Κυριακή 9 Ιουλίου 2017

O Γοργορό-φτερος

Εύα Πετροπούλου-Λιανού


Ο Αργύρης ξύπνησε από τις φωνές της μητέρας του. Είχε γίνει συνήθειο πια. Το ρολόι χτυπούσε ασταμάτητα:

- Σήκω παιδί μου, η ώρα πήγε εφτά. Δεν ακούς το ξυπνητήρι σου, θα αργήσεις πάλι στο σχολείο.

Το πρωινό ξύπνημα δεν ήταν ότι καλύτερο για το μικρό Αργύρη. Είχε γίνει συνήθεια να αργεί πλέον όλες τις πρώτες ώρες. Πράγμα που δε χαροποιούσε ιδιαίτερα ούτε τους γονείς του , ούτε τη δασκάλα του.

Σηκώθηκε αμέσως από το κρεβάτι του, πλύθηκε, ντύθηκε και μπήκε σαν σίφουνας στη κουζίνα, πήρε τη τσάντα του, άνοιξε την εξώπορτα, καβάλησε το ποδήλατο του και βουρρρρρρ για το σχολείο.

- Αργύρηηη, το κολατσιο σου, μάταια φώναζε η μητέρα του, ήταν ήδη μακριά για να την ακούσει.

Η κυρία Κατερίνα, η δασκάλα του Αργύρη, δεν ήταν και τόσο χαρούμενη, όταν τον είδε να μπαίνει στη τάξη λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι για διάλειμμα.

- Αργύρη, είναι η ένατη φορά που αργείς στο μάθημα μου. Θα μείνεις μετά στο σχολείο για μια ώρα παραπάνω, να γράψεις τιμωρία.

Το στομάχι του μικρού γουργούριζε υπερβολικά, δεν είχε προλάβει να φάει το πρωινό του και το σώμα του τώρα παραπονιόταν, επιπλέον είχε και την τιμωρία και έπρεπε να πάει νωρίς στο σπίτι. Πότε θα τα προλάβαινε όλα; Είχε κανονίσει με τη παρέα, να βρεθούν για ποδόσφαιρο. Ήταν και ο τερματοφύλακας….

- Αργύρη, έρχεσαι αργά, και μπαίνεις και με το ποδήλατο στη τάξη. Παιδί μου εσύ, δεν είσαι καλά. Θα ήθελα να μιλήσω στους γονείς σου αύριο, είπε πάλι η δασκάλα.

Αυτή η κουκουβάγια είναι ικανή να με κρατήσει στο σχολείο μέχρι να γεράσω, σκέφτηκε ο Αργύρης. Βγαίνοντας στο προαύλιο, για να αφήσει το ποδήλατο του. Είχε ήδη χτυπήσει το κουδούνι, κι όλα τα παιδιά έβγαιναν από τις τάξεις του, για διάλειμμα, αυτός έμπαινε στη τάξη και ξεκίνησε να γράφει τη τιμωρία. Έπρεπε να γράψει καμιά διακοσαριά φορές , «δεν θα αργήσω ξανά, να έρθω στο σχολείο».


Η Φιλιώ μπήκε στη τάξη, παρέα με το Πέτρο. Είδαν τον Αργύρη στο θρανίο του να γράφει και κατάλαβαν ότι πάλι έχει πάρει τιμωρία.

Μήπως πρέπει να πεις στους γονείς σου, να σου αγοράσουν κι άλλο ξυπνητήρι, είπε η Φιλώ ή έστω ένα σκυλί, πρόσθεσε ο Πέτρος.

Ο Ηρακλής, το σκυλί μου με ξυπνάει, πρωι πρωι, γλύφοντας τις πατούσες μου, στην αρχή με γαργαλάει, αλλά τουλάχιστον σηκώνομαι….

Εεε Πέτρο, ξέχασες ότι είναι αλλεργικός ο Αργύρης στα ζώα;

Σωστά, το είχα ξεχάσει, παρόλα αυτά επιμένω ότι χρειάζεται ένα δεύτερο ξυπνητήρι…

Παιδιά, παιδιά μη τσακώνεστε, λογαριάζετε μήπως χωρίς το ξενοδόχο; Μπορώ να έχω άποψη μια και εγώ έχω το πρόβλημα; είπε ο Αργύρης.

Θα προσπαθήσω να ξυπνάω πιο νωρίς, και δε θα διαβάζω μέχρι αργά τις περιπέτειες του σούπερ Ήρωα, αλλά είναι τόσο συναρπαστικά όλα αυτά τα πράγματα που κάνει.

Δε μπορώ να κοιμηθώ μετά, θα ήθελα τόσο πολύ να του μοιάσω. Με φαντάζομαι με τα σούπερ πέδιλα όταν τα φορώ, και σκέφτομαι το μέρος που θέλω να πάω, ευθύς βρίσκομαι εκεί και μετά ακούω κάποιον να φωνάζει βοήθεια και….

- Κουραφέξαλα. Παιδί μου εσύ έχεις σοβαρό πρόβλημα και δε σου χρειάζεται ξυπνητήρι αλλά γιατρός. Να του μοιάσεις, αυτός παιδάκι μου, είναι ένα κινούμενο σχέδιο. Ένας χάρτινος ήρωας. Σε τι να του μοιάσεις. Όλα αυτά που διαβάζεις είναι ψέματα…τον διέκοψε η Φιλιώ.

- Δεν καταλαβαίνεις, τι περιμένει κανείς, από εσένα που νομίζει ότι τα αγόρια ενδιαφέρονται μόνο για το ποδόσφαιρο, επειδή κλωτσάμε τη μπάλα...

- Γιατί, για αυτό δεν παίζετε συνέχεια, σας αρέσει να κυνηγάτε ένα στρόγγυλο πράγμα, που ποτέ δε κατάλαβα, τι του βρίσκετε...

- Είσαι χαζή, το ποδόσφαιρο είναι ένα ομαδικό παιχνίδι. Ο καθένας έχει μια θέση, και βοηθάει το συμπαίκτη του, για ένα σκοπό, να βάλει αυτό το στρογγυλό πράγμα, όπως λες στα δίχτυα της αντίθετης ομάδας, αυτό εγώ το λέω στρατηγική.

- Ελατέ τώρα, πάμε, τους διέκοψε ο Πέτρος, χτύπησε το κουδούνι και πρέπει να μπούμε στις τάξεις μας. Δε πρέπει να πάρει κι άλλη τιμωρία ο Αργύρης.

Τα παιδιά έφυγαν κι έμεινε ο Αργύρης μόνος στη τάξη να ζωγραφίζει τον σούπερ ήρωα του, ξεχνώντας την τιμωρία του και τη δασκάλα… έξαφνα το ανθρωπάκι με τα φτερωτά πέδιλα που είχε κάνει στο χαρτί, άρχισε να του χαμογελάει.

Ο Αργύρης έτριψε τα μάτια του, νομίζοντας ότι κάτι έχουν, κι όμως όχι... πράγματι το ανθρωπάκι του χαμογελούσε και του μιλούσε κιόλας.

- Έλα, μαζί μου Αργύρη, είπε το ανθρωπάκι της ζωγραφιάς και τον τράβηξε από το χέρι.

Ο Αργύρης βρέθηκε ανάμεσα σε χαρτιά και χρώματα και σ ένα τόπο παράξενο, με το ανθρωπάκι με τα φτερωτά πέδιλα να του κρατά το χέρι.

- Μη φοβάσαι , Αργύρη. Άκουσα την επιθυμία σου και αποφάσισα να την πραγματοποιήσω!

- Μα ποιος είσαι; Δε μπορεί να συμβαίνει αυτό; Νομίζω ότι πετάμε…

Όχι δε μπορεί να είναι αλήθεια, τώρα θα ανοίξω τα μάτια μου και θα είμαι πάλι στην τάξη μου, με τους συμμαθητές μου και τη Κουκουβάγια στην έδρα.

Όσο όμως κι αν ανοιγόκλεινε τα μάτια του, τίποτα δεν άλλαζε. Η Ζωγραφιά του με τα φτερωτά πέδιλα, τον κρατούσε από το χέρι και τον οδηγούσε σε άγνωστα μέρη, που είχαν μια όψη εξωτική, από ψηλά έβλεπε τη θάλασσα που είχε ένα χρώμα βιολετί και τα βουνά είχαν ροζ κορυφές κι όχι άσπρες. Ολόγυρα πετούσαν κι άλλοι που έμοιαζαν με τη ζωγραφιά του κι όλοι είχαν πράσινα φτερωτά πέδιλα.

- Μα που βρίσκομαι επιτέλους; αναρωτήθηκε πάλι ο Αργύρης.

- Είμαι ο Γοργο-Φτερος , ο αρχηγός της φυλής των ηρώων με τα γρήγορα πράσινα φτερωτά πέδιλα.

- Είστε σούπερ – ήρωες λοιπόν;

- Μπορείς να το πεις κι έτσι. Είμαστε οι εκλεκτοί.

- Τι σημαίνει εκλεκτοί; ρώτησε ο Αργύρης.

- Θα πηγαίνουμε όπου μας έχουν ανάγκη. Θα πρέπει να ορκιστούμε σε κάτι πολύ σημαντικό και να έχουμε και μια στολή.

- Μα σε τι θα ορκιστούμε; Μπορούμε και στις μπίλιες και στα παιχνίδια μας;

- Μα ναι φυσικά. Τότε άκου καλή μου ζωγραφιά.

Ορκίζομαι στις μπίλιες που είναι οι καλύτεροι φίλοι μου και στα στρατιωτάκια μου, ότι από δω και στο εξής θα τρέχω σε όποιον με χρειαστείτε στο σχολείο, κανένα παιδί δε θα πληγωθεί, ούτε θα νιώσει άσχημα στην ώρα του διαλείμματος η την ώρα του μαθήματος. Ακόμα κανένας ηλικιωμένος δε θα κινδυνεύει από τους τρελούς «ραλίστες» που τρέχουν καθημερινά στους δρόμους.

Ορκίζομαι, ορκίζομαι κι εγώ στα ζωηρά χρώματα και σε όλα τα μπλοκ ζωγραφικής.

Ειδάλλως εάν κάποιος ή κάποιοι τολμήσουν να πειράξουν τους αδύναμους μαθητές, θα πέσει η αόρατη καρπαζιά.

Ναι, ναι ορκίζομαι, θα πέσει η αόρατη καρπαζιά.

Ο Αργύρης ζωγράφισε ένα χέρι ακριβώς δίπλα από τη ζωγραφιά του κι αφού έγινε η απαραίτητη χειραψία, για να σφραγιστεί η συμφωνία τους.

Η Ζωγραφιά πήδηξε και πάλι έξω από το χαρτί και πήρε και τον Αργύρη μαζί της. Ο Αργύρης πλέον φορούσε μια ολόσωμη γκρι και ασημί στολή, με μια μάσκα. Πέταξαν μαζί προς άγνωστη κατεύθυνση.

Πολλοί όμως λένε ότι από την εξαφάνιση του Αργύρη κι έπειτα, στα σχολεία όλης της χώρας , επικρατεί ειρήνη και σεβασμός. Τα παιδιά ζουν αρμονικά. Κάποιες στιγμές έχουν ακουστεί για κάποια παράξενα συμβάντα, όπως αόρατες καρπαζιές πέφτουν σε κάποιους απροσάρμοστους στην τάξη και στους νταήδες της ζωή αλλά για την ώρα δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία. Ακόμη και οι επιθεωρητές της Αστυνομίας δήλωσαν άγνοια.


Μερικές φορές όταν έχει καλό καιρό και κανένα σύννεφο στον ουρανό, αρκετές μαρτυρίες μιλούν για ένα παιδί που πετάει με μια τεράστια ζωγραφιά πιασμένοι χέρι – χέρι κάνοντας στριφογυριστές τούμπες στον αέρα, αλλά εγώ δεν ήμουν παρούσα οπότε δε μπορώ να πω εάν είναι αλήθεια η ψέμματα!!!!

Και η παρέα του Αργύρη καθώς και ο ίδιος τηρούν σιγή ιχθύος για αυτά τα περιστατικά και ξεκίνησαν και τις καλοκαιρινές διακοπές τους, οπότε όλα αυτά θα παραμείνουν ένα άλυτο μυστήριο ή μήπως όχι;;;

Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς ακόμη καλύτερα



Εύα Πετροπούλου-Λιανού: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου