Του Γιάννη Δουφλή
Τα κοινωνικά και πολιτικά διακυβεύματα δεν αφορούν το παρελθόν και τις αναπαραστάσεις του, αλλά το μέλλον, όπως κυοφορείται στο παρόν. Το παρόν, όμως, αυτό δεν αποτελεί παρά κρυστάλλωση μιας ολόκληρης ιστορικής διαδρομής, του παρελθόντος, που δεν μπορούμε να αγνοούμε, όχι βέβαια ως παρελθοντολογία.
Το ζήτημα των σχέσεων με τη γειτονική κρατική οντότητα, που προέκυψε από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, (μεταξύ των άλλων δύσκολων σχέσεων της χώρας μας μέσα στην πάντα ταραγμένη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων) που ονομάστηκε προσωρινά σε ΠΓΔΜ, όπως επικεντρώνεται στην ονοματοδοσία, δεν είναι ένα ιστορικής υφής πολιτισμικό ζήτημα, αλλά ένα σύγχρονο γεωπολιτικό ζήτημα και μάλιστα με πολλούς παράγοντες. Σ’ αυτό το σύγχρονο γεωπολιτικό ζήτημα υπεισέρχονται το παρελθόν, ως ιστορική, γεωγραφική και εθνολογική πραγματικότητα και οι αναπαραστάσεις του, για να δικαιώσουν επιλογές των παικτών (ισχυρών ή υποτελών) της γεωπολιτικής σκακιέρας.
Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ δεν είναι μια γεωγραφική οντότητα, αλλά μια ιστορική οντότητα με εθνικά και ενίοτε κρατικά χαρακτηριστικά, που πήρε μέσα στην ιστορική διαδρομή μια μεταβλητή γεωγραφική-εδαφική υπόσταση, με αρχέγονη ελληνική προέλευση, για να καταλήξει μέχρι πριν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, σε γεωγραφικού τύπου προσδιορισμούς εντός διαφορετικών κρατικών υποστάσεων. Οι αμφιλογίες που γέννησε η κρυστάλλωση αυτή, ήταν αποτέλεσμα γεωπολιτικών «ισορροπιών», μετά από συγκρούσεις, κατά τη δημιουργία εθνικών κρατών στη βαλκανική από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τη σφραγίδα των μεγάλων δυνάμεων.
Οι αβελτηρίες του πολιτικού συστήματος του ελλαδικού κράτους, λόγω της υποταγής του στη Δύση (τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις), οδήγησαν αφενός μεν στην αποδοχή του ονόματος Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, ως ομόσπονδη δημοκρατία της Ο.Δ. της Γιουγκοσλαβίας την εποχή της σύστασής της, αποτέλεσμα των επεκτατικών βλέψεων του Τίτο (βλ. θεωρία της ύπαρξης «μακεδονικής εθνότητας») και της επιδίωξης των μεγάλων δυνάμεων για προσεταιρισμό του, αφετέρου δε, ακόμη χειρότερα, στην ενδιάμεση συμφωνία του προσωρινού ονόματος ΠΓΔΜ.
Το «δικαίωμα της αυτοδιάθεσης», ως στοιχείο του Ιανού των δικαιωμάτων αποτέλεσε τον πολιορκητικό κριό των ανοιχτών αλυτρωτικών βλέψεων, θεσμισμένων, ιδεολογικών, συμβολικών και ρητορικών του νεοσύστατου κράτους, χωρίς πραγματολογικό-εθνολογικό έρεισμα (Η σλαβοφωνία μιας ελάχιστης πληθυσμιακής μερίδας εντός του ελληνικού κράτους που αναφέρεται περισσότερο σε ανάμικτη βουλγαρική διάλεκτο, δεν μπορεί επ’ ουδενί να θεωρηθεί συστατικό έθνους, και μάλιστα προς λύτρωση). Με την παραχάραξη της ιστορίας και τη χρήση της στα πλαίσια του αλυτρωτισμού, οικοδομήθηκε μια «εθνική ταυτότητα», ψευδεπίγραφή κι αυτή σε σχέση με την εθνολογική του σύσταση, θεωρούμενη ως αναφαίρετο δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού στο πλαίσιο της αυτοδιάθεσης.
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ, από την εθελόδουλη ελλαδική πολιτική και οικονομική ελίτ ότι η έννοια της Δημοκρατίας των Σκοπίων, είναι πράγματι προσβλητικό όνομα. Λες και δεν υπάρχουν παραδείγματα χωρών, όπως π.χ. το Μεξικό, η Αλγερία, η Τυνησία κ.ά. που έχουν το ίδιο ή παραπλήσιο όνομα για την πρωτεύουσα και το ίδιο το κράτος τους.
Το κρατικό όνομα «Βόρεια Μακεδονία», τη στιγμή που δεν υπάρχει αντίστοιχο κρατικό, ούτε γεωγραφικό άλλωστε, «Νότια Μακεδονία», ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για διεκδικήσεις του ελληνικού εδάφους της Μακεδονίας και το διαμελισμό της κρατικής μας υπόστασης, από αλλότριες δυνάμεις.
Το επιχείρημα περί ανυπόστατου, φανταστικού κινδύνου, κατά της ισχυρής ή ισχυρότερης τουλάχιστον (και ως εκ τούτου γενναιόδωρης [sic!]) Ελλάδας, διαχρονικά και στην αιωνιότητα, παραγνωρίζει (σκόπιμα [;]) δύο παράγοντες: Η θέση της χώρας μας έχει ήδη υποβαθμισθεί και υπονομευθεί μέσα από την πολιτική –και την επιβολή της δια της ισχύος τους– των μεγάλων δυνάμεων, που φαίνεται πως συγκλίνουν στις επιδιώξεις ανακατατάξεων στα Βαλκάνια. Ήδη άλλωστε η διείσδυσή τους στο κράτος των Σκοπίων, του προσδίδουν μια δυναμική ισχύος που δεν αντανακλάται στο μέγεθος της σημερινής έκτασης του πληθυσμού (ανομοιογενούς άλλωστε κατά τις αντιλήψεις και των ιδίων των μεγάλων ομαδοποιήσεών του, που δεν αποδέχονται όλες την ταυτότητα «μακεδόνες») και των ανάλογων πόρων.
Η αναγνώριση άλλωστε στη «Συμφωνία των Πρεσπών» της μακεδονικής ιθαγένειας/εθνικότητας και γλώσσας, δείχνει ανάγλυφα ότι το «Βόρεια» αποτελεί ένα λεπτό φύλο συκής. Η μόνη, αξιοπρεπής για τη χώρα μας, ονομασία με συνθετικό το Μακεδονία, ήταν εκείνη της Σλαβομακεδονίας που προωθήθηκε από τους Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, Κίρο Γκλιγκόροφ και Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων του 1993.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ η «συμφωνία» αυτή, κατάληξη μιας σειράς πλήρως αδιαφανών διαδικασιών, χωρίς καμία δημοκρατική νομιμοποίηση (ούτε λαϊκή, ούτε καν κοινοβουλευτική), υπογράφτηκε από το αριστερής μήτρας δίδυμο των Τσίπρα-Κοτζιά, καθ’ υπαγόρευση και για την υλοποίηση των ομολογημένων και ανομολόγητων, εδώ και δεκαετίες, επιδιώξεων των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων την καταθλιπτική κυριαρχία των οποίων βιώνουμε με ακραίο τρόπο την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία στη χώρα μας (ανάλογα βέβαια και στη γειτονική χώρα).
Σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί όπως προβάλλεται από την παρούσα κυβέρνηση, επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος, αλλά την κυοφορία διόγκωσης και διεύρυνσής του. Δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα ιστορικό προηγούμενο «επίλυσης» διακρατικών αντιθέσεων –και μάλιστα τόσο σύνθετων– κυρίαρχων κρατών με τέτοιο μονομερή τρόπο.
Αποτελεί την κορύφωση των ενεργειών μιας κυβέρνησης, με τη σημαία του εθνομηδενισμού (*), που από το «σκίσιμο των μνημονίων» που προκάλεσαν «ανθρωπιστική κρίση» (sic!) έβαλε τη σφραγίδα της στην ολοκληρωτική υποτέλεια και αποικιοποίηση της χώρας μας, με την υπογραφή του δικού της μνημονίου και από το Go Back Mrs Merkel, στην πανηγυρική υποδοχή της μετά βαΐων και κλάδων (**).
Όπως η ελληνική σφραγίδα της μετατροπής της χώρας μας σε προτεκτοράτο, έφερε την υπογραφή της, τώρα η κυβέρνηση καμαρώνει για τη διεκδίκηση της υπογραφής της στην ελληνική σφραγίδα για το όνομα Δημοκρατία της (Βόρειας) Μακεδονίας.
Η πραγματικότητα αυτή, που έγινε διαισθητικά αντιληπτή, από τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, μέσα από τα πάνδημα συλλαλητήρια και τις αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις, ως το μη έτι περαιτέρω, δεν πρέπει να υλοποιηθεί, αλλά να αποτελέσει αφετηρία εθνικής αφύπνισης και εγρήγορσης.
Σημειώσεις
(*) Ο ψευδο-απελευθερωτικός εθνομηδενισμός αποκρύβει ότι η, δύσκολη ούτως ή άλλως, αρμονική και ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων και των κοινωνιών τους, μέσω των εθνικών ή κρατικών υποστάσεών τους, δεν μπορεί να διέλθει από τον οδοστρωτήρα της παγκόσμιας κυριαρχίας του (χρηματιστικο-πιστωτικού και ολιγοπωλιακού, υπερεθνικού) κεφαλαίου.
(**) Όπως πανηγυρίζει και για την (προσωρινή) απεμπλοκή των «αναδανειστών» από όποιες δεσμεύσεις περαιτέρω αναχρηματοδότησης, παρά την παραμονή της επιτροπείας, των εκατοντάδων χιλιάδων συνομολογηθεισών υποχρεώσεων της χώρας και της εκχώρησης του υλικού της πλούτου και της φορολογητέας ύλης στα χέρια τους.
Πηγή: e-dromos.gr
Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές
Τα κοινωνικά και πολιτικά διακυβεύματα δεν αφορούν το παρελθόν και τις αναπαραστάσεις του, αλλά το μέλλον, όπως κυοφορείται στο παρόν. Το παρόν, όμως, αυτό δεν αποτελεί παρά κρυστάλλωση μιας ολόκληρης ιστορικής διαδρομής, του παρελθόντος, που δεν μπορούμε να αγνοούμε, όχι βέβαια ως παρελθοντολογία.
Το ζήτημα των σχέσεων με τη γειτονική κρατική οντότητα, που προέκυψε από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, (μεταξύ των άλλων δύσκολων σχέσεων της χώρας μας μέσα στην πάντα ταραγμένη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων) που ονομάστηκε προσωρινά σε ΠΓΔΜ, όπως επικεντρώνεται στην ονοματοδοσία, δεν είναι ένα ιστορικής υφής πολιτισμικό ζήτημα, αλλά ένα σύγχρονο γεωπολιτικό ζήτημα και μάλιστα με πολλούς παράγοντες. Σ’ αυτό το σύγχρονο γεωπολιτικό ζήτημα υπεισέρχονται το παρελθόν, ως ιστορική, γεωγραφική και εθνολογική πραγματικότητα και οι αναπαραστάσεις του, για να δικαιώσουν επιλογές των παικτών (ισχυρών ή υποτελών) της γεωπολιτικής σκακιέρας.
Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ δεν είναι μια γεωγραφική οντότητα, αλλά μια ιστορική οντότητα με εθνικά και ενίοτε κρατικά χαρακτηριστικά, που πήρε μέσα στην ιστορική διαδρομή μια μεταβλητή γεωγραφική-εδαφική υπόσταση, με αρχέγονη ελληνική προέλευση, για να καταλήξει μέχρι πριν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, σε γεωγραφικού τύπου προσδιορισμούς εντός διαφορετικών κρατικών υποστάσεων. Οι αμφιλογίες που γέννησε η κρυστάλλωση αυτή, ήταν αποτέλεσμα γεωπολιτικών «ισορροπιών», μετά από συγκρούσεις, κατά τη δημιουργία εθνικών κρατών στη βαλκανική από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τη σφραγίδα των μεγάλων δυνάμεων.
Οι αβελτηρίες του πολιτικού συστήματος του ελλαδικού κράτους, λόγω της υποταγής του στη Δύση (τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις), οδήγησαν αφενός μεν στην αποδοχή του ονόματος Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, ως ομόσπονδη δημοκρατία της Ο.Δ. της Γιουγκοσλαβίας την εποχή της σύστασής της, αποτέλεσμα των επεκτατικών βλέψεων του Τίτο (βλ. θεωρία της ύπαρξης «μακεδονικής εθνότητας») και της επιδίωξης των μεγάλων δυνάμεων για προσεταιρισμό του, αφετέρου δε, ακόμη χειρότερα, στην ενδιάμεση συμφωνία του προσωρινού ονόματος ΠΓΔΜ.
Το «δικαίωμα της αυτοδιάθεσης», ως στοιχείο του Ιανού των δικαιωμάτων αποτέλεσε τον πολιορκητικό κριό των ανοιχτών αλυτρωτικών βλέψεων, θεσμισμένων, ιδεολογικών, συμβολικών και ρητορικών του νεοσύστατου κράτους, χωρίς πραγματολογικό-εθνολογικό έρεισμα (Η σλαβοφωνία μιας ελάχιστης πληθυσμιακής μερίδας εντός του ελληνικού κράτους που αναφέρεται περισσότερο σε ανάμικτη βουλγαρική διάλεκτο, δεν μπορεί επ’ ουδενί να θεωρηθεί συστατικό έθνους, και μάλιστα προς λύτρωση). Με την παραχάραξη της ιστορίας και τη χρήση της στα πλαίσια του αλυτρωτισμού, οικοδομήθηκε μια «εθνική ταυτότητα», ψευδεπίγραφή κι αυτή σε σχέση με την εθνολογική του σύσταση, θεωρούμενη ως αναφαίρετο δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού στο πλαίσιο της αυτοδιάθεσης.
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ, από την εθελόδουλη ελλαδική πολιτική και οικονομική ελίτ ότι η έννοια της Δημοκρατίας των Σκοπίων, είναι πράγματι προσβλητικό όνομα. Λες και δεν υπάρχουν παραδείγματα χωρών, όπως π.χ. το Μεξικό, η Αλγερία, η Τυνησία κ.ά. που έχουν το ίδιο ή παραπλήσιο όνομα για την πρωτεύουσα και το ίδιο το κράτος τους.
Το κρατικό όνομα «Βόρεια Μακεδονία», τη στιγμή που δεν υπάρχει αντίστοιχο κρατικό, ούτε γεωγραφικό άλλωστε, «Νότια Μακεδονία», ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για διεκδικήσεις του ελληνικού εδάφους της Μακεδονίας και το διαμελισμό της κρατικής μας υπόστασης, από αλλότριες δυνάμεις.
Το επιχείρημα περί ανυπόστατου, φανταστικού κινδύνου, κατά της ισχυρής ή ισχυρότερης τουλάχιστον (και ως εκ τούτου γενναιόδωρης [sic!]) Ελλάδας, διαχρονικά και στην αιωνιότητα, παραγνωρίζει (σκόπιμα [;]) δύο παράγοντες: Η θέση της χώρας μας έχει ήδη υποβαθμισθεί και υπονομευθεί μέσα από την πολιτική –και την επιβολή της δια της ισχύος τους– των μεγάλων δυνάμεων, που φαίνεται πως συγκλίνουν στις επιδιώξεις ανακατατάξεων στα Βαλκάνια. Ήδη άλλωστε η διείσδυσή τους στο κράτος των Σκοπίων, του προσδίδουν μια δυναμική ισχύος που δεν αντανακλάται στο μέγεθος της σημερινής έκτασης του πληθυσμού (ανομοιογενούς άλλωστε κατά τις αντιλήψεις και των ιδίων των μεγάλων ομαδοποιήσεών του, που δεν αποδέχονται όλες την ταυτότητα «μακεδόνες») και των ανάλογων πόρων.
Η αναγνώριση άλλωστε στη «Συμφωνία των Πρεσπών» της μακεδονικής ιθαγένειας/εθνικότητας και γλώσσας, δείχνει ανάγλυφα ότι το «Βόρεια» αποτελεί ένα λεπτό φύλο συκής. Η μόνη, αξιοπρεπής για τη χώρα μας, ονομασία με συνθετικό το Μακεδονία, ήταν εκείνη της Σλαβομακεδονίας που προωθήθηκε από τους Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, Κίρο Γκλιγκόροφ και Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων του 1993.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ η «συμφωνία» αυτή, κατάληξη μιας σειράς πλήρως αδιαφανών διαδικασιών, χωρίς καμία δημοκρατική νομιμοποίηση (ούτε λαϊκή, ούτε καν κοινοβουλευτική), υπογράφτηκε από το αριστερής μήτρας δίδυμο των Τσίπρα-Κοτζιά, καθ’ υπαγόρευση και για την υλοποίηση των ομολογημένων και ανομολόγητων, εδώ και δεκαετίες, επιδιώξεων των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων την καταθλιπτική κυριαρχία των οποίων βιώνουμε με ακραίο τρόπο την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία στη χώρα μας (ανάλογα βέβαια και στη γειτονική χώρα).
Σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί όπως προβάλλεται από την παρούσα κυβέρνηση, επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος, αλλά την κυοφορία διόγκωσης και διεύρυνσής του. Δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα ιστορικό προηγούμενο «επίλυσης» διακρατικών αντιθέσεων –και μάλιστα τόσο σύνθετων– κυρίαρχων κρατών με τέτοιο μονομερή τρόπο.
Αποτελεί την κορύφωση των ενεργειών μιας κυβέρνησης, με τη σημαία του εθνομηδενισμού (*), που από το «σκίσιμο των μνημονίων» που προκάλεσαν «ανθρωπιστική κρίση» (sic!) έβαλε τη σφραγίδα της στην ολοκληρωτική υποτέλεια και αποικιοποίηση της χώρας μας, με την υπογραφή του δικού της μνημονίου και από το Go Back Mrs Merkel, στην πανηγυρική υποδοχή της μετά βαΐων και κλάδων (**).
Όπως η ελληνική σφραγίδα της μετατροπής της χώρας μας σε προτεκτοράτο, έφερε την υπογραφή της, τώρα η κυβέρνηση καμαρώνει για τη διεκδίκηση της υπογραφής της στην ελληνική σφραγίδα για το όνομα Δημοκρατία της (Βόρειας) Μακεδονίας.
Η πραγματικότητα αυτή, που έγινε διαισθητικά αντιληπτή, από τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, μέσα από τα πάνδημα συλλαλητήρια και τις αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις, ως το μη έτι περαιτέρω, δεν πρέπει να υλοποιηθεί, αλλά να αποτελέσει αφετηρία εθνικής αφύπνισης και εγρήγορσης.
Σημειώσεις
(*) Ο ψευδο-απελευθερωτικός εθνομηδενισμός αποκρύβει ότι η, δύσκολη ούτως ή άλλως, αρμονική και ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων και των κοινωνιών τους, μέσω των εθνικών ή κρατικών υποστάσεών τους, δεν μπορεί να διέλθει από τον οδοστρωτήρα της παγκόσμιας κυριαρχίας του (χρηματιστικο-πιστωτικού και ολιγοπωλιακού, υπερεθνικού) κεφαλαίου.
(**) Όπως πανηγυρίζει και για την (προσωρινή) απεμπλοκή των «αναδανειστών» από όποιες δεσμεύσεις περαιτέρω αναχρηματοδότησης, παρά την παραμονή της επιτροπείας, των εκατοντάδων χιλιάδων συνομολογηθεισών υποχρεώσεων της χώρας και της εκχώρησης του υλικού της πλούτου και της φορολογητέας ύλης στα χέρια τους.
Πηγή: e-dromos.gr
Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου