Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Βολιβία, δεκαέξι χρόνια μετά τον πόλεμο του νερού

Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης


Τι συνέβη τελικά στην πόλη Κοτσαμπάμπα και στη Βολιβία, γενικότερα, δεκαέξι χρόνια μετά τον πόλεμο του νερού;

Σίγουρα ήταν ένα επικό κεφάλαιο στην ιστορία της φτωχής χώρας, όπου ένας ενωμένος λαός προκάλεσε την απέλαση μιας ισχυρής διακρατικής εταιρείας που είχε ιδιωτικοποιηθεί το νερό τους, είναι η προφανής απάντηση!

Η ιστορία του πολέμου του νερού ως πάλη των λαών ενάντια σε μια εταιρεία μεγάλων διαστάσεων και εκτοπίσματος, είναι μια σειρά γεγονότων που εμπνέει κινήματα σε ολόκληρο τον κόσμο, μικρές επαναστάσεις που αγωνίζονται για να διεκδικήσουν το νερό και τους φυσικούς τους πόρους από τον εταιρικό έλεγχο και την καταστροφή, καθώς και για μια αλλαγή στο μοντέλο της δημοκρατίας, όπου, έτσι είναι δυστυχώς, μόνο λίγοι ισχυροί έχουν τη δύναμη.

Ο Πόλεμος του Νερού στην Κοτσαμπάμπα επέστησε επανειλημμένα την προσοχή δεκάδων οργανισμών, διανοούμενων, καλλιτεχνών, ερευνητών, δημοσιογράφων και ακαδημαϊκών από πολλά μέρη του κόσμου, αρκετοί από τους οποίους έχουν επισκεφθεί την πόλη για να κατανοήσουν καλύτερα τι ακριβώς συνέβη εδώ, τον Απρίλιο του 2000.

Η ιστορία της διαμάχης έχει αναφερθεί σε πολλά ντοκιμαντέρ, διαφορετικά μέσα ενημέρωσης, όπως τα New Yorker, New York Times, Guardian και φυσικά σε δεκάδες εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης. Η ιστορία ενέπνευσε και την ταινία ‘Even the Rain’ που έγινε στους δρόμους της Κοτσαμπάμπα.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το ιστορικό αυτό γεγονός έχει αφήσει σημαντική κληρονομιά όχι μόνο στη φτωχή Βολιβία, αλλά και στον κόσμο σχετικά με τη σημασία της διεκδίκησης νερού από τον εταιρικό έλεγχο, αλλά και για τους ανθρώπους που αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία να πάρουν κάποιες αποφάσεις ουσιώδους σημασίας για τη ζωή του κοινωνικού συνόλου.

Η ιστορία του πολέμου του νερού χαρακτηρίζεται από μια εν πολλοίς συνηθισμένη και ύπουλη ιστορία διεθνούς απάτης. Το έτος 1997, η Παγκόσμια Τράπεζα έδωσε στη Βολιβία ένα δάνειο για να βελτιώσει το σύστημα του νερού στις μεγαλύτερες πόλεις της, συμπεριλαμβανομένης της Κοτσαμπάμπα, σε αντάλλαγμα για την ιδιωτικοποίηση των εν λόγω συστημάτων νερού.

Τον Σεπτέμβριο του 1999, η κυβέρνηση παρέδωσε το νερό της Κοτσαμπάμπα, χωρίς καμία δημόσια διαβούλευση, σε μια κοινοπραξία με επικεφαλής τον κατασκευαστικό γίγαντα της Καλιφόρνιας Bechtel Corporation, η οποία λίγο μετά αύξησε τις τιμές του νερού σε πολύ μεγάλο βαθμό, εξαπολύοντας μια πρωτοφανή λαϊκή εξέγερση.

Τον Απρίλιο του 2000, η κυβέρνηση με επικεφαλής έναν πρώην δικτάτορα, επέβαλε κατάσταση πολιορκίας στην πόλη και άφησε ένα νεαρό άνδρα νεκρό (Victor Hugo Daza) και δεκάδες τραυματίες, ενώ η Bechtel έπρεπε να φύγει από τη Βολιβία για λόγους καθαρά ασφάλειας.

Ο Oscar Olivera, εκπρόσωπος του Συνασπισμού για την Υπεράσπιση του Νερού και της Ζωής, που οδήγησε στην εξέγερση του Απριλίου, λέει ότι για πολλούς ανθρώπους αυτή η πάλη σήμαινε «την εκ νέου διεκδίκηση του νερού τους, ως θεμελιώδους αγαθού, αλλά και την εκ νέου διεκδίκηση της αξιοπρέπειας, της εμπιστοσύνης, και της ικανότητάς τους να οργανώνουν και να διαμορφώνουν οι ίδιοι το μέλλον τους».

Πράγματι, μετά τον Πόλεμο του Νερού, η Βολιβία είδε ένα κύμα λαϊκής αντίστασης ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επιβάλλονταν στη χώρα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '80 και την επακόλουθη εταιρική εξαγορά των φυσικών πόρων, καθώς και την έκκληση για την οικοδόμηση νέας Συντακτικής Συνέλευσης για το σχεδιασμό ενός νέου μοντέλου της χώρας και της δημοκρατίας.

Σε διεθνές τώρα επίπεδο, ο πόλεμος του νερού άφησε, επίσης, μια σημαντική κληρονομιά. Ήταν ένα σημείο αναφοράς για το κίνημα εναντίον της παγκοσμιοποίησης της εποχής, και βοήθησε να ξεσκεπαστεί ο ρόλος της παγκόσμιας εταιρικής στρατηγικής της ιδιωτικοποίησης του νερού σε όσο το δυνατόν περισσότερα μήκη και πλάτη της γης.

Το σύμβολο του πολέμου για το νερό ενέπνευσε τα άλλα κινήματα σε όλο τον κόσμο που υπερασπίζονταν το νερό ως κοινό αγαθό και όχι ως προϊόν για εκμετάλλευση από εταιρείες, ειδικά ξενόφερτες και πολυεθνικές.

Η έννοια του νερού ως κοινού αγαθού, αργότερα υιοθετήθηκε στο νέο Σύνταγμα της Βολιβίας, το οποίο κατοχυρώνει την πρόσβαση στο νερό ως θεμελιώδες δικαίωμα, και αναθέτει στο κράτος το έργο της παροχής του στους πολίτες. Σε διεθνές επίπεδο, τον Ιούνιο του 2010 η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών αναγνώρισε τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα των ανθρώπων για το νερό.

Προκειμένου να ανταποκριθεί στην ερώτηση ποια είναι η κληρονομιά του Πολέμου του Νερού, ο Oscar Olivera, μαζί με άλλους που εμπλέκονταν στο θέμα, διοργάνωσαν αρκετές εκδηλώσεις για να θυμηθούν και να προβληματιστούν σχετικά με τον πόλεμο του νερού, το 2015, δεκαπέντε χρόνια μετά τα γεγονότα.

Μαζί με όλα αυτά, προσπάθησαν επίσης να διερευνήσουν την κατάσταση του νερού στην πόλη Κοτσαμπάμπα, καθώς και την περιβαλλοντική πολιτική στο θέμα του νερού σε εθνικό επίπεδο.

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε, είπαν οι διοργανωτές, ότι ακόμα και αν ο πόλεμος του νερού είχε συνέπειες που δεν συνδέονταν κατ’ ανάγκην άμεσα με το νερό, όπως η αμφισβήτηση του οικονομικού μοντέλου και της πολιτικής της κυβέρνησης, είχε παράλληλα μια πρακτική και σαφή εντολή, κι αυτή δεν ήταν τίποτα άλλο παρά να φέρει τρεχούμενο νερό καλής ποιότητας στο ήμισυ του πληθυσμού που δεν είχε δίκτυο στα σπίτια του, και να οικοδομήσουν ένα αποτελεσματικό και διαφανή δημόσιο φορέα παροχής νερού ο οποίος όμως θα ελεγχόταν από το λαό.

Με αυτή την έννοια, το προφανές συμπέρασμα είναι ότι δεν επετεύχθη ο στόχος του Πολέμου του Νερού. Σήμερα, όπως και το 2000, πέντε στις δέκα οικογένειες δεν έχουν πρόσβαση στο δημόσιο νερό. Οι πολίτες αυτοί, αγοράζουν δεξαμενές νερού ή υδροδοτούνται μέσω κάποιων υποτυπωδών συστημάτων νερού που δημιουργεί η κάθε κοινότητα και φυσικά χρηματοδοτείται από τους ίδιους τους κατοίκους, χωρίς κάποια κρατική υποστήριξη.

Δυστυχώς το νερό αυτό δεν είναι καλής ποιότητας, και η τιμή του είναι συνήθως υψηλότερη από εκείνη της κρατικής εταιρείας νερού. Για αρκετά χρόνια υπήρξαν προσπάθειες να βρουν διαρθρωτικές λύσεις για την λειψυδρία στην Κοτσαμπάμπα.

Οι λύσεις δεν έχουν βρεθεί για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων είναι η πολιτική και η διαφθορά στην κρατική εταιρεία υδάτων Semapa, καθώς και στο Misicuni, ένα μεγάλο πρόγραμμα και έργο το οποίο υποτίθεται ότι θα ήταν σε θέση να εγγυηθεί την τακτική παροχής νερού στην περιοχή. Κατά τη διάρκεια των ημερών των εκδηλώσεων που διοργανώθηκαν από τους πρωταγωνιστές του πολέμου του νερού, υπήρχε και έντονος προβληματισμός σχετικά με τις εθνικές πολιτικές γύρω από το νερό.

Τα συμπεράσματα δεν ήταν τόσο ενθαρρυντικά. Παρά τον ισχυρισμό της κυβέρνησης ότι περίπου το 80% του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό, το σημερινό μοντέλο ανάπτυξης καταστρέφει τις πηγές του νερού σε όλη τη χώρα. Κι αυτό γιατί το μοντέλο ανάπτυξης της Βολιβίας, σήμερα, βασίζεται σε μεγάλης έκτασης εξόρυξη φυσικών πόρων υψηλού όγκου, τα προϊόντα της οποίας προορίζονται για εξαγωγή.

Αυτό το μοντέλο, όμως, απαιτεί μεγάλη κατανάλωση και ταυτόχρονη χρήση νερού από τους τομείς των ορυχείων και της βιομηχανικής γεωργίας και δεν υπάρχει κανένας νόμος που να υπερασπίζεται το νερό σε αυτή τη χρήση, δηλαδή τις εξορυκτικές δραστηριότητες, στο Σύνταγμα

Τουλάχιστον το ήμισυ όλων των πηγών νερού σήμερα οδηγούνται στα σημεία εξόρυξης. Ακόμα κι αν οι νόμοι περί εξόρυξης απαιτούν άδεια για τη χρήση του νερού στις περιοχές εκμετάλλευσης, οι εταιρείες εξόρυξης στην πραγματικότητα χρησιμοποιούν ανεξέλεγκτα όσο νερό θέλουν.

Τα περισσότερα άλλωστε σημεία άντλησης πετρελαίου βρίσκονται σε περιοχές όπου υπάρχουν ποτάμια, από τα οποία οι εταιρείες πετρελαίου μπορούν να παίρνουν ελεύθερα. Ενώ υπάρχουν επίσης κάποιοι κανόνες στη χρήση νερού για αγροτική χρήση, στην πράξη δεν εφαρμόζονται.

Αυτές οι βιομηχανικές δραστηριότητες δεν χρησιμοποιούν μόνο το νερό για την παραγωγή, αλλά μολύνουν την ίδια στιγμή και τις πηγές νερού με βαρέα μέταλλα και χημικά προϊόντα, και απειλώντας την πρόσβαση του νερού στις μελλοντικές γενιές.

Σύμφωνα με υπολογισμούς, μόνο το ορυχείο του San Cristobal, το μεγαλύτερο της χώρας, χρησιμοποιεί 43 εκατομμύρια λίτρα νερού την ημέρα, ποσότητα αρκετή για να υδροδοτήσει μια πόλη των 250.000 ανθρώπων, σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού της πόλης Κοτσαμπάμπα.

Κάτι που αφορά επί του παρόντος την κυβέρνηση, είναι η πτώση των διεθνών τιμών των πρώτων υλών, το οποίο με τη σειρά του αποτελεί κίνητρο για να εντείνουν τις εξορυκτικές δραστηριότητες στη χώρα.

Από το 2013, η κυβέρνηση της Βολιβίας έχει αρχίσει να διερευνά τη δυνατότητα εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου στο νότιο τμήμα της χώρας, με τη βοήθεια μιας Αργεντινής εταιρείας με την οποία έχει υπογράψει συμφωνία, χωρίς να λάβει υπόψιν της τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτή η ενέργεια στην υπόθεση του νερού.

Αξιολογώντας όλα τα παραπάνω, η κληρονομιά του πολέμου του νερού δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. Παρά το γεγονός ότι το πολιτικό κλίμα τώρα είναι διαφορετικό απ’ ότι πριν από δεκαέξι χρόνια, υπάρχει ακόμα αδιαμφισβήτητη κρίση της πολιτικής των υδάτων και τη διαχείρισής τους, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Εν όψει αυτής της πραγματικότητας, οι συμμετέχοντες στις πρόσφατες εκδηλώσεις-επετείους για τον πόλεμο του νερού, κάνουν έκκληση για εκ νέου διεκδικήσεις στην υπόθεση του νερού, για άλλη μια φορά!

Ο Oscar Olivera επανέλαβε ότι είναι πλέον καιρός οι άνθρωποι να ξεσηκωθούν και πάλι και να επαναλάβουν όχι μόνο την ημερήσια διάταξη για το νερό, όπως είχε διαμορφωθεί τον Απρίλιο του 2000, αλλά και να θέσουν νέες γενικές αρχές του καινούργιου αγώνα για ανασύσταση επί τα βελτίω των στόχων τους.

Πηγή: efsyn.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου