Άρης Χατζηστεφάνου
«Σκοπός της τέχνης είναι να ενώνει τον κόσμο, όχι να τον διχάζει» απάντησε η Κατερίνα Ντούσκα στην έκκληση 100 Παλαιστίνιων καλλιτεχνών και του Roger Waters να μη συμμετάσχει στον διαγωνισμό της Eurovision στο Ισραήλ. Μερικά ιστορικά παραδείγματα όμως μας θυμίζουν ότι η τέχνη, όπως και ο αθλητισμός, εκτός από το να ενώνουν την ανθρωπότητα, μπορούν ενίοτε να ξεπλένουν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Την 1η Αυγούστου του 1936 ο Σπύρος Λούης έσφιξε το χέρι του Αδόλφου Χίτλερ, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων που διεξάγονταν στη ναζιστική Γερμανία. Εκτοτε, όσοι δεν αποκρύπτουν το συγκεκριμένο περιστατικό, προσπαθούν συνήθως να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις με επιχειρήματα τα οποία κάποιες φορές προσβάλλουν τον Ελληνα ολυμπιονίκη και κάποιες άλλες φορές τη λογική μας και την ιστορική μνήμη.
«Τι να γνώριζε ένας φτωχός νεροκουβαλητής από το Μαρούσι για τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις και τα μετέπειτα εγκλήματα του Χίτλερ;» αναρωτιούνται ορισμένοι. «Πώς θα μπορούσε να μην παραστεί σε μια διεθνή αθλητική διοργάνωση, στην οποία συμμετείχαν αποστολές από ολόκληρη την Ευρώπη;» συμπληρώνουν κάποιοι άλλοι.
Το 1936 μάλιστα ακουγόταν ακόμα ένα επιχείρημα, το οποίο κατέρρευσε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το Ολοκαύτωμα: «Ο αθλητισμός δεν πρέπει να έχει καμία σχέση με την πολιτική». Για την ιστορία αυτά ακριβώς ήταν τα λόγια του Αβερι Μπρούνταζ, μετέπειτα προέδρου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, ο οποίος υποστήριζε ότι το μποϊκοτάζ των Αγώνων του 1936 αποτελούσε μια «εβραιο-κομμουνιστική συνωμοσία» εναντίον της Γερμανίας, η οποία κατά την άποψή του… σεβόταν απόλυτα τα δικαιώματα των Εβραίων.
Στην πραγματικότητα κανένα από τα επιχειρήματα υπέρ των αθλητών που έσφιξαν το χέρι του Χίτλερ, δεν μπορεί να σταθεί στο τεστ της Ιστορίας. Κατ' αρχήν ακόμα και κατά τη διάρκεια των Αγώνων δύο αθλήτριες από την Τουρκία, η Χαλέτ Τσαμπέλ (η πρώτη μουσουλμάνα γυναίκα που συμμετείχε σε Ολυμπιακούς Αγώνες) και η Φετγκερί Ασάνι, αρνήθηκαν να συναντήσουν τον Χίτλερ λόγω της στάσης του απέναντι στους Εβραίους.
Αλλοι αθλητές, όπως ο ξιφομάχος Αλμπερτ Γουλφ, αποχώρησαν με μεγάλο προσωπικό κόστος από τις εθνικές ομάδες τις οποίες εκπροσωπούσαν. «Δεν μπορώ να συμμετάσχω σε κάτι που χορηγείται από τον Αδόλφο Χίτλερ, ακόμη και αν πρέπει να το κάνω για τη Γαλλία» είχε δηλώσει ο Γουλφ, ο οποίος στα χρόνια που ακολούθησαν πολέμησε τους ναζί από τις τάξεις του γαλλικού στρατού, συνελήφθη και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο εξόντωσης για Εβραίους από όπου δραπέτευσε και κατετάγη στον αμερικανικό στρατό για να ξαναπολεμήσει τον φασισμό.
Χιλιάδες άλλοι επαγγελματίες και ερασιτέχνες αθλητές αποδέχτηκαν το αίτημα εβραϊκών οργανώσεων να μποϊκοτάρουν τη διοργάνωση του Χίτλερ και αντί για το Βερολίνο ταξίδεψαν μέχρι τη Βαρκελώνη, όπου οι δημοκρατικές δυνάμεις διοργάνωναν του δικούς τους αντι-ολυμπιακούς αγώνες.
Η λεγόμενη Λαϊκή Ολυμπιάδα θα διεξαγόταν μία εβδομάδα πριν από τους Αγώνες του Βερολίνου και πέραν των επίσημων αθλημάτων θα περιελάμβανε αγώνες μουσικής, θεάτρου αλλά και τουρνουά σκακιού. Τελικά η τελετή έναρξης συνέπεσε με τις πρώτες συγκρούσεις του ισπανικού εμφυλίου και οι αθλητές αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα (αν και ορισμένοι έμειναν να πολεμήσουν τις φασιστικές δυνάμεις του Φράνκο, του Χίτλερ και του Μουσολίνι).
Την ίδια περίοδο, ως απάντηση στους Αγώνες των ναζί, διεξάγονταν και η Εργατική Ολυμπιάδα, την οποία διοργάνωνε η Β' Διεθνής, αλλά και οι Σπαρτακιάδες της Γ' Διεθνούς. Παρ’ όλα αυτά οι δυτικές δυνάμεις προτίμησαν να τιμήσουν με την παρουσία τους τους αγώνες του Χίτλερ –μια πρόγευση της προδοτικής Συμφωνίας του Μονάχου του 1938 με την οποία έδωσαν στη ναζιστική Γερμανία το πράσινο φως για να καταλάβει την Τσεχοσλοβακία και να θέσει τις βάσεις για την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Το αθλητικό μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936 μπορεί να μην απέδωσε καρπούς, αλλά αποτέλεσε έμπνευση για αρκετά ακόμα καλλιτεχνικά, αθλητικά και εμπορικά μποϊκοτάζ στον 20ό αιώνα. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ήταν φυσικά η διεθνής εκστρατεία κυρώσεων και αποκλεισμού του ρατσιστικού καθεστώτος του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική – μια χώρα στην οποία, κατά παράξενη ειρωνεία της τύχης, είχαν βρει καταφύγιο αρκετοί φυγόδικοι αξιωματούχοι της ναζιστικής Γερμανίας.
Προφανώς η σύγκριση της Γερμανίας του 1936 με το μποϊκοτάζ εναντίον της Eurovision, που φέτος διεξάγεται στο Ισραήλ, είναι ιστορικά επικίνδυνη και ανήθικη (ακόμη και όταν ο Νετανιάχου επιχειρεί να ξεπλύνει τα εγκλήματα των ναζί λέγοντας ότι «ο Χίτλερ δεν ήθελε να εξοντώσει τους Εβραίους», αλλά τον έπεισαν… οι Παλαιστίνιοι!) Όμως, όπως ένα υλικό δοκιμάζεται από τους επιστήμονες σε ακραίες συνθήκες, πριν δοθεί στους μηχανικούς για να το χρησιμοποιήσουν σε καθημερινές εργασίες, έτσι και ένα επιχείρημα πρέπει να δοκιμάζεται στις πιο ακραίες συνθήκες για να διαπιστωθεί η αντοχή του στο πέρασμα του χρόνου.
Οι αθλητές του 1936, που μποϊκοτάρισαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες ή αρνήθηκαν να σφίξουν το χέρι του Χίτλερ, έβαλαν την αξιοπρέπεια και τον ανθρωπισμό τους πάνω από την καριέρα τους και τις εντολές που λάμβαναν από τις εθνικές αποστολές και τις κυβερνήσεις των χωρών τους.
Είναι λοιπόν η τέχνη (ή ο αθλητισμός) ένα στοιχείο που κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες ενώνει τον κόσμο, όπως ισχυρίζεται η Κατερίνα Ντούσκα;
Ισως θα ήταν καλύτερο να θυμηθούμε τον ορισμό που έδωσε ο Πάμπλο Πικάσο, σχολιάζοντας την «Γκερνίκα» και τους ναζιστικούς βομβαρδισμούς στην Ισπανία ένα χρόνο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936: «Η τέχνη είναι ένα όπλο για να επιτίθεσαι και να αμύνεσαι απέναντι στον εχθρό».
Την Κυριακή 5 Μαΐου το BDS Greece, η ελληνική πρωτοβουλία για το μποϊκοτάζ, την απόσυρση επενδύσεων και τις κυρώσεις εναντίον του κράτους του Ισραήλ διοργανώνει μεγάλη συναυλία στο Gagarin καλώντας την Κατερίνα Ντούσκα να μην ταξιδέψει στο Τελ Αβίβ. Συμμετέχουν: Γραμμένος, Ζαραλίκος, Μπιλίρης & Πλαν Μπι, Πιλαλί Τσολιάς εν δε Τσόλια μπάντ (Ελληνοφρένεια), Lost bodies, Beggars, Mc Yinka, DJset St. Bangerz (Cinuk Muerto + Humano). Μάθε περισσότερα στο bdsgreece.net
Πηγή: efsyn.gr
Άρης Χατζηστεφάνου: Σχετικά με τον Συντάκτη
«Σκοπός της τέχνης είναι να ενώνει τον κόσμο, όχι να τον διχάζει» απάντησε η Κατερίνα Ντούσκα στην έκκληση 100 Παλαιστίνιων καλλιτεχνών και του Roger Waters να μη συμμετάσχει στον διαγωνισμό της Eurovision στο Ισραήλ. Μερικά ιστορικά παραδείγματα όμως μας θυμίζουν ότι η τέχνη, όπως και ο αθλητισμός, εκτός από το να ενώνουν την ανθρωπότητα, μπορούν ενίοτε να ξεπλένουν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Την 1η Αυγούστου του 1936 ο Σπύρος Λούης έσφιξε το χέρι του Αδόλφου Χίτλερ, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων που διεξάγονταν στη ναζιστική Γερμανία. Εκτοτε, όσοι δεν αποκρύπτουν το συγκεκριμένο περιστατικό, προσπαθούν συνήθως να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις με επιχειρήματα τα οποία κάποιες φορές προσβάλλουν τον Ελληνα ολυμπιονίκη και κάποιες άλλες φορές τη λογική μας και την ιστορική μνήμη.
«Τι να γνώριζε ένας φτωχός νεροκουβαλητής από το Μαρούσι για τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις και τα μετέπειτα εγκλήματα του Χίτλερ;» αναρωτιούνται ορισμένοι. «Πώς θα μπορούσε να μην παραστεί σε μια διεθνή αθλητική διοργάνωση, στην οποία συμμετείχαν αποστολές από ολόκληρη την Ευρώπη;» συμπληρώνουν κάποιοι άλλοι.
Το 1936 μάλιστα ακουγόταν ακόμα ένα επιχείρημα, το οποίο κατέρρευσε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το Ολοκαύτωμα: «Ο αθλητισμός δεν πρέπει να έχει καμία σχέση με την πολιτική». Για την ιστορία αυτά ακριβώς ήταν τα λόγια του Αβερι Μπρούνταζ, μετέπειτα προέδρου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, ο οποίος υποστήριζε ότι το μποϊκοτάζ των Αγώνων του 1936 αποτελούσε μια «εβραιο-κομμουνιστική συνωμοσία» εναντίον της Γερμανίας, η οποία κατά την άποψή του… σεβόταν απόλυτα τα δικαιώματα των Εβραίων.
Στην πραγματικότητα κανένα από τα επιχειρήματα υπέρ των αθλητών που έσφιξαν το χέρι του Χίτλερ, δεν μπορεί να σταθεί στο τεστ της Ιστορίας. Κατ' αρχήν ακόμα και κατά τη διάρκεια των Αγώνων δύο αθλήτριες από την Τουρκία, η Χαλέτ Τσαμπέλ (η πρώτη μουσουλμάνα γυναίκα που συμμετείχε σε Ολυμπιακούς Αγώνες) και η Φετγκερί Ασάνι, αρνήθηκαν να συναντήσουν τον Χίτλερ λόγω της στάσης του απέναντι στους Εβραίους.
Αλλοι αθλητές, όπως ο ξιφομάχος Αλμπερτ Γουλφ, αποχώρησαν με μεγάλο προσωπικό κόστος από τις εθνικές ομάδες τις οποίες εκπροσωπούσαν. «Δεν μπορώ να συμμετάσχω σε κάτι που χορηγείται από τον Αδόλφο Χίτλερ, ακόμη και αν πρέπει να το κάνω για τη Γαλλία» είχε δηλώσει ο Γουλφ, ο οποίος στα χρόνια που ακολούθησαν πολέμησε τους ναζί από τις τάξεις του γαλλικού στρατού, συνελήφθη και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο εξόντωσης για Εβραίους από όπου δραπέτευσε και κατετάγη στον αμερικανικό στρατό για να ξαναπολεμήσει τον φασισμό.
Χιλιάδες άλλοι επαγγελματίες και ερασιτέχνες αθλητές αποδέχτηκαν το αίτημα εβραϊκών οργανώσεων να μποϊκοτάρουν τη διοργάνωση του Χίτλερ και αντί για το Βερολίνο ταξίδεψαν μέχρι τη Βαρκελώνη, όπου οι δημοκρατικές δυνάμεις διοργάνωναν του δικούς τους αντι-ολυμπιακούς αγώνες.
Η λεγόμενη Λαϊκή Ολυμπιάδα θα διεξαγόταν μία εβδομάδα πριν από τους Αγώνες του Βερολίνου και πέραν των επίσημων αθλημάτων θα περιελάμβανε αγώνες μουσικής, θεάτρου αλλά και τουρνουά σκακιού. Τελικά η τελετή έναρξης συνέπεσε με τις πρώτες συγκρούσεις του ισπανικού εμφυλίου και οι αθλητές αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα (αν και ορισμένοι έμειναν να πολεμήσουν τις φασιστικές δυνάμεις του Φράνκο, του Χίτλερ και του Μουσολίνι).
Την ίδια περίοδο, ως απάντηση στους Αγώνες των ναζί, διεξάγονταν και η Εργατική Ολυμπιάδα, την οποία διοργάνωνε η Β' Διεθνής, αλλά και οι Σπαρτακιάδες της Γ' Διεθνούς. Παρ’ όλα αυτά οι δυτικές δυνάμεις προτίμησαν να τιμήσουν με την παρουσία τους τους αγώνες του Χίτλερ –μια πρόγευση της προδοτικής Συμφωνίας του Μονάχου του 1938 με την οποία έδωσαν στη ναζιστική Γερμανία το πράσινο φως για να καταλάβει την Τσεχοσλοβακία και να θέσει τις βάσεις για την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Το αθλητικό μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936 μπορεί να μην απέδωσε καρπούς, αλλά αποτέλεσε έμπνευση για αρκετά ακόμα καλλιτεχνικά, αθλητικά και εμπορικά μποϊκοτάζ στον 20ό αιώνα. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ήταν φυσικά η διεθνής εκστρατεία κυρώσεων και αποκλεισμού του ρατσιστικού καθεστώτος του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική – μια χώρα στην οποία, κατά παράξενη ειρωνεία της τύχης, είχαν βρει καταφύγιο αρκετοί φυγόδικοι αξιωματούχοι της ναζιστικής Γερμανίας.
Προφανώς η σύγκριση της Γερμανίας του 1936 με το μποϊκοτάζ εναντίον της Eurovision, που φέτος διεξάγεται στο Ισραήλ, είναι ιστορικά επικίνδυνη και ανήθικη (ακόμη και όταν ο Νετανιάχου επιχειρεί να ξεπλύνει τα εγκλήματα των ναζί λέγοντας ότι «ο Χίτλερ δεν ήθελε να εξοντώσει τους Εβραίους», αλλά τον έπεισαν… οι Παλαιστίνιοι!) Όμως, όπως ένα υλικό δοκιμάζεται από τους επιστήμονες σε ακραίες συνθήκες, πριν δοθεί στους μηχανικούς για να το χρησιμοποιήσουν σε καθημερινές εργασίες, έτσι και ένα επιχείρημα πρέπει να δοκιμάζεται στις πιο ακραίες συνθήκες για να διαπιστωθεί η αντοχή του στο πέρασμα του χρόνου.
Οι αθλητές του 1936, που μποϊκοτάρισαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες ή αρνήθηκαν να σφίξουν το χέρι του Χίτλερ, έβαλαν την αξιοπρέπεια και τον ανθρωπισμό τους πάνω από την καριέρα τους και τις εντολές που λάμβαναν από τις εθνικές αποστολές και τις κυβερνήσεις των χωρών τους.
Είναι λοιπόν η τέχνη (ή ο αθλητισμός) ένα στοιχείο που κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες ενώνει τον κόσμο, όπως ισχυρίζεται η Κατερίνα Ντούσκα;
Ισως θα ήταν καλύτερο να θυμηθούμε τον ορισμό που έδωσε ο Πάμπλο Πικάσο, σχολιάζοντας την «Γκερνίκα» και τους ναζιστικούς βομβαρδισμούς στην Ισπανία ένα χρόνο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936: «Η τέχνη είναι ένα όπλο για να επιτίθεσαι και να αμύνεσαι απέναντι στον εχθρό».
Φέτος δεν πάμε Eurovision, στηρίζουμε Παλαιστίνη
Την Κυριακή 5 Μαΐου το BDS Greece, η ελληνική πρωτοβουλία για το μποϊκοτάζ, την απόσυρση επενδύσεων και τις κυρώσεις εναντίον του κράτους του Ισραήλ διοργανώνει μεγάλη συναυλία στο Gagarin καλώντας την Κατερίνα Ντούσκα να μην ταξιδέψει στο Τελ Αβίβ. Συμμετέχουν: Γραμμένος, Ζαραλίκος, Μπιλίρης & Πλαν Μπι, Πιλαλί Τσολιάς εν δε Τσόλια μπάντ (Ελληνοφρένεια), Lost bodies, Beggars, Mc Yinka, DJset St. Bangerz (Cinuk Muerto + Humano). Μάθε περισσότερα στο bdsgreece.net
Πηγή: efsyn.gr
Άρης Χατζηστεφάνου: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου