Kώστας Λουλουδάκης (Ιουλιανός)
Το αστικό πολιτικό προσωπικό, οργανικοί διανοούμενοι και δημοσιογραφικές πένες, συμφωνούν πως η δημοκρατία και οι νόμοι πρέπει να είναι ταυτόσημοι όροι με την πίστη στον οικονομικό φιλελευθερισμό και στην «ελεύθερη αγορά». Διότι ο επενδυτής χρειάζεται μια χώρα όπου «δεν θα τον περιμένουν ορδές συντεχνιών για να του αρπάζουν λίγα λίγα επειδή οι νόμοι προϋποθέτουν ότι ακόμη και για να βήξεις χρειάζεται πιστοποιητικό, δηλαδή ένα σφραγισμένο χαρτί, που στην πραγματικότητα δεν πιστοποιεί τίποτε, παρά μόνο ότι έδωσες τον οβολό σου σε ένα μέλος της συντεχνίας.» γράφει ο ταλαντούχος γραφιάς, Πάσχος Μανδραβέλης στην «Καθημερινή», σε άρθρο του με τίτλο: «Η Χαμένη Ανταγωνιστικότητα».
Τι είναι όμως αυτή η πολυδιαφημισμένη ανταγωνιστικότητα; Και πως αυτή συνδέεται με την Παιδεία;
Αυτό ας αφήσουμε να το απαντήσει ένας εξέχων φιλελεύθερος και υπέρμαχος της αριστείας, ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Αριστείδης Χατζής, γιατί κατά γενική ομολογία είναι πιο καταρτισμένος από εμάς σε αυτό το σύνθετο ζήτημα. Ο λόγος, λοιπόν, στον κύριο καθηγητή Αριστείδη Χατζή, που με ακαδημαϊκή αξιοπιστία πληροφορεί τους φοιτητές και τις φοιτήτριές του και όλους εμάς πως: «Δεν έχω καθίσει ούτε μια φορά σε Mikel. Δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος. Συνήθως με απωθεί το γεγονός ότι όλα τα Mikel είναι προς το παρόν ασφυκτικά γεμάτα. Αν θέλεις να καθίσεις για να πιείς το καφεδάκι σου και να συζητήσεις μ’ έναν φίλο θα πρέπει να συμπεριλάβεις στη συζήτηση, αναγκαστικά, και όλους που κάθονται στα διπλανά τραπέζια. Αντίθετα το Starbucks μου αρέσει πολύ περισσότερο γιατί είναι συνήθως πιο άνετο και λίγο πιο φιλικό για κουβέντα και καμιά φορά για διάβασμα ή και γράψιμο(…) Το Mikel δεν έχει βέβαια αυτό το διεθνές προφίλ και την ενδιαφέρουσα ιστορία αλλά έχει κάτι άλλο. Προφανώς είναι πολύ ελκυστικό στους νέους, ιδιαίτερα στις φοιτήτριες και τους φοιτητές. Σε μια ελεύθερη αγορά αυτό μετράει πολύ. Η Ελλάδα δεν αποτελεί το υπόδειγμα της ελεύθερης αγοράς (“mostly unfree” χαρακτηρίζεται στα διεθνή rankings) αλλά η αγορά του καφέ είναι από τις πιο ανταγωνιστικές.(…)
Έτσι τα Mikel κατόρθωσαν αυτό που είχε πετύχει παλιά μόνο το Goody’s (που γονάτισε τα McDonald’s): στρίμωξαν τα Starbucks! Όπως είπα στην αρχή, δεν έχω καθίσει ούτε μια φορά στο Mikel. Εξαιτίας του Mikel ,όμως, και αυτού του πολύ ωραίου, εξωτικού για την Ελλάδα, πράγματος που λέγεται «ανταγωνισμός», θα απολαμβάνω από εδώ και πέρα φθηνότερα το καφεδάκι μου στο Starbucks. Ευχαριστώ Mikel!» ( https://www.facebook.com/AristidesHatzis/posts/735141186542031).
Στην ουσία, ο κύριος καθηγητής, που διδάσκει σε δημόσιο Πανεπιστήμιο, με γαλήνια πεποίθηση και αυτάρεσκη αίσθηση διαφημίζει και επικαλείται το θεώρημα του περίβλεπτου ανταγωνισμού. Κουβέντα ότι, για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας (αυτού του πολύ ωραίου, εξωτικού για την Ελλάδα πράγματος σύμφωνα με τον κύριο καθηγητή), απαιτείται αναπόφευκτα εργατική ελαστικότητα, απορρύθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων και της προστασίας των εργαζομένων, συνεχείς περικοπές στην κοινωνική ασφάλιση, την υγεία και την παιδεία ώστε να μην παρεμποδιστεί από αναχρονιστικά σοσιαλιστικά κατάλοιπα η ανάπτυξη.
Άλλωστε, ο φιλελεύθερος νόμος των αυτορρυθμιζόμενων μηχανισμών των αγορών, το ευαγγέλιο που εμπνέει τον κύριο καθηγητή, του δίνει το δικαίωμα να μετατραπεί από καθηγητή σε «μάνατζερ», σε έναν ισοσκελιστή λογαριασμών δηλαδή, με μέλημα πώς θα προσελκύσει κονδύλια για το ίδρυμα όπου διδάσκει και πώς θα το κάνει ανταγωνιστικό έναντι άλλων ιδρυμάτων!
Εξάλλου, η φιλοσοφία των τεχνοκρατών των αγορών αποσκοπεί, αφενός στο να αποκόψουν τους εκπαιδευτικούς από τον παιδαγωγικό ρόλο τους και να τους μετατρέψουν σε μπίζνεσμαν και μάνατζερ, οι οποίοι θα αξιολογούν τι πουλάει και τι όχι, υπολογίζοντας κέρδη ώστε να είναι «βιώσιμο και ανταγωνιστικό» το ίδρυμα στο οποίο διδάσκουν, και αφετέρου στο να μεταμορφώσουν την εκπαιδευτική διαδικασία σε μια απρόσωπη παραγωγή ειδικευμένων μονάδων, ανάλογα με τις «ανάγκες της αγοράς εργασίας». Δηλαδή, καταργούν το επιστημονικό περιεχόμενο των πτυχίων και τα μετατρέπουν σε βεβαιώσεις και πιστοποιητικά κατάρτισης και μάλιστα διαφόρων ταχυτήτων, πρακτική που υποτάσσει την εκπαίδευση στις δυνάμεις της «ελεύθερης αγοράς».
Δεν είναι όμως μόνο αυτό!
Πρέπει να καταλάβουμε πως η γνώση είναι εμπόδιο στην παντοδυναμία των αγορών, όπου το κάθετί έχει την τιμή του. Αν επιβληθεί τιμή στην γνώση, άρα και αποκλεισμός πρόσβασης σε αυτήν μεγάλου μέρους του λαού, τότε θα αποκαθίστανται και θα ενισχύονται οι σχέσεις κοινωνικής ιεραρχίας ανάμεσα σε μη προνομιούχους, στους μη «άριστους», δηλαδή, και στην οικονομική εξουσία.
«Οι συγκεκριμένες αντιλήψεις μάς υποβάλλονται καθημερινά από εφημερίδες, από την τηλεόραση, από το συγκεκριμένο δεσπόζον ιδεολογικό σχήμα του νεοφιλελευθερισμού με σκοπό να διαμορφώσουν τις συνθήκες που απαιτούνται για να καθοδηγεί η ελεύθερη αγορά τη συμπεριφορά των ανθρώπων, ώστε να διατηρηθεί χωρίς απρόοπτα η καταστατική «ιεραρχία».
Σε κάθε περίπτωση, οι «ανάξιοι», οι κοινωνικά ηττημένοι, αφού στάθηκαν ανίκανοι να νικήσουν, πρέπει να παραμερίσουν για να ζήσουν στον νεοφιλελεύθερο παράδεισο οι ισχυροί.
Άλλες επιλογές απαγορεύονται».(Διάβασε και: «Άσπρα Μαντίλια στην Plaza de Mayo» Εκδόσεις ΚΨΜ 2015).
Ας επαληθεύσουμε, όμως, την ωφελιμιστική λογική της ελεύθερης αγοράς σε έναν κόσμο, που όπως έλεγε ο φιλελεύθερος γκουρού Μίλτον Φρήντμαν, «Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα». Άρα, είναι λογικό σήμερα στις ΗΠΑ 2 εκατομμύρια και πλέον Αμερικανών ηλικίας 60 ετών να έχουν εκκρεμή σπουδαστικά δάνεια. Συνολικά η ομάδα αυτών των ανθρώπων χρωστάει 43 δισεκατομμύρια δολάρια!
Ας ξεκινήσουμε, ωστόσο, την προσέγγισή μας από τις διδακτικές πρακτικές στην Ισπανία κατά την περίοδο του φασίστα Φράνκο, όπου οι κοινωνικές ανισότητες παρουσιάζονταν από το δημοτικό κιόλας ως φυσικό φαινόμενο: «Καθώς όλα είναι καλυμμένα με χιόνι και πάγο, τα πουλάκια δεν βρίσκουν τίποτα να φάνε, και τώρα είναι φτωχά. Γι αυτό τα ταΐζω, όπως ακριβώς ταΐζουν και συντηρούν οι πλούσιοι τους φτωχούς. Ο σοσιαλισμός παρακινεί τους φτωχούς να καταστρέψουν τους πλούσιους» (Εδουάρδο Γκαλεάνο: «Καθρέπτες. Μια Σχεδόν Παγκόσμια Ιστορία» Εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ 2009).
Η εκπαίδευση, λοιπόν, είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες του φιλελευθερισμού που θέτουν σε εφαρμογή τον ταξικό διαχωρισμό της κοινωνίας, βάσει του οποίου δομούνται οι αυταρχικές κοινωνικές ιεραρχικές δομές του καπιταλισμού.
Στην Χιλή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την διάδοση των νεοφιλελεύθερων πρακτικών του, χρησιμοποίησε την εγγενή δύναμη του φασιστικού κράτους του Αουγκούστο Πινοτσέτ ώστε να «ακρωτηριάσει τους άρρωστους τομείς της οικονομίας» σύμφωνα με τον φιλελεύθερο γκουρού Μίλτον Φρήντμαν. Νοσούσαν, βεβαίως, και όλες οι βαθμίδες του Χιλιανού εκπαιδευτικού συστήματος, για αυτό και επιβλήθηκε, με συνοπτικές διαδικασίες, η εμπορευματοποίηση της γνώσης και η τεχνοκρατική λογική των αγορών.
Το αποτέλεσμα:
«Η εκπαίδευση, η παραγωγή ενέργειας, το σύστημα υγείας, οι συντάξεις, η διαχείριση των υδάτων και του ορυκτού πλούτου διευθύνονται από μια ολιγαρχία στην οποία ανήκει και ο δισεκατομμυριούχος πρώην πρόεδρος της Χιλής, από τις 11 Μαρτίου του 2010 ως τις 11 Μαρτίου του 2014, Σεμπαστιάν Πινιέρα (Sebastián Piñera). Ο Πινιέρα επί Πινοσέτ διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της τράπεζας Banco de Talca μέχρι που την χρεοκόπησε το 1982, ενώ ο αδελφός του, ο Χοσέ Πινιέρα (José Piñera), διετέλεσε υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης του φασιστικού καθεστώτος».( «Άσπρα Μαντίλια στην Plaza de Mayo» Εκδόσεις ΚΨΜ 2015).
Επί προεδρίας του πολυεκατομμυριούχου Σεμπαστιάν Πινιέρα το 2011 ξέσπασε η πρώτη μαζική αντίδραση από το τέλος της δικτατορίας.
Ο λόγος;
«Το υψηλό κόστος των διδάκτρων έχει οδηγήσει στην υπερχρέωση των φοιτητών οι οποίοι όταν αποφοιτούν, είναι ήδη χρεωμένοι στις τράπεζες και καλούνται να εξοφλήσουν τα έξοδα των σπουδών τους. Δηλαδή, ξεκινούν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία και τη ζωή τους κουβαλώντας ένα πολύ μεγάλο οικονομικό φορτίο. Ταυτόχρονα, το κόστος σπουδών είναι απαγορευτικό για τη μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού». (Παραλληλογράφος Χιλή: η εκπαιδευτική κοινότητα στα οδοφράγματα).
«Εδώ (σ.σ. Στην Χιλή) η εκπαίδευση θεωρούνταν υλικό αγαθό. Η μηνιαία δόση στο πανεπιστήμιο αντιστοιχούσε στο μισθό ενός εργάτη, το εβδομήντα τοίς εκατό των φοιτητών ήταν χρεωμένοι και συχνά υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν στη μέση τις σπουδές τους, εκτός και αν επωμίζονταν τα χρέη οι γονείς, ορισμένες φορές για όλη τους τη ζωή[…] οικονομολόγοι και εμπειρογνώμονες συνέτασσαν ολόκληρες μελέτες, […] πριν αφήσουν στις τράπεζες τη διαχείριση του όλου θέματος: τα περίφημα σπουδαστικά δάνεια απέφεραν πολύ χρήμα.
Μπορεί έπειτα από σαράντα χρόνια νεοφιλελευθερισμού αυτού του είδους το σκάνδαλο να μην εξέπληττε πλέον κανέναν, όμως […] οι φοιτητές […] κατέλαβαν πανεπιστήμια, διαδήλωσαν με νέους τρόπους, όπως τις γιγάντιες πορείες τις zombie walks […]» (απόσπασμα από το εξαιρετικό βιβλίο του Caryl Ferey «ΚΟΝΔΩΡ» το οποίο μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις ΑΡΓΑ).
Ζητούσαν αναδιάρθρωση της εκπαιδευτικής πολιτικής με γνώμονα την δημόσια και δωρεάν, σχολική και πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Πρωτεργάτες στον αγώνα υπήρξαν οι φοιτητές, αλλά στην πορεία βρήκαν συμπαραστάτες εκπαιδευτικούς, μαθητές, εργάτες καθώς και συνταξιούχους.
Οι άξεστοι! Ήθελαν να μετατρέψουν το απόλυτο πρότυπο των φιλελεύθερων σε σοβιετία.
Ας σοβαρευτούμε.
Η όλη συζήτηση για τα πανεπιστήμια γίνεται γιατί κυβέρνηση, εταίροι και δανειστές επιθυμούν να απελευθερωθούν από τα κρατικά δεσμά τα πανεπιστήμια και τα σχολεία και να ανοίξει η αγορά στον ιδιωτικό τομέα. Έτσι κι αλλιώς, στην πολιτική τους και τα δημόσια και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια για τον ίδιο θα δουλεύουν: Για το κεφάλαιο και τις ανάγκες του.
Θέλουν η αξία ενός πανεπιστημίου να καθορίζεται από την δυσκολία εισόδου- η πρόσβαση δεν θα είναι για όλους- των υποψηφίων μετά από επιλογή, κυρίως από την πολιτική και οικονομική ελίτ, που μπορούν να πληρώσουν οξύνοντας το κοινωνικό ταξικό χάσμα, από τα brand name που το χρηματοδοτούν, την αναγνωρισιμότητα των καθηγητών του, την απρόσκοπτη εισαγωγή των φοιτητών του στην αγορά εργασίας των πολυεθνικών, στον πολιτικό στίβο ή στην διοίκηση των δομών του κράτους. Αυτά είναι τα κριτήρια ενός πανεπιστημίου της αγοράς και όχι η ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών.
Το πανεπιστήμιο της αγοράς είναι μια πραγματική βιομηχανία παραγωγής ενός στρατού στελεχών που εγγυώνται την συνέχιση, χωρίς εκπλήξεις, της κοινωνικής δομής του καπιταλισμού. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα αυτού του τύπου δεν θα ενθαρρύνουν απόψεις διαφορετικές ή αντίθετες από αυτές της εξουσίας της αστικής τάξης, αλλά θα παράγουν φερέφωνα, θα συντηρούν το σύστημα και θα το προστατεύουν πιστά από κάθε είδους παρεκκλίσεις. Οι σπουδαστές πρέπει να παραδοθούν στο σύστημα ως πλήρως ή μερικώς ειδικευμένοι εργάτες, άρα θα πρέπει να είναι πλήρως υποταγμένοι στην εξουσία. Νομοταγείς και υπάκουοι ικανοί να ζήσουν στην κλινικής καθαρότητας καπιταλιστική κοινωνία.
Αυτό θέλουμε;
Ηγεμονία των νόμων της αγοράς και του κέρδους;
Πηγή: imerodromos.gr
Kώστας Λουλουδάκης (Ιουλιανός): Σχετικά με τον Συντάκτη
Το αστικό πολιτικό προσωπικό, οργανικοί διανοούμενοι και δημοσιογραφικές πένες, συμφωνούν πως η δημοκρατία και οι νόμοι πρέπει να είναι ταυτόσημοι όροι με την πίστη στον οικονομικό φιλελευθερισμό και στην «ελεύθερη αγορά». Διότι ο επενδυτής χρειάζεται μια χώρα όπου «δεν θα τον περιμένουν ορδές συντεχνιών για να του αρπάζουν λίγα λίγα επειδή οι νόμοι προϋποθέτουν ότι ακόμη και για να βήξεις χρειάζεται πιστοποιητικό, δηλαδή ένα σφραγισμένο χαρτί, που στην πραγματικότητα δεν πιστοποιεί τίποτε, παρά μόνο ότι έδωσες τον οβολό σου σε ένα μέλος της συντεχνίας.» γράφει ο ταλαντούχος γραφιάς, Πάσχος Μανδραβέλης στην «Καθημερινή», σε άρθρο του με τίτλο: «Η Χαμένη Ανταγωνιστικότητα».
Τι είναι όμως αυτή η πολυδιαφημισμένη ανταγωνιστικότητα; Και πως αυτή συνδέεται με την Παιδεία;
Αυτό ας αφήσουμε να το απαντήσει ένας εξέχων φιλελεύθερος και υπέρμαχος της αριστείας, ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Αριστείδης Χατζής, γιατί κατά γενική ομολογία είναι πιο καταρτισμένος από εμάς σε αυτό το σύνθετο ζήτημα. Ο λόγος, λοιπόν, στον κύριο καθηγητή Αριστείδη Χατζή, που με ακαδημαϊκή αξιοπιστία πληροφορεί τους φοιτητές και τις φοιτήτριές του και όλους εμάς πως: «Δεν έχω καθίσει ούτε μια φορά σε Mikel. Δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος. Συνήθως με απωθεί το γεγονός ότι όλα τα Mikel είναι προς το παρόν ασφυκτικά γεμάτα. Αν θέλεις να καθίσεις για να πιείς το καφεδάκι σου και να συζητήσεις μ’ έναν φίλο θα πρέπει να συμπεριλάβεις στη συζήτηση, αναγκαστικά, και όλους που κάθονται στα διπλανά τραπέζια. Αντίθετα το Starbucks μου αρέσει πολύ περισσότερο γιατί είναι συνήθως πιο άνετο και λίγο πιο φιλικό για κουβέντα και καμιά φορά για διάβασμα ή και γράψιμο(…) Το Mikel δεν έχει βέβαια αυτό το διεθνές προφίλ και την ενδιαφέρουσα ιστορία αλλά έχει κάτι άλλο. Προφανώς είναι πολύ ελκυστικό στους νέους, ιδιαίτερα στις φοιτήτριες και τους φοιτητές. Σε μια ελεύθερη αγορά αυτό μετράει πολύ. Η Ελλάδα δεν αποτελεί το υπόδειγμα της ελεύθερης αγοράς (“mostly unfree” χαρακτηρίζεται στα διεθνή rankings) αλλά η αγορά του καφέ είναι από τις πιο ανταγωνιστικές.(…)
Έτσι τα Mikel κατόρθωσαν αυτό που είχε πετύχει παλιά μόνο το Goody’s (που γονάτισε τα McDonald’s): στρίμωξαν τα Starbucks! Όπως είπα στην αρχή, δεν έχω καθίσει ούτε μια φορά στο Mikel. Εξαιτίας του Mikel ,όμως, και αυτού του πολύ ωραίου, εξωτικού για την Ελλάδα, πράγματος που λέγεται «ανταγωνισμός», θα απολαμβάνω από εδώ και πέρα φθηνότερα το καφεδάκι μου στο Starbucks. Ευχαριστώ Mikel!» ( https://www.facebook.com/AristidesHatzis/posts/735141186542031).
Στην ουσία, ο κύριος καθηγητής, που διδάσκει σε δημόσιο Πανεπιστήμιο, με γαλήνια πεποίθηση και αυτάρεσκη αίσθηση διαφημίζει και επικαλείται το θεώρημα του περίβλεπτου ανταγωνισμού. Κουβέντα ότι, για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας (αυτού του πολύ ωραίου, εξωτικού για την Ελλάδα πράγματος σύμφωνα με τον κύριο καθηγητή), απαιτείται αναπόφευκτα εργατική ελαστικότητα, απορρύθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων και της προστασίας των εργαζομένων, συνεχείς περικοπές στην κοινωνική ασφάλιση, την υγεία και την παιδεία ώστε να μην παρεμποδιστεί από αναχρονιστικά σοσιαλιστικά κατάλοιπα η ανάπτυξη.
Άλλωστε, ο φιλελεύθερος νόμος των αυτορρυθμιζόμενων μηχανισμών των αγορών, το ευαγγέλιο που εμπνέει τον κύριο καθηγητή, του δίνει το δικαίωμα να μετατραπεί από καθηγητή σε «μάνατζερ», σε έναν ισοσκελιστή λογαριασμών δηλαδή, με μέλημα πώς θα προσελκύσει κονδύλια για το ίδρυμα όπου διδάσκει και πώς θα το κάνει ανταγωνιστικό έναντι άλλων ιδρυμάτων!
Εξάλλου, η φιλοσοφία των τεχνοκρατών των αγορών αποσκοπεί, αφενός στο να αποκόψουν τους εκπαιδευτικούς από τον παιδαγωγικό ρόλο τους και να τους μετατρέψουν σε μπίζνεσμαν και μάνατζερ, οι οποίοι θα αξιολογούν τι πουλάει και τι όχι, υπολογίζοντας κέρδη ώστε να είναι «βιώσιμο και ανταγωνιστικό» το ίδρυμα στο οποίο διδάσκουν, και αφετέρου στο να μεταμορφώσουν την εκπαιδευτική διαδικασία σε μια απρόσωπη παραγωγή ειδικευμένων μονάδων, ανάλογα με τις «ανάγκες της αγοράς εργασίας». Δηλαδή, καταργούν το επιστημονικό περιεχόμενο των πτυχίων και τα μετατρέπουν σε βεβαιώσεις και πιστοποιητικά κατάρτισης και μάλιστα διαφόρων ταχυτήτων, πρακτική που υποτάσσει την εκπαίδευση στις δυνάμεις της «ελεύθερης αγοράς».
Δεν είναι όμως μόνο αυτό!
Πρέπει να καταλάβουμε πως η γνώση είναι εμπόδιο στην παντοδυναμία των αγορών, όπου το κάθετί έχει την τιμή του. Αν επιβληθεί τιμή στην γνώση, άρα και αποκλεισμός πρόσβασης σε αυτήν μεγάλου μέρους του λαού, τότε θα αποκαθίστανται και θα ενισχύονται οι σχέσεις κοινωνικής ιεραρχίας ανάμεσα σε μη προνομιούχους, στους μη «άριστους», δηλαδή, και στην οικονομική εξουσία.
«Οι συγκεκριμένες αντιλήψεις μάς υποβάλλονται καθημερινά από εφημερίδες, από την τηλεόραση, από το συγκεκριμένο δεσπόζον ιδεολογικό σχήμα του νεοφιλελευθερισμού με σκοπό να διαμορφώσουν τις συνθήκες που απαιτούνται για να καθοδηγεί η ελεύθερη αγορά τη συμπεριφορά των ανθρώπων, ώστε να διατηρηθεί χωρίς απρόοπτα η καταστατική «ιεραρχία».
Σε κάθε περίπτωση, οι «ανάξιοι», οι κοινωνικά ηττημένοι, αφού στάθηκαν ανίκανοι να νικήσουν, πρέπει να παραμερίσουν για να ζήσουν στον νεοφιλελεύθερο παράδεισο οι ισχυροί.
Άλλες επιλογές απαγορεύονται».(Διάβασε και: «Άσπρα Μαντίλια στην Plaza de Mayo» Εκδόσεις ΚΨΜ 2015).
Ας επαληθεύσουμε, όμως, την ωφελιμιστική λογική της ελεύθερης αγοράς σε έναν κόσμο, που όπως έλεγε ο φιλελεύθερος γκουρού Μίλτον Φρήντμαν, «Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα». Άρα, είναι λογικό σήμερα στις ΗΠΑ 2 εκατομμύρια και πλέον Αμερικανών ηλικίας 60 ετών να έχουν εκκρεμή σπουδαστικά δάνεια. Συνολικά η ομάδα αυτών των ανθρώπων χρωστάει 43 δισεκατομμύρια δολάρια!
Ας ξεκινήσουμε, ωστόσο, την προσέγγισή μας από τις διδακτικές πρακτικές στην Ισπανία κατά την περίοδο του φασίστα Φράνκο, όπου οι κοινωνικές ανισότητες παρουσιάζονταν από το δημοτικό κιόλας ως φυσικό φαινόμενο: «Καθώς όλα είναι καλυμμένα με χιόνι και πάγο, τα πουλάκια δεν βρίσκουν τίποτα να φάνε, και τώρα είναι φτωχά. Γι αυτό τα ταΐζω, όπως ακριβώς ταΐζουν και συντηρούν οι πλούσιοι τους φτωχούς. Ο σοσιαλισμός παρακινεί τους φτωχούς να καταστρέψουν τους πλούσιους» (Εδουάρδο Γκαλεάνο: «Καθρέπτες. Μια Σχεδόν Παγκόσμια Ιστορία» Εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ 2009).
Η εκπαίδευση, λοιπόν, είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες του φιλελευθερισμού που θέτουν σε εφαρμογή τον ταξικό διαχωρισμό της κοινωνίας, βάσει του οποίου δομούνται οι αυταρχικές κοινωνικές ιεραρχικές δομές του καπιταλισμού.
Στην Χιλή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την διάδοση των νεοφιλελεύθερων πρακτικών του, χρησιμοποίησε την εγγενή δύναμη του φασιστικού κράτους του Αουγκούστο Πινοτσέτ ώστε να «ακρωτηριάσει τους άρρωστους τομείς της οικονομίας» σύμφωνα με τον φιλελεύθερο γκουρού Μίλτον Φρήντμαν. Νοσούσαν, βεβαίως, και όλες οι βαθμίδες του Χιλιανού εκπαιδευτικού συστήματος, για αυτό και επιβλήθηκε, με συνοπτικές διαδικασίες, η εμπορευματοποίηση της γνώσης και η τεχνοκρατική λογική των αγορών.
Το αποτέλεσμα:
«Η εκπαίδευση, η παραγωγή ενέργειας, το σύστημα υγείας, οι συντάξεις, η διαχείριση των υδάτων και του ορυκτού πλούτου διευθύνονται από μια ολιγαρχία στην οποία ανήκει και ο δισεκατομμυριούχος πρώην πρόεδρος της Χιλής, από τις 11 Μαρτίου του 2010 ως τις 11 Μαρτίου του 2014, Σεμπαστιάν Πινιέρα (Sebastián Piñera). Ο Πινιέρα επί Πινοσέτ διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της τράπεζας Banco de Talca μέχρι που την χρεοκόπησε το 1982, ενώ ο αδελφός του, ο Χοσέ Πινιέρα (José Piñera), διετέλεσε υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης του φασιστικού καθεστώτος».( «Άσπρα Μαντίλια στην Plaza de Mayo» Εκδόσεις ΚΨΜ 2015).
Επί προεδρίας του πολυεκατομμυριούχου Σεμπαστιάν Πινιέρα το 2011 ξέσπασε η πρώτη μαζική αντίδραση από το τέλος της δικτατορίας.
Ο λόγος;
«Το υψηλό κόστος των διδάκτρων έχει οδηγήσει στην υπερχρέωση των φοιτητών οι οποίοι όταν αποφοιτούν, είναι ήδη χρεωμένοι στις τράπεζες και καλούνται να εξοφλήσουν τα έξοδα των σπουδών τους. Δηλαδή, ξεκινούν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία και τη ζωή τους κουβαλώντας ένα πολύ μεγάλο οικονομικό φορτίο. Ταυτόχρονα, το κόστος σπουδών είναι απαγορευτικό για τη μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού». (Παραλληλογράφος Χιλή: η εκπαιδευτική κοινότητα στα οδοφράγματα).
«Εδώ (σ.σ. Στην Χιλή) η εκπαίδευση θεωρούνταν υλικό αγαθό. Η μηνιαία δόση στο πανεπιστήμιο αντιστοιχούσε στο μισθό ενός εργάτη, το εβδομήντα τοίς εκατό των φοιτητών ήταν χρεωμένοι και συχνά υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν στη μέση τις σπουδές τους, εκτός και αν επωμίζονταν τα χρέη οι γονείς, ορισμένες φορές για όλη τους τη ζωή[…] οικονομολόγοι και εμπειρογνώμονες συνέτασσαν ολόκληρες μελέτες, […] πριν αφήσουν στις τράπεζες τη διαχείριση του όλου θέματος: τα περίφημα σπουδαστικά δάνεια απέφεραν πολύ χρήμα.
Μπορεί έπειτα από σαράντα χρόνια νεοφιλελευθερισμού αυτού του είδους το σκάνδαλο να μην εξέπληττε πλέον κανέναν, όμως […] οι φοιτητές […] κατέλαβαν πανεπιστήμια, διαδήλωσαν με νέους τρόπους, όπως τις γιγάντιες πορείες τις zombie walks […]» (απόσπασμα από το εξαιρετικό βιβλίο του Caryl Ferey «ΚΟΝΔΩΡ» το οποίο μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις ΑΡΓΑ).
Ζητούσαν αναδιάρθρωση της εκπαιδευτικής πολιτικής με γνώμονα την δημόσια και δωρεάν, σχολική και πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Πρωτεργάτες στον αγώνα υπήρξαν οι φοιτητές, αλλά στην πορεία βρήκαν συμπαραστάτες εκπαιδευτικούς, μαθητές, εργάτες καθώς και συνταξιούχους.
Οι άξεστοι! Ήθελαν να μετατρέψουν το απόλυτο πρότυπο των φιλελεύθερων σε σοβιετία.
Ας σοβαρευτούμε.
Η όλη συζήτηση για τα πανεπιστήμια γίνεται γιατί κυβέρνηση, εταίροι και δανειστές επιθυμούν να απελευθερωθούν από τα κρατικά δεσμά τα πανεπιστήμια και τα σχολεία και να ανοίξει η αγορά στον ιδιωτικό τομέα. Έτσι κι αλλιώς, στην πολιτική τους και τα δημόσια και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια για τον ίδιο θα δουλεύουν: Για το κεφάλαιο και τις ανάγκες του.
Θέλουν η αξία ενός πανεπιστημίου να καθορίζεται από την δυσκολία εισόδου- η πρόσβαση δεν θα είναι για όλους- των υποψηφίων μετά από επιλογή, κυρίως από την πολιτική και οικονομική ελίτ, που μπορούν να πληρώσουν οξύνοντας το κοινωνικό ταξικό χάσμα, από τα brand name που το χρηματοδοτούν, την αναγνωρισιμότητα των καθηγητών του, την απρόσκοπτη εισαγωγή των φοιτητών του στην αγορά εργασίας των πολυεθνικών, στον πολιτικό στίβο ή στην διοίκηση των δομών του κράτους. Αυτά είναι τα κριτήρια ενός πανεπιστημίου της αγοράς και όχι η ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών.
Το πανεπιστήμιο της αγοράς είναι μια πραγματική βιομηχανία παραγωγής ενός στρατού στελεχών που εγγυώνται την συνέχιση, χωρίς εκπλήξεις, της κοινωνικής δομής του καπιταλισμού. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα αυτού του τύπου δεν θα ενθαρρύνουν απόψεις διαφορετικές ή αντίθετες από αυτές της εξουσίας της αστικής τάξης, αλλά θα παράγουν φερέφωνα, θα συντηρούν το σύστημα και θα το προστατεύουν πιστά από κάθε είδους παρεκκλίσεις. Οι σπουδαστές πρέπει να παραδοθούν στο σύστημα ως πλήρως ή μερικώς ειδικευμένοι εργάτες, άρα θα πρέπει να είναι πλήρως υποταγμένοι στην εξουσία. Νομοταγείς και υπάκουοι ικανοί να ζήσουν στην κλινικής καθαρότητας καπιταλιστική κοινωνία.
Αυτό θέλουμε;
Ηγεμονία των νόμων της αγοράς και του κέρδους;
Πηγή: imerodromos.gr
Kώστας Λουλουδάκης (Ιουλιανός): Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου