεση του λαού, μέσω άνευ κριτηρίων πολιτογραφήσεων και στην αμφισβήτηση όλων των θεσμών. Πρόκειται δηλαδή για νεοφιλελευθερισμό «από τα κάτω».
Οι αντιλήψεις αυτές ουσιαστικά αποτελούν νεοφιλελεύθερη ηγεμονία μέσα στην αριστερά, στην οποία ασφαλώς είναι πιο ευάλωτα ποικίλα ρεύματα της αναρχίας.
Ο θρίαμβος της εξάρτησης
Η νέα πολιτική συγκυρία, μετά το 2010, στη χώρα κλόνισε αυτή την «αντι-εθνικιστική» ομοψυχία. Έγινε σε όλους φανερό ότι τα μνημόνια επιβάλλονται όχι μόνο και όχι τόσο βάσει του συσχετισμού δυνάμεων μέσα στη χώρα, αλλά –κυρίως ή πάντως μέσω της συντριπτικής πίεσης-χάρη στην επιβολή εξωτερικών από την ελληνική κοινωνία θεσμών και μηχανισμών (τρόϊκα κλπ). Δεν είναι η πρώτη φορά. Πολλοί όψιμοι επικριτές του ΕΑΜ στην αριστερά είχαν λησμονήσει τις λόγχες του Σκόμπυ.
Είδαν όμως την αριστερή παρένθεση του ΣΥΡΙΖΑ να γίνεται αριστερά σε εισαγωγικά κάτω από την πίεση των ιμπεριαλιστών. Είναι δε πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η «διεθνιστική» ηγεμονία μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ πριν την συνθηκολόγησή του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιλογή του 3ου μνημονίου και την ήττα των λαϊκών αγώνων και προσδοκιών που επενδύθηκαν σ’ αυτόν.
Πριν το 2012 η άρνηση επικοινωνίας με το πατριωτικό αίσθημα του λαού και οι αντίστοιχες εμμονές σε μια σειρά ζητήματα επέτρεψαν να διχαστεί στον λαϊκό κόσμο ο εθνικός και κοινωνικός ριζοσπαστισμός ( σε αντίθεση με την ενότητα που είχε επιτύχει το ΕΑΜ). Έτσι ένα μέρος των εργαζομένων δεν μπορούσε να εκφραστεί μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ψήφισε ΑνΕλλ. , ή ακόμα χειρότερα Χ.Α. Αυτός ο διχασμός έσωσε το παλιό φθαρμένο πολιτικό προσωπικό στις εκλογές του 2012. Στις εκλογές του 2015 ακόμα και αριθμητικά δεν υπήρξε κοινοβουλευτική πλειοψηφία αριστερής κυβέρνησης, για τον ίδιο λόγο.
Η λύση ήταν το «αναγκαίο καλό» του κ.Καμμένου.
Οι ψηφοφόροι είχαν καεί λίγο περισσότερο ή λίγο λιγότερο από όσο υπολόγιζαν οι καθεστωτικοί σχεδιασμοί, που- αξιοποιώντας το πατριωτικό έλλειμμα του ΣΥΡΙΖΑ - επιδίωκαν να τον εγκλωβίσουν σε μια πρωτιά χωρίς συμμάχους, οπότε θα εξαναγκαζόταν, με ή χωρίς εισαγωγικά, σε συμμαχία με το Ποτάμι ή το ΠΑΣΟΚ.
Η συνθηκολόγηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αποκάλυψε ότι ο εσωτερικός συσχετισμός δεν αρκεί, όταν η στρατηγική του είναι η αλλαγή στην Ευρώπη και όχι η ανεξαρτησία της Ελλάδας. Ο ιμπεριαλισμός ανέτρεψε ακόμα και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Στο όνομα μιας αμφίβολης προοπτικής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, θυσιάστηκε η Ελλάδα, ο λαός και η αριστερά. Η εξάρτηση στην πράξη θριάμβευσε. Ο Α. Τσίπρας το περασμένο καλοκαίρι έσωσε τον ελληνικό μεταπρατισμό και η αστική τάξη της οικονομίας έπεισε το πολιτικό της προσωπικό να στηρίξει το τρίτο μνημόνιο.
Αυτή η εμπειρία βρίσκεται πίσω από την άνοδο των πατριωτικών αισθημάτων του λαού και την σχετική συζήτηση για το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας.
Σήμερα οι πιο επικίνδυνοι απολογητές της εξάρτησης δεν είναι πια οι ευρωπαϊστές στην αριστερά. Την σκυτάλη έχουν πάρει οι «επαναστάτες» της αναρχίας (μιας ορισμένης αναρχίας) και του τροτσκιστικού ρεύματος (όχι όλοι). Αυτοί αναλαμβάνουν τώρα να χτυπήσουν τον πατριωτισμό, δηλαδή την προοπτική μιας ηγεμονίας σε ένα μέτωπο που θα ενώσει εργαζόμενους και μεσοστρώματα στην πάλη για την ανατροπή των μνημονίων, με μια κυβέρνηση εθνικής ανεξαρτησίας.
Γι αυτό η ιδεολογική πάλη που διεξάγεται έχει καθοριστική σημασία. Ένα μέτωπο που θα αρνηθεί να δει το εθνικό ζήτημα όπως τίθεται σήμερα, το πρόβλημα της εθνικής ανεξαρτησίας, δεν θα συγκροτήσει την πλατιά ενότητα που απαιτείται για να ανατραπούν οι πολιτικές που διαλύουν τη χώρα. Καταδικάζονται εκ των προτέρων τα κινήματα σε σπασμωδικές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις απλού συνδικαλισμού, σε αλληλεγγύη δηλ. σε στροφή στην φιλανθρωπία, άρα σε φυγή από την πολιτική, σε ενσωμάτωση.
Μερικοί αιτιολογούν αυτή τη στάση με ιστορικούς όρους επικαλούμενοι την αντίθεση άλλων άλλοτε στη θεωρία του σοσιαλισμού σε μια χώρα. Τότε ο Λ.Τρότσκι υπερασπιζόταν μια πολιτική σοσιαλισμού σε πολλές χώρες. Οι επίγονοί του σήμερα προτείνουν πρακτικά να μην υπάρξει σοσιαλισμός σε καμιά!
Όμως το διακύβευμα δεν είναι μόνο η προοπτική του σοσιαλισμού. Το τίμημα της ανεπάρκειας ή αδυναμίας της μαχόμενης αριστεράς να συνδυάσει το εθνικό με το κοινωνικό πρόταγμα θα είναι πιθανότατα πολύ βαρύ. Κύρια πλευρά θα είναι η επιβολή του νεοφιλελεύθερου σχεδίου, η περαιτέρω ήττα της μισθωτής εργασίας και η εξαθλίωση των μεσοστρωμάτων, η κυριαρχία της εξάρτησης. Η άλλη πλευρά διαφαίνεται ήδη: η ενίσχυση του ανοιχτού φασισμού, αλλά και πιο «ήπιων» εκδοχών του. Σε συνδυασμό με το κλείσιμο των συνόρων των ευρωπαϊκών χωρών, οι κίνδυνοι μεγαλώνουν.
*Ο κ. Γιάννης Χατζηαντωνίου είναι δικηγόρος
Tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου