Κόσμος
Η Νικαράγουα, η φτωχότερη χώρα της κεντρικής Αμερικής, συνταράσσεται εδώ και τρεις μήνες από βίαια επεισόδια στα οποία έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 280 άνθρωποι και έχουν τραυματιστεί άλλοι περίπου 2.000.
Οι κινητοποιήσεις, με αιχμή του δόρατος οργανώσεις φοιτητών, αλλά και τη στήριξη της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας που είναι μεσολαβητής στον διάλογο που ζήτησε ο πρόεδρος Ορτέγα, άρχισαν την 18η Απριλίου και πολύ γρήγορα πήραν χαρακτήρα εξέγερσης εναντίον του προέδρου Ντανιέλ Ορτέγα. Είναι ο άλλοτε επικεφαλής των ανταρτών Σαντινίστας, 72 ετών σήμερα, που επανεξελέγη πρόεδρος της Νικαράγουας το 2007, έπειτα από μια πρώτη θητεία του στην εξουσία από το 1979 ως το 1990.
Οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους για να διαδηλώσουν κατά της μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και της μείωσης των συντάξεων. Παρά την ανακοίνωση του προέδρου Ντανιέλ Ορτέγα ότι την αποσύρει οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται με αίτημα πλέον την παραίτησή του και της συζύγου του, της Ροσάριο Μουρίγιο, αντιπροέδρου της χώρας.
Η κυβέρνηση χαρακτηρίζει τους διαδηλωτές «πραξικοπηματίες» και «εγκληματίες», οι αντικυβερνητικοί χαρακτηρίζουν τον Ορτέγα δικτάτορα και κατηγορούν το ζευγάρι ότι έχει κάνει κατάσχεση της εξουσίας και καταπνίγει τις ελευθερίες.
ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση και ΟΗΕ απευθύνουν εκκλήσεις, ως είθισται να σταματήσει η βία και να διαλυθούν οι ένοπλες οργανώσεις.
Με όρους οικονομικούς το πλήγμα είναι βαρύ για την οικονομία της Νικαράγουας από το κύμα κινητοποιήσεων και βίαιων επεισοδίων. Οι τουρίστες είναι άφαντοι, τα εστιατόρια κατέβασαν ρολά, ακόμη και οι πλανόδιοι πωλητές των τορτίγιας στους δρόμους έμειναν άεργοι ενώ η κεντρική τράπεζα της Νικαράγουας, αναθεώρησε θεαματικά προς τα κάτω την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη της οικονομίας το 2018, από το 4,9% στο 1% του ΑΕΠ.
«Η Νικαράγουα των Σαντινίστας». Οι δύο λέξεις ήταν αχώριστες από το 1979, όταν οι εξεγερμένοι Σαντινίστας είχαν κατορθώσει να ανατρέψουν τον δικτάτορα Αναστάσιο Σομόσα, που για χρόνια θεωρούνταν «ο άνθρωπος των Ηνωμένων Πολιτειών» στην περιοχή.
Ένα μικρό έθνος στον αυλόγυρο της «αυτοκρατορίας», είχε το θράσος να υψώσει ανάστημα. Από τη μια μεριά ήταν ο Γολιάθ, με το πρόσωπο του Αμερικανού προέδρου Ρόναλντ Ρήγκαν, αρχιτέκτονα μιας συντηρητικής και οικονομικά φιλελεύθερης στροφής και από την άλλη ήταν ο Δαυίδ, που τον ενσάρκωνε το Σαντινιστικό Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης (FSLN).
Η επαναστατική εξουσία στη Νικαράγουα αφιερώθηκε στην αναδιανομή του πλούτου και στην προαγωγή της υγείας και της εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με τον Bernard Duterme, διευθυντή του Centre Tricontinental (CETRI) και την ανάλυσή του στην «Le monde diplomatique» οι Σαντινίστας «επέλεξαν τη μεικτή οικονομία, τον πολιτικό πλουραλισμό, τη μη ένταξη σε στρατιωτικές συμμαχίες, τη στιγμή που η αμερικανική Δεξιά κατάγγελλε ένα «κομμουνιστικό καθεστώς» και εξόπλιζε παράνομα ένα μέρος της αντιπολίτευσης -τους Κόντρας- βαφτίζοντάς τους «μαχητές της ελευθερίας». Το 1990, οι ηγέτες των Σαντινίστας, που διοικούσαν τη χώρα από το 1979, υπέκυψαν. Εξαντλημένος ο πληθυσμός από τα χρόνια του πολέμου, έκλεισε στις κάλπες την επαναστατική παρένθεση με έναν αμφιλεγόμενο απολογισμό. Στα θετικά: η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και των ανισοτήτων, το σχολείο για όλους, οι εκστρατείες εμβολιασμών, η αγροτική μεταρρύθμιση, η επιθυμία εθνικής ανεξαρτησίας. Στα αρνητικά: ο παρεμβατισμός μιας εξουσίας πεπεισμένης για την απελευθερωτική αποστολή της, το κρατικό συμφέρον που τίθεται υπεράνω όλων, οι θυσίες που έγιναν σε ένα πλαίσιο πολιτικής βίας και μποϊκοτάζ, ο περιρρέων μιλιταρισμός. Οι Σαντινίστας αποδέχθηκαν την εκλογική ήττα. Είχε έρθει η ώρα της φιλελεύθερης δημοκρατίας».
Έχοντας επιστρέψει στην ηγεσία της Νικαράγουα το 2006, ο πρώην επαναστάτης ηγέτης Ντανιέλ Ορτέγκα οδηγούσε σε αδιέξοδο τη Νικαραγουανή Επανάσταση. Με αυστηρά πολιτικούς όρους ο «ντανιελισμός» ή ο «ορτεγισμός» -όπως τον αποκαλούν οι επικριτές του- δεν διατήρησε τα βασικά στοιχεία του σαντινισμού, του οποίου ωστόσο έχει κρατήσει το όνομα. Με αποκήρυξη αρχών μέχρι το σημείο της παρωδίας και με απότομες αλλαγές πλεύσης μέχρι το σημείο της αντίφασης, ο Ορτέγα κατόρθωσε να πετύχει την υποστήριξη τμημάτων της κοινωνίας που στο παρελθόν του ήταν εχθρικά, διατηρώντας ταυτόχρονα τη δημοτικότητά του μεταξύ του λαϊκού ακροατηρίου των Σαντινίστας.
Οι πιο σκληρές επικρίσεις προέρχονται από τους παλαιούς συντρόφους του προέδρου, που εκδιώχθηκαν ή αποχώρησαν από το FSLN, σε κάθε φάση της ιδιωτικοποίησης του κοκκινόμαυρου κόμματος από τον Ορτέγα και την κλίκα του.
Ο Νταν Λα Μποτζ υπήρξε ιδρυτικό μέλος της κίνησης «Οδηγοί φορτηγών για ένα Δημοκρατικό Συνδικάτο». Είναι επίσης συγγραφέας και συν-εκδότης της ηλεκτρονικής περιοδικής έκδοσης «Νέα Πολιτική» και εκδότης του «Μεξικανές Εργατικές Ειδήσεις και Αναλύσεις».
Σύμφωνα με τον Νταν Λα Μποτζ «ο Ντανιέλ Ορτέγα άρχισε να συνάπτει συμμαχίες με την επιχειρηματική τάξη της Νικαράγουας και με συντηρητικούς και διεφθαρμένους πολιτικούς μετά την αποχώρησή του από την εξουσία το 1990 και τελικά κατάφερε να επιστρέψει στην εξουσία ως πρόεδρος. Κατά τα επόμενα σχεδόν τριάντα χρόνια έγινε δικτάτορας, καθιστώντας τη σύζυγό του αντιπρόεδρο και ελέγχοντας όλους τους κλάδους της κυβέρνησης».
Ενώ η κυβέρνηση Ορτέγα ήταν σύμμαχος της Κούβας, της Βενεζουέλας και της Βολιβίας και θεωρούνταν ως αντιιμπεριαλιστική, υπήρξαν ελάχιστα ή και τίποτα που να είναι πραγματικά αντιιμπεριαλιστικά ως προς τις πολιτικές και τις πρακτικές της. Η Νικαράγουα του Ορτέγα έχει μεγάλη εμπλοκή με την αμερικανική κυβέρνηση και τις επιχειρήσεις των Η.Π.Α. επί δεκαετίες και συνεργάστηκε με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε πολλούς τομείς: οικονομικά, πολιτικά, ακόμα και από την άποψη της αστυνόμευσης και του στρατού. Όπως σημειώνει η «Σελίδα για τη Νικαράγουα» στο site του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο κυρίαρχος οικονομικός εταίρος της Νικαράγουας, αγοράζοντας το 51% των εξαγωγών της Νικαράγουας, προμηθεύοντας το 32% των εισαγωγών, παρέχοντας το 20% των επενδύσεων, στέλνοντας το 54% των εμβασμάτων της, και είναι η χώρα προέλευσης του 19% των τουριστών της, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2017».
Ο Ορτέγα σίγουρα ενθάρρυνε τις επενδύσεις των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης των ζωνών ελεύθερου εμπορίου και των καλλιεργειών τύπου maquiladoras που αντιπροσωπεύουν σημαντικό μέρος των εξαγωγών της χώρας, στη βάση των χαμηλών μισθών των εργαζομένων. Ο Ορτέγα εργάστηκε για να αποτρέψει τις απεργίες και να εμποδίσει την οργάνωση ανεξάρτητων εργατικών συνδικάτων. Οι αμερικανικές και άλλες ξένες άμεσες επενδύσεις ανέρχονται σήμερα σε 6% του ΑΕΠ.
Σταδιακά και λόγω της πολιτικής του, τόσο η καπιταλιστική τάξη της Νικαράγουα όσο και οι ΗΠΑ και άλλοι ξένοι επενδυτές είναι αρκετά ικανοποιημένοι με τον Ντανιέλ Ορτέγα από τότε που ήρθε στην εξουσία.
Έτσι, με την πάροδο του χρόνου το FSLN του Ορτέγα έγινε το κυρίαρχο συντηρητικό κόμμα και κέρδισε την υποστήριξη από τους τραπεζίτες και τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων της Νικαράγουα αλλά και την ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας.
Κάπως έτσι έφτασε η Νικαράγουα σε μια μαζική λαϊκή εξέγερση ενάντια στον Ορτέγα.
Το σημερινό κίνημα διαμαρτυρίας στη Νικαράγουα έχει τις ρίζες του στο 2012, όταν οι αυτόχθονες πληθυσμοί της Νικαράγουας, οι αγρότες και οι οικολόγοι κατέθεσαν αγωγές ενάντια στο φαραωνικό σχέδιο της κυβέρνησης για την κατασκευή ενός καναλιού που θα ενώνει τους δύο ωκεανούς, ένα έργο που θα μπορούσε να έχει καταστροφικές οικολογικές συνέπειες. Όταν οι αγωγές απορρίφθηκαν, οι ομάδες αυτές άρχισαν να οργανώνουν ειρηνικές διαμαρτυρίες τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές. Ενώ στις περισσότερες από αυτές συμμετείχαν μερικές εκατοντάδες, μερικές φορές συμμετείχαν χιλιάδες. Η αστυνομία του Ορτέγκα και, μερικές φορές το κόμμα του, το «Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Σαντινίστα» (Sandinista National Liberation Front - FSLN) και οι βίαιες ένοπλες συμμορίες της οργάνωσης νεολαίας του που ονομάζονται turbas, επιτέθηκαν στους ειρηνικούς διαδηλωτές.
Όταν στα μέσα Απριλίου φέτος η κυβέρνηση Ορτέγα ανακοίνωσε αύξηση της φορολογίας των συντάξεων των εργαζομένων, συνοδευόμενες από μείωση των συνταξιοδοτικών παροχών, υπήρξε ευρεία αντίδραση κατά των μεταρρυθμίσεων. Οι φοιτητές στα μεγάλα πανεπιστήμια της χώρας οργάνωσαν διαμαρτυρίες, αλλά όταν δέχτηκαν επίθεση επέστρεψαν στις πανεπιστημιουπόλεις τους και τις κατέλαβαν. Όταν οι φοιτητές διαδήλωσαν ξανά, η αστυνομία και οι turbas τους επιτέθηκαν.
Υπήρξαν και δολοφονίες, οι οποίες προκάλεσαν φρίκη στον λαό και ένα κίνημα διαμαρτυρίας εξαπλώθηκε σε ολόκληρη τη χώρα. Η Καθολική Εκκλησία, οι επιχειρηματικές οργανώσεις και μερικοί από τους φοιτητές ζήτησαν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ορτέγα και της αντιπολίτευσης, αλλά ο Ορτέγα απέτυχε να διαπραγματευτεί και η αντιπολίτευση έγινε όλο και πιο αδιάλλακτη στο αίτημά της για παραίτησή του. Με την αναστολή των διαπραγματεύσεων, οι διαμαρτυρίες συνεχίστηκαν, το ίδιο και η κυβερνητική βία. Στη συνέχεια, η Εκκλησία διοργάνωσε πορείες που ζητούσαν «Ειρήνη και Δικαιοσύνη», στις οποίες συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες.
Προς το παρόν, τα πράγματα είναι εξαιρετικά τεταμένα.
Η κυβέρνηση Ορτέγα από την πλευρά της δηλώνει ότι η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ βρίσκεται πίσω από τις διαμαρτυρίες και συνεργάζεται με το Κίνημα Αναγέννησης Σαντινίστα (MRS), μια ομάδα αντιφρονούντων που διασπάστηκε από τους Σαντινίστας το 1994. Η αφήγηση αυτή φαίνεται να υιοθετήθηκε από την κυβέρνηση της Κούβας, το ειδησεογραφικό τηλεοπτικό δίκτυο ΤeleSur της Βενεζουέλας, και από το Russian Television. Οι Λατινοαμερικάνοι έχουν κάθε λόγο να είναι φιλύποπτοι και να φοβούνται την αμερικανική παρέμβαση στις χώρες τους, ωστόσο η λαϊκή εξέγερση δείχνει να αναπτύχθηκε στη Νικαράγουα ανάμεσα στους απλούς ανθρώπους που ανησυχούν για τα αγροκτήματα τους και το περιβάλλον, για το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και τα δικαιώματα των γυναικών, καθώς και άλλα θέματα, και έγινε αντικυβερνητική εξέγερση μόνο όταν αντιμετώπισε την βίαιη καταστολή. Και βέβαια δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να προωθήσει τη δική της ατζέντα, αλλά αυτό δεν αναιρεί με κανέναν τρόπο το ότι άρχισε και εξακολουθεί να είναι ένα ανεξάρτητο κίνημα.
Το κόμμα του Ορτέγα, έχοντας τον έλεγχο των κοινωνικών οργανώσεων και των εργατικών συνδικάτων, άφησε ελάχιστες ευκαιρίες για μια αποτελεσματική αριστερή αντιπολίτευση. Ο συνδυασμός του πολιτικού μονοπωλίου και της καταπίεσης δημιούργησε μια ατμόσφαιρα που ανέστειλε και ιδίως κατέστησε δύσκολη τη δημιουργία ισχυρών αντιπολιτευτικών ομάδων στα αριστερά.
Υπάρχουν πολλά πολιτικά κόμματα στη Νικαράγουα, αλλά εκείνα που βρίσκονται στα αριστερά δεν κατάφεραν να αποκτήσουν λαϊκή βάση, ενώ τα κόμματα στα δεξιά ήταν από καιρό διεφθαρμένα. Δύο διασπάσεις από το FSLN, το Κίνημα Αναγέννησης Σαντινίστα (MRS) και το Κίνημα για τη Διάσωση του Σαντινισμού (MPRS), προσπάθησαν να χτίσουν μια αριστερή αντιπολίτευση.
Τα δύο βασικά συντηρητικά κόμματα της αντιπολίτευσης της Νικαράγουας -το Συνταγματικό Φιλελεύθερο Κόμμα και το Ανεξάρτητο Φιλελεύθερο Κόμμα- αποδείχθηκαν ικανά να οικοδομήσουν υποστήριξη και να κερδίσουν εκλογές, αλλά μόνο επειδή είχαν κάνει πολιτικές συμφωνίες με τον Ορτέγκα.
Η καπιταλιστική τάξη της Νικαράγουα, που διαπίστωσε ότι ο Ορτέγκα υποστήριξε την ατζέντα της, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να υποστηρίξει τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης. Καθώς αυτή η κρίση εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε, δεν υπήρχε κανένα πολιτικό κόμμα στα αριστερά για να δώσει ηγεσία στο κίνημα και τα απομεινάρια των συντηρητικών κομμάτων που έχουν επιβιώσει έχουν διαφθαρεί εντελώς από τον Ορτέγα και το FSLN.
«Αυτό που χρειάζονται τώρα οι Νικαραγουανοί είναι η ταπεινότητα να δεχτούν ότι έκαναν λάθος και ότι ήρθε η ώρα της χώρας. Ενότητα, απλότητα, ταπεινότητα και επιθυμία να προχωρήσουμε μπροστά. Όλοι ενωμένοι για να ξαναχτίσουμε αυτό που άμεσα ή έμμεσα καταστρέψαμε. Πρέπει να κυβερνήσουμε τον εαυτό μας με οριζόντιο τρόπο» υποστηρίζει στο Opendemocracy, ο Cirilo Antonio Otero, κοινωνιολόγος και διευθυντής του Κέντρου Πρωτοβουλιών Περιβαλλοντικής Πολιτικής (CIPA) στη Νικαράγουα.
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Η Νικαράγουα, η φτωχότερη χώρα της κεντρικής Αμερικής, συνταράσσεται εδώ και τρεις μήνες από βίαια επεισόδια στα οποία έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 280 άνθρωποι και έχουν τραυματιστεί άλλοι περίπου 2.000.
Οι κινητοποιήσεις, με αιχμή του δόρατος οργανώσεις φοιτητών, αλλά και τη στήριξη της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας που είναι μεσολαβητής στον διάλογο που ζήτησε ο πρόεδρος Ορτέγα, άρχισαν την 18η Απριλίου και πολύ γρήγορα πήραν χαρακτήρα εξέγερσης εναντίον του προέδρου Ντανιέλ Ορτέγα. Είναι ο άλλοτε επικεφαλής των ανταρτών Σαντινίστας, 72 ετών σήμερα, που επανεξελέγη πρόεδρος της Νικαράγουας το 2007, έπειτα από μια πρώτη θητεία του στην εξουσία από το 1979 ως το 1990.
Οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους για να διαδηλώσουν κατά της μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και της μείωσης των συντάξεων. Παρά την ανακοίνωση του προέδρου Ντανιέλ Ορτέγα ότι την αποσύρει οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται με αίτημα πλέον την παραίτησή του και της συζύγου του, της Ροσάριο Μουρίγιο, αντιπροέδρου της χώρας.
Η κυβέρνηση χαρακτηρίζει τους διαδηλωτές «πραξικοπηματίες» και «εγκληματίες», οι αντικυβερνητικοί χαρακτηρίζουν τον Ορτέγα δικτάτορα και κατηγορούν το ζευγάρι ότι έχει κάνει κατάσχεση της εξουσίας και καταπνίγει τις ελευθερίες.
ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση και ΟΗΕ απευθύνουν εκκλήσεις, ως είθισται να σταματήσει η βία και να διαλυθούν οι ένοπλες οργανώσεις.
Με όρους οικονομικούς το πλήγμα είναι βαρύ για την οικονομία της Νικαράγουας από το κύμα κινητοποιήσεων και βίαιων επεισοδίων. Οι τουρίστες είναι άφαντοι, τα εστιατόρια κατέβασαν ρολά, ακόμη και οι πλανόδιοι πωλητές των τορτίγιας στους δρόμους έμειναν άεργοι ενώ η κεντρική τράπεζα της Νικαράγουας, αναθεώρησε θεαματικά προς τα κάτω την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη της οικονομίας το 2018, από το 4,9% στο 1% του ΑΕΠ.
Τι πήγε στραβά στην «Νικαράγουα των Σαντινίστας»;
«Η Νικαράγουα των Σαντινίστας». Οι δύο λέξεις ήταν αχώριστες από το 1979, όταν οι εξεγερμένοι Σαντινίστας είχαν κατορθώσει να ανατρέψουν τον δικτάτορα Αναστάσιο Σομόσα, που για χρόνια θεωρούνταν «ο άνθρωπος των Ηνωμένων Πολιτειών» στην περιοχή.
Ένα μικρό έθνος στον αυλόγυρο της «αυτοκρατορίας», είχε το θράσος να υψώσει ανάστημα. Από τη μια μεριά ήταν ο Γολιάθ, με το πρόσωπο του Αμερικανού προέδρου Ρόναλντ Ρήγκαν, αρχιτέκτονα μιας συντηρητικής και οικονομικά φιλελεύθερης στροφής και από την άλλη ήταν ο Δαυίδ, που τον ενσάρκωνε το Σαντινιστικό Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης (FSLN).
Η επαναστατική εξουσία στη Νικαράγουα αφιερώθηκε στην αναδιανομή του πλούτου και στην προαγωγή της υγείας και της εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με τον Bernard Duterme, διευθυντή του Centre Tricontinental (CETRI) και την ανάλυσή του στην «Le monde diplomatique» οι Σαντινίστας «επέλεξαν τη μεικτή οικονομία, τον πολιτικό πλουραλισμό, τη μη ένταξη σε στρατιωτικές συμμαχίες, τη στιγμή που η αμερικανική Δεξιά κατάγγελλε ένα «κομμουνιστικό καθεστώς» και εξόπλιζε παράνομα ένα μέρος της αντιπολίτευσης -τους Κόντρας- βαφτίζοντάς τους «μαχητές της ελευθερίας». Το 1990, οι ηγέτες των Σαντινίστας, που διοικούσαν τη χώρα από το 1979, υπέκυψαν. Εξαντλημένος ο πληθυσμός από τα χρόνια του πολέμου, έκλεισε στις κάλπες την επαναστατική παρένθεση με έναν αμφιλεγόμενο απολογισμό. Στα θετικά: η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και των ανισοτήτων, το σχολείο για όλους, οι εκστρατείες εμβολιασμών, η αγροτική μεταρρύθμιση, η επιθυμία εθνικής ανεξαρτησίας. Στα αρνητικά: ο παρεμβατισμός μιας εξουσίας πεπεισμένης για την απελευθερωτική αποστολή της, το κρατικό συμφέρον που τίθεται υπεράνω όλων, οι θυσίες που έγιναν σε ένα πλαίσιο πολιτικής βίας και μποϊκοτάζ, ο περιρρέων μιλιταρισμός. Οι Σαντινίστας αποδέχθηκαν την εκλογική ήττα. Είχε έρθει η ώρα της φιλελεύθερης δημοκρατίας».
Έχοντας επιστρέψει στην ηγεσία της Νικαράγουα το 2006, ο πρώην επαναστάτης ηγέτης Ντανιέλ Ορτέγκα οδηγούσε σε αδιέξοδο τη Νικαραγουανή Επανάσταση. Με αυστηρά πολιτικούς όρους ο «ντανιελισμός» ή ο «ορτεγισμός» -όπως τον αποκαλούν οι επικριτές του- δεν διατήρησε τα βασικά στοιχεία του σαντινισμού, του οποίου ωστόσο έχει κρατήσει το όνομα. Με αποκήρυξη αρχών μέχρι το σημείο της παρωδίας και με απότομες αλλαγές πλεύσης μέχρι το σημείο της αντίφασης, ο Ορτέγα κατόρθωσε να πετύχει την υποστήριξη τμημάτων της κοινωνίας που στο παρελθόν του ήταν εχθρικά, διατηρώντας ταυτόχρονα τη δημοτικότητά του μεταξύ του λαϊκού ακροατηρίου των Σαντινίστας.
Οι πιο σκληρές επικρίσεις προέρχονται από τους παλαιούς συντρόφους του προέδρου, που εκδιώχθηκαν ή αποχώρησαν από το FSLN, σε κάθε φάση της ιδιωτικοποίησης του κοκκινόμαυρου κόμματος από τον Ορτέγα και την κλίκα του.
Ο Νταν Λα Μποτζ υπήρξε ιδρυτικό μέλος της κίνησης «Οδηγοί φορτηγών για ένα Δημοκρατικό Συνδικάτο». Είναι επίσης συγγραφέας και συν-εκδότης της ηλεκτρονικής περιοδικής έκδοσης «Νέα Πολιτική» και εκδότης του «Μεξικανές Εργατικές Ειδήσεις και Αναλύσεις».
Σύμφωνα με τον Νταν Λα Μποτζ «ο Ντανιέλ Ορτέγα άρχισε να συνάπτει συμμαχίες με την επιχειρηματική τάξη της Νικαράγουας και με συντηρητικούς και διεφθαρμένους πολιτικούς μετά την αποχώρησή του από την εξουσία το 1990 και τελικά κατάφερε να επιστρέψει στην εξουσία ως πρόεδρος. Κατά τα επόμενα σχεδόν τριάντα χρόνια έγινε δικτάτορας, καθιστώντας τη σύζυγό του αντιπρόεδρο και ελέγχοντας όλους τους κλάδους της κυβέρνησης».
Ενώ η κυβέρνηση Ορτέγα ήταν σύμμαχος της Κούβας, της Βενεζουέλας και της Βολιβίας και θεωρούνταν ως αντιιμπεριαλιστική, υπήρξαν ελάχιστα ή και τίποτα που να είναι πραγματικά αντιιμπεριαλιστικά ως προς τις πολιτικές και τις πρακτικές της. Η Νικαράγουα του Ορτέγα έχει μεγάλη εμπλοκή με την αμερικανική κυβέρνηση και τις επιχειρήσεις των Η.Π.Α. επί δεκαετίες και συνεργάστηκε με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε πολλούς τομείς: οικονομικά, πολιτικά, ακόμα και από την άποψη της αστυνόμευσης και του στρατού. Όπως σημειώνει η «Σελίδα για τη Νικαράγουα» στο site του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο κυρίαρχος οικονομικός εταίρος της Νικαράγουας, αγοράζοντας το 51% των εξαγωγών της Νικαράγουας, προμηθεύοντας το 32% των εισαγωγών, παρέχοντας το 20% των επενδύσεων, στέλνοντας το 54% των εμβασμάτων της, και είναι η χώρα προέλευσης του 19% των τουριστών της, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2017».
Ο Ορτέγα σίγουρα ενθάρρυνε τις επενδύσεις των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης των ζωνών ελεύθερου εμπορίου και των καλλιεργειών τύπου maquiladoras που αντιπροσωπεύουν σημαντικό μέρος των εξαγωγών της χώρας, στη βάση των χαμηλών μισθών των εργαζομένων. Ο Ορτέγα εργάστηκε για να αποτρέψει τις απεργίες και να εμποδίσει την οργάνωση ανεξάρτητων εργατικών συνδικάτων. Οι αμερικανικές και άλλες ξένες άμεσες επενδύσεις ανέρχονται σήμερα σε 6% του ΑΕΠ.
Σταδιακά και λόγω της πολιτικής του, τόσο η καπιταλιστική τάξη της Νικαράγουα όσο και οι ΗΠΑ και άλλοι ξένοι επενδυτές είναι αρκετά ικανοποιημένοι με τον Ντανιέλ Ορτέγα από τότε που ήρθε στην εξουσία.
Έτσι, με την πάροδο του χρόνου το FSLN του Ορτέγα έγινε το κυρίαρχο συντηρητικό κόμμα και κέρδισε την υποστήριξη από τους τραπεζίτες και τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων της Νικαράγουα αλλά και την ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας.
Κάπως έτσι έφτασε η Νικαράγουα σε μια μαζική λαϊκή εξέγερση ενάντια στον Ορτέγα.
Η σημερινή εξέγερση
Το σημερινό κίνημα διαμαρτυρίας στη Νικαράγουα έχει τις ρίζες του στο 2012, όταν οι αυτόχθονες πληθυσμοί της Νικαράγουας, οι αγρότες και οι οικολόγοι κατέθεσαν αγωγές ενάντια στο φαραωνικό σχέδιο της κυβέρνησης για την κατασκευή ενός καναλιού που θα ενώνει τους δύο ωκεανούς, ένα έργο που θα μπορούσε να έχει καταστροφικές οικολογικές συνέπειες. Όταν οι αγωγές απορρίφθηκαν, οι ομάδες αυτές άρχισαν να οργανώνουν ειρηνικές διαμαρτυρίες τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές. Ενώ στις περισσότερες από αυτές συμμετείχαν μερικές εκατοντάδες, μερικές φορές συμμετείχαν χιλιάδες. Η αστυνομία του Ορτέγκα και, μερικές φορές το κόμμα του, το «Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Σαντινίστα» (Sandinista National Liberation Front - FSLN) και οι βίαιες ένοπλες συμμορίες της οργάνωσης νεολαίας του που ονομάζονται turbas, επιτέθηκαν στους ειρηνικούς διαδηλωτές.
Όταν στα μέσα Απριλίου φέτος η κυβέρνηση Ορτέγα ανακοίνωσε αύξηση της φορολογίας των συντάξεων των εργαζομένων, συνοδευόμενες από μείωση των συνταξιοδοτικών παροχών, υπήρξε ευρεία αντίδραση κατά των μεταρρυθμίσεων. Οι φοιτητές στα μεγάλα πανεπιστήμια της χώρας οργάνωσαν διαμαρτυρίες, αλλά όταν δέχτηκαν επίθεση επέστρεψαν στις πανεπιστημιουπόλεις τους και τις κατέλαβαν. Όταν οι φοιτητές διαδήλωσαν ξανά, η αστυνομία και οι turbas τους επιτέθηκαν.
Υπήρξαν και δολοφονίες, οι οποίες προκάλεσαν φρίκη στον λαό και ένα κίνημα διαμαρτυρίας εξαπλώθηκε σε ολόκληρη τη χώρα. Η Καθολική Εκκλησία, οι επιχειρηματικές οργανώσεις και μερικοί από τους φοιτητές ζήτησαν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ορτέγα και της αντιπολίτευσης, αλλά ο Ορτέγα απέτυχε να διαπραγματευτεί και η αντιπολίτευση έγινε όλο και πιο αδιάλλακτη στο αίτημά της για παραίτησή του. Με την αναστολή των διαπραγματεύσεων, οι διαμαρτυρίες συνεχίστηκαν, το ίδιο και η κυβερνητική βία. Στη συνέχεια, η Εκκλησία διοργάνωσε πορείες που ζητούσαν «Ειρήνη και Δικαιοσύνη», στις οποίες συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες.
Προς το παρόν, τα πράγματα είναι εξαιρετικά τεταμένα.
Η κυβέρνηση Ορτέγα από την πλευρά της δηλώνει ότι η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ βρίσκεται πίσω από τις διαμαρτυρίες και συνεργάζεται με το Κίνημα Αναγέννησης Σαντινίστα (MRS), μια ομάδα αντιφρονούντων που διασπάστηκε από τους Σαντινίστας το 1994. Η αφήγηση αυτή φαίνεται να υιοθετήθηκε από την κυβέρνηση της Κούβας, το ειδησεογραφικό τηλεοπτικό δίκτυο ΤeleSur της Βενεζουέλας, και από το Russian Television. Οι Λατινοαμερικάνοι έχουν κάθε λόγο να είναι φιλύποπτοι και να φοβούνται την αμερικανική παρέμβαση στις χώρες τους, ωστόσο η λαϊκή εξέγερση δείχνει να αναπτύχθηκε στη Νικαράγουα ανάμεσα στους απλούς ανθρώπους που ανησυχούν για τα αγροκτήματα τους και το περιβάλλον, για το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και τα δικαιώματα των γυναικών, καθώς και άλλα θέματα, και έγινε αντικυβερνητική εξέγερση μόνο όταν αντιμετώπισε την βίαιη καταστολή. Και βέβαια δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να προωθήσει τη δική της ατζέντα, αλλά αυτό δεν αναιρεί με κανέναν τρόπο το ότι άρχισε και εξακολουθεί να είναι ένα ανεξάρτητο κίνημα.
Ποιος ηγείται της αντιπολίτευσης;
Το κόμμα του Ορτέγα, έχοντας τον έλεγχο των κοινωνικών οργανώσεων και των εργατικών συνδικάτων, άφησε ελάχιστες ευκαιρίες για μια αποτελεσματική αριστερή αντιπολίτευση. Ο συνδυασμός του πολιτικού μονοπωλίου και της καταπίεσης δημιούργησε μια ατμόσφαιρα που ανέστειλε και ιδίως κατέστησε δύσκολη τη δημιουργία ισχυρών αντιπολιτευτικών ομάδων στα αριστερά.
Υπάρχουν πολλά πολιτικά κόμματα στη Νικαράγουα, αλλά εκείνα που βρίσκονται στα αριστερά δεν κατάφεραν να αποκτήσουν λαϊκή βάση, ενώ τα κόμματα στα δεξιά ήταν από καιρό διεφθαρμένα. Δύο διασπάσεις από το FSLN, το Κίνημα Αναγέννησης Σαντινίστα (MRS) και το Κίνημα για τη Διάσωση του Σαντινισμού (MPRS), προσπάθησαν να χτίσουν μια αριστερή αντιπολίτευση.
Τα δύο βασικά συντηρητικά κόμματα της αντιπολίτευσης της Νικαράγουας -το Συνταγματικό Φιλελεύθερο Κόμμα και το Ανεξάρτητο Φιλελεύθερο Κόμμα- αποδείχθηκαν ικανά να οικοδομήσουν υποστήριξη και να κερδίσουν εκλογές, αλλά μόνο επειδή είχαν κάνει πολιτικές συμφωνίες με τον Ορτέγκα.
Η καπιταλιστική τάξη της Νικαράγουα, που διαπίστωσε ότι ο Ορτέγκα υποστήριξε την ατζέντα της, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να υποστηρίξει τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης. Καθώς αυτή η κρίση εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε, δεν υπήρχε κανένα πολιτικό κόμμα στα αριστερά για να δώσει ηγεσία στο κίνημα και τα απομεινάρια των συντηρητικών κομμάτων που έχουν επιβιώσει έχουν διαφθαρεί εντελώς από τον Ορτέγα και το FSLN.
«Αυτό που χρειάζονται τώρα οι Νικαραγουανοί είναι η ταπεινότητα να δεχτούν ότι έκαναν λάθος και ότι ήρθε η ώρα της χώρας. Ενότητα, απλότητα, ταπεινότητα και επιθυμία να προχωρήσουμε μπροστά. Όλοι ενωμένοι για να ξαναχτίσουμε αυτό που άμεσα ή έμμεσα καταστρέψαμε. Πρέπει να κυβερνήσουμε τον εαυτό μας με οριζόντιο τρόπο» υποστηρίζει στο Opendemocracy, ο Cirilo Antonio Otero, κοινωνιολόγος και διευθυντής του Κέντρου Πρωτοβουλιών Περιβαλλοντικής Πολιτικής (CIPA) στη Νικαράγουα.
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου