Άρης Χατζηστεφάνου
Είναι πολύ δύσκολο για τους εύπορους να είναι και ταπεινοί (Από το βιβλίο «Εμμα» της Τζέιν Οστεν)
Το να καταφέρεις να κάνεις λάθος στον σχεδιασμό ενός χαρτονομίσματος σε μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη δεν είναι εύκολο. H Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας όμως τα κατάφερε. Στο χαρτονόμισμα των 10 λιρών, που κυκλοφόρησε με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από τον θάνατο της Τζειν Οστεν, αναγράφεται η φράση «Δηλώνω ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόλαυση από την ανάγνωση».
Οταν όμως τα χαρτονομίσματα είχαν αρχίσει να γεμίζουν την αγορά, η Κεντρική Τράπεζα θυμήθηκε ότι η φράση ανήκει στην Κάρολιν Μπίνγκλεϊ, την ηρωίδα της Τζέιν Οστεν η οποία μισούσε την ανάγνωση αλλά περιφερόταν στα πάρκα με ένα βιβλίο στο χέρι για να «τυλίξει» τον πάμπλουτο κύριο Ντάρσι και να τον παντρευτεί.
Αν βέβαια ο Αγγλος κεντρικός τραπεζίτης είχε διαβάσει με σχετική σοβαρότητα τα βιβλία της Τζέιν Οστεν, θα είχε ακόμα ένα λόγο να ανησυχεί, καθώς ενέκρινε την κυκλοφορία του νέου χαρτονομίσματος. Η εποχή που περιγράφει στο έργο της η Βρετανίδα συγγραφέας χαρακτηρίζεται από γιγαντιαίες οικονομικές ανισότητες, οι οποίες δυστυχώς επιστρέφουν όχι μόνο στη Γηραιά Αλβιώνα αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Στο βιβλίο του «Το Κεφάλαιο τον 21ο αιώνα» ο οικονομολόγος Τομά Πικετί χρησιμοποιεί τα έργα της Τζέιν Οστεν, όπως και του Μπαλζάκ, για να συγκρίνει τη δομή και τη λειτουργία του κεφαλαίου από τις αρχές του 18ου αιώνα μέχρι τις μέρες μας.
Αντί να εστιάζει όμως στις δαντέλες, τις πολυτελείς επαύλεις και τις ρομαντικές περιπέτειες των χαρακτήρων, παρακολουθεί τον τρόπο με τον οποίο η λογοτεχνία της εποχής καταγράφει με ακρίβεια ορκωτού λογιστή τα περιουσιακά στοιχεία των ηρώων. Η Οστεν μάς παρουσιάζει με κάθε ευκαιρία το ύψος των εισοδημάτων και περιουσιών που διαθέτουν οι διάφοροι χαρακτήρες, εξηγεί ο Πικετί, γιατί έτσι μπορούσε να επισημάνει στον αναγνώστη «σαφώς προσδιορισμένες κοινωνικές θέσεις».
Σε αντίθεση με τον Κάρολο Ντίκενς, ο οποίος μια λογοτεχνική γενιά αργότερα (γεννήθηκε πέντε χρόνια πριν από τον θάνατο της Τζέιν Οστεν) περιγράφει τη βρετανική κοινωνία από την πλευρά των εξαθλιωμένων εργατών της καπιταλιστικής παραγωγής, η Οστεν καταγράφει τη ζωή των «ραντιέρηδων», όσων δηλαδή ζούσαν πλουσιοπάροχα συλλέγοντας απλώς τις προσόδους από την περιουσία τους (κυρίως έγγεια ιδιοκτησία ή χρεόγραφα του Δημοσίου).
Στο «Λογική και Ευαισθησία» η πλοκή εκτυλίσσεται γύρω από τις προσόδους που καρπώνεται ο ήρωας Τζον Ντάσγουντ από το τεράστιο κτήμα που κληρονομεί αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αποκλείει τις ετεροθαλείς αδελφές του Ελινορ και Μάριαν, οι οποίες αρκούνται στους τόκους του μικρού κεφαλαίου που τους άφησε ο πατέρας τους με τη μορφή χρεογράφων. Προσοχή όμως, μας προειδοποιεί ο Τομά Πικετί, οι ομοιότητες της σημερινής οικονομίας με τα έργα της Τζέιν Οστεν και του Μπαλζάκ είναι πολύ περισσότερες απ’ όσες θέλει να παραδεχτεί ένας φιλελεύθερος καπιταλιστής.
Στο βιβλίο της «Μάνσφιλντ Παρκ», η Τζέιν Οστεν μάς διηγείται πως ο θείος τής Φάνι, ο σερ Τόμας, ταξιδεύει διαρκώς στις Αντίλες για να διαχειρίζεται τις φυτείες (και τους σκλάβους του), σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που οι σημερινές πολυεθνικές συνδέουν την κερδοφορία τους με επενδύσεις στην Κίνα και το εξαθλιωμένο εργατικό της δυναμικό. Για τα σημερινά δεδομένα ο σερ Τόμας ανήκει στο 1% (για την ακρίβεια στο 0,1%) που ελέγχει το μεγαλύτερο τμήμα του παραγόμενου πλούτου.
Σε όλο το έργο του, ο Πικετί διαλύει την κυρίαρχη πεποίθηση ότι ο καπιταλισμός μοιράζει τους καρπούς του σε όλους –ψευδαίσθηση που δημιουργήθηκε στα χρόνια της εκρηκτικής μεταπολεμικής ανάπτυξης, η οποία αποτέλεσε όμως την εξαίρεση στην ιστορία του συστήματος. Ο ίδιος μάς προειδοποιεί ότι χωρίς μια ισχυρή αναδιανεμητική πολιτική από την πλευρά του κράτους το σύστημα δημιουργεί αντιδημοκρατικές ολιγαρχίες –ακριβώς όπως αυτές που περιέγραφε η Τζέιν Οστεν.
Παρά το γεγονός ότι ο Πικετί αποτυγχάνει, όπως τον κατηγόρησε ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, να εξηγήσει τον βαθύτερο μηχανισμό δημιουργίας των ανισοτήτων (αφού δεν θέλει να ασχοληθεί σοβαρά με τη σύγκρουση κεφαλαίου-εργασίας), το έργο του μας εξηγεί με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι το σημερινό χάσμα ανάμεσα στα εισοδήματα των πλουσίων και των φτωχών μάς φέρνει πίσω στη βικτοριανή εποχή.
Τα βιβλία της Τζέιν Οστεν, λοιπόν, δεν είναι εικόνα από το παρελθόν αλλά από το παρόν και το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας, που βυθίζεται σε τρομακτικές ανισότητες και πνίγει κάθε έννοια δημοκρατίας και κοινωνικής συνοχής για να διασώσει την κυριαρχία του 1%.
Και η Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας φρόντισε να μας το θυμίσει τοποθετώντας το πρόσωπο της συγγραφέως στο χαρτονόμισμα των δέκα λιρών –συμπτωματικά όσο πληρώθηκε και η ίδια από την κυκλοφορία του πρώτου της βιβλίου.
Πηγή: efsyn.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Είναι πολύ δύσκολο για τους εύπορους να είναι και ταπεινοί (Από το βιβλίο «Εμμα» της Τζέιν Οστεν)
Το να καταφέρεις να κάνεις λάθος στον σχεδιασμό ενός χαρτονομίσματος σε μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη δεν είναι εύκολο. H Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας όμως τα κατάφερε. Στο χαρτονόμισμα των 10 λιρών, που κυκλοφόρησε με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από τον θάνατο της Τζειν Οστεν, αναγράφεται η φράση «Δηλώνω ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόλαυση από την ανάγνωση».
Οταν όμως τα χαρτονομίσματα είχαν αρχίσει να γεμίζουν την αγορά, η Κεντρική Τράπεζα θυμήθηκε ότι η φράση ανήκει στην Κάρολιν Μπίνγκλεϊ, την ηρωίδα της Τζέιν Οστεν η οποία μισούσε την ανάγνωση αλλά περιφερόταν στα πάρκα με ένα βιβλίο στο χέρι για να «τυλίξει» τον πάμπλουτο κύριο Ντάρσι και να τον παντρευτεί.
Αν βέβαια ο Αγγλος κεντρικός τραπεζίτης είχε διαβάσει με σχετική σοβαρότητα τα βιβλία της Τζέιν Οστεν, θα είχε ακόμα ένα λόγο να ανησυχεί, καθώς ενέκρινε την κυκλοφορία του νέου χαρτονομίσματος. Η εποχή που περιγράφει στο έργο της η Βρετανίδα συγγραφέας χαρακτηρίζεται από γιγαντιαίες οικονομικές ανισότητες, οι οποίες δυστυχώς επιστρέφουν όχι μόνο στη Γηραιά Αλβιώνα αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Στο βιβλίο του «Το Κεφάλαιο τον 21ο αιώνα» ο οικονομολόγος Τομά Πικετί χρησιμοποιεί τα έργα της Τζέιν Οστεν, όπως και του Μπαλζάκ, για να συγκρίνει τη δομή και τη λειτουργία του κεφαλαίου από τις αρχές του 18ου αιώνα μέχρι τις μέρες μας.
Αντί να εστιάζει όμως στις δαντέλες, τις πολυτελείς επαύλεις και τις ρομαντικές περιπέτειες των χαρακτήρων, παρακολουθεί τον τρόπο με τον οποίο η λογοτεχνία της εποχής καταγράφει με ακρίβεια ορκωτού λογιστή τα περιουσιακά στοιχεία των ηρώων. Η Οστεν μάς παρουσιάζει με κάθε ευκαιρία το ύψος των εισοδημάτων και περιουσιών που διαθέτουν οι διάφοροι χαρακτήρες, εξηγεί ο Πικετί, γιατί έτσι μπορούσε να επισημάνει στον αναγνώστη «σαφώς προσδιορισμένες κοινωνικές θέσεις».
Σε αντίθεση με τον Κάρολο Ντίκενς, ο οποίος μια λογοτεχνική γενιά αργότερα (γεννήθηκε πέντε χρόνια πριν από τον θάνατο της Τζέιν Οστεν) περιγράφει τη βρετανική κοινωνία από την πλευρά των εξαθλιωμένων εργατών της καπιταλιστικής παραγωγής, η Οστεν καταγράφει τη ζωή των «ραντιέρηδων», όσων δηλαδή ζούσαν πλουσιοπάροχα συλλέγοντας απλώς τις προσόδους από την περιουσία τους (κυρίως έγγεια ιδιοκτησία ή χρεόγραφα του Δημοσίου).
Στο «Λογική και Ευαισθησία» η πλοκή εκτυλίσσεται γύρω από τις προσόδους που καρπώνεται ο ήρωας Τζον Ντάσγουντ από το τεράστιο κτήμα που κληρονομεί αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αποκλείει τις ετεροθαλείς αδελφές του Ελινορ και Μάριαν, οι οποίες αρκούνται στους τόκους του μικρού κεφαλαίου που τους άφησε ο πατέρας τους με τη μορφή χρεογράφων. Προσοχή όμως, μας προειδοποιεί ο Τομά Πικετί, οι ομοιότητες της σημερινής οικονομίας με τα έργα της Τζέιν Οστεν και του Μπαλζάκ είναι πολύ περισσότερες απ’ όσες θέλει να παραδεχτεί ένας φιλελεύθερος καπιταλιστής.
Στο βιβλίο της «Μάνσφιλντ Παρκ», η Τζέιν Οστεν μάς διηγείται πως ο θείος τής Φάνι, ο σερ Τόμας, ταξιδεύει διαρκώς στις Αντίλες για να διαχειρίζεται τις φυτείες (και τους σκλάβους του), σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που οι σημερινές πολυεθνικές συνδέουν την κερδοφορία τους με επενδύσεις στην Κίνα και το εξαθλιωμένο εργατικό της δυναμικό. Για τα σημερινά δεδομένα ο σερ Τόμας ανήκει στο 1% (για την ακρίβεια στο 0,1%) που ελέγχει το μεγαλύτερο τμήμα του παραγόμενου πλούτου.
Σε όλο το έργο του, ο Πικετί διαλύει την κυρίαρχη πεποίθηση ότι ο καπιταλισμός μοιράζει τους καρπούς του σε όλους –ψευδαίσθηση που δημιουργήθηκε στα χρόνια της εκρηκτικής μεταπολεμικής ανάπτυξης, η οποία αποτέλεσε όμως την εξαίρεση στην ιστορία του συστήματος. Ο ίδιος μάς προειδοποιεί ότι χωρίς μια ισχυρή αναδιανεμητική πολιτική από την πλευρά του κράτους το σύστημα δημιουργεί αντιδημοκρατικές ολιγαρχίες –ακριβώς όπως αυτές που περιέγραφε η Τζέιν Οστεν.
Παρά το γεγονός ότι ο Πικετί αποτυγχάνει, όπως τον κατηγόρησε ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, να εξηγήσει τον βαθύτερο μηχανισμό δημιουργίας των ανισοτήτων (αφού δεν θέλει να ασχοληθεί σοβαρά με τη σύγκρουση κεφαλαίου-εργασίας), το έργο του μας εξηγεί με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι το σημερινό χάσμα ανάμεσα στα εισοδήματα των πλουσίων και των φτωχών μάς φέρνει πίσω στη βικτοριανή εποχή.
Τα βιβλία της Τζέιν Οστεν, λοιπόν, δεν είναι εικόνα από το παρελθόν αλλά από το παρόν και το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας, που βυθίζεται σε τρομακτικές ανισότητες και πνίγει κάθε έννοια δημοκρατίας και κοινωνικής συνοχής για να διασώσει την κυριαρχία του 1%.
Και η Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας φρόντισε να μας το θυμίσει τοποθετώντας το πρόσωπο της συγγραφέως στο χαρτονόμισμα των δέκα λιρών –συμπτωματικά όσο πληρώθηκε και η ίδια από την κυκλοφορία του πρώτου της βιβλίου.
Πηγή: efsyn.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου