Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Ο “μυστηριώδης” κύριος Τραμπ

Προκόπης Μπίχτας


Η, προ επταμήνου, εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ σηματοδοτεί προσπάθεια αλλαγής στον τρόπο που, σήμερα, αναπαράγεται το αμερικανικό κεφάλαιο συνολικά και αποκατάστασης των ισορροπιών μεταξύ των διαφόρων μερίδων του αμερικανικού Α.Σ.Ε.

Ο ρόλος του αμερικανικού κράτους, όπως κάθε κράτους, είναι να διαχειρίζεται και να προωθεί τα συλλογικά συμφέροντα της αστικής του τάξης. Αναπόφευκτα, κάθε φορά και ανάλογα με την εκάστοτε κυβέρνηση, κάποια μερίδα αυτής της τάξης ευνοείται περισσότερο από τις υπόλοιπες, όμως αυτή η «εύνοια» έχει όρια που απαγορεύουν την καταστροφή των υπόλοιπων μερίδων.

Ενδεικτικά, η δημιουργία μονοπωλίων σε μεγέθη που έθεταν σε κίνδυνο ολόκληρη την αμερικανική αστική τάξη λόγω της ισχύος τους, οδήγησε το αμερικανικό κράτος να ψηφίσει, το 1890, την νομοθεσία Σέρμαν περί Αντι-Τραστ που είναι ο βασικός νόμος στο αμερικανικό Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού. Ο νόμος οδήγησε στον κατακερματισμό της Standard Oil Company σε 34 κομμάτια. Την "Πράξη Σέρμαν", ακολούθησαν η "Πράξη Κλέιτον" (1914) και η "Πράξη Ρόμπσον και Πάτμαν" (1936). Ύστερα από αυτές ακολούθησαν διάφορες άλλες νομοθετικές πράξεις στις αμερικανικές Πολιτείες, δημιουργώντας εθνικές νομοθεσίες περί προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού. Έτσι, το αμερικανικό κράτος έπαιξε τον ρόλο του σαν συλλογικός καπιταλιστής, εναντίον ελάχιστων εταιριών που απειλούσαν έναν ολόκληρο κλάδο.

Η παγκόσμια πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους έχει επιφέρει μαζική μετακίνηση κεφαλαίων από τους παραγωγικούς τομείς στον χρηματοπιστωτικό, που “εγγυάται” μεγαλύτερη απόδοση κεφαλαίου. Αυτό έχει συμβεί παγκόσμια και, όπως είναι φυσικό, έχει συμβεί και στις ΗΠΑ.

Λόγω των μεγάλων κερδών που αποφέρει, ο χρηματοπιστωτικός τομέας και ιδιαίτερα οι τράπεζες, γιγαντώθηκε και κατάφερε να αναδείξει κυβερνήσεις που προωθούσαν τα ιδιαίτερα συμφέροντά του στην εσωτερική και την εξωτερική πολιτική του αμερικανικού κράτους σε βάρος των παραγωγικών κλάδων, με σκανδαλώδη τρόπο.

Όμως ο χρηματοπιστωτικός τομέας αποτελεί αδρανές κεφάλαιο, που δεν παράγει αξία και τα κέρδη του προέρχονται αποκλειστικά από τους τόκους –δηλαδή την ιδιοποίηση μέρους της υπεραξίας που δημιουργείται στους παραγωγικούς τομείς- μέσω της δράσης των δημοσιονομικών και νομισματικών πολιτικών, του χρηματιστηρίου, της πολιτικής των επιτοκίων, κ.λ.π. Οι παραγωγικοί τομείς δέχονται αυτή την, σε “βάρος” τους, κατάσταση, αλλά μόνο στον βαθμό που ο χρηματοπιστωτικός τομέας τους εξυπηρετεί.


Σήμερα, το μέρος των κερδών που αποσπά το χρηματικό, τοκοφόρο κεφάλαιο (σε διάκριση από το χρηματιστικό) από τους παραγωγικούς τομείς έχει ξεπεράσει τις αντοχές τους και τους έχει φέρει σε δύσκολη θέση. Αυτή η δράση του και μάλιστα σε συνθήκες δομικής κρίσης, επιταχύνει την πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους στο σύνολο της βιομηχανίας, του αγροτικού τομέα και των υπηρεσιών των ΗΠΑ, παρά την αύξηση του όγκου των κερδών τους. Δηλαδή τους οδηγεί σε αδιέξοδο και καταστροφή. (Η πιθανή καταστροφή του παραγωγικού τομέα θα επιφέρει και την καταστροφή του χρηματοπιστωτικού, αφού το χρήμα που δεν αντιστοιχεί στις παραγόμενες αξίες δεν έχει αξία –αυτό είναι μια άλυτη αντίφαση).

Δηλαδή, το τεράστιο μέγεθος και ο τρόπος λειτουργίας του αδρανούς, μη παραγωγικού, χρηματικού κεφαλαίου απειλεί την ικανότητα του επενδεδυμένου κεφαλαίου να λειτουργεί με βάση τον κοινωνικοοικονομικό χαρακτήρα του, έχει ανατρέψει τις ισορροπίες στο εσωτερικό του αμερικανικού κράτους, και τείνει να μετατρέψει τον ρόλο του, από τον συλλογικό εκφραστή των συμφερόντων της αστικής τάξης, σε εκφραστή μόνο μιας μερίδας της.

Μια κραυγαλέα συνέπεια της κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος μέσα στο αμερικανικό κράτος είναι η χρεοκοπία ολόκληρων πόλεων όπως του Ντιτρόιτ και πλούσιων πολιτειών όπως της Καλιφόρνια. Επίσης η πολιτική των τραπεζών, εκτός από την βιομηχανική και αγροτική παραγωγή, καταστρέφει την μεσαία τάξη η οποία, παραδοσιακά στηρίζει τις αξίες του «αμερικανικού ονείρου» και το αμερικανικό πολιτικό και κοινωνικό σύστημα(*).

Η αμερικανική μικρομεσαία και μεσαία τάξη είναι ο ισχυρότερος συνεκτικός παράγοντας της πολυπολιτισμικής αμερικανικής κοινωνίας, η οποία έχει την χαλαρότερη κοινωνική συνοχή από οποιαδήποτε χώρα του δυτικού κόσμου, με αυξημένο αίσθημα φυλετικού και εθνοτικού διαχωρισμού και αντιλήψεων ομαδοποίησης και γκέτο.

Είναι προφανές ότι η ανεξέλεγκτη και μονομερής δράση του χρηματικού κεφαλαίου απειλεί ακόμα και την ύπαρξη της καπιταλιστικής Αμερικής.

Η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται σε βαθιά κρίση που εκφράστηκε με την χρεοκοπία της LEHMAN BROTHERS το 2008 και δεν έχει ξεπεραστεί. Η επισφαλής κατάσταση τις αμερικανικής οικονομίας επιτείνεται από τον ανταγωνισμό άλλων χωρών, την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και την τυχοδιωκτική και αποτυχημένη εξωτερική πολιτική του αμερικανικού κράτους που έχει καταφέρει να χάσει το 70% της ισχύος που είχε όταν έληξε ο Β’ Π.Π. και να απολέσει τους περισσότερους συμμάχους του σε ολόκληρο τον κόσμο.

Η οικονομική κρίση, η αδιέξοδη αντιπαράθεση με όλους, η αναβάθμιση της Ρωσίας σε δύναμη πρώτης τάξεως, η οικονομική και στρατιωτική ισχυροποίηση της Κίνας, η αποτυχία των σχεδίων σε Εγγύς και Μέση Ανατολή, Βόρειο Αφρική, Ουκρανία-Κριμαία, η κυριαρχία του γερμανικού κεφαλαίου στην Ευρώπη και οι φιλοδοξίες του για παγκόσμια επέκταση, αναγκάζουν το αμερικανικό κράτος σε συνολική αλλαγή πλεύσης.

Η προσπάθεια του Τραμπ στο εσωτερικό της χώρας του επικεντρώνεται στην αποκατάσταση των ισορροπιών μεταξύ του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της παραγωγικής βάσης στα ενδότερα του αμερικανικού κράτους και, στο να αποδώσει στους παραγωγικούς τομείς τα κέρδη που αναλογούν στον όγκο τους (όχι στην σύνθεσή τους). Στο εξωτερικό, αφού απέτυχε να βρει σημεία συμφωνίας με την Ρωσία και την Κίνα ή να διασπάσει την συμμαχία τους, προσπαθεί να υποτάξει ή να αδρανοποιήσει τις δυο χώρες ενεργοποιώντας την στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ και να αποκτήσει αξιόπιστους, περιφερειακούς συμμάχους.


Στην Ευρώπη ο Τραμπ προσπαθεί να χτυπήσει την Γερμανία που κυριαρχεί στην ΕΕ μέσω του ευρώ, έτσι ώστε το δολάριο να απαλλαγεί από νομισματικές πιέσεις και τα αμερικανικά κεφάλαια από νομοθετημένους περιορισμούς. Εκτός από τον οικονομικό ρόλο της Γερμανίας, οι ΗΠΑ έχουν κάθε συμφέρον να χτυπήσουν και τον κυρίαρχο πολιτικό της ρόλο στην περιοχή και να τον αναθέσουν σε περισσότερο φιλικές τους χώρες.

Συνοπτικά, στις τελευταίες αμερικανικές εκλογές συγκρούστηκαν το χρηματικό, τοκοφόρο, αδρανές κεφάλαιο που, κυρίως, υπηρετεί η Κλίντον και ο ρόλος του αμερικανικού κεφαλαίου συνολικά, που υπηρετεί ο Τραμπ. Η σύγκρουση είναι σκληρή και συνεχίζεται, όμως θα ήταν λάθος αν χαρακτηρίζαμε τις κινήσεις του Τραμπ ως “παρανοϊκές” ή ως άνευ όρων υποχώρηση στις απαιτήσεις των αντιπάλων του.

Ο Τραμπ βλέπει ότι οι ΗΠΑ έχουν χάσει το παιγνίδι της παγκόσμιας κυριαρχίας, έχουν υποβιβαστεί εδώ και πολλά χρόνια στον ρόλο του balance holder και, αυτή την στιγμή, δεν μπορεί να επικρατήσει μια αμερικανική παγκόσμια Νέα Τάξη Πραγμάτων, παρά την στρατιωτική υπεροπλία του κράτους του. Δεν είναι φίλος των λαών περισσότερο από ότι είναι η Κλίντον και η εξωτερική πολιτική του είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για την Ελλάδα και τους υπόλοιπους λαούς, όπως ήταν και η πολιτική του Ομπάμα.

Δυστυχώς η ελληνική κυβέρνηση “δεν” κατανοεί την κρισιμότητα της σημερινής κατάστασης και αδυνατεί να εκμεταλλευτεί τις μεγάλες ευκαιρίες που δημιουργούνται από την ρευστότητα του παγκόσμιου κλίματος. Είχε και έχει κάθε ευκαιρία να το κάνει, αλλά επιμένει στην αδιέξοδη και επικίνδυνη εσωτερική και εξωτερική πολιτική της. Η μόνη λύση για τον ελληνικό λαό είναι να αγωνιστεί για την ανατροπή της σημερινής πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα και για την ανάδειξη νέων δυνάμεων που θα εκφράσουν τις ανάγκες του και τα συμφέροντά του. Μόνο έτσι θα ανακτηθεί η απολεσθείσα εθνική-λαϊκή κυριαρχία και θα δοθεί η δυνατότητα άσκησης μιας ανεξάρτητης εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής για την πρόοδο και την ευημερία του.

Σε κάθε διαφορετική περίπτωση είτε με Τραμπ είτε με Κλίντον είτε με Πούτιν είτε με θεούς είτε με διαβόλους, η καταστροφή είναι σίγουρη.

(*) Αντίθετα από αυτό που υποστηρίζεται συχνά-πυκνά από τις τηλεοπτικές κουζίνες, η κοινωνική και εκλογική βάση του Τραμπ δεν είναι οι “λευκοί εργάτες”, αλλά τα μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας που επλήγησαν από την πολιτική του τραπεζικού συστήματος.

EDISON RESEARCH EXIT POLLS – Fivethirtyeight.com



Προκόπης Μπίχτας: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου