Δευτέρα 1 Ιουλίου 2019

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας - Πιο ανταγωνιστικές απ' ότι νομίζαμε

Ελευθέριος Τζιόλας


Η ένταση ανεβαίνει στον Κόλπο, μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν. Ο πόλεμος νεύρων δείχνει ότι οι Αμερικανοί επιδιώκουν μάλλον μια ρυμούλκηση του Ιράν σ΄ ένα νέο ταπεινωτικό πλαίσιο συνομιλιών, το οποίο θα διαμορφώσουν οι ίδιες. Οι αγορές αργού πετρελαίου κλιμακώνουν αυξητικά τις τιμές μετά από μακρύ χρονικό διάστημα. Η Σαουδική Αραβία, κύριος σύμμαχος των ΗΠΑ και σφοδρός αντίπαλος του σιιτικού Ιράν, πραγματοποιεί τα μεγαλύτερα κέρδη και επανεμφανίζεται ως κεντρική δύναμη ισχύος στην περιοχή.

Η διεθνής προσοχή των οικονομικών παραγόντων εστιάζεται στην κούρσα των τιμών του αργού, του φυσικού αερίου, και ιδιαίτερα του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και στις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η κούρσα. Από τα Στενά του Ορμούζ διακινούνται τεράστιες ποσότητες LNG (προέλευσης Κατάρ και Ιράν) και είναι μάλλον αυτό, για το οποίο θα υπάρξουν αυξημένες πιέσεις και ενδιαφέροντα ισχυρών κρατών για την ευρύτερη περιοχή.

Όταν από τα Στενά διακινούνται ποσότητες LNG που ξεπερνούν το 20% της παγκόσμιας αγοράς αυτού του δυναμικά ανερχόμενου αέριου-ορυκτού καύσιμου, με προορισμούς τις οικονομίες της Ιαπωνίας (παγκόσμια μεγαλύτερη καταναλώτρια σε LNG), της Ινδίας, της Νότιας Κορέας, της Μαλαισίας και εν μέρει της Κίνας, γίνεται κατανοητή η καίρια σημασία των Στενών για την εξασφάλιση των συμβασιοποιημένων ροών τροφοδοσίας.

Καθώς η ένταση της αναμέτρησης και οι τιμές αργού και πετρελαιοειδών ανεβαίνουν, δημιουργώντας ανισορροπίες ανταγωνιστικότητας και κρίσεις παραγωγής, μια άλλη συζήτηση, κατά αντιπαράθεση, σε ένα άλλο επίπεδο, έρχεται με ένταση στο προσκήνιο: περί της ενεργειακής επάρκειας και των εναλλακτικών λύσεων. Πρόκειται, ουσιαστικά, για τις εναλλακτικές μορφές,, για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).

Είναι αλήθεια ότι η συζήτηση γίνεται πλέον όχι με τους όρους των προηγούμενων πετρελαϊκών κρίσεων, όταν η ενέργεια από εναλλακτικές πηγές υστερούσε καθοριστικά σε επίπεδο ποσοτήτων, τιμών, τεχνολογίας και πολιτικών υποστήριξης. Τώρα πλέον γίνεται με όρους σχεδόν ισότιμους και σε ορισμένα σημεία πλεονεκτικούς σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα. Εκτός από τα οικονομικά μεγέθη, των οποίων οι συγκρίσεις και οι αντιπαραβολές, έχουν πάντα τη σημασία τους, ένα μείζον θέμα έχει ενισχύσει καθοριστικά τις ΑΠΕ: η υπερθέρμανση του πλανήτη, η συνεπαγόμενη κλιματική αλλαγή με τις πολλές και ποικίλες περιβαλλοντικές και βιοσφαιρικές συνέπειες.

Αρνήσεις επιστημονικών κριτηρίων


Η μετάβαση προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας επωφελείται σ' επίπεδο προοπτικής από μια έμμεση αλλά σαφή υποστήριξη από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Η αντίθεση προς αυτήν, όπως εκδηλώθηκε με την αποχώρηση από τη Συμφωνία του προέδρου Τραμπ, επιβεβαιώνει τη σοβαρή σύγκρουση συμφερόντων και των συναφών λογικών υπεράσπισης των ορυκτών και εν γένει των καυσίμων με βάση τον άνθρακα. Αυτές οι παραδοσιακές-συντηρητικές δυνάμεις στον χώρο της ενέργειας αμύνονται σθεναρά.

Έχοντας οικονομικά και ανταγωνιστικά ενθαρρυνθεί από το σχιστολιθικό πετρέλαιο στις ΗΠΑ και αλλού, αλλά και κρατώντας παγιωμένες ισχυρές θέσεις, όπως η Σαουδική Αραβία, επιστρατεύουν ακόμα και αρνήσεις των επιστημονικών τεκμηρίων περί την κλιματική αλλαγή. Επίσης, αβάσιμες οικονομικές θεωρίες περί στρέβλωσης του ανταγωνισμού, λόγω πολιτικών επιδότησης των εναλλακτικών μορφών ενέργειας από τις κυβερνήσεις.

Οι δυνάμεις, όμως, αυτές οδηγούνται συνεχώς βαθύτερα στη δική τους παγίδα. Επιδιώκοντας την αύξηση των τιμών των υδρογονανθράκων (προεξάρχοντος του αργού και των προϊόντων του), καθιστούν αυτές τις ενεργειακές-πετρελαϊκές ύλες μη ανταγωνιστικές στο μεγάλο φάσμα της υλικής παραγωγής, της οικονομικής ζωής, ακόμα και των μεταφορών. Έτσι, προσφέρουν έδαφος και μετακινούν το ενδιαφέρον προς τις ΑΠΕ.

Περισσότερο ανταγωνιστικές οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας


Πλέον, εκεί που οι παραδοσιακές-συντηρητικές δυνάμεις δείχνουν να χάνουν το παιχνίδι είναι το ίδιο το γήπεδό τους, δηλαδή ο ανταγωνισμός. Οι ανανεώσιμες πηγές καθίστανται πλέον ανταγωνιστικές, με τις τεχνολογίες τους να περνούν με μοναδική ταχύτητα από τη μια γενιά στην άλλη. Συνδυάζοντας τις νέες κατακτήσεις στην ψηφιακή-πληροφορική τεχνολογία και στα νέα χρησιμοποιούμενα υλικά, οδηγούνται σε διαρκώς ανανεούμενα παραγωγικά συστήματα με συνδυασμένη, μάλιστα, ευφυή λειτουργία και διαχείριση.

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA), οι ΑΠΕ είναι οι φθηνότερες πηγές ενέργειας για τη νέα παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στα περισσότερα μέρη του κόσμου. Το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από τη βιοενέργεια, τα υδροηλεκτρικά, τη γεωθερμία, την υπεράκτια και παράκτια αιολική ενέργεια εκτιμάται ότι βρίσκεται εντός του εύρους του κόστους παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα κατά την περίοδο 2010-2018. Ενώ, από το 2014 και μετά, το παγκόσμιο σταθμισμένο μέσο κόστος της ηλιακής φωτοβολταϊκής ενέργειας ανταγωνίζεται την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από καύσιμα ορυκτής προέλευσης.

Το παγκόσμιο σταθμισμένο μέσο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μειώνεται σταθερά από το 2010 και η τάση αυτή συνεχίστηκε και το 2018. Το κόστος μειώθηκε κατά 11% για την υδροηλεκτρική ενέργεια (σε μέσο όρο 4,7 σεντς ανά kWh), κατά 13% για την ηλιακή φωτοβολταϊκή και την αιολική ενέργεια (8,5 σεντς ανά kWh και 5,6 σεντς ανά kWh αντίστοιχα), κατά 14% για τη βιοενέργεια (6,2 σεντς ανά kWh).

Τα καλά νέα για την Ελλάδα


Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι και η ελληνική αγορά, όπως έδειξαν και οι τελευταίοι διαγωνισμοί της ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας), κινείται πλέον σ' αυτά τα επίπεδα. Εξέλιξη, η οποία σε συνδυασμό με τα τεράστια φυσικά αποθέματα της Ελλάδας σε ΑΠΕ (ηλιακά, αιολικά, γεωθερμικά και συνδυασμένων μορφών) την καθιστούν δυναμικό επενδυτικό-αναπτυξιακό πόλο για μεγάλα projects όχι μόνο των ελληνικών επιχειρήσεων του τομέα, αλλά και σημαντικών ευρωπαϊκών. Πόλο, όχι μόνο για την κάλυψη των εγχώριων αναγκών, επιτυγχάνοντας την πολυσήμαντη εθνική ενεργειακή αυτάρκεια, αλλά και την τροφοδοσία γειτονικών και παραπέρα ευρωπαϊκών χωρών.

Για το αναφερόμενο πραγματικό ενδιαφέρον, σημειώνουμε χαρακτηριστικά την κατασκευή του μεγαλύτερου στην Ελλάδα και πιο πολύπλοκου αιολικού πάρκου στον Καφηρέα στη Νότια Εύβοια. Το πάρκο θα διασυνδεθεί υποθαλάσσια με το ηλεκτροδοτικό κέντρο Παλλήνης (Δυτική Αττική). Το έργο εκτελεί η ιταλική ENEL (Enel Green Power Hellas). Το πάρκο είναι συνολικής ισχύος 167 MW και ύψους επένδυσης 310 εκατ. ευρώ. Θα τεθεί σε παραγωγική λειτουργία τον Οκτώβριο 2019.

Επενδύσεις ΑΠΕ ύψους 7 δισ ευρώ


Στην Ελλάδα της κρίσης, την περίοδο 2010-2018, οι επενδύσεις στις ΑΠΕ ανήλθαν στο ποσό των 7 δισ. ευρώ και αφορούσαν κυρίως αιολικά και φωτοβολταϊκά. Οι ΑΠΕ, όντας μια σχετικά ασφαλής επένδυση, χρηματοδοτήθηκαν από τράπεζες, ακόμη και τα έτη 2012 και 2015, χρονιές στις οποίες η κρίση των τραπεζών βρέθηκε στο χειρότερο σημείο της (με το 2015 σε capital controls).

Τα προβλήματα που σχετίζονται με την ενθάρρυνση των επενδύσεων σ' αυτόν τον τομέα, δεν αφορούν τις χρηματοδοτήσεις των έργων και τα κατάλληλα σχήματα. Αφορούν ζητήματα χωροταξικής και αδειοδοτικής φύσεως, καθώς και καθυστερήσεις αξιολόγησης των σχεδίων και ισορροπημένου σχεδιασμού αναγκών-στόχων. Ζητήματα εντοπισμένα από τις επιστημονικές και επαγγελματικές ενώσεις του χώρου με κατατεθειμένες προτάσεις.

Με την ευκαιρία, να υπογραμμίσουμε ότι στο πλαίσιο αποφασιστικών εθνικών στρατηγικών μετασχηματισμού και επιχειρηματικών πολιτικών ανάπτυξης, ο τομέας των ΑΠΕ συντέλεσε, ώστε κραταιές κρατικές ηλεκροπαραγωγικές εταιρείες (η ιταλική ENEL, η γαλλική EDF, η πορτογαλική ETAP, η γερμανική RWE και η τσέχικη CEZ) να προχωρήσουν και υλοποιήσουν τον μετασχηματισμό τους, αξιοποιώντας προγραμματισμένα το ιδιωτικό κεφάλαιο, την τεχνογνωσία, τις ΑΠΕ, το δυναμικό τους και τις νέες αγορές. Κατόρθωσαν τελικά να εξέλθουν από τα αδιέξοδά τους, να γίνουν πολύ ισχυρότερες και να είναι πλέον παγκόσμιοι ενεργειακοί παίκτες.

Τα παραδείγματα, έστω και με κρίσιμη καθυστέρηση, θα μπορούσαν να αποδειχθούν εξαιρετικά χρήσιμα και για την κρίση της ΔΕΗ. Κρίση, η οποία, δυστυχώς, λόγω παρέλευσης ζωτικού χρόνου και μη έγκαιρης πραγματοποίησης των αναγκαίων επιλογών και αποφάσεων, μπορεί να αποδειχθεί αρνητικά καθοριστική για το μέλλον της δημόσιας επιχείρησης, κλονίζοντας εκ νέου και τις τράπεζες.

Πηγή: SL press



Ελευθέριος Τζιόλας: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου