Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης
Οι ιστορίες που ποτέ δεν αφηγήθηκα λιμνάζουν μέσα μου. Σαν τις τελευταίες νερολακκούβες από τους καλοκαιρινούς ξεροποτάμους. Με την αγωνία των ψαριών που σπαρταράνε μες τα ακάθαρτα νερά τους. Ανάμεσα στις λάσπες, στα βατράχια, στις νεροφίδες και στους πελαργούς με τα μακριά τους ράμφη. Ελπίζοντας ότι θα καταφέρουν να προλάβουνε τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου. Για να παρασυρθούν από τους χειμάρρους και να δοκιμάσουν την ουρά και τα πτερύγιά τους. Παρέα με τους άκακους γυρίνους και τις παιχνιδιάρες νεροχελωνίτσες. Στη βαθιά κοίτη ενός μεγάλου ποταμού.
Αλλά όσο ψάχνω λόγια για να αφηγηθώ τούτες τις ανιστόρητές μου ιστορίες, βρίσκω τη φαντασία μου να διψάει στο πιο ζεστό καλοκαίρι των παιδικών μου χρόνων. Όταν έκαιγε ο ήλιος και έβραζε το χώμα και εξατμίζονταν τα τελευταία ίχνη από τον ξεροπόταμο. Πλην της βαθιάς κουφάλας που ανακάλυψα στη ρίζα ενός πλατάνου να κρατάει κάποια υπολείμματα νερού. Ανάμεσα στις λάσπες σπαρταρούσαν κάτι τεράστιες ψαρούκλες. Δυο, τρία βατράχια και μια νεροφίδα πλατσούριζαν ευτυχισμένα ανάμεσά τους.
Την επόμενη μέρα ήταν όλα άφαντα. Και η νεροφίδα και τα βατράχια και τα ψάρια. Ούτε μια σταγόνα νερό στην κουφάλα του πλατάνου. Έμεινα για λίγο να κοιτάω λυπημένος. Γύρισα μετά την πλάτη και πήγα να παίξω μπάλα με τους φίλους μου.
Πού και πού περνάει από το μυαλό μου η ιδέα ότι είμαι ακόμη εκεί. Με γκρίζους κροτάφους, κοντό παντελονάκι και την ίδια θλίψη στο πρόσωπο. Στέκομαι πάνω από τη στεγνή νερολακκούβα. Πιάνω την πιο βολική θέση. Ρίχνω πετονιά και περιμένω τις βροχές του φθινοπώρου.
Πηγή: artinews.gr
Arti News: Επιλογές
Οι ιστορίες που ποτέ δεν αφηγήθηκα λιμνάζουν μέσα μου. Σαν τις τελευταίες νερολακκούβες από τους καλοκαιρινούς ξεροποτάμους. Με την αγωνία των ψαριών που σπαρταράνε μες τα ακάθαρτα νερά τους. Ανάμεσα στις λάσπες, στα βατράχια, στις νεροφίδες και στους πελαργούς με τα μακριά τους ράμφη. Ελπίζοντας ότι θα καταφέρουν να προλάβουνε τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου. Για να παρασυρθούν από τους χειμάρρους και να δοκιμάσουν την ουρά και τα πτερύγιά τους. Παρέα με τους άκακους γυρίνους και τις παιχνιδιάρες νεροχελωνίτσες. Στη βαθιά κοίτη ενός μεγάλου ποταμού.
Αλλά όσο ψάχνω λόγια για να αφηγηθώ τούτες τις ανιστόρητές μου ιστορίες, βρίσκω τη φαντασία μου να διψάει στο πιο ζεστό καλοκαίρι των παιδικών μου χρόνων. Όταν έκαιγε ο ήλιος και έβραζε το χώμα και εξατμίζονταν τα τελευταία ίχνη από τον ξεροπόταμο. Πλην της βαθιάς κουφάλας που ανακάλυψα στη ρίζα ενός πλατάνου να κρατάει κάποια υπολείμματα νερού. Ανάμεσα στις λάσπες σπαρταρούσαν κάτι τεράστιες ψαρούκλες. Δυο, τρία βατράχια και μια νεροφίδα πλατσούριζαν ευτυχισμένα ανάμεσά τους.
Την επόμενη μέρα ήταν όλα άφαντα. Και η νεροφίδα και τα βατράχια και τα ψάρια. Ούτε μια σταγόνα νερό στην κουφάλα του πλατάνου. Έμεινα για λίγο να κοιτάω λυπημένος. Γύρισα μετά την πλάτη και πήγα να παίξω μπάλα με τους φίλους μου.
Πού και πού περνάει από το μυαλό μου η ιδέα ότι είμαι ακόμη εκεί. Με γκρίζους κροτάφους, κοντό παντελονάκι και την ίδια θλίψη στο πρόσωπο. Στέκομαι πάνω από τη στεγνή νερολακκούβα. Πιάνω την πιο βολική θέση. Ρίχνω πετονιά και περιμένω τις βροχές του φθινοπώρου.
Πηγή: artinews.gr
Arti News: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου