Εύα Πετροπούλου-Λιανού
Ο Φώτης έγραψε σχολαστικά μερικά λόγια πάνω στο χαρτί. Όταν τελείωσε, το δίπλωσε και στη συνέχεια το έβαλε μέσα στο πλαστικό μπουκάλι που βρισκόταν στο μικρό γραφείο. Έπειτα πήρε το πλαστικό μπουκάλι και το έβαλε στο πράσινο σακίδιο του. Σηκώθηκε, κατευθύνθηκε προς την εξώπορτα, βγήκε έξω κι ύστερα κλείδωσε. Κατέβηκε τους τρεις ορόφους, από την σκάλα. Ήταν ένας ιδιαίτερα αθλητικός τύπος ο Φώτης και του άρεσε να περπατάει, να κάνει κολύμβηση και ποδηλασία.
Έτσι λοιπόν φτάνοντας στην είσοδο της πολυκατοικίας, πήρε το ποδήλατο του και βουρ, βουρ, πετάλι το πετάλι, πήρε το δρόμο για την παραλία του Φλοίσβου.
Πέρασε μπροστά από το Καλλιμάρμαρο στάδιο, φρέναρε λίγο και θαύμασε αυτό το ιερό μνημείο που φιλοξένησε τη φλόγα των Ολυμπιακών Αγώνων, το 2004. Για μερικά λεπτά ο Φώτης πέρασε από τη μοντέρνα πόλη στην αρχαία Αθήνα και προσπερνώντας το στάδιο άρχισε να κάνει πιο γρήγορο πετάλι, κατεβαίνοντας τώρα την λεωφόρο Συγγρού. Ήταν από τις πιο όμορφες Κυριακές, ένα πρωινο από τα λίγα που αυτή η λεωφόρος ήταν άδεια από αυτοκίνητα. Η πόλη κοιμόταν ακόμη. Ο Φώτης ένιωθε να του ανήκει εκείνη η στιγμή. Η ώρα έξι το πρωί. Πρωινό του Ιούνη. Βουρ, βουρ, το πετάλι πιο γρήγορα και στο σακίδιο το πλαστικό μπουκάλι .
Σε λίγο έφτασε στην παραλία, πήγε προς την αμμουδιά, άνοιξε το πράσινο σακίδιο του κι έβγαλε από αυτό το πλαστικό μπουκάλι. Το έφερε κοντά στα χείλη του, ψιθύρισε κάποια λόγια στο πώμα του πλαστικού μπουκαλιού και το πέταξε με δύναμη, μακριά στο πέλαγος.
Το πλαστικό μπουκάλι πριν προλάβει να καταλάβει τι γίνεται, βρέθηκε να επιπλέει στα κρύα γαλαζοπράσινα νερά της θάλασσας του Αιγαίου. «Δεν έχω κουπί να τραβήξω, προς τα πού να πάω; ας περιμένω λοιπόν τον άνεμο το Νοτιά, να φυσήξει και θα δω που θα με οδηγήσει..» αυτά σκέφτηκε το πλαστικό μπουκάλι. Δεν πέρασε λίγη ώρα και άνεμος νοτιάς άρχισε να φυσάει δυνατά και το πλαστικό μπουκάλι, μη μπορώντας να κάνει διαφορετικά, άρχισε να στροβιλίζεται, να χορεύει κυκλικά ένα χορό βαλς με τα κύματα, για τις επόμενες δυο μέρες..
Ο άνεμος λυσσομανούσε ασταμάτητα, αν και το πλαστικό μπουκάλι στο δρόμο του συνάντησε βάρκες και υπερωκεάνια, κανένα δε σταμάτησε για να το περισυλλέξει, έτσι συνέχισε να στροβιλίζεται σ ένα άλλο διαφορετικό χορό που έμοιαζε με καν-καν.
Την επόμενη μέρα και μετά από όλο αυτό το κουραστικό ταξίδι, το πλαστικό μπουκάλι ξεβράστηκε σε μια αμμώδη παραλία κι εκεί παρέμεινε μέχρι που ένα χέρι έσκυψε και το πήρε…
- Μαμά, κοίτα. Κοίτα ένα μπουκάλι, ένα πλαστικό μπουκάλι κι έχει κι ένα μήνυμα μέσα..
- Ορέστηηη, μην πιάνεις τα σκουπίδια! Πόσες φορές σου έχω πει να μην αγγίζεις…
- Μα, μαμά κοίτα, αυτό είναι ένα πολύ διαφορετικό μπουκάλι, έχει ένα μήνυμα μέσα, σου λέω. Κοίταξε το κι εσύ.
- Αλήθεια, έλα λοιπόν, ας το ανοίξουμε και να δούμε τι γράφει αυτό το μήνυμα;
Ο Ορέστης, το παιδί που είχε μαζέψει από την αμμώδη παραλία της Ζακύνθου, το πλαστικό μπουκάλι, το πήρε με προσοχή και ξεβίδωσε το πώμα του. Με μια κίνηση, γυρνώντας ανάποδα το πλαστικό μπουκάλι έβγαλε το χαρτάκι και ξεκίνησε να διαβάζει το μήνυμα:
«Είμαι ένα πλαστικό μπουκάλι, καταδικασμένο από την πρώτη μέρα της γέννησης μου να βλάψω το περιβάλλον. Δεν το ήθελα. Δε το θέλω. Είμαι προϊόν του πετρελαίου και μετά από πολύ πολύ μεγάλη και λεπτή επεξεργασία, γεννήθηκα εγώ. Είμαι εντελώς ακίνδυνο όσον αφορά την αποθήκευση υγρών και φαγητών, αλλά έχω ημερομηνία λήξης και δυστυχώς δεν μπορώ να χρησιμεύσω στο περιβάλλον, ούτε στα πάρκα ή στους κήπους, γιατί δεν λιώνω εύκολα. Χρειάζομαι χιλιάδες χιλιάδες χρόνια. Είμαι πολύ ανθεκτικό και ακόμη κι αν με πετάς σε θάλασσα ή ακτές, ακόμη και στο δρόμο, πάντα θα είμαι εκεί και θα σε περιμένω. Είμαστε χιλιάδες πλαστικά μπουκάλια, πολλά αναγκαστήκαμε να απομακρυνθούμε από την οικογένεια μας και δεν τους είδαμε ποτέ ξανά. Σου ζητάω λοιπόν, να με βάλεις στο μπλε κάδο, θα τον έχεις δει σε κάθε γωνιά. Η ακόμη και στις μεγάλες μηχανές ανακύκλωσης. Διάδωσε το σε φίλους και γνωστούς. Ανακύκλωσε με στους μπλε κάδους. Βοήθησε με να βρω την οικογένεια μου. Βοήθησε με να μην κάνω άλλο κακό στο περιβάλλον. Σε παρακαλώ, Ανακύκλωσε με!!!»
Ο Ορέστης τέλειωσε την ανάγνωση του μηνύματος. Τύλιξε προσεχτικά το χαρτί και το έβαλε μέσα στο πλαστικό μπουκάλι. Γύρισε προς το μέρος της μαμάς του.
- Τώρα ξέρεις τι πρέπει να κάνεις, καλέ μου, του είπε εκείνη με μια γλυκιά φωνή.
- Ναι, ξέρω.
Ο Ορέστης πήρε το πλαστικό μπουκάλι και το πέταξε στο μπλε κάδο που βρισκόταν κοντά στην έξοδο της προστατευόμενης παραλίας, όπου είχαν πάει με τη μητέρα του.
«Καλό ταξίδι» ψιθύρισε ο Ορέστης.
Εύα Πετροπούλου-Λιανού: Σχετικά με τον συντάκτη
Παραμύθι για την ανακύκλωση
Ο Φώτης έγραψε σχολαστικά μερικά λόγια πάνω στο χαρτί. Όταν τελείωσε, το δίπλωσε και στη συνέχεια το έβαλε μέσα στο πλαστικό μπουκάλι που βρισκόταν στο μικρό γραφείο. Έπειτα πήρε το πλαστικό μπουκάλι και το έβαλε στο πράσινο σακίδιο του. Σηκώθηκε, κατευθύνθηκε προς την εξώπορτα, βγήκε έξω κι ύστερα κλείδωσε. Κατέβηκε τους τρεις ορόφους, από την σκάλα. Ήταν ένας ιδιαίτερα αθλητικός τύπος ο Φώτης και του άρεσε να περπατάει, να κάνει κολύμβηση και ποδηλασία.
Έτσι λοιπόν φτάνοντας στην είσοδο της πολυκατοικίας, πήρε το ποδήλατο του και βουρ, βουρ, πετάλι το πετάλι, πήρε το δρόμο για την παραλία του Φλοίσβου.
Πέρασε μπροστά από το Καλλιμάρμαρο στάδιο, φρέναρε λίγο και θαύμασε αυτό το ιερό μνημείο που φιλοξένησε τη φλόγα των Ολυμπιακών Αγώνων, το 2004. Για μερικά λεπτά ο Φώτης πέρασε από τη μοντέρνα πόλη στην αρχαία Αθήνα και προσπερνώντας το στάδιο άρχισε να κάνει πιο γρήγορο πετάλι, κατεβαίνοντας τώρα την λεωφόρο Συγγρού. Ήταν από τις πιο όμορφες Κυριακές, ένα πρωινο από τα λίγα που αυτή η λεωφόρος ήταν άδεια από αυτοκίνητα. Η πόλη κοιμόταν ακόμη. Ο Φώτης ένιωθε να του ανήκει εκείνη η στιγμή. Η ώρα έξι το πρωί. Πρωινό του Ιούνη. Βουρ, βουρ, το πετάλι πιο γρήγορα και στο σακίδιο το πλαστικό μπουκάλι .
Σε λίγο έφτασε στην παραλία, πήγε προς την αμμουδιά, άνοιξε το πράσινο σακίδιο του κι έβγαλε από αυτό το πλαστικό μπουκάλι. Το έφερε κοντά στα χείλη του, ψιθύρισε κάποια λόγια στο πώμα του πλαστικού μπουκαλιού και το πέταξε με δύναμη, μακριά στο πέλαγος.
Το πλαστικό μπουκάλι πριν προλάβει να καταλάβει τι γίνεται, βρέθηκε να επιπλέει στα κρύα γαλαζοπράσινα νερά της θάλασσας του Αιγαίου. «Δεν έχω κουπί να τραβήξω, προς τα πού να πάω; ας περιμένω λοιπόν τον άνεμο το Νοτιά, να φυσήξει και θα δω που θα με οδηγήσει..» αυτά σκέφτηκε το πλαστικό μπουκάλι. Δεν πέρασε λίγη ώρα και άνεμος νοτιάς άρχισε να φυσάει δυνατά και το πλαστικό μπουκάλι, μη μπορώντας να κάνει διαφορετικά, άρχισε να στροβιλίζεται, να χορεύει κυκλικά ένα χορό βαλς με τα κύματα, για τις επόμενες δυο μέρες..
Ο άνεμος λυσσομανούσε ασταμάτητα, αν και το πλαστικό μπουκάλι στο δρόμο του συνάντησε βάρκες και υπερωκεάνια, κανένα δε σταμάτησε για να το περισυλλέξει, έτσι συνέχισε να στροβιλίζεται σ ένα άλλο διαφορετικό χορό που έμοιαζε με καν-καν.
Την επόμενη μέρα και μετά από όλο αυτό το κουραστικό ταξίδι, το πλαστικό μπουκάλι ξεβράστηκε σε μια αμμώδη παραλία κι εκεί παρέμεινε μέχρι που ένα χέρι έσκυψε και το πήρε…
- Μαμά, κοίτα. Κοίτα ένα μπουκάλι, ένα πλαστικό μπουκάλι κι έχει κι ένα μήνυμα μέσα..
- Ορέστηηη, μην πιάνεις τα σκουπίδια! Πόσες φορές σου έχω πει να μην αγγίζεις…
- Μα, μαμά κοίτα, αυτό είναι ένα πολύ διαφορετικό μπουκάλι, έχει ένα μήνυμα μέσα, σου λέω. Κοίταξε το κι εσύ.
- Αλήθεια, έλα λοιπόν, ας το ανοίξουμε και να δούμε τι γράφει αυτό το μήνυμα;
Ο Ορέστης, το παιδί που είχε μαζέψει από την αμμώδη παραλία της Ζακύνθου, το πλαστικό μπουκάλι, το πήρε με προσοχή και ξεβίδωσε το πώμα του. Με μια κίνηση, γυρνώντας ανάποδα το πλαστικό μπουκάλι έβγαλε το χαρτάκι και ξεκίνησε να διαβάζει το μήνυμα:
«Είμαι ένα πλαστικό μπουκάλι, καταδικασμένο από την πρώτη μέρα της γέννησης μου να βλάψω το περιβάλλον. Δεν το ήθελα. Δε το θέλω. Είμαι προϊόν του πετρελαίου και μετά από πολύ πολύ μεγάλη και λεπτή επεξεργασία, γεννήθηκα εγώ. Είμαι εντελώς ακίνδυνο όσον αφορά την αποθήκευση υγρών και φαγητών, αλλά έχω ημερομηνία λήξης και δυστυχώς δεν μπορώ να χρησιμεύσω στο περιβάλλον, ούτε στα πάρκα ή στους κήπους, γιατί δεν λιώνω εύκολα. Χρειάζομαι χιλιάδες χιλιάδες χρόνια. Είμαι πολύ ανθεκτικό και ακόμη κι αν με πετάς σε θάλασσα ή ακτές, ακόμη και στο δρόμο, πάντα θα είμαι εκεί και θα σε περιμένω. Είμαστε χιλιάδες πλαστικά μπουκάλια, πολλά αναγκαστήκαμε να απομακρυνθούμε από την οικογένεια μας και δεν τους είδαμε ποτέ ξανά. Σου ζητάω λοιπόν, να με βάλεις στο μπλε κάδο, θα τον έχεις δει σε κάθε γωνιά. Η ακόμη και στις μεγάλες μηχανές ανακύκλωσης. Διάδωσε το σε φίλους και γνωστούς. Ανακύκλωσε με στους μπλε κάδους. Βοήθησε με να βρω την οικογένεια μου. Βοήθησε με να μην κάνω άλλο κακό στο περιβάλλον. Σε παρακαλώ, Ανακύκλωσε με!!!»
Ο Ορέστης τέλειωσε την ανάγνωση του μηνύματος. Τύλιξε προσεχτικά το χαρτί και το έβαλε μέσα στο πλαστικό μπουκάλι. Γύρισε προς το μέρος της μαμάς του.
- Τώρα ξέρεις τι πρέπει να κάνεις, καλέ μου, του είπε εκείνη με μια γλυκιά φωνή.
- Ναι, ξέρω.
Ο Ορέστης πήρε το πλαστικό μπουκάλι και το πέταξε στο μπλε κάδο που βρισκόταν κοντά στην έξοδο της προστατευόμενης παραλίας, όπου είχαν πάει με τη μητέρα του.
«Καλό ταξίδι» ψιθύρισε ο Ορέστης.
Εύα Πετροπούλου-Λιανού: Σχετικά με τον συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου