Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Η ολική επαναφορά της γερμανικής ηγεσίας στις ευρωπαϊκές εξελίξεις είναι πια αισθητή σε όλα τα ανοικτά θέματα, με τη γνωστή γερμανική τακτική: επιβράδυνση, φρένο, αναβολή, πάγωμα. Ο Γάλλος πρόεδρος Ε. Μακρόν πήρε ήδη μια γεύση στη συνάντησή του με τη Μέρκελ στο Βερολίνο. Από το περίφημο σχέδιό του για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης είναι άγνωστο τι θα επιβιώσει μέχρι τον Ιούνιο, οπότε οι ηγέτες της Ε.Ε. καλούνται να πάρουν αποφάσεις.
Της ίδιας γερμανικής τακτικής αποτέλεσμα είναι και η εμφάνιση σεναρίων για παράταση του τρίτου Μνημονίου, που απορρίπτονται κατηγορηματικά από την κυβέρνηση, την Κομισιόν και τον πρόεδρο του Eurogroup. Αλλά στην πραγματικότητα οι τελικές επιλογές θα προκύψουν μόνο εφόσον αποσαφηνιστεί σε τι είδους συμβιβασμό θα καταλήξουν –αν καταλήξουν– ΔΝΤ και Ευρωπαίοι δανειστές για το θέμα του ελληνικού χρέους, ίσως αυτές τις ώρες που είναι σε εξέλιξη η σύνοδος του Ταμείου στην Ουάσιγκτον. Όλοι οι παίκτες είναι εκεί μέχρι την Κυριακή, ενώ το επόμενο ραντεβού τους είναι την ερχόμενη Παρασκευή, στο Eurogroup της Σόφιας.
Ποια είναι η πηγή της γερμανικής αναβλητικότητας αυτή τη φορά; Πέρα από την πάγια στρατηγική του Βερολίνου να μην αλλάζει τους κανόνες που το ίδιο έχει επιβάλει, ο κυβερνητικός συνασπισμός και οι επί μέρους συνιστώσες του δεν επιθυμούν αναταράξεις μέχρι τον Οκτώβριο, τις εκλογές στη Βαυαρία, που θα είναι η πρώτη δοκιμασία για τον συνασπισμό και ιδιαίτερα για το αδελφό κόμμα της Μέρκελ, τη CSU, της οποίας οι βουλευτές είναι αλλεργικοί σε κάθε υπαινιγμό «νέας βοήθειας» προς κράτη της Ευρωζώνης.
Αυτό εξηγεί γιατί ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς ρητορικά επιμένει ότι «αποφάσεις για το χρέος θα ληφθούν μετά τη λήξη του προγράμματος», ενώ ταυτόχρονα θέλει να εξομαλύνει τις σχέσεις με το ΔΝΤ και να «κλειδώσει» τη συμμετοχή του στο τρίτο Μνημόνιο. Αυτό ίσως αποδειχθεί χρήσιμη (γερμανική) επένδυση για το μέλλον και στη μετεξέλιξη του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, για το οποίο καταγράφεται μια μεταστροφή από τη γραμμή Σόιμπλε περί πλήρους απαγκίστρωσης, και προκρίνεται τώρα η διατήρηση της εταιρικής σχέσης με το ΔΝΤ.
Αυτό είναι κάτι που προκρίνει όχι μόνο η γερμανική ηγεσία, αλλά και η πολιτική ηγεσία του ΔΝΤ, η οποία καθιστά σαφή την επιλογή να μείνει στο ευρωπαϊκό πεδίο, πάντα με τους όρους του. Το ΔΝΤ με τις εκθέσεις που δημοσιοποίησε κάνοντας δειλά βήματα προσέγγισης των ευρωπαϊκών προβλέψεων για την ελληνική οικονομία, και η Κριστίν Λαγκάρντ προσωπικά με τις δηλώσεις της ότι το Ταμείο θέλει «μεταρρυθμίσεις και όχι νέες περικοπές» έδειξε διάθεση πολιτικής διευκόλυνσης προς τους Ευρωπαίους δανειστές και την ελληνική κυβέρνηση. Αυτό θα γίνει σαφέστερο στις συναντήσεις Τσακαλώτου στην Ουάσιγκτον (ολοκληρώνονται σήμερα, Σάββατο), και πολύ περισσότερο στις, ερήμην της Ελλάδας, επαφές του Washington Group με επίκεντρο το θέμα του χρέους.
Η «γαλλική πρόταση» για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με «ρήτρα ανάπτυξης» έχει γεμίσει αστερίσκους και υποσημειώσεις, κυρίως από τη γερμανική πλευρά, η οποία όμως εκφράζει ένα μπλοκ τουλάχιστον 8 ακόμη χωρών της Ευρωζώνης που συσπειρώνονται στο δόγμα «κάθε χώρα αναλαμβάνει τις ευθύνες της» για τα χρέη της. Η Α. Μέρκελ το επανέλαβε με αδιαπραγμάτευτο ύφος μπροστά στον Μακρόν, στην προ ημερών συνάντησή τους. Αλλά αρκετά πριν απ’ αυτό είχε προηγηθεί η κατάθεση της γερμανικής πρότασης για υιοθέτηση αυτόματου μηχανισμού αναδιάρθρωσης του κρατικού χρέους στην Ευρωζώνη, ως αντιπερισπασμός στην γαλλική εισήγηση για μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους με έκδοση ευρωπαϊκού ομολόγου.
Για να γεφυρώσει τις διαφορές με τη γερμανική πλευρά στο θέμα του ελληνικού χρέους, ο επίτροπος Μοσκοβισί συνδέει πλέον ευθέως τα μέτρα ελάφρυνσης με τις μεταρρυθμίσεις στις οποίες θα δεσμευτεί η Ελλάδα για τα επόμενα χρόνια, πέρα από το τυπικό πλαίσιο των Μνημονίων. Σ’ αυτό συγκλίνει και το ΔΝΤ, παρότι επιμένει σε εμπροσθοβαρή και αυτοτελή εφαρμογή της αναδιάρθρωσης, ώστε να συνεχιστεί η θετική αξιολόγηση από τις αγορές.
Το ερώτημα είναι ποιες «μεταρρυθμίσεις» θεωρούν οι δανειστές επαρκείς και πού θα διατυπωθούν. Η απάντηση που δίνουν παραπέμπει στο περίφημο «ολιστικό αναπτυξιακό σχέδιο» που θα αξιολογηθεί στη συνεδρίαση του Eurogroup την ερχόμενη Παρασκευή. Το αρχικό σχέδιο που τους παρουσιάστηκε θεωρήθηκε γενικόλογο, ενώ το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει αποφύγει να διαρρεύσει έστω και κάποιες ενδείξεις για το περιεχόμενό του προδίδει ισχυρές πιέσεις των δανειστών και για το περιεχόμενό του, αλλά και για τον νομικό χαρακτήρα του. Είναι άλλο πράγμα μια γενική αναπτυξιακή «έκθεση ιδεών» προαιρετικής εφαρμογής, κι άλλο ένα νομικό κείμενο δεσμεύσεων, βάσει του οποίου θα ασκείται η μεταμνημονιακή ενισχυμένη εποπτεία της Ελλάδας.
Αυτός είναι και λόγος που οι δανειστές δίνουν μεγάλη βαρύτητα στη συνεδρίαση του Eurogroup στη Σόφια (27/4). Εκεί, πέραν της 4ης αξιολόγησης και της ανησυχίας για τα 88 προαπαιτούμενα, στο επίκεντρο θα βρεθεί το «εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο». Αν μάλιστα στην Ουάσιγκτον η γερμανική πλευρά έχει ανοίξει χαραμάδα συνεννόησης για το χρέος, στη Σόφια μπορεί να γίνει προσπάθεια να λυθεί όλη η συνάρτηση της «καθαρής εξόδου» από τα Μνημόνια: αξιολόγηση - χρέος - μεταμνημονιακές δεσμεύσεις και επιτήρηση - χρόνος ολοκλήρωσης και χρήμα.
Τι σημαίνουν οι τελευταίοι παράγοντες της συνάρτησης; Ότι αν οι δανειστές προτίθενται να προσφέρουν μια ελκυστική διευθέτηση για το χρέος, ίσως επανεξεταστεί το αντίτιμό του, μια τεχνική ολιγόμηνη παράταση του τρέχοντος Μνημονίου. Όχι μόνο γιατί αυτό βολεύει πολιτικά τη Γερμανία. Αλλά και γιατί τα 27 δισ. που περισσεύουν από το τρίτο δάνειο του ESM είναι διαθέσιμα μέχρι τον Αύγουστο. Αν κριθεί ότι είναι «πολλά τα λεφτά» για την τέταρτη αξιολόγηση, αν η γερμανική ηγεσία τα χρησιμοποιήσει εκβιαστικά, τότε η τεχνική παράταση ίσως προβληθεί ως ρεαλιστική επιλογή, παρά τη ζημιά που προκαλεί στο κυβερνητικό αφήγημα.
Εξάλλου… ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός. Και οι δανειστές πιστεύουν ότι η κυβέρνηση διαθέτει αρκετό (πολιτικό και εκλογικό) χρόνο για να μετριάσει το κόστος. Δηλαδή, επ’ ουδενί συζητούν πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα οποτεδήποτε πριν (τουλάχιστον) την άνοιξη του 2019.
Πηγή: e-dromos.gr
Γιάννης Κιμπουρόπουλος: Σχετικά με τον Συντάκτη
Από το αβέβαιο παζάρι στη σύνοδο του ΔΝΤ στο Eurogroup της 27/4 – Το γερμανικό σενάριο «τεχνικής παράτασης» του Μνημονίου και η συνάρτηση χρέους και «εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου»
Η ολική επαναφορά της γερμανικής ηγεσίας στις ευρωπαϊκές εξελίξεις είναι πια αισθητή σε όλα τα ανοικτά θέματα, με τη γνωστή γερμανική τακτική: επιβράδυνση, φρένο, αναβολή, πάγωμα. Ο Γάλλος πρόεδρος Ε. Μακρόν πήρε ήδη μια γεύση στη συνάντησή του με τη Μέρκελ στο Βερολίνο. Από το περίφημο σχέδιό του για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης είναι άγνωστο τι θα επιβιώσει μέχρι τον Ιούνιο, οπότε οι ηγέτες της Ε.Ε. καλούνται να πάρουν αποφάσεις.
Της ίδιας γερμανικής τακτικής αποτέλεσμα είναι και η εμφάνιση σεναρίων για παράταση του τρίτου Μνημονίου, που απορρίπτονται κατηγορηματικά από την κυβέρνηση, την Κομισιόν και τον πρόεδρο του Eurogroup. Αλλά στην πραγματικότητα οι τελικές επιλογές θα προκύψουν μόνο εφόσον αποσαφηνιστεί σε τι είδους συμβιβασμό θα καταλήξουν –αν καταλήξουν– ΔΝΤ και Ευρωπαίοι δανειστές για το θέμα του ελληνικού χρέους, ίσως αυτές τις ώρες που είναι σε εξέλιξη η σύνοδος του Ταμείου στην Ουάσιγκτον. Όλοι οι παίκτες είναι εκεί μέχρι την Κυριακή, ενώ το επόμενο ραντεβού τους είναι την ερχόμενη Παρασκευή, στο Eurogroup της Σόφιας.
Οι βαυαρικές εκλογές
Ποια είναι η πηγή της γερμανικής αναβλητικότητας αυτή τη φορά; Πέρα από την πάγια στρατηγική του Βερολίνου να μην αλλάζει τους κανόνες που το ίδιο έχει επιβάλει, ο κυβερνητικός συνασπισμός και οι επί μέρους συνιστώσες του δεν επιθυμούν αναταράξεις μέχρι τον Οκτώβριο, τις εκλογές στη Βαυαρία, που θα είναι η πρώτη δοκιμασία για τον συνασπισμό και ιδιαίτερα για το αδελφό κόμμα της Μέρκελ, τη CSU, της οποίας οι βουλευτές είναι αλλεργικοί σε κάθε υπαινιγμό «νέας βοήθειας» προς κράτη της Ευρωζώνης.
Αυτό εξηγεί γιατί ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς ρητορικά επιμένει ότι «αποφάσεις για το χρέος θα ληφθούν μετά τη λήξη του προγράμματος», ενώ ταυτόχρονα θέλει να εξομαλύνει τις σχέσεις με το ΔΝΤ και να «κλειδώσει» τη συμμετοχή του στο τρίτο Μνημόνιο. Αυτό ίσως αποδειχθεί χρήσιμη (γερμανική) επένδυση για το μέλλον και στη μετεξέλιξη του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, για το οποίο καταγράφεται μια μεταστροφή από τη γραμμή Σόιμπλε περί πλήρους απαγκίστρωσης, και προκρίνεται τώρα η διατήρηση της εταιρικής σχέσης με το ΔΝΤ.
Αυτό είναι κάτι που προκρίνει όχι μόνο η γερμανική ηγεσία, αλλά και η πολιτική ηγεσία του ΔΝΤ, η οποία καθιστά σαφή την επιλογή να μείνει στο ευρωπαϊκό πεδίο, πάντα με τους όρους του. Το ΔΝΤ με τις εκθέσεις που δημοσιοποίησε κάνοντας δειλά βήματα προσέγγισης των ευρωπαϊκών προβλέψεων για την ελληνική οικονομία, και η Κριστίν Λαγκάρντ προσωπικά με τις δηλώσεις της ότι το Ταμείο θέλει «μεταρρυθμίσεις και όχι νέες περικοπές» έδειξε διάθεση πολιτικής διευκόλυνσης προς τους Ευρωπαίους δανειστές και την ελληνική κυβέρνηση. Αυτό θα γίνει σαφέστερο στις συναντήσεις Τσακαλώτου στην Ουάσιγκτον (ολοκληρώνονται σήμερα, Σάββατο), και πολύ περισσότερο στις, ερήμην της Ελλάδας, επαφές του Washington Group με επίκεντρο το θέμα του χρέους.
Χρέος έναντι «μεταρρυθμίσεων»
Η «γαλλική πρόταση» για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με «ρήτρα ανάπτυξης» έχει γεμίσει αστερίσκους και υποσημειώσεις, κυρίως από τη γερμανική πλευρά, η οποία όμως εκφράζει ένα μπλοκ τουλάχιστον 8 ακόμη χωρών της Ευρωζώνης που συσπειρώνονται στο δόγμα «κάθε χώρα αναλαμβάνει τις ευθύνες της» για τα χρέη της. Η Α. Μέρκελ το επανέλαβε με αδιαπραγμάτευτο ύφος μπροστά στον Μακρόν, στην προ ημερών συνάντησή τους. Αλλά αρκετά πριν απ’ αυτό είχε προηγηθεί η κατάθεση της γερμανικής πρότασης για υιοθέτηση αυτόματου μηχανισμού αναδιάρθρωσης του κρατικού χρέους στην Ευρωζώνη, ως αντιπερισπασμός στην γαλλική εισήγηση για μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους με έκδοση ευρωπαϊκού ομολόγου.
Για να γεφυρώσει τις διαφορές με τη γερμανική πλευρά στο θέμα του ελληνικού χρέους, ο επίτροπος Μοσκοβισί συνδέει πλέον ευθέως τα μέτρα ελάφρυνσης με τις μεταρρυθμίσεις στις οποίες θα δεσμευτεί η Ελλάδα για τα επόμενα χρόνια, πέρα από το τυπικό πλαίσιο των Μνημονίων. Σ’ αυτό συγκλίνει και το ΔΝΤ, παρότι επιμένει σε εμπροσθοβαρή και αυτοτελή εφαρμογή της αναδιάρθρωσης, ώστε να συνεχιστεί η θετική αξιολόγηση από τις αγορές.
Το ερώτημα είναι ποιες «μεταρρυθμίσεις» θεωρούν οι δανειστές επαρκείς και πού θα διατυπωθούν. Η απάντηση που δίνουν παραπέμπει στο περίφημο «ολιστικό αναπτυξιακό σχέδιο» που θα αξιολογηθεί στη συνεδρίαση του Eurogroup την ερχόμενη Παρασκευή. Το αρχικό σχέδιο που τους παρουσιάστηκε θεωρήθηκε γενικόλογο, ενώ το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει αποφύγει να διαρρεύσει έστω και κάποιες ενδείξεις για το περιεχόμενό του προδίδει ισχυρές πιέσεις των δανειστών και για το περιεχόμενό του, αλλά και για τον νομικό χαρακτήρα του. Είναι άλλο πράγμα μια γενική αναπτυξιακή «έκθεση ιδεών» προαιρετικής εφαρμογής, κι άλλο ένα νομικό κείμενο δεσμεύσεων, βάσει του οποίου θα ασκείται η μεταμνημονιακή ενισχυμένη εποπτεία της Ελλάδας.
Η «παράταση» μένει στο τραπέζι
Αυτός είναι και λόγος που οι δανειστές δίνουν μεγάλη βαρύτητα στη συνεδρίαση του Eurogroup στη Σόφια (27/4). Εκεί, πέραν της 4ης αξιολόγησης και της ανησυχίας για τα 88 προαπαιτούμενα, στο επίκεντρο θα βρεθεί το «εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο». Αν μάλιστα στην Ουάσιγκτον η γερμανική πλευρά έχει ανοίξει χαραμάδα συνεννόησης για το χρέος, στη Σόφια μπορεί να γίνει προσπάθεια να λυθεί όλη η συνάρτηση της «καθαρής εξόδου» από τα Μνημόνια: αξιολόγηση - χρέος - μεταμνημονιακές δεσμεύσεις και επιτήρηση - χρόνος ολοκλήρωσης και χρήμα.
Τι σημαίνουν οι τελευταίοι παράγοντες της συνάρτησης; Ότι αν οι δανειστές προτίθενται να προσφέρουν μια ελκυστική διευθέτηση για το χρέος, ίσως επανεξεταστεί το αντίτιμό του, μια τεχνική ολιγόμηνη παράταση του τρέχοντος Μνημονίου. Όχι μόνο γιατί αυτό βολεύει πολιτικά τη Γερμανία. Αλλά και γιατί τα 27 δισ. που περισσεύουν από το τρίτο δάνειο του ESM είναι διαθέσιμα μέχρι τον Αύγουστο. Αν κριθεί ότι είναι «πολλά τα λεφτά» για την τέταρτη αξιολόγηση, αν η γερμανική ηγεσία τα χρησιμοποιήσει εκβιαστικά, τότε η τεχνική παράταση ίσως προβληθεί ως ρεαλιστική επιλογή, παρά τη ζημιά που προκαλεί στο κυβερνητικό αφήγημα.
Εξάλλου… ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός. Και οι δανειστές πιστεύουν ότι η κυβέρνηση διαθέτει αρκετό (πολιτικό και εκλογικό) χρόνο για να μετριάσει το κόστος. Δηλαδή, επ’ ουδενί συζητούν πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα οποτεδήποτε πριν (τουλάχιστον) την άνοιξη του 2019.
Πηγή: e-dromos.gr
Γιάννης Κιμπουρόπουλος: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου