Δημήτρης Μηλάκας
Οι ψήφοι που δημιουργούν τις κυβερνητικές πλειοψηφίες κατευθύνονται είτε από τις προσδοκίες των «πολλών» (για καλύτερες μέρες) είτε από τη διάθεσή τους να τιμωρήσουν αυτούς που τις διέψευσαν. Κάπως έτσι οι «πολλοί» οδήγησαν (με την ψήφο τους) τη χώρα στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα: υπό εποπτεία, υποθηκευμένη με εκατονταετείς δανειακές συμβάσεις και μνημόνια...
Καθώς ύστερα από τέσσερα χρόνια ξαναψηφίζουμε, αξίζει τον κόπο να θυμηθούμε στα γρήγορα πώς και ποιους ψήφισαν οι «πολλοί» μετά τη χούντα, μέχρι και τώρα, λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτός που κέρδιζε τις εκλογές μαζί με αυτόν που ερχόταν δεύτερος μάζευαν πάνω κάτω το 65% με 75% των ψήφων.
Αυτό το 75% των ψηφοφόρων, λοιπόν, από το 1974 μέχρι και σήμερα ανέδειξε στην εξουσία τους: Κωνσταντίνο Καραμανλή, Ανδρέα Παπανδρέου, Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, Ανδρέα Παπανδρέου, Κώστα Σημίτη, Κώστα Καραμανλή, Γιώργο Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά, Αλέξη Τσίπρα.
Ας ρίξουμε τώρα και μια ματιά στις προσδοκίες ή τους θυμούς, ακόμη και τους φόβους που διαμόρφωσαν τα εκλογικά αποτελέσματα με τέτοιον τρόπο που, ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα κέρδιζε την εξουσία, οι βασικές στρατηγικές επιλογές για τη χώρα παρέμεναν σταθερές.
Για τη σταθερότητα των ευρωατλαντικών στρατηγικών που υπηρέτησαν όλοι όσοι ανέβηκαν στην εξουσία δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επιχειρηματολογία. Αρκεί να θυμηθεί (ή οι νεότεροι να διαβάσουν) κανείς την προσαρμογή της εκάστοτε αξιωματικής αντιπολίτευσης στα ευρωατλαντικά πρότυπα όταν κέρδιζε την εξουσία.
Κάποιες φορές μάλιστα αυτή η προσαρμογή γινόταν τόσο γρήγορα και απροκάλυπτα, ώστε δυσκολευόταν κανείς να την παρακολουθήσει ή να την πιστέψει...
Ας θυμηθούμε, λοιπόν, ποιους και γιατί διάλεξαν οι πολλοί από το 1974 μέχρι και τώρα:
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας, κέρδισε εύκολα τους πολλούς «πουλώντας» την προσδοκία της πολιτικής σταθερότητας μετά τη χούντα. Το πολιτικό του «επίτευγμα» ήταν η τοποθέτηση της Ελλάδας στην ΕΟΚ (τότε) ως επισφράγιση της δυτικόστροφης πορείας της. Το «ανήκομεν εις την Δύσιν» του Κωνσταντίνου Καραμανλή υπογραμμίστηκε και με την επιστροφή της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος της ΝΑΤΟϊκής συμμαχίας από την οποία είχε αποχωρήσει σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη στάση των συμμάχων κατά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο. Το αφήγημα του μεγάλου Καραμανλή τον κράτησε στην πρωθυπουργική καρέκλα δυο τετραετίες.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ, κέρδισε τις εκλογές –πρώτη φορά το 1981– αμφισβητώντας τους στενούς δυτικούς κορσέδες που προτιμούσε για τον τόπο η επάρατη Δεξιά. Γνωρίζοντας πολύ καλά ότι άλλα πράγματα είναι αυτά που λέει κανείς και άλλα αυτά που κάνει, προκειμένου να κερδίσει δεν δίστασε να βροντοφωνάξει «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» ή «Έξω οι (αμερικανικές) βάσεις του θανάτου», καθώς και το «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες».
Με αυτά γοήτευσε τους πολλούς προεκλογικά. Γνώριζε, ωστόσο, ότι η «αντισυστημική» συνθηματολογία του δεν θα μπορούσε να τον κρατήσει στην εξουσία αν δεν την εξέλισσε σε κάτι απτό, σε ένα σύστημα, στο οποίο θα είχε πρόσβαση και η υπόλοιπη μισή Ελλάδα, που ήταν αποκλεισμένη από το κράτος της Δεξιάς.
Από την άλλη μεριά, οι «πολλοί» γρήγορα ξέχασαν τα μεγάλα και σπουδαία συνθήματα, καθώς άρχισαν να μαζεύουν κάποια ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι και το μεγάλο φαγοπότι που είχε στηθεί με το ξεπούλημα της παραγωγικής βάσης της χώρας για χάρη των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων. Τότε ακριβώς μπήκαν οι βάσεις για την οικοδόμηση του παρόντος μας...
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κέρδισε τους «πολλούς» συσπειρώνοντας απογοητευμένους που δεν μπόρεσαν να «τρουπώσουν» στο σύστημα ΠΑΣΟΚ, καθώς και όλους εκείνους που έφαγαν το μοδάτο εκείνη την εποχή θατσερικό νεοφιλελεύθερο παραμύθι.
Η επιτυχία του Μητσοτάκη κράτησε μια λειψή κυβερνητική θητεία, καθώς ο Παπανδρέου ήταν ικανότερος (και σίγουρα όχι μοναχοφάης) στο μοίρασμα της πίτας. Η αποστασία Σαμαρά, που έριξε την κυβέρνηση Μητσοτάκη (για το Σκοπιανό, υποτίθεται) ικανοποίησε τους ισχυρούς εγχώριους παίκτες, οι οποίοι πόνταραν στα ευέλικτα χαρακτηριστικά της σοσιαλδημοκρατίας ως καταλληλότερα για τον κατευνασμό των λαϊκών «παθών», προκειμένου να υπάρχει ησυχία για να γίνονται οι δουλειές...
Ο Κώστας Σημίτης (ο επόμενος καταλληλότερος των «πολλών» για οκτώ χρόνια) βρέθηκε στο τιμόνι της χώρας πριν κερδίσει τις εκλογές, επικρατώντας στη μάχη της διαδοχής που ξεκίνησε με την επιδείνωση της υγείας του Α. Παπανδρέου.
Ο εκσυγχρονισμός, δηλαδή η ολοκλήρωση των διαδικασιών απορρόφησης της Ελλάδας εντός του γερμανοκρατούμενου ευρωπαϊκού μοντέλου (ένταξη στην ΟΝΕ) και η υλοποίηση ενός θηριώδους εξοπλιστικού προγράμματος, το οποίο κατασπαταλήθηκε σε θηριώδεις επίσης μίζες, ήταν το έργο Σημίτη, που υπήρξε ο εκλεκτός των πολλών για δυο εκλογικές αναμετρήσεις.
Ο Κώστας Καραμανλής μπόρεσε να κερδίσει τις εκλογές όταν ο Σημίτης είχε κάνει τις μοιρασιές των εξοπλιστικών, των μεγάλων έργων της Ολυμπιάδας και των μεγάλων μιζών, και είχε παραδώσει το δαχτυλίδι της διαδοχής στον επισπεύδοντα να αναλάβει Γιώργο Παπανδρέου.
Η ατμόσφαιρα μιας σάπιας «ισχυρής Ελλάδας» ήταν αυτό που απομάκρυνε τους πολλούς από το σύστημα ΠΑΣΟΚ, που δεν είχε τι άλλο να μοιράσει και τους οδήγησε στον λαϊκό (αλλά με μεγάλο όνομα) δεξιό Κώστα Καραμανλή, ο οποίος πολύ γρήγορα (αν δεν την ήξερε) έμαθε την απάντηση στο ερώτημα που είχε θέσει, όπως λέγεται, ο θείος του: «Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;». Οι νταβατζήδες, εγχώριοι και ξένοι...
Στο εσωτερικό προφανώς δεν μπόρεσε να τα βάλει με τα θηρία και έμεινε απλός παρατηρητής των δραστηριοτήτων του πανίσχυρου εγχώριου συστήματος. Από το 2008 που έσκασε η φούσκα των ακινήτων στις ΗΠΑ, ο Καραμανλής γνώριζε ότι έρχεται τσουνάμι και προτίμησε να μην αφήσει τον Γιώργο Παπανδρέου να περιμένει.
Ο Γιώργος Παπανδρέου κέρδισε τους πολλούς στις εκλογές του 2009 με υποσχέσεις («λεφτά υπάρχουν») που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ξεδιάντροπες, αν ο Αλέξης Τσίπρας δεν έγραφε τις δικές του χρυσές σελίδες προεκλογικών παροχών. Οι πολλοί που ψήφισαν ΓΑΠ άργησαν να κατανοήσουν ότι δεν αρκεί ένα όνομα για να θεραπεύσει κάθε ανικανότητα ή ανοησία. Το κατανόησαν όταν οδήγησε τη χώρα στο ΔΝΤ και στα ευρωπαϊκά κοράκια.
Ο Αντώνης Σαμαράς –ο νέος εκλεκτός των πολλών– κέρδισε τις εκλογές επειδή ο ΓΑΠ «απολύθηκε» ως ακατάλληλος να κάνει τη δουλειά που είχε αναλάβει: να επιβάλει το δέσιμο της χώρας με τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις. Για να γίνει πρωθυπουργός, ο Σαμαράς πούλησε κι αυτός το παραμύθι της αντίστασης στους δανειστές.
Ως νέος πρωθυπουργός χρειάστηκε να συγκυβερνήσει ακόμη και με το μισητό ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου προκειμένου να εμπεδωθεί στην κοινή γνώμη ότι η σκληρή πολιτική που οι δανειστές απαιτούν να υλοποιηθεί είναι ο μόνος δυνατός δρόμος, η μόνη επιλογή που υπάρχει. Κάπως έτσι και οι Σαμαράς - Βενιζέλος, προκειμένου να μακροημερεύσουν στην αναπαυτική καρέκλα της εξουσίας, αποδείχτηκαν απόλυτα αξιόπιστες μαριονέτες των Γερμανών...
Με καταρρακωμένη την αξιοπιστία του παλαιού πολιτικού προσωπικού, η δουλειά του επόμενου εκλεκτού των «πολλών» ήταν σχετικά εύκολη.
Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε στο προσκήνιο προσφέροντας στην τσακισμένη ελληνική κοινωνία την προσδοκία ότι υπάρχει και άλλος δρόμος. Γοήτευσε τους «πολλούς» προεκλογικά «σκίζοντας τα μνημόνια», «βαρώντας τα νταούλια για να χορεύουν οι αγορές» και αμφισβητώντας την τοποθέτηση της χώρας στην επιθετική ΝΑΤΟϊκή συμμαχία.
Ως πρωθυπουργός σήμερα ζητάει με κάθε τρόπο (παροχές, υποσχέσεις, κινδυνολογία) την εύνοια (και την ψήφο) των πολλών προβάλλοντας ως μεγαλύτερο επίτευγμά του την απόλυτη προσαρμογή του στα (αμερικανικά, ΝΑΤΟϊκα, γερμανικά) κέντρα αποφάσεων που ουσιαστικά κυβερνούν τη χώρα.
Στο νέο δίλημμα των πολλών περιλαμβάνεται πλέον και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως αρχηγός της Ν.Δ. Οι φιλοδοξίες του να επικρατήσει είναι βάσιμες, καθώς μπορεί να υπερηφανεύεται ότι είναι συνεπές και αξιόπιστο μέλος του εγχώριου συστήματος, εκλεκτός (όσο τουλάχιστον και ο Τσίπρας) των Γερμανών - Αμερικανών (Ρεπουμπλικανών) και οι «πολλοί» γοητεύονται τελικά από τα τζάκια.
Αφού κατάφερε να παραμυθιάσει τους πολλούς ο υιός του Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί να μην τα καταφέρει και ο υιός του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη;
Πηγή: topontiki.gr
Δημήτρης Μηλάκας: Σχετικά με το Συντάκτη
Ποιες ηγεσίες ανέδειξαν με την ψήφο τους από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα
Οι ψήφοι που δημιουργούν τις κυβερνητικές πλειοψηφίες κατευθύνονται είτε από τις προσδοκίες των «πολλών» (για καλύτερες μέρες) είτε από τη διάθεσή τους να τιμωρήσουν αυτούς που τις διέψευσαν. Κάπως έτσι οι «πολλοί» οδήγησαν (με την ψήφο τους) τη χώρα στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα: υπό εποπτεία, υποθηκευμένη με εκατονταετείς δανειακές συμβάσεις και μνημόνια...
Καθώς ύστερα από τέσσερα χρόνια ξαναψηφίζουμε, αξίζει τον κόπο να θυμηθούμε στα γρήγορα πώς και ποιους ψήφισαν οι «πολλοί» μετά τη χούντα, μέχρι και τώρα, λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτός που κέρδιζε τις εκλογές μαζί με αυτόν που ερχόταν δεύτερος μάζευαν πάνω κάτω το 65% με 75% των ψήφων.
Αυτό το 75% των ψηφοφόρων, λοιπόν, από το 1974 μέχρι και σήμερα ανέδειξε στην εξουσία τους: Κωνσταντίνο Καραμανλή, Ανδρέα Παπανδρέου, Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, Ανδρέα Παπανδρέου, Κώστα Σημίτη, Κώστα Καραμανλή, Γιώργο Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά, Αλέξη Τσίπρα.
Ας ρίξουμε τώρα και μια ματιά στις προσδοκίες ή τους θυμούς, ακόμη και τους φόβους που διαμόρφωσαν τα εκλογικά αποτελέσματα με τέτοιον τρόπο που, ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα κέρδιζε την εξουσία, οι βασικές στρατηγικές επιλογές για τη χώρα παρέμεναν σταθερές.
Για τη σταθερότητα των ευρωατλαντικών στρατηγικών που υπηρέτησαν όλοι όσοι ανέβηκαν στην εξουσία δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επιχειρηματολογία. Αρκεί να θυμηθεί (ή οι νεότεροι να διαβάσουν) κανείς την προσαρμογή της εκάστοτε αξιωματικής αντιπολίτευσης στα ευρωατλαντικά πρότυπα όταν κέρδιζε την εξουσία.
Κάποιες φορές μάλιστα αυτή η προσαρμογή γινόταν τόσο γρήγορα και απροκάλυπτα, ώστε δυσκολευόταν κανείς να την παρακολουθήσει ή να την πιστέψει...
Ας θυμηθούμε, λοιπόν, ποιους και γιατί διάλεξαν οι πολλοί από το 1974 μέχρι και τώρα:
«Ανήκομεν εις την Δύσιν»
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας, κέρδισε εύκολα τους πολλούς «πουλώντας» την προσδοκία της πολιτικής σταθερότητας μετά τη χούντα. Το πολιτικό του «επίτευγμα» ήταν η τοποθέτηση της Ελλάδας στην ΕΟΚ (τότε) ως επισφράγιση της δυτικόστροφης πορείας της. Το «ανήκομεν εις την Δύσιν» του Κωνσταντίνου Καραμανλή υπογραμμίστηκε και με την επιστροφή της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος της ΝΑΤΟϊκής συμμαχίας από την οποία είχε αποχωρήσει σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη στάση των συμμάχων κατά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο. Το αφήγημα του μεγάλου Καραμανλή τον κράτησε στην πρωθυπουργική καρέκλα δυο τετραετίες.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ, κέρδισε τις εκλογές –πρώτη φορά το 1981– αμφισβητώντας τους στενούς δυτικούς κορσέδες που προτιμούσε για τον τόπο η επάρατη Δεξιά. Γνωρίζοντας πολύ καλά ότι άλλα πράγματα είναι αυτά που λέει κανείς και άλλα αυτά που κάνει, προκειμένου να κερδίσει δεν δίστασε να βροντοφωνάξει «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» ή «Έξω οι (αμερικανικές) βάσεις του θανάτου», καθώς και το «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες».
Με αυτά γοήτευσε τους πολλούς προεκλογικά. Γνώριζε, ωστόσο, ότι η «αντισυστημική» συνθηματολογία του δεν θα μπορούσε να τον κρατήσει στην εξουσία αν δεν την εξέλισσε σε κάτι απτό, σε ένα σύστημα, στο οποίο θα είχε πρόσβαση και η υπόλοιπη μισή Ελλάδα, που ήταν αποκλεισμένη από το κράτος της Δεξιάς.
Από την άλλη μεριά, οι «πολλοί» γρήγορα ξέχασαν τα μεγάλα και σπουδαία συνθήματα, καθώς άρχισαν να μαζεύουν κάποια ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι και το μεγάλο φαγοπότι που είχε στηθεί με το ξεπούλημα της παραγωγικής βάσης της χώρας για χάρη των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων. Τότε ακριβώς μπήκαν οι βάσεις για την οικοδόμηση του παρόντος μας...
Οι... Θάτσερ
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κέρδισε τους «πολλούς» συσπειρώνοντας απογοητευμένους που δεν μπόρεσαν να «τρουπώσουν» στο σύστημα ΠΑΣΟΚ, καθώς και όλους εκείνους που έφαγαν το μοδάτο εκείνη την εποχή θατσερικό νεοφιλελεύθερο παραμύθι.
Η επιτυχία του Μητσοτάκη κράτησε μια λειψή κυβερνητική θητεία, καθώς ο Παπανδρέου ήταν ικανότερος (και σίγουρα όχι μοναχοφάης) στο μοίρασμα της πίτας. Η αποστασία Σαμαρά, που έριξε την κυβέρνηση Μητσοτάκη (για το Σκοπιανό, υποτίθεται) ικανοποίησε τους ισχυρούς εγχώριους παίκτες, οι οποίοι πόνταραν στα ευέλικτα χαρακτηριστικά της σοσιαλδημοκρατίας ως καταλληλότερα για τον κατευνασμό των λαϊκών «παθών», προκειμένου να υπάρχει ησυχία για να γίνονται οι δουλειές...
Ο Κώστας Σημίτης (ο επόμενος καταλληλότερος των «πολλών» για οκτώ χρόνια) βρέθηκε στο τιμόνι της χώρας πριν κερδίσει τις εκλογές, επικρατώντας στη μάχη της διαδοχής που ξεκίνησε με την επιδείνωση της υγείας του Α. Παπανδρέου.
Ο εκσυγχρονισμός, δηλαδή η ολοκλήρωση των διαδικασιών απορρόφησης της Ελλάδας εντός του γερμανοκρατούμενου ευρωπαϊκού μοντέλου (ένταξη στην ΟΝΕ) και η υλοποίηση ενός θηριώδους εξοπλιστικού προγράμματος, το οποίο κατασπαταλήθηκε σε θηριώδεις επίσης μίζες, ήταν το έργο Σημίτη, που υπήρξε ο εκλεκτός των πολλών για δυο εκλογικές αναμετρήσεις.
«Τζάκια» για την κρίση
Ο Κώστας Καραμανλής μπόρεσε να κερδίσει τις εκλογές όταν ο Σημίτης είχε κάνει τις μοιρασιές των εξοπλιστικών, των μεγάλων έργων της Ολυμπιάδας και των μεγάλων μιζών, και είχε παραδώσει το δαχτυλίδι της διαδοχής στον επισπεύδοντα να αναλάβει Γιώργο Παπανδρέου.
Η ατμόσφαιρα μιας σάπιας «ισχυρής Ελλάδας» ήταν αυτό που απομάκρυνε τους πολλούς από το σύστημα ΠΑΣΟΚ, που δεν είχε τι άλλο να μοιράσει και τους οδήγησε στον λαϊκό (αλλά με μεγάλο όνομα) δεξιό Κώστα Καραμανλή, ο οποίος πολύ γρήγορα (αν δεν την ήξερε) έμαθε την απάντηση στο ερώτημα που είχε θέσει, όπως λέγεται, ο θείος του: «Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;». Οι νταβατζήδες, εγχώριοι και ξένοι...
Στο εσωτερικό προφανώς δεν μπόρεσε να τα βάλει με τα θηρία και έμεινε απλός παρατηρητής των δραστηριοτήτων του πανίσχυρου εγχώριου συστήματος. Από το 2008 που έσκασε η φούσκα των ακινήτων στις ΗΠΑ, ο Καραμανλής γνώριζε ότι έρχεται τσουνάμι και προτίμησε να μην αφήσει τον Γιώργο Παπανδρέου να περιμένει.
Ο Γιώργος Παπανδρέου κέρδισε τους πολλούς στις εκλογές του 2009 με υποσχέσεις («λεφτά υπάρχουν») που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ξεδιάντροπες, αν ο Αλέξης Τσίπρας δεν έγραφε τις δικές του χρυσές σελίδες προεκλογικών παροχών. Οι πολλοί που ψήφισαν ΓΑΠ άργησαν να κατανοήσουν ότι δεν αρκεί ένα όνομα για να θεραπεύσει κάθε ανικανότητα ή ανοησία. Το κατανόησαν όταν οδήγησε τη χώρα στο ΔΝΤ και στα ευρωπαϊκά κοράκια.
Ο Αντώνης Σαμαράς –ο νέος εκλεκτός των πολλών– κέρδισε τις εκλογές επειδή ο ΓΑΠ «απολύθηκε» ως ακατάλληλος να κάνει τη δουλειά που είχε αναλάβει: να επιβάλει το δέσιμο της χώρας με τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις. Για να γίνει πρωθυπουργός, ο Σαμαράς πούλησε κι αυτός το παραμύθι της αντίστασης στους δανειστές.
Ως νέος πρωθυπουργός χρειάστηκε να συγκυβερνήσει ακόμη και με το μισητό ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου προκειμένου να εμπεδωθεί στην κοινή γνώμη ότι η σκληρή πολιτική που οι δανειστές απαιτούν να υλοποιηθεί είναι ο μόνος δυνατός δρόμος, η μόνη επιλογή που υπάρχει. Κάπως έτσι και οι Σαμαράς - Βενιζέλος, προκειμένου να μακροημερεύσουν στην αναπαυτική καρέκλα της εξουσίας, αποδείχτηκαν απόλυτα αξιόπιστες μαριονέτες των Γερμανών...
Με καταρρακωμένη την αξιοπιστία του παλαιού πολιτικού προσωπικού, η δουλειά του επόμενου εκλεκτού των «πολλών» ήταν σχετικά εύκολη.
Αριστερά... φύκια
Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε στο προσκήνιο προσφέροντας στην τσακισμένη ελληνική κοινωνία την προσδοκία ότι υπάρχει και άλλος δρόμος. Γοήτευσε τους «πολλούς» προεκλογικά «σκίζοντας τα μνημόνια», «βαρώντας τα νταούλια για να χορεύουν οι αγορές» και αμφισβητώντας την τοποθέτηση της χώρας στην επιθετική ΝΑΤΟϊκή συμμαχία.
Ως πρωθυπουργός σήμερα ζητάει με κάθε τρόπο (παροχές, υποσχέσεις, κινδυνολογία) την εύνοια (και την ψήφο) των πολλών προβάλλοντας ως μεγαλύτερο επίτευγμά του την απόλυτη προσαρμογή του στα (αμερικανικά, ΝΑΤΟϊκα, γερμανικά) κέντρα αποφάσεων που ουσιαστικά κυβερνούν τη χώρα.
Στο νέο δίλημμα των πολλών περιλαμβάνεται πλέον και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως αρχηγός της Ν.Δ. Οι φιλοδοξίες του να επικρατήσει είναι βάσιμες, καθώς μπορεί να υπερηφανεύεται ότι είναι συνεπές και αξιόπιστο μέλος του εγχώριου συστήματος, εκλεκτός (όσο τουλάχιστον και ο Τσίπρας) των Γερμανών - Αμερικανών (Ρεπουμπλικανών) και οι «πολλοί» γοητεύονται τελικά από τα τζάκια.
Αφού κατάφερε να παραμυθιάσει τους πολλούς ο υιός του Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί να μην τα καταφέρει και ο υιός του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη;
Πηγή: topontiki.gr
Δημήτρης Μηλάκας: Σχετικά με το Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου